«... σπεῦσον
ἀπολλύμεθα ὑπό πλήθους πταισμάτων...»
(Ἔλα
γρήγορα, χανόμαστε από τό πλῆθος τῶν πταισμάτων)
Σέ χαρισματική
κατάσταση εὑρισκόμενος ὁ ὑμνογράφος, ὡς συνεπής χριστιανός πού ἐκπροσωπεῖ ὅλους
μας, ἀναγνωρίζει τό πλῆθος τῶν πταισμάτων καί τῶν ἀνομιῶν του. Διότι εἶναι χάρη
Θεοῦ νά μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει ἀληθινή ἐπίγνωση τῆς καταστάσεώς του: ὅτι
βρίσκεται σ’ ἕναν κόσμο πεσμένο στήν ἁμαρτία, ἁμαρτωλός καί αὐτός. Καί τό
χαρισματικό στοιχεῖο τῆς ἀποδοχῆς τῆς ἐσωτερικῆς τραγικῆς ἁμαρτωλῆς
πραγματικότητας γίνεται μεγαλύτερο, ὅσο κανείς διαπιστώνει τήν ἄβυσσο τοῦ
μεγέθους τῆς ἁμαρτίας μέσα του, πραγματικά τόν Ἅδη πού περικλείει καί ἀντιμετωπίζει.
Ὅπως τό σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι ὁ Κύριος ἦλθε νά σώσει τούς ἁμαρτωλούς,
πρῶτος τῶν ὁποίων ἦταν ὁ ἴδιος. «Χριστός ἦλθε ἁμαρτωλούς σῶσαι, ὧν πρῶτός εἰμι
ἐγώ».
Κι εἶναι ἡ παραπάνω
χάρη ὁ ἔλεγχος τῆς κοσμικῆς πραγματικότητας, τῆς πραγματικότητας δηλαδή τοῦ
μακριά ἀπό τόν Θεό κόσμου, κατά τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος, λόγω ἀκριβῶς τῆς διαγραφῆς
τοῦ Θεοῦ ἀπό τή ζωή του ἤ τοῦ περιορισμοῦ Του στό περιθώριο τῆς ζωῆς του, ἔχει
τήν πεποίθηση ὅτι τά πάει καλά, ὅτι εἶναι καλός, ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἐφεύρημα τῶν
παπάδων καί τῶν καλογέρων, ὅταν μάλιστα κάνει καί κάποιες ἀγαθοεργίες, ὅτι
τελικά ἴσως ὁ ἴδιος νά εἶναι καί ὁ... Θεός! Γι’ αὐτό καί δέν ἀπορεῖ κανείς ὅταν
διαπιστώνει διαρκῶς σ’ ἕναν τέτοιον κόσμο τά συμπτώματα πού τόν ἀκολουθοῦν: ἡ
θλίψη, ἡ στενοχώρια, τό ἄγχος, ἡ ἔλλειψη νοήματος, ὁ ψυχικός πνιγμός! Αὐτό
δυστυχῶς εἶναι τό τίμημα τοῦ χωρίς Θεό ἀνθρώπου, χωρίς μάλιστα νά
προβληματίζεται αὐτός γιά κάτι βαθύτερο στή ζωή του: νά ζεῖ μία κόλαση ἤδη ἀπό
τή ζωή αὐτή, ἔχοντας τήν αἴσθηση ἀπό τήν ἄλλη τοῦ... μεγαλείου καί τῆς
σπουδαιότητάς του.
Ὁ ὑμνογράφος μας λοιπόν
ἔχει ὡς ἀφετηρία τῆς πνευματικῆς του ζωῆς τήν ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς του
καί τῆς ἀπώλειας στήν ὁποία αὐτή τόν ὁδηγεῖ. Ἀλλά βεβαίως δέν μένει ἐκεῖ∙
προχωρεῖ καί στό δεύτερο σκέλος τῆς σωτηριώδους μετανοίας: τήν μέ πόθο καί ὁρμή
ψυχῆς στροφή πρός τόν Χριστό καί πρός τήν Παναγία Μητέρα Του. «Σπεῦσον... Μή
ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν Σου ἀφ’ ἡμῶν...». Κι αὐτό γιατί στροφή πρός τήν
Παναγία σημαίνει, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε ἀπό τήν ὀρθόδοξη Παράδοσή μας, στροφή
πρός τόν ἴδιο τόν Κύριο. Στό πρόσωπο Ἐκείνης τόν Ἴδιο τόν Κύριο ἀναγνωρίζουμε
καί τή χάρη Ἐκείνου ψηλαφᾶμε.
Οἱ Παρακλήσεις πρός τήν Παναγία μας σ’ αὐτό πάντοτε μᾶς προσκαλοῦν: νά βλέπουμε τήν κατάντια καί τίς ἀσωτεῖες μας, ἀλλά νά μή μένουμε σ’ αὐτές: ἡ ψυχή καί ὅλη ἡ ψυχοσωματική μας ὕπαρξη νά κλίνει μέ θετική φορά «πρός τόν μόνον δυνάμενον σώζειν» καί πρός Ἐκείνην πού μᾶς ἀγαπᾶ κατά τόν τρόπο Ἐκείνου καί θέλει τή σωτηρία μας παρομοίως μέ Ἐκεῖνον. «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς».