Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2025

Η… ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΡΗΣ

Μπήκε στο εξομολογητάρι με μεγάλη συστολή, σχεδόν με φόβο. Νεαρό κορίτσι ήταν,  γύρω στα δεκατρία υπολόγισε ο ιερέας – δεκατεσσάρων έμαθε αργότερα, Β΄ Γυμνασίου πήγαινε -, που θέλησε να εξομολογηθεί τις αμαρτίες της, όχι γιατί την ανάγκασε κάποιος από την οικογένειά της, κάτι συνηθισμένο στην ηλικία αυτή που «σπρώχνονται» από τους  «εκκλησιαστικούς» γονείς ιδίως από τη μητέρα, αλλά γιατί αισθάνθηκε η ίδια ότι ήθελε να «καθαριστεί», όπως είπε, από το βάρος των ανομημάτων της. Ο παπάς την καλοδέχτηκε, της είπε να καθίσει δίπλα από το μικρό τραπέζι που βρισκόταν ο Εσταυρωμένος και που έκαιγε ένα καντήλι ενώπιόν Του, με τις γλυκές ακτίνες του να απαλαίνουν τον χώρο, ένιωσε αμέσως την αναταραχή που επικρατούσε στην ψυχή της μικρής κοπέλας και προσπάθησε πρώτα από όλα να την… ηρεμήσει.  

Τη ρώτησε πώς την λένε, «Μαρία» απάντησε, τι τάξη πηγαίνει, ποια εν γένει τα ενδιαφέροντά της, αν της αρέσει η μουσική, τι τελικά την έκανε να βρει τον δρόμο να έλθει να εξομολογηθεί. Εκεί που η Μαρία φάνηκε να αναθαρρεί και σήκωσε λίγο τα μάτια της ήταν όταν ο ιερέας της είπε ότι έχει κι αυτός εγγόνια και μάλιστα μία εγγόνα του έχει την ίδια ηλικία μ’ εκείνην. Ηρέμησε η Μαρία, γαλήνεψαν λίγο τα μάτια της, άρχισε δειλά στην αρχή, πιο θαρρετά αργότερα να εξομολογείται αυτά που θεωρούσε αμαρτήματα και παραστρατήματα στη σύντομη μέχρι τότε ζωή της. Απλά πράγματα, συνηθισμένα, που σε άλλη περίπτωση κάποιος ενδεχομένως και να… γελούσε, γιατί ήταν από εκείνα που δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην τα έχει κάνει και να μη συνεχίζει μάλιστα να τα κάνει. Σ’ ένα μικρό παιδί όμως, που έχει μπει στη δύσκολη φάση της εφηβείας, τα πράγματα… διαστέλλονται: και τα μικρά γίνονται συχνά μεγάλα, οι ενοχές δημιουργούν αναταραχές που τραντάζουν τη συνείδησή του˙ κάποιες φορές η γη χάνεται κάτω από τα πόδια του.

«Αυτά, Μαρία μου;» είπε κάποια στιγμή ο ιερέας, όταν είδε τη Μαρία να σταματάει.

«Αυτά, πάτερ!» ψιθύρισε με φωνή που ίσα ακουγόταν το κορίτσι.

Με ήρεμο τρόπο, με μεγάλη στοργή και σεβασμό προς την ατίμητη ψυχή του κοριτσιού ο ιερέας προσπάθησε να της δώσει με εύληπτο τρόπο το πλαίσιο της πνευματικής ζωής μέσα στο οποίο κινείται η Εκκλησία μας. Της εξήγησε ότι ο Χριστός μας, ο Θεός που έγινε από άπειρη αγάπη προς το πλάσμα Του άνθρωπος, ήλθε στον κόσμο για να σηκώσει τις αμαρτίες μας, να μας δώσει να κατανοήσουμε ότι μετά τον ερχομό Του δεν υπάρχουν πια αμαρτίες που δεν συγχωρούνται, ότι ήδη όλες οι αμαρτίες του κόσμου είναι σβησμένες και διαγραμμένες˙ το μόνο που απαιτείται είναι ο άνθρωπος να θελήσει τον Χριστό στη ζωή του, που θα πει να Τον πιστέψει και να αποφασίσει να περπατάει στον κόσμο αυτόν σαν κι Εκείνον!

«Στο χέρι μας είναι, Μαρία μου, να γίνουμε κι εμείς Χριστός» κατέληξε ο ιερέας. «Γιατί έχει «εγκατασταθεί» Εκείνος μέσα στην ύπαρξή μας, αφότου βαπτιστήκαμε, και το μόνο που χρειάζεται είναι να Τον αφήσουμε να δράσει εκεί».

Την είδε να χαμηλώνει τα μάτια της σαν κάτι να την πιέζει. «Υπάρχει κάτι ακόμη, Μαρία μου, που θέλεις να πεις; Βλέπω ότι κάτι σε στενοχωρεί. Κάτι σε βασανίζει. Μην αφήνεις την ευκαιρία τώρα που ήλθες να εξομολογηθείς. Άνοιξε την ψυχή σου στον Χριστό. Γιατί σ’ Εκείνον εξομολογείσαι, Μαρία μου. Εγώ απλώς είμαι μάρτυρας της δικής σου μετάνοιας, όπως ο Ίδιος μας υπέδειξε. Ο Χριστός όμως είναι ο Θεός μας, σ’ Εκείνον αμαρτάνουμε και σ’ Εκείνον μετανοούμε, Εκείνος είναι η Ζωή μας, χωρίς τον Οποίο δεν μπορούμε ούτε να αναπνεύσουμε».

Ακολούθησαν κάποιες στιγμές σιωπής. Η Μαρία μόνο ανάπνεε και μάλιστα λίγο… βαριά.

«Είναι και κάτι ακόμη, πάτερ!» ακούστηκε να λέει μετά από λίγο. Ο ιερέας δεν μίλησε. Της έδωσε χρόνο να ανοίξει μόνη της την καρδιά της. «Είναι… κάτι που με ταλαιπωρεί και γι’ αυτό δεν αισθάνομαι καλά!»

Πάλι δεν μίλησε ο ιερέας. Προσευχόταν ο Εσταυρωμένος Κύριος να δώσει δύναμη στο αγαπημένο Του παιδί να απελευθερωθεί. Και στο τέλος πράγματι η Μαρία το… τόλμησε! Είπε αυτό που την βάραινε έστω και ψελλίζοντάς το! Και κατάλαβε ο ιερέας όταν το άκουσε πόσο τα παιδιά επηρεάζονται από τους συμμαθητές τους, πόσο αλλοιωμένα πολλές φορές βλέπουν τα πράγματα, πόσο ο κόσμος μας έχει αναποδογυρίσει τις αξίες του, με αποτέλεσμα τα νέα παιδιά να υφίστανται τις συνέπειες! Γιατί η… βαριά αμαρτία της Μαρίας θα έπρεπε να είναι το καύχημά της, η νίκη της πάνω στον κοσμοκράτορα του αιώνος τούτου του απατεώνος.

«Πάτερ», εξομολογήθηκε με δυσκολία η Μαρία, «άλλες συμμαθήτριές μου έχουν σχέσεις με αγόρια… κι εγώ…δεν έχω!» Η έλλειψη σχέσεως της μικρής Μαρίας με τα αγόρια ήταν αυτό που της… βάραινε τη συνείδηση.

Ανάπνευσε ο ιερέας. Συγκινήθηκε. Κάποια δάκρυα βρήκαν δίοδο να κρυφτούν μέσα στα γένια Του. Τα κλεισμένα μάτια του Εσταυρωμένου φάνηκαν να ανοίγουν και να φωτίζουν τις ψυχές και των δύο.

 «Μαρία μου, αγαπητό μου παιδί» είπε σιγανά. «Αυτό δεν είναι αμαρτία. Αυτό είναι το μεγαλείο του Θεού στην ψυχή και στο σώμα σου. Θα έρθει η ώρα, όταν φτάσεις στην κατάλληλη ηλικία που θα γίνει και αυτό με την ευλογία του Θεού. Τώρα όμως διαφύλαξε την ψυχική σου καθαρότητα. Μη θελήσεις να μπεις στον χώρο αυτό των συμμαθητριών σου, που μπορεί και να μην υφίσταται κιόλας, γιατί συχνά τα παιδιά πλάθουν φανταστικές ιστορίες για να κάνουν εντύπωση. Ο Χριστός μας χαίρεται με αυτό που εσύ θεωρείς αμαρτία. Τον Χριστό πάντοτε να έχεις μπροστά στα μάτια σου και Αυτός να καθοδηγεί στις σκέψεις και τις αποφάσεις σου».

Της είπε και μερικά ακόμη που την παρηγόρησαν και την ενίσχυσαν, τέλος της  διάβασε τη συγχωρητική ευχή κι έστειλε στο καλό τη Μαρία, τη μικρή κοπέλα, που φάνηκε να «πετάει» από τη χαρά της. Απόμεινε ο παπάς να την κοιτάει να φεύγει, συλλογισμένος με ό,τι φαίνεται να περνούν τα νέα παιδιά. Έστρεψε και πάλι το βλέμμα του στον Εσταυρωμένο. « Κύριε ελέησέ μας, και κυρίως τη νεολαία Σου». Το ιλαρό φως του καντηλιού παρηγόρησε την καρδιά του. Γιατί ήταν το παντοδύναμο φως του Χριστού.