Ίσως
θα ‘ταν βοηθητικό να σκεφτόμαστε τον εαυτό μας από πλευράς πνευματικής ως… ορθή
γωνία! Με την κάθετο και την οριζόντια πλευρά της. Η κάθετος είναι η δεδομένη
πλευρά, η οριζόντια είναι η ζητούμενη. Γιατί η δεδομένη οφείλεται στην αγάπη
του Δημιουργού μας, ο Οποίος ήλθε στον κόσμο, μας προσέλαβε μέσα στον Εαυτό
Του, μας έδωσε την εξουσία να γίνουμε σαν κι Εκείνον - όταν μάλιστα κάποιος Τον
πίστεψε και βαπτίστηκε στο Όνομά Του και Τον ντύθηκε στη ζωή του. «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε».
Λοιπόν ο χριστιανός πια είναι μέλος Χριστού κι έχει άμεση και ουσιαστική εν χάριτι
σχέση μαζί Του· σαν το κλήμα με τ’ αμπέλι. Ποια η ζητούμενη πλευρά; Είναι η προϋπόθεση
που έχει θέσει ο Δημιουργός μας, προκειμένου η δωρεά Του να μη μένει απλή (ψιλή)
εικόνα στη ζωή μας, αλλά να είναι ζωντανή, να την νιώθουμε και να την ψηλαφούμε.
Και ποια η προϋπόθεση αυτή; Η τήρηση των αγίων Του εντολών, η υπακοή στο θέλημα
του Θεού. Αν σκεφτεί λοιπόν κανείς ότι οι άγιες εντολές Του είναι στην
πραγματικότητα η αγάπη μας στον συνάνθρωπο, τον συνάνθρωπο που είναι μυστηριακά
Εκείνος αλλά και ο ίδιος ο εαυτός μας: «ἐφ’
ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου, ἐμοί ἐποιήσατε» και «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν», τότε
καταλαβαίνουμε ότι την ώρα που εκτεινόμαστε στον συνάνθρωπο για να συναντήσουμε
τον Θεό και τον… άγνωστο εαυτό μας, εκείνη την ώρα ο Ίδιος φανερώνει την παρουσία
Του ενεργά στην ύπαρξή μας. Με άλλα λόγια ο Θεός ναι μεν χωρείται παντού, αλλά όμως
θέλει… απλωταριά για να μας δείξει αισθητά τον ερχομό Του. Μπορεί να είναι μικρό
σπήλαιο η καρδιά μας, λόγω της αμαρτίας μας π' αφήνει χώρο μόνο στο εγώ μας, αλλά το σπήλαιο αυτό τελικά γίνεται
απέραντο με αισθητούς τους χτύπους της καρδιάς του βρέφους Χριστού και των αγίων
κλαυθμηρισμών του, λόγω του ερχομού Εκείνου. Ένα μικρό τροπάριο από τον όρθρο της
παραμονής των Χριστουγέννων (ωδή ε΄), μας προσφέρει πολύ όμορφα την εικόνα αυτή.
«Έρχεσαι να χωρηθείς σε μικρό σπήλαιο, Συ που από τη φύση Σου είσαι αχώρητος,
με σκοπό εμένα που σμικρύνθηκα από την παράβαση της αμαρτίας να με κάνεις τεράστιο.
Κι αυτό από την άπειρη αγάπη Σου. Γι’ αυτό και προσκυνώ τη μακροθυμία Σου, εύσπλαχνε»
(Μικρῷ σπηλαίῳ ἔρχῃ χωρηθῆναι, ὁ ἀχώρητος
φύσει, ὅπως με σμικρυνθέντα τῇ παραβάσει, μεγαλύνῃς δι’ οἶκτον ἀμέτρητον·
προσκυνῶ σου, τό εὔσπλαγχνον Μακρόθυμε).