Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

ΟΙ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΕΑΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΙ Ο ΓΕΡΩΝ ΑΝΑΝΙΑΣ (1)

 
Ο νεαρός που έφτασε κατάκοπος στο απόμακρο κελί του Γέροντα  Ανανία – Δημήτρης τ’ όνομά του, όπως του δήλωσε - φαινόταν να έχει πνευματικές αναζητήσεις. Πριν καλά-καλά τον τρατάρει ο Γέροντας, πριν βρει ακόμη τον φυσιολογικό ρυθμό της αναπνοής του, άρχισε να τον ρωτά για τα θέματα της αγιότητας. Ο Γέροντας δεν απάντησε κι ούτε έδειξε κανένα σημάδι ότι είχε καταλάβει την ερώτηση. Χωρίς να βιάζεται έφερε λουκούμια στον νεαρό και καθαρό βουνίσιο νερό. «Κάτσε», του είπε, «να πάρεις πρώτα μια ανάσα κι ύστερα τα λέμε». Πήρε ένα λουκούμι ο νεαρός, πήρε και δεύτερο κατά προτροπή του Γέροντα, ήπιε το νερό λέγοντας «ευλογείτε», και επανήλθε στο θέμα που είχε θέσει, το περί αγιότητας.
«Τι θέλεις ακριβώς να μάθεις;» του είπε εκείνος, χαϊδεύοντας τη μακριά άσπρη γενειάδα του. «Γιατί το θέμα αυτό είναι τεράστιο· αγκαλιάζει ολόκληρη την πνευματική ζωή του χριστιανισμού».
«Γέροντα, άκουσα και διάβασα ότι πρέπει να γίνουμε άγιοι. Αυτό ακούγεται στην εποχή μας όχι μόνο περίεργο και παράδοξο, αλλά εντελώς ακατόρθωτο. Είναι δυνατόν να αγιάσει κανείς μέσα στην πόλη, με τόσες προκλήσεις, με τόσους περισπασμούς, με τόσα – όλα σχεδόν – που σε καλούν σε ζωή μακριά από τον Θεό; Η αγιότητα δεν είναι κάτι που αναπτύσσεται στην ερημιά, στ’ ασκηταριά και στα μοναστήρια;»
Και πάλι ο Γέροντας δεν βιάστηκε να απαντήσει. Γύρισε λίγο το κομποσκοίνι του, έριξε ένα γύρο τη ματιά του και κοιτώντας με βαθειά αγάπη τον νεαρό τού είπε.
«Τον όσιο Πορφύριο τον καυσοκαλυβίτη τον ξέρεις, Δημήτρη; Έχεις ακούσει γι’ αυτόν;»
«Βέβαια, Γέροντα, ποιος δεν έχει ακούσει για τον όσιο αυτόν της εποχής μας; Έχω διαβάσει μάλιστα και κάποια βιβλία που σχετίζονται μ’ αυτόν. Μα, γιατί με ρωτάτε;»
 «Ε, λοιπόν, αφού γνωρίζεις τα σχετικά με τον μεγάλο αυτόν όσιο της εποχής μας, δεν είδες ότι δεκαετίες ολόκληρες αυτός ο άνθρωπος βρισκόταν στο κέντρο μιας μεγαλούπολης, της Αθήνας, μέσα στην Ομόνοια, κι εκεί άγιασε; Δηλαδή, κατά ακρίβεια, κι εκεί συνέχισε τον αγώνα της αγιότητάς του, όπως και στα μετέπειτα χρόνια της ζωής του μέχρις ότου τον κάλεσε ο Κύριος. Λοιπόν, τι σημαίνει αυτό; Ότι ο όσιος έκανε την Ομόνοια Άγιον Όρος, όπως ίσως κάποιοι άλλοι κάνουν κι αυτό το Άγιον Όρος Ομόνοια, που θα πει τελικά ότι δεν είναι ο τόπος που αγιάζει έναν άνθρωπο, αλλά ο τρόπος της ζωής του».
Ο Δημήτρης δεν φάνηκε να ικανοποιείται απόλυτα από την απάντηση. «Ναι, Γέροντα, δεν λέω, έτσι είναι όπως τα λέτε, μα μου φέρνετε ως παράδειγμα έναν Γίγαντα, θα έλεγα, της πνευματικής ζωής. Ο άγιος Πορφύριος είναι ο άγιος Πορφύριος – άνθρωπος με χαρίσματα από την παιδική ακόμη ηλικία του. Είμαστε όμως όλοι, μπορούμε να είμαστε Πορφύριοι; Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων, από όσο μπορώ να κρίνω από τη μικρή πείρα μου, κι εγώ μαζί με αυτούς, ούτε με κιάλια δεν μπορούμε να δούμε τέτοιο πνευματικό ύψος. Είναι θα λέγαμε… θέμα «δομικό». Απαρχής ίσως πρέπει αυτό να το αποκλείσουμε».
«Δηλαδή, Δημήτρη, απ’ ο,τι καταλαβαίνω από τα λεγόμενά σου, λες ότι ο Χριστός έκανε λάθος και ότι είναι… ρατσιστής!», τόνισε την τελευταία λέξη ο Γερο-Ανανίας για να δημιουργήσει περισσότερη εντύπωση και να προκαλέσει την περαιτέρω συζήτηση. Πράγματι, ο Δημήτρης, ο νεαρός αναζητητής της αγιότητας, «τσίμπησε». Αντέδρασε στον λόγο του Γέροντα κι αρνήθηκε αμέσως το συμπέρασμά του. « Μα όχι, Γέροντα, δεν λέω κάτι τέτοιο. Είναι δυνατόν ο Χριστός να κάνει λάθη και να είναι και μάλιστα… ρατσιστής;  Νομίζω ότι επίτηδες το λέτε για να με προκαλέσετε. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ίσως μερικοί δεν είναι φτιαγμένοι για τα πολύ υψηλά. Να, για παράδειγμα, ο αετός είναι φτιαγμένος για να σκίζει τα ύψη, είναι ο βασιλιάς. Το σπουργιτάκι όμως είναι σπουργιτάκι, φτιαγμένο για τα μικρά και τα χαμηλά. Τι λέτε;»
«Δημήτρη μου, ανοίγεις πράγματι μεγάλα θέματα, χαίρομαι για τις αναζητήσεις σου, σημαίνει άρα πως βρίσκεσαι σε καλό δρόμο. Θα σου απαντήσω, όσο μπορώ βέβαια, αλλά προηγουμένως θα μου επιτρέψεις να σου πω ότι όσο είσαι στη διαδικασία του να ψάχνεις, να ερωτάς, να αγωνιάς καλύτερα για την αλήθεια, τόσο βρίσκεσαι κοντά στην εύρεσή της. Κι αυτό γιατί ο ίδιος ο Χριστός το αποκάλυψε με έναν αξιωματικό θα λέγαμε τρόπο. «Πᾶς ὁ ὤν ἐκ τῆς ἀληθείας, ἀκούει μου τῆς φωνῆς» είπε, που θα πει «καθένας που αγαπάει την αλήθεια, αυτός και θ’ ακούσει τη φωνή μου». Ακούει τον Χριστό, ο Χριστός δηλαδή μιλάει στην καρδιά του ανθρώπου που πάσχει για την αλήθεια στη ζωή του, που την αναζητάει, που δεν μένει καρφωμένος μόνο στα επίγεια, αρκούμενος στα λίγα. Η χριστιανική πίστη είναι για κείνους που θέλουν να φτάσουν σε κορφές, για τους γενναίους και τους ανδρείους. Γιατί στα λέω αυτά; Διότι οπωσδήποτε κι εσύ, εφόσον φαίνεται ότι ψάχνεις να βρεις απαντήσεις στους υπαρξιακούς χτύπους της καρδιάς σου, σχετικά σύντομα θα δεις τον Χριστό να σε καθοδηγεί και να σε βεβαιώνει με έναν εσωτερικό τρόπο που είναι και ο πιο αξιόπιστος για τη ζωή ενός ανθρώπου».
Είχε σκύψει το κεφάλι ο Δημήτρης κι είχε λίγο κοκκινίσει για τα καλά λόγια που άκουγε από τον Γέροντα, ο οποίος όμως τα έλεγε όχι προς κολακεία αλλά για να θέσει τις προϋποθέσεις ενός γνήσιου και σοβαρού διαλόγου, ιδίως στα θέματα της πνευματικής ζωής.
«Ευχαριστώ, Γέροντα, για τα καλά σας λόγια», είπε, «μα φαίνεται ότι δεν συμφωνείτε μάλλον με τις παρατηρήσεις μου!»
«Όχι, Δημήτρη μου. Δεν συμφωνώ, γιατί όπως κι εσύ, το ίδιο κι εγώ πιστεύω πως ο Χριστός δεν κάνει, όπως είπαμε, λάθη και δεν είναι ρατσιστής. Κι εξηγούμαι. Αν ήταν όπως τα είπες προηγουμένως, ότι άλλος είναι φτιαγμένος για να είναι άγιος κι άλλος να μην είναι γιατί δεν μπορεί να είναι, τότε πράγματι ο Χριστός που έθεσε για όλους ως σκοπό την ομοίωσή μας με Αυτόν, έκανε λάθος στους υπολογισμούς Του. Αλλά βλέπεις, απαρχής η Γραφή αποκαλύπτει πως ο άνθρωπος δημιουργείται, ως άνδρας και γυναίκα, με έναν συγκεκριμένο τρόπο: να είναι «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ». Ο εικονισμός του Θεού στον άνθρωπο, και μάλιστα του Χριστού γιατί Αυτός είναι το πρότυπο – άλλη μεγάλη κουβέντα αυτό -  είναι το ίδιο για το πρώτο ζευγάρι, συνεπώς και για όλους τους απογόνους τους. Κι αυτός ο εικονισμός, που αναφέρεται στον νου και τη συνείδηση του ανθρώπου, στη δυνατότητα να αγαπά όπως κι ο Θεός, στη δημιουργικότητά του, στην ελεύθερη βούλησή του πάνω από όλα, δεν είναι κάτι το στατικό· τον έδωσε ο Θεός για να καλλιεργηθεί ο άνθρωπος με την προίκα αυτή και να φτάσει, σε συνεργασία μαζί Του, στην απόλυτη, για τα ανθρώπινα βέβαια δεδομένα, ομοίωση μ’ Εκείνον. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν δύο Ευαγγέλια, ή και περισσότερα ίσως, ανάλογα με τις δυνάμεις του καθενός. Ο Θεός λοιπόν δεν έχει κάνει λάθος κι όλοι έχουμε αυτήν την υψηλή προοπτική, η οποία ναι μεν χάθηκε λόγω της πτώσης των ανθρώπων στην αμαρτία, όμως την ξαναβρήκαμε μετά τον ερχομό του Θεού στον κόσμο ως ανθρώπου».
«Γιατί λέτε όμως, Γέροντα, ότι χωρίς να ξέρω χαρακτηρίζω τον Χριστό ρατσιστή;» Χαμογέλασε ο Γέροντας. «Αυτό θα έλεγα στη συνέχεια, Δημήτρη μου, και χαίρομαι γιατί είσαι σ’ εκείνη την πνευματική όπως είπα ένταση, που μπορείς και παρακολουθείς άνετα τα λόγια μου, που έχουν καθαρά θεολογικό περιεχόμενο. Αλλά βλέπεις πόσο ξεκάθαρο είναι ότι χωρίς τη θεολογία η ζωή μας θα είχε ένα βάρβαρο στοιχείο, αναμειγμένο με κάθε είδους χονδροειδείς υλιστικές αντιλήψεις και γεμάτο πλάνες. Η θεολογία, όταν ασφαλώς γίνεται πράξη και βίωμα, μας καθαρίζει τον νου από τα είδωλα του νου μας και μας ανοίγει τον αληθινό κόσμο που έφερε ο Χριστός μας. Να γιατί τονίζουν όλοι οι άγιοί μας την ορθοδοξία, ως ορθή δόξα-πίστη, αλλά ταυτοχρόνως και ως  ορθοπραξία».
                                                                                      (Συνεχίζεται...)