Η μόνη αναφορά της ακολουθίας σήμερα επί τη μνήμη της
ανακομιδής του λειψάνου του μεγάλου Αθανασίου είναι στους στίχους του
συναξαρίου: «Αθανάσιε, πού πηγαίνεις; Μη πάλι σε στέλνουν εξόριστο έστω και
νεκρό; Τη Δευτέρα του Μαΐου το λείψανο του Αθανασίου βγήκε από τον τάφο». Σε
κανένα άλλο τροπάριο δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά για το εορταζόμενο γεγονός
της ανακομιδής. Όλοι οι ύμνοι αποτελούν έναν ύμνο για την ορθόδοξη πίστη του,
για τους αγώνες του υπέρ της επικράτησης της πίστης αυτής, καθώς εναντιώθηκε
στην αίρεση του αρειανισμού και των υποστηρικτών της, για την ενάρετη ζωή του,
για τις εξορίες τις οποίες υπέστη. ´Ετσι πρέπει να αποδεχτούμε αυτό που έχει
γραφεί, ότι δηλαδή «σύμφωνα με τον κώδικα των Καυσοκαλυβίων και το δίστιχο του
Λαυριωτικού Κώδικα Ι 70, η κυρίως μνήμη του αγίου Αθανασίου πρέπει να
εορτάζεται σήμερα, όπου και ιστορικά είναι αποδεδειγμένη η κοίμησή του και όχι
η ανακομιδή των λειψάνων του...Για ποιο λόγο όμως καθιερώθηκε η κυρίως μνήμη
του την 18η Ιανουαρίου μ᾽ αυτήν του αγίου Κυρίλλου δεν γνωρίζουμε. Το
πιθανότερο είναι για τον λόγο που καθιερώθηκε η εορτή των τριών Ιεραρχών»
(Ιστολόγιο: Ορθόδοξος Συναξαριστής).
Πράγματι, η όλη ακολουθία μάς καλεί να ευφρανθούμε
σήμερα, γιατί προβάλλεται ενώπιον των πιστών «η μεγάλη της Εκκλησίας σάλπιγξ»
(δοξαστικό λιτής), «ο χρυσορρόας Νείλος και επώνυμος της αθανασίας»
(δόξα αποστ. εσπερινού), «το στόμα του Λόγου Χριστού» (ωδή ε´), «ο
ακατάβλητος πύργος της Εκκλησίας» (ωδή γ´), «ο ποταμός της χάριτος» (ωδή ς´), μ᾽
έναν λόγο «ο στύλος της ορθοδοξίας» (απολυτίκιο). Κι αιτία βεβαίως για όλους
αυτούς τους χαρακτηρισμούς είναι το γεγονός ότι πρώτον, ο μέγας αυτός Πατέρας
φωτίστηκε από τον Θεό κι έδειξε την ορθόδοξη πίστη στην Πρώτη ήδη Οικουμενική
Σύνοδο, όταν ο Άρειος και οι περί αυτόν αμφισβητούσαν την αληθινή εικόνα του
Τριαδικού Θεού που απεκάλυψε ο Ιησούς Χριστός. Ήταν εκείνος κατεξοχήν που
«ανέστησε τα τρόπαια της ορθοδοξίας, αριθμώντας με ευσέβεια το μυστήριο της
Τριάδος, λόγω της ιδιότητας των προσώπων και συνάπτοντάς τα πάλι χωρίς σύγχυση
σε ένα, λόγω της ταυτότητας της ουσίας» (δοξ. αίνων)· δεύτερον, ο
άγιος Αθανάσιος υπέστη τα πάνδεινα για την πίστη του αυτή, επιβεβαιώνοντας τον
λόγο του Κυρίου που λέει «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσι», όπως και
των αποστόλων Του «πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού
διωχθήσονται»· τρίτον, ο άγιος φανέρωσε την αλήθεια και υπέστη διώξεις,
γιατί ζούσε ως μία παρουσία του Χριστού στον κόσμο. Οι αρετές του ήταν εκείνες
που αποδείκνυαν ότι τότε φωτίζει ιδιαιτέρως ο Χριστός τον άνθρωπο, όταν αυτός
εκτός από διευρυμένο νου, που αποτελεί το μέσον εκφράσεως της αλήθειας, ζει με
συνέπεια τις εντολές Εκείνου. Ο άγιος Αθανάσιος σαν τον απόστολο Παύλο μπορούσε
να λέει «τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα, λοιπόν απόκειταί μοι ο
της δικαιοσύνης στέφανος». Και το σημειώνει ο υμνογράφος: «Τον δρόμο της
ευσέβειας τελείωσες και όπως ο Παύλος τήρησες την πίστη. Λοιπόν απόκειται και
σε σένα, πανσέβαστε, ο δίκαιος στέφανος των κόπων σου» (κάθισμα α´
στιχολογίας).
Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε επ᾽ αυτού ό,τι ο άγιος
Γρηγόριος ο Θεολόγος έγραφε ήδη στην αρχή του λόγου του για τον Αθανάσιο:
«Επαινώντας τον Αθανάσιο, θα επαινέσω την ίδια την αρετή». Γιατί δεν υπήρξε
όντως αρετή που δεν εξήσκησε ο μέγας αυτός Πατέρας της Εκκλησίας. «Άσκησες κάθε
αρετή με τρόπο επίμονο, θεόπνευστε, και χρημάτισες σαφώς ιερότατος ιερουργός
του Κυρίου, αφού χρίστηκες με άγιο χρίσμα από το ´Αγιον Πνεύμα» (στιχηρό
εσπερινού). Και δεν είναι καθόλου τυχαία η επισήμανση του υμνογράφου «επιμόνως».
Προκειμένου να αποκτήσει κανείς το Άγιον Πνεύμα, τον σκοπό της όλης
πνευματικής ζωής, δεν αρκεί η απόκτηση κάποιων αρετών. Απαιτείται η απόκτηση
όλων των αρετών, αλλά με τρόπο επίμονο. Η επιμονή στις εντολές του Χριστού,
κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, ακόμη και τις μεγάλες δοκιμασίες και θλίψεις,
όπως συνέβη με τον άγιο Αθανάσιο, συνιστά ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της
χριστιανικής ζωής, μάλλον αποτελεί τον όρο για την ίδια την ύπαρξή της.