«Ο όσιος έζησε επί της βασιλείας Λέοντος του Ισαύρου
και Κωνσταντίνου του υιού του (8ος αι.) και καταγόταν από λαμπρό γένος που διακρινόταν για
την ορθόδοξη πίστη του. Ο πατέρας του ήταν φιλάρετος άνθρωπος, ο οποίος έδωσε
στον υιό του Ιωάννη τη δυνατότητα να εκπαιδευθεί στα ελληνικά γράμματα, αλλά
και να εξερευνήσει καλά τον βυθό της θεόπνευστης Γραφής. Αργότερα ο Ιωάννης
ακολούθησε τον μοναχικό βίο μαζί με τον μακαριότατο Κοσμά που ζούσαν μαζί (ως αδέλφια, γιατί τον είχε υιοθετήσει ο πατέρας του οσίου) και που
ύστερα έγινε επίσκοπος της περιοχής Μαϊουμά. Και οι δύο λοιπόν εκπαιδεύθηκαν
από έναν δάσκαλο, που και εκείνος λεγόταν Κοσμάς (ο επιλεγόμενος Ασηκρίτης: σύμβουλος και ιδιαίτερος γραμματέας) και είχε
εξαγοραστεί από τον πατέρα τού Ιωάννη μαζί με άλλους αιχμαλώτους. Ο Ιωάννης και
ο (θετός) αδελφός του Κοσμάς λοιπόν αφού έφτασαν στο άκρο σημείο της σοφίας, με
τέτοιο δάσκαλο που είχαν, έπειτα έγιναν μοναχοί, αφιερωμένοι στον Θεό.
Ο Ιωάννης παραδόθηκε εντελώς στον προεστώτα της Μονής του
αγίου Σάββα, ο οποίος του δίδασκε προσωπικά τη μακάρια αρετή της υπακοής. Σ’
αυτόν τον προεστώτα λοιπόν λέγεται ότι του εμφανίστηκε η Υπεραγία Θεοτόκος σε
όνειρο και του είπε (όσο ακόμη ο Ιωάννης ζούσε μαζί με τον διδάσκαλο), ή μάλλον
του έδωσε εντολή να επιτρέψει στον μαθητή του Ιωάννη να συνθέσει ύμνους προς
δόξαν του Χριστού που γεννήθηκε ασπόρως από αυτήν, και για καύχημα αυτών που
οφείλουν να δοξολογούν την Ίδια μέσα από την καρδιά τους. Αυτό λοιπόν και
συνέβη, οπότε ο Ιωάννης άρχισε να γράφει ύμνους και λόγους.
Χωρίς λοιπόν να εγκαταλείψουν καθόλου την ασκητική τους
διαγωγή ο Ιωάννης και ο Κοσμάς, ο μεν μακάριος Κοσμάς αφού άφησε πολλά
συγγράμματα στην Εκκλησία, αναπαύτηκε εν ειρήνη. Ο δε αοίδιμος Ιωάννης, αφού
έπραξε και αυτός τα όμοια με τον Κοσμά και πλείστα άλλα∙ αφού μάλιστα με τη δύναμη των λόγων του και με τις σοφές
αποδείξεις από τις Γραφές στηλίτευσε πάρα πολύ τη δυσεβή αίρεση των Εικονομάχων
και άφησε πολλά συγγράμματα στην Εκκλησία του Θεού με τα οποία βρίσκεται η
καθαρή γνώσις σχεδόν κάθε θέματος που αναζητεί κανείς, σε βαθύ γήρας έφυγε από
τη ζωή αυτή, σε ηλικία εκατόν τεσσάρων χρονών (κατ’ άλλους ογδόντα τεσσάρων
χρονών)».
Τρία είναι κυρίως τα σημεία στα οποία κινείται η χαριτόβρυτη
γραφίδα του αγίου υμνογράφου Στεφάνου του Σαββαῒτου, προκειμένου να υμνήσει τον
μεγάλο Πατέρα και υμνογράφο της Εκκλησίας Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Πρώτον, ο
αντιαιρετικός του αγώνας εναντίον όλων εκείνων των κακοδόξων, οι οποίοι
διαστρέβλωναν την ορθόδοξη πίστη και για την αγία Τριάδα και για τον Κύριο
Ιησού Χριστό. Δεύτερον, ο υμνολογικός όγκος των ποιημάτων του, με τα οποία
δοξάζεται πέραν από την αγία Τριάδα και τον Κύριο, η Υπεραγία Θεοτόκος (που
κατ’ εντολήν Εκείνης ενεργοποιήθηκε το υμνολογικό του χάρισμα)
και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Τρίτον, η βασική προϋπόθεση για να υπάρχει όλο
το έργο του αγίου και όλη η προσφορά του στην Εκκλησία, ιδίως δε να υφίσταται
στους αιώνες το δώρο του Θεού που είναι η ίδια η ύπαρξή του: ο εσωτερικός
άγρυπνος νηπτικός του αγώνας που εκφραζόταν με την όλη ασκητική του προσπάθεια
και αγωγή.
Κι αξίζει να τονίσει κανείς από το πρώτο σημείο, ότι όντως ο άγιος αγωνίστηκε στην εποχή του κατά
όλων των αιρέσεων, κυρίως όμως κατά της αίρεσης της εικονομαχίας: της
αμφισβήτησης της ύπαρξης των εικόνων στην Εκκλησία, αίρεσης που απεδείκνυε στην
πραγματικότητα τη συνέχεια των χριστολογικών αιρέσεων του μονοφυσιτισμού (:ο
Χριστός είναι μόνον Θεός) αλλά και του νεστοριανισμού (: ο Χριστός είναι μόνον
άνθρωπος), επομένως πιο πίσω οδηγούσε και στις τριαδολογικές αιρέσεις, όπως του
αρειανισμού και των Πνευματομάχων. «Έλεγξες με σαφήνεια εγγράφως, Ιωάννη, τη
διαίρεση του Νεστορίου, τη σύγχυση του Σεβήρου, την παρανοϊκή πίστη αυτών που
έλεγαν ότι ο Κύριος έχει μία μόνο θέληση και μία ενέργεια, καθώς άστραψες σε
όλον τον κόσμο το φως της ορθοδοξίας» (ωδή η΄). Κι ακόμη: «Έσπειρε ο εχθρός
(διάβολος), κατά τη συνήθειά του, τα ζιζάνια των αιρετικών στην Εκκλησία του
Χριστού: δηλαδή να αθετείται η προσκύνηση Εκείνου με τις σεπτές εικόνες. Όμως βρήκε
εσένα, Ιωάννη, να είσαι ξύπνιος και να ξεριζώνεις κάθε νόθο σπόρο» (ωδή η΄).
Εννοείται βεβαίως ότι ο αντιαιρετικός αγώνας του αγίου
γινόταν πάντα με θετική φορά∙ δηλαδή με την παρουσίαση και έκθεση ταυτοχρόνως
των ορθοδόξων δογμάτων, τα οποία διαφυλάσσουν την αλήθεια της αποκάλυψης του
Χριστού. Το σημειώνει με σαφήνεια ο υμνογράφος: «Ανέτρεψες με τη σοφία σου τις
αιρέσεις, παμμακάριστε πάνσοφε Ιωάννη, και έδωσες το ορθόδοξο δόγμα στην
Εκκλησία, προκειμένου να έχει την ορθή πίστη αλλά και να δοξολογεί ορθά την
αγία Τριάδα ως Μονάδα τρισυπόστατη σε μία ουσία» (εξαποστειλάριο). Δεν θέλουμε
να επεκταθούμε σε περισσότερες αναλύσεις και με περισσότερες παραπομπές του
κανόνα του αγίου. Εκείνο όμως που δεν πρέπει να ξεχνάμε, κάθε φορά μάλιστα που
εισερχόμαστε σε οποιοδήποτε ναό ή και στο σπίτι μας με το προσκυνητάρι μας,
είναι ότι για την ύπαρξη των εικόνων που και μόνο βλέποντάς τες αναγόμαστε στον
Κύριο και σε όλους τους αγίους εν κατανύξει, ο πρώτος Πατέρας που θεολόγησε γι’ αυτές φανερώνοντας την αίρεση των εικονομάχων είναι
ακριβώς ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Στη θεολογία κυρίως εκείνου στηρίχτηκε η
Εκκλησία μας κατά την έβδομη Οικουμενική Σύνοδο (787) για να δογματίσει
θεοπρεπώς.
Από το δεύτερο σημείο του υμνολογικού πλούτου του χαρίσματός του να
πούμε, ακολουθώντας τον άγιο υμνογράφο, ότι πράγματι όχι μόνο τον Θεό μας: την
αγία Τριάδα και τον Κύριό μας, αλλά και την Παναγία μας (κατεξοχήν Αυτήν) και
όλους τους αγίους υμνολόγησε ο άγιος Ιωάννης. Είδαμε ότι η ίδια η Θεοτόκος ήταν
Εκείνη που με εντολή Της ενεργοποίησε το χάρισμα του αγίου, σε βαθμό που πολλοί
ύμνοι της Εκκλησίας μας που τους έχουμε στο στόμα και την καρδιά μας (όπως π.χ.
η αναστάσιμη υμνολογία ή οι ιαμβικοί κανόνες των Χριστουγέννων) είναι του αγίου
Δαμασκηνού, πολύ περισσότερο δε οι τριαδολογικοί λεγόμενοι κανόνες του, του
Σαββατοκύριακου, όπου εκεί ανοίγεται κυριολεκτικά ο νους του πιστού ανθρώπου
για να δει την πίστη του σε όλες της τις διαστάσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι ο
όσιος μέγας Πορφύριος αγαπούσε υπερβαλλόντως τους κανόνες αυτούς, τους έψελνε,
τους μάθαινε απ’ έξω, εντρυφούσε στη θεολογία τους. Κυρίως αυτούς είχε υπόψη
όταν έλεγε σε νεαρό που ήθελε να σπουδάσει θεολογία ότι και μόνον η προσεκτική
και στοχαστική με προσευχητική διάθεση εντρύφηση στους τριαδολογικούς κανόνες
ισοδυναμεί με τη λήψη ενός θεολογικού πτυχίου.
«Δίδαξες όλους τους υιούς της Εκκλησίας να υμνολογούν
ορθοδόξως τη σεπτή Τριαδική Μονάδα, όπως και να θεολογούν τη θεία σάρκωση του
Λόγου του Θεού, διατρανώνοντας με σαφήνεια, Ιωάννη, τα δυσκολονόητα για τους
πολλούς των ιερών συγγραφών» (ωδή θ΄). Αλλά και: «Υμνολόγησες, όσιε, τα τάγματα
των αγίων, την αγνή Θεοτόκο, τον Πρόδρομο του Χριστού, κι ακόμη τους
Αποστόλους, τους Προφήτες, τους σοφούς Διδασκάλους μαζί με τους ασκητές, τους
Δίκαιους και τους Μάρτυρες, γι’ αυτό και τώρα βρίσκεσαι στις δικές τους σκηνές»
(ωδή θ΄). Θα ήταν καλό, έστω και ως γνώση, να πούμε ότι στο όνομά του
αναφέρονται 531 ειρμοί, 115 τουλάχιστον κανόνες, 453 ιδιόμελα και 139 στιχηρά
προσόμοια, όπως και ότι στο δικό του όνομα επίσης προσγράφονται και τα
νεκρώσιμα ιδιόμελα.
Το τρίτο σημείο είναι αυτό στο οποίο κυριολεκτικά αναλώνεται ο
όσιος Στέφανος, ο υμνογράφος του. Θα λέγαμε ότι έχει τη διαρκή έγνοια μη τυχόν
και θεωρήσει κανείς το έργο του αγίου Δαμασκηνού ως καρπό μίας διανοητικής και
μόνο αναζήτησης ή ενός σπουδαίου έστω στοχασμού. Απαρχής μέχρι τέλους
προσανατολίζει τη σκέψη μας, αλλά και την προσευχή μας, στα ένδον του αγίου:
στην καρδιά του και τον πνευματικό αγώνα τον οποίο έκανε, ώστε να μας κάνει να
καταλάβουμε πως ό,τι έγραψε και έκανε ο άγιος ήταν απαύγασμα της προσευχομένης
βαθειάς καρδιάς του – μία έμπνευση Θεού (για να θυμηθούμε τον άγιο Σωφρόνιο της
εποχής μας). Δεν παύει να μας λέει ότι ο Κύριος και το Άγιο Πνεύμα ήταν οι
πηγές έμπνευσης του οσίου Ιωάννη, γιατί ο ίδιος με τη θερμότητα της αγάπης του
προς τον Θεό κατέστησε τον εαυτό του, την ψυχή και το σώμα του, δεκτικό έδαφος
για να αρδευτεί από τον Ουρανό.
Εντελώς δειγματοληπτικά: «Φωτίστηκες κατά το οπτικό της
ψυχής από το λαμπρός φως της Τριάδος. Εισήλθες μέσα στον γνόφο του Πνεύματος»
(στιχ. εσπερ.). «Ένδοξε Πάτερ Ιωάννη, απομακρύνθηκες από την κοσμική ταραχώδη
σύγχυση και έτρεξες στη γαλήνη του Χριστού. Και πράγματι έτσι πλούτισες από τη
θεϊκή θεωρία και την πράξη» (απόστ. εσπ.). «Δάμασες με πολλούς ιδρώτες της
ασκήσεως το σώμα σου, γι’ αυτό και εύκολα ανέβηκες σε ουράνιο ύψος, εκεί που
σου δίνονται τα θεϊκά μέλη, τα οποία μελώδησες δυνατά, πάτερ όσιε, στους φίλους
του Κυρίου» (κοντάκιο). «Αφού έκανες πέρα την απάτη του βίου και σήκωσες τον
Σταυρό του Κυρίου, πάλαιψες δυνατά με την άσκησή σου τον Πονηρό» (κάθισμα
δοξαστικό όρθρου) κ.ά.π.
Στο πρόσωπο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού βλέπουμε τι
σημαίνει μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας: να συμβασιλεύει με τον Κύριο, αλλά και
να είναι ο φίλος και ο προστάτης μας σε όλα τα δύσκολα του βίου.