῾Ο άγιος απόστολος Βαρθολομαίος, αφού έκανε φανερό το όνομα του Κυρίου σε διαφόρους τόπους, σταυρώνεται στη Μεγάλη Αρμενία της Ανατολής. Οι πιστοί που παραβρέθηκαν στο τέλος του, τον έβαλαν σε λίθινη λάρνακα και τον απέθεσαν στην Αλβανούπολη. Καθώς λοιπόν η λάρνακα εκείνη πρόσφερε διαρκώς τις θεραπείες, πρόστρεχαν οι λαοί και απαλλάσσονταν από τα πάθη που τους ενοχλούσαν. Βλέποντας αυτά οι υπηρέτες του διαβόλου οδηγούντο σε μανία εναντίον της λάρνακας του αγίου. Σκέφτηκαν τότε να τη ρίξουν, με το σώμα του αγίου μέσα, μαζί και με τέσσερις ακόμη λάρνακες αγίων μαρτύρων, στη θάλασσα. Κι αυτό έγινε και για να αγιασθεί η πλατιά θάλασσα με τη διέλευση αυτών, όπως και οι τόποι στους οποίους τελικώς θα πήγαιναν να ευλογηθούν, και ο Θεός να δοξασθεί μέσα απο τους αγίους Του, όπως είναι γραμμένο. Πέρασαν λοιπόν ως θαλασσοπόροι, ο άγιος Βαρθολομαίος και οι άλλοι μάρτυρες, ο Παππιανός, ο Λουκιανός, ο Γρηγόριος και ο Ακάκιος, όλες τις μεγάλες θάλασσες, μέχρις ότου προσωρμίστηκαν στη νήσο που ονομαζόταν Λίπαρη. Και οι μεν τέσσερις μάρτυρες, αφού άφησαν το λείψανο του αγίου αποστόλου, έφυγαν, για να πάει η καθεμία λάρνακα από αυτούς σε ξεχωριστό μέρος, ενώ ο άγιος Βαρθολομαίος φανερώθηκε στον επίσκοπο της νήσου Αγάθωνα, εξηγώντας του τα καθέκαστα. Εκείνος ανταποκρίθηκε αμέσως, μη μπορώντας να κατανοήσει το μέγεθος της ευλογίας στη νήσο του και μη σταματώντας τις δοξολογίες στον Θεό και στον άγιο. Στο σχέδιο του επισκόπου πια και του πιστού λαού να τοποθετήσουν τη λάρνακα του αγίου σε επίσημο μέρος και να του ανεγείρουν ναό, είδαν ότι ο άγιος αντιτίθεται. Διότι αδυνατούσαν οι άνδρες που έσερναν τη λάρνακα να προχωρήσουν, ενώ με θεία αποκάλυψη αφέθηκε αυτή εύκολα να τραβηχτεί, από ζεύγος αγελάδων, οι οποίες καθοδηγούντο από τον απόστολο. Και συνέβη τότε μέγιστο θαύμα, αδύνατο να γίνει αποδεκτό από τους απίστους: ένα νησάκι, που λεγόταν Βουλκάνος στα λατινικά, και Πυρπνόον στα ελληνικά, με ηφαίστειο πάνω του, μόλις πλησίασε το λείψανο του αγίου, αμέσως παρασύρθηκε από θεϊκή δύναμη επτά στάδια πέρα από το νησί Λίπαρη, ώστε να σταματήσει να είναι κίνδυνος για το νησί αυτό. Και μέχρι σήμερα κηρύσσεται με δύναμη το θαύμα αυτό. Εκεί που θέλησε λοιπόν ο άγιος να τοποθετηθεί, εκεί και κτίσθηκε περικαλλής ναός, που μαρτυρούσε καθημερινά τα αναρίθμητα θαύματα που επιτελούσε ο Θεός διά του αγίου του. Πέρασαν πάρα πολλά χρόνια, μέχρι τις ημέρες του αυτοκράτορα Θεοφίλου. Και το φρούριο, μέσα στο οποίο βρισκόταν ο ναός του αγίου, καταλήφθηκε από τους Αγαρηνούς, οπότε και η νήσος Λίπαρη έμεινε ακατοίκητη. Συνέβη τότε, ο άρχων της πόλεως Βενένδου να μάθει τα αποστολικά θαύματα και με θερμή πίστη να κινηθεί προς τον άγιο, τον οποίο μπόρεσε τελικώς να φέρει στην πόλη του, με τη βοήθεια καλά πληρωμένων ναυτικών από την πόλη των Αμαλφινών. Ο άρχων αυτός, αν και ήταν μακριά η θάλασσα, κίνησε όλο το πλήθος των ιερέων με τον επίσκοπο και όλον τον λαό, να πάνε προς προϋπάντηση του λειψάνου, κάτι που έγινε. Το λείψανο με τη λάρνακα κατατέθηκε σε σεβάσμιο τόπο, όπου ο μέγας απόστολος επιτελούσε καθημερινώς πολλές ιάσεις σε όλους, φανερώνοντας τη δόξα του υπεράγαθου Θεού μας῾.
Θαυμάσια ταινία υπερπαραγωγής θα μπορούσε να γίνει το συναξάρι της σημερινής ημέρας, που περιγράφει την ιστορία του λειψάνου του μαθητή του Κυρίου από τους δώδεκα, Βαρθολομαίου ή Ναθαναήλ. Δεν είναι δηλαδή μόνον αυτό που έζησε ως απόστολος ο άγιος Βαρθολομαίος – το τι πέρασε για τον ευαγγελισμό των ανθρώπων και πώς έφθασε να μαρτυρήσει σαν τον Κύριο με σταυρικό θάνατο – αλλά και τι περιπέτειες διήλθε το άγιο λείψανό του, όχι μόνον από τους εχθρούς της πίστεως, αλλά και από την επέμβαση του ίδιου, κάτι που σημαίνει με υπερθαύμαστο τρόπο το πόσο ζωντανοί είναι οι άγιοί μας, και όσο ζουν, αλλά και μετά θάνατον. Με τον άγιο Βαρθολομαίο δηλαδή, για λόγους που γνωρίζει ο Κύριος, έχουμε μία πολύ θαυμαστή παρουσία της χάρης του Θεού σε όλη τη διαδρομή της ζωής του. Και η διαδρομή αυτή περιλαμβάνει και τα πριν τον θάνατό του, αλλά και τα μετά από αυτόν. Έτσι κι αλλιώς, μετά τον ερχομό του Χριστού, θάνατος δεν υφίσταται. Η ζωή απλώς μετά τον θάνατο αλλάζει μορφή. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: ῾εάν τε ζώμεν, εάν τε αποθνήσκομεν, του Κυρίου εσμέν᾽. Κι αυτή η πραγματικότητα βεβαίως δεν διαπιστώνεται μόνον με τον άγιο Βαρθολομαίο, αλλά και με πλήθος ακόμη αγίων. Όλα τα θαυμαστά της πίστεώς μας, με τα άγια λείψανα που παραμένουν άφθαρτα, με τις ευωδίες και τις μυροβολίες τους, με τα καθημερινά θαύματα που επιτελούνται με την επίκληση των ονομάτων τους, τι άλλο φανερώνουν παρά το ότι ῾ο θάνατος ουκέτι κυριεύει, αλλά κατεπόθη υπό της ζωής;᾽ Στον άγιο Βαρθολομαίο, επανερχόμαστε, ίσως βρισκόμαστε μπροστά σ᾽ αυτό που του υποσχέθηκε ο Κύριος, όταν εκείνος εξέφρασε τον θαυμασμό του για τη γνώση που είχε περί της κατ᾽ ιδίαν του προσευχής, λίγο πριν τον αναζητήσει ο Φίλιππος: ῾Ότι είπον σοι, είδον σε υποκάτω της συκής, πιστεύεις; Μείζω τούτων όψει᾽. Και όντως! Και ο άγιος Βαρθολομαίος ῾βλέπει᾽ τα θαυμαστά που υφίσταται το λείψανό του μετά θάνατον, και εμείς μετέχουμε στο θάμβος του μυστηρίου αυτού.
Με τη θαλασσοπορία του λειψάνου του αγίου Βαρθολομαίου όμως, μέσα σε λίθινη λάρνακα – γιατί ῾νεκρός επιτύμβιος θαλασσοπόρος γεγένησαι᾽, όπως σημειώνει και ο υμνογράφος – η σκέψη μας κάνει ένα συσχετισμό: παραλληλίζει αυτό που συνέβη στον άγιο μέσα στη λάρνακά του, χωρίς να βουλιάζει, όπως θα ήταν φυσικό, με αυτό που συνέβη στα χρόνια της ιστορικής παρουσίας του Κυρίου, όταν ο Πέτρος, ευρισκόμενος μέσα στο πλοιάριο με τους άλλους μαθητές και βλέποντας έξαφνα τον Κύριο να περπατά πάνω στα κύματα, ζητά από Εκείνον να περπατήσει παρομοίως και ο ίδιος. Και ο μεν Πέτρος τελικώς βουλιάζει, γιατί η πίστη του, ασθενική ακόμη, δεν είναι σταθερά προσανατολισμένη στον Κύριο, στον δε Βαρθολομαίο η λίθινη λάρνακα θαλασσοπορεί χωρίς πρόβλημα, λόγω της δυνάμεως του Θεού, που επενεργούσε στο λείψανό του, προφανώς για την ῾πρόσωπον προς πρόσωπον᾽ σχέση του αγίου με Εκείνον. Κι είναι τούτο μία ένδειξη της λαμπρής καταστάσεως, στην οποία βρίσκονται οι άγιοί μας μετά θάνατον. Στη ζωή αυτή παλεύουν και οι άγιοι στη θολή όραση της πίστεως: ῾άρτι βλέπομεν δι᾽ εσόπτρου εν αινίγματι᾽, μετά όμως η όραση γίνεται κατακάθαρη, όπως όταν βλέπει κανείς κάποιον κατάματα: ῾τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον᾽.
Η ηδονή αυτή της καθαρής όρασης του προσώπου του Κυρίου, δηλαδή η συμμετοχή στη ζωή Εκείνου με όλες τις δυνάμεις της ψυχής, που θα επιταθεί στο απόλυτο δυνατό, λόγω της συμμετοχής και του σώματος, μετά την ανάσταση εκ των νεκρών, κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του, δεν προσφέρεται χωρίς προϋποθέσεις. Κι οι προϋποθέσεις αυτές υφίστανται και λειτουργούν κατά το διάστημα της εδώ ζωής. Πρόκειται γι᾽ αυτό που είναι γνωστό ως οδύνη του Σταυρού. Χωρίς την οδύνη αυτή, η ηδονή είναι όνειρο άπιαστο. Διότι ο Σταυρός οδηγεί στην Ανάσταση και τη χαρά. Κι όταν μιλάμε για τον Σταυρό και την οδύνη που περικλείει, εννοούμε τον κόπο και τον πόνο που καταβάλλει κανείς, βεβαίως με την ενίσχυση της χάρης του Θεού, για να σταθεί με υπομονή στις άγιες εντολές του Κυρίου. Αν ο άγιος Βαρθολομαίος, όπως και όλοι οι άγιοι, απολαμβάνει τη δόξα του Παραδείσου, με προοπτικές άπειρης ακόμη αύξησης σ᾽ αυτήν, είναι γιατί θέλησε να υπακούσει στον Κύριο και να τηρήσει το άγιο θέλημά Του. Και η οδύνη αυτή από την υπακοή σ᾽ Εκείνον, που αποκορυφώθηκε στην οδύνη και του σωματικού σταυρού του, μετατράπηκε σε άφατη χαρά και αγαλλίαση, στην υπέρμετρη του πνεύματος ηδονή. Όπως παρεμφερώς σημειώνει και ο υμνογράφος: ῾Το δια Σταυρού μακάριον, ένδοξε, τέλος δεξάμενος, σύμμορφος γεγένησαι των παθημάτων του Διδασκάλου σου, και κοινωνός λαμπρότατος και θείας δόξης αεί, συν Αγγέλοις τούτω παριστάμενος, και αρρήτου φωτός αξιούμενος᾽. Δέχτηκες, ένδοξε, το διά σταυρού μακάριο τέλος και έγινες σύμμορφος με τα παθήματα του Διδασκάλου σου, αλλά και λαμπρότατος κοινωνός της θεϊκής Του δόξας. Γι᾽ αυτό και παρίστασαι πάντοτε μπροστά Του, μαζί με τους αγγέλους, γεμάτος από άρρητο φως. Ταις αυτού αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς.