Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2025

ΑΡΧΗ ΤΡΙΩΔΙΟΥ

«Βάλλει μετανοίας τρεις…»

«Από σήμερα, στον εσπερινό της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου, αρχίζουν να συμψάλλονται οι ύμνοι που περιέχονται στο λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου. Σε μερικούς ναούς πριν την έναρξη του εσπερινού τίθεται κάτω από την εικόνα του Χριστού στο τέμπλο σε ευτρεπισμένο σκαμνί το λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου, όπου προσέρχεται ο πρωτοψάλτης (ο οποίος εκπροσωπεί όλους όσοι υπηρετούν στο αναλόγιο), βάζει μπροστά στην εικόνα τρεις μετάνοιες, ασπάζεται την εικόνα, παίρνει στα χέρια του το Τριώδιο και το ασπάζεται, κάνει πάλι τρεις μικρές μετάνοιες και απέρχεται μαζί με το Τριώδιο στην οικεία του θέση» (Σημείωση Τυπικού ημέρας).

Μία βαθιά συμβολική κίνηση σημειώνεται στο Τυπικό της Εκκλησίας με το ξεκίνημα της περιόδου του Τριωδίου, για να προβληθούν δύο κυρίως πράγματα: πρώτον, η μεγάλη σημασία του λειτουργικού βιβλίου που φέρει την ονομασία «Τριώδιον» - παραλαβή του από τον πρωτοψάλτη μπροστά στην εικόνα του Κυρίου σαν να προσφέρει Εκείνος στον εκπρόσωπο του λαού στις λειτουργικές συνάξεις τα λόγια που απηχούν το Πνεύμα Του και ευαρεστείται ο Ίδιος να ακούει∙ και δεύτερον, η προσκύνηση του εκπροσώπου του λαού (ο ψάλτης είναι εκείνος που για λόγους ευταξίας λέει όσα ο λαός πάντοτε έλεγε),  που φανερώνει ότι ενώπιον του Κυρίου η μόνη ορθή στάση και κίνηση είναι η υπακοή, αυτό που συνιστά φρόνημα και του ίδιου του αρχηγού της πίστεως, καθώς το εξαγγέλλει με ποιητική ένταση ο απόστολος Παύλος: «Να υπάρχει μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, αν και ήταν Θεός, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα και πήρε μορφή δούλου˙ έγινε άνθρωπος˙ και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού» (Φιλ. 2, 5-8). Κι η υπακοή αυτή μαρτυρείται με τον πιο δυνατό τρόπο όταν ο άνθρωπος πορεύεται κατά τα κελεύσματα των ύμνων του Τριωδίου, δηλαδή προσπαθεί να ζει με μετάνοια ως επίγνωση της αμαρτωλότητάς του και διαρκή επιστροφή προς τον Θεό ελπίζοντας στο άπειρο έλεός Του. Διότι το Τριώδιο ως βιβλίο της Εκκλησίας αλλά και ως περίοδος που χρωματίζεται από το περιεχόμενο του βιβλίου αυτού τη μετάνοια πρώτιστα προβάλλει και διακηρύσσει.

Από τον εσπερινό της ημέρας λοιπόν ουσιαστικά εισερχόμαστε στην πιο ιερή και κατανυκτική περίοδο όλου του χρόνου, η οποία διαρθρώνεται σε τρία μέρη: το εισαγωγικό μέρος (Κυριακές Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω και Τυρινής, ήτοι τρεις εβδομάδες), το καθαυτό μέρος, τη Μεγάλη Σαρακοστή (αρχής γενομένης από την Καθαρά Δευτέρα έως το Σάββατο του Λαζάρου) και το τρίτο και τελευταίο που συνιστά και το όλο σκοπό και την αποκορύφωση, τη Μεγάλη Εβδομάδα. Είναι αυτονόητο βεβαίως ότι από την άποψη αυτή η θεώρηση πολλών, δυστυχώς και χριστιανών, περί του Τριωδίου ως της περιόδου του ξεφαντώματος και του «ξεσαλώματος» κοινώς των ανθρώπων δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα της εκκλησιαστικής περιόδου και ζωής.

Στην κοσμική θεώρηση ο άνθρωπος χάνει τον εαυτό του και νεκρώνεται πνευματικά. Διότι στρέφεται ολοσχερώς προς τον θάνατο που φέρνει το αμαρτωλό φρόνημα – «ψωνίζεις θάνατο με την αμαρτία» λέει ο απόστολος Παύλος. Στην εκκλησιαστική θεώρηση ο άνθρωπος βρίσκει τον εαυτό του και το μεγαλείο της δημιουργίας του. Διότι εγκύπτει μέσα στην καρδιά του, «τον κρυπτόν της καρδίας άνθρωπον», προκειμένου να την καθαρίσει με τη χάρη του Θεού από κάθε τι εμπαθές που αλλοιώνει την αληθινή φύση του. Κι η κάθαρση αυτή έτσι αποτελεί συνέργεια και του Θεού, διότι «μόνο το Πνεύμα του Θεού μπορεί να καθαρίσει τον νου του ανθρώπου» κατά τους αγίους μας, αλλά και του ανθρώπου, διότι χρειάζεται να θελήσει κι αυτός τον Θεό στη ζωή του.

Οπότε, το Τριώδιο αποτελεί την πιο ευλογημένη πρόκληση για τον χριστιανό ώστε να αναδυθεί ο αληθινός εαυτός του, ο κατ’ εικόνα Χριστού δημιουργημένος, μετά μάλιστα το βάπτισμά του στην αγία κολυμβήθρα της Εκκλησίας, και περαιτέρω αυξανόμενος εν Αυτώ «μέχρις ότου φτάσει στο μέτρο της ηλικίας του πληρώματος Εκείνου». Ότι από την άποψη αυτή η περίοδος του Τριωδίου συντελεί με μοναδικό τρόπο στη φανέρωση του χριστιανού ως του ανθρώπου που πολιτεύεται με ταπείνωση και γνήσια αγάπη είναι περιττό και να πούμε. Το Τριώδιο με άλλα λόγια ως ο πυρήνας όλης της εκκλησιαστικής χρονιάς υπάρχει για να «φτιάχνει» αγίους˙ γι’ αυτό και θεωρείται ως το μέτρο που καθημερινά πρέπει να μετράμε τον εαυτό μας. Δεν ευχόταν τυχαία ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης «να ήταν όλη η ζωή του μία Σαρακοστή!» 

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2025

ΤΟ ΤΕΛΙΚΟ «ΞΕΣΚΑΡΤΑΡΙΣΜΑ»!

 «Ας προσπαθήσουμε να μάθουμε τα θεία με ιδρώτες μάλλον παρά με ξερά λόγια. Διότι στην ώρα του θανάτου θα χρειαστεί να δείξουμε όχι λόγια, αλλά έργα» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κστ΄ 26)

Θα έχεις ακούσει για τους αγίους μας ότι «έμαθον τα θεία αφ’ ων έπαθον». Τα θεία δηλαδή, τον Θεό και ό,τι σχετίζεται με την αποκάλυψή Του, τα μαθαίνει κανείς όχι διαβάζοντας βιβλία ή ακούγοντας πιθανόν κάποιες διαλέξεις και ομιλίες γι’ αυτά, αλλά βάζοντας τον εαυτό του πάνω στο άγιο θέλημά Του και τις άγιες εντολές Του. Η γνώση του Θεού έτσι είναι θέμα έργων και ζωής, θέμα συντονισμού του ανθρώπου με ό,τι ο Θεός έχει φανερώσει ως δρόμο Του. Που θα πει: τον Θεό Τον γνωρίζει μόνον όποιος Τον υπακούει ελεύθερα, συνεπώς αγωνίζεται να μεταποιεί αδιάκοπα τα ψεκτά πάθη του σε ένθεα πάθη: τον εγωισμό σε αγάπη Θεού και ανθρώπου. Πάνω σ’ αυτή τη διαδικασία, όπου «δίνει κανείς αίμα και λαμβάνει Πνεύμα», πάσχει τα θεία, συνεπώς του δίνεται η χάρη της παρουσίας του Θεού στη ζωή του, άρα και της γνώσης Αυτού.

Μη ξεχνάς όμως: της χαρισματικής αυτής γνώσης του Θεού προηγείται η χάρη για την ίδια την εργασία των εντολών, δεδομένου ότι «χωρίς τον Χριστό δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε». Εννοούμε ότι και η ίδια η επιθυμία να είναι κανείς εν Θεώ, η προσπάθεια να μένει εν Αυτώ, δηλαδή να μένει πάνω στα λόγια Του, μέχρι να φτάσει στο σημείο της αισθητής παρουσίας Εκείνου στην ψυχή και στο σώμα του, είναι καρπός της ενέργειας του Θεού. Οπότε «τα σα εκ των σων Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά πάντα». Γι’ αυτό και βλέπουμε σε όλους τους βίους των αγίων μας ότι το καθοριστικότερο στοιχείο της ζωής τους, εκείνο που κυριολεκτικά σφράγιζε την πορεία τους και ανεδείκνυε τις όποιες αρετές τους, ήταν η ταπείνωση. Γιατί ακριβώς είχαν την παραπάνω επίγνωση: «τι έχεις ο ουκ έλαβες; Ει δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μη λαβών

Το τραγικό στην περίπτωση που κάποιος θέλει να μάθει τα του Θεού «με ξερά λόγια και όχι με τους ιδρώτες της ζωής», πέρα από το ότι δεν πρόκειται τελικώς να γνωρίσει τον Θεό, είναι ότι θα οδηγηθεί σε αλλοιωμένες αντιλήψεις περί Αυτού – το βλέπουμε διαχρονικά σε όλους τους αιρετικούς της πίστης – θα οδηγηθεί σε ένα είδος δαιμονισμού του, γιατί «η (ξερή) γνώσις φυσιοί», κι ακόμη, σε περίπτωση που κάτι μάθει αληθινό, πολύ γρήγορα θα το ξεχάσει. Το σημειώνει με πολλή ενάργεια ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος, ο οποίος μάς λέει ότι «εκείνος που είναι ακροατής του λόγου του Θεού χωρίς να τον τηρεί στη ζωή του μοιάζει μ’ εκείνον που κοίταξε το πρόσωπό του στον καθρέπτη, είδε το είδωλό του, κι ευθύς μόλις απομακρύνθηκε, το ξέχασε».

Το τελικό επιχείρημα του οσίου Ιωάννου για την έμπρακτη γνώση του Θεού είναι συντριπτικό: θυμήσου, επισημαίνει, ότι το τελικό «ξεσκαρτάρισμα» της ζωής σου θα γίνει την ώρα του θανάτου. Ο θάνατος δεν «διαλέγεται»: έρχεται και σε παίρνει με την αποσκευή της ζωής σου. Και η αποσκευή είναι τα έργα και όχι ασφαλώς τα λόγια!

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΡΚΙΝΟΥΣ: ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΛΑΜΨΑΚΩΝ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«Τῆς Λαμψάκου ὁ μέγας θαυματουργός, ἀναβάς ἐν τῷ ὕψει τῶν ἀρετῶν, ἀστράπτεις τοῖς πέρασι, τῷ φωτί τῶν ἰάσεων, τούς ζοφώδεις Δαίμονας, σκορπίζων φαιδρότατα, καί ἐλαύνων νόσους, χρησταῖς ἐπικλήσεσιν· ὅθεν καί τῆς πλάνης, τῶν εἰδώλων καθάρας, πᾶσαν τήν Ἑλλήσποντον, καταλάμπεις τοῖς θαύμασιν· Θεοφόρε Παρθένιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τήν ἁγίαν μνήμην σου» (Κάθισμα ὄρθρου).

(Θεοφόρε Παρθένιε, πού εἶσαι ὁ μέγας θαυματουργός τῆς πόλης τῆς Λαμψάκου, ἀφοῦ ἀνέβηκες στό ὕψος τῶν ἀρετῶν, ἀστράφτεις τά πέρατα μέ τό φῶς τῶν ἰάσεων, σκορπίζοντας τούς σκοτεινούς Δαίμονες μέ εὔκολο τρόπο καί διώχνοντας μακριά τίς ἀρρώστιες μέ τίς γεμάτη ἀγάπη προσευχές σου. Γι’ αὐτό, κι ἀφοῦ καθάρισες ὅλη τήν περιοχή τοῦ Ἑλλησπόντου ἀπό τήν πλάνη τῶν εἰδώλων, τήν καταφωτίζεις μέ τά θαύματά σου. Πρέσβευε στόν Χριστό τόν Θεό, νά δωρίσει τήν ἄφεση τῶν πταισμάτων σέ μᾶς πού ἑορτάζουμε μέ πόθο τήν ἁγία μνήμη σου).

Μέγας γιά τήν Ἐκκλησία ἅγιος Παρθένιος, ἐπίσκοπος Λαμψάκου, ὁποῖος ἔζησε ἐπί Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου κι ἦταν υἱός ἑνός Διακόνου τῆς Ἐκκλησίας στό ὄνομα Χριστόφορος. Γράμματα δέν ἤξερε πολλά, ὅμως ὑπῆρξε μέγας ἀσκητής, τηρώντας μέ ἀκρίβεια ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. ταπείνωσή του ἦταν παροιμιώδης - ἔδινε τά πάντα στούς ἀναγκεμένους ὑπό τό κάλυμμα τοῦ φτωχοῦ ψαρᾶ, γιαὐτό καί Κύριος λόγω τῆς ἀρετῆς καί τῆς εὐσέβειάς του τόν χαρίτωσε μέ τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας, δηλαδή νά βγάζει δαιμόνια, ἀλλά καί νά θεραπεύει κάθε νόσο καί ἀσθένεια. Φρόντισε ὅμως νά μάθει καί γράμματα, ὁπότε ἐπίσκοος Φίλιππος τῆς Μελιτουπόλεως τόν χειροτόνησε πρεσβύτερο, ἐνῶ στή συνέχεια Ἀχίλλειος Μητροπολίτης Κυζίκου τόν χειροτόνησε ἐπίσκοπο τῆς ΛαμψάκουἌν ὡς λαϊκός ἐπιτελοῦσε πολλά θαύματα, ὡς κληρικός καί μάλιστα ἐπίσκοπος ἔκανε πάμπολλα. Ἡ εὐσέβεια καί ἡ ἀρετή του δηλαδή ὄχι μόνον δέν μειώθηκαν ἀπό τά ἀξιώματα πού ἔλαβε, ἀλλά πολλαπλασιάστηκαν, γι’ αὐτό καί ἡ ἐπωνυμία θαυματουργός σφράγισε τήν ὅλη βιοτή καί πορεία του. Γιά παράδειγμα: Θεράπευσε τόν ὀφθαλμό ἑνός ἄνδρα, τόν ὁποῖο τύφλωσε μέ κτύπημα ἕνας ταῦρος· ἐξαφάνισε τόν καρκίνο ἀπό μία γυναίκα μέ μόνη τήν εὐλογία του· νέκρωσε μ’ ἕνα φύσημά του ἕναν λυσσασμένο σκύλο πού ὅρμησε ἐναντίον του· ἀνέστησε ἄνθρωπο πού πέθανε ἀπό πάτημα πάνω του μίας ἅμαξας καί εἶχε διαρραγεῖ ἡ κοιλιά του· ἐξεδίωξε τούς δαίμονας ἀπό πολλούς ἀνθρώπους κ.ο.κ. Ὅλη ἡ ζωή του ἦταν μία προσφορά στόν συνάνθρωπο, μέχρις ὅτου ἀφοῦ προεῖπε καί τά μέλλοντα νά συμβοῦν ἐξεδήμησε πρός τόν Κύριο. 

Δέν παραξενεύει λοιπόν τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος ὑμνογράφος του στό θαυματουργικό κυρίως χάρισμά του ἐπικεντρώνει τήν προσοχή μας, ἀφοῦ ὅμως τονίζει καί τήν προϋπόθεση ὑπάρξεώς του, ὅπως ἄλλωστε σημειώνεται καί ἀπό τό συναξάρι του: τήν ἄνοδό του στό ὕψος τῶν ἀρετῶν. Ὁ ἅγιος Παρθένιος δηλαδή ὅ,τι θαυμαστό ἔκανε, τό ἔκανε γιατί ἄφησε τόν ἑαυτό του στά χέρια τοῦ Κυρίου του καί ἔγινε δίοδος νά ἐνεργεῖ Ἐκεῖνος μέσω αὐτοῦ. Διότι μιλώντας γιά ἀρετές, τό ἄκρο τῶν ὁποίων ἔφτασε, μιλᾶμε ὄχι γιά κάτι πού ἀποτελεῖ κατόρθωμα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἔκφραση καί καρπό τῆς ὑπάρχουσας χάρης τοῦ ἁγίου Πνεύματος στήν ὕπαρξη ἑνός ἁγίου. Κι εἶναι πολύ παρήγορο τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Παρθένιος, ὡς ζῶν αἰωνίως μέσα στόν Κύριο, συνεπῶς εὑρισκόμενος διαρκῶς κι αὐτός ἀνάμεσά μας, εἶναι ἕτοιμος νά συνδράμει καί καθέναν ἀπό ἐμᾶς, ἀρκεῖ νά τόν ἐπικαλούμαστε ἐν πίστει καί νά προστρέχουμε σ’ αὐτόν. Ἰδιαιτέρως σήμερα πού τόσος κόσμος ταλαιπωρεῖται ἀπό τόν καρκίνο, ἐκεῖνος ἔχει ἀναλάβει ἔντονη δράση καί βρίσκεται στήν ἡμερήσια διάταξη, ἐνῶ ἐκεῖ πού ὑπάρχουν τά ἅγια λείψανά του, ὅπως γιά παράδειγμα στήν ἱερά Μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μακρυμάλλης στά Ψαχνά Ευβοίας ὅπου φυλάσσεται ἡ κάρα του, ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἡ αἰσθητή ἔντονη παρουσία του.

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2025

ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ

«Τίποτε δεν είναι σπουδαιότερο για τον Θεό από την αγάπη. Λόγω της αγάπης αυτής έγινε άνθρωπος και υπήκοος μέχρι θανάτου. Γι’ αυτό άλλωστε και τους πρώτους που κάλεσε από τους μαθητές Του ήταν δύο αδέλφια: για να δείξει ευθύς εξαρχής ο πάνσοφος Σωτήρας ότι θέλει όλοι οι μαθητές Του να συνδέονται αδελφικά μεταξύ τους» (Όσιος Ισίδωρος Πηλουσιώτης).

Ο όσιος Ισίδωρος, ο μεγάλος αυτός άγιος της Εκκλησίας που έχει μείνει στην εκκλησιαστική ιστορία ως ο σημαντικότερος επιστολογράφος αυτής, τονίζει σε μία επιστολή του, και όχι μόνον βεβαίως σ’ αυτήν, το αυτονόητο και το πιο γνωστό για τη χριστιανική πίστη: ότι για τον Θεό το σπουδαιότερο όλων είναι η αγάπη. Διότι βεβαίως «ο Θεός αγάπη εστί» (άγιος Ιωάννης Θεολόγος). Κάθε τι που υπάρχει, είτε άνθρωπος είτε κόσμος είτε χρόνος είτε ζώο είτε φυτό είτε αέρας είτε οτιδήποτε μπορεί να επισημανθεί ως μέτοχο της ζωής, ενόργανης ή ανόργανης, την ενέργεια της αγάπης του Θεού έχει αποτυπωμένο πάνω του. Όλα διαλαλούν τη δόξα Εκείνου, συνεπώς τα πάντα και όλα τα σύμπαντα λειτουργούν στην κανονικότητά τους ως μέτοχα της αγκαλιάς του Θεού,  δεχόμενα, αλλά και αντανακλώντας τη στοργή και το ιλαρό φως των οφθαλμών Του! «Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών Αυτού αναγγέλλει το στερέωμα».

Και γι’ αυτό εκτός της αγάπης Αυτής δεν μπορεί να εξηγηθεί το μυστήριο της οικονομίας Του, κατά το οποίο «έκλινεν ουρανούς και κατέβη» γενόμενος άνθρωπος τέλειος, πλην φυσικά της αμαρτίας. «Λόγω της αγάπης αυτής έγινε άνθρωπος», σημειώνει ο άγιος, εξηγώντας όμως ότι η αγάπη είναι αληθινή όταν συνυπάρχει με την ταπείνωση, κύριο γνώρισμα της οποίας είναι η υπακοή. Κατανοεί αμέσως κανείς ότι ο άγιος Ισίδωρος δεν αυτοσχεδιάζει ούτε φιλοσοφεί. Κινείται επακριβώς στο μήκος κύματος της Αγίας Γραφής, μάλιστα στη θεολογία του αποστόλου Παύλου, ο οποίος στην προς Φιλιππησίους ιδίως επιστολή μαρτυρεί το φρόνημα του Κυρίου Ιησού Χριστού, που συνιστά από κει και πέρα ασφαλώς το φρόνημα της Παναγίας μας και όλων των αγίων της Εκκλησίας: «Να υπάρχει μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, αν και ήταν Θεός, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα και πήρε μορφή δούλου˙ έγινε άνθρωπος και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού».

Οπότε το «αυτονόητο» επιτείνεται με τον άγιο Ισίδωρο: όχι μόνον ο Θεός είναι αγάπη, αλλά εξίσου καλείται να είναι και να γίνεται διαρκώς αγάπη και ο «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Εκείνου» άνθρωπος. Μπορεί μεν αυτός να έχασε λόγω της πτώσεώς του στην αμαρτία τη χάρη αυτή, την ξαναβρήκε όμως μετά τον ερχομό του Κυρίου Ιησού Χριστού, ο Οποίος τον ικανώνει, εφόσον πιστέψει σ’ Αυτόν, να γίνει ένας άλλος Χριστός μέσα στον κόσμο, αληθινά μία δική Του προέκταση. Λοιπόν, το κύριο γνώρισμα ενός χριστιανού, θυμίζει περιφραστικά ο άγιος, είναι η αγάπη, όπως όμως την έζησε και τη δίδαξε ο Χριστός με αποκορύφωμα τον Σταυρό Του! Τα λόγια του ίδιου του Κυρίου επ’ αυτού δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης: «Εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί εστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις»! Και η πίστη σ’ Αυτόν δηλαδή, και ό,τι κάνουμε για χάρη Του, εάν δεν προϋποθέτει και δεν καταλήγει στην αγάπη προς τον συνάνθρωπο και τον κόσμο όλον, δεν έχει κανένα νόημα ούτε κι ωφελεί. Ο ύμνος του αποστόλου Παύλου στην Α΄ Κορ. επιστολή του αποτελεί τον καλύτερο υπομνηματισμό της πραγματικότητας αυτής.

Γνωστά αυτά, θα πει ένας λίγο μυημένος στην πίστη χριστιανός. Τι προσθέτει επιπλέον ο άγιος; Πέραν του γεγονότος ότι δεν χρειάζεται «προσθήκη» στα λόγια του Κυρίου – γιατί το ζητούμενο από Εκείνον και την Εκκλησία Του είναι αυτά τα λόγια να τα κάνουμε βίωμά μας, που θα πει να γίνουμε κι εμείς μέτοχοι της απόλυτης «έκπληξης» να Τον έχουμε «ένοικο» της ύπαρξής μας – το «επιπλέον» που κομίζει ο άγιος είναι η απρόσμενη εξήγησή του για την κλήση των πρώτων μαθητών του Κυρίου από Εκείνον: αδέλφια κάλεσε πρώτους, σημειώνει, τον Ανδρέα και τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, «για να δείξει ευθύς εξαρχής ο πάνσοφος Σωτήρας ότι θέλει όλοι οι μαθητές Του να συνδέονται αδελφικά μεταξύ τους». Κι είναι όντως κάτι στο οποίο «χωλαίνουμε» πολλοί σύγχρονοι χριστιανοί: μένουμε περισσότερο στη διδασκαλία του Κυρίου και «υποτιμάμε» τις λοιπές ενέργειές Του: τις κινήσεις Του, τη χρονική αλληλουχία των γεγονότων μέσα στα οποία κινείται, τη σιωπή Του συχνά, τις θεωρούμενες «τυχαίες» ή δεδομένες επιλογές Του. Όπως αυτήν για την οποία κάνουμε λόγο. Μα, για τον Κύριο τίποτε δεν είναι «τυχαίο» - πώς θα ήταν άλλωστε για Εκείνον που είναι ο παντοδύναμος και παντογνώστης Θεός; Κι αν σε κάτι δεν δίνουμε σημασία, γιατί το παρερχόμαστε ως «δευτερεύον», είναι γιατί εμείς δεν βρισκόμαστε στον φωτισμό που πρέπει, ώστε να κατανοήσουμε τον βαθύτερο συμβολισμό Του, τη διδασκαλία Του που πραγματοποιείτο σε κάθε ώρα και στιγμή.

Γιατί τονίζουμε και το «αυτονόητο» πια αυτό; Διότι με τον ίδιο τρόπο δρα ο Κύριος και μετέπειτα και σε όλους τους αιώνες. Απλό παράδειγμα: Τον παρακαλεί κάποιος με ένα αίτημά Του και φαίνεται ότι ο Κύριος «κωφεύει», με αποτέλεσμα να απογοητεύεται ο πιστός και να αρχίσει να κλονίζεται η όποια πίστη του! Αλλά ασφαλώς Εκείνος έχει τους λόγους Του, που είναι πάντοτε καρπός της αγάπης Του. Και βεβαίως ακούει και βλέπει, αλλά χρειάζεται ένα ελάχιστο ποσοστό αληθινής πίστεως από τον χριστιανό, για να αφήσει τον Κύριο να ενεργήσει με τον τρόπο που Εκείνος κρίνει για την επίλυση του προβλήματός του! Πρέπει μάλλον να το κατανοήσουμε: ο Κύριος διδάσκει με τα πάντα, κυνηγώντας μας για τη σωτηρία μας – τίποτε δεν είναι τυχαίο και στη δική μας ζωή, την τόσο πολύτιμη όμως για τον Πατέρα και Δημιουργό μας. Ο άγιος Ισίδωρος μας έδωσε μικρή αφορμή να θυμηθούμε και την απειρία της αγάπης Του αλλά και την εφευρετικότητά Της που εκτείνεται μέχρι και της ελάχιστης λεπτομέρειας!  

ΤΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ; ΜΑΛΛΟΝ... ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΗΣ!

 

«Ο κενόδοξος δείχνει ότι είναι πιστός, ενώ είναι ειδωλολάτρης. Φαινομενικά μεν σέβεται τον Θεό, αλλά στην πραγματικότητα επιζητεί να αρέσει στους ανθρώπους και όχι στον Θεό. Κενόδοξος είναι κάθε επιδεικτικός άνθρωπος» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κα΄ 6).

Νομίζεις ότι η ειδωλολατρία είναι γεγονός ξεπερασμένο, γιατί ήταν σύμπτωμα της παλαιάς μη πολιτισμένης εποχής. Ή νομίζεις ότι ορισμένοι σύγχρονοι επανέρχονται σ’ αυτήν για λόγους εντυπωσιασμού ή ιδιορρυθμίας.

Όμως: ειδωλολάτρης είναι επίσης κάθε φιλάργυρος - η αγάπη του για τα χρήματα ή για κάθε τι επίγειο φανερώνει την παθολογική προσκόλλησή του σ’ αυτά σαν σε… θεότητα! Ανοίγεις την καρδιά του φιλάργυρου και βλέπεις… πράγματα, πολύτιμα ίσως, μα… πράγματα!

Κι ακόμη πιο τραγικά: ειδωλολάτρης, λέει ο όσιος, είσαι οπωσδήποτε κι εσύ, ίσως πολλές φορές την ημέρα, έστω κι αν βδελύσσεσαι τα είδωλα ή ακόμη και τα χρήματα! Πώς; Κάθε φορά που θέλεις να επιδειχθείς, είτε για πράγμα αυτού του κόσμου που έχεις, είτε για φυσικό προτέρημά σου, είτε, άκουσον άκουσον!, και για αρετή σου! Με ό,τι θέλεις να φανείς στον κόσμο, ακόμη και θεωρούμενο θεάρεστο, με αυτό φανερώνεις την ειδωλολατρία σου. Γιατί; Διότι θηρεύεις την ανθρώπινη δόξα. Δεν ζητάς τη δόξα του Θεού - με το στήριγμά της  την ταπείνωση - αλλά το μπράβο και το εύγε των ανθρώπων. Θεός σου λοιπόν είναι η γνώμη των ανθρώπων· το τι θα πουν οι άλλοι!

Σου θυμίζει μήπως τον Φαρισαίο της γνωστής παραβολής, ο οποίος καταδικάστηκε από τον Κύριο; Ασφαλώς, γιατί τελικώς είσαι κι εσύ ένας… Φαρισαίος!

Βλέπω την αντίδρασή σου! Φαρισαίος εγώ; Εγώ τον Φαρισαίο τον καταδικάζω. Αλλά και ο λόγος του οσίου είναι μάλλον πιο αξιόπιστος από την ένστασή σου: «Παντού λάμπει ο ήλιος άφθονα, και παντού σε κάθε έργο χαίρεται η κενοδοξία… Όπως και αν την ρίξεις αυτή την τρίβολο άκανθα, την κενοδοξία, (την επιδίωξη δηλαδή της ανθρώπινης κούφιας δόξας), ίσταται όρθιο το κεντρί της» (5).

Λοιπόν, είμαστε χαμένοι; Όχι, εφόσον ο Κύριος ήλθε και είναι ο Σωτήρας μας. Μας έδειξε όμως λόγω και έργω τον μονόδρομο στον οποίο πρέπει να βρισκόμαστε εσαεί: την ταπείνωση. Αν το βλέμμα μας ξεφύγει έστω και επ’ ελάχιστον από αυτήν τη θεοΰφαντη στολή, μπλεχτήκαμε ήδη στα δίχτυα του Πονηρού! «Δος δόξαν τω Θεώ» λοιπόν και όχι στον εαυτό σου!

Και προσοχή στα ενάρετα έργα σου! Παραμονεύει αδιάκοπα το δηλητήριο της… κενοδοξίας, που σε κάνει «βρομερό» ενώπιον του Κυρίου!  Διότι «ακάθαρτος και βδέλυγμα παρά Κυρίω πας υψηλοκάρδιος»!

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΣΙΔΩΡΟΣ Ο ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ

Α. «Ο άγιος Ισίδωρος, που ήταν Αιγύπτιος κατά το γένος, ήταν γνωστός ως υιός ευγενών και θεοφιλών γονέων, και  ήταν συγγενής του Θεοφίλου και του Κυρίλλου, των Επισκόπων της Εκκλησίας των Αλεξανδρέων. Ο όσιος αυτός, πεπαιδευμένος πάρα πολύ και από τη θεία σοφία, αλλά και από την έξωθεν, άφησε πάμπολλα συγγράμματα, άξια λόγου και μνήμης στους φιλομαθείς. Αφού εγκατέλειψε κάθε είδος πλούτου, τη λαμπρότητα του γένους του, την ευδαιμονία του βίου, επήγε στο Πηλούσιο όρος και ακολούθησε τη μοναχική ζωή. Εκεί διάγοντας με πλήρη αφιέρωση στον Θεό, φώτιζε με τη διδασκαλία των θείων του λόγων  όλη την οικουμένη, με αποτέλεσμα να οδηγεί σε μετάνοια τους αμαρτάνοντες, να στηρίζει αυτούς που αγωνίζονταν στην πίστη, να διεγείρει προς την αρετή αυτούς που απειθούσαν, με την αυστηρότητα των θείων ελέγχων του. Κι ακόμη: να υπενθυμίζει και να νουθετεί και  βασιλείς, για το συμφέρον της οικουμένης, και γενικά να ερμηνεύει με σοφότατο τρόπο τα λόγια της Αγίας Γραφής σε όλους αυτούς που τον ρωτούσαν. Λέγεται μάλιστα ότι οι επιστολές του φτάνουν τις δέκα χιλιάδες. Αφού έζησε λοιπόν άριστα και πολιτεύτηκε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, έφυγε από τη ζωή αυτή σε βαθύ γήρας».

Β. Ο άγιος Θεοφάνης, ο υμνογράφος του οσίου Ισιδώρου, είναι επόμενο να εστιάζει την προσοχή του σε αυτό που αποτέλεσε το μεγαλύτερο χάρισμα του αγίου: τη διδασκαλία του. Σχεδόν στο σύνολο των ύμνων που έγραψε γι’ αυτόν, στο διδακτικό του οσίου αναφέρεται, με παράλληλη αναφορά στη διαχρονική επιρροή του στους πιστούς και στις προϋποθέσεις του λόγου του, προφορικού και γραπτού. Σε τροπάριο του καθίσματος του όρθρου για παράδειγμα, κατά συμπυκνωμένο τρόπο επισημαίνει: «Αναδείχτηκες βίβλος διδασκαλίας της γνώσης, που συντάχθηκε με τον φωτισμό του πανάγνου Πνεύματος από τον πλούτο της πίστης σου, και φανερώνεις τα θεία σε όλους που έχουν ανάγκη τον Θεό και Τον αναζητούν, όπως και θησαυρίζεις τη ζωή γι’ αυτούς που την θέλουν». Και σ’ ένα από τα στιχηρά του εσπερινού παρουσιάζει τον όσιο με ωραία έμπνευση: «Με την πλημμύρα της χάρης του Θεού και με τη βροχή των λόγων σου, ποτίζεις όλους του πιστούς. Διότι βάζοντας το στόμα σου στον κρατήρα της θεϊκής σοφίας σαν να πίνεις από πηγή, άντλησες από εκεί με αφθονία, και διέδωσες παντού τις ακτίνες των δογμάτων σου, στέλνοντας επιστολές και διδάσκοντας και νουθετώντας, θαυμάσιε».

Είπαμε βεβαίως ότι αναφέρεται ο άγιος υμνογράφος και στις προϋποθέσεις του οσίου ως προς το χάρισμα του λόγου που είχε. Ο όσιος Ισίδωρος δηλαδή δεν έγραφε ή δεν κήρυσσε, και μάλιστα με μεγάλη καλλιέπεια, επειδή απλώς μελέτησε – η μελέτη του ήταν πράγματι κοπιώδης και επισταμένη, τόσο των εκκλησιαστικών Πατέρων και συγγραφέων, όσο και των διαφόρων φιλοσόφων – αλλά κυρίως επειδή «έμαθε αφ’ ων έπαθε» κατά την εκκλησιαστική ορολογία. Έζησε με άλλα λόγια την πνευματική ζωή, φωτίστηκε από το Πνεύμα του Θεού, γνώρισε τον Θεό, τον κήρυξε. Όπως σημειώνει μεταξύ άλλων ο υμνογράφος: «Θανάτωσες με την εγκράτεια το αμαρτωλό φρόνημα, καθώς ντύθηκες τη ζωηφόρο νέκρωση που δίνει ο Χριστός. Κι αφού πλάτυνες  την κατάσταση της ψυχής σου, πανόσιε, την έκανες να χωράει καθαρά τα χαρίσματα του Πνεύματος, και έγινες έτσι δοχείο θεοπνεύστων διδαγμάτων και κατοικητήριο της υπέρ νουν θεϊκής σοφίας».

Αξίζει να σταθούμε περισσότερο. Διότι οι επισημάνσεις του αγίου υμνογράφου, και για τις προϋποθέσεις του διδασκαλικού του αξιώματος και για το περιεχόμενο της διδασκαλίας του, είναι πολύ σημαντικές, ιδίως ως προς τη χρήση του όρου «πλάτυνση της κατάστασης της ψυχής». Ασφαλώς δηλαδή ο άγιος εξέφραζε τη σοφία του Θεού, αλλά αφού είχε καταστήσει τον εαυτό του ικανό (μέσω της εγκρατείας που καταργούσε το σαρκικό φρόνημα) για να ζει η σοφία αυτή (ως κυριολεκτικά ένδυμά του) στην ύπαρξή του. Επαναλαμβάνει δηλαδή ο υμνογράφος την ίδια αλήθεια για την ένωση του Θεού με τον άγιο (και με κάθε συνεπώς γνήσιο χριστιανό), αλλά μέσω και ενός άλλου όρου, μίας άλλης λέξης: Ο άνθρωπος μπορεί να «πλατυνθεί» τόσο, ώστε να χωρέσει ολόκληρο τον Θεό!

Ποια η εξήγηση; Πρόκειται για το μεγαλείο της δημιουργίας του από Εκείνον – «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ ὁμοίωσιν» - ο Οποίος θέλησε κατά κάποιον τρόπο να «επαναλάβει» (όσιος Σωφρόνιος) τον εαυτό Του μέσω του τελευταίου και ανωτέρου δημιουργήματός Του. Ο άνθρωπος δημιουργείται με προοπτική να «χωρέσει» όλο τον Θεό! Χάνεται η προοπτική λόγω της αμαρτίας – η αμαρτία σμικρύνει και συρρικνώνει τον άνθρωπο μέχρις εξαντλήσεως και εξουδενώσεώς του – αλλά την επαναποκτά με τον ερχομό του ενανθρωπήσαντος Θεού. Ο Ιησούς Χριστός ανοίγει και πάλι τη χαμένη προοπτική και έτσι ο πιστός πια άνθρωπος, ενσωματωμένος στον Χριστό, «πλατύνεται» μέχρι απειρίας: ο άνθρωπος όπως είπαμε χωράει τον Θεό και κατ’ επέκταση όλους τους συνανθρώπους του! Ο κάθε άνθρωπος, εν Χριστώ μπορεί να γίνει ένας άλλος Χριστός. Γι’ αυτό και η πλάτυνσή του αυτή τον καθιστά «στόμα Χριστού» με λόγο αιώνιο! Η Παναγία Μητέρα του Κυρίου ως «πλατυτέρα τῶν Οὐρανῶν» δακτυλοδεικτεί με τον πιο σαφή τρόπο το υπερφυές αυτό όριο!   

Ο όσιος Ισίδωρος μας άφησε περί τις δέκα χιλιάδες (δύο κατά πιο ακριβή έρευνα) επιστολές. Όπως κι αν έχει το πράγμα όμως, σημασία έχει το γεγονός ότι υπήρξε «ο πολυγραφότερος επιστολογράφος της αρχαίας Εκκλησίας» (Σ. Παπαδόπουλος).  Κι αυτό σημαίνει ότι μπορεί και καθοδηγεί και νουθετεί και πλουτίζει, πέραν εκείνων της εποχής του, και τους πιστούς όλων των εποχών. Οι επιστολές του είναι πράγματι ένας θησαυρός, που πολύ συχνά μάλιστα παραπέμπουν στον ατίμητο θησαυρό των κειμένων του αγίου Χρυσοστόμου, τον οποίο αγαπούσε υπερβαλλόντως και τον οποίο, γι’ αυτόν τον λόγο,  αξιοποίησε και στα δικά του γραπτά σε μεγάλο βαθμό. «Ὡς κάλαμος τοῦ ἁγίου Πνεύματος» ο άγιος Ισίδωρος έτσι, αποτελεί μία διαρκή πρόκληση και πρόσκληση για όλους εμάς, να έλθουμε μέσω των κειμένων του σε επαφή με το ίδιο το άγιο Πνεύμα, τη ζωντανή παρουσία του Θεού.

Γ. Μερικά μικρά κεφάλαιά του (η μορφή που αγαπούσε να γράφει) δείχνουν ανάγλυφα το «πολύτιμο κληροδότημά» του.

- «Τίποτε δεν είναι σπουδαιότερο για τον Θεό από την αγάπη. Λόγω της αγάπης αυτής έγινε άνθρωπος και υπήκοος μέχρι θανάτου. Γι’ αυτό άλλωστε και τους πρώτους που κάλεσε από τους μαθητές Του ήταν δύο αδέλφια: για να δείξει ευθύς εξαρχής ο πάνσοφος Σωτήρας ότι θέλει όλοι οι μαθητές Του να συνδέονται αδελφικά μεταξύ τους».

- «Αν και κρύβεις το έλλειμμα και την αδυναμία σου, όμως αυτό που φαίνεται είναι η υπερηφάνεια σου, καθώς αγωνίζεσαι υπερβολικά και για τη γενιά σου και για τη δύναμή σου και για την αξία σου. Ή λοιπόν απόκτησε ίδιο φρόνημα μ’ αυτό που είσαι πραγματικά, ή θα γίνεις περίγελως όλων».

- «Είναι βραχύβια όχι μόνο η νεότητα, αλλά και ολόκληρη η ζωή σου. Γιατί λοιπόν αμαρτάνεις αδιάκοπα, κατασκευάζοντας για τον εαυτό σου  μέσα σε λίγες ώρες την αιώνια κόλαση; Αφού μάθεις λοιπόν καλά ότι δεν πρέπει να εμπιστεύεσαι τα πράγματα της εδώ ζωής που στρέφονται και αλλάζουν διαρκώς, σπούδαζε να γίνεσαι γνωστός για τα ενάρετα έργα σου, τα οποία και εδώ (στον κόσμο αυτόν) επαινούνται, αλλά και οι μελλοντικοί τους μισθοί δεν χάνονται».

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2025

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΘΕΟΔΟΧΟΣ

«Ο άγιος Συμεών που η ζωή του παρατάθηκε στον παρόντα βίο, λόγω του χρησμού που είχε δεχθεί από το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα πεθάνει πριν δει τον Χριστό, υποδέχτηκε στην αγκαλιά του Αυτόν, και αφού του αποκαλύφθηκαν από το Πνεύμα το Άγιο όλα όσα θα γίνουν γι’ Αυτόν και τα προφήτεψε, σύμφωνα με τον χρησμό που του δόθηκε δέχτηκε το τέλος της ζωής. Η δε προφήτις Άννα ήταν θυγατέρα του Φανουήλ, ο οποίος καταγόταν από τη φυλή Ασήρ. Έζησε με τον άνδρα της επί επτά χρόνια, κι αφού τον έχασε λόγω θανάτου του, ζούσε διαρκώς στον Ναό με νηστεία και προσευχή, περνώντας εκεί όλη τη ζωή της. Γι’ αυτό, επειδή αυτός ήταν ο τρόπος της ζωής της αδιάκοπα, αξιώθηκε και αυτή να δει τον Κύριο να προσφέρεται ως άνθρωπος στον Ναό, σαράντα ημερών, από την Παναγία Μητέρα Του και τον δίκαιο Ιωσήφ. Δοξολογούσε δε τον Θεό και τον κήρυσσε με δύναμη σε όλους όσους βρίσκονταν στον Ναό, λέγοντας: Αυτό το βρέφος είναι ο Κύριος που στερέωσε τον ουρανό και τη γη. Αυτός είναι ο Χριστός, τον Οποίον προφήτεψαν όλοι οι προφήτες. Αυτών των αγίων λοιπόν, του Συμεών και της Άννας, επιτελούμε σήμερα τη μνήμη και κηρύσσουμε τη φρικτή και άρρητη προς εμάς συγκατάβαση του Θεού». 

 Όπως συμβαίνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις: η επομένη μίας μεγάλης Δεσποτικής εορτής να είναι αφιερωμένη στα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτήν, η σημερινή εορτή, συνέχεια της Υπαπαντής του Κυρίου, είναι αφιερωμένη στο κατεξοχήν πρόσωπο που πρωταγωνίστησε, τον δίκαιο Συμεών τον θεοδόχο, κατ’ επέκταση δε και στην Άννα την προφήτιδα. Κι ενώ η ίδια η ημέρα της Υπαπαντής κινήθηκε μέσα σε ατμόσφαιρα θάμβους και μυστηρίου, διότι ο παντοδύναμος και παντοκράτωρ Κύριος προσφέρθηκε ως βρέφος στον Ναό, κρατούμενος από τις γηραλέες χείρες του Συμεών, η σημερινή, ως προέκτασή της, χωρίς να αφίσταται του μυστηρίου αυτού επικεντρώνει και στις προϋποθέσεις του πρεσβύτη Συμεών, προκειμένου αυτός να γίνει μέτοχος της δωρεάς του Θεού, της χάρης Του δηλαδή να κρατηθεί στα δικά του χέρια. Διότι η όποια δωρεά του Θεού στον άνθρωπο δεν είναι χωρίς προϋποθέσεις. Αν ο άνθρωπος δεν είναι έτοιμος να δεχτεί τον Θεό, ο Θεός δεν προσφέρεται σ’ αυτόν. Όχι γιατί δεν θέλει ο Θεός – η χαρά του Θεού είναι να είναι πάντοτε με τον άνθρωπο – αλλά γιατί δεν θα ήταν τούτο συμφέρον στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος σε κατάσταση μη συντονισμού του με τον Θεό – αυτό σημαίνει προϋποθέσεις του ανθρώπου – «καίγεται» από την θέα του Θεού. «Ου μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπον του Θεού και ζήσεται».

 Ο γέρων Συμεών λοιπόν πριν δει τον Χριστό και τον αγκαλιάσει, ήδη είχε καταστήσει τον εαυτό του άξιο για κάτι τέτοιο. Η υμνολογία της Εκκλησίας μας, ακολουθώντας ακριβώς την ευαγγελική διήγηση, που τονίζει τη δικαιοσύνη του Συμεών και την πνευματοφορία του («Πνεύμα άγιον ην επ’ αυτώ»), επανειλημμένως αναφέρεται στον αγιασμένο τρόπο ζωής του, καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής. Εντελώς δειγματοληπτικά: «Έφτασες με τις ιερές πράξεις της ζωής σου σε πνευματικό ύψος, θεηγόρε, κι έγινες σαν φωτεινός στύλος, γιατί στηριζόσουν σαφώς στο Πανάγιο Πνεύμα»∙ «Μακάριε Συμεών, σαν άγγελος λειτούργησες στον παντοκράτορα Θεό, με την καθαρότητα του νου σου»∙ «Έκανες τον εαυτό σου πανάγιο ναό του Θεού, με τις ένθεες πράξεις σου, θεηγόρε. Γι’ αυτό και είδες τον Θεό με ανθρώπινη σάρκα ως βρέφος μέσα στον άγιο Ναό». Κάθαρση του νου, πρακτική ζωή σύμφωνα με τις εντολές του Θεού: να οι προϋποθέσεις που μας δείχνει ο άγιος Συμεών, για να μπορεί κανείς να γίνει θεόπτης, να έχει εν αγκάλαις και μέσα του τον ίδιο τον Θεό.

Το πνευματικό αυτό ύψος του αγίου Συμεών, η σύμφωνη με τον Θεό ζωή του και η καθαρότητα της ψυχής του που τον κατέστησαν ναό του Θεού και θεόπτη, κάνει τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο να βγάλει το λογικό συμπέρασμα ότι με τις προϋποθέσεις αυτές μπορεί μεν ο Συμεών να είναι γέρων στην ηλικία, είναι όμως νέος στο πνεύμα - αυτό προκαλεί στο πνεύμα του ανθρώπου η παρουσία της χάρης του Θεού: να το κρατά πάντοτε σε νεανική σφριγηλότητα. Όταν δηλαδή ο άνθρωπος ζει την παρουσία του Θεού, τότε δεν μαραζώνει από το δηλητήριο της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι αυτή που γερνά τον άνθρωπο, γιατί τον πληγώνει και τον τραυματίζει, οδηγώντας τον σιγά σιγά στον πνευματικό θάνατο. Κι αυτό σημαίνει ότι, κατά την πίστη μας, η νεότητα είναι πρώτιστα θέμα «καρδιάς», θέμα του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου, κι όχι θέμα απλώς ηλικιακό. Πόσες φορές δεν βλέπουμε και σήμερα νέα παιδιά να είναι με μαραμένη και γερασμένη «καρδιά», διότι έχουν εκδοθεί στις διάφορες αμαρτίες αμετανόητα, και γέρους ανθρώπους να σφύζουν από χαρά και διάθεση, γιατί ακριβώς αγωνίζονται να μένουν εν Θεώ. Κι είναι κάτι που το επεσήμαινε  με πίκρα και στενοχώρια και ο όσιος της εποχής μας Παΐσιος ο αγιορείτης, μιλώντας ακριβώς για τέτοια νέα παιδιά: «Καινούργιες μηχανές, με παγωμένα λάδια»!  Ο υμνογράφος λοιπόν αναφερόμενος στην παραπάνω πραγματικότητα μας λέει: «Με νεανική ακμή στο πνεύμα, αλλά προχωρημένης ηλικίας στο σώμα, Συμεών». Κι αλλού: «Γέρασες πολύ, Συμεών, αλλά ήσουν νέος με την πίστη σου, θέλοντας να δεις σαν μικρό βρέφος τον παντέλειο Θεό, ο Οποίος κάνει καινούργιο τον κόσμο που γέρασε από την επίθεση του παλαιού εχθρού διαβόλου».

Μία τέτοια θέαση των πραγμάτων μας οδηγεί και στη σκέψη, μήπως θα έπρεπε η σημερινή εορτή να προταθεί, αν δεν έχει γίνει ήδη, ως εορτή της τρίτης ή και της τέταρτης, όπως πια λένε, ηλικίας. Με σκοπό να προβληθεί η αξία και η προσφορά της, πέρα από την διαπιστούμενη απλώς κάμψη των σωματικών δυνάμεων. Και το λέμε αυτό, διότι συνήθως από πολλούς η γεροντική ηλικία θεωρείται αν όχι «αρρώστια» από μόνη της – και έτσι τη χαρακτηρίζουν ορισμένοι – πάντως μία ηλικία εν πολλοίς άχρηστη, που και βλεπομένη προκαλεί βάρος. Με τη συνάντηση του γέροντα Συμεών και του Ιησού Χριστού όμως, όπως και με την παρουσία της αγίας Άννας, τα πράγματα τοποθετούνται εντελώς διαφορετικά. Τα γεροντικά χέρια γίνονται θρόνος του Θεού, το στόμα γίνεται προφητικό κήρυγμα, ο ίδιος ο Συμεών  γίνεται ο προάγγελος του Κυρίου και σ’ αυτόν τον Άδη. Το ίδιο και η γερόντισσα Άννα. Ποιος δεν θα ζήλευε τους γέροντες αυτές; Ποιος δεν θα ήθελε να είναι στη θέση τους; Κι ας σκεφτεί κανείς έπειτα πόσοι άγιοι γέροντες, άνδρες και γυναίκες, δεν ήταν το στήριγμα της Εκκλησίας και του κόσμου, όσο ζούσαν; Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τη δύναμη αγιότητας του αγίου Αντωνίου, που έφυγε από τη ζωή αυτή σε ηλικία 105 ετών; Ποιος μπορεί να καταφρονήσει την αγιότητα του οσίου Παύλου του Θηβαίου, που μέχρι τα 113 έτη του ήταν αστέρας της Εκκλησίας; Αλλά και μετέπειτα: οι (όσιοι πια) Γέροντες Πορφύριος, Σωφρόνιος, Παΐσιος, Ιάκωβος, Εφραίμ Κατουνακιώτης; Γέροντες, προχωρημένης ηλικίας, κι όμως τόσο νέοι, τόσο ακμαίοι στην ψυχή, που θα τους ζήλευε και ο πιο νέος άνθρωπος.

Κι εν προκειμένω, ο άγιος Ιωσήφ, ακριβώς προς επιβεβαίωση του νεανικού φρονήματος του δικαίου Συμεών, μας λέει κάτι που αποτελεί καταδίκη της μιζέριας άλλων γερόντων, που πάσχουν όμως και από γεροντική «καρδιά», από μαρασμό δηλαδή γιατί δεν βλέπουν συνέχεια σ’ αυτήν τη ζωή, από διαρκή ανακύκλωση των αρρωστιών και των πόνων τους, από τη βαθιά επιθυμία τους να «παγιδεύουν» τους άλλους παίζοντας το παιχνίδι του θύματος. Τι λέει ο υμνογράφος; Ο γέρων Συμεών, λέει, έδινε παρηγοριά, προσανατόλιζε τους άλλους στην υπέρβαση της θλίψης τους, τους μιλούσε για τη χαρά που έφερε ο Χριστός, έβλεπε και το δικό του τέλος ως χαρά. Ένα άνοιγμα στο μέλλον, παρήγορο και λυτρωτικό, ήταν ο λόγος του αγίου Γέροντα, κι αυτό έδειχνε το υπέρ και τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης νεάζον φρόνημά του. «Έφτασε στον κόσμο η χαρά των θλιβομένων, αληθινά φάνηκε σαν νήπιο στον Ναό Του η απολύτρωση του Ισραήλ, που με αφήνει να φύγω και να πάω προς τη μέλλουσα ζωή, φώναζε με χαρά ο Συμεών».

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΠΕΡΠΕΤΟΥΑ

«Η αγία καλλιμάρτυς Περπέτουα υπήρξε γόνος εύπορης και ευγενούς οικογένειας της Καρχηδόνας. Ενώ ήταν έγγαμη και μητέρα θηλάζοντος βρέφους σε ηλικία εικοσιδύο ετών, διακρινόταν για την αγάπη της προς τον Χριστό. Ζώντας δε σύμφωνα με το ευαγγέλιο Εκείνου προσέλκυε στην πίστη πολλούς. Την κατήγγειλαν όμως κατά το 203 στον ανθύπατο της Αφρικής Ιλαρίωνα, όταν βασίλευε στη Ρώμη ο διώκτης των χριστιανών ειδωλολάτρης Σεπτίμιος Σεβήρος, γι’ αυτό και συνελήφθη. Κλείστηκε αμέσως στη φυλακή μαζί μ’  αυτούς που κατηχούσε στην πίστη, δηλαδή την Φιλικητάτη που ήταν έγγυος, τον διδάσκαλό της Σάτυρο, καθώς και τους Σεκούνδο, Σατορνίνο και Ρευκάτο, κι εκεί όλοι ντύθηκαν τον Χριστό διά του βαπτίσματος.

Ο πατέρας της άλλοτε με ήπια γλυκόλογα και άλλοτε με απειλές, προβάλλοντας μάλιστα μπροστά της το νιογέννητο βρέφος της, προσπαθούσε να την μεταπείσει ώστε να θυσιάσει στα είδωλα. Γεμάτος οργή κάποια στιγμή από την άρνησή της προσπάθησε να βγάλει τα μάτια της, αλλά απέτυχε.

Οι νεοφώτιστοι δέσμιοι μαζί με την Περπέτουα μπροστά στο βήμα του Ιλαρίωνα ομολόγησαν πάλι με θάρρος τον Χριστό, γι’  αυτό και διατάχθηκε να ριχτούν στα άγρια θηρία και μάλιστα την ημέρα των γενεθλίων του Καίσαρα. Πριν από τη μάχη τους με τα θηρία η Περπέτουα με τους χριστιανούς δέσμιους τέλεσαν στη φυλακή δείπνο αγάπης προς έκπληξη όλων των υπολοίπων απίστων δεσμίων.

Την ημέρα του μαρτυρίου όλοι οι χριστιανοί μάρτυρες γεμάτοι χαρά ρίχτηκαν στα θηρία και γίνανε γλυκός άρτος στα δόντια τους. Η Περπέτουα με τη Φιλικητάτη τραυματίστηκαν από τα θηρία, οπότε έκοψαν τα κεφάλια τους με μαχαίρι.

Με τις άγιες πρεσβείες τους, Χριστέ ο Θεός, ελέησε και σώσε μας. Αμήν».   

Από τις πιο αγαπημένες μάρτυρες της πρώτης Εκκλησίας η αγία Περπέτουα, «πρώταθλος» κι αυτή σαν την αγία Θέκλα, αποτελεί τρανή επιβεβαίωση των λόγων του Κυρίου ότι «όποιος αγαπάει τον πατέρα του ή τη μάνα του ή τη γυναίκα του ή τα παιδιά του ή τα κτήματά του ή οτιδήποτε άλλο, ακόμη και τη δική του ζωή, πάνω από τον Ίδιο, δεν είναι άξιός Του». Κι αυτό γιατί η οποιαδήποτε εγκόσμια αγάπη αν εκφραστεί χωρίς το «πέρασμά» της από την αγάπη του Θεού δεν αποτελεί καθαρή αγάπη -  λειτουργεί σ’ αυτήν, έστω κι αν φαίνεται υπερβολική η έκφραση, το εγωιστικό στοιχείο ή αλλιώς μαζί με την αγάπη αυτή υπάρχουν αρρωστημένες εγωιστικές προσμείξεις που θολώνουν την καθαρότητά της. Λοιπόν η φαινομενική σκληρότητα του λόγου του Κυρίου περί της απόλυτης αναφοράς πρώτιστα στην αγάπη Εκείνου και έπειτα στην αγάπη των άλλων συνιστά έκφραση ευεργεσίας Του προς τον άνθρωπο: να φιλτράρει την αγάπη του από ό,τι εγωιστικό και αρρωστημένο, ώστε να προσφερθεί στον συνάνθρωπο με καθαρότητα, κατά τον τρόπο αγάπης του Ίδιου˙ με σταυρική και θυσιαστική γι’ αυτόν διάθεση.

Στην αγία Περπέτουα λοιπόν διαπιστώνουμε ακριβώς τη χαρισματική και υπέρ φύσιν αυτήν πραγματικότητα, που σημαίνει ότι η αγία σε τόσο νεαρή ηλικία, έχοντας σύζυγο που τον αγαπούσε και βρέφος που το λάτρευε και το θήλαζε, είχε κατανοήσει ότι υπεράνω όλων για να έχει νόημα η ζωή της και να μπορεί ουσιαστικά να βοηθάει και την οικογένειά της και τους λοιπούς συνανθρώπους τους ήταν η πιστότητά της στο θέλημα του Θεού, το ευαγγελικώς ζην. Αυτό δεν αποτελεί και την ουσία της αγιότητας; Η τήρηση των εντολών του Χριστού – ο μόνος τρόπος που ο άνθρωπος γεύεται των δωρεών του Θεού και γίνεται κατοικητήριο της Τριαδικής θεότητας. Όπως το επισημαίνει και το απολυτίκιο της ακολουθίας της: «Πρόκρινες την αγάπη Κυρίου του Χριστού σου από τη στοργή του βρέφους σου που το θήλαζες, βάση των μαρτύρων Περπέτουα, κι έτσι καθαγίασες την πατρίδα σου την Καρχηδόνα με τα ρείθρα των ιερών αιμάτων σου».  

Κι ένας ύμνος από τη λιτή της ακολουθίας μάς δίνει εξίσου μία γεύση της μεγάλης και μοναδικής ψυχής της.

«Βλέποντας τον πειρασμό να έρχεται μέσω του πατέρα σου που σε παρότρυνε να θυσιάσεις στα είδωλα για να απαλλαγείς από τη θανατική σου καταδίκη, έστρεψες τα μάτια σου στον ουρανό κι αφού πήρες δύναμη από τον Θεό έτρεξες προς το γενναιότατο μαρτύριο σαν ελάφι διψασμένο που τρέχει στις πηγές των υδάτων, συ που είσαι η ομορφιά της Καρχηδόνας. Γι’ αυτό και έλαβες χρυσόπλοκο βραβείο νίκης από τον Θεό και χάρη να πρεσβεύεις στον Κύριο γι’ αυτούς που σε τιμούν».

Τι λέει ο ύμνος; Η αγία βρίσκεται στεφανωμένη στους ουρανούς με δύναμη μεσιτείας για όλους τους πιστούς. Γιατί; Διότι αντιμετώπισε το μαρτύριο για χάρη της πίστεώς της στον Κύριο με γενναιότητα και με θερμότητα αγάπης  τέτοια, ώστε να το θεωρεί ανάγκη της και ευφροσύνη της, όπως το διψασμένο ελάφι τρέχει να ξεδιψάσει στις πηγές των υδάτων. Και τι ήταν εκείνο που της έδινε αυτή τη δύναμη, που ανθρωπίνως δεν μπορεί να κατανοηθεί; Η ουράνια χάρη που φανέρωνε την αγάπη και τον έρωτά της προς τον Κύριο. Χάρη Θεού είναι η πίστη στον Χριστό, μεγάλη χάρη δε η θερμή κίνηση της καρδιάς που οδηγεί τον πιστό στο μαρτύριο. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: «μας δόθηκε ως χάρη από τον Χριστό όχι μόνο να πιστεύουμε σ’ Αυτόν αλλά και να πάσχουμε για χάρη Του».

Επισημαίνει όμως και κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό ο καλός υμνογράφος: η αγία στην πορεία πιστότητάς της στο θέλημα του Κυρίου αντιμετώπισε σκληρούς πειρασμούς. Κι αυτοί ήταν και οι προτροπές του πατέρα της να τον λυπηθεί που χάνει το παιδί του, και το μητρικό φίλτρο της ίδιας, το οποίο παρόξυνε ο πατέρας της φέρνοντας ενώπιόν της το βρέφος της που ζητούσε το γάλα της, αλλά και το ένστικτο ακόμη της αυτοσυντήρησης, να γλιτώσει από τον θάνατο. Σκληροί όντως πειρασμοί που ανάγονται σε ό,τι βαθύτερο και άγιο θεωρούμενο υπόστρωμα υπάρχει στην ανθρώπινη φύση. Και πώς τους αντιμετώπισε η αγία και που γι’ αυτό γίνεται παράδειγμα και πρότυπο για όλους μας; Με την ύψωση των οφθαλμών της στον μόνον δυνάμενον σώζειν από τους πειρασμούς, τον Κύριο. Άνθρωπος που τίθεται σε πειρασμό, αν στραφεί με την καρδιά του έμπονα στον Κύριο, θα δει πολύ σύντομα, άμεσα καλύτερα, τη βοήθειά Του. Αυτό έκανε η αγία και σώθηκε, αυτό απαιτείται βεβαίως να κάνουμε και εμείς, ιδιαιτέρως στις κρίσιμες στιγμές της ζωής μας. Η αγιότητα δεν είναι μακρινή υπόθεση και για εμάς˙ μόλις αποφασίσουμε να μείνουμε σταθεροί στο θέλημα του Θεού την ώρα κυρίως των πειρασμών, ήδη την έχουμε «αγγίξει» και «κατακτήσει».