Το βλέπαμε χρόνια τώρα, αλλά δεν είχε τύχει να το
διευκρινίσουμε. Λέγαμε πως ήταν μία ιδιαιτερότητα του οικογενειακού γιατρού μας
– ιεραποστολικού κυριολεκτικά ανθρώπου, με βαθιά γνώση της ιατρικής αλλά και με
πλατειά καρδιά που ένιωθες πως σε αγκαλιάζει προσφέροντάς σου πάντοτε δύναμη
και παρηγοριά -, ο οποίος όταν μας συνταγογραφούσε τα φάρμακα ξεκινούσε πάντοτε
στο κέντρο της κορυφής του χαρτιού να βάζει το σχήμα της δίεσης. Ήλθε όμως
κάποια στιγμή που τον ρωτήσαμε. Και μάθαμε και καταλάβαμε και τον δικαιολογήσαμε,
αλλά και κυρίως συγκινηθήκαμε. Γιατί το απλό αυτό σύμβολο για τον γιατρό είχε
από πίσω του μία ξεχωριστή ιστορία που απεκάλυπτε λίγο από το πνευματικό κόσμο
του και το ύψος της οικογενειακής του παράδοσης. Κι αξίζει να το μεταφέρουμε.
Ο πατέρας του γιατρού, γεννημένος στις αρχές του εικοστού
αιώνα, ανήκε σε εύπορη οικογένεια αγροτών της Αιτωλικής γης. Το χωριό του
μάλιστα ήταν από αυτά που «ξέκλιναν» από την «κανονική» πορεία των υπολοίπων
χωριών της επαρχίας, δηλαδή όχι μόνο δεν ερημώθηκε όσο περνούσε ο καιρός, αλλά
τόσο και αυξανόταν με δυναμική ανάδειξής του από χωριό σε δήμο! Την αγροτική
ζωή ζούσε και εξασκούσε και ο πατέρας του γιατρού μέχρι περίπου την ηλικία των
είκοσι χρόνων του. Οι αναζητήσεις όμως του νεαρού εικοσάχρονου φαίνεται πως
ήταν βαθύτερες και πιο ουσιαστικές. Η ενασχόλησή του με τη γη, την οποία
βεβαίως αγαπούσε πολύ, έβλεπε ότι δεν του καλύπτει την ανάγκη του για άμεση
προσφορά και βοήθεια στον συνάνθρωπό του. Οραματιζόταν για τον εαυτό του τον
ρόλο ενός κοινωνικού εργάτη, που η παρουσία του θα σχετιζόταν ιδιαιτέρως με τον
άνθρωπο στη μεγαλύτερη ανάγκη του, την κατάσταση της αρρώστιας και του πόνου
του, εκεί που οι καρδιές ανοίγονται και ψηλαφά κανείς με τον πιο ανάγλυφο τρόπο
το όριο που συναντιέται τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος όχι μόνο με τον
συνάνθρωπό του, αλλά και με τον ίδιο τον Δημιουργό του.
Στην ευαισθησία του αυτή συνέτεινε ασφαλώς και η
χριστιανική πίστη του. Ο Κώστας, ας τον ονομάσουμε έτσι, από οικογενειακή
παράδοση αλλά και από προσωπική επιλογή ήταν άνθρωπος της Εκκλησίας. Κυριακές,
αλλά και μεγάλες γιορτές, βρισκόταν στον Ναό για να λατρέψει τον Χριστό του και
να τιμήσει τους αγίους Του, ιδιαίτερα την Παναγία Μητέρα Του. Κι είχε καταλάβει
πολύ καλά ότι η λατρεία προς τον Θεό αν δεν συνοδεύεται από το άνοιγμα προς τον
συνάνθρωπο δεν έχει καμία σημασία. Οπότε, ασυνείδητα σχεδόν, ο προσανατολισμός
του προς την κοινωνική προσφορά γινόταν μονόδρομος. Πρέπει να βοήθησε όμως στην
επιλογή της Ιατρικής και κάποιος φίλος του, που διακατεχόταν από τις ίδιες μ’ εκείνον
ευαισθησίες και σπούδαζε ήδη την ιατρική επιστήμη. Έδωσε λοιπόν εξετάσεις,
πέρασε στην Ιατρική, κάποτε τελείωσε τις σπουδές του - πιο αργά είναι αλήθεια
από το σύνηθες, γιατί όπως εξηγούσε αργότερα στον γιο του τον γιατρό, «εκείνα
τα χρόνια του μεσοπολέμου γίνονταν αλλεπάλληλες αλλαγές στην κοσμική εξουσία,
συνοδευόμενες σχεδόν πάντοτε από σφοδρές ταραχές, που έκλειναν και τα
Πανεπιστήμια, οπότε μας έστελναν πίσω στα χωριά μας».
Τι έκανε λοιπόν ο γιατρός πια, πρώην αγρότης, Κώστας;
Ξανοίχτηκε στην προσφορά στον συνάνθρωπο. Δεν υπήρχε άνθρωπος που να τον καλεί
και να μη σπεύδει να του δώσει αυτό που κατείχε πια και ως γνώση: τη θεραπεία
της ιατρικής, αλλά πιο πολύ ίσως τη συμπαράστασή του, το άνοιγμα της καρδιάς
του, το χαμόγελό του, το φιλάνθρωπο χέρι του για να του κτυπήσει προς ενίσχυση
την πλάτη του. Κι είναι γνωστό πως πάρα πολλές φορές, για να μην πούμε πάντα,
εκείνο που θέλει πρώτιστα ένας άρρωστος από τον γιατρό του είναι η… ανθρωπιά
του, το βλέμμα της αγάπης του, η ελπίδα πως ό,τι κι αν έχει μπορεί να
ξεπεραστεί, ακόμη και στις περιπτώσεις που τούτο φαντάζει σχεδόν αδύνατο! Κι ο
γιατρός Κώστας όχι μόνο το ήξερε, αλλά το ζούσε. Και προχωρούσε και σε κάτι
ακόμη που φανέρωνε τη διακριτικότητά του, αλλά και τη βαθιά πίστη του στον Θεό
και την ισορροπία της δικής του ζωής. Σε κάθε συνταγογράφησή του έβαζε στην
κορυφή του κέντρου της άγραφης ακόμη σελίδας το σύμβολο της… δίεσης (#)! Όχι
όμως με πλάγιες γραμμές, αλλά με όρθιες!
«Γιατί, πατέρα;» ρώτησε κάποια ημέρα που το είδε ο γιος
του, ο μετέπειτα γιατρός. «Γιατί ξεκινάς έτσι; Θέλεις ένα… σύμβολο του δικού
σου ιατρικού… αποτυπώματος;» Κι η απάντηση ήταν εκείνη που συγκίνησε τον γιο
του, που έκτοτε το ακολούθησε ως «αποτύπωμα» και της δικής του πορείας. «Όχι,
παιδί μου. Δεν το κάνω από ένα… βίτσιο ή για να φανεί το «αποτύπωμά» μου όπως
λες». «Αλλά;» «Είναι μία ομολογία, θα έλεγε κανείς, μία «προσευχή» αν θέλεις
πες το, ότι ο γιατρός κάνει ό,τι μπορεί, αλλά πρώτα είναι η βοήθεια που έρχεται
από τον Θεό. Αν πρόσεξες, οι κάθετες στη… δίεση που είπες, είναι πράγματι κάθετες,
δεν είναι πλάγιες. Για να δείξω ότι πρώτα έρχεται στη θεραπεία του ασθενούς η
βοήθεια από τον Θεό κι έπειτα από τα όποια φάρμακα. Ίσως να λέγαμε μία δίεση που γίνεται... δέηση».
Συγκινημένος ο οικογενειακός γιατρός μας από την εξιστόρηση για τον πατέρα του και το… σύμβολό του μας αποχαιρέτησε κι έφυγε. Το χαρτί με τα φάρμακα το κρατήσαμε στα χέρια μας, αλλά σχεδόν πια ευλαβικά. Το σύμβολο της… δίεσης έστρεψε λίγο περίεργα τη σκέψη μας και στα Χριστούγεννα: ο Θεός που έγινε άνθρωπος. «Πρώτα ο Θεός κι έπειτα τα φάρμακα».
