«Αγαπητέ μου αδελφέ Γ και Γ.σ.,
χαίρετε εν Κυρίω.
... Ασφαλώς θα έχετε πολλές δυσκολίες και αλλαγές με
κόπους, μετακινήσεις κ.λπ. (λόγω μεταθέσεως). Φυσικά, όταν υπάρχει η αγάπη και
η ομόνοια μεταξύ σας, η κούραση δεν καταλαβαίνεται. Δι’ αυτό, όσο μπορείτε να
την διατηρείτε την αγάπη με το να θυσιάζεται ο ένας για τον άλλον. Πάντα να
προτιμάτε να έχετε πρώτα αγάπη μεταξύ σας και ό,τι περισσεύει να δίνετε σ’ εμάς
τους άλλους είτε γονείς σας είναι είτε φίλοι, γι’ αυτό είπε ο Χριστός ότι
οικονόμησε ο Καλός Θεός με τέτοιου είδους αγάπη το αντρόγυνο να εγκαταλείπουν
και τους γονείς τους ακόμη, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσαν να κάνουν δική τους
οικογένεια» (Όσιος Παḯσιος αγιορείτης,
Επιστολή από Τίμιο Σταυρό, 4-4-76, στο Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Η
Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι, 2007).
Ο μεγάλος σύγχρονος όσιος γράφει σε γνωστή του οικογένεια, όταν βρισκόταν
σε πολύ ώριμη ηλικία βεβαίως (52 ετών) και λίγα χρόνια πριν μετακομίσει
οριστικά στον τόπο που κατεξοχήν τον έκανε γνωστό, την Παναγούδα (1979). Οι
επισημάνσεις του και οι συμβουλές του στα θέματα που προφανώς του είχε θέσει το
γνωστό και αγαπημένο του χριστιανικό ζευγάρι, διαπνέονται από ρεαλισμό, από
ευγένεια μεγάλη, από αρχοντική αγάπη που ο ίδιος πάντοτε την πρότεινε ως το
κατεξοχήν στοιχείο ενός αληθινού χριστιανού. Κι είναι σημαντικό το γεγονός ότι
κάθε υπόδειξή του δεν την θέτει ως εντολή ή ως θέσφατο ώστε να μην αφήνει
κανένα περιθώριο αμφισβήτησης, αλλά ακριβώς ως μία πρόταση που οι αποδέκτες της
είναι εκείνοι που θα αποφασίσουν αν θα την ακολουθήσουν ή όχι.
Τι επισημαίνει πρώτα από όλα απολύτως προσγειωμένα ο μεγάλος Γέροντας; Ότι
οι συγκεκριμένοι αδελφοί ζουν με κόπο και δυσκολίες τη ζωή τους. Γιατί; Διότι δεν
έχουν ακόμη κατασταλάξει στον τόπο κατοικίας τους, ότι έχουν μεν τη χαρά της
οικογένειας όμως και την ταλαιπωρία του μεγαλώματος μικρών παιδιών, και δη ενός
νηπίου, και πέραν τούτων τη φροντίδα μίας πολύ ηλικιωμένης γυναίκας, της
πεθεράς, η οποία μη έχοντας τη δυνατότητα να φροντίζει μόνη της τον εαυτό της,
λειτουργεί και αυτή «σαν μικρό παιδάκι» - «λόγω
του γήρατος και αυτή ασφαλώς θα κάνει σαν μικρό παιδάκι» (από την επιστολή).
Για τον άγιο βεβαίως ο κόπος και οι δυσκολίες δεν έχουν μόνο αρνητικό
χαρακτήρα. Μπορεί να πιέζουν τον άνθρωπο, όμως τον βοηθούν στο να καλλιεργήσει
τον εσωτερικό του κόσμο, να τον κάνουν να ξεπεράσει δηλαδή τις τάσεις
φιληδονίες του και να ζήσει με εγκράτεια που συνιστά το έδαφος να φανερωθεί η
χάρη του αγίου Πνεύματος. «Πηγαίνω όπου
υπάρχει κόπος και εκεί βρίσκει ανάπαυση» είναι η γραμμή πορείας που
καθορίζει το ευαγγελικό πνεύμα των αββάδων του Γεροντικού, χωρίς το οποίο ο
άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος πελαγοδρομεί μέσα στη δίνη των ψεκτών παθών του. Όταν
ο μέγας απόστολος Παύλος σημειώνει με έμφαση ότι «υποπιάζω το σώμα μου και δουλαγωγώ μήπως άλλοις κηρύξας αυτός αδόκιμος
γένωμαι», κανείς δεν μπορεί να έχει μία διαφορετική επ’ αυτού τοποθέτηση.
Το ίδιο και ο άγιος Παḯσιος: μέτοχος ο ίδιος με τη μεγαλύτερη δυνατή ένταση
του ασκητικού αυτού πνεύματος της κατά Χριστόν ζωής, δεν απορρίπτει ως αρνητικό γεγονός τις δυσκολίες και τους
κόπους που περνούν οι φίλοι του. Απλώς τους υπενθυμίζει ευγενώς και συμπαθώς τη
μόνη προϋπόθεση που οι όποιοι σωματικοί και ψυχικοί κόποι των ανθρώπων επί της γης μεταποιούνται
και αποκτούν θετικό πρόσημο. Και η προϋπόθεση είναι η αγάπη και η ομόνοια που
πρέπει να διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις. «Η
κούραση τότε δεν καταλαβαίνεται» γράφει. Δεν είναι τούτο μία μεγάλη
αλήθεια; Πόσες φορές δεν ακούμε από ανθρώπους που πράγματι κατακοπιάζουν με όσα
ζουν ότι ο κόπος τους δεν τους κάμπτει γιατί αγαπούν αυτό που κάνουν; Όπως και
το αντίστροφο: άνθρωποι που δεν κινούν ούτε το μικρό τους δαχτυλάκι φαίνονται
κατάκοποι, γιατί και το ελάχιστο που κάνουν το κάνουν ως αγγαρεία! Ποιος γονιός
που αγαπάει το παιδί του θα «μετρήσει» τον κόπο του για το όποιο ξενύχτι και
την όποια θυσία του; Που σημαίνει: και στην καλύτερη θεωρούμενη εργασία να
είσαι, αν οι σχέσεις σου με τους ανθρώπους και το αντικείμενό σου δεν είναι
καλές, τότε μονίμως θα ταλαιπωρείσαι! Και φυσικά όπως είπαμε ισχύει και το
αντίστροφο.
Η αγάπη και η ομόνοια λοιπόν στις καρδιές των ανθρώπων, κατά τον όσιο,
συνιστούν το φάρμακο που θεραπεύει τον όποιο κόπο και την όποια δυσκολία τους ή
αλλιώς η θερμή αγάπη που συντονίζει τις καρδιές στον ίδιο κτύπο της οδηγεί στην
υπέρβαση της όποιας σωματικής καταπόνησης – η καρδιά και όχι το σώμα καθορίζει
την πορεία του ανθρώπου. Κι είναι ευνόητο ότι ο άγιος μιλάει για την αληθινή
αγάπη, τη χριστιανική, που κύριο χαρακτηριστικό της έχει τη θυσία. «Ίνα την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού»
κατά τον Κύριο. Με τα λόγια του οσίου και πάλι: «όσο μπορείτε να την διατηρείτε την αγάπη με το να θυσιάζεται ο ένας για
τον άλλον». Αν ως αγάπη θεωρηθεί κάτι διαφορετικό και όχι αυτό που
απεκάλυψε ο Κύριος, τότε και πάλι θα μιλάμε για κόπωση, για βάρος, για
κατάσταση που διαρκώς επισύρει τη μεμψιμοιρία και την γκρίνια.
Ο άγιος Παḯσιος διευκρινίζει ακόμη περισσότερο: η γενική αυτή θυσιαστική
χριστιανική αγάπη έχει πρώτο αποδέκτη της τον ή τη σύζυγο. «Να έχετε πρώτα αγάπη μεταξύ σας και ό,τι
περισσεύει να δίνετε σ’ εμάς τους άλλους». Είναι η σημαντικότερη επισήμανση
για τη σχέση των συζύγων. Η προτεραιότητα του συζύγου είναι η σύζυγός του, η
προτεραιότητα της συζύγου είναι ο σύζυγός της. Για τον απλούστατο λόγο ότι οι
δύο δεν είναι δύο, αλλά ένα, όπως διευκρίνισε ο Κύριος: «ουκέτι εισί δύο αλλά μία σαρξ». Αν με άλλα λόγια δεν αγαπάς πρώτιστα
το έτερο μέλος της συζυγίας σου, τότε στην ουσία δεν αγαπάς ορθά και τον εαυτό
σου, έχεις ξεκλίνεις από την ορθή πορεία, η όποια άλλη αγάπη σου θα είναι
στρεβλωμένη. Και φυσικά δεν θα έχεις ορθή σχέση και με Κύριο τον Θεό σου, στον
Οποίο οφείλεις την απόλυτη αναφορά. Με άλλη διατύπωση: Όταν ο έγγαμος αγαπά
ορθά τον Θεό, «εξ όλης της ψυχής, της καρδίας,
της διανοίας, της ισχύος», τότε μέσω της απόλυτης αυτής αγάπης θα εκφράσει
την καθαρή αγάπη του και στο «έτερον ήμισύ» του, κατ’ επέκταση δε και στα
υπόλοιπα μέλη της οικογενείας του, είτε τέκνα είναι αυτά είτε γονείς είτε
οτιδήποτε άλλο.
Καταλαβαίνουμε έτσι ότι η θέση του αγίου Παϊσίου είναι στην πραγματικότητα ό,τι
κηρύσσει η Εκκλησία μας με τη θεολογία της για τον γάμο, θεολογία στηριγμένη
στον Ευαγγελικό και τον Αποστολικό και τον Πατερικό λόγο. Ας θυμηθούμε τι λέει
ο απόστολος Παύλος για παράδειγμα για τη συζυγική σχέση στην προς Εφεσίους
επιστολή του. Η σχέση του άνδρα προς τη γυναίκα του είναι η σχέση του Χριστού προς
την Εκκλησία. Και η σχέση της γυναίκας προς τον άνδρα της είναι η σχέση της Εκκλησίας
προς τον Χριστό. «Το μυστήριον τούτο μέγα
εστί, εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την Εκκλησίαν». Πρόκειται για
οικονομία του Θεού, λέει ο άγιος. «Οικονόμησε
ο καλός Θεός με τέτοιου είδους αγάπη το αντρόγυνο να εγκαταλείπουν και τους γονείς
τους ακόμη, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσαν να κάνουν δική τους οικογένεια».
Τονίζουμε όμως και πάλι ότι ο άγιος ιεραρχώντας έτσι τα πράγματα καταλήγει
και στην αληθινή αγάπη των γονέων φυσικά προς τα τέκνα τους αλλά και προς τους γονείς
τους. «Να έχετε πρώτα αγάπη μεγάλη μεταξύ
σας, και μετά να αγαπάτε τους γονείς σας και να τους βοηθάτε όσο μπορείτε, και
να τους τρέφετε ευγνωμοσύνη και σεβασμό». Η συζυγική αγάπη δηλαδή δεν
παραθεωρεί τη γονεϊκή αγάπη, απλώς τη θέτει στην κανονική της σειρά. Και πάνω
στο θέμα αυτό της αγάπης προς τους γονείς, είτε από την πλευρά του συζύγου είτε
από την πλευρά της συζύγου, ο άγιος αποκαλύπτει για μία ακόμη φορά τον ρεαλισμό
της σκέψεώς του, τη διάκρισή του, τον σεβασμό και την αγάπη του. Κατανοεί την
ταλαιπωρία ιδίως της συζύγου Γ.σ.: κόπος και δυσκολίες για την οικία, για το μικρό
παιδί, για τη μεγάλη μάνα, που «λόγω γήρατος κάνει σαν μικρό παιδί». Και τι προτείνει;
Λίγη ξεκούραση γι’ αυτήν. Διότι οι αντοχές του ανθρώπου έχουν ένα όριο. Και
διαβλέπει ο όσιος ότι η νεαρή σύζυγος ίσως φτάνει στο δικό της. Χαρακτηρίζει
μάλιστα τη λύση αυτή, της ξεκούρασης για ένα διάστημα, ως «μία φυσιολογική λύση».
Και ποια είναι αυτή; «Εάν βρίσκονταν μία
φυσιολογική λύση για την κυρία… (όνομα πεθεράς), να πήγαινε έστω για ένα
διάστημα στην αδελφή… και να τη βοηθούσατε. Θα ήτο καλά, νομίζω».
«Καλό» λοιπόν για τον άγιο δεν είναι ο ένας να τα επωμιστεί όλα – θα γίνουν
χειρότερα τα πράγματα, σωματικά αλλά και ψυχολογικά. Απαιτείται η ξεκούραση ως
άμεση απαλλαγή των ευθυνών, αλλά με έγνοια και αδιάκοπο ενδιαφέρον. Κι έχουμε
την εντύπωση πως ο άγιος εν προκειμένω δίνει μία διάσταση που αναπαύει πάρα
πολύ κόσμο. Γιατί είναι η διάσταση της διάκρισης, την οποία έδειξε και ο ίδιος ο
Κύριος απέναντι στους μαθητές Του. Μετά τη διακονία που τους είχε αναθέσει
κάποια φορά, τους είπε ότι πρέπει να αναπαυτούν κι αυτοί. «Αναπαύεσθε ολίγον». Αλλά και σ’ αυτήν την περίπτωση δεν επιμένει ο
μέγας Γέρων στη γνώμη του. «Όπως φυσικά εσείς
βλέπετε ότι είναι καλύτερα», συμπληρώνει.
Ο καθένας δηλαδή με βάση την αγάπη του «μετράει» τις δυνάμεις του και
προχωράει. Η προτεραιότητα όμως πάντοτε είναι η μεταξύ των συζύγων αγάπη.