Σάββατο 30 Απριλίου 2022

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΘΩΜΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ἰωάν. 20, 19-31)

Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ” αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ” ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ” αὐτῶν. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας·μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καί ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ. 

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Τήν ἴδια ἐκείνη μέρα, δηλαδή τήν πρώτη μέρα μετά τό Σάββατο, ὅταν βράδιασε κι ἐνῶ οἱ μαθητές ἦταν συγκεντρωμένοι κάπου μέ κλειστές τίς πόρτες, ἐπειδή φοβοῦνταν τίς ἰουδαϊκές ἀρχές, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς, στάθηκε στή μέση καί τούς λέει: «Εἰρήνη σ’ ἐσᾶς». Κι ὅταν τό εἶπε αὐτό, τούς ἔδειξε τά χέρια καί τήν πλευρά του. Οἱ μαθητές χάρηκαν πού εἶδαν τόν Κύριο. Ὁ Ἰησοῦς τούς εἶπε πάλι: «Εἰρήνη σ’ ἐσᾶς! Ὅπως ὁ Πατέρας ἔστειλε ἐμένα, ἔτσι στέλνω κι ἐγώ ἐσᾶς». Ἔπειτα ἀπό τά λόγια αὐτά, φύσηξε στά πρόσωπά τους καί τούς λέει: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο. Σέ ὅποιους συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες, θά τούς εἶναι συγχωρημένες· σέ ὅποιους τίς κρατήσετε ἀσυγχώρητες, θά κρατηθοῦν ἔτσι». Ὁ Θωμᾶς ὅμως, ἕνας ἀπό τούς δώδεκα μαθητές, πού λεγόταν Δίδυμος, δέν ἦταν μαζί τους ὅταν ἦρθε ὁ Ἰησοῦς. Τοῦ ἔλεγαν λοιπόν οἱ ἄλλοι μαθητές: «Εἴδαμε τόν Κύριο μέ τά μάτια μας». Αὐτός ὅμως τούς εἶπε: «Ἐγώ ἄν δέν δῶ στά χέρια τοῦ τά σημάδια ἀπό τά καρφιά, κι ἄν δέ βάλω τό δάχτυλό μου στά σημάδια ἀπό τά καρφιά, καί δέ βάλω τό χέρι μου στή λογχισμένη πλευρά του, δέ θά πιστέψω». Ὀχτώ μέρες ἀργότερα οἱ μαθητές ἦταν πάλι μέσα στό σπίτι, μαζί τους κι ὁ Θωμᾶς. Ἔρχεται λοιπόν ὁ Ἰησοῦς, ἐνῶ οἱ πόρτες ἦταν κλειστές, στάθηκε στή μέση καί εἶπε: «Εἰρήνη σ’ ἐσᾶς». Ἔπειτα λέει στό Θωμᾶ: «Φέρε ἐσύ τό δάχτυλό σου ἐδῶ καί δές τά χέρια μου, φέρε καί τό χέρι σου καί βάλ’ το στήν πλευρά μου. Μήν ἀμφιβάλλεις καί πίστεψε». Ὁ Θωμᾶς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: «Εἶσαι ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Τοῦ λέει τότε ὁ Ἰησοῦς: «Πείστηκες ἐπειδή μέ εἶδες μέ τά μάτια σου· μακάριοι ἐκεῖνοι πού πιστεύουν χωρίς νά μ’ ἔχουν δεῖ!» Ὁ Ἰησοῦς ἔκανε βέβαια καί πολλά ἄλλα θαύματα μπροστά στούς μαθητές του, πού δέν εἶναι γραμμένα σ’ αὐτό ἐδῶ τό βιβλίο. Αὐτά ὅμως γράφτηκαν γιά νά πιστέψετε πώς ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, καί πιστεύοντας νά ἔχετε δι’ αὐτοῦ τή ζωή.

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Πρ. Ἀπ. 5, 12-20)

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλὰ· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ Στοᾷ Σολομῶντος. Τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ’  ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός· μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν· ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν. Συνήρχετο δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων Ἰερουσαλήμ, φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες. Ἀναστὰς δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ πάντες οἱ σὺν αὐτῷ, ἡ οὖσα αἵρεσις τῶν Σαδδουκαίων, ἐπλήσθησαν ζήλου καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας ἐπὶ τοὺς ἀποστόλους καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν τηρήσει δημοσίᾳ. Ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς φυλακῆς ἐξαγαγών τε αὐτοὺς εἶπε· Πορεύεσθε καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ῥήματα τῆς ζωῆς ταύτης.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Τίς ἡμέρες ἐκεῖνες, μέ τά χέρια τῶν ἀποστόλων γίνονταν πολλά ἐκπληκτικά θαύματα στό λαό. Οἱ πιστοί συνήθιζαν νά συγκεντρώνονται ὅλοι μαζί στή Στοά τοῦ Σολομώντα. Ἀπό τούς ἄλλους πού ἦταν στό ναό κανείς δέν τολμοῦσε νά προσκολληθεῖ σ’ αὐτούς, ὅμως ὁ λαός τούς εἶχε σέ μεγάλη ὑπόληψη. Ὅλο καί περισσότερα πλήθη ἀπό ἄντρες καί γυναῖκες πίστευαν στόν Κύριο καί γίνονταν μέλη τῆς ἐκκλησίας. Ἀκόμη καί στίς πλατεῖες ἔφερναν τούς ἀσθενεῖς καί τούς ξάπλωναν σέ κρεβάτια καί σέ φορεῖα, γιά νά πέσει πάνω σε κάποιον ἀπ’ αὐτούς ἔστω καί ἡ σκιά τοῦ Πέτρου ὅταν αὐτός ἐρχόταν. Κι ἀπό τίς πόλεις πού ἦταν γύρω στήν Ἱερουσαλήμ συνέρρεε τό πλῆθος, φέρνοντας ἀρρώστους κι ἄλλους πού τούς βασάνιζαν πνεύματα πονηρά· κι ὅλοι αὐτοί γιατρεύονταν.Τότε ὁ ἀρχιερέας καί ὅλοι ὅσοι ἦταν μαζί του, δηλαδή αὐτοί πού ἀνῆκαν στό κόμμα τῶν Σαδδουκαίων, γεμάτοι φθόνο ἐπίασαν τούς ἀποστόλους καί τούς ἔβαλαν στή φυλακή. Ἀλλά, τή νύχτα, ἕνας ἄγγελος Κυρίου ἄνοιξε τίς πόρτες τῆς φυλακῆς, τούς ἔβγαλε ἔξω καί τούς εἶπε. «Πηγαίνετε στό ναό καί κηρύξτε στό λαό τό μήνυμα γι’ αὐτή τήν καινούρια ζωή».

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

ΠΩΣ ΓΕΜΙΖΕΙ Η ΨΥΧΗ;

«Μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν, αλλά αν εσύ αγαπάς τον Χριστό και τους ανθρώπους. Μόνο έτσι γεμίζει η ψυχή» (Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης).

Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην επιζητεί το γέμισμα της ψυχής του, την ανάπαυση δηλαδή της καρδιάς του: να νιώθει ότι βρήκε τον «τόπο» του, εκεί που όλα αποκτούν νόημα και ο ίδιος πλημμυρίζει από χαρά. Κι αυτό σημαίνει ότι δυστυχώς ο εαυτός μας από μόνος του δεν έχει τη δυνατότητα αυτή – το γέμισμα της ύπαρξής μας δεν επέρχεται κατά αυτοματικό τρόπο, δεν είμαστε οι ίδιοι η πηγή που μπορεί να ξεδιψάσει το είναι μας. Και δικαίως: η πηγή της ζωής μας βρίσκεται στον Δημιουργό μας, Εκείνος μας έπλασε, Εκείνος ως «ο Ων», η πηγή δηλαδή της ζωής, μας έδωσε και μας δίνει τη δυνατότητα να ζούμε, να κινούμαστε, να υπάρχουμε. «Αυτός δίνει σε όλους ζωή και πνοή και τα πάντα» (απ. Παύλος). Οπότε, η ψυχή μας γεμίζει μόνον σε αναφορά με τον Κύριο και Θεό μας, τον ενανθρωπήσαντα Θεό μας Ιησού Χριστό, συνεπώς και με όλη την αγία Τριάδα. Η σχέση με τον Χριστό, που θα πει ένταξη μέσα στο ζωντανό σώμα Του την Εκκλησία, φέρνει τον άνθρωπο στην ομαλή φυσιολογική κατάστασή του, να ρέει μέσα του το ύδωρ της ζωής, το οποίο τον κάνει να ζει σε μία αιώνια διάσταση – για ό,τι έχει πλαστεί ο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού άνθρωπος. «Όποιος πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω, θα γίνει αυτό μέσα του πηγή ύδατος που αναβλύζει την αιώνια ζωή» (ο Κύριος).

Έτσι ο λόγος του αγίου Πορφυρίου: «μόνον έτσι γεμίζει η ψυχή», δεν είναι δογματικός με την έννοια του τυφλά φανατικού που εκφράζει μία παθιασμένη ιδεολογία, αλλά αποτελεί στέρεη διατύπωση του ανθρώπου που βιώνει την εν Χριστώ πίστη και καταθέτει από την εμπειρία του τη μαρτυρία αυτή. Κινείται ο άγιος στο ίδιο μήκος κύματος με τους αγίους Αποστόλους, οι οποίοι πρώτοι μετά από τη συγκλονιστική εμπειρία ζωής τους με τον Θεάνθρωπο Κύριο ομολογούσαν: «ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία». Η θεολογία τους ήταν ακριβώς η διήγηση της συναναστραφής τους με τον Ιησού, για τον Οποίο ήταν έτοιμοι να δώσουν και τη ζωή τους. Όπως και έγινε.

Ο άγιος όμως είναι συγκεκριμένος. Τονίζει τη μέθοδο που πρέπει να ακολουθήσει ο άνθρωπος για να φτάσει στο σημείο πλήρωσης της καρδιάς του από νόημα και ζωή και χαρά. Βεβαίως δηλαδή ο Χριστός είναι το σημείο αναφοράς, αλλά το πρόβλημα είναι πώς ζει κανείς στα όρια της ύπαρξής του τον Χριστό. Κι αυτό που σημειώνει ο μεγάλος σύγχρονος άγιος είναι η αγάπη. Μόνον ζώντας κανείς την αγάπη που έφερε ο Χριστός σχετίζεται με Αυτόν. Γιατί ο Χριστός είναι η Αγάπη και έξω από Αυτήν δεν συναντάς τίποτε άλλο πέρα από τα πάθη σου και τα δαιμόνια που είναι κρυμμένα πίσω από αυτά. Κι είναι τούτο μία αλήθεια που την επιβεβαιώνουμε όλοι μας καθημερινά: επιζητούμε το γέμισμα της καρδιάς μας, αλλά ακολουθώντας λανθασμένους δρόμους. Τους δρόμους της ικανοποίησης των παθών μας, της φιληδονίας μας, της φιλαργυρίας μας, της φιλοδοξίας μας. Κυνηγάμε τις απολαύσεις, γιατί νομίζουμε ότι με αυτές θα θεραπεύσουμε την πονεμένη και άδεια καρδιά μας, και το αποτέλεσμα είναι εντελώς επώδυνο: προσθέτουμε τραύμα πάνω στα τραύματά της. Και το ίδιο συμβαίνει και με κάθε άλλο πάθος. Ας δούμε εκείνους που «διαπρέπουν» στον κόσμο και έχουν τη δυνατότητα εκπληρώσεως κάθε επιθυμίας τους. Μαύρη και άραχλη η ζωή τους! Όσο γεμίζουν με εξωτερικά αγαθά, τόσο αδειάζουν εσωτερικά!

Και ο μέγας Πορφύριος συμπληρώνει: η αγάπη γεμίζει την καρδιά και την ψυχή μας, αλλά και ησυχάζει και το σώμα μας. Ποια αγάπη όμως; Όχι εκείνη που τη ζητάμε και την απαιτούμε από τους άλλους! Γιατί αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη επιβεβαίωση του εγωισμού μας – εγώ να δεχτώ την προσφορά των άλλων! Γι’ αυτό και το παρόμοιο ενδιαφέρον μας γέμει δολιότητος και προσθέτει, όπως είπαμε, μαυρίλα στη μαυρίλα μας! Η αληθινή αγάπη όμως, κατά τον άγιο, δεν έχει παθητικό χαρακτήρα. Συνιστά την πιο ενεργητική κίνηση που μπορεί να αναπτυχθεί στον άνθρωπο. Γιατί ανοίγει την καρδιά στην αγάπη προς τον Χριστό και την εικόνα Του τον άνθρωπο, τον κάθε άνθρωπο, ό,τι κι αν είναι αυτός: γνωστός ή άγνωστος, φίλος ή εχθρός! Κι είναι η αγάπη που έζησε και δίδαξε ο Κύριος, δείχνοντάς μας το όριό της: τον ίδιο τον Σταυρό! «Αγαπάτε αλλήλους – είπε – καθώς ηγάπησα υμάς. Μείζονα ταύτης αγάπης ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού».

 Συνεπώς γεμίζει η ψυχή όταν ο πιστός με τη χάρη του Χριστού αποφασίσει να θυσιάσει τη ζωή του. Αυτό είναι το μυστήριο του Θεού: πας να σώσεις τη ζωή σου, με την έννοια να την περιχαρακώσεις στα δικά σου όρια; Θα καταστραφείς! Ετοιμάζεσαι να τη θυσιάσεις για χάρη του Χριστού και του αδελφού σου; Τότε πράγματι θα τη βρεις να προβάλλει μεγαλειώδης ενώπιόν σου! Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κύριος, προβάλλοντάς μας το παράδειγμα του καλού Σαμαρείτη ως τύπου του αληθινού ανθρώπου που διέπεται από αγάπη, καταλήγει: «γεγονέναι πλησίον». Να γίνεσαι εσύ πλησίον του άλλου και όχι να περιμένεις τον άλλον να έρθει αρωγός σε σένα. Το πρώτο είναι δείγμα υγείας. Το άλλο δείγμα αρρώστιας και ημιθανούς καταστάσεως. Ο λόγος του Κυρίου έρχεται και με άλλον τρόπο να αποκαλύψει την αλήθεια αυτή: «Σηκώστε πάνω σας τον ζυγό μου, τηρήστε δηλαδή τις εντολές μου που θα πει την αγάπη προς τον άλλον, και μάθετε από εμένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά. Και τότε θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας».

Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

ΜΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΒΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ!

 


             Πέθανε για εμάς! Εκείνος που προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, δηλαδή όλους μας. Οπότε, πεθαίνοντας πεθάναμε κι εμείς μαζί Του. Αλλά ο θάνατός Του ήταν η κατάργηση του θανάτου, ο θάνατος του θανάτου! "Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν". Και καθώς αναστήθηκε, αναστηθήκαμε κι εμείς. Η ανάσταση και η ζωή έγινε πια η "μοίρα" μας. Θάνατος στην ουσία δεν υπάρχει - η βιολογική διάστασή του παρέμεινε για να λειτουργεί για το καλό μας: να μη διαιωνίζει την όποια κακία μας. Φόβος λοιπόν θανάτου για τον χριστιανό δεν υπάρχει. Γνωρίζει ότι και να πεθάνει στην αγκαλιά του Χριστού "πέφτει". "Είτε ζούμε είτε πεθαίνουμε, σ' Εκείνον ανήκουμε" (απ. Παύλος). Τη συμμετοχή στον θάνατό Του τη ζήσαμε με το άγιο βάπτισμά μας. Την ανάστασή μας τη ζούμε πνευματικά μέσα στη δική Του Ανάσταση. Ο βιολογικός θάνατος έγινε απλώς μία θύρα και μία είσοδος. Το λοιπόν: "προσδοκώ ανάστασιν νεκρών"! 

ΕΝΑ ΤΕΛΕΙΟ ΠΡΑΓΜΑ!

«Πάνω απ’ την καλύβα μας, πολύ ψηλά, ζούσε ένας Ρώσος, ο Γερο-Δημάς, σε μία πρωτόγονη καλύβα, μόνος του. Ήταν πολύ ευλαβής. Ο Γερο-Δημάς έμεινε σχεδόν άγνωστος σ’ όλη του τη ζωή. Κανείς δεν αναφέρει το όνομά του ή για το χάρισμά του... Τ’ άφησε όλα, για να έλθει σε μία άκρη του κόσμου, στα Καυσοκαλύβια, κι έζησε όλη του τη ζωή εκεί. Και πέθανε άγνωστος. Δεν ήταν κανείς εγωιστής. Όχι, όχι, αγωνιστής ήταν... Ήταν μυστικός αγωνιστής. Ναι, ναι, είναι ένα τέλειο πράγμα αυτό. Ένα τέλειο, ένα ανιδιοτελές. Ανιδιοτέλεια, λατρεία, αγιοσύνη, ενώπιος ενωπίω, χωρίς ανθρωπαρέσκεια. Ο δούλος τω Δεσπότη. Τίποτ’ άλλο απολύτως... Είδα έναν άγιο ζωντανό. Ναι, έναν άγνωστο άγιο. Ο καημένος, περιφρονημένος» (Αγίου Πορφυρίου καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, Ι. Μ. Χρυσοπηγής Χανίων).

Έκθαμβος ο μέγας σύγχρονος άγιος Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης μπροστά στον αφανή άγιο Γερο-Δημά. Έναν Ρώσο Γέροντα που αποφάσισε να έλθει στο Άγιον Όρος και εκεί να ζήσει την ασκητική ζωή, μόνος μόνω Θεώ. Κανείς δεν τον ήξερε από τους ανθρώπους – κι ο άγιος Πορφύριος τον γνώρισε «κατά λάθος» όταν ήταν νεαρός, μόλις δεκαεπτά ετών. Ο Θεός όμως θέλησε να τον καταστήσει γνωστό μέσω του δούλου Του Πορφυρίου, γιατί εκείνου, του Δημά, τα χαρίσματα έλαβε επειδή ήταν έτοιμη και αγαθή γη. Θυμίζει την ανάλογη περίπτωση του αγίου Παύλου του Θηβαίου, τον οποίο «ανακάλυψε» ο μέγας άγιος Αντώνιος. Χωρίς τον Αντώνιο θα ήταν ο όσιος Παύλος ένας μεγάλος αλλά εντελώς άγνωστος. Όμως τελικώς αυτό δεν έχει σημασία. Γιατί οι μεγάλοι κατά την πίστη μας είναι οι θεωρούμενοι πιο μικροί. Όσο μικρότερος φαίνεσαι σ’ αυτόν τον κόσμο, όσο αφανέστερος και άγνωστος, τόσο μεγαλύτερος και φανερός είσαι ενώπιον του Θεού. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η αφάνεια αυτή που περικλείει τον πλούτο των χαρισμάτων του Θεού αποκαλύπτει τη σπουδαιότερη και μεγαλύτερη όλων των αρετών, την ταπείνωση. Στην ταπείνωση και στην κρυμμένη ζωή είσαι ατόφιος ο εαυτός σου – δεν «ζαλίζεσαι» από τα μπράβο και τα εύγε των ανθρώπων, τα οποία λειτουργούν πάντοτε αποπροσανατολιστικά για τον άνθρωπο. Για τον άγιο Πορφύριο η αφάνεια και ταπείνωση αυτή συνιστά την τελειότητα. «Ναι, ναι, είναι ένα τέλειο πράγμα αυτό. Ένα τέλειο, ένα ανιδιοτελές. Ανιδιοτέλεια, λατρεία, αγιοσύνη, ενώπιος ενωπίω, χωρίς ανθρωπαρέσκεια. Ο δούλος τω Δεσπότη. Τίποτ’ άλλο απολύτως». Κι είναι ο ίδιος ο Θεός ο Οποίος θέλει κατά καιρούς, προκειμένου να βοηθήσει τους υπόλοιπους εμάς, να αποκαλύπτει τέτοιους αγίους Του – γίνονται οι μεσίτες και οι πρεσβευτές μας για τη σωτηρία μας. Οι άνθρωποι αυτοί που με την προσευχή τους «ενοχλούν» τον Θεό για χάρη μας και μάλιστα αδιάκοπα, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες της ανθρωπότητας. Χάριν αυτών στέκεται ακόμη ο κόσμος, με την έννοια ότι Κύριος ο Θεός παρατείνει τον ερχομό Του για δεύτερη φορά ώστε περισσότεροι άνθρωποι να μετανοήσουν και να μετάσχουν στη Βασιλεία Του. Σ’ έναν κόσμο πεσμένο στην αμαρτία, δηλαδή στην αλαζονεία και την υπερηφάνεια και το φαίνεσθαι, οι άνθρωποι αυτοί, όταν γίνονται γνωστοί, αποτελούν τη μεγαλύτερη κρίση και τον μεγαλύτερο έλεγχο. Γιατί διαλαλούν μέσα στην αφάνειά τους το πόσο «κενοί» και «ψεύτικοι» και «τενεκέδες» είμαστε οι πολλοί – αποκαλύπτουν την απιστία της ζωής μας, ακόμη και ημών των θεωρουμένων πιστών.

ΕΝΝΙΑ ΑΛΛΑ ΕΝΑ!

Οι άγιοι εννέα μάρτυρες οι εν Κυζίκω, μολονότι εννιά στον αριθμό και προερχόμενοι μάλιστα από διαφορετικές περιοχές, είχαν μία ψυχή και μία καρδιά. Ό,τι σημειώνει για την πρώτη κοινότητα των Ιεροσολύμων ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι δηλαδή οι χριστιανοί «είχαν τα πάντα κοινά, διότι είχαν μία καρδιά και ένα φρόνημα όλοι τους», ό,τι εύχεται η Εκκλησία μας, στοιχούσα στην εντολή του αρχηγού της Ιησού Χριστού: «ίνα πάντες εν ώσιν», αυτό ακριβώς βλέπουμε στους εννέα σήμερα ήρωες της πίστεως. Μπορεί να ήταν εννιά σώματα, μία όμως ήταν η γνώμη τους, λόγω της κοινής πίστεως και αγάπης τους προς τον Χριστό. Κι από την άποψη αυτή όπου υπάρχει διάσπαση και έχθρα και μίσος, ακόμη κι αν ομολογείται η ίδια πίστη, Χριστός εκεί δεν υφίσταται. «Έχοντας μία γνώμη στα διαφορετικά σώματά σας, πήρατε μαζί το στεφάνι του μαρτυρίου, μάρτυρες» (ωδή δ´). Κι αλλού: «Έξι νέοι, μαζί με άλλους τρεις, απέκτησαν μία γνώμη σε πολλά σώματα και κατάσβεσαν το καμίνι της πλάνης, γιατί δροσίζονταν ευσεβώς από τη δροσιά του θείου Πνεύματος» (ωδή ζ´).

Τετάρτη 27 Απριλίου 2022

ΤΟΝ ΑΔΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΕΚΑΝΕ ΔΙΚΟ ΤΟΥ!

Όλα τώρα πλημμύρισαν από το Φως π’ ανέτειλε

απ’ την παστάδα του Παναγίου Τάφου Σου, Κύριε.

 Όλα! Εκτός από τη σκοτεινιασμένη ψυχή μου.

Εκείνη πωρωμένη κείται στον τάφο του Άδη της

κρυμμένη αμετανόητα πίσω από τα πάθη της...

Μα ο Αναστημένος δεν απελπίζεται. 

Ίδια Μάνα ξαγρυπνά μ' υπομονή στο πλάι μου

γιατί τον Άδη μου τον έκανε δικό Του.

Προσμένει τη χαραμάδα της απόγνωσής μου!

ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΚΡΥΦΤΕΙΣ, ΚΥΡΙΕ!

 


Μπορεί να θέλεις να κρυφτείς, Κύριε, 

μα η ομορφιά των ολάνθιστων αγρών Σου

 διαλαλεί την παρουσία Σου!

Κυριακή 24 Απριλίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

1. Ὁ μέγας Πατήρ καί οἰκουμενικός Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, ὁ κατεξοχήν ἑρμηνευτής καί κήρυκας τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀναφέρεται συχνά πυκνά στό ὑπερφυές γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἡ Ἀνάσταση προβάλλεται ἀπό τόν ἱερό Πατέρα κατά τόν τρόπο πού προβάλλεται καί ἐξαγγέλλεται ἀπό τόν ἴδιο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ: ἀπό τά Εὐαγγέλια, ἀπό τόν κατεξοχήν ἀγαπημένο του ἀπόστολο Παῦλο, ἀπό τούς λοιπούς ἀποστόλους, συνεπῶς ὄχι ὡς ἕνα συμβάν στήν ὅλη ζωή τοῦ Κυρίου, ἀλλ’ ὡς ἐκεῖνο μέ τό ὁποῖο  «κατελύθη ὁ Ἅδης καί ὁ θάνατος τέθνηκε καί ζωῆς ἠξιώθημεν», ὡς ἐκεῖνο δηλαδή διά τοῦ ὁποίου ἐπῆλθε ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου Γένους. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι τήν ἴδια ἡμέρα πού ἑορτάζουμε τήν λαμπροφόρο ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, κατά τή θεία Λειτουργία καί μάλιστα πρό τῆς θείας Κοινωνίας, τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου κείμενο ἐπιλέγει ἡ Ἐκκλησία μας, τόν γνωστό Κατηχητικό λόγο του, προκειμένου νά τονίσει τή σημασία αὐτῆς: «Εἴ τις εὐσεβής καί φιλόθεος, ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης καί φαιδρᾶς πανηγύρεως…»

Εἶναι αὐτονόητο συνεπῶς ὅτι γιά τόν ἱερό Πατέρα, ὅπως καί γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία μας, ἡ Ἀνάσταση δέν αὐτονομεῖται ἀπό τή ζωή τοῦ Κυρίου, ἀλλά πάντοτε συνθεωρεῖται μέ ὅλη τήν ἐπί γῆς πορεία Του, πού σημαίνει ὅτι δέν θά ὑπῆρχε Ἀνάσταση ἄν δέν ὑπῆρχε Σταύρωση, ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ ζωή καί ἡ διδασκαλία Του μέ τά θαύματά Του, ἄν δέν ὑπῆρχε προπάντων ἡ ἴδια ἡ Γέννησή Του. Ἐκεῖνος μέ ἄλλα λόγια πού τόνισε ὅτι ἡ Γέννηση τοῦ Κυρίου συνιστᾶ τήν «Μητρόπολιν τῶν ἑορτῶν», ὁ ἴδιος τόνισε ὅτι χωρίς τή Σταύρωση καί τήν Ἀνάστασή Του δέν θά εὕρισκε αὐτή τό νόημά της, πού σημαίνει ὅτι ἡ Γέννηση μέ τήν προοπτική τῆς Σταυρώσεως καί τῆς Ἀναστάσεως κατανοεῖται καί ὑμνολογεῖται τόσο πολύ στήν Ἐκκλησία μας. Κι ἀκόμη περισσότερο: ὁ ἴδιος ἱερός Πατήρ πού ἀκριβῶς ἐξυμνεῖ καί ἐξηγεῖ τά γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, τοῦ «πρώτου Παρακλήτου», ὡς μοναδικά γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τά τοποθετεῖ γιά τήν ὀρθή τους κατανόηση στήν προοπτική τῆς παρουσίας  τοῦ «δευτέρου Παρακλήτου» Ἁγίου Πνεύματος, ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς καί ἐφεξῆς. Ὁ Κύριος δηλαδή Ἰησοῦς Χριστός εἶναι μέν ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, σ’ Αὐτόν ἑδράζεται ὡς θεμέλιο ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά χωρίς τήν παρουσία τοῦ τρίτου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν θά ὑπῆρχε ἡ Ἐκκλησία. «Εἰ μή Πνεῦμα παρῆν, οὐκ ἄν συνέστη ἡ Ἐκκλησία. Εἰ δέ συνίσταται ἡ Ἐκκλησία, εὔδηλον ὅτι Πνεῦμα πάρεστι» (Εἰς τήν Πεντηκοστήν).

2. Ἀλλ’ ἄν ὅλα τά γεγονότα τῆς θείας οἰκονομίας, τοῦ σχεδίου δηλαδή τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, ἀπαρχῆς μέχρι τέλους θεωροῦνται ἑνοποιημένα – διότι ἕνας ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἕνας ὁ  Τριαδικός Θεός μας καί κοινές οἱ ἐνέργειές Του γιά ὅλες τίς ὑποστάσεις Του - ἐκεῖνα πού κατεξοχήν συνυπάρχουν τόσο πού τό ἕνα συνιστᾶ τήν προϋπόθεση καί τή  φανέρωση τοῦ ἄλλου εἶναι ὁ Σταυρός καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Εἴτε μιλάει ὁ ἱερός Χρυσόστομος γιά τόν Σταυρό εἴτε γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἀναφέρεται γιά τά ἴδια ἀγαθά πού ἀπέρρευσαν ἀπό αὐτά. «Ὁ Σταυρός μᾶς προξένησε ἄπειρα ἀγαθά, αὐτός μᾶς ἀπάλλαξε ἀπό τήν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας, αὐτός μᾶς φώτισε ἐνῶ ζούσαμε μέσα στό σκοτάδι, αὐτός μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεό, ἐνῶ εἴχαμε γίνει ἐχθροί του, αὐτός μᾶς ἔκανε φίλους του, ἐνῶ εἴχαμε ἀποξενωθεῖ ἀπ’ αὐτόν, αὐτός μᾶς ἔφερε κοντά στόν Θεό, ἐνῶ ἤμαστε μακριά του. Αὐτός ἐξαφάνισε τήν ἔχθρα, αὐτός ἐξασφάλισε τήν εἰρήνη, αὐτός ἔγινε γιά μᾶς θησαυροφυλάκιο  ἄπειρων ἀγαθῶν» (Εἰς τόν Σταυρόν καί τόν Ληστήν). «Νά λοιπόν ἔφθασε ἡ ποθητή γιά μᾶς καί σωτήρια ἑορτή, ἡ ἀναστάσιμη ἡμέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ προϋπόθεση τῆς εἰρήνης, ἡ ἀφορμή τῆς συμφιλίωσης, ἡ ἐξαφάνιση τῶν πολέμων, ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου, ἡ ἥττα τοῦ διαβόλου. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἀναμείχθηκαν μέ τούς ἀγγέλους καί αὐτοί πού ἔχουν σῶμα προσφέρουν τή δοξολογία τους μαζί μέ τίς ἀσώματες δυνάμεις. Σήμερα καταργεῖται ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου, σήμερα λύθηκαν τά δεσμά τοῦ θανάτου, ἐξαφανίσθηκε ἡ νίκη τοῦ ἅδη» (Εἰς τό ἅγιον Πάσχα).

3. Οἱ τόσο μεγάλες αὐτές δωρεές πού καταπάτησαν καί κατήργησαν μάλιστα «τόν ἔσχατον ἐχθρόν» τοῦ ἀνθρώπου τόν θάνατο ὥστε ἐφεξῆς «ἄλλαξε τό ὄνομά του, γιατί δέν λέγεται πιά θάνατος, ἀλλά κοίμηση καί ὕπνος» (Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα), ὀφείλονται στό γεγονός ὅτι Αὐτός πού τίς προσέφερε δέν ἦταν ἁπλός ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ παντοδύναμος Θεός. Ἡ Σταύρωση καί μάλιστα ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἐπιβεβαιώνουν τή θεότητά Του. «Ἀφ’ ὅτου ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, προσφέρθηκε θυσία καί ἀναστήθηκε, ἔβγαλε ἀπό τή μέση καί αὐτές τίς ὀνομασίες ὁ φιλάνθρωπος Κύριος καί ἔφερε καινούρια καί παράξενη συμπεριφορά στή ζωή μας» (Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα). Διότι «δέν θά ἦταν δυνατόν ἐκεῖνος πού παρέχει στούς ἄλλους ζωή διά τοῦ θανάτου, νά παραμένει διαρκῶς στόν θάνατο. Γιατί, ἄν δέν χάνουν αὐτοί πού πιστεύουν στόν Ἐσταυρωμένο, πολύ περισσότερο δέν θά χαθεῖ ὁ ἴδιος ὁ Ἐσταυρωμένος.  Γιατί ἐκεῖνος πού ἀπαλλάσσει τούς ἄλλους ἀπό τήν ἀπώλεια, ἔχει ἀπαλλαγεῖ πολύ περισσότερο ὁ ἴδιος ἀπό αὐτήν. Ἐκεῖνος πού παρέχει ζωή στούς ἄλλους, πολύ περισσότερο πηγάζει ζωή γιά τόν ἑαυτό Του» (Εἰς τό κατά Ἰωάννην).

Γιά τόν ἅγιο Χρυσόστομο ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ διά τῆς Ἀναστάσεώς Του ἐπιτείνεται καί ἀπό ἕνα ἀκόμη στοιχεῖο πού συνιστᾶ μεγάλη παραδοξότητα: τόν «ἀναίτιο» θάνατό Του.  Ὁ θάνατος, σημειώνει,  προϋπέθετε τήν ἁμαρτία. Ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε, ὁπότε κατά φυσικό τρόπο εἰσῆλθε ὁ θάνατος. Ὁ Χριστός ὅμως δέν ἁμάρτησε κι ὅμως πέθανε κι αὐτός. Γι’ αὐτό καί ὁ μέν Χριστός μέ τήν ἀνάστασή Του ἔσπασε τά δεσμά τοῦ θανάτου, ἐνῶ μέ τήν ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου διαλύονται οἱ σωροί τῶν ἁμαρτιῶν του. «Ὁ Χριστός βέβαια ἀναστήθηκε, ἀφοῦ ἔσπασε τά δεσμά τοῦ θανάτου, ἐμᾶς ὅμως μᾶς ἀνέστησε ἀφοῦ διέλυσε τούς σωρούς τῶν ἁμαρτιῶν μας» (Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα). Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ φανέρωση καί τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του πρός τά πλάσματά Του. Διότι χωρίς νά ἔχει ἀνάγκη Ἐκεῖνος τῆς Ἀναστάσεως, πέρασε ἀπό τή διαδικασία τοῦ θανάτου καί ἀναστήθηκε γιά χάρη τοῦ ἀνθρώπου. «Χρωστούσε ὁ Ἀδάμ τόν θάνατο, καί τόν κρατοῦσε φυλακισμένο ὁ διάβολος. Δέν χρωστοῦσε ὁ Χριστός οὔτε τόν κρατοῦσε ὁ διάβολος. Ἦρθε καί κατέθεσε τόν θάνατό Του γιά χάρη τοῦ φυλακισμένου, μέ σκοπό νά τόν ἐλευθερώσει ἀπό τά δεσμά τοῦ θανάτου. Εἶδες τά κατορθώματα τῆς ἀνάστασης; Εἶδες τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου; Εἶδες τό μέγεθος τῆς φροντίδας του;» (Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα).  

4. Γιά τόν ἱερό Πατέρα ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονός πού δέν χρήζει ἄλλων ἀποδείξεων πέραν αὐτῶν πού ἐπισημαίνουμε μέσα στήν ἴδια τή Γραφή. Κι οἱ ἀποδείξεις αὐτές εἶναι δύο εἰδῶν: αὐτές πού φέρνουν ἐν τῆ ἀγνοία τους οἱ ἴδιοι οἱ ἐχθροί τοῦ Κυρίου καί αὐτές πού ἔρχονται ἀπό τή θαυμαστή ζωή τῶν ἀποστόλων. Ἡ λεπτολόγος ἀναφορά τοῦ ἁγίου στά ἴδια τά κείμενα τῶν Εὐαγγελίων τόν ὁδηγεῖ καταρχάς στήν ἐπισήμανση ὅτι καί ἡ ἴδια ἡ πλάνη τελικῶς αὐτοαναιρεῖται καί γίνεται συνήγορος τῆς ἀλήθειας. Τί ἐννοεῖ ὁ ἅγιος; «Παντοῦ ἡ πλάνη συγκρούεται μέ τόν ἑαυτό της καί ἄθελά της συνηγορεῖ ὑπέρ τῆς ἀληθείας. Πρόσεξε ὅμως. Ἔπρεπε νά πιστευτεῖ ὅτι πέθανε, ὅτι ἐτάφη κι ὅτι ἀναστήθηκε. Κι ὅλα αὐτά γίνονται ἀπό τούς ἐχθρούς. «Θυμήθηκε», λέγει, «ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπε ἐνῶ ἀκόμη ζοῦσε…».  Ἄρα πέθανε! Ὅτι μετά ἀπό τρεῖς ἡμέρες θά ἀναστηθῶ. Δῶσε λοιπόν διαταγή νά σφραγιστεῖ ὁ τάφος. Ἄρα ἐτάφη! Μήπως ἔλθουν οἱ μαθητές του καί τόν κλέψουν. Ἄρα, ἄν ὁ τάφος σφραγιστεῖ δέν θά γίνει καμμιά ἀπάτη! Δέν ἔγινε λοιπόν. Ἑπομένως ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως, μέ ὅσα προτείνατε ἐσεῖς, ἔγινε ἀναντίρρητη. Γιατί ἀφοῦ σφραγίστηκε, δέν συνέβη καμμιά ἀπάτη. Ἐάν δέ δέν ἔγινε καμμιά ἀπάτη, βρέθηκε ὅμως κενός ὁ τάφος, εἶναι φανερό ὅτι ἀνέστη σαφῶς καί ἀναντιρρήτως. Εἶδες ὅτι καί χωρίς νά τό θέλουν ὑποστηρίζουν τήν ἀπόδειξη τῆς ἀλήθειας;» (Εἰς τό κατά Ματθαῖον). Καί δεύτερον, ὅ,τι συνέβη στούς Ἀποστόλους φανερώνει τό πόσο ἀληθινό γεγονός ὑπῆρξε ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Τί συνέβη; Πρῶτον, ὅτι ἔχουμε ἐμφανίσεις τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ πού ἡ πολλαπλότητά τους συνιστᾶ ἀτράνταχτη ἀπόδειξη ὅτι πράγματι ἀναστήθηκε. «Ὅποιος θέλει νά κρατήσει λογαριασμό, ἄς προσέχει μήπως κάνουμε λάθος στήν ἀρίθμηση…Ἐμφανίστηκε λοιπόν στίς γυναῖκες πρῶτα, ἔπειτα στόν Πέτρο γιά δεύτερη φορά, ἔπειτα στόν Κλεόπα καί σ’ αὐτόν πού ἦταν μαζί του γιά Τρίτη φορά, ἔπειτα στούς δέκα ὅταν ἦταν κλειστές οἱ πόρτες καί ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς, γιά τέταρτη φορά. Ἔπειτα στους ἕνδεκα ὅταν ἦταν παρών καί ὁ Θωμᾶς. Νά, ἡ Πέμπτη φορά. Ἔπειτα πάλι ἐμφανίζεται σέ παντακόσιους ἀδλεφούς…Νά ἡ ἕκτη φορά. Ἔπειτα ἐμφανίστηκε στους ἑπτά ἐκείνους πού ψάρευαν στή θάλασσα τῆς Τιβεριάδος. Ἔπειτα ἐμφανίστηκε στόν Ἰάκωβο, σύμφωνα μέ τόν Παῦλο. Ἔπειτα σ’ ὅλους τούς Ἀποστόλους» (Εἰς τήν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου). Κι ἔπειτα ἡ ἴδια ἡ θαυμαστή ζωή τους. Κυρίως τά θαύματα τῶν ἁγίων ἀποστόλων ἀποτελοῦν γιά τόν ἅγιο Χρυσόστομο περίτρανη ἀπόδειξη τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου: Αὐτός ὡς Θεός ἦταν παρών στή ζωή τους καί τούς ἐνίσχυε προκειμένου νά κηρύσσουν τό Εὐαγγέλιο καί νά μεταστρέφουν τούς ἀνθρώπους στήν πίστη Ἐκείνου. «Ἀπόδειξη τῆς Ἀναστάσεως εἶναι τά θαύματα τῶν Ἀποστόλων» (Περί μη ἀποσιωπήσεως τῶν κηρυττομένων).

5. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος μεταξύ τῶν ἄλλων εἶναι ἐκεῖνος πού ἀναφέρεται καί στό ἀναστημένο σῶμα τοῦ Κυρίου. Ἀκολουθώντας τίς Γραφές διαπιστώνει ὅτι τό σῶμα τοῦ Κυρίου εἶναι μέν τό ἴδιο πού εἶχε καί πρό τῆς Ἀναστάσεως, γιατί τά σημάδια τοῦ Πάθους τά προσάγει πρός ἀπόδειξη τοῦ Θωμᾶ καί τῶν ἄλλων μαθητῶν, ὅμως ταυτοχρόνως εἶναι καί διαφορετικό, ἄλλης ποιότητος σῶμα, ἄφθαρτο καί μή ὑποκείμενο πιά στούς νόμους τῆς φύσεως. «Μετά ἀπ’ αὐτά φανερώθηκε στούς μαθητές Του στή λίμνη τῆς Τιβεριάδος….Τί σημαίνει τό «φανέρωσε»; Ἀπ’αὐτό εἶναι φανερό ὅτι δέν ἦταν ὁρατός, ἄν δέν ἔκανε παραχώρηση, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας, ἐπειδή πλέον τό σῶμα Του ἦταν ἄφθαρτο καί δέν ἐπιδεχόταν βλάβη» (Εἰς τό κατά Ἰωάννην). «Εἶναι ἀπορίας ἄξιο πῶς σῶμα ἄφθαρτο ἔδειχνε τά ἀποτυπώματα τῶν καρφιῶν καί μποροῦσε νά τό ἀγγίξει χέρι. Ἀλλά μή θορυβηθεῖς, γιατί αὐτό συνέβη κατά συγκατάβαση. Γιατί τό τόσο λεπτό κι ἐλαφρύ σῶμα πού εἰσῆλθε ἐνῶ οἱ πόρτες ἦταν κλειστές, ἦταν ἀπαλλαγμένο ἀπό κάθε ὑλική σύσταση» (Εἰς τό κατά Ἰωάννην).

6. Ἐκεῖ πού ἐπικεντρώνει ἰδιαιτέρως τήν προσοχή του ὁ ἅγιος Πατήρ εἶναι ἡ ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ τήν ἀνάσταση καί τῶν ἀνθρώπων, κάτι πού ἀναφέραμε καί παραπάνω. Ἄν ὁ Κύριος ἀναστήθηκε, ἦταν γιά νά μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά ὑπερβοῦν τή διάσπαση πού εἶχαν ὑποστεῖ λόγω τῆς ἁμαρτίας τους, νά ὑπερβοῦν τόν θάνατο, νά μποροῦν καί πάλι νά εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεό ἐν Χριστῶ. Ὅ,τι ἡ γνωστή εἰκόνα τῆς εἰς ἅδου καθόδου τοῦ Κυρίου προβάλλει, αὐτό στήν πραγματικότητα τονίζει μέ ἔμφαση ὁ ἅγιος Ἰωάννης. «Ἄς γιορτάσουμε τήν ἑορτή αὐτή κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Κύριος. Γιατί ἀναστήθηκε κι ἀνέστησε μαζί Του τήν οἰκουμένη» (Εἰς τό ἅγιον Πάσχα). Κι ὅπως εἴδαμε καί παραπάνω: «Ο Χριστός ἀναστήθηκε ἀφοῦ ἔσπασε τά δεσμά τοῦ θανάτου, ἐμᾶς ὅμως μᾶς ἀνέστησε ἀφοῦ διέλυσε τούς σωρούς τῶν ἁμαρτιῶν μας». Ἔτσι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος μέ τόν τονισμό αὐτό διακρίνει δύο εἴδη θανάτου γιά τόν ἄνθρωπο καί γι’ αὐτό δύο εἴδη ἀναστάσεως. Πέθανε πνευματικά πρῶτα ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἐπανάστασή του κατά τοῦ Δημιουργοῦ του, ἦλθε ἔπειτα κι ὁ σωματικός θάνατος. «Πεθάναμε διπλό θάνατο, ἑπομένως ἄς περιμένουμε διπλή τήν ἀνάσταση…Στόν Χριστό ἦταν ἕνας ὁ θάνατος, γιατί δέν ἁμάρτησε ὁ Χριστός. Ἀλλά καί αὐτός ὁ ἕνας θάνατος ἔγινε γιά μᾶς, γιατί δέν χρωστοῦσε στόν θάνατο ἐκεῖνος, ἐπειδή δέν ἦταν ὑπόλογος στήν ἁμαρτία, ἑπομένως οὔτε στόν θάνατο. Γι’ αὐτός ἐκεῖνος ἀναστήθηκε μία φορά ἀπό τόν ἕνα θάνατο. Ἐμεῖς ὅμως πού πεθάναμε διπλό θάνατο, ἀνασταινόμαστε μέ διπλή ἀνάσταση…Ἀναστηθήκαμε προηγουμένως μία φορά ἀπό τήν ἁμαρτία, γιατί εἴχαμε ταφεῖ μαζί μέ τόν Χριστό κατά τό βάπτισμα και ἀναστηθήκαμε μαζί του μέ τό βάπτισμα. Ἡ πρώτη αὐτή ἀνάσταση εἶναι ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τίς ἁμαρτίες μας καί ἡ δεύτερη εἶναι ἡ ἀνάσταση τοῦ σώματος. Μᾶς ἔδωσε τή μεγαλύτερη, νά περιμένεις καί τή μικρότερη…Γιατί εἶναι πολύ μεγαλύτερο τό νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τίς ἁμαρτίες, παρά νά δοῦμε νά ἀνασταίνεται τό σῶμα» (Εἰς τήν Ἀνάστασιν).  

7. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος δέν ἀφήνει περιθώριο καί ἀπό πλευρᾶς λογικῆς προκειμένου νά «ἀποδείξει» τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, συνεπῶς καί τήν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Κατ’ αὐτόν ἡ ἀνάσταση τοῦ σώματος – γιατί «δέν θά μποροῦσε ν’ ἀναφερθεῖ κυρίως στήν ψυχή ἡ ἀνάσταση, ἀφοῦ ἡ ἀνάσταση ἀνήκει σ’ ἐκεῖνο πού ἔπεσε καί διαλύθηκε, ἡ ψυχή ὅμως δέν διαλύεται, ἀλλά τό σῶμα» (Περί τῆς τῶν νεκρῶν ἀναστάσεως) - ἀποτελεῖ «ἀναγκαιότητα»: πνευματική, ἠθική, φυσική. Πνευματική γιά τούς λόγους πού εἴπαμε: ὁ  πιστός καί ἐν μετανοία ἄνθρωπος προσδοκᾶ τήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, γιατί ζεῖ ἤδη ἀπό τώρα τήν πνευματική του ἀνάσταση. Φτάνει μάλιστα στό σημεῖο ὁ ἱερός Πατήρ νά θεωρεῖ ὅτι ἀκόμη κι ὁ εἰδωλολάτρης, ὁ ὁποῖος ὅμως ζεῖ μία ἐνάρετη ζωή, κι αὐτός ἀκόμη δέν δυσπιστεῖ πρός τή διδασκαλία τῆς κρίσεως πού ἀκολουθεῖ τήν ἀνάσταση. «Κανένας ἀπό ἐκείνους πού ζοῦν ἐνάρετα δέν δυσπιστεῖ πρός τή διδασκαλία τῆς κρίσεως, εἴτε εἶναι εἰδωλολάτρης, εἴτε εἶναι αἰρετικός» (Εἰς τήν προς Κολασσαεῖς).  Ἠθική, γιατί δέν εἶναι δυνατόν νά ὑφίσταται ὁ δίκαιος δοκιμασίες καί πειρασμούς στή ζωή αὐτή χωρίς νά ὑπάρχει ἀνταπόδοση. «Εἶναι φανερό ὅτι ἡ ζωή μας δέν περιορίζεται μόνο στόν παρόντα κόσμο. Καί τοῦτο ἀποδεικνύεται ἀπό τούς πειρασμούς. Γιατί οὐδέποτε θ’ ἀνεχόταν ὁ Θεός ἐκεῖνοι πού ἔπαθαν τόσο μεγάλα καί πολλά κακά καί περνοῦν ὁλόκληρη τή ζωή τους μέ πειρασμούς κι ἀναρίθμητους κινδύνους νά μη ἀνταμειφθοῦν μέ πολύ μεγαλύτερες δωρεές...Ἄν δέν ὑπῆρχε ἄλλη ζωή, δέν θά ἐπέτρεπε πολλούς ἀπό τούς πονηρούς ἀνθρώπους νά ζοῦν εὐχάριστα κατά τόν παρόντα βίο, πολλούς δέ ἀπό τούς δικαίους πάλι νά ζοῦν μέ ἀναρίθμητα κακά» (Εἰς τούς ἀνδριάντας).  Φυσική, γιατί καί ἡ ἴδια ἡ φύση ἀποτελεῖ διαρκή ἐξαγγελία ὅτι πράγματι αὐτό πού φθείρεται μπορεῖ καί νά ἀναστηθεῖ. «Ἄν τά ἐξετάζουμε μέ τό λογικό, εἶναι ἀπίστευτα. Ἄν ὅμως μέ τήν πίστη, εἶναι πολύ πιστευτά. Νά πῶ κάτι περισσότερο ἀπό αὐτό; Τό σιτάρι μέσα στή γῆ καταστρέφεται καί ἀνίσταται. Πρόσεχε ὅτι τά θαύματα εἶναι ἀντίθετα καί τό ἕνα νικᾶ τό ἄλλο. Εἶναι θαυμαστό τό ὅτι δέν σάπισε, θαυμαστό τό ὅτι φύτρωσε ἐνῶ σάπισε. Ποῦ εἶναι ἐκεῖνοι πού λένε αὐτές τίς ἀνοησίες καί δυσπιστοῦν γιά τήν ἀνάσταση;» (Εἰς τήν προς Κολασσαεῖς).

Γιά τόν ἅγιο μάλιστα ὁ τρόπος ἀναστάσεως τῶν σωμάτων δηλώθηκε μέ ἔμφαση ἰδίως κατά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Ὅπως ὁ Κύριος κάλεσε τόν Λάζαρο νά βγεῖ ἔξω ἀπό τόν τάφο, κατά τόν ἴδιο τρόπο θά καλέσει τούς ἀνθρώπους μέ τά νεκρά καί διαλυμένα σώματά τους κατά τή Δευτέρα Του Παρουσία. «Καί μή μοῦ λέγεις πῶς μπορεῖ νά ἀναστηθεῖ τό σῶμα πάλι καί νά γίνει ἄφθαρτο; Γιατί ὅταν ἐνεργεῖ ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ, τό πῶς ἄς μην ὑπάρχει» («Περί τῆς τῶν νεκρῶν ἀναστάσεως»). «Καί πρόσεχε παρακαλῶ τό παράδοξο. Δέν εἶπε: «Λάζαρε, ξαναζῆσε», ἀλλά τι εἶπε; «Λάζαρε, ἔβγα ἔξω», γιά νά διδάξει τούς παρόντες ὅτι Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού καλεῖ αὐτά πού δέν ὑπάρχουν σάν νά ὑπάρχουν, γιά νά δείξει στους παρόντες ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Θεός τῶν ζωντανῶν κι ὄχι τῶν νεκρῶν, γιά νά δείξει στήν κατάλληλη στιγμή ὅτι τίποτα δέν μπορεῖ νά ἐμποδίσει τήν προσταγή τοῦ Θεοῦ, καί γιά νά θυμίσει στούς παρόντες ἐκεῖνον πού ἔλεγε: «Νά γίνει τό στερέωμα. Νά συγκεντρωθοῦν τά νερά σ’ ἕνα μέρος. Νά βλαστήσει ἡ γῆ χορτάρι χλωρό. Νά γεμίσουν τά νερά μέ ζωντανά ἑρπετά» (Εἰς τόν τετραήμερον Λάζαρον).

8. Γιά τόν ἱερό Πατέρα ὅμως ἡ πνευματική ἀνάσταση ὡς ὑπέρβαση τῶν ἁμαρτιῶν διά τῆς μετανοίας εἶναι τό μεῖζον. Ὅ,τι ὁ ἄνθρωπος γεύτηκε ἀπό τό βάπτισμά του, αὐτό καλεῖται στήν πραγματικότητα νά ἐπιβεβαιώνει καθημερινῶς στή ζωή του, πού σημαίνει ὅτι ὁ πνευματικός ἀγώνας τῆς μετανοίας ἀποτελεῖ τήν ἀδιάκοπη προσπάθεια παραμονῆς στήν ἀνάσταση. Γι’ αὐτό καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τήν θεωρεῖ μόνο κάτω ἀπό τήν προοπτική αὐτή. «Εἶδες τό μέγεθος τῆς δωρεᾶς; Διατήρησε τό μέγεθος αὐτῆς τῆς δωρεᾶς, ἄνθρωπε. Δέν ἐπιτρέπεται νά ζεῖς μέ ἀδιαφορία. Βάλε στόν ἑαυτό σου νόμο μέ κάθε ἀκρίβεια. Ἡ ζωή εἶναι ἀγώνας καί πάλη, καί ὅποιος ἀγωνίζεται ἀπέχει ἀπό ὅλα…Κατάστρεψε λοιπόν ἀπό τήν ἀρχή τή ρίζα τοῦ κακοῦ, γιά νά καταστρέψεις ὅλη τήν ἀρρώστια…Ἄς ἐξαφανίσουμε παντοῦ τίς ἀρχές τῶν ἁμαρτημάτων» (Εἰς τήν Ἀνάστασιν).

Ἔτσι ἐνῶ ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν πού ἦλθε ὡς τό ἀποτέλεσμα τῆς Ἀνάστασης τοῦ Κυρίου ἀναφέρεται σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους – δέν ὑπάρχει κανείς πού δέν θά μετάσχει τῆς ἀναστάσεως τῶν σωμάτων, εἴτε πιστός εἴτε ἄπιστος – τό ζητούμενο γιά τόν ἅγιο Χρυσόστομο εἶναι ἀκριβῶς ἡ διατήρηση τῆς πνευματικῆς ἀναστάσεως ὡς ζωῆς μετανοίας πάνω στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Μόνον οἱ ἐν μετανοία ζῶντες καί ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό στή ζωή αὐτή θά ζήσουν καί τή δόξα τῆς ἀναστάσεως. «Ὅλοι θ’ ἀναστηθοῦμε, ὁ καθένας ὅμως στό δικό του τάγμα. Τί ὅμως σημαίνουν τά λόγια αὐτά; Ὅτι καί ὁ εἰδωλολάτρης καί ὁ Ἰουδαῖος καί ὁ αἱρετικός καί κάθε ἄνθρωπος πού πέρασε ἀπ’ αὐτόν τόν κόσμο, θ’ ἀναστηθεῖ κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη…Βέβαια καί τά σώματα τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνασταίνονται ἄφθαρτα καί ἀθάνατα. Ἡ τιμή ὅμως αὐτή γίνεται σ’ αὐτούς ἀφορμή κόλασης καί τιμωρίας, ἐπειδή ἀνασταίνονται ἄφθαρτα, γιά νά καίονται αἰώνια» (Περί τῆς τῶν νεκρῶν ἀναστάσεως).  «Τήν ἀνάσταση ὅλοι θά ἀπολαύσουν. Δοξασμένοι ὅμως δέν θά εἶναι ὅλοι, ἀλλ’ οἱ ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό» (Εἰς τήν προς Θεσσαλονικεῖς). Γιά τόν ἅγιο θεωρεῖται δεδομένο ἔτσι ὅτι τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν ἀρνοῦνται ὅσοι δέν βαδίζουν πάνω στή μετάνοια, ἔχοντας ἐπιλέξει ὡς τρόπο ζωῆς τό «φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν». Καί τοῦτο γιατί δέν συμφέρει σ’ αὐτούς νά πιστεύουν ἐκεῖνο πού ἀποτελεῖ ἔλεγχο τῆς ζωῆς τους. Ἡ ἀθεΐα δηλαδή ἀποτελεῖ σύμπτωμα τῆς πονηρίας τῆς ζωῆς. «Ἐκεῖνος πού δέν περιμένει ν’ ἀναστηθεῖ, οὔτε ν’ ἀποδώσει λογαριασμό γιά τίς πράξεις του πού ἔκανε ἐδῶ, ἀλλά νομίζοντας ὅτι τά δικά μας σταματοῦν στήν παροῦσα ζωή κι ὅτι δέν ὑπάρχει παραπέρα τίποτε περισσότερο, οὔτε γιά τήν ἀρετή θά φροντίσει» (Περί τῆς τῶν νεκρῶν ἀναστάσεως). «Ἐκεῖνος πού ὑποστηρίζει ὅτι δέν ὑπάρχει τίποτε μετά τήν ἐδῶ ζωή, αὐτός κατ’ ἀνάγκη θά ὁμολογήσει ὅτι δέν ὑπάρχει οὔτε καί Θεός» (Περί εἱμαρμένης καί πρόνοιας).

9. Ἡ ἐν μετανοία πορεία τοῦ πιστοῦ πού ἐπιβεβαιώνει καί τήν πνευματική του ἀνάσταση, γιατί ἀκριβῶς τόν διατηρεῖ ἑνωμένο μέ τόν νικητή τοῦ θανάτου Κύριο, εἶναι αὐτονόητο ὅτι προϋποθέτει τή συμμετοχή τοῦ πιστοῦ στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, κατεξοχήν δέ στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος ὁ ὁποῖος μίλησε προηγουμένως γιά τό βάπτισμα πού φέρει τήν πνευματική ἀνάσταση, ὁ ἴδιος μιλᾶ καί γιά τή συμμετοχή στή Θεία Εὐχαριστία ὡς γεγονός συμμετοχῆς στή λογχισμένη πλευρά τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τήν ὁποία ἐξῆλθε αἷμα καί ὕδωρ. «Ὅταν προσίῃς τῶ φρικτῶ ποτηρίῳ, ὡς ἀπ’ αὐτῆς πίνων τῆς πλευρᾶς, οὕτω προσίῃς» (Ὅταν προσέρχεσαι στό φρικτό ποτήριο, νά προσέρχεσαι σάν νά πίνεις ἀπό τήν ἴδια τήν πλευρά τοῦ Σωτῆρος).  Κι αὐτό θά πεῖ ὅτι ὁ πιστός ζεῖ ἀναστημένος ἤδη ἀπό τώρα, ὄχι μόνο γιατί βαπτίσθηκε καί ἔγινε μέλος τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί γιατί ἐπιτείνει καί διαρκῶς ἀνανεώνει τήν ἑνωσή του μέ τόν Κύριο ἀπό τήν ἐν μετανοία τροφοδοσία του ἀπό τό θεωμένο σῶμα καί αἷμα Αὐτοῦ. Ὁ Κατηχητικός λόγος μάλιστα τοῦ ἁγίου πού μνημονεύσαμε παραπάνω ἔρχεται μέ τή μεγαλύτερη δυνατή ἀμεσότητα νά ἐξαγγείλει τήν ἀλήθεια αὐτή. «Οὐκοῦν εἰσέλθετε πάντες εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου ἡμῶν…Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες. Ὁ μόσχος πολύς, μηδείς ἐξέλθῃ πεινῶν. Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως…Μηδείς φοβείσθω θάνατον· ἠλευθέρωσε γάρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος…».

 Λοιπόν ἐν τέλει: «Ἄς ἑορτάσουμε αὐτήν τήν πολύ μεγάλη καί λαμπρή ἑορτή, κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Κύριος. Ἄς τήν ἑορτάσουμε ὅμως μέ χαρά καί θεοσέβεια μαζί, γιατί ἀναστήθηκε ὁ Κύριος καί ἀνέστησε μαζί Του τήν οἰκουμένη» (Εἰς τήν Ἀνάστασιν).

ΠΑΣΧΑ ΚΥΡΙΟΥ

«Ἀναστάσεως ἡμέρα λαμπρυνθῶμεν Λαοί, Πάσχα Κυρίου, Πάσχα· ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωήν, καὶ ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν, Χριστὸς ὁ Θεός, ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ᾄδοντας» (α΄ ὠδή κανόνος ἀναστάσεως, ἦχος α΄).

(Ἡμέρα τῆς Ἀνάστασης, λαοί, ἄς γίνουμε ὁλοφώτεινοι, εἶναι Πάσχα, τοῦ Κυρίου τό Πάσχα. Διότι μᾶς πέρασε ἀπό τόν θάνατο πρός τή ζωή καί ἀπό τή γῆ πρός τόν οὐρανό,  Χριστός ὁ Θεός μας, ἐμᾶς πού ψέλνουμε τόν ὕμνο γιά τή νίκη αὐτή).

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, στόν πανηγυρικό καί θριαμβευτικό πρῶτο ἦχο, μᾶς προσφέρει τό ξέσπασμα τῆς καρδιᾶς του – ξέσπασμα τοῦ κάθε ἐν ἐπιγνώσει πιστοῦ - γιά τήν πανήγυρη τῶν πανηγύρεων, τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Πρόκειται ὄχι ἀσφαλῶς γιά τό Πάσχα τῶν Ἰουδαίων, κατά τό ὁποῖο ἑορτάζουν αὐτοί τή διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θάλασσας καί συνεπῶς τήν ἐλευθερία τους ἀπό τή δουλεία τῶν Αἰγυπτίων – τό γεγονός αὐτό λειτουργεῖ ὡς προεικόνιση καί προφητεία τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα - ἀλλά γιά τό Πάσχα τοῦ Κυρίου, γιά τήν Ἀνάστασή Του, μέ τήν ὁποία ὁ Κύριος ὡς ὁ παντοδύναμος Θεός, ἀφοῦ διέλυσε τό βασίλειο τοῦ θανάτου μέ τήν εἴσοδό του σ’ αὐτόν, ἔδωσε τήν αἰώνια ζωή σέ ὅλες τίς θλιμμένες ψυχές τῶν νεκρῶν, δηλαδή τούς πέρασε ἀπό τόν θάνατο στή ζωή· κι ἀκόμη περισσότερο, διεβίβασε ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀπό τή γῆ πού ἦταν κατ’ ἀποκλειστικότητα στραμμένοι, πρός τόν οὐρανό, ἐκεῖ πού μπορεῖ κανείς νά δεῖ Θεοῦ πρόσωπο, ἐκεῖ πού ζεῖ κανείς πιά τήν ἀληθινή πατρίδα του, τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Διότι, κατά τόν ἀπόστολο, μετά τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Κυρίου, «οὐκ ἔχομεν μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν», ἡ ὁποία μέλλουσα πόλις ἤδη βιώνεται ἀπό τόν κόσμο τοῦτο γιά τόν χριστιανό στήν Ἐκκλησία. «Ἄρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ».

Μέ ἄλλα λόγια, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου σήμανε τήν τελική νίκη ἀπέναντι στόν θάνατο, μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ θάνατος πιά, ὡς κατηργημένος καί ἐξαφανισμένος, δέν εἶναι τό τέλος τοῦ ἀνθρώπου – δέν ὑπάρχει· τέλος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, δηλαδή τό ἄκτιστο φῶς Του καί ἡ αἰώνια ζωή. Πεθαίνει κανείς κι ἐκεῖ πού ἀνθρωπίνως νομίζει ὅτι χάνεται, τόν Χριστό συναντᾶ καί σ’ Ἐκείνου τήν ἀγκαλιά πέφτει, Ἐκείνου τό φῶς τόν διαπερνᾶ. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια». Μᾶς τό λέει τόσο ἄμεσα καί ἀνάγλυφα ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί πάλι: «Ἐάν τε ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνῂσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν». Ζεῖς ἐδῶ, στόν κόσμο τοῦτο; Στόν Χριστό ἀνήκεις καί ἀπό Αὐτόν ζεῖς. Φεύγεις ἀπό τόν κόσμο τοῦτο; Συνεχίζεις ἀπό ἄλλη μεριά νά στέκεσαι ἀπό Ἐκεῖνον καί Ἐκείνου ἡ ζωή νά σέ προσδιορίζει. Γι’ αὐτό καί δέν μᾶς παραξενεύουν τά λόγια του ὅτι γι’ αὐτόν ζωή σημαίνει Χριστός, ὁπότε κι ὁ θάνατος λειτουργεῖ γιά τόν ἴδιο ὡς κέρδος. «Ἐμοί τό ζῆν Χριστός καί τό ἀποθανεῖν κέρδος». 

Ὁ ἅγιος μέγας Δαμασκηνός ὅμως, μπροστά σ’ αὐτό τό ὑπερφυές καί μέγιστο μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, μᾶς καθοδηγεῖ στή μόνη ἐνδεδειγμένη στάση μας: «λαμπρυνθῶμεν». Νά γίνουμε λαμπροί καί φωτεινοί. Ἀφοῦ τά πάντα πιά εἶναι πλημμυρισμένα ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι δυνατόν παρά ὁλοφώτεινος νά παρουσιάζεται καί ὁ πιστός χριστιανός. Αὐτονόητο, ἀλλά καί ὄχι τόσο εὔκολο. Γιατί ἀπαιτεῖται ἡ θετική στροφή τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Χριστό, νά πιστέψει δηλαδή ἀληθινά στήν Ἀνάστασή Του, καί κυρίως: νά βρίσκεται μονίμως καί ἀδιαλείπτως σέ ἀγώνα καθάρσεως τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῶν αἰσθήσεών του ἀπό ὁτιδήποτε βρώμικο καί ἐμπαθές, ἀπό κάθε τι ἁμαρτωλό. Γι’ αὐτό καί ὁ ἀμέσως ἑπόμενος λόγος του εἶναι αὐτός: «καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί Χαίρετε φάσκοντα τρανῶς ἀκουσόμεθα». Ἄς καθαριστοῦμε ὡς πρός τίς ἐμπαθεῖς αἰσθήσεις μας, κι ἔτσι θά δοῦμε μέσα στό ἀπρόσιτο φῶς τῆς Ἀναστάσεως τόν Χριστό νά ἐξαστράπτει καί θά Τόν ἀκούσουμε μέ δυνατή φωνή νά μᾶς λέει Χαίρετε.

Σάββατο 23 Απριλίου 2022

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ;

Ίσως δεν πρέπει να σπεύδουμε να διαλαλούμε εύκολα τη χαρά και τη δοξολογική διάθεσή μας για την Ανάσταση του Χριστού! Όχι γιατί βεβαίως δεν της πρέπει «πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις», αφού με την Ανάσταση του Κυρίου πατήθηκε ο μεγαλύτερος και έσχατος εχθρός του ανθρώπου, ο θάνατος - το «Χριστός ανέστη» συνιστά δικαίως τον νικητήριο παιάνα της Εκκλησίας, τόσο που χωρίς την Ανάσταση «ματαία η πίστις ημών» κατά τον απόστολο.

Αλλά για την προϋπόθεση που θέτει η ίδια η Εκκλησία, προκειμένου να ψάλλουμε το «Χριστός Ανέστη». Κι η προϋπόθεση αυτή είναι η εκ καρδίας συγχώρηση των πάντων, έστω και των θεωρουμένων εχθρών μας. Ο εκκλησιαστικός υμνογράφος δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφής στο δοξαστικό των Αίνων της Πασχαλινής ακολουθίας: «Συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει, και ούτω βοήσωμεν: Χριστός Ανέστη εκ νεκρών». Για να φωνάξουμε δυνατά ότι αναστήθηκε ο Χριστός, πρέπει να συγχωρήσουμε τους πάντες και τα πάντα, ακριβώς λόγω της Αναστάσεως. Κι η αιτία; «Συγγνώμη εκ του τάφου ανέτειλε»! Που σημαίνει: αν δεν έχουμε αναστηθεί πνευματικά με την αγάπη που δίνει στον βαπτισμένο χριστιανό ο ίδιος ο Κύριος, αν δεν βρισκόμαστε δηλαδή στην ίδια φορά αγάπης και συγγνώμης με τον Ίδιο, δεν μπορούμε να νιώσουμε τη χαρά της Αναστάσεως, συνεπώς και να Την δοξολογήσουμε αληθινά.

Μήπως λοιπόν, αν κρατάμε οποιαδήποτε κακία στον συνάνθρωπό μας ή αν έχουμε βαριά καρδιά απέναντί του, είμαστε υποκριτές λέγοντας «Χριστός Ανέστη»; Η Ανάσταση του Χριστού δεν είναι ιδεολογική πρόταση, αλλά βίωμα της Εκκλησίας.

Παρασκευή 22 Απριλίου 2022

«ΣΕ ΤΟΝ ΑΝΑΒΑΛΛΟΜΕΝΟΝ ΤΟ ΦΩΣ...»

 «Σέ τόν ἀναβαλλόμενον τό φῶς ὥσπερ ἱμάτιον καθελών Ἰωσήφ ἀπό τοῦ ξύλου σύν Νικοδήμῳ καί θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν∙ Οἴμοι, γλυκύτατε Ἰησοῦ! ὅν πρό μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος ζόφον περιεβάλλετο καί ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο καί διεῤῥήγνυτο ναοῦ τό καταπέτασμα· ἀλλ᾽ ἰδού νῦν βλέπω σε δι᾽ ἐμέ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον. Πῶς σε κηδεύσω, Θεέ μου; ἤ πῶς σινδόσιν εἱλήσω; Ποίαις χερσί δέ προσψαύσω τό σόν ἀκήρατον σῶμα; ἤ ποῖα ᾄσματα μέλψω τῇ σῇ ἐξόδῳ οἰκτίρμον; Μεγαλύνω τά πάθη σου, ὑμνολογῶ καί τήν ταφήν σου σύν τῇ ἀναστάσει, κραυγάζων· Κύριε, δόξα σοι».

(Ὅταν ὁ Ἰωσήφ μαζί μέ τόν Νικόδημο, κατέβασε ἀπό τό ξύλο ἐσένα, πού φορᾶς σάν ἱμάτιο τό φῶς, καί σέ εἶδε νεκρό, γυμνό καί ἄταφο, ἀναλαβών θρῆνο γεμάτο συμπάθεια καί κλαίοντας ἔλεγε: Ἀλίμονο σ᾽ ἐμένα, γλυκύτατε Ἰησοῦ! Πρίν ἀπό λίγο ὁ ἥλιος, βλέποντάς σε νά κρέμεσαι στό σταυρό, ντύθηκε στό σκοτάδι καί ἡ γῆ ἀπό τό φόβο της κλονιζόταν καί σχίστηκε σέ δύο τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ. Ἀλλ᾽ ὅμως τώρα κατανοῶ ὅτι γιά μένα ὑπέστης θάνατο. Πῶς νά σέ κηδεύσω, Θεέ μου; Ἤ πῶς νά σέ τυλίξω σέ σεντόνια; Μέ ποιά τραγούδια θά ψάλλω κατά τήν ἐκφορά σου, εὐσπλαχνικέ Κύριε; Δοξολογῶ τά πάθη σου, ἀπευθύνω ὕμνους στήν ταφή σου μαζί μέ τήν Ἀνάστασή σου, κραυγάζοντας: Κύριε, δόξα σοι).

Στό κλίμα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου μᾶς μεταφέρει τό δοξαστικό ἰδιόμελο τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Μ. Παρασκευῆς, στόν ρυθμικό ἀλλά καί θρηνητικό ταυτόχρονα ἦχο πλάγιο τοῦ πρώτου. Ὁ Κύριος ἔχει ἐκπνεύσει καί ὁ Ἰωσήφ, ζητώντας μέ τόλμη τήν ἄδεια ἀπό τόν Ρωμαῖο ἡγεμόνα Πιλᾶτο, κατεβάζει μαζί μέ τόν Νικόδημο τό ἄψυχο σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ λυρισμός εἶναι εὐνόητο ὅτι φτάνει σέ δυσθεώρητα ὕψη: οἱ δύο αὐτοί πιστοί καί γενναῖοι ἄνδρες κρατοῦν στά χέρια τους ὄχι ἕνα ἁπλό νεκρό σῶμα – κάτι πού ἔτσι κι ἀλλιῶς προκαλεῖ πάντοτε ἕναν ἱερό σεβασμό - ἀλλά τό σῶμα Ἐκείνου πού πίστεψαν ὡς τόν Θεό τους! Ἔχουν ἐπίγνωση ὅτι πρόκειται γιά τόν Θεό πού ἀφέθηκε νά σταυρωθεῖ γιά χάρη τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων. Γιατί εἶναι αὐτός πού φορᾶ σάν ἱμάτιο τό φῶς, γιατί εἶναι αὐτός γιά τόν Ὁποῖο ἡ φύση λίγη ὥρα πρίν ἀντέδρασε μέ συγκλονιστικό τρόπο, γιατί εἶναι αὐτός, πρό πάντων, πού «δι’ ἐμέ ἑκουσίως ὑπῆλθε θάνατον». Ναί, κρατώντας στά χέρια τους νεκρό τήν πηγή τῆς ζωῆς! – τί ἀκατανόητο μυστήριο περιγράφεται! – δέν ξέρουν τί νά κάνουν. Ἀπό τή μιά ὁ θρῆνος τους καί τά δάκρυά τους δέν μποροῦν νά κρυφτοῦν· ἀπό τήν ἄλλη ἡ ἀδυναμία τους νά ἐπιτελέσουν ὁτιδήποτε νεκρικό ὡς ἔθιμο. Ὅλα τελικῶς ὅμως φωτίζονται ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ: τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ καλοῦν σέ δοξολογία, γιατί προσανατολίζουν στούς ὕμνους τῆς ταφῆς καί τῆς μέ αὐτήν συνδεδεμένης Ἀνάστασης. Οἱ ἅγιοι Ἰωσήφ καί Νικόδημος μᾶς ἔμαθαν καί ἔγιναν τά πρότυπά μας μέ τίς ἱερές ἐνέργειες καί κινήσεις τους: Δοξολογοῦμε τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ, ὑμνολογοῦμε τήν ἅγια ταφή Του, κραυγάζουμε δοξολογικά καί πάλι τήν τελική νίκη Του: ἀνέστη ὁ Κύριος! 

Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

«ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΣΟΥ ΤΑ ΠΑΘΗ, ΧΡΙΣΤΕ»

       1. «Τά ἅγια καί σωτήρια καί φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ» πού ἐπιτελοῦμε τήν ῾Αγία καί Μεγάλη Παρασκευή, ἀποτελοῦν τό ἀποκορύφωμα τῶν ὅλων Παθῶν τοῦ Κυρίου. Διότι ὁλόκληρη ἡ ζωή Του ἦταν ἕνα Πάθος. Κι ἀκόμη περισσότερο∙ ὁ ἀπ. Παῦλος εἶναι ἐκεῖνος πού τονίζει καί μιά ἄλλη μυστική διάσταση τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου καί μετά τήν ᾽Ανάσταση: τή συνέχεια Αὐτοῦ τοῦ Πάθους μέσα ἀπό τά παθήματα τῶν μελῶν τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τῶν ἐπιμέρους Χριστιανῶν, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ὁ Κύριος τελικῶς εἶναι πάντοτε στόν Σταυρό μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. «Χαίρομαι τώρα πού ὑποφέρω γιά χάρη σας καί συντελῶ ἔτσι μέ τά σωματικά μου παθήματα, ὥστε νά ὁλοκληρωθοῦν οἱ θλίψεις πού πρέπει νά ὑπομείνει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ἡ ᾽Εκκλησία» (Κολ.1,24).
       2. Τά πάθη τοῦ Κυρίου καί μάλιστα ἡ σταυρική Του θυσία ἐκφεύγουν τῶν ὁρίων τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Ὁ Σταυρός Του συνιστᾶ μυστήριο, γιατί ἀκριβῶς Αὐτός πού πάσχει δέν εἶναι ἕνα κοινό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἀλλ᾽ ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός. Πάσχει ὁ ἴδιος ὁ Θεός κατά τό ἀνθρώπινο. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μποροῦμε μέ μέτρο τίς δυνάμεις μας – τή λογική μας, τά συναισθήματά μας, τή διαίσθησή μας ἀκόμη – νά κατανοήσουμε αὐτό πού διαδραματίζεται. Βλέπουμε μέν ἕναν ἄνθρωπο νά πάσχει ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά μᾶς διαφεύγει τό βάθος Του, ἡ κρυμμένη πραγματικότητα. Τί εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ, ἔστω καί ἐκ μέρους, νά βοηθήσει στήν προσέγγιση αὐτή τοῦ μυστηρίου; Μόνον ἡ πίστη πού φωτίζεται βεβαίως ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. ῎Αν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν μᾶς φωτίσει καί δέν μεταποιήσει τίς ἀνθρώπινες δυνατότητές μας, ὥστε μέ ἐνδυναμωμένα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μάτια νά βλέπουμε τά γινόμενα, θά παραμένουμε πάντα μέσα στό σκοτάδι τῆς ὁριζόντιας διάστασης τῶν πραγμάτων, σέ νύκτα πνευματική. Κι ἐκεῖνο πού προϋποτίθεται γι᾽ αὐτόν τό φωτισμό εἶναι ἡ ἐν μετανοίᾳ προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Πάθους Του, πού καθαρίζει τά μάτια καί ἐνεργοποιεῖ ἐν γένει τίς πνευματικές αἰσθήσεις. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται».

3. Τί μποροῦμε λοιπόν νά ψηλαφήσουμε μέ τόν πνευματικό αὐτόν τρόπο; Τί μποροῦμε ἑπομένως νά ποῦμε γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, καθοδηγούμενοι ἀπό τούς κατεξοχήν πνευματοφόρους ἀνθρώπους, τούς ἁγίους τῆς ᾽Εκκλησίας μας; ῎Οχι βεβαίως αὐτό πού ἐπιχείρησε ἡ σχολαστική θεολογία τῆς Δύσης, ὅτι δηλαδή τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἐξιλέωση τῆς Θείας Δικαιοσύνης, πού ζητοῦσε ἱκανοποίηση λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀνθρώπου, διότι κάτι τέτοιο συνιστᾶ ὑπόκυψη ἀκριβῶς στήν παγίδα πού ἀναφέραμε: τή διά λογικῆς προσέγγιση τοῦ Σταυροῦ, ἄρα στήν οὐσία στή διαστρέβλωση καί τήν ἀλλοίωση τοῦ νοήματος καί τοῦ περιεχομένου του. Τόν Θεό στήν περίπτωση αὐτή τόν κάνει κατ᾽ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου,καί μάλιστα τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία τῶν Πατέρων μας, σέ στάση ἄπειρου σεβασμοῦ πρός τό μυστήριο, εἶδε κυρίως δύο πράγματα καί αὐτά πρωτίστως ἐτόνισε:

(α) τήν ἄβυσσο τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, τέτοιας πού ἔπρεπε νά σταυρωθεῖ ἕνας Θεός γιά νά τήν καταργήσει, κάτι πού σημαίνει τήν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης λύτρωσης μέ ὁποιονδήποτε ἀνθρώπινο τρόπο, ἄρα καί τήν καταδίκη ὁποιουδήποτε μεσσιανισμοῦ, στηριγμένου σέ ἀνθρώπινα κηρύγματα καί σέ ἀνθρώπινες μόνο δυνατότητες, καί
      (β) τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού «κενώνει» τόν ἑαυτό Του, «κλίνει οὐρανούς καί κατέρχεται», προκειμένου νά ἄρει ἐπάνω Του Αὐτός τή δική μας ἁμαρτία καί νά μᾶς προσφέρει τή γλυκύτητα τῆς θεραπείας μας καί τή δικαιοσύνη Του. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ λειτούργησε καί λειτουργεῖ μ᾽ ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο ἀπ᾽ ὅ,τι ὁ ἀνθρώπινος, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία τοῦ ἐνόχου καί τήν ἀθώωση τοῦ ἀθώου. Βάσει τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀθῶος, ὁ Χριστός, τιμωρεῖται, ἐνῶ ὁ ἔνοχος, ὁ ἄνθρωπος, δικαιώνεται καί ἀθωώνεται, κι ἀπό τήν ἄποψη αὐτή κατανοεῖ κανείς ὅτι ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ γιά τήν πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα ἦταν ἡ θεραπεία της. ῎Ετσι μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός: θεραπεύοντάς μας!

4. Τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό «αἴρει τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» κυριολεκτεῖται: πάνω στόν Σταυρό σβήστηκαν οἱ ἁμαρτίες ὄχι μόνον τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῶν πρό αὐτῆς καί τῶν μετά ἀπό αὐτήν. Δέν ὑπῆρξε, δέν ὑπάρχει καί δέν θά ὑπάρξει ἄνθρωπος μετά τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού νά μή βρίσκεται αἰρόμενος ἐπί τοῦ Σταυροῦ, γεγονός πού εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπό τούς προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης καί μάλιστα τόν Ἡσαΐα, καί πού αὐτήν τήν πίστη στίς προφητεῖς ζητοῦσε ὁ Κύριος ἀπό τούς ᾽Ιουδαίους καί μάλιστα τούς μαθητές Του. «῏Ω, ἀνόητοι καί βραδεῖς τῇ καρδίᾳ, τοῦ πιστεύειν ἐπί πᾶσιν οἷς ἐκήρυξαν οἱ προφῆται»! Ὁ Κύριος «ἔδει παθεῖν» ἀκριβῶς γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε: τήν ἄρση τοῦ βάρους τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων, καί τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ ὅ,τι πιό παρήγορο ἔχει ἀκουστεῖ ποτέ στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κι αὐτό γιατί μετά τόν Σταυρό δέν ὑπάρχει ἁμαρτία ἀσυγχώρητη. Ὅ,τι κι ἄν κάνει ἕνας ἄνθρωπος, ὅλων τῶν εἰδῶν τίς ἁμαρτίες κι ἄν ἐπιτελέσει, μπροστά στήν Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη σβήνει καί χάνεται. Κι ἔκτοτε θεωρεῖται βλασφημία ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀπειρίας τῆς ἀγάπης αὐτῆς. ᾽Εκεῖνος δηλαδή πού θά ἐπικαλεστεῖ τίς πολλές ἤ μεγάλες ἁμαρτίες του γιά νά θέσει ἐρωτηματικό στή δυνατότητα τῆς συγγνώμης του ἀπό τόν Χριστό, στήν οὐσία εὐθέως βλασφημεῖ τόν Σταυρό Του καί ἀποκαλύπτει ἁπλῶς τήν ἀπιστία καί τήν ἀθεΐα του. Τίθεται στήν περίπτωση αὐτή σέ προτεραιότητα ἡ ἀνθρώπινη λογική ἔναντι τοῦ θελήματος καί τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. Γιά νά τό διατυπώσουμε μέ τούς ὅρους τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: Ὅλη ἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων ἄν μαζευτεῖ ἀπό τή μιά μεριά καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἄλλη, εἶναι σάν μιά σπίθα μπροστά σ᾽ ἕνα πέλαγος. Τί μπορεῖ νά κάνει ἡ σπίθα στό πέλαγος; Κι αὐτό τό παράδειγμα δέν εἶναι ἀπολύτως σωστό. Διότι τό πέλαγος ἔχει καί κάποια ὅρια, ἐνῶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπεριόριστη.

5. Ἡ μόνη στάση τοῦ πιστοῦ μπροστά στόν Σταυρό, ἔτσι, εἶναι ἡ προσκύνηση.»Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ»! Δηλαδή:

       - ἐν πίστει τά ἀποδεχόμαστε καί τά πιστεύουμε∙

       - γονατίζουμε ἐν κατανύξει μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί κτυπᾶμε τό στῆθος μας, σάν τόν τελώνη, γιά τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας μας∙

       - Τόν παρακαλοῦμε μέ ταπείνωση νά μᾶς ἐνισχύει γιά νά ἀκολουθοῦμε τά χνάρια τῆς ζωῆς Του, ὥστε νά Τόν νιώθουμε ἐν αἰσθήσει στήν καρδιά μας∙

       - προσερχόμαστε προπάντων πάντοτε ἐν μετανοίᾳ γιά νά κοινωνήσουμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του, ὅπως τό λέει καί πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: ὅταν προσέρχεσαι νά κοινωνήσεις, νά προσέρχεσαι μέ τήν πεποίθηση ὅτι κοινωνᾶς ἀπό τή λογχευμένη πλευρά τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, πού ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ. Τελικῶς, ἡ προσκύνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου ταυτίζεται ὡς διάθεση τουλάχιστον μέ τό βίωμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι. Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ ἐν ἐμοί Χριστός». Στό μέτρο πού ζοῦμε τόν Σταυρό, βλέπουμε καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ζωντανή στή ζωή μας.
᾽Αλλ᾽ αὐτό σημαίνει καί τήν ὅραση τῆς ᾽Αναστάσεώς του. «Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν Σου ᾽Ανάστασιν».

Τετάρτη 20 Απριλίου 2022

ΑΛΛΟΙΜΟΝΟ ΣΟΥ!

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ

«Τάς χεῖρας ἐξέτεινας, ἐν αἷς τόν ἄρτον ἔλαβες τῆς ἀφθαρσίας, λαβεῖν τά ἀργύρια, τό στόμα πρός φίλημα προσαγαγών δολίως, ἐν ᾧ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί τό Αἷμα ὑπεδέξω˙ ἀλλ’ οὐαί σοι! ὡς φησίν ὁ Χριστός» (ωδή θ΄ Τριωδίου, Αγίου Ανδρέου Κρήτης).

(Με τα χέρια που άπλωσες για να λάβεις τον άρτο της αφθαρσίας, πήρες  και τα αργύρια, όπως και το στόμα με το οποίο υποδέχτηκες το σώμα και το αίμα του Χριστού το έφερες κοντά Του με δόλιο τρόπο για να Τον φιλήσεις. Αλλά αλλοίμονό σου! Όπως λέει ο Χριστός).

Την κατάσταση του προδότη μαθητή Ιούδα διεκτραγωδεί ο μεγάλος άγιος Πατήρ Ανδρέας Κρήτης, επικεντρώνοντας στα χέρια και το στόμα του! Είναι τα χέρια που κράτησαν τον Κύριο στην πρώτη Θεία Λειτουργία που τέλεσε Εκείνος επί της γης στον Μυστικό Δείπνο, υπό τα είδη του Άρτου. Στο πρώτο «λάβετε, φάγετε, τούτο μού εστι το Σώμα» που είπαν τα χείλη του Δημιουργού – τα ιδρυτικά λόγια του μυστηρίου της Ευχαριστίας που έκτοτε και εις τους αιώνας επαναλαμβάνει μέσω των ιερέων Του – ήταν παρών και εκείνος, Τον άκουσε να τον καλεί με το όνομά του, να του προσφέρει το ίδιο το αγιασμένο σώμα Του, να τον καθιστά μέτοχο του Ίδιου του Εαυτού Του – Ένα με εκείνον και τους άλλους μαθητές! Κι ακόμη: τα εν συνεχεία παράδοξα λόγια Του που μιλούσαν για το Αίμα Του μέσα από τον αγιασμένο Οίνο: «Πίετε εξ Αυτού πάντες. Τούτο γαρ εστι το Αίμα μου, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». Κι ήλθε η σειρά του να φέρει το στόμα του σ’ αυτόν τον Οίνο που ήταν η κρυμμένη παρουσία του Διδασκάλου – το στόμα του Τον γεύτηκε κι η ζεστασιά Του απλώθηκε σε όλο του το σώμα.

Μα, τι περίεργο! Δεν ένιωσε τίποτε καλό. Το αντίθετο: είδε να σκληραίνει η καρδιά του και σαν να τον καταλαμβάνει ένα κύμα οργής και αγριότητας απέναντι σ’ Εκείνον που μέχρι τότε ακολουθούσε. Κάτι σκοτεινό ένιωσε να πλημμυρίζει την ύπαρξή του που τον έκανε να μην αντέχει να παρακάθεται μαζί Του και με τους άλλους – ένας πνιγμός που τον έσπρωχνε να φύγει για να «αναπνεύσει»! «Ό,τι έχεις να κάνεις κάν’ το γρήγορα», άκουσε μακρινά μέσα στο βουητό του κεφαλιού του. Βγήκε έξω και κοίταξε τα χέρια του που έτρεμαν. Τα χέρια που μόλις είχαν πιάσει το «σώμα» του Δασκάλου – έτσι είχε πει. Τα ίδια χέρια, θυμήθηκε, που λίγες ώρες πριν είχαν λάβει τα αργύρια από τους αρχιερείς και τους Γραμματείς για την προδοσία του τάχα Μεσσία! Είναι αλήθεια ότι είχε απογοητευθεί πολύ από τον Διδάσκαλο – αλλιώς Τον περίμενε και αλλιώς του «βγήκε». Δεν έκανε τίποτε ο Ιησούς για τους εχθρούς Ρωμαίους. Εκείνοι συνέχιζαν να είναι οι κατακτητές και ο Χριστός αντί να ηγηθεί επαναστατικού κινήματος προσανατόλιζε τους ακολούθους Του σε άλλα Βασίλεια, έξω από τη γη που πατάμε, στους Ουρανούς! Και οι αρχιερείς; Απογοητευμένοι και εκείνοι όπως και ο ίδιος. Τον ήξεραν, τον πλησίασαν, τους πλησίασε – του έταξαν και χρήματα! Και δεν μπορούσε να αρνηθεί σ’ αυτά που είχαν τέτοια δύναμη στον κόσμο – ήταν η αδυναμία του, γιατί περιέκλειαν δύναμη˙ δύναμη επιβολής. Κάτι θα είχε καταλάβει και ο Δάσκαλος που του ανέθεσε το ταμείο της ομάδας! «Το γλωσσόκομον εκράταγε».

Ένιωσε το στόμα του στεγνωμένο και γυρόφερε τη γλώσσα του – ο Οίνος που μόλις είχε πιει ήλθε και πάλι με τη γεύση του. «Το αίμα Του», σκέφτηκε τα λόγια του Ιησού. Σαν να δαιμονίστηκε: «μας κορόϊδεψε»! Έτρεξε να βρει τους νέους συντρόφους του, έστω κι αν τους απεχθανόταν. Ο Ιησούς έπρεπε να παραδοθεί στους αρχιερείς και στις αρχές – ό,τι είχαν κανονίσει. Το σχέδιο που του είπαν ήταν απλό: θα τους οδηγούσε εκεί που συνήθιζαν να πηγαίνουν ο Χριστός με τους μαθητές Του. Και σημάδι, μέσα στη νύχτα, για το Ποιον έπρεπε να συλλάβουν ήταν ένα φίλημα. Εκείνος, ο Ιούδας, με την απογοητευμένη και συντριμμένη καρδιά από τα γκρεμισμένα όνειρά του, θα πήγαινε στον Αρχηγό και θα του έδινε ένα φίλημα: κανείς δεν θα τον παρεξηγούσε. Μαθητής Του ήταν μέχρι τώρα! Κάτι κρύο πήρε και πάλι να ανεβαίνει στην καρδιά του. Και πάλι συνδύασε το στόμα του που γεύτηκε τον Οίνο του Δείπνου με τον Χριστό, με εκείνο το ίδιο που θα φιλούσε τον Δάσκαλο. Δεν ένιωσε καλά, αλλά ο «σκοπός» και τα χρήματα τού θέριεψαν και πάλι την καρδιά. «Με φίλημα, Ιούδα, προδίδεις τον Διδάσκαλο;» ήταν τα τελευταία λόγια που άκουσε από Εκείνον και το θλιμμένο βλέμμα Του θα τον κυνηγούσε για πάντα! Όλα σωριάστηκαν μέσα του και το μόνο που «ανέτειλε» ήταν μια θηλιά και ένα δέντρο!  

Τα χέρια και το στόμα του προδότη μαθητή. Αυτά που λειτούργησαν σε διπλό επίπεδο: από τη μια με τον Χριστό, από την άλλη εναντίον Του. Δεν κατάλαβε τίποτε από εκείνα που βεβαίωνε ο μέχρι τότε Δάσκαλός του: «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Και «ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστι». Και τελικώς ζούσε μέσα στο «ουαί», το «αλλοίμονό σου» που λέει ο Κύριος και επαναλαμβάνει ο άγιος Ανδρέας. Γιατί τελικώς η ζωή του ήταν μέσα στην υποκρισία: άλλα να σκέπτεται και να λογίζεται μέσα του και άλλα να ενεργεί εξωτερικά με τα λόγια και τις πράξεις του. Η υποκρισία: αυτή που φέρνει τον δαιμονισμό του ανθρώπου, από την οποία πρέπει να παρακαλούμε τον Θεό να μας απαλλάξει, ώστε ο λόγος του Θεού να καταλαμβάνει όλη την ύπαρξή μας.

ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ

«Ει ουν υμείς φίλοι μού εστε, εμέ μιμείσθε…» (Απόστιχα αίνων)

Μεγάλη Πέμπτη: η παράδοση των μυστηρίων της Εκκλησίας, της Θείας Ευχαριστίας. Και μαζί μ’ αυτήν: το νίψιμο των ποδιών των μαθητών, η υπερφυής προσευχή μετά τον Μυστικό Δείπνο, η προδοσία του Ιούδα. Συγκλονιστικά γεγονότα που τα παρακολουθεί κανείς σιωπηλός, με μαζεμένο τον νου, με φρίκη μπροστά στην άπειρη αγάπη του Κυρίου, με δάκρυα στα μάτια και την καρδιά. Κι εκείνος ο λόγος του Κυρίου, που τον απηύθυνε πρώτα στους δώδεκα μαθητές Του, όταν τους έπλυνε τα πόδια, κι έκτοτε ισχύει ως προτροπή για κάθε πιστό κάθε εποχής: «Αν είστε φίλοι μου, να μιμείσθε εμένα», ακούγεται αξιωματικά.

Μπορούμε καταρχάς να είμαστε φίλοι Του; Πώς να είσαι φίλος μ’ Εκείνον που είναι ο παντοδύναμος και Δημιουργός Θεός; Η ανθρώπινη λογική ιλιγγιά και τρέμει, γιατί νιώθει ενώπιον του άπειρου μεγαλείου του Θεού τη δική της άπειρη μικρότητα. Αλλά η στάση αυτή της λογικής είναι το σύμπτωμα του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου μας. Γιατί ο Θεός  ήλθε στον κόσμο στο πρόσωπο του Χριστού μας, και έδειξε ότι εμείς οι μικροί και αδύναμοι άνθρωποι είμαστε γι’ Αυτόν ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει. Τόσο πολύτιμο μάλιστα που πρόσφερε και προσφέρει τον εαυτό Του για χάρη μας.

Φίλοι λοιπόν του Θεού μας. Εκείνος μας έδωσε τη δυνατότητα και τη χάρη αυτή. Μας το είπε καθαρά: «Υμείς φίλοι μου εστέ. Ουκέτι υμάς λέγω δούλους». Δεν σας ονομάζω δούλους. Είστε φίλοι μου. Υπάρχει μεγαλύτερη τιμή; Η λαϊκή παροιμία το επιβεβαιώνει: Δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι. Αν είμαστε φίλοι με τον Χριστό, σημαίνει ότι κι εμείς είμαστε ίδιοι με Αυτόν. Στο πρόσωπό μας, στο πρόσωπο του κάθε συνανθρώπου μας, μπορούμε να βλέπουμε πια την παρουσία Εκείνου. Και πλησιάζοντας Εκείνον, μας σπρώχνει αμέσως προς τον πλησίον μας.

Έτσι; Χωρίς προϋποθέσεις; Τέτοιο μεγαλείο χωρίς όρους; Χωρίς όρους, ναι, πλην ενός. Να θέλουμε κι εμείς τη φιλία Του. Και γι’ αυτό να Τον ακολουθούμε στον τρόπο της ζωής Του. Αφού σας έκανα ένα μ’ Εμένα, μας λέει, να μιμείσθε τον τρόπο της ζωής μου. Όχι με μία μίμηση ασφαλώς εξωτερική, αλλά με μία διάθεση να αφήνουμε Εκείνον να δρα μέσα από εμάς. Είμαι λοιπόν φίλος Του σημαίνει ότι Τον μιμούμαι: στη θυσιαστική αγάπη Του, στην αγία ταπείνωσή Του, στην απόλυτη υπακοή στον Θεό Πατέρα Του – είναι η δοσμένη σ’ εμένα δυνατότητα.

 Η Μεγάλη Πέμπτη μας θυμίζει τη συγκλονιστική μυστική αυτή πραγματικότητα που διαιωνίζεται αδιάκοπα στην Εκκλησία: η ζωή μας να φανερώνει τη φιλία μας σ’ Εκείνον. Οι φίλοι του Χριστού είναι οι συνεχιστές της δικής Του ζωής μέσα στον κόσμο. Πόσο άραγε φίλοι Του είμαστε  εμείς;

Τρίτη 19 Απριλίου 2022

ΑΝΑΤΡΟΠΗ

Ο κοντινός Κυρίου με την ταυτότητα

του Γένους του ολούθε  σφραγισμένος

φανέρωσε τον θησαυρό που ’κρυβε στην καρδιά του˙

Θεός και αρχηγός του ο χρυσός που 

λάμψη έφερνε με βια στα φλογισμένα μάτια,

τα μαθημένα χώμα και λάσπη να κοιτούν.

 

Κι η μακρινή και ξένη, του δρόμου η γυναίκα,

μονάχο φτύσμα των καλών και «ηθικών»,

που ’ξεραν λίθους με γωνιές να ρίχνουν πάνωθέ της,

έδειξε πως δικός της θησαυρός

είν’ ο Χριστός που τους χαμένους κυνηγούσε.

 

Άπλωσε χέρια ο μαθητής τ’ αργύρια να πάρει

και μαύρο χέρι δαίμονα έκλεψε την καρδιά του.

Άπλωσε χέρια η ποταπή μύρο για να προσφέρει

κι είδε το Μύρο τ’ Άγιο να την κερνά τη χάρη.

 

Η λογική τ’ ανθρώπου απόγινε αργή κι οι 

«ασφαλείς» αισθήσεις σβήστηκαν απ’ τον χάρτη.

ΤΟ ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ

ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ

«Άπλωσε η πόρνη τις τρίχες της κεφαλής της σε Σένα τον Δεσπότη. Άπλωσε ο Ιούδας τα χέρια στους παράνομους. Η πρώτη, για να λάβει την άφεση των αμαρτιών της, ο δεύτερος, για να πάρει χρήματα» (απόστιχα)

Δύο παραδείγματα μας προβάλλει απόψε η Εκκλησία μας. Ένα θετικό και ένα αρνητικό. Το ένα για να το μιμηθούμε. Το άλλο για να το αποστραφούμε. Μία πόρνη γυναίκα και ένα μαθητή του Κυρίου. Και προφανώς θα έλεγε κανείς ότι το θετικό και καλό παράδειγμα είναι ο μαθητής του Χριστού, ενώ το αρνητικό η πόρνη γυναίκα. Αλλά τα πράγματα, όπως όλοι ασφαλώς γνωρίζουμε, κινούνται ανατρεπτικά: η πόρνη προβάλλεται ως εκείνη που πρέπει να μιμούμαστε, και μάλιστα σε όλη τη ζωή μας· ο μαθητής προβάλλεται ως εκείνος που πρέπει να αποστρεφόμαστε, για να μην οδηγηθούμε σαν κι εκείνον στην καταστροφή!

Κι είναι ευνόητο: η πόρνη είναι εκείνη που έγινε το διαχρονικό πρότυπο όχι βεβαίως για την πορνεία της, αλλά για τη μετάνοια την οποία επέδειξε, καθώς ένιωσε τη χάρη και την αγάπη του Κυρίου. Ο μαθητής Ιούδας είναι εκείνος που οι αιώνες αποστρέφονται, όχι ασφαλώς για την επίζηλη θέση του: να είναι δίπλα στον Κύριο ως μαθητής Του, αλλά για την προδοτική στάση του την οποία κράτησε τελικώς απέναντι στον Διδάσκαλό του!

Που θα πει: εκείνο που μετράει πάντοτε ενώπιον του Θεού μας, ανεξάρτητα από το τι κάναμε ή κάνουμε, σπουδαίο και σημαντικό ίσως, είναι τελικώς ό,τι υπερτερεί στην καρδιά μας. Όχι τι φαινόμαστε, αλλά τι είμαστε είναι εκείνο που στέκει αδιάκοπα ενώπιον του Θεού μας, δηλαδή το περιεχόμενο της καρδιάς μας που είναι και ο αληθινός θησαυρός μας. Πρόκειται για τη συγκλονιστική αλήθεια που είπε ο Κύριος και δεν της δίνουμε συνήθως και μεγάλη σημασία: «όπου ο θησαυρός υμών, εκεί και η καρδία υμών έσται». Με άλλα λόγια, για να δω τον θησαυρό μου, τον ίδιο τον Θεό μου, πρέπει να κοιτάξω μέσα μου και να δω τι κυριαρχεί εκεί. Στον Ιούδα, τον μαθητή του Χριστού, κυριάρχησε αντί του Χριστού το χρήμα: τον κέρδισε το πάθος της φιλαργυρίας, οπότε ακολουθούσε τον Κύριο όντας ειδωλολάτρης· στην πόρνη γυναίκα κυριάρχησε αντί της φιληδονίας και της πορνείας της η αγάπη του Χριστού που την οδήγησε στη συγκλονιστική μετάνοιά της.

Εντελώς ανατρεπτικό πράγματι το σκηνικό: μας εμβάλλει κυριολεκτικά σε φόβο, γιατί μας κάνει να σκεφτούμε ότι τίποτε το εξωτερικό, το μετρήσιμο με τις αισθήσεις μας και τη λογική μας, δεν μπορεί να είναι το σταθερό έδαφος που μπορούμε να πατήσουμε. Το μόνο σωτήριο για μας είναι η αγάπη του Θεού μας. Αυτή που έκανε και την άσωτη γυναίκα να μεταστραφεί και να γίνει υπόδειγμα αγιότητας!