Θα
μου επιτραπεί να σημειώσω κι εγώ, μαζί με όλους τους αδελφούς που γνώριζαν τον
π. Γεώργιο, ότι επρόκειτο για κληρικό που η όλη βιωτή του δεν μπορεί να
κατανοηθεί παρά κάτω από μία προϋπόθεση και έναν όρο: την πυρπολημένη από αγάπη
Χριστού καρδιά του. Αν δεν ληφθεί υπόψη η φλόγα αυτή, που αποτελούσε την
κινητήρια δύναμη όλων των ενεργειών και των λόγων του Γέροντα, δυστυχώς θα
μιλάμε για αποσπασματική γνώση και κατανόησή του, διαστρέβλωση ίσως της
σπουδαίας προσωπικότητάς του.
Ό,τι συναντάμε στα ευλογημένα συναξάρια και
στους ύμνους της Εκκλησίας μας για τους αγίους μας - είτε μάρτυρες είτε οσίους
είτε ιεράρχες είτε κοινωνικούς εργάτες και ιεραποστόλους - που όλα τους
ανεξαιρέτως επισημαίνουν ακριβώς ότι ποιητικό αίτιο της αγίας βιωτής τους μέχρι
σημείου προσφοράς και της ίδιας της ζωής τους ήταν η απέραντη αγάπη και ο
σφοδρός έρωτάς τους προς τον Κύριο Ιησού Χριστό και τον Τριαδικό Θεό μας, το
ίδιο μπορούμε να πούμε, τηρουμένων ίσως των αναλογιών, ότι συναντάμε και στον σεβαστό μας Γέροντα π. Γεώργιο. Και το
λέμε αυτό όχι ως σχήμα υπερβολής, αλλά ως μία πραγματικότητα την οποία βλέπαμε
και ζούσαμε κοντά του: ο π. Γεώργιος ζούσε και ανέπνεε τον Χριστό, γιατί ζούσε
και ανέπνεε με τους βίους των αγίων μας και με τους ύμνους που η Εκκλησία μας
τραγουδάει γι’ αυτούς. Τα συναξάρια και τα Μηναία, η Παρακλητική και τα λοιπά
εκκλησιαστικά βιβλία δεν λείπανε ποτέ από τα χέρια του. Σχεδόν πάντοτε, την ώρα
της ακολουθίας, τον έβλεπες να θέλει να παρακολουθεί προσηλωμένος και σιωπηλός
τα λεγόμενα μέσα από το όποιο βιβλίο της Εκκλησίας απαιτούσε η ώρα. Γι’ αυτό
βεβαίως και δεν τολμούσες να του μιλήσεις τότε ή να τον απασχολήσεις με κάτι
αλλότριο. Άλλωστε σπάνια, πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, σου έδινε τη δυνατότητα
να διαλεχθείς μαζί του εν ώρα ακολουθίας. Κι όχι μόνο εν ώρα ακολουθίας θα
συμπληρώναμε. Τον προσέγγιζες κι ένιωθες ότι δεν μπορείς να φλυαρήσεις ή να
αργολογήσεις μαζί του, πολύ περισσότερο να κατακρίνεις. Δημιουργούσε ένα τέτοιο
κλίμα ευλάβειας, που μόνος σου καταλάβαινες ότι τα λόγια σου πρέπει να είναι
πολύ μετρημένα. Γιατί στεκόσουν σε τόπο που υπάρχει η παρουσία του Θεού. Ναι, ο
σεβαστός πατέρας σε έκανε να σκέπτεσαι πάντοτε τον Χριστό, σε κινητοποιούσε σε
μετάνοια και αλλαγή ζωής, όχι μόνο με τα λόγια του, αλλά κυρίως με την ίδια την
ύπαρξή του.
Στο
θέμα της αγάπης προς τα λόγια και τους ύμνους της Εκκλησίας πρέπει να ήταν η
παρόμοια χάρη που είχε παραλάβει από τον αγαπημένο πνευματικό του, άγιο
Πορφύριο, (τον οποίο συνάντησε για πρώτη φορά το 1946 και έκτοτε παρέμεινε κοντά του όλα τα χρόνια της ζωής του οσίου Γέροντα), που και εκείνος, με ένταση μοναδική θα έλεγε κανείς διαλαλούσε
την ανάγκη εντρύφησης του πιστού στα εκκλησιαστικά μας βιβλία, τα οποία πάντοτε
μας καθοδηγούν στην αγάπη και στον έρωτα του Χριστού, συνεπώς στη βίωση της
σωτηρίας μας ως προσωπικής σχέσης μας με Αυτόν, άρα στην αγιότητα. «Η αναστροφή με τον Χριστό, η συζήτηση, η
μελέτη, η ψαλτική, το καντηλάκι, το θυμίαμα γίνονται το κατάλληλο κλίμα –
έλεγε ο όσιος – ώστε όλα να γίνουν απλά,
«εν απλότητι καρδίας». Διαβάζοντας τις ψαλμωδίες, τις ακολουθίες με έρωτα,
χωρίς να το καταλάβουμε γινόμαστε άγιοι» (Βίος και Λόγοι, σελ. 247). Κι ακόμη σημείωνε: «(Ο καλύτερος τρόπος για
πνευματικό αγώνα είναι) να ρίχνομαι στην
αγάπη, μελετώντας τους κανόνες, τα τροπάρια, τους ψαλμούς. Αυτή η μελέτη κι
εντρύφηση, χωρίς να το καταλάβω, πηγαίνει τον νου μου προς τον Χριστό και
γλυκαίνει την καρδιά μου» (Βίος και Λόγοι, σελ. 291-292).
Θα
καταθέσω μάλιστα την προσωπική μου
αίσθηση, όταν τον έβλεπα και τον άκουγα σε καθημερινή βάση, τότε που
νεαρός φοιτητής της θεολογίας κυρίως είχα την άνεση να βρίσκομαι πολύ συχνά
στον Ναό των Αγίων Αναργύρων Καραβά, (εκεί που ο Γέροντας από το 1955 μέχρι την
ώρα της κοιμήσεώς του το 2015 υπηρετούσε), ακόμη και σε «έκρυθμες» θα λέγαμε
και δύσκολες καταστάσεις του. Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι ο Γέροντας
Γεώργιος κινείται από κάποιου είδους εμπάθεια. Και τότε δηλαδή που φαινόταν
οργισμένος από κάποια κακώς κείμενα που αντιμετώπιζε, η αίσθησή μου ήταν ότι
κινείται με την εκκλησιαστική εκδοχή του όρου απάθεια και με την κατά Χριστόν
αγάπη. «Το δένδρον εκ του καρπού γινώσκεται», σημειώνει ο Κύριος, και η δική
μου καρδιά ποτέ δεν βίωσε την παραμικρή ταραχή κοντά στον π. Γεώργιο. Γι’ αυτό
και είχε τη δυνατότητα εκείνος μετά από κάθε ενέργειά του, να λάμπει το πρόσωπό
του, να σε αγκαλιάζει και να σε περικλείει στην αγάπη του, γεγονός που σου το
μετέδιδε με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση.
Θυμάμαι,
νεαρός φοιτητής ακόμη, του είχα πει κάτι που τον είχε στενοχωρήσει ιδιαίτερα.
Ένιωσα τη στενοχώρια του και την επομένη το πρωί πήγα βαρύθυμος στην Εκκλησία.
Κι εκείνος, προφανώς κατανοώντας τη δική μου κατάσταση – ποιος ξέρει πόσο είχε
προσευχηθεί για μένα εκείνο το βράδυ! – αμέσως μόλις με είδε, έσπευσε να με
αγκαλιάσει, δίνοντάς μου κι ένα δώρο που
μου είχε ήδη ετοιμάσει. Αμέσως η καρδιά μου άνθισε κάτω από τον ευεργετικό ήλιο
της δικής του ψυχής.
Η
σφοδρή αγάπη του για τον Κύριο Ιησού Χριστό αποτυπωνόταν όχι μόνο στις
καθημερινές ακολουθίες και λειτουργίες του – σπάνια και μόνο για λόγους υγείας
αν θα έλειπε από τον Ναό· όχι μόνο στα καθημερινά σχεδόν κηρύγματά του που ‘χες
την αίσθηση ότι ακούς τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο· όχι μόνο στις πολύωρες
εξομολογήσεις που δεχόταν – και πώς αλλιώς αφού η αγάπη προς τον Κύριο
εκφράζεται και αποδεικνύεται πάντα από την αγάπη και το ενδιαφέρον προς τον
συνάνθρωπο (: δεν θα ξεχάσω που κάποιο απόγευμα ενώ ήταν άρρωστος πήρε τηλέφωνο
να ρωτήσει αν τον περίμενε κανείς για εξομολόγηση. Κι όταν έμαθε ότι υπήρχε
ένας μόνον, πήρε το λεωφορείο και ήλθε)· αλλά και από τις μικρές λεπτομέρειες
της καθημερινότητάς του, όπως για παράδειγμα και σε κάποιες τηλεφωνικές του
συνδιαλέξεις. Ήμουν παρών σε ένα τέτοιο τηλεφώνημα. Πήρε ο ίδιος τηλέφωνο
κάποια ψυχή που ένιωσε ότι τον είχε ανάγκη. «Κόρη μου», της είπε, «τι κάνεις;
Σε πετυχαίνω σε κατάσταση προσευχής; Διαβάζεις το ευαγγέλιο; Κάνεις την
Παράκληση της Παναγίας μας; Επικαλείσαι το όνομα του Κυρίου;» Ό,τι ο ίδιος ζούσε την κάθε του στιγμή, το
ίδιο ζητούσε και από τους πιστούς που είχε την ευθύνη τους. Τον Κύριο, την
Παναγία, τους αγίους όπως είπαμε ανέπνεε, γι’ αυτό και εμπειρικά ήξερε ότι και
ο κάθε άνθρωπος έξω από την ατμόσφαιρα αυτή δεν νιώθει καλά.
Κι
αυτήν την ατμόσφαιρα αγάπης προς τον Κύριο μάς μετέδιδε και την ώρα της
κατήχησης. Ο ίδιος για πολλά χρόνια είχε την ευθύνη της νεότητας, αλλά και
έκανε το ανώτερο λεγόμενο τότε κατηχητικό. Κι είχε έναν ενθουσιασμό για το έργο
αυτό, που δεν τον συναντά κανείς εύκολα ούτε και στους νέους στην ηλικία.
Εκείνος, προχωρημένος στα χρόνια, μας μάζευε, μας φώναζε, μας περίμενε
υπομονετικά όταν αργούσαμε ενίοτε, απορροφημένοι από το παιχνίδι μετά τη Θεία
Λειτουργία της Κυριακής στον κήπο πίσω από το Ιερό του Ναού, κι ήταν φορές που
τον βλέπαμε να μας σκεπάζει μ’ ένα τόσο λαμπερό και χαρούμενο πρόσωπο, που θα
περνούσαν αρκετά χρόνια για να καταλάβουμε ότι επρόκειτο για τη λάμψη της χάρης
του Θεού.
Και
το μυαλό μου σκέπτεται τώρα ότι αυτή η σφοδρή αγάπη του για τον Κύριο
θεμελιωνόταν σ’ αυτό που χωρίς την ύπαρξή του όλα είναι με ερωτηματικό, μάλλον
είναι ανούσια και αρνητικά: εννοώ την ταπείνωση. Ο π. Γεώργιος, ο πυρακτωμένος
εργάτης του Ευαγγελίου, ο δυναμικός και διαπρύσιος κήρυκας του λόγου του Θεού -
που ορισμένοι τον φοβόντουσαν ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο – ήταν υπέρμετρα
ταπεινός. Και δικαιολογημένα: εκείνο που κρίνει τη γνησιότητα της όποιας
θεωρούμενης αρετής, του όποιου νομιζόμενου χαρίσματος, είναι η υπερφυής αυτή
χάρη της ταπείνωσης. Όπως το λένε οι άγιοί μας: μπορεί να έχεις του κόσμου τις
αρετές, όλες τις αρετές, αν σου λείπει η μία, η ταπείνωση, τίποτε δεν έχεις.
Γιατί όλες τις μολύνεις με την υπερηφάνεια, όπως συνέβη με τον αρχάγγελο
εκείνον, που άρκεσε η υπερηφάνεια του, παρ’ όλο το πλήθος των αρετών του, να
τον ρίξει από το ύψος του και να τον καταστήσει δαίμονα.
Ο
π. Γεώργιος λοιπόν διακρινόταν και για την ταπείνωσή του, η οποία διασφάλιζε
όλον τον κρυμμένο θησαυρό της καρδιάς του. Κι επειδή η ταπείνωση αποδεικνύεται
κατεξοχήν όχι ασφαλώς από λόγια ή σχήματα ταπείνωσης, από μια ταπεινολογία ή
μια ταπεινοσχημία δηλαδή – ίσα ίσα, αυτό συνιστά τη μεγαλύτερη έκφραση του
εγωισμού και της υπερηφάνειας – αλλά από το πώς αντιδρά κανείς κυρίως στις
προσβολές και τις εναντιώσεις που του παρουσιάζονται, γι’ αυτό και είμαστε
βέβαιοι για την ύπαρξή της στον άγιο Γέροντα, αφού πολλές φορές υπήρξαμε
μάρτυρες της ταπεινής στάσης του απέναντι σε τέτοιες καταστάσεις. Όπως στις
περιπτώσεις ακόμη που μόλις καταλάβαινε
ότι είχε κάνει κάποιο λάθος, έσπευδε να ζητήσει αμέσως «συγγνώμη». Κι
όχι μόνο ενώπιος ενωπίω με τον συνάνθρωπο που πιθανόν άθελά του αδίκησε, αλλ’
ακόμη και από άμβωνος. Θυμάμαι για παράδειγμα την περίπτωση κάποιου που
ζητιάνευε, που επειδή τον ήξερε ο π. Γεώργιος, ήταν πολύ επιφυλακτικός στο να
του προσφέρει τα χρήματα που ζητούσε. Κι όταν κάποιοι αδελφοί τού βεβαίωσαν ότι
όντως τα είχε ανάγκη, όχι μόνο έκανε πέρα τη δική του γνώση και αίσθηση για τον
άνθρωπο, αλλά και από άμβωνος ζήτησε συγγνώμη κι έδωσε εντολή να του δώσουνε
πολλαπλάσια των όσων φαινόταν ότι ζητάει.
Η
αγάπη και η ταπείνωση του π. Γεωργίου Κρητικού· η σιωπή του και η προσευχητική
του διάθεση: τώρα μπορούμε να λέμε και να διαλαλούμε τις αρετές του, γιατί δεν
υπάρχει κίνδυνος οι έπαινοι να τον επηρεάσουν πιθανόν αρνητικά. Απλώς είμαστε
υποχρεωμένοι να το κάνουμε, για να παίρνουμε παράδειγμα και να
προσανατολιζόμαστε στην ορθή κατεύθυνση κι εμείς οι περιλειπόμενοι. Τέτοια
αναστήματα μάς λείπουν δραματικά στις ημέρες μας, κι είμαστε ευγνώμονες στην
ενορία του Αγίου Δημητρίου Ταμπουρίων που είχε την έμπνευση από Θεού να κάνει
αυτό το αφιέρωμα. Προβάλλουν οι ευλαβείς και καλοί κληρικοί της Ενορίας μία
τεραστίου βεληνεκούς πνευματική προσωπικότητα που λόγω των χαρίτων της αποτελεί
φάρο για την παραπαίουσα από όλες τις πλευρές εποχή μας. Κι αποτελεί φάρο,
γιατί περίτρανα πια αποδεικνύεται ότι και ο σεβαστός Γέροντας π. Γεώργιος
συνιστούσε έναν «εν ετέρα μορφή» Χριστό επί γης. Και μη μας παραξενεύει ο
χαρακτηρισμός, μιας που ο ίδιος ο Κύριος το βεβαίωσε: «όποιος έχει και τηρεί
τις εντολές Μου», είπε, - κι ο π. Γεώργιος τις εντολές του Κυρίου αγωνιζόταν
πάντα να τηρεί – «θα δείχνει ότι Με αγαπά, γι’ αυτό και Εγώ θα τον αγαπήσω, ο
Πατέρας μου εξίσου θα τον αγαπήσει, και θα του φανερωθώ μέσα του».
Πατήρ Γεώργιος Κρητικός: ο άνθρωπος του Θεού,
ο Κύριος μαζί μας μέσω αυτού. Πιστεύουμε ότι η παρρησία του ενώπιον του
Τριαδικού Θεού μας είναι μεγάλη. Εναπόκειται σ’ εμάς να τον αξιοποιούμε και
στις δικές μας προσευχές, ιδίως τότε μάλιστα που χειμαζόμαστε από αρρώστιες
σωματικές και ψυχικές. Ας έχουμε την ευχή του, τώρα που αναπαύεται στους
κόλπους του Κυρίου Του, μαζί με τον αγαπημένο και θεόρατο δικό του πνευματικό,
τον όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη!
(Πρώτο μέρος εισήγησης για τον μακαριστό Γέροντα π. Γεώργιο Κρητικό στο αφιέρωμα του Ι. Ναού Αγίου Δημητρίου Ταμπουρίων γι' αυτόν στα "Δημήτρια 2017", το Σάββατο 21 Οκτωβρίου).