«Φαιδρά προεόρτια τῆς ἐγκρατείας, λαμπρά τά προοίμια τῆς
νηστείας σήμερον∙ διό συνδράμωμεν ἐν πεποιθήσει, ἀδελφοί, καί προθυμίᾳ πολλῇ»
(ὠδή α΄ τριωδίου).
(Καλοδεχούμενα τα προεόρτια της εγκράτειας, λαμπρά τα
προοίμια της νηστείας σήμερα. Γι’ αυτό ας τρέξουμε από κοινού, αδέλφια, με
πίστη και μεγάλη προθυμία).
Απαρχή των ύμνων των Τριωδίων ο παραπάνω ύμνος, από τον
πολυγραφότερο όλων των υμνογράφων άγιο Ιωσήφ. Τρία σημεία θίγει με πολύ
συνοπτικό τρόπο:
Πρώτον, ότι πρώτη ημέρα της εβδομάδας της Τυρινής σήμερα,
ξεκίνησε η περίοδος της νηστείας και της εγκρατείας. Διότι μπορεί να μην
εισήλθαμε στην καθαυτό Σαρακοστή – αυτό θα γίνει με την Καθαρά Δευτέρα – όμως
είμαστε στην τελευταία εβδομάδα της εισαγωγής της, όπου αφήνουμε κατά μέρος τα
κρεατικά: η πρώτη νηστεία, μένοντας μόνο στα γαλακτομικά και στα ψάρια. Και δεν
είναι τυχαία η διπλή επισήμανση: εγκράτεια, νηστεία. Για να δηλωθεί ότι
μιλώντας για τη νηστεία στην Εκκλησία δεν εννοούμε ένα απλό διαιτολόγιο, αλλά
έναν περιορισμό φαγητών που έχει όμως πνευματικό χαρακτήρα. Διότι η εγκράτεια
αυτό δηλώνει: την πράξη της θέλησης του ανθρώπου που κινείται από τον ηγεμόνα
νου του, προκειμένου να απεγκλωβιστεί από τη γοητεία των υλικών αγαθών, ώστε
πιο ελεύθερα να στραφεί προς Κύριο και Θεό του. Μη ξεχνάμε: η απόλυτη εν αγάπη
αναφορά του ανθρώπου είναι ο Χριστός κι αυτή η αναφορά μονίμως παρεμποδίζεται
από την εμπαθή προσκόλληση στην ύλη και τα πάθη του – «ὅς ἄν θέλῃ φίλος εἶναι
τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται». Οπότε, η νηστεία ως εγκράτεια
παθών λειτουργεί απελευθερωτικά για τον πιστό άνθρωπο. Γι’ αυτό και σε άλλο
σημείο ο άγιος Ιωσήφ θα επισημάνει ότι τέτοιον εγκρατή άνθρωπο που φανερώνει
ότι η στροφή της θέλησής του είναι ο Χριστός δεν τολμούν να τον πλησιάσουν οι
δαίμονες, ενώ βρίσκονται πάντοτε ως βοηθοί του οι άγγελοι («οὔτε ἐπήρεια
δαιμόνων κατατολμᾶ τοῦ νηστεύοντος, ἀλλά καί οἱ φύλακες τῆς ζωῆς ἡμῶν ἄγγελοι
φιλοπονώτερον παραμένουσι τοῖς διά νηστείας ἡμῖν κεκαθαρμένοις»: απόστιχα
αίνων).
Δεύτερον, ότι ακριβώς για τον παραπάνω λόγο η περίοδος
της νηστείας και της εγκρατείας είναι περίοδος για τον πιστό όχι κατήφειας και
θλίψης, όχι οργής και καταπιεσμένης επιθετικότητας, αλλά περίοδος που με χαρά
την προσμένει ο χριστιανός προσβλέποντας στη λαμπρότητα που εκπέμπει. Αν η
θλίψη και η στενοχώρια είναι το κυρίαρχο στοιχείο που τον διακατέχει, τούτο
οφείλεται ακριβώς σε ό,τι είπαμε προηγουμένως: η θέληση προσκλίνει κατά
προτεραιότητα στα πράγματα του κόσμου και όχι στον Θεό – «Θεός» είναι ο κόσμος
και όχι ο αληθινός Θεός, ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Ο χριστιανός, μολονότι βιώνει
την ένταση στην ύπαρξή του της αμαρτίας που τον κινεί σε αντίθετη κατεύθυνση
προς ό,τι καλεί ο Θεός, συνεχίζει «κόντρα στο ρεύμα» του κόσμου να τρέχει προς
τον Χριστό και τις άγιες εντολές Του. Και σ’ αυτήν τη διαδικασία ευρισκόμενος
βλέπει το φως του Χριστού να ανατέλλει στην καρδιά του. «Ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα
φῶς» μάς λέει συνεχώς η Εκκλησία, με το φως του Χριστού λοιπόν βλέπει τη
χαρά και τη λαμπρότητα της νηστείας και της εγκρατείας ο αγωνιστής χριστιανός.
«Δεν στοχεύουμε στα ορατά αλλά στα αόρατα» λέει ο απόστολος Παύλος, κι αυτό
συμβαίνει και με την περίοδο της Σαρακοστής.
Και τρίτον, επομένως: με πίστη και μεγάλη προθυμία
κινείται προς την περίοδο της Σαρακοστής ο χριστιανός. Αν ενώπιόν μας έχουμε το
όραμα του Χριστού που προβάλλει μέσα από το σταύρωμα των εμπαθών επιθυμιών μας,
αν το όραμά μας, όραμα της Εκκλησίας, είναι ο αναστημένος Χριστός που περνάει
μέσα από τη Σταυρική Του θυσία, τότε πράγματι η περίοδος των Νηστειών έχει ένα
νόημα που για να το γνωρίσει κανείς πρέπει να το ενσωματώσει στον εαυτό του.
Ζώντας την περίοδο αυτή ζει ο πιστός τα υπέρ φύσιν γεγονότα της ζωής του
Χριστού ή με άλλα λόγια μ’ αυτόν τον τρόπο ενεργοποιεί στο έπακρον την ήδη σ’
αυτόν δοσμένη χάρη του Βαπτίσματος να είναι μέλος Χριστού. Οπότε: η μεγάλη προθυμία
προς συμμετοχή στον αγώνα του σταδίου αυτού ισοδυναμεί με τον αγώνα να
καθαρίσει ο πιστός όλα τα εμπόδια της καρδιάς του για να φανερωθεί μέσω αυτού ο
ίδιος ο Χριστός!
Κι αξίζει να ακούσουμε τον άγιο Σωφρόνιο του Έσσεξ στο τι
έλεγε για το θέμα αυτό.
«Πῶς πρέπει νά περάσουμε τήν περίοδο τῶν Νηστειῶν; Σᾶς
μίλησα ἤδη γιά τή μέθοδό μου, τήν ὁποία σᾶς συνιστῶ νά ἀφομοιώσετε. Ἡ μέθοδος αὐτή
εἶναι ἡ ἀκόλουθη: νά δοῦμε τόν τελικό μας σκοπό καί νά βαδίσουμε πρός αὐτόν ἀρχίζοντας
ἀπό τό ἀλφάβητο. Ὅσον ἀφορᾶ τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πρέπει νά θέσουμε στόν ἑαυτό
μας τήν ἴδια ἀκριβῶς ἀρχή, ἀλλά σέ μικρότερες διαστάσεις. Πρέπει νά ἐννοήσουμε ὅτι
μᾶς προτείνονται πενήντα ἡμέρες νηστείας ὡς προετοιμασία γιά τήν ὑποδοχή τῆς ἐκ
νεκρῶν ἀναστάσεως. Καί ἐμεῖς θά οἰκοδομήσουμε ἔτσι τή θεωρία μας: Τώρα ἀρχίζει ὁ
πνευματικός μας ἀγώνας. Ἡ ἔμπνευσή μας πολλαπλασιάζεται μέ τή σκέψη ὅτι ἑκατομμύρια
χριστιανοί θά τηρήσουν τή Νηστεία αὐτή. Ἡ ὁδός πρός τήν ἀνάσταση, ἀκόμη καί γιά
τόν Ἴδιο τόν σαρκωθέντα Θεό, πέρασε ἀπό παθήματα. Τό μυστήριο τῶν παθημάτων θά
τό κατανοήσουμε μόνο ἀργότερα.... «Δι’ ἑνός ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία εἰσῆλθεν εἰς τόν
κόσμον», λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καί ἀπό ἕναν Ἄνθρωπο ἔρχεται ἡ σωτηρία. Ἄν
μπροστά μας ὑψώνεται τέτοιος σκοπός, θά δεχθοῦμε τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή ὡς ἁγία
περίοδο στή ζωή ὅλου τοῦ χρόνου. Καί ὅταν μέ χαρά καταβάλλουμε σωματικό ἀγώνα ἐγκρατείας
ἀπό τροφές, αὐτό δέν μᾶς φθείρει, ἀλλά μᾶς βοηθᾶ σέ ὅλα τά ἐπίπεδα καί στό
πνευματικό καί στό φυσικό... Ἐπιπλέον, παρατηρῶ μέ πόνο καρδιᾶς ἕνα πολύ
τραγικό φαινόμενο: γιά λόγους ὑγείας οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἱκανοί νά ὑπομείνουν
μακρά καί αὐστηρή δίαιτα, ἀλλά γιά τόν Θεό δέν εἶναι διατεθειμένοι νά τηρήσουν
τήν καθιερωμένη ἀπό τήν Ἐκκλησία νηστεία, διότι ὑπάρχει κάποιο πνεῦμα πού
παρεμποδίζει κάθε προσπάθεια νά ἀκολουθήσει ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό» («Οἰκοδομώντας
τόν Ναό τοῦ Θεοῦ..., τόμ. Β΄, σελ. 220-222»).