Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2024

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ Ο ΘΕΟΣ!

«Ὅποιος νιώσει λίγο, λίγο Φῶς τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀγαπᾶ μετέπειτα ὅλο τὸν κόσμο. Προσεύχεται γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Βλέπεις τί εἶναι ὁ Θεὸς καὶ τί εἶσαι ἐσύ. Κλαῖς γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου μετά. Δὲν ξέρω τίποτα ἄλλο. Ρωτῆστε τοὺς μορφωμένους νὰ σᾶς τὰ ποῦν. Ἐγὼ νιώθω ὅτι τέσσερα πράγματα θέλει κυρίως ὁ Θεός: Μετάνοια, ταπείνωση, σιωπή, ἀγάπη ποὺ ἔχει καὶ τὴν ἐλεημοσύνη ἐν κρυπτῷ. Αὐτὰ εἶναι ἡ βάση. Τὰ ἄλλα ἔρχονται μετά...» (Γερόντισσα Γαλακτία Κρήτης).

Η Γερόντισσα Γαλακτία από το χωριό Πόμπια Ηρακλείου Κρήτης (1926-2021), γνωστή κυρίως στην Κρήτη αλλά επ’ εσχάτων και σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνον, απέκτησε φήμη οσίας γυναίκας λόγω της αγιασμένης ζωής της και του πλούτου των χαρισμάτων της, μαρτυρουμένων από πλήθος σοβαρών εκκλησιαστικών προσώπων, κληρικών και λαϊκών. Πλην ολίγων περιπτώσεων που στέκονταν και στέκονται με επιφύλαξη απέναντί της, οι πολλοί κινούνται σχεδόν ενθουσιαστικά προς αυτήν, γιατί αδυνατούν να μη αποδεχτούν με μεγαλύτερη ή μικρότερη επίγνωση ότι πρόκειται περί ανθρώπου που η χάρη του Θεού άρδευε την ψυχή και το σώμα της και την έκανε να ακτινοβολεί το μύρο της πίστεώς της, με αποτέλεσμα την επί τα βελτίω αλλαγή της δικής τους ζωής. Δεν συνιστά τούτο ένα καίριο στοιχείο για την αναγνώριση ενός αγίου ανθρώπου; Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «το δένδρον εκ του καρπού γινώσκεται». Και ο καρπός που έφερε σε κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο η συνάντηση με τη Γαλακτία ήταν ακριβώς η μετάνοια.

Εκκλησιαστικοί άνθρωποι από την Κρήτη, που τη γνώρισαν και την έζησαν για χρόνια πολλά, μιλούσαν και μιλάνε με μεγάλο θαυμασμό για την κατά Χριστόν βιοτή της, σε βαθμό τέτοιο που εγνωσμένης αγιότητας μακαριστός τώρα Γέροντας είχε πει: «Είδα την προσευχή της και τρόμαξα!» (Γέρων Αναστάσιος). Δεν δίσταζε μάλιστα και αυτός και άλλοι σπουδαίο ιερομόναχοι να σπεύδουν πρώτοι να φιλήσουν το αγιασμένο χέρι της κατάκοιτης Γερόντισσας, κάνοντάς της να εκπλήττεται και να αυξάνει την τεράστια ταπείνωσή της. Αλλά και άλλοι εκκλησιαστικοί, όχι Κρητικοί, ακούγοντας για τη θεοφιλή ζωή της και σπεύδοντας να τη συναντήσουν έμεναν έκθαμβοι μπροστά στο πνευματικό μεγαλείο της. Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος, ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ ή ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος για παράδειγμα ανήκουν σ’ αυτούς που θεώρησαν ευλογία τη συνάντησή τους με την οσιακού ύψους αυτή γυναίκα και ένιωσαν την ανάγκη να καταθέσουν δημόσια τη μαρτυρία τους αυτή. Ο επίσκοπος Ναυπάκτου μάλιστα, με τον οποίο η Γερόντισσα απέκτησε μία ιδιαίτερη σχέση και κοινωνία – γιο της τον χαρακτήριζε και πολλές επιστολές του έστειλε – σε ομιλία του για την αγία αυτή μορφή ανέφερε δέκα χαρακτηριστικά που ισχύουν στην Εκκλησία μας και που μας δίνουν τη δυνατότητα να διακρίνουμε τον άνθρωπο του Θεού από τον πλανεμένο άνθρωπο. Για να φτάσει στο συμπέρασμα-ομολογία ότι η Γαλακτία υπερακοντίζει κατά πολύ το επίπεδο ενός καλού θεωρούμενου χριστιανού, αφού παρουσιάζει έκδηλα τα χαρίσματα ενός μεγάλου αγίου, επιπέδου σχεδόν του οσίου συγχρόνου μας Πορφυρίου.

Πράγματι, αγία ζωή στηριγμένη στις εντολές του Κυρίου Ιησού Χριστού, διόραση, προόραση, θαύματα, πνευματική ευωδία, αποτελούν μερικά από όσα μαρτυρούνται για τη ζωή της απλής κατά τα άλλα αυτής γυναίκας, τα οποία είναι υποχρεωμένος κανείς να αποδεχτεί, γιατί γνωρίζει εκείνους που τα βεβαιώνουν: ανθρώπους κατά πάντα αξιοσέβαστους και αξιόπιστους. Αλλά και καθένας που έρθει σε επαφή με τον λόγο της, τις συμβουλές της, τις εκτιμήσεις της, δεν θα δυσκολευτεί, νομίζουμε, να οσφρανθεί την ατμόσφαιρα της καρδιάς της που δεν είναι άλλη από την ατμόσφαιρα του ουρανού. Κι ακριβώς μέσα στο πλαίσιο αυτό επιλέξαμε ένα από τα πολλά λόγια της αγίας Γερόντισσας.

Ποια η διαπίστωση πρώτα από όλα της σοφής Γερόντισσας; Ότι ξέρει λίγα πράγματα για τον Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο. Όποιος θέλει να μάθει περισσότερα θα πρέπει να ρωτήσει τους μορφωμένους, δηλαδή τους θεολόγους της Εκκλησίας που μπορούν να αναπτύξουν ό,τι εκείνη με τα «λίγα» της ήξερε. Και τι διαπιστώνουν οι θεολόγοι, οι μορφωμένοι; Ότι ίσως όσα οι ίδιοι κατέχουν ως γνώση με τις σπουδές τους, η Γερόντισσα Γαλακτία τα ήξερε από τον φωτισμό της καρδιάς της, ήταν δηλαδή «διδακτή Θεού», αυτό που έλεγε ήταν διήγηση της εμπειρίας της – «εμπειρική θεολόγο» τη χαρακτηρίζουν εκείνοι που την προσεγγίζουν προσεκτικά και με φόβο Θεού!

Τι ήξερε λοιπόν η αγία αυτή γυναίκα; Ότι ο Θεός είναι «φως και σκοτία εν Αυτώ ουκ έστιν ουδεμία». Το είχε ζήσει και το ζούσε η Γερόντισσα, επιβεβαιώνοντας αυτό που έλεγαν οι Καππαδόκες Πατέρες, και μάλιστα ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης: «γνώσις εστί μετουσία» - γνωρίζεις τον Θεό όχι γιατί ενεργοποιείς τις νοητικές σου δυνάμεις και τη φαντασία σου, αλλά γιατί έχεις μέθεξη της χάριτος και του φωτός Του. «Ο Θεός αποκαλύπτεται και Τον βλέπουν αυτοί που έχουν καθαρή καρδιά». Κι αυτό το φως του Θεού που νιώθει ο πιστός είναι η αγάπη του Θεού, λέει η Γερόντισσα, που σε κάνει έπειτα να αγαπάς όχι κάποιους ανθρώπους, δικούς σου ίσως, αλλά όλον τον κόσμο, γνωστούς και αγνώστους, φίλους ή εχθρούς. Δεν βρισκόμαστε ακριβώς μέσα στο κλίμα του Ευαγγελίου και των επιστολών των αγίων αποστόλων, ιδίως των αγίων Ιωάννου του Θεολόγου και Παύλου; Δεν οσφραινόμαστε την πύρινη καρδιά του αγίου Ιγνατίου του θεοφόρου, αλλά και όλων των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, νηπτικών ή μη, έως και του εσχάτου αυτών του οσίου μεγάλου Πορφυρίου του καυσοκαλυβίτου; Ο άγιος Πορφύριος ήταν που έλεγε κι αυτός με ένταση ότι πρέπει να παρακαλούμε τον Θεό να μας δώσει τη χάρη να νιώσουμε λίγο από την αγάπη Του, για να καταλάβουμε στη συνέχεια ποιος είναι ο Θεός μας και πώς πρέπει να στεκόμαστε έναντι των πάντων, είτε του εαυτού μας είτε των άλλων είτε του φυσικού μας κόσμου!

Και ποιο το γνώρισμα της αληθινής αγάπης προς τον κόσμο, κατά τη Γερόντισσα; Η προσευχή υπέρ αυτού! «Το να προσεύχεσαι για τον κόσμο σημαίνει ότι προσφέρεις το αίμα σου γι’ αυτόν» σημείωνε ο μέγας μάρτυρας της αγάπης του Θεού άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης. Η Γερόντισσα φαίνεται από τα λόγια και την όλη βιοτή της ότι ζούσε μία τέτοια έμπονη και μαρτυρική προσευχή, φανερώνοντας εν αγνοία της μάλλον ότι βρισκόταν στο ύψος της «αληθινής ιερωσύνης», της ιερωσύνης που βίωνε η ίδια η Παναγία μας, κατά τον όσιο Σωφρόνιο τον εν ΄Αθω. Και πώς επιβεβαιώνεται τούτο; Από τα αποτελέσματα της προσευχής της αυτής! Δεν είναι λίγοι εκείνοι που βεβαιώνουν ότι οσάκις η Γερόντισσα προσευχήθηκε για εκείνους για κάποιο πρόβλημά τους, είδαν ότι το πρόβλημά τους αυτό ξεπεράστηκε, η ευεργεσία του Κυρίου και της Παναγίας απλώθηκε δι’ αυτής επάνω τους.

Αλλά η οσία Γερόντισσα προχωρεί και άλλο με τον «απλό» της λόγο. Η θέα του Θεού που είχε, η αίσθηση δηλαδή της αγάπης Του, την έστρεφε με επίγνωση μέσα στον εαυτό της. Και τι συνέβαινε; Αυτό που ομολόγησε συντετριμμένος ο άγιος προφήτης Ησαΐας, αλλά και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας. «Ω τάλας ειμί εγώ. Γιατί είδα Κύριο των Δυνάμεων καθισμένο στον θρόνο Του» - η εν Πνεύματι όραση του Θεού που σε κάνει να συνειδητοποιείς τη μικρότητα και την αμαρτωλότητά σου. «Βλέπεις τι είναι ο Θεός και τι είσαι εσύ. Κλαις για τις αμαρτίες σου μετά». Αυτό δεν είναι και το καθοριστικότερο γνώρισμα της αληθινής μετάνοιας; Έχοντας επίγνωση της αγάπης του Θεού ανοίγονται τα μάτια σου για να βλέπεις τα χάλια σου, τα στίγματα των αμαρτιών σου, αλλά να μην απελπίζεσαι. Το αντίθετο: να στρέφεσαι με «επαινετή αναίδεια» και με ορμή στον Πατέρα και Θεό σου. Σαν τον άσωτο υιό που ήλθε η ώρα ενθυμούμενος την αγάπη του Πατέρα Του να νιώσει την κατάντια του και να πάρει τον δρόμο της επιστροφής για να γευτεί με τον πιο απόλυτο τρόπο την αγκαλιά αυτού του Πατέρα.  

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι η αγιασμένη αυτή ψυχή, η Γαλακτία, με πλήρη επίγνωση έλεγε ότι η βάση της χριστιανικής πίστεως είναι αυτά τα τέσσερα: «μετάνοια, ταπείνωση, σιωπή, αγάπη». Γιατί η γνήσια μετάνοια περιέχει και τα άλλα τρία – πώς είναι δυνατόν να στρέφεσαι στον Θεό και να υπερηφανεύεσαι ή να αργολογείς και να φλυαρείς ή να μην αγαπάς; Δεν υφίσταται χωρίς αυτά μετάνοια. Με τη σοφή προσθήκη όμως της Γερόντισσας: «αγάπη που έχει και την ελεημοσύνη εν κρυπτώ». Που θα πει: αγάπη στον συνάνθρωπο κάτω από το βλέμμα του Χριστού που είναι η μοναδική απόβλεψή σου – αγάπη για χάρη Του και όχι για τη δική σου «δόξα»! Η Γερόντισσα στην πραγματικότητα και εδώ έλεγε με τον τρόπο της ό,τι ο ίδιος ο Κύριος ζητούσε: «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και ταύτα πάντα, (όλα τα επίγεια), προστεθήσεται υμίν».

Υποκλίνεται κανείς με σεβασμό και αγάπη μπρος στο πνευματικό μεγαλείο, μπρος στον άνθρωπο που φαίνεται έκδηλα ότι τη χαρίτωσε πλούσια ο Κύριος. 

ΔΕΝ ΕΠΑΡΚΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ!

«Μην απατάσαι, ανόητε εργάτη, ότι με τον επόμενο χρόνο θα αναπληρώσεις τον χρόνο που έχασες. Διότι και της κάθε ημέρας ο χρόνος δεν επαρκεί ώστε να εκπληρώσουμε όπως πρέπει τις καθημερινές μας υποχρεώσεις προς τον Δεσπότη (Χριστό)» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. στ΄ 25).

Μην παραξενεύεσαι με τον αυστηρό τόνο του αγίου. Δεν είναι πράγματι ανόητος εκείνος που πιστεύει ότι τον χρόνο τον έχει στη διάθεση και την κατοχή του; Πετάει στα σύννεφα χωρίς να βλέπει την πραγματικότητα της ζωής: ο θάνατος παραμονεύει σε κάθε βήμα της ζωής!  Είναι πιο… πραγματικός απ’ ότι η ίδια η ζωή! Εκεί που λες ζω, εκεί ήδη έχεις φύγει! Είναι τυχαίο που ο  ίδιος ο Κύριος χαρακτήρισε με τον ίδιο τρόπο τον πλούσιο που πίστευε ότι θα ζήσει αιώνια; «Άφρων!»

Μα είναι ανόητος και για άλλον λόγο, κατά τον άγιο: πιστεύει ότι ο επόμενος χρόνος θα αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο. Μα πρέπει να είσαι σε τέτοια εγρήγορση προκειμένου να τηρείς το θέλημα του Θεού, ώστε η κάθε στιγμή γίνεται στιγμή κρίσης αν δεν αξιοποιείται. Η κάθε στιγμή δηλαδή είναι μοναδική και ανεπανάληπτη! Και «δεν επαρκεί ούτε για τις υποχρεώσεις της ίδιας»!

Τι κρύβεται πίσω από τον αφυπνιστικό λόγο του αγίου; Αφενός η εντολή του Κυρίου περί της αγάπης προς τον Θεό «εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της ισχύος» - δεν έχεις περιθώρια… χρόνου αφού ο Θεός σου ζητάει το εκατό τοις εκατό της ενέργειάς σου, αφετέρου ότι ο χρόνος συνιστά δωρεά Εκείνου στον άνθρωπο προς αξιοποίησή του, δηλαδή προς τήρηση ακριβώς των αγίων Του εντολών. «Δίνω χρόνο για μετάνοια» (πρβλ. Αποκ. 3, 23), επισημαίνει ο λόγος του Θεού.  Αναξιοποίητος χρόνος λοιπόν δεν είναι περιφρόνηση του δώρου αυτού; Δεν είναι σαν να πετάς αυτό που σου δίνει ο Δημιουργός σου;

Η εξαπάτηση και η ανοησία βεβαίως επαυξάνεται, όταν ληφθεί υπόψη και ένας ψυχολογικός παράγων: η βαριεστημάρα που καραδοκεί πάντοτε στα λεγόμενα πνευματικά. Είναι αξίωμα πια: ό,τι αναβάλλουμε να κάνουμε σήμερα, δύσκολα γίνεται αύριο. «Η αναβολή οδηγεί στη χώρα του ποτέ»!

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (ΚΑΡΣΛΙΔΗΣ)

 

«Ὁ Γεώργιος, ὁ γεωργός τῆς ἀρετῆς καί σύνοικος τῆς σοφίας, τό εὔχρηστο σκεῦος τοῦ παντοδύναμου Παρακλήτου Πνεύματος καί ἡ ἀκένωτη βρύση  τῶν ἰαμάτων, ἀφοῦ ἀκολούθησε κατά τά νεώτερα χρόνια τά βήματα τῶν παλαιῶν λαμπρῶν ὁσίων πατέρων, ἔγινε στύλος καί εἰκόνα γι’ αὐτούς πού θέλουν νά ζοῦν μέ εὐσέβεια».

Ὁ καλός καί γνωστός ὑμνογράφος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, καί κατά ἀκρίβεια τυπική «Μέγας ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας», δρ. Χαράλαμπος Μπούσιας, ὁ ὁποῖος συνέγραψε καί τήν ἀκολουθία τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Γεωργίου Καρσλίδου τοῦ ὁμολογητοῦ, μέ τά παραπάνω σύντομα λόγια στό συναξάρι τῆς ἀκολουθίας του συνοψίζει τά κύρια στοιχεῖα τῆς κατά Χριστόν πολιτείας τοῦ ὁσίου: ὁ ὅσιος ὑπῆρξε ἄνθρωπος τῆς ἀρετῆς καί τῆς σοφίας, ὑπῆρξε κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέ ἀποτέλεσμα νά γίνει ὁ ἴδιος ὅπως ἀσφαλῶς καί τά χαριτόβρυτα λείψανά του βρύση τῶν ἰαμάτων γιά κάθε ἀσθένεια τῶν πιστῶν ἀνθρώπων πού πρόστρεχαν καί προστρέχουν σ’ αὐτόν. Αἰτία τῶν ὑπερφυῶν αὐτῶν καταστάσεων ἦταν τό γεγονός ὅτι προσπάθησε στή ζωή του νά ἀκολουθήσει τά χνάρια τῶν παλαιῶν μεγάλων ὁσίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό κι ἐκεῖνος μαζί μέ τούς μεγάλους ὁσίους ἔγινε στήριγμα καί πρότυπο γιά ὅλους τούς πιστούς χριστιανούς.

Μέ ἔμπνευση, γνώση κι ἐπιστήμη ὁ ὑμνογράφος μας ἀναπτύσσει μέ τή δοσμένη ἀπό τόν Θεό χάρη πού ἔχει ὅλες τίς διαστάσεις αὐτές τῆς ζωῆς τοῦ ὁσίου Γεωργίου. Ἐπανειλημμένως ἐπισημαίνει καταρχάς ὅτι ὁ ὅσιος ὑπῆρξε ἄνθρωπος στόν ὁποῖο εἶχαν κατοικήσει ὅλες οἱ ἀρετές τοῦ Θεοῦ: ἤδη γιά παράδειγμα στό ἀπολυτίκιό του μᾶς ἀναφέρει ὅτι ἦταν «τοῦ χαροποιοῦ πένθους μύστης καί καθρέπτης τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, τῆς ταπείνωσης καί τῆς πνευματικῆς ἐγρήγορσης»· ἦταν «αὐτός πού ἀναλώθηκε μέ τήν ἀγάπη καί τή συμπάθειά του πρός κάθε συνάνθρωπο, καθοδηγώντας ἀπλανῶς τόν λαό τοῦ Θεοῦ» (ἰδιόμελο τοῦ ὄρθρου)· ἦταν ὁ ἐγκρατέστατος ἄνθρωπος πού «ζοῦσε μέ σκληραγωγία τῆς σάρκας του καί μέ ἀσιτία» (ὠδή γ΄)· αὐτός πού «ἔτρεχε πρῶτος στήν ἐλεημοσύνη, δείχνοντας ὅτι εἶναι τό φῶς τῆς ἀγάπης» (ὠδή δ΄)· αὐτός πού ὑπῆρξε «ἡ βάση τῆς σωφροσύνης καί ἡ λάμψη τῆς ἀγαθωσύνης» (οἶκος κοντακίου). Μ’ ἕνα λόγο ὑπῆρξε ἄνθρωπος πού «στό πρόσωπό του οἱ χριστιανοί τῶν νεώτερων χρόνων ἔβλεπαν τά κατορθώματα τῶν ὁσιώτατων ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου τῆς Παλαιστίνης καί τῆς Αἰγύπτου» (στιχηρό προσόμοιο ἑσπερινοῦ), έβλεπαν δηλαδή ἕναν  ἄλλον Ἀντώνιο, ἄλλον Εὐθύμιο, ἄλλον Μακάριο, καί πού τελικῶς «μέ τήν ἄσκησή του ἔφθασε ὡς ἄσαρκος μέχρι τούς ἀγγέλους καθώς ἀνέβηκε τήν κλίμακα ὅλων τῶν ἀρετῶν» (ὠδή ε΄).

Κι ἐπισημαίνει βεβαίως ὁ καλός καί πιστός ὑμνογράφος ὅτι ὅλες αὐτές οἱ ἀρετές δέν ὑπῆρξαν ἕνα κατόρθωμα τοῦ ἁγίου, βασισμένου στίς δικές του δυνάμεις, ὥστε ἡ καύχηση νά εἶναι γι’ αὐτόν.  Ἦταν ἡ παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν ὕπαρξή του, πού ἔκανε τόν ἅγιο, «καθώς ἀγάπησε ἀπό μικρό παιδί τόν Χριστό καί κατηύθυνε πρός Αὐτόν ὅλη τήν ἔφεση τῆς ψυχῆς του» (αἶνοι),  νά φανερώνεται ἀπό ὅπου πέρασε – εἴτε τήν Ἀργυρούπολη τοῦ Πόντου εἴτε τή χώρα τῆς Γεωργίας εἴτε τήν πόλη τῆς Δράμας καί τό ἱδρυθέν ἀπό αὐτόν μοναστήρι τῆς Ἀναλήψεως - μέ τόσο θεοχαρίτωτο τρόπο. Γι’ αὐτό καί ἡ ὅποια ἀρετή του ἦταν στερεωμένη στό θεμέλιο ὅλων τῶν ἀρετῶν πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν ταπείνωση, γιατί εἶναι ἡ μόνη πού ἑλκύει ὡς μαγνήτης κυριολεκτικά τή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. «Ταπεινοῖς ὁ Θεός δίδωσι χάριν». Καί παίρνει ἀφορμή ὁ ἐνημερωμένος ὑμνογράφος μας ἀπό «τόν ταπεινόν ἀσκητήν» (στιχηρό ἑσπερινοῦ), γιά νά διεισδύσει λίγο στήν ψυχή του πάνω στήν ὑψοποιό αὐτήν ἀρετή. Καί μᾶς καθοδηγεῖ καί μᾶς συγκινεῖ, λέγοντάς μας ὅτι ἡ ταπείνωσή του αὐτή ἦταν ὁ καρπός μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τῆς ἀσκητικῆς του προσπάθειας «νά κρατάει τόν νοῦ του στόν Ἅδη, χωρίς ὅμως νά ὁδηγεῖται σέ ἀπόγνωση, γι’ αὐτό καί νά ἀξιώνεται τῆς ἀπόλαυσης τοῦ Θαβωρίου φωτός» (λιτή). Τί κάνει ὁ ὑμνογράφος; Μέ φωτισμό προφανῶς Θεοῦ, «δανείζεται» τήν ἐκφρασμένη διά γραφίδος ἁγίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἄθω καί ὁσίου Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ ἐμπειρία τοῦ ἰδίου ἁγίου Σιλουανοῦ, γιά νά πεῖ ὅ,τι ἐκεῖνος εἶχε δεῖ ὡς ἐνέργεια τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ στόν ἑαυτό του. Αὐτό δηλαδή πού ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο στόν ἅγιο Σιλουανό, σύγχρονο σχεδόν τοῦ τιμωμένου ἁγίου μας,  προκειμένου νά μένει στήν ταπείνωση, συνεπῶς καί στή χάρη τοῦ Θεοῦ, «κράτει τόν νοῦν σου εἰς τόν ἅδη καί μή ἀπελπίζου», τό ἴδιο ἀποδίδει ὁ ὑμνογράφος καί στόν ἅγιο Γεώργιο Καρσλίδη. Κι ἔχει δίκιο: γιατί ὁ πνευματικός ἀγώνας, παρ’ ὅλες ἴσως τίς διακλαδώσεις του, εἶναι κοινός σέ ὅλους τούς ἁγίους.

Ὁ ἅγιος Γεώργιος ὑψώνεται λοιπόν κι αὐτός σέ οἰκουμενικό πρότυπο γιά ὅλους τούς πιστούς, προσφέροντας σ’ αὐτούς τή χάρη τῶν ἰάσεων καί τή λύση τῶν ποικίλων προβλημάτων τοῦ βίου τους. Γιατί ἀκριβῶς ἔγινε κι αὐτός «σκεῦος ἐκλογῆς», σάν ὅλους τούς Πατέρες καί ὁσίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί μέσα ἀπό αὐτόν διακρίνουμε καθαρά τήν παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, τήν παρουσία τῆς χάρης Του. Κι ἕνα στοιχεῖο πού ἐπιβεβαιώνει μέ περίτρανο τρόπο τήν ἀλήθεια αὐτή εἶναι καί τό ὅτι ὁ ἅγιος Γεώργιος πέρασε ἀπό πολύ μικρός πάρα πολλούς κόπους, κινδύνους, φυλακίσεις, μέ ἀποτέλεσμα τήν σχεδόν ὁλοκληρωτική του ἐξάντληση. Μέχρι θανάτου κινδύνεψε ὁ ὅσιος, χωρίς ὅμως οὐδ’ ἐπί στιγμήν νά καμφθεῖ τό ἀνδρειότατο φρόνημά του. Σάν τόν ἀπόστολο Παῦλο, οἱ πόνοι τοῦ σώματός του καί τό εὔθραστο τῆς ὑγείας του συνοδεύονταν ἀπό μία καρδιά γεμάτη ἀπό χάρη Θεοῦ, συνεπῶς ἀπό πνευματική ὑγεία. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν ἦταν αὐτός πού ὅταν παρεκάλεσε τόν Κύριο νά ἄρει ἀπό αὐτόν τόν «σκόλοπα τῆ σαρκί», Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε ὅτι «σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρη Μου», ὁπότε κατάλαβε ὁ ἀπόστολος ὅτι «ὅταν ἀσθενῇ τότε δυνατός ἐστι»; Τό ἴδιο συμβαίνει, κατά τόν ὑμνογράφο, καί μέ τόν ἅγιο Γεώργιο. «Τό ἀσθενικό του σῶμα ἔκρυβε μία ὑγιέστατη καρδιά… κι ἦταν στήν πραγματικότητα ἡ ἀγόγγυστη ἀπό αὐτόν ἀνάληψη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου πάνω του» (δοξαστικό τῶν ἀποστίχων).

Γι’ αὐτό καί ἄφοβος καί ἀνδρεῖος ὁ ὅσιος μετάγγιζε καί συνεχίζει νά μεταγγίζει ἀφοβία καί ἀνδρειότητα σέ κάθε πιστό πού ἀναφέρεται σέ αὐτόν, ὅπως πολύ ὡραῖα ἐπίσης τό ἐπισημαίνει ὁ σεμνός ὑμνογράφος. «Θάρρος καί ἰσχύ καί δύναμη δίνεις ὡς βραβεῖο, ὅσιε Γεώργιε, σέ ὅλους τούς πιστούς πού σέ μακαρίζουν μέ ἄξιο τρόπο» (ὠδή θ΄). Ἕνας ἄνθρωπος πού ἔχει ἀντιμετωπίσει τόν θάνατο μέ πίστη Χριστοῦ, ἕνας κυριολεκτικά ὁμολογητής τῆς πίστεως, αὐτός νιώθει τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα του καί μπορεῖ ὡς ὑγιές μέλος Ἐκείνου νά τήν προσφέρει καί στά ἄλλα μέλη τοῦ σώματος.  Κι ἄς ἐπιτραπεῖ νά τονίσουμε ἐδῶ μία λεπτή  ἐπισήμανση τοῦ ὑμνογράφου ὡς πρός τήν ὁμολογιακή διάσταση τῆς πίστεως τοῦ ὁσίου. Πολλοί στήν ἐποχή μας καυχῶνται γιά τό γεγονός ὅτι εἶναι ὁμολογητές τῆς πίστεως. Διατείνονται ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι καί πρέπει νά εἶναι ἐποχή ὁμολογίας. Καί κανείς δέν ἀντιλέγει ὡς πρός αὐτό. Εἶναι κάτι ἄλλωστε πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τό ἐζήτησε. Μέ μία προϋπόθεση: ἡ ὁμολογία συνοδεύεται πάντοτε ἀπό τά παθήματα, τήν ἄσκηση, τό μαρτυρικό φρόνημα. Γιατί μία ὁμολογία πού μένει μόνο σέ φωνασκίες καί σέ συνθήματα δέν ξέρουμε κατά πόσον συνάδει μέ τό φρόνημα τοῦ Κυρίου, τῆς Ἐκκλησίας Του, τῶν ἁγίων Του. Ποιά ἐπισήμανση κάνει λοιπόν ὁ ὑμνογράφος; Προσπαθώντας νά κατανοήσει τόν χαρακτηρισμό τοῦ ἁγίου Γεωργίου ὡς ὁμολογητοῦ, γράφει μεταξύ ἄλλων: «Φυλακήν καθυπέμεινας καί διεσώθης ἐκ θανάτου, πανόλβιε, ἵνα στέφανον λάβῃς ὁμολογίας σου». Ὑπέμεινες δηλαδή τή φυλάκιση καί διασώθηκες ἀπό τόν θάνατο, παμμακάριστε, προκειμένου νά λάβεις τό στεφάνι τῆς ὁμολογίας σου (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Ὁμολογητής δηλαδή εἶναι καί χαρακτηρίζεται ἐκεῖνος πού ἔχει πάθει γιά τόν Κύριο καί τήν πίστη Του, πού σημαίνει ὅπως εἴπαμε ὅτι δέν ἐξαντλεῖται τό ὁμολογιακό στοιχεῖο μόνο σέ λόγια καί φωνές. Γι’ αὐτό καί μακαριστός ἁγιορείτης ασκητής, ὁ Γερο-Δαμασκηνός ἀπό τον ἅγιο Βασίλειο στα Κατουνάκια, πού ἔζησε ὅλη τή ζωή του στην ἐρημική αὐτή περιοχή, σημείωνε ὅτι ναί μέν στήν ἐποχή μας κάποιοι χωρίζουν τούς συγχρόνους χριστιανούς σέ ὁμολογητές καί μή, ἀλλά ἡ πραγματικότητα αὐτή θά φανεῖ τότε πού θά προκύψουν τά ἀληθινά προβλήματα καί θά χρειαστεῖ έμπρακτα νά φανερώσει ὁ πιστός ἄν πράγματι εἶναι πιστός ἤ ὄχι.  Καί μέ τά ἴδια τά λόγια του πού εἶπε σέ κάποιον θεωρούμενο ὁμολογητή και ζηλωτή: "Πάτερ Ἰ..., στά τελευταῖα χρόνια θά ἄρει ὁ Θεός τήν εὐλογία τῆς ὁμολογίας ἀπό πολλούς ὑποκριτάς ζηλωτάς καί θά τή δώσει σέ ανθρώπους μέ ἀγαθή προαίρεση καί καλή διάθεση" (Ἱερομ. Φιλίππου, Ἡ σοφία τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐκδ. Φερενίκη, σελ. 34).  

Ἡ ἐπισήμανση τῶν χαρίτων τοῦ ἁγίου, ἡ μεγάλη παρρησία του ἐνώπιον τοῦ Κυρίου ὥστε νά διενεργοῦνται καθημερινῶς καί ὅσο ζοῦσε ἀλλά καί μετέπειτα πάμπολλα θαύματα, ἡ βεβαιωμένη ἐπίκλησή του πού ὁδηγεῖ σέ μετάνοια τούς ἀνθρώπους, δέν θά εἶχε τέλος. Θά ἦταν εὐχῆς ἔργον νά ἀναζητήσουμε καί νά πάρουμε στά χέρια μας τό βιβλίο πού ἔγραψε γι’ αὐτόν, (κατόπιν παρακλήσεως τό 1979 τῆς ὁσιώτατης μακαριστῆς ἡγουμένης στό μοναστήρι τοῦ ὁσίου Ἀκυλίνας μοναχῆς), ὁ μακαριστός κι αὐτός πιά Γέροντας Μωϋσής μοναχός. Κι ἐκεῖ θά δοῦμε καί θά θαυμάσουμε τήν ἐπακριβή πορεία, ἐπίγεια καί πνευματική, τοῦ ὁσίου Γεωργίου. Καί μακάρι νά κατανυχθοῦμε, ὥστε μέσα στά πλαίσια καί τῆς δικῆς μας ζωῆς νά μεταφέρουμε κάτι ἀπό τήν ἁγιασμένη ζωή του. Καί νομίζουμε ὅτι ἀξίζει νά ἀναφέρουμε ὅτι ὁ ἅγιος Γεώργιος, ἀρκετά μετά ἀπό τή βιογράφησή του ἀπό τόν μακαριστό Μωϋσή, τότε πού βρισκόταν ὁ λόγιος αὐτός Γέροντας στά τέλη τῆς ζωῆς του μέσα ἀπό πολλούς κόπους καί ἀσθένειες καί πειρασμούς, τοῦ φανερώθηκε, μαζί μέ τόν ἅγιο Ἱερώνυμο τόν Σιμωνοπετρίτη καί τήν ὁσία Σοφία τῆς Κλεισούρας, γιά νά τοῦ δώσει δύναμη καί κουράγιο στή δυσκολεμένη του κατάσταση καί νά ἐκφράσει τήν εὐαρέσκειά του γιά τήν ἐνασχόλησή του μέ αὐτόν.

Ταῖς πρεσβείας τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Γεωργίου Καρσλίδη, ὁ Κύριος νά σώσει καί νά ἁγιάσει ὅλους μας.

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2024

ΝΑ ΚΛΑΙΜΕ ΓΙΑ ΤΑ ΧΑΛΙΑ ΜΑΣ!

 

«Όποιος θρηνεί τον εαυτό του, δεν βλέπει τον θρήνο ή την πτώση ή την επίπληξη του άλλου» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. ε΄, 19).

Ο μεγάλος ασκητής του Γεροντικού το λέει χωρίς περιστροφές: «Οι άνθρωποι αφήσαμε τον δικό μας νεκρό και κοιτάμε τους άλλους». Μη νομίσεις ως νεκρό κανέναν άλλον πέρα από τον εαυτό σου. Νεκροί δεν γινόμαστε κάθε φορά που αμαρτάνουμε και ασωτεύουμε; Ως πτώματα δεν μας βλέπει ο Θεός, όταν η προτεραιότητά μας είναι τα πάθη μας, είτε αυτά λέγονται φιληδονία είτε λέγονται κενοδοξία και υπερηφάνεια είτε και φιλαργυρία και φιλοκτημοσύνη; «Άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς».

Λοιπόν το πιο φυσικό για έναν που έχει λίγη επίγνωση του εαυτού του είναι το πένθος και τα δάκρυα. «Μπορώ να κλαίω όποτε θέλω και όσο θέλω», έλεγε ο όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης. «Γιατί θυμάμαι πρώτα τον όσιο Γέροντά μου Ιωσήφ τον ησυχαστή νεκρό στο μνήμα, κι έπειτα σκέφτομαι τον εαυτό μου ότι κι εγώ έτσι θα φτάσω. Και σκέπτομαι τι απολογία θα δώσω στον Κύριο»; Το πένθος και τα δάκρυα λοιπόν είναι το γνώρισμα του εν επιγνώσει χριστιανού: βλέπει την αλήθεια του εαυτού του και την τραγικότητα του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου.

Πρέπει λοιπόν να συγκεντρώνεσαι λίγο στον εαυτό σου και να στοχάζεσαι την πνευματική πραγματικότητά σου. Καλά τα γέλια και οι χαρές του κόσμου τούτου, μα τις περισσότερες φορές, αν δεν εκφράζουν την εσωτερική εν χάριτι κατάσταση του ανθρώπου, λειτουργούν αποπροσανατολιστικά: σε ταράζουν και σου θολώνουν το πνευματικό σου μάτι, τον ίδιο τον νου σου. Μάθε λοιπόν να ζητάς από τον Κύριο τη χάρη αυτή: να βλέπεις μέσα σου και να δακρυρροείς!

Κι έτσι θα δεις δύο πράγματα να καρποφορούν στη ζωή σου. Πρώτον: δεν θα σου μένει χρόνος να βλέπεις τον θρήνο των άλλων ή τις πτώσεις τους, συνεπώς δεν θα κατακρίνεις – ό,τι σου φυγαδεύει τη χάρη του Θεού· δεύτερον: θα μένεις «αναίσθητος» στις επιπλήξεις και στους ελέγχους τους – ό,τι συνιστά την ταπείνωση, που αποδέχεται κάθε έλεγχο και προσβολή των άλλων.  

Στη χαρισματική και υψηλή αυτή κατάσταση γεννιέται, λέει ο ίδιος ο Κύριος, η ευτυχία και η μακαριότητα και η παρηγοριά. «Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται». Αυτή είναι η παραδοξότητα της χριστιανικής αληθινής ζωής: κλαις και παρηγοριέσαι· σε επιπλήττουν και νιώθεις ότι σε επαινούν. Είναι το δώρο του ουρανού σ’ έναν κόσμο υποταγμένο στον αρχέκακο Διάβολο. «Δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου».

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΔΑΥΙΔ Ο ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ

«Από μικρό παιδί ο Όσιος είχε την ευλογία του Θεού και την προστασία του ίδιου του Τιμίου Προδρόμου! Δεν ήταν λοιπόν δυνατό να τραβήξει άλλο δρόμο παρά εκείνον της Μοναχικής Πολιτείας.

Περνώντας από έξοχους δασκάλους, στα μοναστήρια και τα ασκητήρια της περιοχής, συναντά τον γέροντα που ανέλαβε την πνευματική του τελειοποίηση, το σκαρφάλωμα προς την κορυφή της αρετής. Μαζί του θα περάσει πολλά χρόνια σε διάφορα πνευματικά ασκητήρια (Όσσα στη Μαγνησία, Μεγίστη Λαύρα στο Άγιο Όρος) που γέμιζαν χαρά και Χάρη τον νεαρό Όσιο στην ηλικία, αλλά «γέροντα» -όπως τον αποκαλούσαν όλοι- στη σοφία, τη σύνεση και την ταπείνωση!

Όταν δε ο γέροντάς του Οσίου Δαβίδ, ο Ακάκιος, χειροτονείται Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτης, τον παίρνει κοντά του και του αναθέτει την ηγουμενία σε ένα δύσκολο τόπο, γεμάτο «αγκάθια» κακίας και «πέτρες» εγωισμού αμετακίνητες. Όμως και αυτά με την υπομονή, την προσευχή και την αυτοθυσία του ο Άγιος θα καταφέρει να τα αλλάξει. Τα αγκάθια σε λουλούδια του μοναχισμού και τις πέτρες σε μεταμελημένη γη επαγγελίας…

 Όμως όσο και αν κάνει προσπάθεια να κρύψει τη Χάρη του Θεού που τον ξεχειλίζει, μια ημέρα, επιτρέπει ο Θεός να μαρτυρηθεί η αγιοσύνη του Οσίου Του! Εκείνες τις ημέρες έμενε εκεί στο μοναστήρι της Βαρνάκοβας ο Πατριάρχης Ιερεμίας. Ήταν χάραμα όταν ο Εκκλησιαστικός Ρήτορας Εμμανουήλ, που ήταν στη συνοδεία του Πατριάρχη, μπαίνοντας στο Ναό για την ετοιμασία της Θείας Λειτουργίας και καθώς σήκωνε το κεφάλι του από τον ασπασμό της εικόνας του Χριστού, βλέπει τότε τον ηγούμενο Δαβίδ μπροστά στην Πρόθεση, με το πρόσωπό να λάμπει σαν τον ήλιο και τα πόδια του να μην πατάνε καν στο δάπεδο!!!

 Αργότερα, όταν είχε ιδρύσει ο Άγιος ένα μικρό μοναστήρι στο όρος Στείρι, έγινε και δραπέτευσαν μερικά ελληνόπουλα που τα είχε σκλάβους ο Τούρκος Πασάς στη Λιβαδειά. Τότε συκοφαντήθηκε ως ένοχος ο Όσιος Δαβίδ!

Αμέσως, Τούρκοι στρατιώτες, όρμησαν και τον έσυραν μπροστά στα πόδια του πασά, ξυλοκοπώντας τον απάνθρωπα και βασανίζοντάς τον τόσο, που τον άφησαν μισοπεθαμένο! Μετά μάλιστα από μερικές ημέρες, καταπληγωμένο καθώς τον είχαν, τον κρέμασαν από τα χέρια, έτσι που αργότερα, όταν θα προσέτρεχαν οι Χριστιανοί με μαζεμένα μπόλικα χρήματα για να τον ελευθερώσουν, δεν θα μπορούσαν να του τα κατεβάσουν!..

 Ελεύθερος πια από τον τύραννο, αποφάσισε να στραφεί σε άλλη κατεύθυνση και να τραβήξει κατά τα μέρη του Ευβοϊκού.

Όταν λοιπόν έφτασε στην παραλία της Αταλάντης, παρακάλεσε ένα βαρκάρη να τον περάσει απέναντι στην Βόρειο Εύβοια. Ο βαρκάρης όμως βλέποντάς τον με το τριμμένο φτωχικό του ρασάκι, του αρνήθηκε, περιφρονώντας τον απόλυτα! Ο Όσιος του Θεού, χωρίς να γογγύσει καθόλου από τη συμπεριφορά του βαρκάρη, έβγαλε το τριμμένο ρασάκι του, το άπλωσε πάνω στο νερό της θάλασσας, έκαμε το σημείο του Σταυρού, προσευχήθηκε στον Κύριο των πάντων, ανέβηκε πάνω στο ρασάκι του και άρχισε, ω του Θείου θαύματος, να ταξιδεύει!!!

 Το «ταχύπλοο ρασάκι», μπροστά στα συγκλονισμένα και μετανοημένα μάτια του βαρκάρη, έβγαλε τον Όσιο Δαβίδ στην παραλία των Ροβιών. Και τα βήματά του τον οδήγησαν μέσα στο ανέπαφο τότε εκπληκτικό δάσος, πάνω από τις Ροβιές της Εύβοιας! Εκεί ασκήτεψε σε μια σπηλιά που τη βλέπει και τώρα ο προσκυνητής.

Και εκεί, στα απάτητα ψηλόκορφα, η Αγιοσύνη του δεν άργησε να γίνει γνωστή, πρώτα στους απλοϊκούς βοσκούς των βουνών και ύστερα σε όλα τα γύρω χωριά! Μάλιστα κάποιοι από αυτούς τους βοσκούς θα αποτελούσαν και τον πρώτο πυρήνα του νέου μοναστηριού. Άνθρωποι αγνοί, καθαροί, με απλότητα όπως τους έπλασε ο καλός Θεός

 Για να γινόταν όμως το νέο μοναστήρι, που θα 'ταν το καταφύγιο των σκλάβων, χρειαζόταν πρώτα πρώτα αρκετά χρήματα για να χτιστεί. Ο Όσιος έδειξε σε όλους το μέρος που θα χτιζόταν, στην κορυφή του βουνού, τους ζήτησε να ετοιμάζουν τεχνίτες και υλικά και εκείνος θα γύριζε τον κόσμο να μαζέψει χρήματα.

Έτσι και έγινε και ο Όσιος έφτασε ως απάνω στη Ρωσία, που ήταν γεμάτη Έλληνες και γενικότερα Ορθοδόξους Χριστιανούς, που του πρόσφεραν πολλά χρήματα και πολύτιμα δώρα για τη Μονή, τόσα, θησαυρός ολάκερος, που ήταν αδύνατο να τον μεταφέρει ο Όσιος από τη Ρωσία πίσω στην Εύβοια! Αλλά να τι τον φώτισε ο Θεός να κάνει.

Κούφωσε ένα μεγάλο κούτσουρο, σφράγισε μέσα σε αυτό τα χρήματα και τα δώρα, έκανε το σημείο του Σταυρού, έριξε το κούτσουρο με το θησαυρό σ' ένα ποτάμι της Ρωσίας, προσευχήθηκε και στο τέλος είπε:

«Έως ότου φθάσω στο νησί της Εύβοιας, να φθάσει και το κούτσουρο με το θησαυρό στην παραλία των Ροβιών».

 Πράγματι, όταν μετά από καιρό ο Όσιος Δαβίδ επέστρεψε από τη Ρωσία και έφθασε στις Ροβιές, είδε το κούτσουρο με το θησαυρό να τον περιμένει στην παραλία!

Μάλιστα οι κάτοικοι των Ροβιών, που πρώτη τους φορά έβλεπαν τέτοιο ξύλο, προσπαθούσαν με τα τσεκούρια τους να τ' ανοίξουν. Μάταια όμως, γιατί τα τσεκούρια τους στράβωναν ή έσπαγαν και το ξύλο ούτε άνοιγε!!!

 Σαν έφτασε τελικά με το θησαυρό απάνω στο βουνό ο Όσιος, είδε ότι είχαν αρχίσει ήδη να χτίζουν το μοναστήρι, αλλά όχι εκεί που τους είχε υποδείξει, αλλά παρακάτω, όπου είναι και σήμερα, επειδή στην κορυφή πίστευαν οι μοναχοί και οι τεχνίτες ότι δεν θα έβρισκαν νερό.

Τότε ο Άγιος σκαρφάλωσε εκεί πάνω στο δασωμένο βράχο, έκανε ολόθερμη προσευχή στο Θεό να ανοίξει μια πηγή κι ύστερα χτύπησε με το ραβδί του την πέτρα! Την άλλη μέρα όταν την μετακίνησε, πετάχτηκε τόσο νερό που τον έβρεξε!!! Ο Θεός είχε κάνει και πάλι το θαύμα του με την προσευχή τού Αγίου!

Μάλιστα ακόμη και σήμερα στο μοναστήρι, μπορεί να πιει κανείς από το άφθονο αυτό και ευλογημένο, ιαματικό νερό, από το Αγιονέρι όπως το λένε, το οποίο τρέχει σε βρύση μέσα στη Μονή Οσίου Δαβίδ του γέροντος!» 

(Από το ιστολόγιο «Ο.Ο.Δ.Ε.» - Ορθόδοξη ομάδα Δογματικής έρευνας).

«Σφραγισμένος» από τον Θεό εκ βρέφους ο όσιος Δαυίδ ακολουθεί μία πορεία θαυμαστή που παραπέμπει στην κατά Χριστόν πολιτεία όλων των μεγάλων αγίων και οσίων της Εκκλησίας μας. Ο όσιος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ο συνθέτης του κανόνα του οσίου, επανειλημμένως τονίζει την αλήθεια αυτή και μάλιστα εν σμικρώ χαράζει την οσιακή πορεία του. «Πάτερ Δαβὶδ παμμακάριστε, αφού ανέθεσες τον εαυτό σου από παιδί στον Θεό, με τρόπο που θέλει ο Θεός απέρριψες κάθε εμπαθή προσκόλληση προς τα κοσμικά πράγματα. Κι αφού σήκωσες τον σταυρό σου, φάνηκες με τον τρόπο της ζωής σου ίδιος με τους αγγέλους» (αίνοι). «Φάνηκε (ο Δαυίδ) ομόζηλος των παλαιών οσίων και ίδιος στον τρόπο της ζωής τους και συμμέτοχος στην άσκησή τους και έχοντας ίση δόξα μ’ αυτούς καθώς κοινώνησε τη δόξα και τις χάρες τους» (οίκος συναξαρίου).

Αξίζει να τονίσει κανείς αυτό που επισημαίνει πολλαπλώς ο άγιος υμνογράφος για τον όσιο: την ξεχωριστή επίβλεψη του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου ενόσω ακόμη ήταν παιδί και τη γι’ αυτόν τον λόγο ολοκληρωτική στη συνέχεια αφιέρωσή του στον Κύριο, εν αγνοία μάλιστα των γονέων του. «Όταν ο Βαπτιστής του Κυρίου σού φανερώθηκε με καθαρότητα καλώντας σε στον ένθεο βίο, τότε με χαρά πήρες τον δρόμο αυτόν. Και διαμένοντας με θερμότητα ψυχής στον ναό εκείνου προτύπωσες σε όλους τη λαμπρότητά σου» (στιχ. εσπ.). Και τι συνέβη; Ο πατέρας του άρχισε να τον αναζητά, οπότε και τον βρήκε μέσα στον ναό του Προδρόμου, γονατισμένο μπρος στην αγία εικόνα του. Αλλά δεν μπόρεσε να πει τίποτε, γιατί έμεινε έκθαμβος μπρος στο θέαμα που αντίκρυσε: έλαμπε ο γιος του από το φως του Θεού! «Ο πατέρας σου σε βρήκε, αλλά έμεινε κατάπληκτος από τη φανερή ενέργεια της ουράνιας κλήσης» (στιχ. εσπ.), «όταν σε είδε μέσα στον άγιο ναό να εξαστράπτεις ολόκληρος μπροστά στην εικόνα του μεγάλου Ιωάννου. Τότε άνοιξαν τα μάτια του από το άγιον Πνεύμα για να κατανοήσει τη μελλοντική δόξα σου» (ωδή α΄). Κι είναι ευνόητο για τον άγιο υμνογράφο, παρακολουθώντας και τα σημεία της ασκητικής διαγωγής του οσίου Δαυίδ, ότι ο όσιος προσπάθησε να ζήσει γνήσια τη ζωή του Χριστού με το να μιμηθεί τη ζωή του μεγάλου Προφήτη και Βαπτιστού. «Αφιερώθηκες από παιδί στον Σωτήρα Χριστό και με την άσκησή σου Αυτόν ακολούθησες, Δαυίδ θεόσοφε. Διότι αφού αξώθηκες να δεις τη θεία όψη του Προδρόμου της χάριτος, ζήλεψες τον βίο του, φτερωμένος από τη θεία αγάπη και στολισμένος από τον πλούτο της φρόνησης» (λιτή).

Ο όσιος Δαυίδ με τους πνευματικούς του αγώνες αύξησε στο έπακρο την αρχική χάρη με την οποία κλήθηκε από τον Θεό -  «την κλήση που σου δόθηκε την έδειξες λαμπρότερη με τα έργα σου» (δόξα εσπ.) – αλλ’ όμως την αύξηση αυτή την επέτυχε γιατί αθλήθηκε νόμιμα. Και νόμιμη άθληση είναι αυτή που ακολουθεί τα χνάρια της πατερικής παραδόσεως, μακριά από κάθε μονομέρεια και «θεληματάρικη» διάθεση. Τι εννοούμε; Ενώ η κλήση του ήταν θαυμαστή μέσω του αγίου Προδρόμου κι η κλήση της καρδιάς του προς τον Θεό εξίσου θαυμαστότερη, όμως δεν εμπιστεύτηκε τον εαυτό του. Αποδεικνύοντας τη γνησιότητα της θεϊκής ενέργειας, υποτάσσεται σε διακριτικό γέροντα, τον Ακάκιο, κάνοντάς του αδιάκριτη υπακοή, που θα πει αγωνιζόμενος να αποκτήσει τη μεγαλύτερη εξ όλων των αρετών, την ταπείνωση. Κι ακόμη: ρίχνεται στη μελέτη των αγίων κειμένων της Εκκλησίας, όπως και στη μίμηση και κάθε άλλου αγωνιστή της ευσέβειας προκειμένου να εμπλουτίσει την ύπαρξή του.

Οι επισημάνσεις του οσίου Γερασίμου είναι σαφέστατες: «Ακολουθώντας ολοπρόθυμα, όσιε, την ουράνια θεϊκή κλήση, βρήκες τον σοφό Ακάκιο, με την πρόνοια του Θεού, να σε κατευθύνει σωστά προς τον δρόμο της ουράνιας πορείας» (ωδή γ΄). Κι επίσης: «Κατεχόμενος από θείο πόθο, με χαρά υποτάχτηκες, Δαβίδ μακάριε, στον θεόφρονα Ακάκιο, διακρινόμενος για την ταπεινοφροσύνη σου» (ωδή γ΄). Και ποια ήταν η αίσθηση του Δαβίδ που υπήκουε στον γέροντά του; Ότι υπακούει στο θείο θέλημα! «Σε όλα φάνηκες υπόδειγμα ενάρετης ζωής, γιατί υπήκουες στον διδάσκαλό σου ολοκληρωτικά ως υπήκοος θείου θελήματος» (ωδή ε΄). Αλλά εξίσου, όπως είπαμε: πότιζε καθημερινά την ψυχή του από τα θεϊκά λόγια, της Γραφής και των αγίων Πατέρων, έστω και πολύ νέος – αυτή ήταν η κατεξοχήν τροφή του! – όπως και προσέβλεπε στο παράδειγμα εναρέτων πάντοτε ανδρών. «Ποτιζόσουν από τα ρείθρα των Γραφών, όσιε, και τρεφόσουν από τα θεόπνευστα λόγια πάντοτε ενώ ήσουν νέος, γι’ αυτό και το φρόνημά σου ήταν θεϊκό, γεμάτο, άγιε, από πολλή σύνεση» (ωδή γ΄). «Ως μοναχός με έμπνευση Θεού, Πάτερ, πήγες στο Άγιον Όρος για να μαζέψεις κι από κει από τον θείο σου έρωτα ό,τι πέτυχαν οι εκεί όσιοι» (ωδή δ΄).

Δεν παραξενεύει λοιπόν το γεγονός ότι ένας τέτοιος άγιος, τόσο μεγάλου βεληνεκούς, γίνεται ιερέας που λειτουργεί μέσα στο άκτιστο φως (ωδή ε΄), ιδρύει κατά προτροπή θεία ιερό μοναστήρι για να καθοδηγούνται προς τη βασιλεία του Θεού εκείνοι που διψούν για Θεό (ωδή στ΄) – στο μοναστήρι αυτό πολύ αργότερα βεβαίως ασκήθηκε με πόθο Θεού ακολουθώντας τα παλαίσματα του οσίου και ο μεγάλος σύγχρονος εξίσου όσιος Ιάκωβος (Τσαλίκης) -, αφήνει τα άγια λείψανά του στο μοναστήρι, και μάλιστα την αγία κάρα του, ώστε να ενισχύονται και να χαριτώνονται ανά τους αιώνες όλοι οι πιστοί που προστρέχουν σ’ αυτόν (ωδή θ΄).

Είναι μεγάλη ευλογία και για εμάς να ξέρουμε ότι έχουμε έναν τέτοιο συμπαραστάτη και πρεσβευτή ενώπιον του Κυρίου με τέτοια δύναμη προσευχής. Όπως το σημειώνουν και οι στίχοι του συναξαρίου του: «Δαβίδ κατέβαλε τω λίθω˙ Δαβίδ προσευχή κατέβαλε τα πάθη» - ο (προφητάναξ) Δαυίδ νίκησε τον Γολιάθ με τον λίθο, ενώ ο όσιος Δαυίδ νίκησε τα πάθη με την προσευχή του! 

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΝΟΥ!

«Ο νους του “πρακτικού” μπορεί να ασκεί πολλών ειδών εργασίες. Να σκέπτεται δηλαδή την αγάπη προς τον Θεό, να ενθυμείται τον Θεό, να ενθυμείται την ουράνια βασιλεία, να ενθυμείται τον ζήλο των Μαρτύρων, να ενθυμείται ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών, όπως ο Ψαλμωδός που έλεγε, “προωρώμην τον Κύριον” κλπ. (Ψαλμ. ιε΄ 8). Να ενθυμείται ακόμη τους αγίους αγγέλους, τον χωρισμό της ψυχής του από το σώμα, τη συνάντηση με τα τελώνια του αέρα, την απόφαση του Κριτού, την κόλαση» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. στ΄ 17).

Ακούς για τις θεωρίες των μεγάλων αγίων και πιθανόν ζηλεύεις. Για τις αρπαγές του νου στα ουράνια, για τα «άρρητα ρήματα» που άκουσε ο απόστολος Παύλος, για «οράσεις» ιδιαίτερα χαρισματικές. Κλίνε το γόνυ της καρδιάς και δόξασε τον Θεό για το τι επιφυλάσσει  στους γνήσιους δούλους Του, τους πλήρως αφιερωμένους σ’ Αυτόν.  Μόνο τούτο όμως! Για να φτάσει κανείς εκεί, αν φτάσει ποτέ, θα περάσει υποχρεωτικά από την πράξη: την καθημερινή άσκηση των αρετών, τον αδιάκοπο αγώνα παραμονής πάνω στις εντολές του Χριστού. Διότι «πράξίς εστιν θεωρίας επίβασις» (η πράξη είναι το σκαλοπάτι για τη θεωρία).

Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: ο νους από τη φύση του πια μετά την πτώση στην αμαρτία είναι «αλήτης»: ξεφεύγει δηλαδή εύκολα και περιπλανιέται από δω κι από κει. Απαιτείται μεγάλος αγώνας και ξεχωριστή χάρη από τον Κύριο για να τον κρατάει κανείς εκεί που πρέπει, να τον έχει περιορισμένο στην έδρα του, την καρδιά.  Άκου τι λέει ο Μέγας Βασίλειος επ’ αυτού: «Ο νους που δεν διασκορπίζεται και δεν διαχέεται μέσω των αισθήσεων στα πράγματα του κόσμου, επιστρέφει στον εαυτό του, στην καρδιά του δηλαδή, και διά του εαυτού του οδηγείται στην έννοια του Θεού». Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε δεν είπε ότι η Βασιλεία του Θεού «εντός υμών εστιν»;

Πώς θα κρατήσεις λοιπόν τον νου στην καρδιά; Βεβαίως, όλοι οι άγιοί μας προτείνουν την προσευχή του Ιησού. Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»: είναι το βαρύ «πυροβολικό» στην πνευματική ζωή.  Μπορείς όμως να ασκείς και άλλες πολλές εργασίες. Να δίνεις δηλαδή «τροφή» στον νου σου με αυτά που θα τον ωθούν διαρκώς στο κέντρο του, την καρδιά. Όπως: να σκέπτεσαι τον Θεό και την αγάπη Του, να σχολάζεις πάνω στην ουράνια βασιλεία Του, στον ζήλο των μαρτύρων, στην πανταχού παρουσία Του, στον φύλακα άγγελό σου, στην ώρα του θανάτου σου, στο τι έπειτα θα ακολουθήσει με την κρίση.  

Μεγάλες εργασίες που ορθά ασκούμενες από τον νου προστατεύουν από την πτώση στην αμαρτία και εξισορροπούν τον ανθρώπινο ψυχισμό μας! Γιατί μας κρατούν στη χάρη του Θεού!

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΦΩΤΟΦΟΡΟΣ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Στον ιερό Ναό των Βλαχερνών της Κωνσταντινουπόλεως, όπου βρισκόταν και το σεπτό «μαφόριον» της Παναγίας, μία των ημερών, επί βασιλείας Λέοντος του Σοφού (886-911), ετελείτο ολονύκτια αγρυπνία. Είχε πάει εκεί κατά τη συνήθειά του και ο όσιος Ανδρέας ο σαλός. Συνέβη να παρευρίσκεται και ο Επιφάνιος έχοντας μαζί έναν υπηρέτη του. Συχνά, σε κάθε κατάλληλη ευκαιρία, αγρυπνούσε και αυτός ανάλογα με την προθυμία του, πότε μέχρι το μεσονύκτιο, πότε μέχρι το πρωί. Την τετάρτη ώρα της νυκτός, βλέπει ο μακάριος Ανδρέας μεγαλοπρεπή γυναίκα να βγαίνει από την Ωραία και βασιλική Πύλη και να προχωρεί μαζί με πολυπληθή και λαμπρότατη ακολουθία αγίων λευκοφορούντων, που έψελναν ιερούς ύμνους και πνευματικά άσματα. Τη μεγαλοπρεπή αυτή γυναίκα κρατούσαν τιμητικά συνοδεύοντας από τα χέρια ο Τίμιος Πρόδρομος και ο Υιός της Βροντής, ο Θεολόγος Ιωάννης, ενώ ακολουθούσαν οι υπόλοιποι άγιοι. Μόλις τους είδε ο όσιος Ανδρέας να προχωρούν προς τον άμβωνα της Εκκλησίας, πλησιάζει τον Επιφάνιο και του λέει: - Βλέπεις την Κυρία και Δέσποινα του κόσμου; Αυτός του απαντά: - Ναι, πνευματικέ πατέρα μου. Ενώ παρακολουθούσαν οι όσιοι, Την βλέπουν να γονατίζει, να προσεύχεται για ώρα πολλή και να τρέχουν συνεχώς δάκρυα στο θεοειδές και άχραντο πρόσωπό Της. Μετά από αυτήν την προσευχή, έρχεται προς το θυσιαστήριο και δεήθηκε εκεί υπέρ του παρευρισκόμενου λαού. Όταν τελείωσε τη δέησή Της, έβγαλε από την πανάχραντη κεφαλή Της, με μία κίνηση γεμάτη χάρη και σεμνότητα, το μέγα και φοβερό «μαφόριόν» Της, που έλαμπε ως αστραπή, και το άπλωσε επάνω από όλον τον παρευρισκόμενο λαό. Αυτό το έβλεπαν οι θαυμάσιοι αυτοί άνδρες επί αρκετές ώρες να είναι απλωμένο επάνω από όλον τον λαό και να πηγάζει ως φως ήλεκτρου τη Δόξα του Κυρίου. Όση ώρα ήταν εκεί η Υπεραγία Θεοτόκος, ήταν θεατό και εκείνο, μόλις ανεχώρησε, έπαυσε και αυτό να είναι ορατό. Το επήρε μαζί της, αφήνοντας τη Χάρη Της στον πιστό λαό».

(1) Με το γεγονός της εμφάνισης της Υπεραγίας Θεοτόκου βρισκόμαστε μπροστά σε μία θαυμαστή ενέργεια του Θεού – ο Θεός ενεργεί διά της Θεοτόκου – που την ευεργετική της επίδραση δέχεται ο πιστός λαός, αλλά βλέπουν μόνον οι δύο όσιοι: ο Ανδρέας ο σαλός και ο Επιφάνιος. Αυτό σημαίνει ότι το μεγαλειώδες αυτό όραμα ήταν μία ιδιαίτερη ευλογία που δόθηκε ως χάρη στους δύο αγίους, και διότι προφανώς είχαν τις εσωτερικές προϋποθέσεις για να τη δεχτούν, και διότι θα κατέθεταν τη μαρτυρία τους αυτή αργότερα στον πιστό λαό προς ενίσχυση της πίστεώς του. Με άλλα λόγια ο Θεός ικανώνει ορισμένους πιστούς Του, με την έννοια ότι τους διανοίγει τους πνευματικούς οφθαλμούς, ώστε να Τον «δουν» στη θεϊκή Του δόξα, και μετέπειτα αυτοί μαρτυρούν τη θεοπτική αυτή εμπειρία τους, η οποία γίνεται αποδεκτή από τον λαό, λόγω της αξιοπιστίας των ίδιων.

Αιτία για την τακτική αυτή του Θεού, θα λέγαμε, φαίνεται ότι είναι η αγάπη Του προς τον κόσμο, η οποία ενεργεί με τέτοια διάκριση, ώστε να μη βλάψει τους πνευματικά ανώριμους ή τους ανέτοιμους για μία ιδιαίτερη όραση Εκείνου. «Ου μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπον του Θεού και ζήσεται». Την τακτική αυτή του Θεού την επισημαίνουμε σε όλες τις φάσεις της αποκάλυψής Του, από την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης μέχρι και σήμερα ακόμη. Ας θυμηθούμε το γεγονός της παράδοσης του Νόμου του Θεού στους Ισραηλίτες στο όρος Σινά: ο Μωϋσής καλείται να μετάσχει στην ξεχωριστή ενέργεια του Θεού, η οποία δι’  αυτού γίνεται έπειτα κτήμα όλων. Κι ακόμη. Ο ίδιος ο Κύριός μας στο Θαβώρ, στο όρος της Μεταμορφώσεώς Του, τους τρεις μαθητές Του, Πέτρο, Ιωάννη και Ιάκωβο, καλεί να γίνουν «επόπται της μεγαλειότητός Του», οι οποίοι στον κατάλληλο έπειτα καιρό θα καταθέσουν τη μαρτυρία της συγκεκριμένης εμπειρίας τους.

(2) Οι δύο άγιοι, Συμεών και Επιφάνιος, βλέπουν με άμεσο τρόπο την αγάπη της Υπεραγίας Θεοτόκου προς τον πιστό λαό. Εμφανίζεται, προσεύχεται με δάκρυα, απλώνει προστατευτικά πάνω στον λαό το μαφόρι Της, γιατί είναι γεμάτη αγάπη και στοργή προς τα παιδιά της και παιδιά του Υιού και Θεού της. Κι είναι αυτά τα χαρισματικά οράματα, τα οποία επιβεβαιώνουν διαρκώς την πίστη της Εκκλησίας σχετικά με την αγάπη των αγίων απέναντί μας και μάλιστα της Παναγίας Μητέρας μας. Γνωρίζουμε την αγάπη Της αυτή ήδη από τα κείμενα της Αγίας Γραφής και τη μετέπειτα παράδοση της Εκκλησίας μας. Ιδιαιτέρως το «γύναι, ιδού ο υιός σου» και το «ιδού η μήτηρ σου» του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας προς τη Μητέρα Του και το μαθητή Του Ιωάννη, μας συγκινεί την καρδιά και δεν μας αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Μα, όταν έρχονται και τέτοια θαυμαστά γεγονότα, σαν αυτό της Αγίας Σκέπης, η πίστη μας γιγαντώνεται ακόμη περισσότερο. Ξέρουμε ότι σε κάθε ώρα και σε κάθε στιγμή μπορούμε να αναφερόμαστε, μετά βεβαίως τον Κύριο και Θεό μας, και στην Παναγία Μητέρα Του, η οποία είναι έτοιμη να μεσιτεύσει μετά δακρύων υπέρ ημών προς τον Υιό και Θεό Της. Κι ο πιστός λαός πράγματι το επιβεβαιώνει. Οι χαιρετισμοί και οι παρακλητικοί κανόνες προς την Θεοτόκο δεν λείπουν ποτέ από τα χείλη του ευσεβούς λαού, ο οποίος νιώθει, έστω κι αν δεν Την βλέπει οραματικά, την παρουσία και την αγάπη Της.

Θα ήταν παρήγορο μάλιστα να μνημονεύαμε στο σημείο αυτό και μία παράδοση-θρύλο, που κυκλοφορείται ιδίως στους πιστούς της Ρωσίας. Πέθαιναν οι χριστιανοί και «σκόνταφταν» στην παρουσία του αποστόλου Πέτρου, ο οποίος έχοντας τα κλειδιά του Παραδείσου ζητούσε τις απολύτως «κανονικές» προϋποθέσεις εισόδου στον Παράδεισο. Τους περισσότερους δυστυχώς τους απέπεμπε, διότι δεν εκπληρούσαν αυτά που έπρεπε. Κι ενώ λίγοι είχαν εισέλθει στον Παράδεισο, άκουγε πολλές φωνές και πολλές υμνολογίες μέσα σ’  αυτόν. Παραξενεύτηκε και κοιτώντας πιο πέρα από τη θύρα του Παραδείσου είδε ότι η Παναγία  Μητέρα βρισκόταν πάνω από τα τείχη και με το μαφόρι της σήκωνε «παράνομα» και έβαζε μέσα στον Παράδεισο αυτούς που είχαν απορριφτεί.

(3) Η εμφάνιση της Παναγίας και η προστασία Της προς τον πιστό λαό γίνεται εκεί που ο λαός αυτός έχει συναχτεί εν Εκκλησία. Δεν είναι τυχαίο, πιστεύουμε, ότι η Παναγία γίνεται το όργανο της χάρης του Θεού, όταν ο λαός φανερώνει την πίστη του με τον ερχομό του στον ναό και μάλιστα σε ώρα έντονης και παρατεταμένης προσευχής: σε αγρυπνία. Και τούτο διότι ο Θεός προσφέρει τη χάρη Του, αλλ’  όταν και ο άνθρωπος δείχνει τη διάθεση να την αποδεχτεί. Στο θαυμαστό γεγονός της Αγίας Σκέπης πολύ άμεσα διαπιστώνουμε αυτό που ο Κύριος είχε πει: «Ου εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμι εν μέσω αυτών». Η παρουσία Του εκδηλώθηκε μέσω της Μητέρας Του, όπως βεβαίως και για την εμφάνισή Του στον απόστολο Θωμά μετά την ανάσταση προηγήθηκε η παρουσία του Θωμά στον κύκλο των μαθητών, δηλ. στο χώρο της Εκκλησίας. Έτσι βεβαίως ο Θεός διά των αγίων Του δρα όπως και όπου θέλει, αλλά εκεί που κατεξοχήν ενεργεί και προσφέρει τη χάρη Του είναι η Εκκλησία. Από την άποψη αυτή ο αγώνας του πιστού να συμμετέχει στις εκκλησιαστικές ακολουθίες, και μάλιστα στη Θεία Λειτουργία,  αποτελεί όρο για τη μετοχή του στην παροχή της χάρης του Θεού.

(4) Η ιδιαίτερη παροχή αγιασμού από την Παναγία προς τον προσευχόμενο λαό νομίζουμε ότι είχε να κάνει και με το μαφόρι Της, που φυλασσόταν ως εξαιρετική ευλογία στον συγκεκριμένο ναό των Βλαχερνών. Με άλλα λόγια, η χάρη του Θεού και των αγίων του επεκτείνεται, όταν υπάρχουν αντικείμενα που σχετίζονται με την εδώ στον κόσμο τούτο παρουσία των αγίων. Βεβαίως, για παράδειγμα, ο άγιος Διονύσιος παρέχει τη χάρη του Θεού σε όσους εν πίστει τον επικαλούνται, μα η παροχή της χάρης αυτής φαίνεται να είναι εντονότερη εκεί που υπάρχει το αγιασμένο λείψανό του, στη Ζάκυνθο. Το ίδιο συμβαίνει και με όλους τους αγίους, το ίδιο πιστεύουμε ότι συνέβη και εκεί στον ναό των Βλαχερνών. Κι είναι και τούτο μία αλήθεια, που την επιβεβαιώνει διαρκώς  ο πιστός λαός ανά τους αιώνες, αφού βλέπουμε πόσο ο λαός αυτός καθοδηγούμενος από την καρδιά του τιμά τα λείψανα των αγίων, όπως και τα ιδιαίτερα αντικείμενα, όπως είπαμε, που σχετίζονται με τη ζωή τους. Κι αυτό συμβαίνει, γιατί  η χάρη του Θεού αγκαλιάζει όλη την ύπαρξη ενός αγίου, όπως και διοχετεύεται αυτή και στα υλικά αντικείμενα που τον περιβάλλουν. Δεν υπάρχει τίποτε κακό στη δημιουργία του Θεού, πέρα από τις κακές επιλογές της καρδιάς μας, ενώ τα πάντα εξαγιάζονται από την υπακοή του ανθρώπου στον Θεό.

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ…

«Μετάνοια σημαίνει ανανέωση του βαπτίσματος. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία με τον Θεό για νέα ζωή… Μετάνοια σημαίνει συμφιλίωση με τον Κύριο, με έργα αρετής αντίθετα προς τα παραπτώματά μας. Μετάνοια σημαίνει καθαρισμός της συνειδήσεως» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. ε΄, 2).

Σου δόθηκε μεγαλείο που όμοιό του δεν υπάρχει στον κόσμο: τι μπορεί να παραβληθεί μπροστά στο να ‘σαι ένα με τον Δημιουργό σου δια του αγίου βαπτίσματος; Διαπιστώνεις όμως και την τραγικότητα που σε διαπερνά: να υπάρχει και να λειτουργεί ακόμη μέσα σου η αμαρτία. Το μεγαλείο που ταυτόχρονα περικλείει το δράμα. Και η καθημερινότητά σου δυστυχώς το επιβεβαιώνει: κλεψίματα του νου με λογισμούς ανόητους και πονηρούς, λόγια ανούσια, πειρακτικά και μερικές φορές βλάσφημα, συμπεριφορές προσβλητικές και άδικες προς τον συνάνθρωπό σου. Ένα δαιμονικό στοιχείο που πάει να ακυρώσει τη θεοείδειά σου! Η ασχήμια που θέλει να επιβληθεί πάνω στην ομορφιά! Το σκοτάδι που θέλει να κρύψει το… φως!

Αρχίζεις και ζεις τα συμπτώματα: χάνεται σιγά σιγά ο ενθουσιασμός της χριστιανικότητάς σου, νιώθεις ότι περνάς στην αντίπερα όχθη, αισθάνεσαι ένοχος και βρόμικος. Σαν να συρρικνώνεσαι και να χάνεις κάθε ικμάδα ζωής.

«Μη τρομάξεις, έστω κι αν πέφτεις κάθε ημέρα, και μην εγκαταλείψεις τον αγώνα» (Κλίμαξ, ε΄, 12). Είσαι ακόμη σε… ελεγχόμενη  κατάσταση. Σήκω πάνω και «με επαινετή αναίδεια» στρέψου στον Κύριο. Ζήτα του τη βοήθειά Του. Αυτό περιμένει από εσένα. Αυτή είναι η χαρά Του: να σε δει και πάλι μαζί Του. Αυτό δεν μας έδειξε με την παραβολή του ασώτου; Ο ίδιος δεν είπε ότι «χαρά γίνεται εν ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι;» Μόνο μην καθυστερείς. «Όσο είναι ακόμη πρόσφατο και ζεστό το τραύμα, τόσο και ευκολότερα θεραπεύεται. Ενώ τα τραύματα που εχρόνισαν, σαν παραμελημένα και αποσκληρυμένα, δύσκολα θεραπεύονται» (ε΄, 12).

Η αντίδραση στην πτώση λέγεται μετάνοια: ο μονόδρομος της πνευματικής  ζωής. Μ’  αυτήν επανέρχεσαι στην αφετηρία του βαπτίσματος – όταν μάλιστα καταλήγεις στην ιερά εξομολόγηση - μ’ αυτήν συμφιλιώνεσαι και πάλι με τον Θεό - όταν μάλιστα το δείχνεις με τα έργα σου - μ’ αυτήν καθαρίζεις τη συνείδησή σου. Οπότε αρχίζει και λάμπει πάλι μέσα στην καρδιά σου το φως του ουρανού. Δεν είναι τυχαίο αυτό που φώναζε ο όσιος του Γεροντικού: «Τρία πράγματα μας χρειάζονται για τη σωτηρία μας. Πρώτον, μετάνοια. Δεύτερον, μετάνοια. Τρίτον, μετάνοια».

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΕΘΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ

«Ο άγιος Αρέθας ήταν ο πρώτος της πόλεως Νεγράς στην Αιθιοπία, επί της βασιλείας του Ιουστίνου, όταν βασίλευαν στην μεν Αιθιοπία ο χριστιανικότατος Ελεσβαάν, στους δε Ομηρίτες κάποιος Εβραίος ονόματι Δουναάν. Η χώρα αυτή από μεν την Αγία Γραφή λέγεται Σαβά, από δε τους Έλληνες Ευδαίμων Αραβία. Ο Ελεσβαάν υπέταξε τον Εβραίο και έβαλε φρουρές στην πόλη του. Επαναστάτησε όμως ο Εβραίος και σκότωσε τους φύλακες, ενώ επιτέθηκε στην πόλη Νεγρά, την οποία πολιόρκησε και υπέταξε, όχι με στρατιωτική δύναμη, αλλά με επιορκίες, με αποτέλεσμα να σκοτώσει όλους τους χριστιανούς κατοίκους της, άνδρες και γυναίκες. Τότε ήταν που ο άγιος Αρέθας αντιστάθηκε με γενναιότητα, αφού προηγουμένως στήριξε όλους στην πίστη  του Χριστού, μολονότι είχε φθάσει στο έσχατο γήρας, ώστε να μη μπορεί ούτε να περπατήσει. Τόση ήταν η σωματική αδυναμία του, ώστε όταν παραδόθηκε για να του κόψουν την κεφαλή, με χαρά οδηγήθηκε στο μαρτύριο βασταζόμενος. Κι αφού του απέκοψαν την κεφαλή, παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο».

Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι εκείνος ο οποίος ηγείτο στην αντίσταση κατά των Ομηριτών του Εβραίου Δουναάν  ήταν όχι ένας νέος άνδρας, που τη γενναιότητα την έχει ως φυσικό του ιδίωμα, αλλά ένας σεβάσμιος γέροντας, ο οποίος μάλιστα αδυνατούσε και να περπατήσει. «Φυσιολογικά», ο γέρων Αρέθας θα έπρεπε να είναι ο μαζεμένος και ανασφαλής, δεδομένου ότι συνήθως οι προχωρημένοι  στην ηλικία είναι περισσότερο δειλοί, λόγω της αδυναμίας που φέρνει ακριβώς η ηλικία τους. Και όμως! Δεν ήταν η ηλικία στον άγιο Αρέθα το πρόβλημα, διότι το φρόνημά του ήταν νεανικό. Κι αιτία γι’  αυτό το «παράδοξο» ήταν η αγιοπνευματική ζωή του. Ο άγιος Αρέθας διακατεχόταν από την παρουσία του Θεού, ο Οποίος τον ενίσχυε και του έδινε  την εκπλήσσουσα τόλμη του, ώστε και αλείπτης να παρουσιάζεται, δηλαδή ενισχυτής και εμψυχωτής της πίστεως των άλλων, και με χαρά να οδεύει προς το μαρτύριο. Ο υμνογράφος της ακολουθίας του επισημαίνει και τα δύο παραπάνω στοιχεία: και το αξιοσέβαστο δηλαδή της γεροντικής ηλικίας του, αλλά και το τολμηρό του χαρακτήρα του. «Εν τη του πνεύματος τόλμη υπέρ Χριστού μαρτυρήσαι ηγωνίσασθε», λέει και για τον ίδιο και για τους άλλους ενισχυμένους από αυτόν χριστιανούς∙ «υπό της σης συγκροτουμένη συνέσεως η θεόφρων πόλις σου Πανόλβιε, του πολιά λάμποντος σεμνή, προς τους παρανόμους ανδρείως διηγωνίσατο». (Η με θεϊκό φρόνημα πόλις σου, παμμακάριστε Αρέθα, που συγκροτήθηκε από τη δική σου σύνεση, από εσένα δηλαδή που έλαμπες από το σεμνό γήρας, αγωνίστηκε με ανδρειότητα προς τους παράνομους). Κι είναι τούτο μία αλήθεια που δεν πρέπει να μας διαφεύγει: όταν ο άνθρωπος ζει με τον Θεό, όταν νιώθει με αίσθηση καρδίας ότι είναι μέλος Χριστού και έχει επομένως ενεργούσα μέσα του την παρουσία του αγίου Πνεύματος, τότε ανεξάρτητα από ηλικία γίνεται ένας τολμηρός άνθρωπος, ο οποίος διοχετεύει και σε άλλους την τόλμη αυτή. Ο Θεός πάντοτε κρατάει νέο τον άνθρωπο, γιατί η «καρδιά» κάνει κάποιον νέο ή γέρο. Κι είναι τραγικό να βλέπει κανείς αυτό που επεσήμαινε και ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: νέους με «γέρικη» καρδιά, με μαραμένο δηλαδή φρόνημα, που έχουν ήδη παραδώσει τα όπλα, πριν καν ξεκινήσουν τη ζωή τους. Διότι ακριβώς έχουν διαγράψει τον Χριστό από την ύπαρξή τους.

Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο άγιος Αρέθας, όπως και οι άλλοι χριστιανοί της πόλεώς του, σκοτώθηκαν από τους Εβραίους, παραλληλίζει το μαρτύριό τους με ό,τι συνέβη στον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ανάγοντας μάλιστα το φονικό μίσος των Εβραίων αυτών στο μίσος που επιδείκνυαν οι πρόγονοί τους απέναντι στον ίδιο τον Θεό, κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, και μάλιστα στη διαρκή επαναστατικότητα και τον γογγυσμό τους στην πορεία της ερήμου, μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο. «Χριστού τη εκμιμήσει σαυτόν παραδέδωκας, πόθω του μαρτυρίου, τοις ανόμοις Εβραίοις» (Μιμούμενος τον Χριστό, παρέδωσες τον εαυτό σου από πόθο του μαρτυρίου στους άνομους Εβραίους). «Ως γαρ έκπαλαι εν νόμω, τον έξ Αιγύπτου σώσαντα, εν ερήμω παρώργισαν, και τούτον σταυρώ κατεδίκασαν, ούτω νυν και υμίν, έργω τον λόγον παρήλθον». (Όπως από παλιά, τότε που επικρατούσε ο Μωσαϊκός νόμος, παρόργισαν στην έρημο Αυτόν που τους έσωσε από την Αίγυπτο, (δηλαδή τον Χριστό ως Θεό μόνον τότε), και Τον κατεδίκασαν στον Σταυρό, έτσι και τώρα με εσάς: καταπάτησαν τον λόγο του Θεού έμπρακτα).

Δεν μπορεί ο υμνογράφος όμως να μη θέσει το ερώτημα που σκανδαλίζει τη σκέψη πολλών χριστιανών σε όλες τις εποχές: πώς ο Θεός επέτρεψε οι δικοί Του άνθρωποι, αυτοί που ο Ίδιος με τη χάρη Του συγκρότησε σε σώμα Του, να «χαθούν» με άνομο τρόπο; Να σκοτωθούν από τους «λύκους» εχθρούς της πίστεως; Είναι το «αιώνιο» ερώτημα, γιατί ο Θεός επιτρέπει να υφίστανται ένα σωρό δεινά, ακόμη και ατιμωτικό θάνατο, οι δικοί Του δούλοι, οι πιστοί Του; Πού είναι η δικαιοσύνη του Θεού; Γιατί δεν ενεργοποιεί υπέρ αυτών την παντοδυναμία Του; «Κατά μόνας ο πλάσας, θεουργικώ νεύματι, συ τας των ανθρώπων καρδίας, τις της προνοίας σου βάθος δυνήσεται καταλαβείν, όπως ποίμνην, ην, Χριστέ, συνήγαγες, λύκοις παρέδωκας;» (Ποιος θα μπορέσει να καταλάβει το βάθος της πρόνοιάς Σου, Χριστέ, πώς δηλαδή την ποίμνη, την οποία μάζεψες, παρέδωσες στους λύκους, Εσύ που είσαι ο μόνος που έπλασε με ένα θεουργικό νεύμα τις καρδιές των ανθρώπων;) Η απάντηση βεβαίως, όπως καταλαβαίνουμε, δεν δίνεται από τον υμνογράφο στον ύμνο. Καταθέτει απλώς την απορία του, αλλά χωρίς γογγυσμό και αμφισβήτηση. Ανάγει το «αγκάθι» αυτό για τη λογική σκέψη στην Πρόνοια του Θεού. Το εναποθέτει με άλλα λόγια στην απειρία της αγάπης Του, δίνοντας όμως έμμεσα με τους άλλους ύμνους την απάντηση: Επιτρέπει ο Θεός τις δοκιμασίες στους δικούς Του, κατά αναλογία με ό,τι ο Ίδιος υπέστη στον κόσμο, ακόμη και τον Σταυρό, διότι προφανώς αυτό είναι και η σωτηρία τους. Με τις δοκιμασίες και τα βάσανα δηλαδή ο πιστός κερδίζει τον Παράδεισο, την Βασιλεία του Θεού, επομένως το παράδοξο κατανοείται μόνο στο επίπεδο της πίστεως και όχι με τη λογική σκέψη. Άλλωστε, ποιος άλλος δρόμος μάς οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού πέρα από τον δρόμο του Σταυρού και του μαρτυρίου; «Δια πολλών θλίψεων δει υμάς εισελθείν εις την Βασιλείαν του Θεού» (ο Κύριος). «Ουδείς ανήλθε ποτέ εις τον Παράδεισον μετά ανέσεως» (αββάς Ισαάκ ο Σύρος).