«Πανηγύρι
της πίστης και της λευτεριάς» κατά τον ποιητή η 25η Μαρτίου. Ημέρα που
καλούμαστε να θυμηθούμε τους αγώνες που έκαναν οι ηρωϊκοί προγονοί μας, προκειμένου
να αποτινάξουν τη για 400 χρόνια σκλαβιά των Τούρκων. Ιερό ορόσημο η ημέρα, αφού
θεωρείται η απαρχή για την απόκτηση της εθνικής μας ελευθερίας. Είναι όμως και ημέρα
που περισσότερο καλεί εμάς τους πιστούς, οι οποίοι βλέπουμε το βάθος των γεγονότων,
όχι απλώς να θυμηθούμε κάτι ή και να παραδειγματιστούμε από κάτι, αλλά να συμμετάσχουμε
στο σπουδαιότερο γεγονός που πραγματοποιήθηκε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία: τη σάρκωση
του Υιού και Λόγου του Θεού μέσα στην Παναγία. Κι αν η μία εορτή είναι σπουδαία
λόγω της απαρχής της εθνικής μας ελευθερίας, η άλλη, του Ευαγγελισμού, είναι σπουδαιοτάτη
εορτή, λόγω της απαρχής της υπαρξιακής και αιώνιας σωτηρίας μας.
Το
απολυτίκιο της ημέρας μας βοηθάει στην προσέγγιση του νοήματος της εορτής, οπότε
αυτό θα σχολιάσουμε δι’ ολίγων στη συνέχεια.
«Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και του
απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις. Ο Υιός του Θεού υιός της Παρθένου γίνεται και
Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται. Διό και ημείς συν αυτώ τη Θεοτόκω βοήσωμεν∙
Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου».
(Σήμερα
ανακεφαλαιώνεται η σωτηρία μας και φανερώνεται το προαιώνιο μυστήριο. Ο Υιός του
Θεού γίνεται υιός της Παρθένου Μαρίας και ο αρχάγγελος Γαβριήλ εξαγγέλλει χαρμόσυνα
τη χάρη αυτή. Για το λόγο τούτο κι εμείς μαζί με αυτόν ας φωνάξουμε δυνατά στη Θεοτόκο:
Χαίρε Συ που είσαι γεμάτη από τη χάρη του Θεού. Ο Κύριος είναι μαζί Σου).
Το
πρώτο σημείο που μας επισημαίνει το απολυτίκιο είναι το πώς πρέπει να στεκόμαστε
απέναντι στη Θεοτόκο. Καλούμαστε να τη δούμε γεμάτη από τη χάρη και το φως του Θεού.
Όχι γιατί από μόνη της έχει την ιδιαιτερότητα αυτή, αλλά γιατί ο ίδιος ο Θεός προσέβλεψε
πάνω της και την επισκίασε με το Πανάγιο Πνεύμα Του. Η Παναγία, ιδίως μετά τον Ευαγγελισμό,
ποτέ δεν είναι μόνη της. Μολονότι και προ του Ευαγγελισμού είχε τη χάρη του Θεού
λόγω της αγιασμένης ζωής της – μη ξεχνάμε ότι από παιδούλα τριών ετών εισήλθε στον
Ναό και ζούσε με συνεχείς προσευχές και νηστείες – όμως εκεί που έλαβε τη σχετική
πληρότητα της χάρης ήταν στον Ευαγγελισμό της, οπότε έκτοτε η παρουσία του Χριστού
την συνόδευε σε κάθε βήμα της και σε κάθε εκδήλωση της ζωής της. Γι’ αυτό και στο
πρόσωπο της Παναγίας κρίνεται και η ποιότητα της πίστης των Χριστιανών: τυχόν αποδοχή
της Παναγίας ως Κεχαριτωμένης και φανέρωσης του Ιησού Χριστού σημαίνει ορθή αποδοχή
και Εκείνου. Τυχόν απόρριψη ή υποβάθμιση της Παναγίας σημαίνει ταυτοχρόνως και απόρριψη
ή αλλοίωση της εικόνας και του Χριστού.
Στη
στάση αυτή έναντι της Θεοτόκου έχουμε πρότυπα τους αγγέλους. Ιδίως στον αρχάγγελο
Γαβριήλ βλέπουμε την ορθή τοποθέτηση απέναντι στη Μητέρα του Κυρίου: τη χαρισματική
αναγνώριση της σχέσης της με τον Υιό της, γι’ αυτό και η τιμή προς εκείνη αποτελεί γνώρισμα και των ανθρώπων και
των αγγέλων.
«Επί σοι χαίρει, Κεχαριτωμένη, πάσα η κτίσις,
Αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος…» κατά την έκφραση του γνωστού ύμνου.
Κι είναι τούτο επιβεβαίωση της αλήθειας της πίστης μας ότι «φως για τους ανθρώπους είναι οι άγγελοι».
Όπως ο αρχάγγελος μας δίδαξε να την προσφωνούμε «Κεχαριτωμένην»,
έτσι και η ζωή γενικά των αγγέλων γίνεται πρότυπο για όλη τη ζωή των Χριστιανών,
κατά το λόγο και του Κυρίου, που μας λέει να επιτελούμε το θέλημα του Θεού «ως εν Ουρανώ και επί της γης».
Ένα
δεύτερο βασικό σημείο του απολυτικίου είναι η αιτιολογία που δίνει για την
υψηλή θέση που κατέχει η Παναγία και για τη μεγάλη χάρη με την οποία χαριτώθηκε:
δι’ αυτής ο Υιός του Θεού γίνεται άνθρωπος. Η Παναγία έγινε «το όχημα δι’ ης κατέβη ο Θεός». Δάνεισε τη
σάρκα της στον Υιό και Θεό της, οπότε η ανθρώπινη φύση του Χριστού έκτοτε φέρει
και τη σφραγίδα της Παναχράντου Μητέρας Του. Με τον αρχαγγελικό χαιρετισμό πιο συγκεκριμένα
ο Θεός γίνεται έμβρυο στη γαστέρα της Παναγίας. Με τη συνέργεια εκείνης ο Θεός ακολουθεί
την όλη διαδικασία της κύησης. Ο Θεός μάς σώζει σε όλες τις φάσεις της ζωής μας.
Ας
έρθουν οι θιασώτες των εκτρώσεων τώρα για να πουν ότι το έμβρυο δεν είναι ακόμη
άνθρωπος. Με επίγνωση ή όχι αποκαλύπτουν, πέρα από τη φοβερή αμαρτία του φόνου που
περιπίπτουν, και την αθεΐα της ζωής τους: αμφισβητούν και τον Ευαγγελισμό ως σάρκωση
του Θεού σε εμβρυϊκή κατάσταση.
Περιττό
βεβαίως να υπενθυμίσουμε ότι η επιλογή από τον Θεό της Παναγίας προκειμένου να γίνει
μητέρα Του στηρίχτηκε στην αγιασμένη ζωή της. Υπήρξε η Παναγία ό,τι εκλεκτότερο
και καλύτερο είχε να παρουσιάσει η ανθρωπότητα. Η καθαρότητα της ψυχής της έγινε
η θελκτική δύναμη, που «μαγνήτισε» τη θεία αγάπη. Στο πρόσωπο Εκείνης παρακολουθούμε
τη συμμετοχή του ανθρώπου στην όλη διαδικασία της σωτηρίας που ενεργεί προς χάρη
του ο Θεός. Κι εκείνο που επιβεβαιώνει ανθρώπινα την επιλογή του Θεού είναι η εν
ταπεινώσει υπακοή της στην κλήση Του: «ιδού
η δούλη Κυρίου∙ γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου» (Λουκ. 1, 38).
Δεν
συνειδητοποιούμε όσο πρέπει την απάντηση της Θεοτόκου στο θείο κέλευσμα. Διότι μένουμε
μόνο στην επιφάνεια κρίνοντας τα πράγματα εκ των υστέρων. «Μα ήταν μεγάλη τιμή να
την καλέσει ο Θεός» λέμε. «Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει;» Αλλ’ αυτό το λέμε, διότι
γνωρίζουμε την περαιτέρω εξέλιξη των πραγμάτων: το Πάθος αλλά και την Ανάσταση του
Χριστού∙ την παντοδυναμία των θαυμάτων Του. Την ώρα εκείνη όμως του Ευαγγελισμού
η Παναγία βρίσκεται μόνη αντιμέτωπη με κάτι άγνωστο. Καλείται να πει το ν
α ι σε ένα γεγονός που της ετοίμαζε τη διαπόμπευσή της και ίσως, το πιθανότερο,
και την απώλεια της ίδιας της ζωής της. Διότι ανύπαντρη κοπέλα να βρεθεί έγκυος
στα χρόνια εκείνα, σήμαινε τον λιθοβολισμό της. Η Παναγία όμως – γι’ αυτό και είναι
Παναγία – δεν διστάζει. Αφού μαθαίνει ότι είναι κλήση Θεού, υποτάσσεται στο θέλημα
Εκείνου γνωρίζοντας ότι το τίμημα μπορεί να είναι και ο θάνατος. Μα δεν την νοιάζει.
Εκείνο που την ενδιαφέρει είναι η υπακοή στο θεϊκό θέλημα. Αποκαλύπτεται λοιπόν
και μάρτυρας η Παναγία. Αν όχι σωματικά, μάρτυρας ωστόσο «τη συνειδήσει». Καθαρή
λοιπόν στην ψυχή η Παναγία και με μαρτυρικό φρόνημα γίνεται η μητέρα του Θεού!
Ένα
τρίτο σημείο που επισημαίνει επίσης το απολυτίκιο: φανερώνεται με τον ερχομό του
Θεού στον κόσμο το προαιώνιο μυστήριο. Ο Ευαγγελισμός αποτελεί εκπλήρωση προαιώνιας
βουλής του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Ο Θεός, διδάσκουν πολλοί Πατέρες της
Εκκλησίας μας, θα ερχόταν στον κόσμο ως άνθρωπος ανεξάρτητα και από την πτώση του
ανθρώπου στην αμαρτία. Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής μάλιστα σημειώνει ότι η σάρκωση
του Χριστού, απαρχή της οποίας αποτελεί ο Ευαγγελισμός, συνιστά την τελευταία φάση
της δημιουργίας του ανθρώπου. Ο Θεός δηλαδή οπωσδήποτε θα ερχόταν στον κόσμο για
να ωθήσει αποφασιστικά τον άνθρωπο στην επίτευξη του απαρχής τεθειμένου σκοπού του:
το «καθ’ ομοίωσιν».
Εκτός
όμως από την αντίληψη αυτή, ο Ευαγγελισμός ήδη είχε προαναγγελθεί στην Παλαιά Διαθήκη
με το λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο. Στο Πρωτευαγγέλιο, την υπόσχεση δηλαδή του Θεού στους
πρωτοπλάστους μετά την αμαρτία τους ότι ο απόγονος της γυναίκας θα συντρίψει τον
διάβολο, βλέπει η Εκκλησία μας την προφητεία του Ευαγγελισμού. Διότι στον Ευαγγελισμό
έχουμε τη γυναίκα που γεννά Εκείνον που συντρίβει τον διάβολο. Άρα στη δημιουργία
ήδη του ανθρώπου έχουμε τις απαρχές του Ευαγγελισμού.
Ένα
τέταρτο σημείο από το απολυτίκιο: όχι μόνο φανερώνεται το προαιώνιο μυστήριο, αλλ’
ακριβώς αυτό συνιστά και την ανακεφαλαίωση της σωτηρίας του ανθρώπου. Τι σημαίνει
ανακεφαλαίωση; Επανένταξη του ανθρώπου και πάλι στο σχέδιο του Θεού. Η αμαρτία που
διέσπασε τον άνθρωπο και τον εκτρόχιασε από την ορθή πορεία της ζωής του, εξαφανίζεται
και καταπατείται. Διά του Χριστού που σαρκώνεται στην Παναγία η αμαρτία αίρεται
και η θύρα του Παραδείσου και πάλι ανοίγεται. Ο άνθρωπος βιώνει στο πρόσωπο του
Χριστού τη σωτηρία του: να συναντηθεί πραγματικά και πάλι με τον Θεό.
Κι
όλα αυτά, πέμπτο σημείο, μας λέει το τροπάριο πραγματοποιούνται σήμερον. Ενώ όλα
όσα αναφέρθηκαν βιώθηκαν στο παρελθόν, εντούτοις δεν χάνουν τίποτε και από τη σύγχρονη
επικαιρότητα. Το παρελθόν, ο ερχομός του Χριστού, η σύλληψή Του στο πανάγιο σώμα
της Θεοτόκου, βιώνεται στην Εκκλησία μας και ως παρόν. Λόγω της διαρκούς παρουσίας
του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα, ο ίδιος δηλαδή ο Θεός, διαιωνίζει τα σωτηριώδη
γεγονότα του παρελθόντος και τα προχέει στο εκάστοτε παρόν. Πρόκειται για τον λεγόμενο
λειτουργικό χρόνο, για τον οποίο μιλάνε οι θεολόγοι της Εκκλησίας.
Κι αυτό σημαίνει: αφού το σωτηριώδες παρελθόν εν Χριστώ, όπως
ο Ευαγγελισμός, γίνεται κάθε φορά παρόν, άρα το μόνο που και εμείς χρειαζόμαστε
για να το κάνουμε δικό μας γεγονός, για να νιώσουμε τη δυναμική της ενέργειά του,
είναι η πίστη μας: η ανεπιφύλακτη παράθεση της ζωής μας στα χέρια Εκείνου και τις
υποσχέσεις Του. Μία τέτοια αληθινή πίστη θα μας κάνει να δούμε και τον δικό μας
εαυτό μέσα στον Ευαγγελισμό της Παναγίας, δηλαδή να νιώσουμε σαρκωμένο και σε εμάς
τον ίδιο τον Θεό μας!