ΠΛΥΝΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
«Ὁ τῆς νηστείας θεῖος καιρός, πάθη ἐκκαθαίρων ψυχικά, καί ψυχικούς πλύνων μώλωπας, ἦλθε, νῦν ἐπέστη˙ πιστοί, συνδράμωμεν, καί τοῦτον φιλοφρόνως ὑποδεξώμεθα» (ωδή ε΄ Τριωδίου).
(Ο θείος καιρός της νηστείας, που καθαρίζει τα ψυχικά
πάθη και πλένει τους ψυχικούς μώλωπες, ήλθε, τώρα φάνηκε. Πιστοί, ας τρέξουμε
μαζί και ας τον υποδεχτούμε με φιλοφροσύνη και καλή διάθεση).
Μια ανάσα από την έναρξη της Σαρακοστής και η Εκκλησία
μας διά του αγίου υμνογράφου της Ιωσήφ μάς καλεί να την υποδεχτούμε με τον
σωστό τρόπο. Και σωστός τρόπος δεν είναι η κατήφεια και η μελαγχολική διάθεση
- δείγμα της κυριαρχίας των παθών μέσα μας: «χάνουμε» τα ηδονικά
στοιχεία του λαιμού και της γαστέρας μας, ταλαιπωρείται δηλαδή η λαιμαργία και
η γαστριμαργία μας, άρα η φιληδονία μας – αλλά η καλή και ευχάριστη διάθεση, η
φιλοφροσύνη. Μας καλεί η Εκκλησία μας «τρέχοντας» να σπεύσουμε να ενταχτούμε
στην αγκαλιά της σεμνής αυτής περιόδου. Θυμάται κανείς τον άγιο αββά του
Γεροντικού, ο οποίος έλεγε τον παράδοξο θεωρούμενο λόγο: «Πηγαίνω όπου υπάρχει
κόπος, και στον κόπο βρίσκω ανάπαυση». Που θα πει: ο όσιος αυτός ασκητής είχε
καταλάβει πολύ καλά ότι η ζωή στον κόσμο τούτο αν θέλει να είναι χριστιανική,
πρέπει να είναι με τον Χριστό, συνεπώς πρέπει ο πιστός να ασκεί πάντοτε «βία»
στον εαυτό του, ακολουθώντας με συνέπεια Εκείνον. Κι η ακολουθία του Χριστού
είναι συσταύρωση μαζί Του: «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον
εαυτό του και ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί». Οπότε η
χριστιανική ζωή δεν είναι καθόλου εύκολη. Έχει ασκητικό χαρακτήρα, είτε είναι
κανείς καλόγερος είτε όπως λέμε κοσμικός. Γιατί ακριβώς παλεύεις να στρέφεις
αδιάκοπα τα νώτα του στο γενικό κλίμα του σαρκικού αμαρτωλού φρονήματος και να
προσανατολίζεσαι έστω και με το «ζόρι» εκεί που είναι ο Χριστός.
Αλλά ο προσανατολισμός αυτός καθιστά από την άλλη και τον
αγώνα ευχάριστο και εξαιρετικά ποθητό. Γιατί δεν είναι αγώνας «τυφλός». Τον
Χριστό θέλουμε να ακολουθούμε, το πιο αγαπημένο πρόσωπο που μπορεί να υπάρξει
για τους πιστούς, έστω κι αν υπάρχουν τα εμπόδια των ακανθών από τα πάθη μας.
Τι μας εμποδίζει στην πραγματικότητα να ζούμε τον Παράδεισο ήδη από τώρα στη
ζωή αυτή μαζί Του; Μόνον ο αμαρτωλός εαυτός μας, που ρέπει στη φιληδονία, τη
φιλαργυρία, τη φιλοδοξία. Γι’ αυτό και ο πνευματικός αγώνας στοχεύει στην
εξάλειψη των παθών αυτών, με την έννοια της μεταστροφής τους σε εγκράτεια, σε
προσφορά και ελεημοσύνη, σε ταπείνωση. Το αποτέλεσμα; Στον βαθμό που
εξαλείφονται τα αγκάθια αυτά εξομαλύνεται το έδαφος της καρδιάς μας και φύεται
το σπέρμα του Πνεύματος που ελάβαμε διά του αγίου βαπτίσματός μας, εμφανίζεται
δηλαδή στην ύπαρξή μας ο ίδιος ο Χριστός, γινόμαστε κι εμείς Χριστός, γινόμαστε
φιλόθεοι και φιλάνθρωποι.
Η πιο πρόσφορη περίοδος της Εκκλησίας για την ένταση του πνευματικού αγώνα, ώστε να κάνουμε τον εαυτό μας «περιβόλι του Ουρανού», είναι η Σαρακοστή. Είναι ο θείος καιρός της νηστείας, μας υπενθυμίζει ο άγιος υμνογράφος, γιατί με τη ορθή άσκησή της καθαρίζονται τα ψυχικά πάθη και ξεπλένονται και θεραπεύονται οι μαυρίλες και τα κτυπήματα της ψυχής. Σε άλλο σημείο (ωδή ε΄) ο υμνογράφος θα μας πει: «η νηστεία έκανε τον Μωυσή θεόπτη, είδε τον Θεό! Οπότε κι εσύ, ψυχή μου, μιμήσου τον κι ανάλαβε τη νηστεία, ανεβαίνοντας διαρκώς εσωτερικά προς τον Θεό, για να δεις τη λαμπρότητα του Θεού». Η εκκλησιαστική νηστεία, ψυχική και σωματική, είναι αυτονόητο ότι έχει θετικό χαρακτήρα: μας φέρνει ενώπιον του Θεού και μας γεμίζει με το φως Του. Πόσο μακριά δηλαδή από ό,τι συνήθως οι πολλοί αντιμετωπίζουμε τη «σκυθρωπότητά» της!