Τα πράγματα είναι
πολύ τραγικά αν δούμε τι κυκλοφορεί για το τι είναι ο άνθρωπος στη
μετανεωτερική λεγόμενη εποχή. Κι αυτή η εποχή είναι η δική μας εποχή, αυτή που
ξεκίνησε περί το τέλος του εικοστού αιώνα (υπάρχουν άλλοι που μεταθέτουν πιο
πίσω την έναρξη της μετανεωτερικότητας) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα και δεν
ξέρουμε για πόσο ακόμη. Τι λέγεται για τον άνθρωπο; Ό,τι πιο αντιφατικό μπορεί
κανείς να ακούσει, ό,τι πιο περίεργο, ό,τι πιο παράδοξο και ίσως διεστραμμένο. Γιατί;
Διότι το χαρακτηριστικό της εποχής αυτής είναι το απόλυτο γκρέμισμα κάθε
παραδοσιακής αξίας και αυθεντίας, η προβολή του κάθε ατόμου ως απόλυτου κριτή της
αλήθειας, που ορίζει την αλήθεια αυτή κατά τα μέτρα τα δικά του, καταργώντας ή
αμφισβητώντας όμως και την ίδια τη λογική, η αναζήτηση επίσης των πολλών σχέσεων
για τον κάθε άνθρωπο. Ό,τι δηλαδή ξεκίνησε και πρόβαλε η νεωτερικότητα, η
φιλοσοφία των τελευταίων αιώνων, αυτό πια συνεχίζεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς
και σήμερα, αλλά έχοντας το σήμερα έναν απρόσμενο βοηθό: την τεχνολογία, την
εικονική πραγματικότητα των υπολογιστών, που κατασκευάζει πια τον άυλο λεγόμενο
άνθρωπο, τον κρυμμένο πίσω από ένα μηχάνημα και που τον κάνει να χάνει κάθε
αίσθηση του πραγματικού ζωντανού εαυτού. Γι’ αυτό και δεν παραξενεύει πια η
προβολή απόψεων που γίνονται ρεύματα και θεωρίες και που καταλήγουν δυστυχώς πολλές
φορές σε νόμους κράτους, όπως ο αυτοκαθορισμός του ατόμου με κέντρο πια το σώμα
του, ακόμη και για το ίδιο το φύλο του, να μπορεί δηλαδή χωρίς κανέναν
κοινωνικό περιορισμό να λέει ότι σήμερα είμαι άνδρας, αύριο γυναίκα κ.ο.κ.
Καταλαβαίνουμε δηλαδή ότι το ποιος είναι ο άνθρωπος, ιδίως στα χρόνια μας,
είναι όχι απλώς εύκολη, αλλά η πιο δύσκολη ίσως υπόθεση.
Την οδυνηρή αυτήν
πραγματικότητα του άυλου και εικονικού ρευστού σημερινού ανθρώπου αποτυπώνει κι
ένας νέος άνθρωπος σ’ ένα ποίημά του σε πρόσφατη έκδοση ποιητικής του συλλογής.
Το μεταφέρουμε καθώς έχει.
Ρουφήχτρα
Ρουφήχτρα
της καρδιάς και της ψυχής.
Τρύπα
κατάμαυρη του χωροχρόνου και της ύλης.
Μπροστά
σου κόσμος που αναδύεται το ψέμα.
Δήθεν
σου πρόσφεραν το «δώρο» της ζωής
και κλείδωσαν
οι σκέψεις των ονείρων
στά «ξύπνια»
χειριστήρια της παλάμης.
Δόση
σκληρού ναρκωτικού – ψηφιακή την είπαν ηρωίνη –
το ενδοφλέβιο
κοίταγμα μες στης οθόνης τη μορφή.
Μα
θέλει μόχθο αρκετό για να κερδίσεις
το φευγιό
από της Χάρυβδης το στόμα το πελώριο.
(Στέφανος
Δορμπαράκης, Σε φόντο γκρι, Ποιήματα,
ἀκολουθεῖν, Ιανουάριος 2020, σελ. 40).