Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΝΟΥ!

«Ο νους του “πρακτικού” μπορεί να ασκεί πολλών ειδών εργασίες. Να σκέπτεται δηλαδή την αγάπη προς τον Θεό, να ενθυμείται τον Θεό, να ενθυμείται την ουράνια βασιλεία, να ενθυμείται τον ζήλο των Μαρτύρων, να ενθυμείται ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών, όπως ο Ψαλμωδός που έλεγε, “προωρώμην τον Κύριον” κλπ. (Ψαλμ. ιε΄ 8). Να ενθυμείται ακόμη τους αγίους αγγέλους, τον χωρισμό της ψυχής του από το σώμα, τη συνάντηση με τα τελώνια του αέρα, την απόφαση του Κριτού, την κόλαση» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. στ΄ 17).

Ακούς για τις θεωρίες των μεγάλων αγίων και πιθανόν ζηλεύεις. Για τις αρπαγές του νου στα ουράνια, για τα «άρρητα ρήματα» που άκουσε ο απόστολος Παύλος, για «οράσεις» ιδιαίτερα χαρισματικές. Κλίνε το γόνυ της καρδιάς και δόξασε τον Θεό για το τι επιφυλάσσει  στους γνήσιους δούλους Του, τους πλήρως αφιερωμένους σ’ Αυτόν.  Μόνο τούτο όμως! Για να φτάσει κανείς εκεί, αν φτάσει ποτέ, θα περάσει υποχρεωτικά από την πράξη: την καθημερινή άσκηση των αρετών, τον αδιάκοπο αγώνα παραμονής πάνω στις εντολές του Χριστού. Διότι «πράξίς εστιν θεωρίας επίβασις» (η πράξη είναι το σκαλοπάτι για τη θεωρία).

Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: ο νους από τη φύση του πια μετά την πτώση στην αμαρτία είναι «αλήτης»: ξεφεύγει δηλαδή εύκολα και περιπλανιέται από δω κι από κει. Απαιτείται μεγάλος αγώνας και ξεχωριστή χάρη από τον Κύριο για να τον κρατάει κανείς εκεί που πρέπει, να τον έχει περιορισμένο στην έδρα του, την καρδιά.  Άκου τι λέει ο Μέγας Βασίλειος επ’ αυτού: «Ο νους που δεν διασκορπίζεται και δεν διαχέεται μέσω των αισθήσεων στα πράγματα του κόσμου, επιστρέφει στον εαυτό του, στην καρδιά του δηλαδή, και διά του εαυτού του οδηγείται στην έννοια του Θεού». Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε δεν είπε ότι η Βασιλεία του Θεού «εντός υμών εστιν»;

Πώς θα κρατήσεις λοιπόν τον νου στην καρδιά; Βεβαίως, όλοι οι άγιοί μας προτείνουν την προσευχή του Ιησού. Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»: είναι το βαρύ «πυροβολικό» στην πνευματική ζωή.  Μπορείς όμως να ασκείς και άλλες πολλές εργασίες. Να δίνεις δηλαδή «τροφή» στον νου σου με αυτά που θα τον ωθούν διαρκώς στο κέντρο του, την καρδιά. Όπως: να σκέπτεσαι τον Θεό και την αγάπη Του, να σχολάζεις πάνω στην ουράνια βασιλεία Του, στον ζήλο των μαρτύρων, στην πανταχού παρουσία Του, στον φύλακα άγγελό σου, στην ώρα του θανάτου σου, στο τι έπειτα θα ακολουθήσει με την κρίση.  

Μεγάλες εργασίες που ορθά ασκούμενες από τον νου προστατεύουν από την πτώση στην αμαρτία και εξισορροπούν τον ανθρώπινο ψυχισμό μας! Γιατί μας κρατούν στη χάρη του Θεού!

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

Η ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΦΩΤΟΦΟΡΟΣ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Στον ιερό Ναό των Βλαχερνών της Κωνσταντινουπόλεως, όπου βρισκόταν και το σεπτό «μαφόριον» της Παναγίας, μία των ημερών, επί βασιλείας Λέοντος του Σοφού (886-911), ετελείτο ολονύκτια αγρυπνία. Είχε πάει εκεί κατά τη συνήθειά του και ο όσιος Ανδρέας ο σαλός. Συνέβη να παρευρίσκεται και ο Επιφάνιος έχοντας μαζί έναν υπηρέτη του. Συχνά, σε κάθε κατάλληλη ευκαιρία, αγρυπνούσε και αυτός ανάλογα με την προθυμία του, πότε μέχρι το μεσονύκτιο, πότε μέχρι το πρωί. Την τετάρτη ώρα της νυκτός, βλέπει ο μακάριος Ανδρέας μεγαλοπρεπή γυναίκα να βγαίνει από την Ωραία και βασιλική Πύλη και να προχωρεί μαζί με πολυπληθή και λαμπρότατη ακολουθία αγίων λευκοφορούντων, που έψελναν ιερούς ύμνους και πνευματικά άσματα. Τη μεγαλοπρεπή αυτή γυναίκα κρατούσαν τιμητικά συνοδεύοντας από τα χέρια ο Τίμιος Πρόδρομος και ο Υιός της Βροντής, ο Θεολόγος Ιωάννης, ενώ ακολουθούσαν οι υπόλοιποι άγιοι. Μόλις τους είδε ο όσιος Ανδρέας να προχωρούν προς τον άμβωνα της Εκκλησίας, πλησιάζει τον Επιφάνιο και του λέει: - Βλέπεις την Κυρία και Δέσποινα του κόσμου; Αυτός του απαντά: - Ναι, πνευματικέ πατέρα μου. Ενώ παρακολουθούσαν οι όσιοι, Την βλέπουν να γονατίζει, να προσεύχεται για ώρα πολλή και να τρέχουν συνεχώς δάκρυα στο θεοειδές και άχραντο πρόσωπό Της. Μετά από αυτήν την προσευχή, έρχεται προς το θυσιαστήριο και δεήθηκε εκεί υπέρ του παρευρισκόμενου λαού. Όταν τελείωσε τη δέησή Της, έβγαλε από την πανάχραντη κεφαλή Της, με μία κίνηση γεμάτη χάρη και σεμνότητα, το μέγα και φοβερό «μαφόριόν» Της, που έλαμπε ως αστραπή, και το άπλωσε επάνω από όλον τον παρευρισκόμενο λαό. Αυτό το έβλεπαν οι θαυμάσιοι αυτοί άνδρες επί αρκετές ώρες να είναι απλωμένο επάνω από όλον τον λαό και να πηγάζει ως φως ήλεκτρου τη Δόξα του Κυρίου. Όση ώρα ήταν εκεί η Υπεραγία Θεοτόκος, ήταν θεατό και εκείνο, μόλις ανεχώρησε, έπαυσε και αυτό να είναι ορατό. Το επήρε μαζί της, αφήνοντας τη Χάρη Της στον πιστό λαό».

(1) Με το γεγονός της εμφάνισης της Υπεραγίας Θεοτόκου βρισκόμαστε μπροστά σε μία θαυμαστή ενέργεια του Θεού – ο Θεός ενεργεί διά της Θεοτόκου – που την ευεργετική της επίδραση δέχεται ο πιστός λαός, αλλά βλέπουν μόνον οι δύο όσιοι: ο Ανδρέας ο σαλός και ο Επιφάνιος. Αυτό σημαίνει ότι το μεγαλειώδες αυτό όραμα ήταν μία ιδιαίτερη ευλογία που δόθηκε ως χάρη στους δύο αγίους, και διότι προφανώς είχαν τις εσωτερικές προϋποθέσεις για να τη δεχτούν, και διότι θα κατέθεταν τη μαρτυρία τους αυτή αργότερα στον πιστό λαό προς ενίσχυση της πίστεώς του. Με άλλα λόγια ο Θεός ικανώνει ορισμένους πιστούς Του, με την έννοια ότι τους διανοίγει τους πνευματικούς οφθαλμούς, ώστε να Τον «δουν» στη θεϊκή Του δόξα, και μετέπειτα αυτοί μαρτυρούν τη θεοπτική αυτή εμπειρία τους, η οποία γίνεται αποδεκτή από τον λαό, λόγω της αξιοπιστίας των ίδιων.

Αιτία για την τακτική αυτή του Θεού, θα λέγαμε, φαίνεται ότι είναι η αγάπη Του προς τον κόσμο, η οποία ενεργεί με τέτοια διάκριση, ώστε να μη βλάψει τους πνευματικά ανώριμους ή τους ανέτοιμους για μία ιδιαίτερη όραση Εκείνου. «Ου μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπον του Θεού και ζήσεται». Την τακτική αυτή του Θεού την επισημαίνουμε σε όλες τις φάσεις της αποκάλυψής Του, από την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης μέχρι και σήμερα ακόμη. Ας θυμηθούμε το γεγονός της παράδοσης του Νόμου του Θεού στους Ισραηλίτες στο όρος Σινά: ο Μωϋσής καλείται να μετάσχει στην ξεχωριστή ενέργεια του Θεού, η οποία δι’  αυτού γίνεται έπειτα κτήμα όλων. Κι ακόμη. Ο ίδιος ο Κύριός μας στο Θαβώρ, στο όρος της Μεταμορφώσεώς Του, τους τρεις μαθητές Του, Πέτρο, Ιωάννη και Ιάκωβο, καλεί να γίνουν «επόπται της μεγαλειότητός Του», οι οποίοι στον κατάλληλο έπειτα καιρό θα καταθέσουν τη μαρτυρία της συγκεκριμένης εμπειρίας τους.

(2) Οι δύο άγιοι, Συμεών και Επιφάνιος, βλέπουν με άμεσο τρόπο την αγάπη της Υπεραγίας Θεοτόκου προς τον πιστό λαό. Εμφανίζεται, προσεύχεται με δάκρυα, απλώνει προστατευτικά πάνω στον λαό το μαφόρι Της, γιατί είναι γεμάτη αγάπη και στοργή προς τα παιδιά της και παιδιά του Υιού και Θεού της. Κι είναι αυτά τα χαρισματικά οράματα, τα οποία επιβεβαιώνουν διαρκώς την πίστη της Εκκλησίας σχετικά με την αγάπη των αγίων απέναντί μας και μάλιστα της Παναγίας Μητέρας μας. Γνωρίζουμε την αγάπη Της αυτή ήδη από τα κείμενα της Αγίας Γραφής και τη μετέπειτα παράδοση της Εκκλησίας μας. Ιδιαιτέρως το «γύναι, ιδού ο υιός σου» και το «ιδού η μήτηρ σου» του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας προς τη Μητέρα Του και το μαθητή Του Ιωάννη, μας συγκινεί την καρδιά και δεν μας αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Μα, όταν έρχονται και τέτοια θαυμαστά γεγονότα, σαν αυτό της Αγίας Σκέπης, η πίστη μας γιγαντώνεται ακόμη περισσότερο. Ξέρουμε ότι σε κάθε ώρα και σε κάθε στιγμή μπορούμε να αναφερόμαστε, μετά βεβαίως τον Κύριο και Θεό μας, και στην Παναγία Μητέρα Του, η οποία είναι έτοιμη να μεσιτεύσει μετά δακρύων υπέρ ημών προς τον Υιό και Θεό Της. Κι ο πιστός λαός πράγματι το επιβεβαιώνει. Οι χαιρετισμοί και οι παρακλητικοί κανόνες προς την Θεοτόκο δεν λείπουν ποτέ από τα χείλη του ευσεβούς λαού, ο οποίος νιώθει, έστω κι αν δεν Την βλέπει οραματικά, την παρουσία και την αγάπη Της.

Θα ήταν παρήγορο μάλιστα να μνημονεύαμε στο σημείο αυτό και μία παράδοση-θρύλο, που κυκλοφορείται ιδίως στους πιστούς της Ρωσίας. Πέθαιναν οι χριστιανοί και «σκόνταφταν» στην παρουσία του αποστόλου Πέτρου, ο οποίος έχοντας τα κλειδιά του Παραδείσου ζητούσε τις απολύτως «κανονικές» προϋποθέσεις εισόδου στον Παράδεισο. Τους περισσότερους δυστυχώς τους απέπεμπε, διότι δεν εκπληρούσαν αυτά που έπρεπε. Κι ενώ λίγοι είχαν εισέλθει στον Παράδεισο, άκουγε πολλές φωνές και πολλές υμνολογίες μέσα σ’  αυτόν. Παραξενεύτηκε και κοιτώντας πιο πέρα από τη θύρα του Παραδείσου είδε ότι η Παναγία  Μητέρα βρισκόταν πάνω από τα τείχη και με το μαφόρι της σήκωνε «παράνομα» και έβαζε μέσα στον Παράδεισο αυτούς που είχαν απορριφτεί.

(3) Η εμφάνιση της Παναγίας και η προστασία Της προς τον πιστό λαό γίνεται εκεί που ο λαός αυτός έχει συναχτεί εν Εκκλησία. Δεν είναι τυχαίο, πιστεύουμε, ότι η Παναγία γίνεται το όργανο της χάρης του Θεού, όταν ο λαός φανερώνει την πίστη του με τον ερχομό του στον ναό και μάλιστα σε ώρα έντονης και παρατεταμένης προσευχής: σε αγρυπνία. Και τούτο διότι ο Θεός προσφέρει τη χάρη Του, αλλ’  όταν και ο άνθρωπος δείχνει τη διάθεση να την αποδεχτεί. Στο θαυμαστό γεγονός της Αγίας Σκέπης πολύ άμεσα διαπιστώνουμε αυτό που ο Κύριος είχε πει: «Ου εισί δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμι εν μέσω αυτών». Η παρουσία Του εκδηλώθηκε μέσω της Μητέρας Του, όπως βεβαίως και για την εμφάνισή Του στον απόστολο Θωμά μετά την ανάσταση προηγήθηκε η παρουσία του Θωμά στον κύκλο των μαθητών, δηλ. στο χώρο της Εκκλησίας. Έτσι βεβαίως ο Θεός διά των αγίων Του δρα όπως και όπου θέλει, αλλά εκεί που κατεξοχήν ενεργεί και προσφέρει τη χάρη Του είναι η Εκκλησία. Από την άποψη αυτή ο αγώνας του πιστού να συμμετέχει στις εκκλησιαστικές ακολουθίες, και μάλιστα στη Θεία Λειτουργία,  αποτελεί όρο για τη μετοχή του στην παροχή της χάρης του Θεού.

(4) Η ιδιαίτερη παροχή αγιασμού από την Παναγία προς τον προσευχόμενο λαό νομίζουμε ότι είχε να κάνει και με το μαφόρι Της, που φυλασσόταν ως εξαιρετική ευλογία στον συγκεκριμένο ναό των Βλαχερνών. Με άλλα λόγια, η χάρη του Θεού και των αγίων του επεκτείνεται, όταν υπάρχουν αντικείμενα που σχετίζονται με την εδώ στον κόσμο τούτο παρουσία των αγίων. Βεβαίως, για παράδειγμα, ο άγιος Διονύσιος παρέχει τη χάρη του Θεού σε όσους εν πίστει τον επικαλούνται, μα η παροχή της χάρης αυτής φαίνεται να είναι εντονότερη εκεί που υπάρχει το αγιασμένο λείψανό του, στη Ζάκυνθο. Το ίδιο συμβαίνει και με όλους τους αγίους, το ίδιο πιστεύουμε ότι συνέβη και εκεί στον ναό των Βλαχερνών. Κι είναι και τούτο μία αλήθεια, που την επιβεβαιώνει διαρκώς  ο πιστός λαός ανά τους αιώνες, αφού βλέπουμε πόσο ο λαός αυτός καθοδηγούμενος από την καρδιά του τιμά τα λείψανα των αγίων, όπως και τα ιδιαίτερα αντικείμενα, όπως είπαμε, που σχετίζονται με τη ζωή τους. Κι αυτό συμβαίνει, γιατί  η χάρη του Θεού αγκαλιάζει όλη την ύπαρξη ενός αγίου, όπως και διοχετεύεται αυτή και στα υλικά αντικείμενα που τον περιβάλλουν. Δεν υπάρχει τίποτε κακό στη δημιουργία του Θεού, πέρα από τις κακές επιλογές της καρδιάς μας, ενώ τα πάντα εξαγιάζονται από την υπακοή του ανθρώπου στον Θεό.

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2024

ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ…

«Μετάνοια σημαίνει ανανέωση του βαπτίσματος. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία με τον Θεό για νέα ζωή… Μετάνοια σημαίνει συμφιλίωση με τον Κύριο, με έργα αρετής αντίθετα προς τα παραπτώματά μας. Μετάνοια σημαίνει καθαρισμός της συνειδήσεως» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. ε΄, 2).

Σου δόθηκε μεγαλείο που όμοιό του δεν υπάρχει στον κόσμο: τι μπορεί να παραβληθεί μπροστά στο να ‘σαι ένα με τον Δημιουργό σου δια του αγίου βαπτίσματος; Διαπιστώνεις όμως και την τραγικότητα που σε διαπερνά: να υπάρχει και να λειτουργεί ακόμη μέσα σου η αμαρτία. Το μεγαλείο που ταυτόχρονα περικλείει το δράμα. Και η καθημερινότητά σου δυστυχώς το επιβεβαιώνει: κλεψίματα του νου με λογισμούς ανόητους και πονηρούς, λόγια ανούσια, πειρακτικά και μερικές φορές βλάσφημα, συμπεριφορές προσβλητικές και άδικες προς τον συνάνθρωπό σου. Ένα δαιμονικό στοιχείο που πάει να ακυρώσει τη θεοείδειά σου! Η ασχήμια που θέλει να επιβληθεί πάνω στην ομορφιά! Το σκοτάδι που θέλει να κρύψει το… φως!

Αρχίζεις και ζεις τα συμπτώματα: χάνεται σιγά σιγά ο ενθουσιασμός της χριστιανικότητάς σου, νιώθεις ότι περνάς στην αντίπερα όχθη, αισθάνεσαι ένοχος και βρόμικος. Σαν να συρρικνώνεσαι και να χάνεις κάθε ικμάδα ζωής.

«Μη τρομάξεις, έστω κι αν πέφτεις κάθε ημέρα, και μην εγκαταλείψεις τον αγώνα» (Κλίμαξ, ε΄, 12). Είσαι ακόμη σε… ελεγχόμενη  κατάσταση. Σήκω πάνω και «με επαινετή αναίδεια» στρέψου στον Κύριο. Ζήτα του τη βοήθειά Του. Αυτό περιμένει από εσένα. Αυτή είναι η χαρά Του: να σε δει και πάλι μαζί Του. Αυτό δεν μας έδειξε με την παραβολή του ασώτου; Ο ίδιος δεν είπε ότι «χαρά γίνεται εν ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι;» Μόνο μην καθυστερείς. «Όσο είναι ακόμη πρόσφατο και ζεστό το τραύμα, τόσο και ευκολότερα θεραπεύεται. Ενώ τα τραύματα που εχρόνισαν, σαν παραμελημένα και αποσκληρυμένα, δύσκολα θεραπεύονται» (ε΄, 12).

Η αντίδραση στην πτώση λέγεται μετάνοια: ο μονόδρομος της πνευματικής  ζωής. Μ’  αυτήν επανέρχεσαι στην αφετηρία του βαπτίσματος – όταν μάλιστα καταλήγεις στην ιερά εξομολόγηση - μ’ αυτήν συμφιλιώνεσαι και πάλι με τον Θεό - όταν μάλιστα το δείχνεις με τα έργα σου - μ’ αυτήν καθαρίζεις τη συνείδησή σου. Οπότε αρχίζει και λάμπει πάλι μέσα στην καρδιά σου το φως του ουρανού. Δεν είναι τυχαίο αυτό που φώναζε ο όσιος του Γεροντικού: «Τρία πράγματα μας χρειάζονται για τη σωτηρία μας. Πρώτον, μετάνοια. Δεύτερον, μετάνοια. Τρίτον, μετάνοια».

Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΕΘΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ

«Ο άγιος Αρέθας ήταν ο πρώτος της πόλεως Νεγράς στην Αιθιοπία, επί της βασιλείας του Ιουστίνου, όταν βασίλευαν στην μεν Αιθιοπία ο χριστιανικότατος Ελεσβαάν, στους δε Ομηρίτες κάποιος Εβραίος ονόματι Δουναάν. Η χώρα αυτή από μεν την Αγία Γραφή λέγεται Σαβά, από δε τους Έλληνες Ευδαίμων Αραβία. Ο Ελεσβαάν υπέταξε τον Εβραίο και έβαλε φρουρές στην πόλη του. Επαναστάτησε όμως ο Εβραίος και σκότωσε τους φύλακες, ενώ επιτέθηκε στην πόλη Νεγρά, την οποία πολιόρκησε και υπέταξε, όχι με στρατιωτική δύναμη, αλλά με επιορκίες, με αποτέλεσμα να σκοτώσει όλους τους χριστιανούς κατοίκους της, άνδρες και γυναίκες. Τότε ήταν που ο άγιος Αρέθας αντιστάθηκε με γενναιότητα, αφού προηγουμένως στήριξε όλους στην πίστη  του Χριστού, μολονότι είχε φθάσει στο έσχατο γήρας, ώστε να μη μπορεί ούτε να περπατήσει. Τόση ήταν η σωματική αδυναμία του, ώστε όταν παραδόθηκε για να του κόψουν την κεφαλή, με χαρά οδηγήθηκε στο μαρτύριο βασταζόμενος. Κι αφού του απέκοψαν την κεφαλή, παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο».

Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι εκείνος ο οποίος ηγείτο στην αντίσταση κατά των Ομηριτών του Εβραίου Δουναάν  ήταν όχι ένας νέος άνδρας, που τη γενναιότητα την έχει ως φυσικό του ιδίωμα, αλλά ένας σεβάσμιος γέροντας, ο οποίος μάλιστα αδυνατούσε και να περπατήσει. «Φυσιολογικά», ο γέρων Αρέθας θα έπρεπε να είναι ο μαζεμένος και ανασφαλής, δεδομένου ότι συνήθως οι προχωρημένοι  στην ηλικία είναι περισσότερο δειλοί, λόγω της αδυναμίας που φέρνει ακριβώς η ηλικία τους. Και όμως! Δεν ήταν η ηλικία στον άγιο Αρέθα το πρόβλημα, διότι το φρόνημά του ήταν νεανικό. Κι αιτία γι’  αυτό το «παράδοξο» ήταν η αγιοπνευματική ζωή του. Ο άγιος Αρέθας διακατεχόταν από την παρουσία του Θεού, ο Οποίος τον ενίσχυε και του έδινε  την εκπλήσσουσα τόλμη του, ώστε και αλείπτης να παρουσιάζεται, δηλαδή ενισχυτής και εμψυχωτής της πίστεως των άλλων, και με χαρά να οδεύει προς το μαρτύριο. Ο υμνογράφος της ακολουθίας του επισημαίνει και τα δύο παραπάνω στοιχεία: και το αξιοσέβαστο δηλαδή της γεροντικής ηλικίας του, αλλά και το τολμηρό του χαρακτήρα του. «Εν τη του πνεύματος τόλμη υπέρ Χριστού μαρτυρήσαι ηγωνίσασθε», λέει και για τον ίδιο και για τους άλλους ενισχυμένους από αυτόν χριστιανούς∙ «υπό της σης συγκροτουμένη συνέσεως η θεόφρων πόλις σου Πανόλβιε, του πολιά λάμποντος σεμνή, προς τους παρανόμους ανδρείως διηγωνίσατο». (Η με θεϊκό φρόνημα πόλις σου, παμμακάριστε Αρέθα, που συγκροτήθηκε από τη δική σου σύνεση, από εσένα δηλαδή που έλαμπες από το σεμνό γήρας, αγωνίστηκε με ανδρειότητα προς τους παράνομους). Κι είναι τούτο μία αλήθεια που δεν πρέπει να μας διαφεύγει: όταν ο άνθρωπος ζει με τον Θεό, όταν νιώθει με αίσθηση καρδίας ότι είναι μέλος Χριστού και έχει επομένως ενεργούσα μέσα του την παρουσία του αγίου Πνεύματος, τότε ανεξάρτητα από ηλικία γίνεται ένας τολμηρός άνθρωπος, ο οποίος διοχετεύει και σε άλλους την τόλμη αυτή. Ο Θεός πάντοτε κρατάει νέο τον άνθρωπο, γιατί η «καρδιά» κάνει κάποιον νέο ή γέρο. Κι είναι τραγικό να βλέπει κανείς αυτό που επεσήμαινε και ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: νέους με «γέρικη» καρδιά, με μαραμένο δηλαδή φρόνημα, που έχουν ήδη παραδώσει τα όπλα, πριν καν ξεκινήσουν τη ζωή τους. Διότι ακριβώς έχουν διαγράψει τον Χριστό από την ύπαρξή τους.

Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, ξεκινώντας από το γεγονός ότι ο άγιος Αρέθας, όπως και οι άλλοι χριστιανοί της πόλεώς του, σκοτώθηκαν από τους Εβραίους, παραλληλίζει το μαρτύριό τους με ό,τι συνέβη στον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ανάγοντας μάλιστα το φονικό μίσος των Εβραίων αυτών στο μίσος που επιδείκνυαν οι πρόγονοί τους απέναντι στον ίδιο τον Θεό, κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, και μάλιστα στη διαρκή επαναστατικότητα και τον γογγυσμό τους στην πορεία της ερήμου, μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο. «Χριστού τη εκμιμήσει σαυτόν παραδέδωκας, πόθω του μαρτυρίου, τοις ανόμοις Εβραίοις» (Μιμούμενος τον Χριστό, παρέδωσες τον εαυτό σου από πόθο του μαρτυρίου στους άνομους Εβραίους). «Ως γαρ έκπαλαι εν νόμω, τον έξ Αιγύπτου σώσαντα, εν ερήμω παρώργισαν, και τούτον σταυρώ κατεδίκασαν, ούτω νυν και υμίν, έργω τον λόγον παρήλθον». (Όπως από παλιά, τότε που επικρατούσε ο Μωσαϊκός νόμος, παρόργισαν στην έρημο Αυτόν που τους έσωσε από την Αίγυπτο, (δηλαδή τον Χριστό ως Θεό μόνον τότε), και Τον κατεδίκασαν στον Σταυρό, έτσι και τώρα με εσάς: καταπάτησαν τον λόγο του Θεού έμπρακτα).

Δεν μπορεί ο υμνογράφος όμως να μη θέσει το ερώτημα που σκανδαλίζει τη σκέψη πολλών χριστιανών σε όλες τις εποχές: πώς ο Θεός επέτρεψε οι δικοί Του άνθρωποι, αυτοί που ο Ίδιος με τη χάρη Του συγκρότησε σε σώμα Του, να «χαθούν» με άνομο τρόπο; Να σκοτωθούν από τους «λύκους» εχθρούς της πίστεως; Είναι το «αιώνιο» ερώτημα, γιατί ο Θεός επιτρέπει να υφίστανται ένα σωρό δεινά, ακόμη και ατιμωτικό θάνατο, οι δικοί Του δούλοι, οι πιστοί Του; Πού είναι η δικαιοσύνη του Θεού; Γιατί δεν ενεργοποιεί υπέρ αυτών την παντοδυναμία Του; «Κατά μόνας ο πλάσας, θεουργικώ νεύματι, συ τας των ανθρώπων καρδίας, τις της προνοίας σου βάθος δυνήσεται καταλαβείν, όπως ποίμνην, ην, Χριστέ, συνήγαγες, λύκοις παρέδωκας;» (Ποιος θα μπορέσει να καταλάβει το βάθος της πρόνοιάς Σου, Χριστέ, πώς δηλαδή την ποίμνη, την οποία μάζεψες, παρέδωσες στους λύκους, Εσύ που είσαι ο μόνος που έπλασε με ένα θεουργικό νεύμα τις καρδιές των ανθρώπων;) Η απάντηση βεβαίως, όπως καταλαβαίνουμε, δεν δίνεται από τον υμνογράφο στον ύμνο. Καταθέτει απλώς την απορία του, αλλά χωρίς γογγυσμό και αμφισβήτηση. Ανάγει το «αγκάθι» αυτό για τη λογική σκέψη στην Πρόνοια του Θεού. Το εναποθέτει με άλλα λόγια στην απειρία της αγάπης Του, δίνοντας όμως έμμεσα με τους άλλους ύμνους την απάντηση: Επιτρέπει ο Θεός τις δοκιμασίες στους δικούς Του, κατά αναλογία με ό,τι ο Ίδιος υπέστη στον κόσμο, ακόμη και τον Σταυρό, διότι προφανώς αυτό είναι και η σωτηρία τους. Με τις δοκιμασίες και τα βάσανα δηλαδή ο πιστός κερδίζει τον Παράδεισο, την Βασιλεία του Θεού, επομένως το παράδοξο κατανοείται μόνο στο επίπεδο της πίστεως και όχι με τη λογική σκέψη. Άλλωστε, ποιος άλλος δρόμος μάς οδηγεί στη Βασιλεία του Θεού πέρα από τον δρόμο του Σταυρού και του μαρτυρίου; «Δια πολλών θλίψεων δει υμάς εισελθείν εις την Βασιλείαν του Θεού» (ο Κύριος). «Ουδείς ανήλθε ποτέ εις τον Παράδεισον μετά ανέσεως» (αββάς Ισαάκ ο Σύρος).

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2024

«ΑΜΕΣΩΣ ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥΤΙΜΗ!»

«Μόλις ανοίξετε τα μάτια, αμέσως την ευχή. Μην αφήσετε το μυαλό σας να πετάη εδώ και εκεί και χάνετε την ώρα σας που είναι πολύτιμη για την ευχή. Όταν έτσι βιάσετε τον εαυτό σας, θα σας βοηθήση και ο Θεός να γίνη μία άγια συνήθεια με το άνοιγμα των ματιών, η προσευχή να παίρνη την πρώτη θέσι για όλη την ημέρα. Στην συνέχεια θα εργάζεσθε και θα λέτε την ευχή. Ευλογείται η εργασία, αγιάζεται το στόμα, η γλώσσα, η καρδιά, ο χώρος, ο χρόνος και όλος ο άνθρωπος που προφέρει το όνομα του Ιησού Χριστού. Αυτός που λέει αδιαλείπτως την ευχούλα, οπλίζεται με τέτοια θεϊκή δύναμι που καθίσταται απρόσβλητος από τους δαίμονες, αφού αυτή τους καίει και τους μαστιγώνει» (Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου, Ο Γέροντάς μου Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης (1897-1959), Ι. Μ. Αγ. Αντωνίου, Αριζόνα, 2008).

Όλοι οι άγιοι, και μάλιστοι οι νηπτικοί λεγόμενοι Πατέρες της Εκκλησίας, έχουν ασχοληθεί και έχουν διδάξει τα σχετικά με το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού και τη δύναμη την οποία περικλείει η εν πίστει και μετανοία εκφορά του. Διότι πρόκειται περί του ονόματος του ενσαρκωθέντος Θεού μας, ο Οποίος δημιούργησε όλον τον κόσμο, πνευματικό και υλικό, τον διακρατεί στην ύπαρξη με την άκτιστη ενέργειά Του, τον κατευθύνει στον τελικό του προορισμό – «ότι εξ Αυτού και δι’ Αυτού και εις Αυτόν τα πάντα έκτισται». «Όποιος επικαλεστεί το όνομα του Κυρίου – βεβαιώνει η Γραφή – αυτός και θα σωθεί». Και δεν άφησε την επίκληση του αγίου ονόματός Του ο Κύριος στην ελεύθερη επιλογή του πιστού ακολούθου Του. Την έθεσε ως εντολή Του, για να μπορεί ο κάθε πιστός συνεργώντας μ’ Εκείνον να μετέχει στη δύναμη και τη χαρά Του, την ίδια την αιώνια Ζωή Του! «Έως άρτι ουκ ητήσασθε ουδέν εν τω ονόματί μου. Αιτείτε και λήψεσθε, ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη». Να ζητάτε επικαλούμενοι το όνομά μου και θα λάβετε τη χάρη μου, για να είναι η χαρά σας σε πληρότητα. Και το είδαμε και το βλέπουμε απαρχής της Εκκλησίας μέχρι σήμερα και όσο θα υπάρχει κόσμος: Στο όνομα του Χριστού κινούνταν και κήρυσσαν και επιτελούσαν τα πάντα οι Απόστολοι και όλοι οι άγιοι. «Εν τω ονόματι του Κυρίου Ιησού Χριστού…»!

Κι αυτήν τη μνήμη του ονόματος του Χριστού που ζητούσε ο Ίδιος ως γνώρισμα αποδοχής Του και συμπόρευσης μαζί Του, μνήμη που δεν άφηνε κενά και διαστήματα στην καθημερινότητα του χριστιανού, κατά το «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» του απ. Παύλου, οι μετέπειτα Πατέρες της Εκκλησίας την  επεξεργάστηκαν, την κατέστησαν μόνιμο αντικείμενο του στοχασμού και της ζωής τους, την ανήγαγαν στο επίπεδο της μεγαλύτερης επιστήμης για την κατά Χριστόν ζωή του εν επιγνώσει πιστού - κατέδειξαν με τον πιο άμεσο και καθαρό τρόπο ότι χωρίς τη μνήμη αυτή, χωρίς την επίκληση της «ευχής», του «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», ή απλώς «Κύριε Ιησού Χριστέ», δεν δημιουργούνται συνθήκες καθάρσεως στην καρδιά ώστε να επαναπαύεται σ’ αυτήν ο Κύριος και να μπορεί να «θεάται» Αυτόν ο αγωνιζόμενος πιστός. Και η εμπειρία τους απεκάλυψε ότι ξεκινάει κανείς την ευχή αυτή με το στόμα, για να πλημμυρίσει τη διάνοια, ώστε τελικώς να «κατέβει» στην έδρα του νου, αυτό που λέγεται «καρδιά», το εσώτατο βάθος και ο πυρήνας της ύπαρξης του ανθρώπου.

Πέρασαν στους αιώνες μεγάλοι δάσκαλοι της νοεράς αυτής προσευχής, κήρυκες του «Χριστόν αναπνέετε» του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και του αγίου πατρο-Κοσμά του Αιτωλού, ενώ από τους νεωτέρους δασκάλους της πνευματικής αυτής επιστήμης ήταν και ο μεγάλος αγιορείτης όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής και Σπηλαιώτης. Σημειώνει ο ίδιος σε επιστολή του: «Η νοερά προσευχή εις εμένα είναι όπως η τέχνη του καθενός, καθότι εργάζομαι αυτήν τριανταέξ και επέκεινα χρόνια». Δεν χρειάζονται λόγια βεβαίως για τον γνωστό αυτόν όσιο της Αθωνικής γης. Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι πνευματικά τέκνα του που απεκάλυπταν το δικό του τελικώς μεγαλείο, γιατί από αυτόν καθοδηγήθηκαν και έμαθαν τα θεία, ήταν ο όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, οι άγιοι Γέροντες Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός και Χαράλαμπος ο Διονυσιάτης, ο εξίσου μέγας Γέρων Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης και Αριζονίτης. 

Τι σημειώνει ο ησυχαστής όσιος λοιπόν στο αρχικό μας απόσπασμα; Την πρώτη εργασία του ανθρώπου, ιδίως του καλογέρου, που είναι η ευχή. Για ποιον λόγο; Γιατί γνωρίζει πολύ καλά τον άνθρωπο της πτώσεως στην αμαρτία, τον καθένα μας δηλαδή στον κόσμο τούτο που η Πρόνοια του Θεού επέτρεψε να βρεθούμε. Γνώρισμα του πεπτωκότος ανθρώπου είναι η τρεπτότητα του νου, η ευκολία δηλαδή της διανοίας, του μυαλού, «να πετάη εδώ και εκεί», χωρίς να είναι δεμένη με το κέντρο και την ουσία της, την καρδιά. Υπόκειται ως προϋπόθεση στη σκέψη του οσίου η διάσπαση που συνέβη στον άνθρωπο μετά την αμαρτία των πρωτοπλάστων, αμαρτία που επέφερε τον «χαλασμό» του ενιαίου των ενεργειών και των δυνάμεών του – ο άνθρωπος τραυματισμένος καίρια από την ανυπακοή που επέδειξε στον Δημιουργό του έπαψε να λειτουργεί ολόκληρος, κινούμενος πια αποσπασματικά και «τυφλά», με κατεξοχήν κίνητρο της όποιας ψυχικής και σωματικής δράσεώς του την ικανοποίηση των παθών του. Η «ακτινογραφία» του αποστόλου Παύλου επ’ αυτού είναι μοναδική: «Δεν κάνω το καλό που θα ήθελα, αλλά υπηρετώ το κακό, που δεν το θέλω… Η πείρα δείχνει ότι, ενώ εγώ θέλω να κάνω το καλό, οι πράξεις μου δείχνουν πως κάνω το κακό. Εσωτερικά συμφωνώ και χαίρομαι με όσα λέει ο νόμος του Θεού. Διαπιστώνω όμως πως η πράξη μου ακολουθεί έναν άλλο νόμο, που αντιστρατεύεται τον νόμο με τον οποίο συμφωνεί η συνείδησή μου: είναι ο νόμος της αμαρτίας που κυριαρχεί στην ύπαρξή μου και με κάνει αιχμάλωτό της. Τι δυστυχισμένος αληθινά που είμαι!» (Ρωμ. 7, 17-24).

Κι έπρεπε, «έδει», να έρθει ο ίδιος ο Δημιουργός ως άνθρωπος εν προσώπω Ιησού Χριστού, προκειμένου να τον προσλάβει μέσα στον εαυτό Του, να τον αποκαταστήσει, ώστε να αποκτήσει εκ νέου την ολοκληρία του και την κανονική χαρισματική πια λειτουργία του εαυτού του. «Ποιος μπορεί να με λυτρώσει από την ύπαρξη αυτή που έχει υποταχθεί στον θάνατο; Ας ευχαριστήσουμε τον Θεό που το έκανε αυτό, με το σωτήριο έργο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (Ρωμ. 7, 24-25). Γι’ αυτό και ο εν Χριστώ άνθρωπος είναι ο κανονικός άνθρωπος, που πρώτη σκέψη και ενέργεια έχει την αναφορά του προς τον Κύριο, το όνομα του Κυρίου του είναι η ώθηση προκειμένου να τεθεί σε λειτουργία το «σύμπαν» του ένθεου κόσμου του, είναι η κατάθεση του δικού του έργου στο σωτήριο έργο του Θεού, αφού «συνεργοί Θεού εσμεν».  Αν δεν το κάνει, «χάνει την ώρα του» επιστρέφοντας και πάλι στη διάσπαση του αμαρτωλού εγώ, λοιπόν απαιτείται «η βιάση του εαυτού» για να παραμένει ο πιστός στη χάρη του μέλους του Χριστού και στην ενότητα με Εκείνον. Ο Κύριος το έθεσε με τον πιο απόλυτο τρόπο: «Η Βασιλεία του Θεού βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν». Δεν αφήνεσαι δηλαδή να γίνεις έρμαιο και πάλι των παθών σου, ενεργοποιείσαι στο έπακρον - γιατί πια μπορείς - και μένεις αδιάκοπα στην όραση του Χριστού: η σχέση με τον Χριστό δεν είναι απροϋπόθετη, απαιτεί το «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου» της Πανάχραντης Μητρός Του.

Και η επιμονή και η υπομονή αυτή, η απόφαση πιστότητας «άχρι θανάτου» γίνεται σιγά σιγά συνήθεια, «άγια συνήθεια» κατά τον άγιο Ιωσήφ, που σημαίνει ότι η αρχική δυσκολία λόγω των παθών εξαλείφεται και το όνομα του Κυρίου όπως και η προσαρμογή στις άγιες εντολές Του αρχίζουν να λειτουργούν με ευκολία και με μεγάλη χαρά, γιατί έχει αρχίσει να θερμαίνεται η καρδιά και ο πόθος για τον Θεό να αποκτά σφοδρότητα διαρκώς αυξανομένη. «Όπου Θεός το ποθούμενον, ο κόσμος άπας καταπεφρόνηται» λέει εμπνευσμένα ένας άγιος υμνογράφος της Εκκλησίας. Και ποια η συνέχεια; «Θα εργάζεσθε και θα λέτε την ευχή», με αποτέλεσμα να ευλογούνται τα πάντα στη ζωή του πιστού: το σώμα του, η καρδιά του, ο χώρος και ο χρόνος του. Ο πιστός αποκτά «θεϊκές δυνάμεις», γινόμενος ο ίδιος «φόβητρο» και για τους πονηρούς δαίμονες – ο άγιος ησυχαστής μνημονεύει λόγους του άλλου μεγάλου ησυχαστή Ιωάννη της Κλίμακος: «το όνομα του Χριστού καίει και μαστιγώνει τους δαίμονες».  

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2024

ΟΙ…ΤΕΛΕΙΩΣ ΑΠΡΟΚΟΦΤΟΙ!

«Εκείνοι που αλλάζουν εύκολα Μοναστήρι είναι τελείως απρόκοφτοι. Διότι τίποτε δεν συντελεί τόσο στην ακαρπία, όσο η έλλειψη υπομονής» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. δ΄, 90)

Μη νομίσεις ότι αυτό που λέει ο άγιος ισχύει μόνο για τους καλογέρους. Στη θέση «Μοναστήρι» βάλε ενορία, πνευματικό, τόπο ίσως, εργασία, ακόμη και… σύζυγο. Υπάρχουν άνθρωποι που κάθονται κάπου για ένα διάστημα, κι έπειτα… βαριούνται. Οι δυσκολίες που υπάρχουν σε κάθε τι στον κόσμο τούτο – δεν υπάρχει τίποτε εύκολο σ’ αυτήν τη ζωή: οι θλίψεις είναι το βασικό γνώρισμά της – οι διάφοροι πειρασμοί που παρουσιάζονται, τα αγκάθια στην όποια σχέση πάει να αναπτυχθεί, η ρουτίνα της καθημερινότητας, τους κάνουν να θέλουν να αλλάζουν. Να μη μένουν κάπου σταθερά. Έστω κι αν αυτό το κάπου είναι ιδιαίτερα σοβαρό. Τυχαία άραγε ο απόστολος επισημαίνει ότι «έκαστος εφ’ ω ετάχθη, εκεί μενέτω»; Τάχθηκες κάπου; Εκεί μείνε. Γιατί; Διότι αν με ευκολία επιθυμείς την όποια εξωτερική αλλαγή στη ζωή σου, τότε είσαι «τελείως απρόκοφτος». Όχι απλώς απρόκοφτος, αλλά «τελείως».

Πώς το εξηγεί ο άγιος; Τι βλέπει πίσω από αυτήν την ετοιμότητα μετάθεσης; Την έλλειψη υπομονής. Και η υπομονή γι’ αυτόν και για όλους τους αγίους μας δεν είναι μία απλή αρετή, αλλά το θεμέλιο των αρετών – αποκαλύπτει την ταπείνωση του ανθρώπου. Ο ίδιος ο Κύριος το τόνισε: «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών». Και ο απόστολος σημειώνει ότι η υπομονή διατρέχει όλη την πνευματική ζωή: «Δι’ υπομονής τρέχομεν τον προκείμενον ημίν αγώνα». Λοιπόν «η υπομονή είναι το υλικό με το οποίο κτίζεται το πνευματικό οικοδόμημα του ανθρώπου» (όσιος Πέτρος Δαμασκηνός).

Οπότε χωρίς υπομονή μην περιμένεις καρπούς πνευματικούς. Οι πνευματικοί καρποί έρχονται εκεί που επιμένει και υπομένει κανείς. Που σημαίνει ότι δεν πρέπει να βιάζεσαι. Όποιος βιάστηκε για να αποκτήσει κάτι καλό, εκείνος εξαπατήθηκε και απέτυχε. Το ίδιο δεν συμβαίνει άλλωστε και με τα πράγματα του κόσμου τούτου; Εκεί που δεν φαίνεται καμία προοπτική σε μία εργασία για παράδειγμα, εκεί που πας να απελπιστείς από τη σχέση σου με το έφηβο αντιδραστικό παιδί σου, αλλά υπομένεις και επιμένεις, εκεί δειλά δειλά αρχίζει να έρχεται η επιτυχία και η αποκατάσταση. Θυμήσου και τον Γέροντα που θέλησε να διδάξει τον νεαρό υποτακτικό του την αξία ακριβώς της υπομονής! Τον έβαζε καθημερινά να κάνει δρόμο πολύ, για να ποτίζει ένα σπόρο σε έρημη γη. Και μετά από αρκετό πράγματι διάστημα, ήλθε και η καρποφορία. Και το διατράνωνε: «ελάτε να δείτε τον καρπό της υπομονής»!

Λοιπόν η υπομονή παρότι συνυπάρχει με την οδύνη, εμπερικλείει την ελπίδα. Σε κάνει να προσβλέπεις στη χαρά της καρποφορίας!  

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ

«Ο προφήτης Ωσηέ, του οποίου το όνομα σημαίνει «ο Θεός σώζει», ανήκει στους δώδεκα μικρούς λεγόμενους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Έδρασε κατά τον 8ο π.Χ. αιώνα στο Βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, που είχε πρωτεύουσα τη Σαμάρεια, και το οποίο καταλύθηκε οριστικά από τους Ασσυρίους το 722 π.Χ. Από το βιβλίο του φαίνεται ότι ο ίδιος δεν έζησε την καταστροφή, την οποία όμως προφήτευσε και περιέγραψε. Δεν έχουμε πολλά στοιχεία για τη ζωή του, γνωρίζουμε όμως καλά τη διδασκαλία του από το προφητικό του βιβλίο. Η προσωπική ιστορία του προφήτη - το γεγονός δηλαδή ότι παντρεύτηκε μία γυναίκα, ονόματι Γόμερ (με την οποία απέκτησε τρεις κόρες), η οποία απεδείχθη μεν μία άπιστη σύζυγος, αλλά παρ’ όλα αυτά εκείνος εξακολουθούσε να την αγαπά, μέχρις ότου την δέχτηκε πίσω στο σπίτι μετανοημένη - αποτελεί την προϋπόθεση κατανοήσεως του βιβλίου του. Διότι από τη σχέση του με τη σύζυγό του ο προφήτης κατανοεί και τη σχέση του Θεού-Γιαχβέ με τον λαό Του Ισραήλ. Ο Θεός αγαπά τον λαό αυτό, που αποδεικνύεται άπιστος, καθώς διαρκώς στρέφεται στα είδωλα. Όμως ο Θεός εξακολουθεί και αγαπά τον Ισραήλ, προσδοκώντας τη μετάνοιά του, και όταν αυτός πράγματι μετανοεί, Εκείνος αμέσως τον αποδέχεται, οπότε Θεός και λαός ζουν συμφιλιωμένοι».

Ο εκκλησιαστικός υμνογράφος μιλώντας για τον προφήτη Ωσηέ τονίζει πρώτα από όλα το προφητικό του χάρισμα, τον φωτισμό δηλαδή που είχε από τον Θεό, προκειμένου και να ελέγξει την αμαρτία των ανθρώπων της εποχής του και να περιγράψει τον ερχομό του Μεσσία, ο Οποίος θα έρθει στον κόσμο εκ Παρθένου, θα πάθει διά Σταυρού, αλλά και θα αναστηθεί. «Πόση, πολύ υπερθαύμαστη, Ωσηέ θεηγόρε προφήτη, είναι η πνευματοφόρα χάρη που σου δόθηκε από τον Θεό, διά της οποίας προείπες φανερά τη σάρκωση εκ Παρθένου του Σωτήρα, τον Σταυρό και τά Πάθη Του, καθώς και τη σεπτή θείαν εξανάστασή Του». Προϋπόθεση βεβαίως του φωτισμού του από το Πνεύμα του Θεού είναι, κατά τον υμνογράφο, η καθαρότητα της ψυχής του. Το Πνεύμα του Θεού που χορηγεί το χάρισμα της προφητείας ως όρασης του Θεού και των μελλόντων, δεν έρχεται τυχαία και απροϋπόθετα. Ο υμνογράφος κινείται στο μήκος κύματος του λόγου του Κυρίου: «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». «Αφού καθάρισες καλά από τους μολυσμούς της αμαρτίας την οπτική δύναμη της ψυχής σου, καταξιώθηκες να προβλέπεις καθαρά τα μέλλοντα και να προλέγεις χωρίς ψεύδος κατά τρόπο άριστο αυτά που θα γίνονταν στο μέλλον».

Ο ποιητής γνωρίζει καλά το βιβλίο του προφήτη, συνεπώς και την αγάπη του προς τη σύζυγό του ως τύπο της αγάπης και του Θεού προς τον λαό Του. Γι’  αυτό και δεν διστάζει να χαρακτηρίσει τον προφήτη ως σύμβολο του ίδιου του Θεού. «Φιλάνθρωπε Κύριε, αφού μνηστεύθηκες την ανθρώπινη φύση μας, η οποία , προ του ερχομού Σου, πόρνευε κατά τη γνώμη μακριά από Σένα, την λύτρωσες από τη βεβήλωση, καθώς την ένωσες με τον εαυτό Σου με ένωση πραγματική, που ξεφεύγει την ανθρώπινη κατανόησή της. Της ενώσεως αυτής καθώς έγινε σύμβολο ο Προφήτης Σου, πήρε με σωφροσύνη στο σπίτι του τις πριν πόρνες». Η αγάπη αυτή του Θεού προβάλλεται επομένως με μία δραματική ένταση, σαν εκείνην που διαπιστώνει κανείς σε έναν ερωτευμένο σύζυγο. Πράγματι, έχει ειπωθεί ότι κανένα προφητικό βιβλίο δεν έχει το πάθος του Ωσηέ. Μόνον στον άγιο Ιωάννη τον Ευαγγελιστή, στο χώρο της Καινής Διαθήκης πια, τον Ευαγγελιστή της αγάπης, συναντάμε παρόμοια «παραφορά» αγάπης, του Θεού προς τον άνθρωπο, γι’  αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι ονόμασαν τον προφήτη Ωσηέ «Ιωάννη της Παλαιάς Διαθήκης». Με τον Ωσηέ δηλαδή, σαν να πλέουμε σε καινοδιαθηκικά νερά. Όπως το λέει και η ακολουθία του προφήτη: «Ζώντας ο ίδιος με συμπάθεια και αγάπη, μας δίδαξες τη μακρόθυμη ευσπλαχνία και αγαπητική διάθεση του Θεού, με την οποία φροντίζει όλους, προφήτη θεσπέσιε». Από την άποψη αυτή καταλαβαίνουμε γιατί ο ίδιος ο Κύριός μας χρησιμοποίησε, για να δηλώσει τι θέλει ο Θεός από τον άνθρωπο, την πιο γνωστή και φημισμένη φράση της Παλαιάς Διαθήκης, την «υψηλότερη κορυφή» της, όπως έχει χαρακτηρισθεί, τη φράση του Ωσηέ «έλεος θέλω και ου θυσίαν, γνώσιν Θεού και ουχ ολοκαυτώματα». Αγάπη και γνώση Θεού θέλει από τον άνθρωπο ο Θεός και όχι τις οποιεσδήποτε θυσίες, αναίμακτες ή αιματηρές.

Αυτή η γνώση του Θεού, που κατανοείται όχι ως εγκεφαλική γνώση, αλλά ως αγάπη προς Εκείνον, όπως και η αγάπη προς τον συνάνθρωπο, είναι ακριβώς η πεμπτουσία του προφητικού μηνύματος του Ωσηέ. Χωρίς τη διπλή αυτή αγάπη, ο προφήτης βλέπει ότι ο άνθρωπος, οι κοινωνίες, τα έθνη καταστρέφονται. Επιτρέπει δηλαδή ο Θεός να εισέλθουν οι άνθρωποι σε ποικίλες δοκιμασίες, έως ότου μετανοήσουν. Κι αυτό σημαίνει ότι η σωτηρία του ανθρώπου έρχεται μόνον από τον Θεό. Ό,τι κι αν κάνουμε οι άνθρωποι για να ισορροπήσουμε και να ευημερήσουμε στη ζωή μας, αν κινούμαστε έξω από τη σχέση με Εκείνον, τελικώς οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Αυτό ετόνιζε ο προφήτης, αυτό βεβαίως ισχύει και μέχρι σήμερα. «Προφήτεψες, (Ωσηέ), ότι ο Ισραήλ δεν θα λυτρωθεί με το να κάνει πόλεμο, με το να έχει τόξα και πανοπλία, αλλά όταν συνδεθεί με τον Κύριον, τον Παντοκράτορα Θεό, δηλώνοντάς μας έτσι τη σάρκωση του Λόγου του Θεού». Η σωτηρία του ανθρώπου, η σωτηρία της πατρίδας μας και του κόσμου, έρχεται όχι με την καταφυγή πρώτιστα σε  ανθρώπινες δυνάμεις, αλλά με την καταφυγή μας στον Θεό, όταν αυτή βεβαίως γίνεται με γνήσια μετάνοια. Η σημαντικότερη και πιο καίρια αλήθεια, την οποία μάς θυμίζει ο προφήτης Ωσηέ, αλλά που δυστυχώς μάλλον ελάχιστοι ακούνε, πολύ δε λιγότεροι ζούνε.

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

Η ΓΡΗΓΟΡΗ ΑΦΕΣΗ ΤΩΝ ΠΤΑΙΣΜΑΤΩΝ ΜΑΣ

«Όποιος αποκρούει τον έλεγχο, είτε δίκαιο είτε άδικο, αυτός αρνήθηκε τη σωτηρία του. Ενώ εκείνος που τον δέχεται, είτε με δυσκολία είτε χωρίς δυσκολία, αυτός γρήγορα θα επιτύχει την άφεση των πταισμάτων του» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. δ΄, 38)

Παρακαλείς καθημερινά για την άφεση των αμαρτιών και των πταισμάτων σου: «Άφες ημίν τα οφειλήματα», λες στην προσευχή των προσευχών, το «Πάτερ ημών». Θέλεις δηλαδή να πετύχεις τη σωτηρία σου, που έχεις σωστά κατανοήσει ως ζωντανή σχέση με τον Σωτήρα Χριστό. Και ξέρεις ότι η άφεση αυτή δίνεται στον βαθμό που και εσύ συγχωρείς τους άλλους. «Ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Ο Κύριος όμως, οι Απόστολοι, όλοι οι Πατέρες μας, μάς ανοίγουν τα μάτια, γιατί μας εξηγούν ότι για να φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο αγάπης ως συγχώρησης όλων των συνανθρώπων μας χρειάζεται η ταπείνωση, η βάση όλων των αρετών. Χωρίς την ταπείνωση, και η όποια πίστη μας και η όποια αγάπη μας είναι ψεύτικες. Είναι καλυμμένος εγωισμός.

Ποιο είναι το πιο άμεσο κριτήριο για να καταλάβω αν βρίσκομαι στον δρόμο της υψοποιού αυτής αρετής, που συνιστά «το ένδυμα» της θεότητας; Η αντίδρασή μου απέναντι στον έλεγχο, στην άσκηση κριτικής για τη ζωή μου, τα λόγια μου, την εν γένει συμπεριφορά μου. Τι έκανε ο μέγιστος των οσίων Αντώνιος, καθώς ιστορεί το Γεροντικό; Για να δει το πνευματικό επίπεδο ενός θεωρούμενου καλού νεαρού μοναχού που τον επαινούσαν πολύ όλοι, τον πρόσβαλε. Κι όταν είδε ότι αντιδρούσε άσχημα, του επεσήμανε φιλόστοργα: «Πρόσεχε, αδελφέ. Γιατί απέξω φαίνεσαι σαν πόλη ωραία, που τα νώτα της όμως τα λυμαίνονται ληστές».

Δες λοιπόν το πνευματικό σου επίπεδο και συ, από το πώς αντιδράς στους όποιους ελέγχους που σου ασκούν, δίκαιους ή άδικους. Αν αντιδράς και νιώθεις αδικημένος, είσαι ακόμη πολύ χαμηλά. Αν όμως έχεις κατανοήσει τη σημασία και την αξία τους – μην εξετάζεις το ποιόν των επικριτών σου – και είτε με οδύνη είτε με ευκολία τους δέχεσαι, τότε, ναι! Η σωτηρία σου έχει αρχίσει να ενεργοποιείται στην καρδιά σου. Μακάρι μάλιστα να φτάσεις στο χαρισματικό σημείο, να θεωρείς τους ελέγχους και ως επαίνους.

«Παιδί μου, μην είσαι εγωιστής», είπε ένας Γέροντας στον νεαρό υποτακτικό του.  «Γέροντα, δεν είμαι εγωιστής», απάντησε θιγμένος εκείνος. «Και ποια μεγαλύτερη απόδειξη ότι πράγματι είσαι εγωιστής θα μου έδινες», είπε ο Γέροντας, «από την άρνησή σου να δεχθείς ότι είσαι;»

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΛΟΓΓΙΝΟΣ Ο ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

«῾Ο ἅγιος Λογγίνος ἔζησε τήν ἐποχή τοῦ Τιβερίου Καίσαρος, καταγόταν ἀπό τήν Καππαδοκία καί ὑπῆρξε ἑκατόνταρχος ὑπό τόν Πιλᾶτο, τόν ἡγεμόνα τῆς ᾽Ιουδαίας. ῎Ελαβε τήν διαταγή ἀπό ἐκεῖνον νά ὑπηρετήσει στά τίμια πάθη καί τήν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ καί νά φυλάξει μέ τούς ὑπ᾽ αὐτόν ἑκατό στρατιῶτες τόν τάφο μέ τήν κουστωδία πού ἦταν τάγμα στρατιωτῶν. ῞Οταν εἶδε τά θαύματα πού ἔγιναν μέ τόν Χριστό, τόν σεισμό, τήν μεταβολή σέ σκοτάδι τοῦ ἡλίου, τούς τάφους πού ἀνοίχτηκαν καί τούς νεκρούς πού ξεπήδησαν ἀπό αὐτούς, καθώς καί τίς πέτρες πού σχίστηκαν, φώναξε μέ μεγάλη φωνή: ῾πράγματι, αὐτός ἦταν Υἱός Θεοῦ᾽. Γι᾽ αὐτό καί τά ἀργύρια πού τοῦ δόθηκαν ἀπό τούς ᾽Ιουδαίους, προκειμένου νά πεῖ ψέμματα γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τά ἔκανε πέρα μαζί μέ ἄλλους δύο στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι ὕστερα μαρτύρησαν μαζί του.

῎Αφησε λοιπόν τό στράτευμα στό ὁποῖο ἀνῆκε καί γύρισε πίσω στήν πατρίδα του, κηρύττοντας τόν Χριστό ὡς Θεό σάν τούς ἀποστόλους. ῾Ο Πιλᾶτος πού τό ἔμαθε πείστηκε - μᾶλλον διαφθάρηκε ἀπό τούς ᾽Ιουδαίους μέ χρήματα - καί κατηγόρησε τόν Λογγίνο μέ γράμματα στόν Τιβέριο ὅτι ἐγκατέλειψε τό στράτευμα καί ὅτι ζεῖ στήν πατρίδα του κηρύττοντας τόν Χριστό ὅτι εἶναι Θεός. ῾Ο Τιβέριος τότε διέταξε νά ἀποκοπεῖ ἡ κεφαλή του ἀμέσως μαζί καί τῶν δύο στρατιωτῶν πού τόν ἀκολούθησαν, καί νά μεταφερθεῖ ἡ κεφαλή του στήν ῾Ιερουσαλήμ ἀπό τήν Καππαδοκία, ὥστε νά νά λάβουν γνώση γιά τόν θάνατό του ὁ Πιλᾶτος καί οἱ ᾽Ιουδαῖοι. Καί ὁ μέν Πιλᾶτος ἔλαβε τά συμφωνηθέντα, ἐνῶ τήν τιμία κεφαλή του τήν ἔχωσαν πρό τῆς πόλεως μέσα σέ κοπριά.

῞Υστερα ἀπό πολλά χρόνια κάποια γυναίκα ἀπό τήν Καππαδοκία πού τυφλώθηκε καί σταμάτησε νά βλέπει ἔφτασε στά ῾Ιεροσόλυμα μαζί μέ τόν μονάκριβο γιό της, προκειμένου νά μπορέσει νά βρεῖ τήν ἴαση στούς ἁγίους Τόπους. ᾽Αλλά προστέθηκε στό πρόβλημά της καί ὁ θάνατος τοῦ παιδιοῦ της, ὁπότε ἦταν διπλή ἡ τραγωδία καί ἡ συμφορά της. ῾Ο μακάριος Λογγίνος τότε τῆς ἐμφανίστηκε σέ ὄνειρο κι ἀφοῦ τῆς εἶπε ποιός ἦταν καί τῆς φανέρωσε ποῦ εἶναι κρυμμένη ἡ κεφαλή του, τήν προέτρεψε νά τήν βγάλει ἀπό τήν κοπριά καί νά τήν πάρει, γιά νά θεραπευτεῖ ἀφενός ἡ ἴδια ἀπό τήν τύφλωσή της καί ἀφετέρου νά δεῖ δοξασμένο τόν γιό της. ῾Η γυναίκα ἀνταποκρίθηκε ἀμέσως πρόθυμα μόλις ξύπνησε, κι ἀφοῦ βρῆκε τήν κοπριά κι ἔσκαψε μέ τά χέρια της βρῆκε καί πῆρε τήν κεφαλή τοῦ ἁγίου. Τότε ἀπέκτησε καί πάλι τό φῶς της, ἐνῶ σέ ὄνειρο πάλι εἶδε τόν γιό της μέσα σέ δόξα μαζί μέ τόν ἅγιο καί νά ἀπολαμβάνει κοντά του τιμή.

Λοιπόν, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή πού τῆς ἔδωσε ὁ ἅγιος, σέ μία σορό τοποθέτησε καί τό λείψανο τοῦ παιδιοῦ της καί τήν κεφαλή τοῦ ἁγίου, ὁπότε ἐπέστρεψε μ᾽ αὐτήν στήν Καππαδοκία, παθαίνοντας παρόμοια μέ τόν Σαούλ, ὁ ὁποῖος ζητώντας τίς πατρικές ὄνους βρῆκε βασιλεία. Κι αὐτή ζητώντας νά γιατρευτεῖ ἀπό τήν τύφλωση τῶν ὀφθαλμῶν, καί τήν ἴαση πέτυχε καί τόν ἅγιο ἔκτοτε βρῆκε θερμό προστάτη της. Γι᾽ αὐτό καί ἀνήγειρε περικαλλή ναό στόν μάρτυρα κι ἐκεῖ κατέθεσε τό μαρτυρικό λείψανο, τό ὁποῖο πρόσφερε πλούσια στήν ἴδια καί σ᾽ ὅλους τούς πιστούς πηγές ἱαμάτων, εἰς δόξαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ».

Δέν εἶναι ἀπορίας ἄξιο τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος ὑμνογράφος ᾽Ιωσήφ ἀναφέρεται σχεδόν καθ᾽ ὁλοκληρίαν σέ ὅ,τι συνέβη στόν ἅγιο Λογγίνο κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου: τόν τρομερό συγκλονισμό του πού τόν ὁδήγησε ἀπό ἄπιστος νά γίνει πιστός, σέ βαθμό μάλιστα πού νά δώσει ἔπειτα καί τήν ζωή του γι᾽ Αὐτόν. Ἡ Σταύρωση τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ, τό αἷμα καί τό ὕδωρ πού ἀνέβλυσαν ἀπό τήν λογχισθεῖσα πλευρά Του, ἡ ἀμαύρωση τοῦ ἥλιου ὅπως καί ὅλα τά ὑπερφυσικά πού συνέβησαν τότε, ἦταν ἐκεῖνα πού τόν ὁδήγησαν νά ὁμολογήσει Αὐτόν  Θεό καί Δεσπότη, καί μάλιστα, κατά τόν ὑμνογράφο, νά κατανοήσει ὅτι τό Πάθος Του αὐτό ἦταν ἑκούσιο καί καρπός τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του. «᾽Αφοῦ εἶδες τόν Κύριο νά ἔχει γίνει ἄνθρωπος καί νά ἔχει ἀνέβει στόν Σταυρό, νά ἔχει ἀμαυρώσει τήν λάμψη τοῦ ἥλιου καί νά ἔχει ἀναβλύσει ἀπό τήν πλευρά Του τήν σωτήρια ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν...ὁμολόγησες Αὐτόν Θεό καί Δεσπότη πού ὑπέμεινε τά πάθη ἑκούσια λόγω τῆς ἀμέτρητης εὐσπλαχνίας Του» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «Βλέποντας τά βουνά καί τή γῆ πού σαλεύτηκε κατά τήν ἡμέρα τοῦ Πάθους, σαλεύτηκες ἀπό τή στάση τῆς ἀπιστίας» (ὠδή ς´).

῾Η μεταστροφή τοῦ ἁγίου στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἑρμηνεύεται ἀπό τόν ἅγιο ὑμνογράφο καί ὡς καρπός βεβαίως τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ - ποιός μπορεῖ μόνος του μέ τίς δυνάμεις του νά δεῖ τόν ᾽Εσταυρωμένο ὡς τόν ἐν σαρκί παθόντα Θεό; - ἀλλά καί ὡς καρπός τῆς δικῆς του καλῆς διάθεσης καί φρόνησης. Μέ λυρισμό μεγάλο ὁ ὑμνογράφος καταγράφει τήν ἀλήθεια αὐτή, προσφέροντάς μας εἰκόνες ἐξαίσιες: «Βλέποντας, ἔνδοξε, τήν κατάκαρπη ἄμπελο νά κρέμεται πάνω στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ καί νά πηγάζει οἶνο ζωῆς καί ἀφέσεως ἁμαρτιῶν, ἔβαλες ἀπό κάτω τά χείλη τῆς καρδιᾶς σου. Κι ἀφοῦ ἤπιες γέμισες ἀπό εὐφροσύνη, βγάζοντας ἀπό μέσα σου τήν κατάπικρη ἀπιστία σάν ἐχέφρων ἄνθρωπος, γιατί ἀκριβῶς προτίμησες πανηγυρικά τό καλύτερο ἀπό τό χειρότερο» (στιχηρό ἑσπερινοῦ).

῾Ο ᾽Ιωσήφ ὅμως ὁ ὑμνογράφος δέν μπορεῖ νά μή συγκρίνει τόν ἅγιο ἑκατόνταρχο καί τή μεταστροφή του μέ τόν ληστή πού συσταυρώθηκε μέ τόν Κύριο καί μετανόησε. Καί οἱ δύο ἄνδρες, ὁ σκληροτράχηλος ἀξιωματικός καί τό φόβητρο τῶν ἀνθρώπων ληστής, εἶναι οἱ πιό κοντινοί στόν Κύριο πάνω στόν Σταυρό. Στήν πιό δύσκολη θεωρούμενη στιγμή τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ - ῾᾽Ηλί, ᾽Ηλί λαμά σαβαχθανί;᾽ φωνάζει ὁ Κύριος, νιώθοντας ἐγκαταλειμμένος καί ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό Πατέρα Του! – δέν βρίσκονται οἱ μαθητές Του, δέν βρίσκονται (πέραν τῆς Παναγίας καί τοῦ Ἰωάννη κι αὐτοί σέ κάποια ἀπόσταση) δικοί Του νά Τόν παρηγορήσουν, ἀλλά θεωρούμενα ῾ἀνθρωπόμορφα᾽ θηρία! Κι ἀποκαλύπτεται ὅτι αὐτά τά ῾θηρία᾽ εἶχαν πολύ τρυφερή καρδιά. ῾Ο ἕνας παρακαλεῖ νά τόν θυμηθεῖ ὁ Κύριος στήν Βασιλεία Του, ὁ ἄλλος Τόν ὁμολογεῖ Θεό καί ἄνθρωπο. Καί τελικῶς καί οἱ δύο εἰσέρχονται στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «᾽Αθλοφόρε Λογγίνε, μαζί μέ τόν εὐγνώμονα Ληστή ὁμολόγησες τόν πάντων Κύριο Υἱόν Θεοῦ, ὑπέρ τοῦ ῾Οποίου καί μέ χαρά σφαγιάστηκες» (ἐξαποστειλάριο ὄρθρου).

῾Ο ὑμνογράφος ὅμως (ὁ ὁποῖος στό τροπάριο πού μᾶς ἐνδιαφέρει: τό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ, δέν εἶναι ὁ ἅγιος ᾽Ιωσήφ ἀλλά ὁ ᾽Ιωάννης ὁ μοναχός) προβαίνει σέ μία ἐνσυνείδητη  ἀνακολουθία: βάζει στήν θέση τοῦ ληστῆ τόν ἴδιο τόν ἅγιο. Βλέπει τόν Λογγίνο ὡς τόν ληστή. Τά λόγια τοῦ ληστῆ γίνονται λόγια καί ἐκείνου. «Καθώς βρισκόσουν στόν Σταυρό καί ἔβλεπες αὐτά πού συνέβαιναν, βλέποντας τόν σταυρωμένο ἐπί τοῦ ξύλου Θεό καί ἄνθρωπο φώναζες πρός αὐτόν: ᾽Εν τῇ βασιλείᾳ σου μνήσθητί μου Κύριε. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Σωτήρας φώναζε σέ σένα: Εἶσαι μακάριος, Λογγίνε, καί θά σέ θυμοῦνται ὅλοι στούς αἰῶνες». Νομίζουμε ὅτι στό τροπάριο αὐτό καί τό ῾μπέρδεμα᾽ τῶν ρόλων μεταξύ ἑκατοντάρχου καί ληστῆ βρισκόμαστε στό πιό ὑψηλό σημεῖο τῆς ποίησης τῆς ἑορτῆς: ὁ Λογγίνος εἶναι ἤδη σωσμένος ἀπό τήν ὥρα τῆς ὁμολογίας του κατά τό Πάθος τοῦ Κυρίου καί ὄχι ἀπό τήν ὥρα τοῦ μαρτυρίου του. Τό βεβαίωσε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος γιά τόν ληστή, συνεπῶς καί γιά τόν Λογγίνο: «ἀμήν λέγω σοι, σήμερον μετ᾽ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ Παραδείσῳ». Καί γιά κάτι ἀκόμη: μπροστά στόν ἐσταυρωμένο Κύριο ὁ ὅποιος ρόλος τοῦ ἀνθρώπου ἐξαφανίζεται: εἴτε ἐκπρόσωπος τοῦ νόμου (ὁ ἑκατόνταρχος) εἶναι κανείς εἴτε ὑπόδικος (ὁ ληστής), αὐτό πού σώζει εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη στόν Χριστό. Γιά τόν Χριστό κάθε ἄνθρωπος εἶναι τό ἴδιο καί κάθε ἕναν τόν θέλει στήν Βασιλεία Του. Γιά τόν Χριστό κάθε σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου πέραν τῆς ῾καρδιᾶς᾽ δέν ὑφίσταται. Αἴρεται καί χάνεται.

Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024

ΕΥΚΟΛΟΣ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ, ΔΥΣΚΟΛΟΣ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ!

 

«Όσο εύκολα αλλάζουν και ξεπέφτουν οι ευθείς, τόσο δύσκολα μπορούν να μεταβληθούν οι αντίθετοι, οι πονηροί» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κδ΄ 11).

Η τρεπτότητα είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης. Μόνον ο Θεός είναι άτρεπτος και απολύτως αναλλοίωτος – ο μόνος όντως πιστός. Δεν αναφερόμαστε στα κτιστά πνεύματα, αγγέλους και δαίμονες: και αυτοί μετά την πτώση του πρώτου αγγέλου, του εωσφόρου, καταστάθηκαν μερικώς άτρεπτοι: οι μεν άγγελοι παγιωμένοι στο αγαθό, οι δε δαίμονες παγιωμένοι στο πονηρό και κακό.

Τι τραγικότητα όμως για τον άνθρωπο! Η τροπή προς το πονηρό είναι απείρως ευκολότερη από την τροπή προς το αγαθό, προς τον Θεό. Να είσαι δημιούργημα του Θεού, να σε διακρατεί με τη γεμάτη αγάπη Πρόνοιά Του, να σου δίνει διαρκώς ώθηση προς τον αληθινό σκοπό σου: τη ζωντανή σχέση σου μαζί Του, κι εσύ να ρέπεις αδιάκοπα προς το αντίθετο! Τι μυστήριο περικλείει την ελευθερία του ανθρώπου! Ποιος μπορεί να εξηγήσει αυτό που λογικά δεν μπορεί να κατανοηθεί με τίποτε;

Το ’δειξε η δημιουργία του ανθρώπου: με μόνη την υποκίνηση του Πονηρού, ο άνθρωπος δείχνει ανυπακοή προς τον Πατέρα και Πλάστη του· το ’δειξε όλη η πορεία της πρώτης αποκάλυψης στην Παλαιά Διαθήκη: ο εκλεκτός Ισραήλ διαρκώς αμφισβητεί και αντιδρά στις επεμβάσεις του Θεού· το βεβαίωσε με τον πιο περίτρανο τρόπο ο ερχομός του Χριστού, του Ίδιου του Θεού ως ανθρώπου: οι άνθρωποι Τον περιφρόνησαν, Τον αμφισβήτησαν, Τον σταύρωσαν! Κι έκτοτε το ίδιο: «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών και εις σημείον αντιλεγόμενον»! «Οι ίδιοι ουκ έλαβον Αυτόν»!

Το βλέπουμε κι εμείς στην καθημερινότητά μας: πιο εύκολα στρεφόμαστε προς το κακό. Το κακό, με ωραίο ασφαλώς περιτύλιγμα, μας ελκύει  περισσότερο. Αυτό που λέει ο στίχος του λαϊκού άσματος: «είναι γλυκό το πιοτό της αμαρτίας», φαίνεται να ισχύει και για μας.

Τι γίνεται λοιπόν; Υπάρχουν ασφαλώς εξηγήσεις, αλλά δεν επαρκούν για μία πλήρη απάντηση. Για παράδειγμα: η ροπή προς το κακό λειτουργεί εγγενώς πια προς τη φύση μας, φτιάχνοντας μία δεύτερη φύση, τη συνήθεια. Πόσο εύκολα μπορούμε να αντισταθούμε σε ό,τι έχουμε κακώς συνηθίσει; Τα πάθη έπειτα: οι δυνάμεις δηλαδή της ψυχής μας που λόγω ακριβώς της κακής συνήθειας έχουν διαστρεβλωθεί, έχοντας σύμμαχο και το ίδιο το σώμα μας: νιώθουν την ηδονή που τους δημιουργεί η πονηρία και η αμαρτία. Πόσο εύκολα μπορούμε να αντιπαλέψουμε με αυτό που μας είναι τόσο ευχάριστο;

Κι όμως!  Είναι τόσο αναγκαία η στροφή τελικώς προς τον ανηφορικό δρόμο της αρετής, κατά τον Κύριο, διότι είναι η μόνη που οδηγεί στη ζωή. Ο άλλος δρόμος είναι ο δρόμος του θανάτου. Κι έχουμε δύο ισχυρότατους συμμάχους για να πάρουμε τον δρόμο αυτό: Πρώτον, τη βοήθεια του ίδιου του Κυρίου – δεν παλεύουμε μόνοι! Και δεύτερον, όσο επιμένουμε και συνηθίζουμε στο αγαθό, τόσο πια αυτό γίνεται η τρυφή και η απόλαυσή μας.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΚΟΣΜΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΑΪΟΥΜΑ, Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ ΜΕΛΩΔΟΣ

«Ο άγιος Κοσμάς (685-περ.750), γεννημένος μάλλον στη Δαμασκό, επειδή έμεινε ορφανός από μικρός, υιοθετήθηκε από τον πατέρα του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού Σέργιο, ο οποίος ήταν πλούσιος και με κοσμική δόξα, ως υπουργός οικονομικών του χαλίφη των Αράβων. Βλέποντας ο Σέργιος την κλίση και των δύο παιδιών στα γράμματα, προσέλαβε κάποιον άνδρα πολυμαθή και σοφό, Κοσμά και αυτόν στο όνομα, από την Καλαβρία, προκειμένου να τα διδάξει κάθε σοφία, θεία και ανθρώπινη. Πράγματι, οι δύο νέοι, ο Ιωάννης και ο Κοσμάς, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα διδάχτηκαν από τον Κοσμά τον δάσκαλό τους γραμματική και φιλοσοφία, αστρονομία και γεωμετρία, όπως και ποίηση και μουσική, και έγιναν αξιοσέβαστοι από όλους. Όποιος μάλιστα θέλει να μάθει την τελειότητα αυτών σε όλα, δεν έχει παρά να την γνωρίσει ακριβώς από τα συγγράμματα που εκπονήθηκαν από αυτούς. Μετά από τις σπουδές τους, πήγαν στη Λαύρα του αγίου Σάββα και έγιναν μοναχοί. Και ο μεν μακάριος Ιωάννης χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων, ο δε αξιοσέβαστος Κοσμάς, αφού παρακλήθηκε πολύ από όλη τη Σύνοδο των επισκόπων, προχειρίστηκε επίσκοπος της πόλεως Μαϊουμά. Αφού πολιτεύτηκε λοιπόν καλώς και οδήγησε το ποίμνιό του στους σωτήριους δρόμους της πίστεως, έφθασε σε βαθιά γεράματα, οπότε και αναπαύτηκε εν Κυρίω».

Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς για τον άγιο Κοσμά τον ποιητή και μελωδό (συνέθετε όχι μόνον ύμνους, αλλά και τους μελοποιούσε) με πεζό λόγο. Διότι πώς «την κιθάραν του Πνεύματος, την λύραν την ένθεον», «την θεόβρυτον πηγήν» θα μπορέσει να υμνήσει αξίως η πεζότητα του λόγου; Όταν μάλιστα αυτά που μελώδησε ο άγιος Κοσμάς αναφέρονταν στην Αγία Τριάδα, τις μεγάλες Δεσποτικές εορτές του Κυρίου μας, την Υπεραγία Θεοτόκο; Ας θυμηθούμε ότι ο κανόνας των Χριστουγέννων: «Χριστός γεννάται δοξάσατε», ο κανόνας των Θεοφανείων: «Βυθού ανεκάλυψε πυθμένα», ο κανόνας του Πάσχα: «Κύματι θαλάσσης» είναι δικά του πονήματα. 

Ο υμνογράφος του δεν ξέρει πώς να εξυμνήσει όχι μόνον τα ποιήματά του, αλλά και την ίδια την αγία βιοτή του. Μέσα στην απορία του βρίσκει καταφύγιο στις μεγάλες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, τους μεγάλους Πατριάρχες της: τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ, τον Μωυσή, ακόμη δε και τον δίκαιο Άβελ! Δεν πρέπει να αφήσουμε ασχολίαστη τη σύγκριση του αγίου Κοσμά με τον Άβελ. Η επισήμανση του υμνογράφου, ότι και ο άγιος πρόσφερε τις απαρχές των λόγων του στον Θεό, όπως ο Άβελ τα καλύτερα ζώα του, σημαίνει αφενός τη βαθειά αγάπη του αγίου προς Εκείνον – ο Θεός ήταν η προτεραιότητά του – και αφετέρου ότι η εκκλησιαστική ποίηση και υμνωδία για τον άγιο δεν ήταν πάρεργο. Πέρα από τα ποιμαντικά καθήκοντά του, αφιέρωνε αρκετό χρόνο για να υμνολογήσει με ωραίο τρόπο τα πάθη του Κυρίου, τα θαύματά Του, τις συμπεριφορές των αγίων και μάλιστα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Και τούτο γιατί γνώριζε ο άγιος ότι δεν αρκεί μόνον να εξαγγείλει την πίστη του Χριστού, αλλά να την εξαγγείλει και με τρόπο, που θα γίνει περισσότερο αποδεκτή από τους πιστούς. Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που η Εκκλησία μας εισήγαγε στη λατρεία της την ποίηση και την υμνωδία. Οι λόγοι ήταν καθαρώς ποιμαντικοί και όχι βεβαίως πρωτίστως αισθητικοί. Ώστε και το περιεχόμενο, αλλά και η μορφή παίζει ρόλο στην προσφορά του ευαγγελίου. 

Ας κάνουμε τον παραλληλισμό: ο γνωστός και μεγάλος ποιητής Γιάννης Ρίτσος (δεν μας ενδιαφέρουν εν προκειμένω οι θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις του) είχε αναφέρει σε παλαιά εκπομπή στην τηλεόραση ότι ένας από τους λόγους που ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης πήρε ακριβώς το νόμπελ λογοτεχνίας, ήταν και το γεγονός ότι οι Σουηδοί, όπως και οι άλλοι Ευρωπαίοι, είχαν γνωρίσει την ποίησή του από τη μελοποίηση σπουδαίων έργων του, π.χ. το «Άξιόν εστι», από τον μεγαλοφυή βεβαίως ως προς το μουσικό του χάρισμα Μίκη Θεοδωράκη. Η μουσική δηλαδή έγινε γέφυρα επικοινωνίας του μεγάλου πλήθους του κόσμου προς την ίδια την ποίηση.

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2024

ΠΟΤΕ ΝΟΣΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗ «ΝΟΣΟ» ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ!

«Εκείνος που στις συζητήσεις επιθυμεί να επιβάλλει τη γνώμη του, η οποία μπορεί να είναι και ορθή, ας γνωρίζει ότι νοσεί από τη νόσο του διαβόλου, (δηλαδή από την υπερηφάνεια)» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. δ΄, 41).

Είσαι βέβαιος για τις απόψεις σου, γιατί τις στηρίζεις στον ορθό λόγο και στην κοινή αίσθηση του δικαίου, ακόμη και στην παράδοση του τόπου σου. Είσαι πολύ περισσότερο βέβαιος για την πίστη σου την ορθόδοξη, γιατί έχεις αποδεχθεί τον Ιησού Χριστό ως Σωτήρα σου και την αγία Του Εκκλησία - το ζωντανό σώμα Του - ως τη μάνα σου. Και γι’ αυτό δεν θέλεις να κινείσαι διπλωματικά: τις απόψεις σου και την πίστη σου δεν τις διαπραγματεύεσαι. Κι ακόμη περισσότερο: όταν μετέχεις σε συζητήσεις, όπου υπάρχουν άλλοι που διαφοροποιούνται από σένα και ως προς τις απόψεις σου και ως προς την πίστη σου, δυσανασχετείς. Και ίσως νευριάζεις και απορείς πώς υπάρχουν άνθρωποι τόσο τυφλοί που δεν βλέπουν τα αυτονόητα. Θεωρείς λοιπόν εντελώς δικαιολογημένη την τάση σου να επιβάλλεις(!) τις απόψεις σου και την πίστη σου. Γιατί πρέπει να… καταλάβουν. Πρέπει να… πεισθούν. Πρέπει να… σωθούν!  

Πρόσεξε όμως!  Καταλαβαίνεις ότι έχεις μπει σε επικίνδυνα μονοπάτια ψυχοπαθολογίας. Γιατί ξεκάθαρα λειτουργεί μέσα σου το φίλαρχο στοιχείο, η κυριαρχία επί των άλλων, δηλαδή ο εγωισμός και η υπερηφάνεια. Οπότε νοσείς τη νόσο του διαβόλου, αυτή που έριξε από τους ουρανούς  τον πρώτο αρχάγγελο και τον έκανε ακριβώς άρχοντα του σκότους. Το ζητούμενο στη ζωή μας πάντοτε είναι η αγάπη η οποία στηρίζεται στην ταπείνωση – ό,τι αποτελεί το ήθος του σαρκωμένου Θεού μας. Ο ίδιος ο Θεός μάς καλεί στην ορθή πίστη, αλλά μας αφήνει ελεύθερους εμείς να αποφασίσουμε. Μην ξεπερνάς λοιπόν τον ίδιο τον Θεό, στο όνομα τάχα Εκείνου!  Κάθε προσβολή του άλλου, έστω και διαφωνούντος και αρνητή, αποτελεί ευθεία προσβολή του Κυρίου. Γιατί καταργείς το μεγαλύτερο θεόσδοτο δώρο Του στον άνθρωπο, την ελευθερία.

Κι εκείνο που δείχνει την παραπάνω αλήθεια είναι αφενός το γεγονός ότι οι όποιες απόψεις σε θέματα της ζωής αυτής, όσο ορθές κι αν είναι, έχουν το στοιχείο της σχετικότητας: τίποτε ανθρώπινο δεν είναι απόλυτο· αφετέρου η ίδια η πίστη μας επιβάλλεται λόγω της αλήθειας που εκφράζει σε κάθε καλοπροαίρετη καρδιά. Η ίδια η αλήθεια εμπερικλείει και τη δύναμη αποδεικτικότητάς της. Η αλήθεια του Θεού δεν έχει ανάγκη από δικηγόρους!