«Ο όσιος Ιωάννης καταγόταν από τη νήσο Κάρπαθο της
Δωδεκαννήσου. Ακολούθησε τον μοναχικό βίο από θείο έρωτα και διέπρεψε στην
ασκητική διαγωγή, γι᾽ αυτό και έγινε κατοικητήριο του Παναγίου Πνεύματος τόσο,
ώστε να φαίνεται στους περισσοτέρους ανθρώπους ως άγγελος με σάρκα και γεμάτος
από θείο φως. Εκλέχθηκε με θεϊκή ψήφο και τιμήθηκε με το αξίωμα της
αρχιερωσύνης, οπότε και αναδείχθηκε πρόεδρος και ποιμένας της αγίας Εκκλησίας
της Καρπάθου, την οποία θεοφιλώς και ευαγγελικώς διεποίμανε. Επειδή κοσμείτο
από σοφία και δύναμη λόγου, έγινε δάσκαλος και καθοδηγητής μοναζόντων, όπως
φανερώνουν και τα εκατό ῾παραμυθητικά᾽ κεφάλαιά του στη ῾Φιλοκαλία᾽ των
νηπτικών, τα οποία απέστειλε προς μοναχούς της Ινδίας που του έγραψαν και του
ζήτησαν τις συμβουλές του. Είναι άγνωστος ο ακριβής χρόνος που έζησε και
άκμασε. Μερικοί υποθέτουν ότι έλαμψε κατά τον έβδομο αιώνα».
Λίγες είναι οι περιοχές οι οποίες μπορούν να καυχηθούν γι᾽
αυτό που καυχάται η νήσος Κάρπαθος: να έχει ως προστάτη άγιό της
ένα γέννημα αυτής, το οποίο αναδείχθηκε έπειτα και επίσκοπός
της. Επανειλημμένως ο μακαριστός άγιος υμνογράφος της Εκκλησίας μας
Γέροντας Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης, ο συνθέτης της ακολουθίας του αγίου
Ιωάννου, σημειώνει τη διπλή αυτή χάρη της Καρπάθου: «Συ νήσος Κάρπαθος, να
ευφραίνεσαι, γιατί απέκτησες θείο βλαστάρι, τον Ιωάννη τον όσιο, και
πλουτίστηκες με θεοφόρο ποιμένα» (λιτή). «Η νήσος Κάρπαθος σε δοξολογεί, Ιωάννη
παμμακάριστε. Διότι με τον βίο σου την καθαγίασες, ως βλάστημα και θείο καύχημά
της» (Κοντάκιο). Αγιασμένο νησί η Κάρπαθος λοιπόν κατά τον μακαριστό
υμνογράφο, λόγω του αγίου Ιωάννου που γεννήθηκε σ᾽ αυτό, μεγάλωσε,
ασκήθηκε, ποίμανε το νησί του. Κι είναι μία αλήθεια που δεν πρέπει βεβαίως να
ξεχνάμε: ένας τόπος αγιάζεται λόγω των αγίων που έζησαν και ζουν σ᾽ αυτόν, που
σημαίνει ότι ο αγιασμός ενός ανθρώπου, δηλαδή η παρουσία του αγίου Πνεύματος
στη ζωή του μεταγγίζεται και στην περιοχή στην οποία ζει, στα υλικά πράγματα με
τα οποία έρχεται σ᾽ επαφή, στον αέρα που αναπνέει, στους ανθρώπους με τους
οποίους συναναστρέφεται.
Ο μακαριστός Γέροντας υμνογράφος δεν έχει πολλά στοιχεία
υπόψη του από τη ζωή του αγίου Ιωάννου. Τα μόνα που με βεβαιότητα γνωρίζει
είναι η ασκητική ζωή του οσίου και το γεγονός ότι αναδείχθηκε ποιμένας της
Καρπάθου, γι᾽ αυτό και όλη η ακολουθία που συνέθεσε ανακυκλώνει πράγματι τα δύο
αυτά. Στηριγμένος μάλιστα κατεξοχήν στα κείμενα που έχουν διασωθεί επ᾽ ονόματι
του οσίου στη γνωστή ῾Φιλοκαλία᾽ των νηπτικών των αγίων Μακαρίου του Νοταρά και
Νικοδήμου του Αγιορείτου και με τα οξυμμένα πνευματικά αισθητήριά του κατανοεί
ότι ο συντάκτης των κειμένων αυτών δεν είναι τυχαίος άνθρωπος. Πρόκειται για
ασκητή, ο οποίος «έχοντας νου που έλαμπε από τις λαμπηδόνες της θείας χάρης»
(ωδή ζ´), έγινε «σκεύος θείον» (ωδή ε´), «ώσπερ ασκητής και θείος
ιεράρχης» (στίχος συναξαρίου), κι αυτό «γιατί νέκρωσε τις ορμές των παθών
με την ασκητική πολιτεία του και τις ασκητικές διαγωγές του» (ωδή α´ και γ΄). Ο
όσιος λοιπόν υπήρξε μέγας αγωνιστής στην άσκηση της δουλαγώγησης της σάρκας
του, με αποτέλεσμα να υπερβεί την προσκόλληση στα αισθητά και να γίνει
κατοικητήριο του αγίου Πνεύματος.
Η αγιασμένη αυτή βιοτή του οσίου δεν έμεινε, κατά τον
υμνογράφο, ανεκμετάλλευτη από την Εκκλησία. Οι σύγχρονοί του άγιοι Πατέρες
επεσήμαναν χάριτι θεία την αγγελική του διαγωγή και τον εξέλεξαν επίσκοπο και
ποιμένα της νήσου του. Κι είναι εξόχως σημαντική η παρατήρηση του μακαριστού
Γέροντος υμνογράφου εν προκειμένω. Η εκλογή του οσίου ασκητή από τους
συγχρόνους του Ιεράρχες ήταν εκλογή στην πραγματικότητα από τον ίδιο τον Χριστό.
Εκείνος τους ενέπνευσε προκειμένου να τον δουν και να τον οδηγήσουν επί την
λυχνίαν της τοπικής Εκκλησίας. «Ασκήτεψες στους αγώνες της
εγκράτειας, όσιε, και αναδείχτηκε ιεράρχης με τη θέληση του Χριστού. Γι᾽ αυτό
διαποίμενες καλώς με λόγια και με πράξεις τον περιούσιο λαό, Ιωάννη θαυμαστέ»
(κάθισμα όρθρου). Η επισήμανση όμως του αγίου υμνογράφου έχει και μία άλλη
διάσταση. ´Οχι μόνο ο Χριστός φώτισε τους ανθρώπους της Εκκλησίας να τον
εκλέξουν ως επίσκοπο, αλλά και η αγία βιοτή του ήταν η προϋπόθεση της καλής
ποιμαντορίας του. Το γεγονός ότι εποίμανε καλώς με λόγια και με πράξεις τον λαό
του ήταν καρπός ακριβώς των πνευματικών του αγώνων. Το επισημαίνει και αλλού: «Έγινες
με τις ενάρετες πράξεις σου, Ιωάννη μακάριε, σαν φως ανάμεσα στους ασκητές, γι᾽
αυτός και χρημάτισες ιερώτατος ποιμένας της Καρπάθου» (ωδή η´). Κι έχει δίκιο ο
υμνογράφος. Πώς είναι δυνατόν να είναι καλός ποιμένας, δηλαδή διάδοχος των
αποστόλων και συνέχεια του έργου του Χριστού, άνθρωπος ο οποίος είναι άγευστος
της χάρης του αγίου Πνεύματος; Ο άνθρωπος δίνει αυτό που έχει μέσα στην καρδιά
του. Με τα λόγια του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Πρέπει να φωτιστεί κανείς
πρώτα και έπειτα να φωτίσει. Να καθαριστεί στην καρδιά και έπειτα να βοηθήσει
στον καθαρμό των άλλων». ´Αλλωστε κατά τον λόγον του ίδιου του Κυρίου μας, «ο
ποιήσας και διδάξας μέγας κληθήσεται». Ο όσιος Ιωάννης λοιπόν υπήρξε όχι
μόνο πρότυπο αγίου ασκητού, αλλά και πρότυπο οσίου ιεράρχου της Εκκλησίας.
Ο άγιος υμνογράφος γίνεται πιο σαφής. Η αγία βιοτή πράξει
και λόγω του οσίου Ιωάννου επιδρούσε στο ποίμνιό του κατά τρόπο θετικό. Η κάθε
κίνησή του, ο κάθε λόγος του γινόταν και ένας αναβαθμός για τους ανθρώπους της
Καρπάθου. ´Ηταν ο όσιος αυτό που σημειώνει ο άγιος απόστολος Παύλος: «επιστολή
Χριστού» που μπορούν να τη διαβάζουν όλοι. Και δεν υπάρχει πιο σημαντική
ευλογία από αυτήν: να σε βλέπουν οι άλλοι, να σε ακούνε, και να μετανοούν. Να
γίνεσαι δηλαδή δίοδος για να βλέπουν οι άνθρωποι την παρουσία του ίδιου του
Χριστού. «Ο τρόπος της ζωής του, όσιε Ιωάννη, φάνηκε αληθινά στήλη εναρέτων
πράξεων, η οποία διαπαιδαγωγεί όλους τους ανθρώπους να ποθούν βαθιά τα ουράνια,
ώστε να σωθούμε από τη μαυρίλα των παθών. Κι αυτό γιατί με σοφία μυσταγωγείς με
τη ζωή σου προς την ανάβαση των αρετών» (στιχηρό εσπερινού).
Και η αλήθεια αυτή επιβεβαιώθηκε και με τον αγιασμένο
γραπτό λόγο του οσίου Ιωάννη. Ο υμνογράφος μας επανειλημμένως κάνει λόγο για το
πώς ο λόγος του οσίου επέδρασε ως παραμύθιον, ως παρηγοριά δηλαδή, στους
θλιμμένους από τους διαφόρους πειρασμούς Ινδούς μοναχούς, που τον παρεκάλεσαν
να τους συμβουλεύσει. Τα λόγια του, λόγια παρακλήσεως, μίλησαν στην καρδιά τους
και τους στήριξαν και τους έδωσαν θάρρος. «Φάνηκες ιερή παρηγοριά των μοναχών
με τις διδασκαλίες σου, κατευθύνοντάς τους προς τα ανώτερα» (στιχηρό
εσπερινού). «Καθώς μετείχες στη θεία παράκληση ενωμένος με τον Θεό, φάνηκες
βοηθός στους μοναχούς που ταλαιπωρούνταν από αθυμία με τον γλυκασμό των λόγων
σου, βγάζοντάς τους την πικρία της αθυμίας και σβήνοντάς τους τη φλόγα των
παθών» (λιτή).
Τα παρηγορητικά κεφάλαια του οσίου Ιωάννου δεν είναι μόνο
για τους μοναχούς. Είναι παράκληση για όλους τους πιστούς, γι᾽ αυτό και στο
μικρό αυτό αφιέρωμα παραθέτουμε ελάχιστο δείγμα των γραπτών του.
- Οι τιμές του παρόντος βίου, όσο λαμπρές και αν είναι,
καταργούνται οπωσδήποτε μαζί με αυτόν. Οι τιμές όμως που απονέμονται από τον
Θεό στους άξιους, επειδή δίνονται με αφθαρσία, μένουν αιώνια.
- Αν συμβεί και γίνει εναντίον σου επανάσταση
του πλήθους των αισχρών λογισμών και υποχωρήσεις και νικηθείς, να γνωρίζεις ότι
χωρίστηκες πρόσκαιρα από τη θεία χάρη. Γι᾽ αυτό και παραδόθηκες στην πτώση σου
με δίκαιη κρίση. Να αγωνίζεσαι λοιπόν να μη μείνεις ποτέ με την αμέλειά σου
μακριά από τη θεία χάρη ούτε για μια στιγμή.
- Η προσεκτική μελέτη του θείου λόγου, και μάλιστα όταν
γίνεται με δάκρυα, νεκρώνει και αφανίζει τα πάθη, ακόμη και αν έχουν
πολυκαιρίσει.
- Είναι αδύνατο να μη δοκιμάζει λύπη εκείνος που
παιδαγωγείται με πειρασμούς. Αλλά ύστερα γεμίζουν με μεγάλη χαρά και γλυκά
δάκρυα και θεία νοήματα οι άνθρωποι αυτοί που καλλιέργησαν τον πόνο και τη
θλίψη μέσα στην καρδιά τους.
- Ενεδρεύει ο εχθρός διάβολος όπως το λιοντάρι στη φωλιά
του, και κρύβει για κακό μας παγίδες και δίχτυα από λογισμούς ακάθαρτους και
ασεβείς. Αλλά και εμείς, αν δεν κοιμόμαστε, θα μπορέσουμε να του στήνουμε
μεγαλύτερες και φοβερότερες παγίδες και δίχτυα και ενέδρες. Γιατί η προσευχή,
οι ψαλμοί, η αγρυπνία, η ταπεινοφροσύνη, η υπηρεσία προς τον πλησίον και το
έλεος, η ευχαριστία και η ακρόαση των θείων λόγων, γίνονται ενέδρα και παγίδα
και λάκκος καί μάστιγες και αγχόνη καί δίχτυα για τον εχθρό.
(Μετάφραση Αντωνίου Γ. Γαλίτη)