Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ



«Ο άγιος Γρηγόριος έζησε επί βασιλείας Διοκλητιανού. Ήταν Πάρθος κατά την καταγωγή, υιός του Ανάκ, συγγενής του Κουσαρώ, βασιλιά της Αρμενίας. Συνελήφθη από τον βασιλιά Τηριδάτη ως χριστιανός και υπέμεινε γι’  αυτό πολλές τιμωρίες. Όταν έμαθε μάλιστα ο Τηριδάτης ότι είναι υιός του Ανάκ του Πάρθου, που δολοφόνησε τον πατέρα του, του έδεσε τα χέρια και τα πόδια και τον έστειλε στην πόλη Αρταξά, όπου εκεί τον έριξαν σε βαθύ λάκκο, γεμάτο από θηρία και ερπετά. Στον λάκο αυτό έζησε  δεκαπέντε χρόνια, τρεφόμενος κρυφά από μία γυναίκα χήρα. Στο μεταξύ ο βασιλιάς Τηριδάτης παρεφρόνησε, έτρωγε τις σάρκες του και ζούσε μαζί με τα γουρούνια στα βουνά. Η αδελφή του Κουσαροδούκτα είδε τότε ένα όνειρο κι άκουσε φωνή που έλεγε: Αν δεν βγει από τον λάκκο ο Γρηγόριος, ο Τηριδάτης δεν πρόκειται να γίνει καλά. Πράγματι, η Κουσαροδούκτα απελευθέρωσε τον Γρηγόριο, ενώ την ίδια ώρα θεραπεύτηκε και ο βασιλιάς. Ο Γρηγόριος έγινε επίσκοπος της Αρμενίας, βάπτισε τους κατοίκους της, έφτιαξε πολλές Εκκλησίες, και τελικώς εκδήμησε προς τον Κύριο ειρηνικά».
  
Διαβάζοντας κανείς τον βίο του αγίου Γρηγορίου, φωτιστή των Αρμενίων, δύο πράγματα έρχονται στον νου του να κάνει: ή να κλείσει τα μάτια από ντροπή, μπροστά στη φοβερά μεγάλη προσωπικότητα και το τεράστιο σε βάθος και πλάτος έργο του Γρηγορίου, προσπαθώντας να το «απωθήσει» στο υποσυνείδητό του, ή να αρχίσει να κλαίει για τη δική του κατάντια. Διότι ο άγιος, ένας αυτός – και όχι χιλιάδες «χριστιανοί» όπως εμείς – αλλά «οίκον Τριάδος εαυτόν αποτελέσας» κατά τον υμνογράφο, δηλαδή κάνοντας τον εαυτό του οίκο της αγίας Τριάδος, κατόρθωσε με τη χάρη του Θεού να μεταστρέψει στη χριστιανική πίστη έναν ολόκληρο ειδωλολατρικό λαό, που καταδυναστευόταν από τον πονηρό διάβολο και τις μεθοδείες του. «Λυμαινόμενον αθέως τον εχθρόν χώραν άπασαν, την των Αρμενίων, θεία δυναστεία κατέβαλες∙ και ως πυρσός αναλάμψας κατεφώτισας τους εν σκότει κειμένους, σοφέ, ματαιότητος» (Με τη δύναμη του Θεού νίκησες τον εχθρό διάβολο, ο οποίος κατέστρεφε με την αθεΐα όλη τη χώρα των Αρμενίων. Και αφού έλαμψες σαν πυρσός, φώτισες πολύ δυνατά, σοφέ, αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι της ματαιότητας). Ο άγιος γι’  αυτό αντιπαραβάλλεται με τους αγίους αποστόλους, τους μαθητές του Κυρίου, παραλληλίζεται με τον άγιο Γρηγόριο τον Νεοκαισαρείας τον θαυματουργό, ο οποίος εξίσου με τον σημερινό Γρηγόριο, όταν πήγε στη Νεοκαισάρεια βρήκε ελάχιστους χριστιανούς και όταν έφυγε από τη ζωή αυτή άφησε ελάχιστους ειδωλολάτρες, παραπέμπει στους νεώτερους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο, φωτιστές των Σλαύων.

Η χάρη του Θεού ενήργησε σε όλες τις καλοπροαίρετες καρδιές των Αρμενίων, μέσω του εκλεκτού οργάνου της Γρηγορίου, μ’  έναν τριπλό τρόπο: με τη δύναμη του λόγου του, με τη δύναμη των θαυμάτων που επιτελούσε, με τα θαυμαστά μαρτύρια που πέρασε για την πίστη του. Ο λόγος του πράγματι, επιβεβαιούμενος  και με τα θαύματα που ο Θεός επέτρεπε να επιτελεί, ήταν γεμάτος από δύναμη Θεού και δεν ήταν ανθρώπινα επιχειρήματα, που συνήθως κτυπούν ως «κύμβαλον αλαλάζον» τα αυτιά των ανθρώπων. Με τον λόγο αυτό έπεφταν  οι ειδωλολατρικοί ναοί και φυγαδεύονταν οι κρυμμένοι σ’  αυτούς δαίμονες, ενώ στερεώνονταν οι καρδιές των ανθρώπων στον θεϊκό έρωτα, όπως σημειώνει έκθαμβος ο υμνογράφος. «Ρημάτων σου δυναστεία, ναοί κατερράγησαν και δαιμόνων κατεβλήθη ανίδρυτα ξόανα, και πιστών καρδίαι θεϊκώ ενιδρύθησαν έρωτι». Εκεί όμως που κατεξοχήν λειτούργησε ως φάρος που φώτισε τους ανθρώπους ήταν τα μαρτύρια που υπέστη. Τα μαρτύρια αυτά ήταν η δόξα του, κατά αντιστοιχία με το Πάθος και το μαρτύριο Κυρίου του Θεού του. Το σημειώνει ο θεολογικώτατος ποιητής της ακολουθίας του, για να δείξει ποιο είναι το στίγμα του χριστιανικού μαρτυρίου: «Εις περίβλεπτον σε ύψος μαρτυρίου ανήνεγκεν, υψηλός εν δόξη Κύριος Ύψιστος, ένδοξε∙ ου τα παθήματα χαίρων εξεικόνισας, ιερομάρτυς, δόξα βοών τη δυνάμει σου». Ο υψηλός στη δόξα Ύψιστος Κύριος, ένδοξε Γρηγόριε, σε ανέβασε σε περίβλεπτο ύψος μαρτυρίου. Τα παθήματα Αυτού (που ήταν η δόξα Του) εξεικόνισες με χαρά, ιερομάρτυς, φωνάζοντας δόξα στη δύναμή Σου.

Αυτού του είδους το χριστιανικό μαρτύριο, ως συμμετοχή στο μαρτύριο του Χριστού, φέρνει αποτελέσματα, τα οποία, ενώ είναι τρανταχτά, δεν φαίνονται με πρώτη ματιά. Το μαρτύριο των αγίων δηλαδή, όπως το Πάθος του Χριστού, περικλείει το μυστήριο της δύναμης του Θεού, πράγμα που σημαίνει ότι όπως σε εκείνο του Σταυρού νικήθηκε, χωρίς να φαίνεται εξωτερικά, η αμαρτία, ο θάνατος και ο διάβολος, έτσι και στων αγίων: συντρίβεται ο διάβολος και τα όργανά του. Θέλουμε να πούμε, ακολουθώντας τους ύμνους της εορτής, ότι κάθε κτύπημα ενός αγίου είναι και κτύπημα κατά της πονηρίας, κάθε πόνος και βάσανός του φέρνει και το βογγητό και την κόλαση του πονηρού. Ας δούμε πόσο ωραία μας το καταθέτει ο εκκλησιαστικός και πάλι ποιητής: «Ραπισμοίς σιαγόνων σου, μύλας συντρίβεις λεόντων, και οχετοίς αιμάτων, δαιμόνων λύθρον εκμειοίς, ειδωλικάς προρρίζους τε, καταστρέφεις στήλας, Αξιάγαστε» (Με τα ραπίσματα των σιαγόνων σου συντρίβεις τα δόντια των λιονταριών, και με τους οχετούς των αιμάτων σου εξαφανίζεις τη βρωμιά των δαιμόνων και καταστρέφεις από τη ρίζα τις στήλες των ειδώλων, αξιοθαύμαστε Γρηγόριε).

Ίσως θα πρέπει κάποτε να μάθουμε να βλέπουμε και τα δικά μας βάσανα, και τους δικούς μας πόνους σ’  αυτήν τη ζωή, με αυτό το «μάτι» της πίστεως: αν τα βάσανά μας τα υπομένουμε με πίστη, τότε και μέσα από εμάς θα λειτουργεί η δύναμη του Θεού, που συντρίβει το κακό και τον διάβολο. Και τότε θα αρχίσουμε να γινόμαστε κι εμείς, σε κάποιο βαθμό ίσως, φωτιστές και των άλλων συνανθρώπων μας, προκειμένου να βρίσκουν το αληθινό φως, τον Ιησού Χριστό.


Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΧΑΡΙΤΩΝ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ



«Ο όσιος Χαρίτων έζησε επί της βασιλείας του Αυρηλιανού και καταγόταν από το Ικόνιο της Λυκαονίας. Λόγω της πίστεώς του στον Χριστό, οδηγήθηκε στον άρχοντα Υπατικό, κι επειδή ομολόγησε με παρρησία τον Χριστό ως Θεό, τον κτύπησαν και τον κατάφλεξαν με λαμπάδες φωτιάς. Μετά την πτώση του Αυρηλιανού, ελευθερώθηκε, και πήγε σε έρημο τόπο, όπου έπεσε σε ληστές που τον αιχμαλώτισαν. Ελευθερώθηκε όμως και πάλι αλλά με τον εξής τρόπο: Στην κανάτα που είχαν οι ληστές το κρασί τους, πήγε μία έχιδνα που έχυσε το δηλητήριό της, οπότε πίνοντας οι ληστές πέθαναν όλοι. Ο όσιος, βλέποντας το σπήλαιο ταιριαστό για τόπο ασκήσεώς του, το έκανε εκκλησία, κι επειδή άρχισαν να προσέρχονται πολλοί για να ασκηθούν κοντά του, το μετέτρεψε τελικώς σε μοναστήρι. Λόγω των περισπασμών, αποσύρθηκε αλλού, αλλά και εκεί τον περίμενε η ίδια «τύχη», μέχρι ότου βρήκε την άκρη ενός βράχου, για να αφιερωθεί απερίσπαστος στην προσευχή και τον Θεό. Την έλλειψη ύδατος την ξεπέρασε με τη χάρη του Θεού. Παρακάλεσε τον Κύριο, και από το βράχο βγήκε κρυστάλλινο νερό. Εκεί στον βράχο αυτό έζησε μέχρι βαθύτατο γήρας, επιτελώντας και πλήθη θαυμάτων».

Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, καλός γνώστης της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, των Πατερικών και νηπτικών κειμένων,  «ζωγραφίζει» το πνευματικό πορτραίτο του οσίου Χαρίτωνα, χρησιμοποιώντας εικόνες από τα παραπάνω έργα. Το πρώτο στο οποίο εμμένει ο εκκλησιαστικός ποιητής είναι το χάρισμα του οσίου να καθοδηγεί άλλους προς εύρεση της Βασιλείας του Θεού, το χάρισμα δηλαδή του Γέροντα. Βασιζόμενος στο γεγονός ότι ο όσιος είχε ιδρύσει τρία μοναστήρια, παρ’  όλη την τάση του να ζήσει ως ερημίτης, τον βλέπει ως νέο Μωϋσή, ο οποίος, σαν τον παλαιό που καθοδήγησε τους Ισραηλίτες στη γη της επαγγελίας, και μάλιστα περνώντας τους θαυματουργικά, δηλαδή με τη χάρη του Θεού, από την Ερυθρά θάλασσα,   καθοδήγησε και αυτός τους μοναχούς του, ανοίγοντας με το όπλο του Σταυρού το πέλαγος της αθλητικής θαλάσσης, καταβυθίζοντας έτσι τον νοητό Φαραώ, τον διάβολο. «Θαλάσσης αθλητικής το πέλαγος διανηξάμενος, τω ζωηφόρω όπλω του Σταυρού, Φαραώ τον αλάστορα τον νοητόν, Μακάριε, θεία δυνάμει κατεπόντισας». Κι είναι μεγάλη ευλογία στη ζωή μας να έχουμε βρει και εμείς τον σωστό πνευματικό καθοδηγητή, τον σωστό Γέροντα, προκειμένου, αντιστοίχως με τους μοναχούς του οσίου Χαρίτωνα, να καθοδηγούμαστε στην εύρεση του Χριστού. Διότι βεβαίως αυτός είναι όλος ο σκοπός της πνευματικής ζωής και της πνευματικής καθοδήγησης: να συνδεθούμε με τον Χριστό, δηλαδή να ζούμε έτσι, ώστε να ενεργοποιείται το χάρισμα του αγίου βαπτίσματος και του αγίου χρίσματος.

Δεν είναι δυνατόν όμως ο Θεός να έχει χαριτώσει κάποιον με το χάρισμα της πνευματικής καθοδήγησης, χωρίς αυτός να έχει διαφύγει τη θάλασσα των παθών, χωρίς να έχει υπερβεί τον εγωισμό και τα παρακλάδια του, κι αυτό με τη χάρη του Θεού. Ο όσιος Χαρίτων ήταν αληθινός Γέροντας, κι όχι «φο μπιζού» Γέροντας, όπως πολύ ωραία σύγχρονος ιεράρχης το έχει χαρακτηρίσει, γιατί ακριβώς ενισχυόμενος από το Πνεύμα του Θεού νίκησε τον νοητό Γολιάθ, τις πονηρές δυνάμεις. Ο υμνογράφος με άλλα λόγια θέλοντας να τονίσει τους σπουδαίους ασκητικούς αγώνες του οσίου τον παραλληλίζει με τον Δαυίδ. Κι όπως εκείνος, σε νεαρή ηλικία, αλλά με τεράστιο θάρρος και με δύναμη Θεού νίκησε τον γιγάντιο Γολιάθ, έτσι και ο όσιος Χαρίτων: παρ’  όλη τη θεωρούμενη τεράστια δύναμη του διαβόλου, τον νίκησε, γιατί αφενός είχε την προαίρεση για κάτι τέτοιο, αφετέρου ενισχυόταν από τον παντοδύναμο και παντοκράτορα Κύριο. «Καθείλες δαυιτικώς του αλλοφύλου Γολιάθ, όσιε, την νοητήν δύναμιν, εν τη παντευχία του Πνεύματος».

Ένας τέτοιος άνθρωπος λοιπόν, σαν τον όσιο Χαρίτωνα, γνήσιος δούλος του Θεού, με ασκητικό φρόνημα και αληθινή αγάπη προς τον συνάνθρωπο, όντως χαριτώνεται από τον Θεό – «εστεφάνωσαν αι χάριτες σε Χαρίτων, αθλητικώ στεφάνω, της Χριστού βασιλείας», δηλαδή: σε στεφάνωσαν, Χαρίτων, οι χάρες της βασιλείας του Χριστού με αθλητικό στεφάνι - και λειτουργεί για τους καλοπροαίρετους ανθρώπους  κυριολεκτικά ως «μαγνήτης», που τους τραβάει κοντά του. Δεν είναι τα ανθρώπινα προσόντα του, οι γνώσεις του, η πιθανή ευγένειά του, οι καλοί τρόποι του. Είναι η χάρη του Θεού που ελκύει  τους ανθρώπους. Κι αυτό θα πει ότι οι άνθρωποι πλησιάζουν έναν τέτοιο άνθρωπο με τη βεβαιότητα ότι προσεγγίζουν τον Θεό. Αν δεν υπάρχει αυτή η βεβαιότητα, αν οι άνθρωποι προσεγγίζουν τον Γέροντα, για να μείνουν μόνον σ’  εκείνον, χωρίς να περνάνε δι’  αυτού στον Σωτήρα Χριστό, τότε αφενός οι άνθρωποι αυτοί πάσχουν από πλευράς ψυχικής – διότι Θεός τους γίνεται ο «Γέροντάς» τους -  αφετέρου ο Γέροντας αυτός, σε περίπτωση που δεν αρνηθεί το «φωτοστέφανο» που του βάζουν οι άνθρωποι, δεν είναι γνήσιος Γέροντας, ανήκει στους «ψευδογέροντες», που συνιστούν μία από τις μάστιγες της Εκκλησίας. Ο όσιος Χαρίτων γίνεται ο οδηγός μας. Ζούσε εν αυτώ ο Χριστός, γι’ αυτό και διάφανος γενόμενος Εκείνον αποκλειστικά φανέρωνε. «Συ, όσιε, φωτός ακηλίδωτον έσοπτρον της άνωθεν φρυκτωρίας τηλαυγώς ανεδείχθης, Χαρίτων παμμακάριστε». Χαρίτων όσιε, παμμακάριστε, αναδείχτηκες πολύ καθαρά ακηλίδωτος καθρέπτης που αντανακλά το θεϊκό φως. Τέτοιους Γεροντάδες, διάφανους προς τον Θεό και τον άνθρωπο, που και η εποχή μας γνώρισε (π.χ. τον Γέροντα Πορφύριο, τον Γέροντα Παϊσιο, τον Γέροντα Ιάκωβο, τον Γέροντα Εφραίμ, τον Γέροντα Σωφρόνιο κ.ά.), ας παρακαλούμε τον Θεό να αναδεικνύει πάντοτε. Το πιο σημαντικό όμως είναι να προσπαθούμε όλοι μας να γινόμαστε με τον τρόπο του οσίου Χαρίτωνα μικροί Γεροντάδες. Δηλαδή να ζούμε έτσι τον Θεό, ώστε ο Θεός να φανερώνεται μέσω ημών. Διαφορετικά, θα εμπαιζόμαστε όλοι από τις μηχανές του Πονηρού.

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤῼ ΑΓΙΟΙ ΜΘ´ ΜΑΡΤΥΡΕΣ



Οἱ ἅγιοι αὐτοί ζοῦσαν στήν Ρώμη ἐπί Διοκλητιανοῦ τοῦ βασιλιᾶ. ῾Ο ἅγιος Καλλίστρατος συνελήφθη ὡς χριστιανός ἀπό τόν στρατηλάτη Περσεντίνο κι ἐπειδή ὁμολόγησε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός κτυπήθηκε ἰσχυρά. ῎Επειτα τόν ἔβαλαν πάνω σέ ὄστρακο καί τόν ἔσυραν ἐπάνω του. Κατόπιν τόν ἔβαλαν σ᾽ ἕνα σακκί καί τόν ἔριξαν στήν θάλασσα. Σχίστηκε ὅμως τό σακκί καί βγῆκε ἔξω ὑγιής. Εἶδαν τό θαῦμα αὐτό σαράντα ἐννέα στρατιῶτες καί πίστεψαν καί ἐκεῖνοι στόν Χριστό. ῾Ο Περσεντίνος τότε τούς βασάνισε καί τούς ἔβαλε στήν φυλακή μαζί μέ τόν Καλλίστρατο, ὁ ὁποῖος βρῆκε τήν εὐκαιρία νά τούς διδάξει γιά τήν κρίση τοῦ Θεοῦ, γιά τήν ᾽Ανάσταση καί γιά τήν ψυχή. Στήν συνέχεια ἀφοῦ τούς ἔβγαλαν ὅλους ἀπό τήν φυλακή, ὁ Καλλίστρατος προσευχήθηκε καί ἔριξε κάτω τά εἴδωλα. Μόλις τό εἶδαν αὐτό καί ἄλλοι στρατιῶτες, ἑκατόν ὀγδόντα τέσσερις (ἤ κατά ἄλλους ἑκατόν τριάντα πέντε) τόν ἀριθμό, πίστεψαν καί αὐτοί, ὁπότε οἱ δυνάστες ἔκοψαν τά κεφάλια ὅλων᾽.

Τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Καλλίστρατος ὑπῆρξε ἁπλός στρατιώτης τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας γίνεται ἀφορμή ἀπό τόν ὑμνογράφο του ἅγιο ᾽Ιωσήφ νά τόν δεῖ σέ μία διπλή στρατιωτική διάσταση: ἀφενός ὅτι ἀπό πλευρᾶς πνευματικῆς ὁ στρατιώτης ἀναδείχτηκε στρατηγός, ἀφετέρου ὅτι καί μετά τόν θάνατό του συνέχισε τήν στρατιωτική του ἰδιότητα.
Τί ἐννοεῖ ὁ ἅγιος ὑμνογράφος; ῾Ο Καλλίστρατος μέ τήν σταθερότητά του στήν χριστιανική πίστη ἀντιπαρατάχτηκε στόν διώκτη διάβολο καί τά ὄργανά του ὡς στρατηγός, μέ ἀποτέλεσμα μάλιστα νά σαγηνεύσει καί τούς αἰχμάλωτους τοῦ διαβόλου καί νά τούς ὁδηγήσει στήν θεία ζωή. (῾Στρατηγός ὥσπερ ἄριστος, μάρτυς, τῷ διώκτῃ παραταξάμενος, ἐσαγήνευσας πρός θείαν ζωήν αἰχμαλώτους πάλαι οὕς ἐκέκτητο᾽(ὠδή δ´): Μάρτυς Καλλίστρατε, σάν ἄριστος στρατηγός ἀντιπαρατάχτηκες στόν διώκτη (διάβολο) καί σαγήνευσες πρός τήν θεία ζωή τούς αἰχμάλωτους τούς ὁποίους παλιά εἶχε δικούς του).
Κι ἀπό τήν ἄλλη μέ τό μαρτύριό του ὁ ἅγιος καί μάλιστα τῆς ἀποκοπῆς τῆς κεφαλῆς του ἐντάχτηκε στό στράτευμα τῶν καλλινίκων μαρτύρων τῶν πρό αὐτῶν. (῾Τμηθείς ὁ Καλλίστρατος αὐχένα ξίφει, στρατῷ συνήφθη καλλινίκων μαρτύρων᾽ (στίχοι τοῦ συναξαρίου): Κόψανε μέ ξίφος τόν αὐχένα τοῦ Καλλίστρατου καί μπῆκε στόν στρατό τῶν καλλινίκων μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ). Γιά νά συνεχίσει τήν σκέψη του ὁ ποιητής: ὡς στρατιώτης Χριστοῦ πιά ὁ Καλλίστρατος εἶναι στολισμένος μέ τήν κόκκινη χλαίνη τῶν μαρτύρων, τήν βαμμένη ἀπό τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου του. (῾᾽Εστολισμένος χλαῖναν ἐξ ἱερῶν βεβαμμένην, μάρτυς, ὄντως αἱμάτων σου, τῷ βασιλεῖ τῶν αἰώνων, μάκαρ, στεφηφόρος παρίστασαι᾽(ὠδή γ´): Στολισμένος, μακάριε μάρτυς, μέ τήν χλαίνη πού ᾽ναι βαμμένη πράγματι ἀπό τά ἱερά σου αἵματα, παρίστασαι στεφανωμένος μπροστά στόν βασιλιά τόν αἰώνων Χριστό). ῎Ετσι ὁ ἅγιος Καλλίστρατος καί οἱ σύν αὐτῷ μάρτυρες ἀποτελοῦν μία ἀκόμη  ἐπιβεβαίωση τοῦ γνωστοῦ τροπαρίου γιά τούς μάρτυρες, τό ὁποῖο βλέπει τήν ᾽Εκκλησία νά ἔχει κόκκινα τά ἐνδύματά της, λόγω ἀκριβῶς τοῦ αἵματος τῶν ἁγίων μαρτύρων της.

῾Ο ἅγιος ᾽Ιωσήφ κάνει μία σημαντική θεολογική παρατήρηση, καθώς βλέπει τόν ῾παμμέγιστον᾽ μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ νά ἔχει βρεῖ τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στήν μακαριότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Βρῆκε καί ἀκολούθησε, λέει, αὐτόν τόν δρόμο ὄχι ἀπό μία δική του ἔμπνευση ἤ ἀπό μία ἰδιοτροπία, ἀλλά ἀπό τόν φωτισμό πού δέχτηκε ἐκ Θεοῦ. Κι εἶναι σημαντική ἡ παρατήρησή του, διότι κανείς ἀπό μόνος του δέν γίνεται χριστιανός, πολύ περισσότερο ἀδυνατεῖ νά μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό, ἄν δέν κληθεῖ ἀπό τόν ῎Ιδιο καί δέν ἐνισχυθεῖ ἰδιαιτέρως ἀπό τήν χάρη Του. ῞Οπως τό σημειώνει ὁ Κύριος: ῾οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός με, ἐάν μή ὁ πατήρ μου ἐλκύσῃ αὐτόν᾽. Καί κατά τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου: ῾῾Ημῖν ἐδόθη οὐ μόνον τό εἰς αὐτόν πιστεύειν, ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν᾽. ῾Η χριστιανική πίστη λοιπόν καί τό μαρτύριο γιά  τόν Χριστό συνιστοῦν δωρεά τοῦ Θεοῦ (μᾶς δόθηκε), ὅταν βεβαίως ὑπάρξει ἡ προϋπόθεση: ἡ καλή διάθεση καί ἡ βούληση τοῦ ἀνθρώπου. ῾Μάρτυς ἀθλητά Καλλίστρατε, τῆς εὐσεβείας φωτί φωτισθείς τήν διάνοιαν, τήν ὁδόν ἐβάδισας ἀκλινῶς τήν εἰσάγουσαν πρός τήν ἐκεῖθεν μακαριότητα᾽(στιχηρό ἑσπερινοῦ) (Μάρτυς ἀθλητά Καλλίστρατε, ἀφοῦ φωτίστηκε στήν διάνοια ἀπό τό φῶς τῆς πίστεως καί τῆς εὐσέβειας, βάδισες χωρίς παρεκκλίσεις τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στήν μακαριότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ).

῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος δέν μπορεῖ νά ἀφήσει ἀσχολίαστο καί τό γεγονός ὅτι ὁ Καλλίστρατος ἔγινε καί ἀλείπτης, πνευματικός καθοδηγητής καί ἐνισχυτής δηλαδή,  τῶν ὑπολοίπων μαρτύρων καί μέ τήν ζωή του καί μέ τήν διδασκαλία του. Σημειώνει ὅτι πρῶτα ὁ ἴδιος πλούτισε ἀπό τόν λόγο ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, πού θά πεῖ τόν ἐνστερνίστηκε και τόν ἔκανε βίωμά του, κι ἔπειτα καθοδήγησε πρός τήν ζωή αὐτή κι ἐκείνους πού βρίσκονταν λόγω ἄγνοιας σέ κατάσταση πνευματικῆς νέκρωσης.  Κι εἶναι εὐνόητο: κανείς δέν μπορεῖ νά φωτίσει ἄλλους, ἄν ὁ ἴδιος προηγουμένως δέν ἔχει φωτιστεῖ. Κανείς δέν μπορεῖ νά μεταδώσει φωτιά πού δέν ἔχει.  ῞Οπως τό ἔχει πεῖ ξεκάθαρα καί ὁ μέγας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: ῾Φωτισθῆναι δεῖ πρῶτον εἶτα φωτίσαι᾽. Σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ ποιητῆ: ῾Μάρτυς θεόφρον Καλλίστρατε, λόγον πλουτήσας ζωῆς, πρός ζωήν καθωδήγησας τούς ἀγνοίᾳ πρότερον ἐν νεκρώσει ὑπάρχοντας᾽ (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι ἀλλοῦ: ῾Τῇ πλημμύρᾳ τῶν λόγων σου ἤρδευσας καρδίας καί καθωδήγησας πρός τό ὕδωρ τό ἀείζωον᾽(ὠδή δ´) (Μέ τήν πλημμύρα τῶν λόγων σου πότισες τίς καρδιές καί τίς καθοδήγησες πρός τό αἰώνιο ὕδωρ᾽). Κι αἰτία γιά τήν παραπάνω ἀλήθεια εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Καλλίστρατος ἀγάπησε μέ ὅλη του τήν καρδιά τόν Χριστό. ῞Οπου ὑπάρχει ἡ ὁλοκάρδια ἀγάπη πρός τόν Χριστό, ἐκεῖ καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος γεμίζει ἀπό τήν παρουσία ᾽Εκείνου, ἀλλά καί τούς ἄλλους καθοδηγεῖ στόν σωστό δρόμο. ῾῾Ολοκαρδίως, μάρτυς, ἐπιποθήσας Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν᾽ (ὠδή ε´). 

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Β´ ΛΟΥΚΑ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΔ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ)



Οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλά συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν᾽ (Β´ Κορ. 1, 23)

α. Ὁ ὑμνητής τῆς ἀγάπης ἀλλά καί τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας ἀπόστολος Παῦλος δέν θά μποροῦσε καί στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ἀπό τήν Β´ πρός Κορινθίους ἐπιστολή του νά ἐκπέσει ἀπό τό ὕψος τῶν ὕμνων του. Τήν ἀγάπη καί τήν ἐλευθερία πού ζεῖ ἐν Χριστῷ προβάλλει καί πάλι, μολονότι βλέπει ὅτι θά ἔπρεπε νά χρησιμοποιήσει ἰδιαίτερη αὐστηρότητα καί ἔλεγχο σέ παρεκτροπές ὁρισμένων Κορινθίων πιστῶν. ᾽Αρνεῖται ὅμως νά πάει πρός συνάντησή τους μέ τέτοιο σκοπό, γιατί ξέρει ὅτι θά τούς στενοχωρήσει. Καί δέν τό θέλει. Γιατί ἡ ἀγάπη του πρός ὅλους εἶναι τέτοια πού ἀκόμη καί ὁ ἔλεγχός του καί ἡ θλίψη πού προκαλεῖ αὐτός εἶναι καρπός τῆς ὀδυνωμένης καρδιᾶς του. ῾Σᾶς ἔγραψα ἀπό πολλή θλίψη καί στενοχώρια τῆς καρδιᾶς, μέ δάκρυα πολλά, ὄχι γιά νά λυπηθεῖτε, ἀλλά γιά νά γνωρίσετε τήν ἀγάπη πού ὑπερβολικά σᾶς ἔχω᾽. ῾Η ἐξήγηση πού δίνει εἶναι ἐξόχως σημαντική: ῾Δέν εἴμαστε κύριοι τῆς πίστεώς σας κι οὔτε ἔχουμε ἐξουσία σέ σᾶς σάν νά εἶστε δοῦλοι μας. Εἴμαστε ὅμως συνεργάτες τῆς χαρᾶς σας καί θέλουμε νά συντελοῦμε γιά νά αὐξάνει ἡ χαρά σας᾽. ῾Οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλά συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν᾽.

β. 1. ῾Ο ἀπόστολος ἔχει πλήρη ἐπίγνωση τοῦ ἀποστολικοῦ του ἀξιώματος καί τῆς πνευματικῆς ἐξουσίας πού τοῦ ἔχει δώσει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. ῾Η κλήση γιά τήν οἰκουμενική του ἀποστολή ἀπό ᾽Εκεῖνον  ἐπαναλαμβάνεται σχεδόν σέ κάθε ἐπιστολή του, σέ βαθμό τέτοιο ὥστε νά φτάνει στήν θεωρούμενη ὑπερβολή ὅτι καί ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ νά διδάσκει ἀντίθετα πρός τήν δική του διδασκαλία ῾νά εἶναι ἀνάθεμα᾽. ᾽Ακριβῶς γι᾽ αὐτό λοιπόν θεωρεῖ ὅτι ἡ ἐξουσία του αὐτή συνιστᾶ χάρη τοῦ Θεοῦ πρός σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι πρός ὑποταγή τους. ῞Ο,τι δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶπε στούς μαθητές Του, ὅτι δέν πρέπει νά κινοῦνται σάν τούς ἐπιγείους ἄρχοντες πού καταδυναστεύουν τόν κόσμο - ῾οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατεξουσιάζουσιν καί κατακυριεύουσιν αὐτῶν. Οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ᾽ ὅστις θέλει πρῶτος εἶναι ἔστω πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος᾽ - τό ἴδιο κήρυττε καί κυρίως ἔπραττε ὁ μεγάλος ἀπόστολος. Τήν θέση του μέ ἄλλα λόγια τήν ἔβλεπε ὡς θέση διακονική καί ὑπηρετική τῶν ἀνθρώπων, κατά τό πρότυπο τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς πίστεως ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ ῾Οποῖος ῾οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι ἀλλά διακονῆσαι᾽, καί ἀπεκάλυψε: ῾ἐγώ εἰμι ἐν μέσῳ ὑμῶν ὡς ὁ διακονῶν᾽. Πού θά πεῖ: οἱ ἀπόστολοι, πολύ περισσότεροι καί οι ἄλλοι πιστοί, κληρικοί καί λαϊκοί, στέκονται πάντοτε σέ πλάγια θέση ἐν σχέσει πρός τούς ἄλλους, προκειμένου νά τούς προσανατολίζουν καί νά τούς ὠθοῦν στόν μόνο Σωτήρα Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό.

2. Πῶς λοιπόν θά μποροῦσε νά σταθεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος  ἀπέναντι στούς Κορινθίους, ἀκόμη καί τούς παρεκτραπέντες, παρά ὡς διάκονος τῆς σωτηρίας τους συνεπῶς καί τῆς χαρᾶς πού φέρνει αὐτή; ῞Οπως τό διατυπώνει: ῾οὐχ ὅτι κυριεύομεν ὑμῶν τῆς πίστεως, ἀλλά συνεργοί ἐσμεν τῆς χαρᾶς ὑμῶν᾽. ῎Ετσι ὁ ἀπόστολος φαίνεται νά κινεῖται διακριτικά πάνω σ᾽ αὐτό τό δίπολο: τήν εὐθύνη ἀφενός γιά τίς ψυχές στίς ὁποῖες κήρυξε λόγω τῆς ἀνατεθειμένης σ᾽ αὐτόν ἀποστολῆς, πού σημαίνει ὅτι πρέπει νά ἐπέμβει πρός διόρθωση τῶν ἁμαρτανόντων ἔστω καί μέ αὐστηρότητα,  τήν ὑπηρετική στάση του ἀφετέρου ἀπέναντί τους γιατί ἀκριβῶς κλήθηκε νά ὑπηρετεῖ ἀνθρώπους ῾δι᾽ οὕς Χριστός ἀπέθανε᾽. Οὐδ᾽ ἐπί στιγμήν φαίνεται ὅτι ὁ ἀπόστολος ἀφίσταται ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός εἶναι ῾ὁ ἀρχηγός καί τελειωτής τῆς πίστεως ἡμῶν᾽ καί ὅτι ἡ ἀγάπη σέ ὅ,τι καί ἄν κάνουμε εἶναι τό ἀπόλυτο κριτήριό μας: ῾πάντα ὑμῶν ἐν ἀγάπῃ γινέσθω᾽. Γι᾽ αὐτό καί ἀδιάκοπα βασανίζεται ἀπό τήν ἔγνοια μήπως αὐτοί πού ἐλέγχθησαν ἤ ἐλέγχονται λόγω τῶν παρεκτροπῶν τους καταποθοῦν τελικῶς ἀπό τήν ἀπελπισία πού μπορεῖ νά ἐνσπείρει στίς ψυχές τους ὁ διάβολος. ῾Οὐ γάρ αὐτοῦ τά νοήματα ἀγνοοῦμεν᾽. Ἡ μετάνοια καί ἡ σωτηρία τους ὡς σχέση μέ τόν Χριστό εἶναι τό ζητούμενο καί ὄχι ὁ ἔλεγχός τους.

3. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ὁ ἀπόστολος γίνεται ὅριο τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου πού φανερώνει τήν ἀληθινή σχέση μέ τόν Χριστό. Δηλαδή φανερώνει καί τό γεγονός τῆς ἐνοίκησης τοῦ Χριστοῦ στά ὅρια τῆς ψυχοσωματικῆς του ὑπάρξεως, μέ ἀποτέλεσμα νά ζεῖ τήν ἀγάπη ᾽Εκείνου καί νά γίνεται καί αὐτός κρίση τοῦ κόσμου μέ τήν ἔννοια τῆς κατάδειξης τῆς ἁμαρτίας αὐτοῦ, καί τό γεγονός ὅτι ῾ἐσμέν ἀλλήλων μέλη᾽, ὁπότε κανείς δέν ὑπέρκειται τοῦ ἄλλου ὥστε νά τόν ὑποτάσσει. Οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἀναδείχτηκαν πράγματι ἀπόστολοι καί ἅγιοι, διότι ἀκριβῶς ἀκολούθησαν μέ συνέπεια τό παράδειγμα τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ μαρτυρώντας καί πεθαίνοντας γι᾽ Αὐτόν ὡς διάκονοι τοῦ κόσμου. ῎Αν φανέρωναν μία στάση ἐξουσιαστική ἀπέναντι στόν ἄνθρωπο δέν θά διέφεραν ἀπό τούς κοσμικούς, ὅπως εἴπαμε, ἄρχοντες. Σύμφωνα μέ τό σκεπτικό ἑνός ἀπό τούς ἐκκλησιαστικούς ἑρμηνευτές τῆς ᾽Εκκλησίας ῾θά μποροῦσαν νά ποῦν ὁρισμένοι: Τί λοιπόν; Γι᾽ αὐτόν τόν λόγο πιστεύσαμε, ὥστε νά γίνουμε δοῦλοι καί νά παιδευόμαστε ἀπό σένα μέ τρόπο δεσποτικό; Γι᾽ αὐτό κατ᾽ ἀνάγκην πρόσθεσε ὁ ἀπόστολος ὅτι αὐτά σᾶς τά λέω ὄχι ὡς κύριος καί δεσπότης᾽.

4. Ἡ ἐν ταπεινώσει, ἀγάπῃ καί ἐλευθερίᾳ στάση τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀπέναντι στούς πιστούς τῆς Κορίνθου πού ἦταν πνευματικά του παιδιά ἀποτελεῖ κρίση τῶν χριστιανῶν κάθε ἐποχῆς, ἰδιαιτέρως τῆς ἐποχῆς μας. Εἴτε κληρικοί εἴτε λαϊκοί ὡς μέλη τῆς ᾽Εκκλησίας καλούμαστε νά μετρήσουμε τόν ἑαυτό μας μέ τό μέτρο τοῦ ἀποστόλου καί τῶν λοιπῶν ἀποστόλων καί ἁγίων. Διότι ὄχι λίγες φορές, ἰδιαιτέρως οἱ κληρικοί, νιώθουμε ὅτι λόγω τοῦ (ἀρχι)ἱερατικοῦ λειτουργήματός μας ὑπερκείμεθα τῶν ἄλλων πιστῶν κι ὅτι συνιστοῦμε τούς κυρίαρχους τῆς πίστεώς τους. Κι αὐτό σημαίνει τήν τραγικότητα τῆς ἐκπτώσεώς μας σέ θρησκευτικές κατανοήσεις τῆς ἑτεροδοξίας ἤ τῆς ἀλλοδοξίας. Μόνον δηλαδή στίς διάφορες θρησκεῖες ἤ σέ ἀποκλίσεις ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη βλέπουμε τόν θρησκευτικό λειτουργό νά ὑπέρκειται τοῦ λαοῦ καί νά εἶναι ἡ δίοδος γιά τήν σχέση τοῦ πιστοῦ μέ τήν ῾θεότητα᾽. ᾽Αλλ᾽ ὁ ἀπόστολος ἔρχεται σήμερα καί μᾶς ὑπενθυμίζει: ὁ μόνος κύριος τῆς πίστεως εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν ᾽Ιησοῦς Χριστός. Αὐτός συνιστᾶ τήν ἀδιάκοπη ἀναφορά μας, γιατί εἶναι ὁ Θεός καί Σωτήρας μας πού σαρκώθηκε καί σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε γιά μᾶς. Κάθε ἄλλος πού προσπαθεῖ νά τόν ὑποκαταστήσει βλασφημεῖ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί ὑπόκειται στήν κρίση Του. Καί ἔπειτα: ὁ κάθε χριστιανός ἀποτελεῖ ἐξίσου μέλος Χριστοῦ ὅπως καί ἐμεῖς. ᾽Ενώπιον τοῦ Κυρίου ὅλοι εἴμαστε μαθητές καί ποιμαινόμενοι. Συνεπῶς ὁ καθένας πρέπει νά ἀναγνωρίζει στόν ἄλλον τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του (῾ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν᾽) καί νά ἀγωνίζεται νά γίνεται συνεργός τῆς χαρᾶς του. Γιατί ἡ χαρά τοῦ ἄλλου ἔτσι γίνεται χαρά καί δική του.

γ. Λέγεται ὅτι ὁ ἄγιος Γρηγόριος Διάλογος πάπας Ρώμης ἔσπευδε νά προσκυνήσει πρῶτος ὅποιον ἔβλεπε ὅτι πήγαινε νά βάλει μετάνοια σ᾽ αὐτόν.  ῎Επεφτε στό ἔδαφος καί δέν σηκωνόταν - ὁ πάπας καί ἐπίσκοπος τῆς πρώτης πρωτεύουσας τῆς αὐτοκρατορίας - ἄν δέν σηκωνόταν πρῶτα ὁ ἄλλος, ἔστω κι ἄν ἦταν ὁ πιό ἁπλοϊκός ἄνθρωπος τοῦ κόσμου. Κι αὐτό γιατί ἀκολουθοῦσε τόν λόγο τῆς Γραφῆς: ῾εἶδες τόν ἀδελφόν σου εἶδες Κύριον τόν Θεόν σου᾽. Πρόκειται γιά στάση πού παραπέμπει στά λόγια καί τήν πράξη τῶν ἀποστόλων, ἰδίως δέ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅπως μᾶς ἀφήνει νά καταλάβουμε τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Νά βλέπουμε τόν Χριστό ὡς μόνο Κύριο, νά βλέπουμε τόν συνάνθρωπο ὡς ἀδελφό καί μέλος τοῦ ἴδιου σώματος τοῦ Χριστοῦ: νά ἡ προοπτική πού φανερώνει τήν ταπείνωση καί τήν ἀγάπη. ᾽Αλλά ὅπου ἡ ταπείνωση καί ἡ ἀγάπη, ἐκεῖ καί ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ.