Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΟΛΟΒΟΣ

«Ἰωάννην ἔκρυψε γῆς βραχύς τόπος, ὅς, κἄν βραχύς τό σῶμα, τήν πρᾶξιν μέγας» (Λίγος τόπος γης έκρυψε τον Ιωάννη, ο οποίος, αν και μικρόσωμος, υπήρξε μέγας κατά τον βίο του) (οίκος συναξαρίου).

«Ο όσιος Ιωάννης καταγόταν από τη Θήβα της Αιγύπτου και ονομάστηκε Κολοβός, επειδή ήταν κοντός σωματικά. Υπήρξε από τους μεγάλους ασκητές της ερήμου και διακρίθηκε κυρίως για την εγκράτεια της γλώσσας του και για την ταπεινοφροσύνη του. Στους Συναξαριστές βρίσκουμε αρκετές σοφές συμβουλές του.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης στον Συναξαριστή του: «Tον κατά πλάτος Bίον του Oσίου τούτου Iωάννου όρα εις τον Nέον Παράδεισον. Γράφει δε περί αυτού ο Eυεργετινός (σελ. 203) ότι έδειξεν άκραν και αδιάκριτον υπακοήν εις τον γέροντά του. O γαρ γέρωντάς του, όστις ήτον Θηβαίος, παίρνοντας ένα ξύλον ξηρόν, εφύτευσεν αυτό. Eίτα επρόσταξε τον Iωάννην να ποτίζη αυτό καθ’ ημέραν με ένα λαγήνιον νερόν, έως ου να βλαστήση και να κάμη καρπόν. Tόσον δε μακράν ήτον το νερόν, ώστε οπού εχρειάζετο διά να υπάγη τινας το βράδυ, και να γυρίση το πρωί. Όθεν ο μακάριος Iωάννης αδιακρίτως υπακούσας, επότιζεν αυτό χρόνους ολοκλήρους τρεις. Mετά δε τους τρεις χρόνους, ω του θαύματος! εβλάστησε το κατάξηρον ξύλον και εκαρποφόρησε καρύδια. Παίρνοντας δε τον καρπόν ο γέρωντάς του, επήγεν εις την Eκκλησίαν της Σκήτεως, και είπεν εις τους αδελφούς. Λάβετε φάγετε αδελφοί και Πατέρες καρπόν υπακοής. Eις δε την σελ. 279 του αυτού αναγινώσκομεν, ότι ο Iωάννης ούτος είπε τα αξιομνημόνευτα ταύτα. Ήτοι, ότι η ταπεινοφροσύνη και ο φόβος του Θεού, υπεράνω εισί πασών των αρετών. Όθεν και τον πάγκαλον Iωσήφ η ταπεινοφροσύνη πέπρακεν. Hδύνατο γαρ ειπείν, ότε επωλείτο, ότι αδελφός των πωλούντων ειμί. Eπειδή δε σιωπών και ταπεινούμενος, επωλήθη, διά τούτο η ταπείνωσις κατέστησεν αυτόν ηγούμενον και άρχοντα εις Aίγυπτον. O αυτός είπε πάλιν. Tο ελαφρόν φορτίον αφήσαντες, ήτοι το να μεμφώμεθα τον εαυτόν μας, το βαρύ φορτίον βαστάζομεν, ήτοι το να δικαιόνωμεν τον εαυτόν μας. Όθεν περί της ταπεινώσεως του Iωάννου τούτου, είπε τις των Πατέρων. Ότι ο αββάς Iωάννης, διά της ταπεινώσεως αυτού, εκρέμασεν όλην την Σκήτιν εν τω μικρώ δακτύλω αυτού. O αυτός δε Iωάννης ο Kολοβός είπεν. O χορταζόμενος και λαλών μετά παιδίου, ήδη επόρνευσε τω λογισμώ μετ’ αυτού (εν τω Παραδείσω των Πατέρων)».         

Ο Όσιος Ιωάννης απεβίωσε ειρηνικά» (Από το ιστολόγιο «Ορθόδοξος Συναξαριστής»).

Για τον μικρόσωμο, αλλά μεγάλο κατά την πνευματική ζωή και πλούσιο κατά τη θεία χάρη όσιο Ιωάννη, τον Κολοβό επονομαζόμενο, το γνωστό Γεροντικό της Εκκλησίας καταγράφει σαράντα (40) τον αριθμό περιστατικά και λόγια. Που θα πει ότι πρόκειται περί οσίου που αποτελεί σημείο αναφοράς κυρίως για τους μοναχούς, αλλά και ευρύτερα για κάθε χριστιανό. Ήδη ο μέγας όσιος Ποιμήν (που ένα εκτεταμένο μέρος του Γεροντικού αναφέρεται σ’ αυτόν) παραπέμπει στον μεγάλο κι αυτόν όσιο Ιωάννη (κεφ. 13) προκειμένου να δείξει μία σημαντική πλευρά της πνευματικής ζωής: το πώς ο πόλεμος των δαιμόνων διακρατεί σε εγρήγορση τον χριστιανό και τον κάνει να προκόπτει ψυχικά. Αξίζει να δει κανείς το συγκεκριμένο κεφάλαιο και το πώς αξιολογείται και από άλλους Πατέρες.

«Είπε ο αββάς Ποιμήν για τον αββά Ιωάννη τον Κολοβό, ότι παρεκάλεσε τον Θεό και απομακρύνθηκαν από αυτόν τα πάθη του και έγινε αμέριμνος. Πήγε τότε σ’ έναν γέροντα και είπε: Βλέπω τον εαυτό μου να αναπαύεται και να μην έχει κανένα πόλεμο. Και του λέγει ο γέρων: Πήγαινε και παρακάλεσε τον Θεό, ώστε να σου έλθει ο πόλεμος και η συντριβή και η ταπείνωση που είχες προηγουμένως. Διότι με τους πολέμους προκόβει η ψυχή. Παρεκάλεσε λοιπόν ο Ιωάννης κι αφού ήλθε ο πόλεμος ποτέ δεν προσευχήθηκε να απομακρυνθεί από αυτόν, αλλά έλεγε: Δώσε μου, Κύριε, υπομονή στους πολέμους».

Η παραπάνω περίπτωση θυμίζει παρόμοιο περιστατικό με τον σύγχρονό μας όσιο Παΐσιο τον αγιορείτη, ο οποίος και αυτός, κατά τα περί αυτού γραφόμενα, βρέθηκε σε ίδια δύσκολη κατάσταση: να μην αντέχει κάποιον πειρασμό και να προσεύχεται, επί τριετία μάλιστα, να του τον άρει ο Θεός. Και ο Θεός πράγματι υπήκουσε στον δούλο Του και ήρε από αυτόν τον πειρασμό. Και τι διεπίστωσε ο άγιος δικός μας Γέροντας; Ότι  τελικώς του έκανε κακό η άρση του πειρασμού. Διότι ακριβώς, όπως και με τον άγιο Ιωάννη τον Κολοβό, του ήλθε αμεριμνησία και ησυχία. Τρόμαξε λοιπόν ο όσιος Παΐσιος, κατάλαβε το «λάθος» του και αποδύθηκε σε άλλη τριετία προσευχής, ώστε να επανέλθει στα πρωτύτερα και στον πειρασμό που είχε. Και ο Θεός του τον ξανάδωσε.

Πού έγκειτο το «λάθος» και στις δύο περιπτώσεις αγίων; Στο ότι κατά βάθος η επιθυμία άρσης του πειρασμού τους φανέρωνε μία κρυφή «ολιγοπιστία» τους – ο Κύριος που επέτρεπε τον πειρασμό δεν «έβλεπε» την αδυναμία τους! Μα η Πρόνοια του Θεού που αποκαλύπτει την άπειρη αγάπη Του για εμάς τους ανθρώπους, ιδίως δε τους αγίους Του – η Πρόνοια του Θεού διαβαθμίζεται ανάλογα με την πίστη του ανθρώπου -, πριν επιτρέψει τον όποιο πειρασμό, τον έχει «μετρήσει» κατά τις αντοχές και τις δυνάμεις μας, ώστε αυτός να λειτουργεί υπέρ ημών και υπέρ της πνευματικής μας προκοπής. Αυτό δεν σημειώνει και ο απόστολος Παύλος; «Δεν πρόκειται να μας αφήσει να δοκιμαστούμε πάνω από τις δυνάμεις μας, αλλά μαζί με τον πειρασμό θα δώσει και τη διέξοδο». Κι εδώ βρίσκεται ένα παράδοξο θεωρούμενο της πνευματικής ζωής: μετά την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία η κάθε προκοπή του, νοούμενη ως αύξηση της σχέσης με τον Θεό και της χάρης Του, προκύπτει με την έλευση ενός ή και πολλών ίσως πειρασμών. Διότι ο πειρασμός, είτε πρόκειται περί αρρώστιας ή ατυχήματος ή όποιας δοκιμασίας προσωπικής ή και οικογενειακής, ακόμη και επαγγελματικής και κάθε σχέσης, προκαλεί την πίστη του ανθρώπου, δοκιμάζει την υπομονή του, τον κάνει να πλατύνεται εσωτερικά, ώστε να μπορεί να χωρέσει τελικώς περισσότερη χάρη Θεού. Όπως το αποκαλύπτει ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος με μεγάλη σαφήνεια στη γνωστή καθολική του επιστολή: «Αδελφοί μου, να χαίρεστε όταν δοκιμάζεστε από πολλούς και διαφόρους πειρασμούς. Γιατί πρέπει να ξέρετε ότι μέσα από τη δοκιμασία της πίστεώς μας γεννιέται η υπομονή. Η υπομονή σας όμως πρέπει να κρατήσει ώς το τέλος, για να γίνετε τέλειοι και ολοκληρωμένοι και να μην υστερείτε σε τίποτε».

Τι συμπληρώνει όμως ο λόγος του Θεού, και ο αγιογραφικός και ο πατερικός, εν προκειμένω; Ότι πριν έλθει ο πειρασμός ο Θεός έχει δώσει κρυφά στηρίγματα στην ψυχή του πιστού για να τον αντέξει. Κι ο μεν πειρασμός είναι εμφανής, τα στηρίγματα όμως είναι κρυφά. Οπότε, πολλές φορές δυσανασχετεί ο πιστός, γιατί βλέπει το εμφανές, αλλά δεν βλέπει το κρυφό και αφανές, το οποίο όμως σαφώς και υπάρχει. Συνεπώς, ο Κύριος δεν μας αφήνει έκθετους και ανυπεράσπιστους στην αδυναμία μας. Πρώτα μας οχυρώνει, κι έπειτα επιτρέπει την επίθεση και την προσβολή. Κι αυτό με ποιο σκοπό; Όπως είπαμε, για την εν Θεώ αύξησή μας. Καλώς ή κακώς, όπως λέμε, το κάθε πνευματικό ανέβασμα συνοδεύεται έτσι με πειρασμό. Γι’ αυτό και όταν ζητάμε από τον Θεό να μας αυξήσει τη χάρη Του, σημαίνει ότι Του ζητάμε ταυτόχρονα, μάλλον ανεπίγνωστα, να επιτρέψει παραπάνω πειρασμούς! Έτσι ερμηνεύεται βεβαίως και το γνωστό λόγιο «έπαρον τους πειρασμούς και ουδείς ο σωζόμενος» - η σωτηρία μας έρχεται μέσα από τους πειρασμούς˙ όπως και αυτό που έδωσε προχωρημένος ασκητής ως απάντηση σε κάποιους που τον ρώτησαν πώς έμαθε να προσεύχεται: «ο διάβολος με έμαθε. Γιατί με τις προσβολές του εγώ κατέφευγα διαρκώς στον Θεό». Θυμίζει μάλιστα το τελευταίο αυτό που εξίσου έλεγε ο όσιος Ιωάννης ο κολοβός, ότι «κάθομαι στο κελί μου και βλέπω επάνω μου τους πονηρούς λογισμούς και όταν δεν μπορώ να τους εξουσιάσω, καταφεύγω προς τον Θεό με την προσευχή και σώζομαι από τον εχθρό – σαν τον άνθρωπο που κάθεται κάτω από μεγάλο δένδρο και παρατηρεί πολλά θηρία και ερπετά να έρχονται προς αυτόν˙ και όταν δεν μπορέσει να αντεπεξέλθει σ’ αυτά, τρέχει πάνω στο δέντρο και σώζεται».

Λοιπόν, για να επανέλθουμε! Η αμεριμνησία του οσίου Ιωάννη λόγω απομάκρυνσης από αυτόν των παθών σήμαινε όχι την πιο ευτυχή στιγμή της πνευματικής του ζωής! Και το κατάλαβε βεβαίως αμέσως, με τη βοήθεια μάλιστα του γέροντα που τον βοήθησε. Και να, που έχουμε και τον λόγο ενός άλλου μεγάλου και σπουδαίου οσίου της εποχής μας, του αγίου Σιλουανού του αθωνίτη, που ακριβώς «έκρινε» το πνευματικό επίπεδο του αγίου Ιωάννη στη συγκεκριμένη στιγμή, γιατί είχε διέλθει κι αυτός από το ίδιο σημείο. Ας δούμε τι ακριβώς λέει και πώς τον «κρίνει», με βάση αυτά που μας διέσωσε ο όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ, ο μαθητής του. «Ο Γέροντας Σιλουανός, με την εξουσία που απέκτησε ένεκα της οράσεως του Χριστού, λέει: “Αν ο αββάς Ιωάννης λάμβανε τη χάρη της προσευχής για τον κόσμο, τότε δεν θα παρακαλούσε να επανέλθουν τα πάθη, ώστε να αγωνίζεται εναντίον τους και έτσι να παραμένει σε αδιάλειπτη ένθερμη προσευχή”». Και επαναλαμβάνει παρακάτω: «Αν ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός είχε λάβει την προσευχή για τον κόσμο, δεν θα είχε την ανάγκη να ζητήσει να επιστρέψουν σε αυτόν τα άθλια πάθη». Για τον άγιο Σιλουανό δηλαδή το όριο της αληθινής προσευχής, κατεξοχήν χαρισματικής καταστάσεως, είναι να προσεύχεται κανείς διηνεκώς με την ένταση της έμπονης αγάπης που αγκαλιάζει τον κόσμο όλον, ολόκληρο τον Αδάμ, σαν την προσευχή σ’ έναν βαθμό του Ίδιου του Χριστού. Στην υπερφυή αυτή κατάσταση ο άνθρωπος δεν ησυχάζει ποτέ – η αγάπη του Χριστού που τον συνέχει δεν τον αφήνει σε καμία ησυχία. Ο πιστός, κυρίως ο μοναχός, «είναι ικέτης για όλον τον κόσμο»!  

Ο ταπεινός όσιος Ιωάννης ο Κολοβός, «έμαθε αφ’ ων έπαθε», τα ανώτερα σκαλοπάτια κι έγινε και είναι πρεσβευτής του κόσμου όλου ενώπιον του Κυρίου εις το διηνεκές.