Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ

 

ΕΛΑΤΕ! ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΤΟΙΜΑ!

«Το τραπέζι είναι στρωμένο. Όλα σερβιρισμένα. Τα πάντα έτοιμα. Οι θέσεις σας σάς περιμένουν». Η φωνή του υπηρέτη του Κυρίου δεν μπορούσε να είναι πιο σαφής. Η παραβολή του Κυρίου δηλαδή για το μεγάλο Δείπνο δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης: είναι τέτοια η επιθυμία Κυρίου του Θεού μας για να έχει τον άνθρωπο κοντά Του, είναι τόσο σφοδρός ο πόθος Του να είναι μαζί μας που ήδη μας έχει θέσει στο τραπέζι της Βασιλείας Του. Κι αν κατανοήσουμε την αλήθεια ότι τελικώς Βασιλεία του Θεού είναι ο ίδιος ο Κύριος – ο ερχομός Του στον κόσμο αποτελεί την είσοδο της Βασιλείας Του -, τότε κατανοούμε ότι η θέση στο τραπέζι Του είναι η θέση μας μέσα στην καρδιά Του, στο κέντρο της ύπαρξής Του – ο καθένας μας είναι ό,τι ανώτερο και ιερότερο για τον Θεό μας. Κι αυτό γιατί; Διότι μας δημιούργησε έτσι ώστε να Τον «επαναλαμβάνουμε» (όσιος Σωφρόνιος). «Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν» Του κάθε άνθρωπος, που θα πει στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου ο Δημιουργός μας «έβλεπε και βλέπει» τον εαυτό Του! Και μπορεί βεβαίως να ανταρτέψαμε και να χάσαμε την υπερβολή της προσφοράς του Πατέρα, γιατί μάλλον δεν καταλάβαμε το μεγαλείο μας, όμως Εκείνος «έκλινεν ουρανούς και κατέβη», έγινε ένας από εμάς, ίδιος μ’ εμάς, για να μας δώσει εκ νέου την ευκαιρία να αποκτήσουμε και πάλι το πεταμένο δώρο: να γίνουμε θεοί με τη χάρη Του. «Ο Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνουμε εμείς θεοί».

Η θέση μας έτοιμη και μας περιμένει. Αλλά εμείς δεν έχουμε... χρόνο. Κι έχουμε απόλυτο «δίκιο»! Αυξήσαμε το βιος μας, τη γη και τα ζωντανά μας, κάναμε δηλαδή επενδύσεις – πώς θα ζήσουμε και θα κυριαρχήσουμε στον κόσμο αυτόν που μας έβαλε ο Δημιουργός μας; Εκείνος δεν είπε: «και κατακυριεύσατε της γης;». Και πιο πολύ: πώς να βρούμε χρόνο αφού παντρευτήκαμε; Ο ίδιος ο Θεός πάλι δεν είπε ότι «δεν είναι καλό να είναι ο άνθρωπος μόνος;» Να λοιπόν, παντρευτήκαμε. Κάναμε υπακοή στο θέλημά Του. Οπότε δεν γίνεται να αφήσουμε μόνο/η τον/τη σύζυγο για κάτι άλλο. Δεν είμαστε απολύτως δικαιολογημένοι; «Σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με!»

Ο Κύριος όμως εξοργίστηκε από τη στάση μας. Μα γιατί; Διότι είμαστε τόσο τυφλοί που δεν καταλαβαίνουμε ότι περιπέσαμε και περιπίπτουμε σε βλασφημία. Τι είναι η βλασφημία; Δεν είναι η αδυναμία ιεράρχησης των προτεραιοτήτων μας; Δεν είναι να βάζουμε πρώτο αυτό που έπρεπε να ακολουθεί και δεύτερο αυτό που από τη φύση του είναι πρώτο; Ποιο είναι το πρώτο; Αυτό που γνωρίζουμε και έχουμε ακούσει χιλιάδες φορές: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλη της διανοίας, εξ όλης της ισχύος»! Να επιδιώκουμε δηλαδή πρώτα τη Βασιλεία του Θεού, τον ίδιο τον Θεό δηλαδή, κι όλα τα υπόλοιπα θα τα βλέπουμε να έρχονται σωρηδόν και με ευλογίες στη ζωή μας! Και στην πράξη τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει να θέτουμε σε προτεραιότητα της ζωής μας το άγιο θέλημα του Θεού, τις άγιες εντολές του Κυρίου, δηλαδή τελικώς την αγάπη προς τον συνάνθρωπό μας. Αυτή είναι η κανονική εργασία μας που μας κινητοποιεί και μας κάνει να βρούμε τη θέση μας στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού, να βρούμε δηλαδή το κέντρο της ύπαρξής μας μέσα στο κέντρο της καρδιάς του Θεού μας.

Η κατανόηση της αλήθειας αυτής εννοείται πως φωτίζει την κανονική αυτή εργασία μας – «εργάζεσθε μη την βρώσιν την απολλυμένην αλλά την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον» - αλλά με προοπτική καθημερινότητας. Τι θέλουμε να πούμε; Η αποδοχή ή η άρνηση της πρόσκλησης του Θεού μας να μένουμε μέσα σ’ Εκείνον και Εκείνος μέσα σ’ εμάς – το βάθος ερμηνείας της παραβολής του μεγάλου Δείπνου – δεν είναι θέμα μίας φοράς. Η κάθε ώρα και η κάθε στιγμή της ζωής μας είναι η ώρα πρόσκλησης του Θεού μας για να είμαστε μαζί Του – έχουμε ανοικτή πρόσκληση. Που θα πει: αδιάκοπα βρισκόμαστε στο κρίσιμο σημείο επιλογής να είμαστε πιστοί ή άπιστοι. Όσο έχουμε χρόνο, δηλαδή όσο διαρκεί η εδώ ζωή μας.

 Η συγκεκριμένη παραβολή του Κυρίου πράγματι δεν μας αφήνει σε ησυχία. Και η απάντηση που Του δίνουμε κάθε φορά κρίνει την όποια θεωρούμενη χριστιανικότητά μας. Χριστιανός πάντως του: πότε ναι και πότε όχι, δεν υπάρχει! Γιατί «ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστι».

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΜΕΓΑΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ: ΓΙΑΤΙ ΚΑΙ ΠΩΣ;

 

- Ο άγιος Σπυρίδων έχει την προσωνυμία θαυματουργός. Είναι τόσα πολλά τα θαύματα που έκανε και συνεχίζει να κάνει – διότι βεβαίως οι άγιοί μας είναι ζωντανοί ως μέλη Χριστού ανήκοντας στη θριαμβεύουσα λεγόμενη Εκκλησία απ’ όπου μας παρακολουθούν και μετέχουν στη ζωή μας – ώστε και η απλή καταγραφή τους θα πήγαινε σε μεγάλη έκταση. Εντελώς ενδεικτικά: θεράπευσε τον ίδιο τον βασιλιά Κωνστάντιο που έπασχε από βαριά ασθένεια· μετέβαλε ένα φίδι σε χρυσάφι προκειμένου να βοηθήσει μια φτωχή γυναίκα, κι αργότερα το επανέφερε στην κανονική του κατάσταση· προσευχήθηκε σε περίοδο ανομβρίας και έβρεξε αμέσως, ενώ σταμάτησε από την άλλη τη μακρά περίοδο βροχών που είχε αρχίσει να δημιουργεί κινδύνους· κατέστρεψε σχέδιο πονηρών εμπόρων σίτου, οι οποίοι πήγαν να δημιουργήσουν τεχνητή κρίση για να πλουτίσουν εις βάρος του απλού λαού· μίλησε με την κεκοιμημένη κόρη του, η οποία πέθανε αιφνιδίως και δεν πρόλαβε να πει σε ποιο σημείο κρατούσε θησαυρό που της είχε εμπιστευθεί κάποια γυναίκα κ.ά.π.

Το ερώτημα βεβαίως είναι σαφές: τι ήταν εκείνο που καθιστούσε τόσο θαυματουργό τον μεγάλο αυτόν άγιο; Ποια «ιδιαιτερότητα» ενδεχομένως είχε που γινόταν δίοδος τέτοιων θαυμαστών καταστάσεων; Η απάντηση είναι απλή και μονολεκτική, ενώ εξαγγέλλεται ποικιλοτρόπως και από την υμνολογία της Εκκλησίας μας. Μέσα του ενεργούσε ο ίδιος ο Κύριος. «Ο Χριστός ενήργει εν αυτώ». Που θα πει: οτιδήποτε θαυμαστό προσφέρει στον κόσμο ένας άγιος, στην πραγματικότητα είναι προσφορά του ίδιου του Θεού, ο Οποίος βρίσκει την καθαρή καρδιά ενός πιστού Του - δηλαδή την καρδιά τη γεμάτη αγάπη στον συνάνθρωπο - για να λειτουργεί ως το χέρι Του και ως «βοηθός» Του. Ο Θεός μας χαίρεται να προσφέρεται στον άνθρωπο κυρίως μέσω των ανθρώπων. Κι ένας τέτοιος άνθρωπος του Θεού, ευλογία κυριολεκτικά για όλον τον κόσμο σε όλες τις εποχές, είναι ο αγαπημένος άγιος Σπυρίδων.

- «Ο Χριστός ενήργει εν τω αγίω Σπυρίδωνι», ώστε να καταστεί αυτός μέγας θαυματουργός άγιος. Και μπόρεσε να βρει δίοδο μέσα του, λόγω της καθαρής του καρδιάς της γεμάτης από έλεος και ευσπλαγχνία, που σημαίνει ότι εκείνο που θέτει εμπόδιο στην έλευση του Κυρίου μέσα μας είναι αποκλειστικά και μόνον ο εγωισμός μας, δηλαδή η αμαρτία μας. Κι είναι ευνόητο: πώς σε μια καρδιά γεμάτη από το εγώ, το οποίο λειτουργεί πάντοτε με κατακτητικό τρόπο που δεν αφήνει τίποτε άλλο δίπλα του, θα μπορέσει να συνυπάρξει ή να ’βρει λίγο χώρο η χάρη του Θεού; «Εγώ» και «χάρη Θεού» είναι αντιθετικές πραγματικότητες, κατά τον αψευδή λόγο του Κυρίου, «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν».

Και η Εκκλησία μας έρχεται και μας παίρνει από το χέρι για να μας πάει σε βαθύτερα επίπεδα του εσωτερικού κόσμου του αγίου Σπυρίδωνα. Κυριάρχησε ο Χριστός μέσα στην καρδιά του αγίου εξορίζοντας τον νοσηρό εγωισμό του, έγινε δηλαδή «καταγώγιον θείου Πνεύματος», διότι «εγένετο έμπλεως αποστολικής διδασκαλίας» και  έζησε «δι’ εναρέτου πολιτείας». Να λοιπόν το «μυστικό» της πνευματικής ζωής του αγαπημένου αυτού αγίου: Στράφηκε με δύναμη ψυχής – ενισχυόμενος προφανώς από τη χάρη του Θεού – στην αληθινή εικόνα του Χριστού που κηρύσσει η αποστολική εκκλησιαστική παράδοση, και αγωνίστηκε, όση αυτώ δύναμις, να τηρήσει τις άγιες εντολές Εκείνου.  Αλήθεια πίστεως της Εκκλησίας και ενάρετη ζωή. Όπου υπάρχει η έφεση στα δύο αυτά, εκεί έχουμε Πνεύμα Θεού, εκεί έχουμε αγιότητα, εκεί λοιπόν κηρύσσεται ορθά ο Θεός και προσφέρονται ιάματα ψυχής και σώματος σε όλους τους ανθρώπους.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«Ο άγιος Σπυρίδων άκμασε επί της βασιλείας Κωνσταντίνου του μεγάλου και Κωνσταντίου του υιού του. Ήταν στον τρόπο απλός και στην καρδιά ταπεινός. Απαρχής ήταν ποιμένας προβάτων, έπειτα παντρεύτηκε και μετά τον θάνατο της γυναίκας του καταστάθηκε επίσκοπος. Τόσο πολύ του δόθηκε από τον Θεό η χάρη των ιαμάτων, ώστε τα θαύματα έγιναν γι’ αυτόν η επωνυμία του. Πράγματι: σε εποχή ξηρασίας έφερε βροχή, και πάλι εμπόδισε τη μεγάλη βροχή με την προσευχή του. Άλλη φορά, διέλυσε σχέδιο σιτοκαπήλων, που μελέτησαν να φέρουν πείνα, με το να πέσουν οι αποθήκες τους που είχαν το σιτάρι. Ένα φίδι το μετέβαλε σε χρυσάφι, που το έδωσε σε πτωχό.  Μετά το ξεπέρασμα της συμφοράς από τον πτωχό, πάλι το χρυσάφι το αποκατέστησε σε φίδι. Κράτησε επίσης ρεύματα ποταμών, ενώ μία πόρνη που τόλμησε να τον αγγίξει, αφού είπε τα σχετικά με τη ζωή της, την έπεισε  να εξομολογηθεί. Αυτούς που μεγαλοφρονούσαν για τη συλλογιστική τους δεινότητα τους έκλεισε το στόμα στη Σύνοδο της Νικαίας με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος. Και σε μια γυναίκα  που ζητούσε θησαυρό που είχε δώσει προς φύλαξη στην κόρη του αγίου, η οποία όμως είχε πεθάνει, πήγε στον τάφο της και την ρώτησε πού είχε κρύψει τα χρήματα, κι αφού το έμαθε, τα έδωσε στην κάτοχο  αυτών. Απάλλαξε επίσης  και τον βασιλιά Κωνστάντιο από μία ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε, ενώ ανάστησε και το παιδί μιας γυναίκας. Επιπλέον, έλεγξε και εκείνον που ήθελε από πλεονεξία να πάρει μία αίγα του, ενώ η αίγα πήγαινε πίσω προς τη μάνδρα της, θέλοντας να φύγει από εκείνον που την τραβούσε με τη βία. Όταν όμως πλήρωσε την τιμή της, έμεινε μαζί με τις άλλες που είχε αγοράσει ο άνθρωπος. Θεράπευσε μάλιστα και την αφωνία του Διακόνου, ο οποίος ενώ ήταν να πει μία μικρή ευχή, αυτός λόγω κενοδοξίας την έκανε μεγάλη, και αμέσως έχασε τη φωνή του. Στον άγιο φάνηκαν άγγελοι να τον υπηρετούν, λέγοντας «Και τω πνεύματί σου», όταν εκφωνούσε το «ειρήνη πάσι». Κι όταν άναψαν οι υπηρέτες λίγα φώτα με τα καντήλια, κάτι που έκανε τον όσιο να δυσανασχετήσει, εκείνοι έλεγαν ότι βρίσκονται λίγοι πιστοί στην Εκκλησία κι έτσι δεν χρειάζονται περισσότερα φώτα, φανερώθηκε όμως στον άγιο από τον Κύριο, ότι είχε θεατές περισσότερο αγγέλους που έψελναν μαζί του στις ευχές. Από την άλλη, ποιους δεν θα εκπλήξει το θαύμα της ξαφνικής ανάβλυσης λαδιού κατά τον εσπερινό, όταν λόγω ένδειάς του το φως ήταν λιγοστό; Από πρόγνωση θεϊκή, ανέφερε τα μέλλοντα σε πολλούς. Και τον επίσκοπο Τριφύλλιο, που στρεφόταν στα ωραία της ζωής αυτής, τον νουθέτησε και τον έπεισε να ποθεί τα μέλλοντα αγαθά. Και τη γυναίκα που είχε πέσει στο αμάρτημα της μοιχείας και δεν ήθελε να εξομολογηθεί το αμάρτημά της, προσπαθώντας μάλιστα να πείσει τον άντρα της κατά τη γέννα ότι το παιδί ήταν δικό του, μολονότι αυτός έλειπε στη θάλασσα είκοσι μήνες και συνεπώς δεν είχε σχέσεις μαζί της, την επιτίμησε και την παρέδωσε σε θάνατο. Κατά το θέρος, που έκαιγε ο ήλιος, η κεφαλή του αγίου φαινόταν γεμάτη από δροσιά, δείγμα ότι ο Θεός φανέρωνε την τιμή που θα γινόταν στο μέλλον σ’ αυτόν. Πόσο δε ήταν συμπαθής και γεμάτος αγάπη προς τους ανθρώπους, φανέρωσε αυτό που συνέβη με εκείνους που επιχείρησαν να κλέψουν τα δικά του πρόβατα. Διότι όχι μόνον τους απάλλαξε από αυτό που έπαθαν, που κρατήθηκαν ακίνητοι με αόρατο τρόπο, αλλά τους ελευθέρωσε, δίνοντάς τους και από ένα κριάρι, με την εξήγηση ότι δεν έπρεπε να θεωρηθεί μάταια η αγρύπνια τους. Ο άγιος Σπυρίδων λοιπόν αφού κατεύθυνε καλά το ποίμνιο που του εμπιστεύθηκε ο Θεός, μετατάχθηκε στην πολιτεία και τη διαγωγή των αγγέλων. Τελείται δε η σύναξή του στο αποστολείο του Αγίου και κορυφαίου Πέτρου, που ήταν κοντά στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».

Πριν λίγες μόνο ημέρες εορτάσαμε τον μεγάλο άγιο, Νικόλαο τον θαυματουργό. Η θαυματουργία του αποτελούσε και αποτελεί την προσωνυμία του, δεδομένου ότι κάθε ένας που και μόνο θα επικαλεστεί το όνομά του, θα τον βρει πρόθυμο συμπαραστάτη του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον επίσης μεγάλο σημερινό άγιο, όπως άλλωστε αναφέρει και το συναξάρι του: «επωνυμίαν αυτώ γενέσθαι τα θαύματα». Ο Θεός τον θαυμάστωσε με το ίδιο χάρισμα, διότι αγάπησε με πάθος, όπως λέει ο υμνογράφος του, τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, γενόμενος έτσι δίοδος που φανερώνεται η Βασιλεία του Θεού. «Τω πόθω τρωθείς Χριστού, ιερώτατε…θυσιαστήριον θείον γενόμενος». Είναι τέτοιο το χάρισμα θαυματουργίας του αγίου, ώστε στο απολυτίκιό του ο υμνογράφος σ’ αυτό επικεντρώνει την προσοχή μας: «…και θαυματουργός (ανεδείχθης), θεοφόρε, Σπυρίδων, πατήρ ημών».

Ο άγιος δεν ανήκει στους διδασκάλους της Εκκλησίας, σε εκείνους δηλαδή, σαν τον άγιο Αθανάσιο, σαν τον άγιο Βασίλειο, σαν τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, που σε συγκεκριμένη κρίση που πέρασε αυτή λόγω κάποιας αίρεσης, φωτίστηκαν από τον Θεό για να δώσουν απάντηση. Ανήκει όμως στους Πατέρες της, που κύριο γνώρισμά τους έχουν την εμπειρία του Θεού και συνεπώς τη γνώση που δίνει αυτή η εμπειρία. Έτσι ο άγιος Σπυρίδων με αυτήν την εκ Θεού εμπειρική γνώση του – απόρροια της ορθής μετοχής του στην Αποστολική Παράδοση («αποστολικής διδασκαλίας γενόμενος έμπλεως») – μπόρεσε να συμβάλει και αυτός με τον δικό του απλό τρόπο στην υπέρβαση της κρίσης που προκαλούσε στην εποχή του ο Αρειανισμός. «Εν τη του Πνεύματος αίγλη καταλαμπόμενος, το ζοφερόν καθείλεν ο σοφός Ιεράρχης Αρείου το ληρώδες∙ όθεν απλώς δογματίσας Τριάδα πιστώς, υπό σοφών εδοξάσθη και συνετών, και την σύνοδον εκύρωσεν» (Καταλαμπόμενος από το φως και τη δόξα του αγίου Πνεύματος, κατέστρεψε ο σοφός Ιεράρχης την τρέλα του Αρείου. Γι’ αυτό, αφού δογμάτισε με απλό τρόπο και με πίστη την αγία Τριάδα, δοξάσθηκε από τους σοφούς και τους συνετούς Πατέρες, και έδωσε κύρος στη Σύνοδο).  Το περιστατικό στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325) – που φέτος εορτάζουμε τα 1700 από τη σύγκλησή της – κατά το οποίο σηκώθηκε και έκανε θαύμα με ένα κεραμίδι, για να δείξει ότι η αγία Τριάδα είναι τρεις υποστάσεις αλλά έχει μία φύση ή ουσία, είναι γνωστό σε όλους. Ο λόγος του δηλαδή μπορεί να μην επαρκούσε με τη χρήση αποδεικτικών επιχειρημάτων, η αλήθεια όμως που ζούσε βρήκε τρόπο να εκφραστεί: το κεραμίδι ήταν ένα, αλλά αναλύθηκε στα εξ ων συνετέθη: το χώμα, το νερό, τη φωτιά που έψησε τον πηλό.

Δεν θα επιμείνουμε στις αρετές του – καρπό της χάρης του Θεού λόγω της αγάπης του προς Εκείνον: την πραότητά του, την ακακία του, τη μεγάλη του ταπείνωση. Αυτές θα αποτελούν πάντοτε τα προσανατολιστικά στοιχεία των πιστών κάθε εποχής, ιδίως της δικής μας, που έχουν περισσέψει η οργή και τα νεύρα, η κακία, η αλαζονεία και η υπερηφάνεια. Εκείνο όμως που δεν θέλουμε να το αφήσουμε στη λήθη, είναι ένα από τα θαύματά του, που αναφέρεται παραπάνω και στο συναξάρι του, και που νομίζουμε ότι έχει άμεση αναφορά και στη γενικότερη κρίση που περνά η πατρίδα μας και σύνολη τελικά η ανθρωπότητα. Πρόκειται για το σχέδιο των εμπόρων σίτου, που θέλησαν να προκαλέσουν μία τεχνητή κρίση, ώστε να αυξήσουν τις τιμές του σίτου, συνεπώς  να αυξήσουν τα πλούτη τους εις βάρος του πτωχού λαού. Ο άγιος κατάλαβε αμέσως την πονηρία των εμπόρων και επενέβη: οι αποθήκες με το σιτάρι κατέπεσαν, το πονηρό σχέδιο διαλύθηκε.

Η αντιστοιχία με τη σημερινή, και όχι μόνον, εποχή είναι πασιφανής: η κάθε κρίση, διαχρονικά πια, φαντάζει  τεχνητή. Τράπεζες και «εγκληματίες της οικονομίας», όπως έχουν χαρακτηριστεί, – τέτοιοι «εγκληματίες» δεν ήσαν την εποχή του αγίου οι έμποροι σίτου; - θεωρούν ότι μόλις βρεθεί η κατάλληλη στιγμή να προκαλέσουν κάποια αναταραχή, επεμβαίνουν προκειμένου να καρπωθούν τεράστια κέρδη για το αποκλειστικό συμφέρον τους. Και βεβαίως οι χώρες που συνήθως την «πληρώνουν» καθώς λέμε, είναι οι πιο αδύναμες και μικρές χώρες, όπως συμβαίνει και με τη δική μας πατρίδα. Κι οι κρίσεις αυτές, που ταυτοχρόνως βεβαίως αποκαλύπτουν την ηθική και πνευματική κρίση που ζούμε, δεν έχει όριο και «πάτο». Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει τελειωμό η αρπακτικότητα των «γερακιών» των μεγάλων χωρών και των κολοσσών που ορίζουν τα τεκταινόμενα στην παγκόσμια «σκακιέρα».

Όμως η Εκκλησία μας έχει κι άλλα όπλα, πέραν των οικονομικών θεωριών και των όποιων σπασμωδικών κινήσεων. Τα όπλα της πίστεως, το «βαρύ πυροβολικό» των αγίων μας. Και τέτοιο όπλο είναι και ο άγιος Σπυρίδων – το απέδειξε στην εποχή του περίτρανα. Τι θα ήταν εμπόδιο στον άγιο, με την παρρησία που έχει ενώπιον του Θεού και με τη βοήθεια και των άλλων αγίων, να βοηθήσει και να βοηθάει πάντοτε στην υπέρβαση της όποιας κρίσεως; Τίποτε, πλην ενός: την πίστη και τη μετάνοια των ίδιων των ανθρώπων. Κι εκεί συνήθως προσκρούει η φαινομενική «απραξία» των αγίων: δεν κινητοποιούμαστε σε μετάνοια˙ δεν στρεφόμαστε με πίστη στον μόνον δυνάμενον σώζειν, τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο Οποίος ακριβώς αναμένει τη βαθιά καρδιά μας για να επέμβει. Δεν φαίνεται όμως κάτι τέτοιο, εκτός ολίγων μόνο περιπτώσεων, οπότε μας αφήνει στις εγωιστικές επιλογές μας, «σχεδιάζοντας» όμως και από αυτές άλλον τρόπο θεραπείας μας – η αγάπη Του δεν εξαντλείται, γιατί είναι άπειρη.

Οπότε, για πιο δραστικές και άμεσες λύσεις το ερώτημα παραμένει ανοικτό: έχουμε διάθεση να μετανοήσουμε; Έχουμε την ταπείνωση να πιστέψουμε ότι η λύση βρίσκεται έξω από τα δικά μας «λογικά» χέρια ή τους όποιους «ευφυείς» προγραμματισμούς μας; Προφανώς την εποχή του αγίου Σπυρίδωνα υπήρχαν οι καρδιές που ανήκαν στον Κύριο, γι’ αυτό και η προσευχή του κλόνισε και κατέστρεψε τα σχέδια των ανόμων. Σήμερα όμως;

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΔΑΝΙΗΛ Ο ΣΤΥΛΙΤΗΣ

«Ο όσιος Δανιήλ έζησε επί Λέοντος του μεγάλου βασιλιά, του Μακέλλη, ορμώμενος από τη Μεσοποταμία, από την περιοχή  των Σαμοσάτων, από κώμη που ονομαζόταν Μαρουθά, και οι γονείς του  ονομάζονταν Ηλίας και Μάρθα. Μετά τον πέμπτο χρόνο της ηλικίας του, οι γονείς του τον έβαλαν σε μοναστήρι, όπου διέπρεψε στην ασκητική ζωή. Όταν ήδη είχε προκόψει στην άσκηση, πήγε προς τον όσιο Συμεών τον στυλίτη και ευλογήθηκε από αυτόν. Κατά θεία αποκάλυψη, ήλθε στα μέρη της Θράκης, κοντά στο Βυζάντιο, στην περιοχή του Ανάπλου. Εκεί κλείστηκε σε κάποιο ειδωλολατρικό ναό και υπέστη πολλούς δαιμονικούς πειρασμούς. Έπειτα ανέβηκε σε κίονα, δείχνοντας πολλή άσκηση και υπομονή, σε ζέστη και σε κρύο, εκτεθειμένος στις προσβολές των ανέμων. Έκανε λοιπόν πολλά θαύματα, τόσο που η φήμη της αρετής του έφτασε και στον βασιλιά Λέοντα, όπως και στον μετά από αυτόν Ζήνωνα και τον τύραννο Βασιλίσκο. Αυτοί επισκέφτηκαν και προσκύνησαν τον άγιο, ο οποίος τους προανήγγειλε αυτά που επρόκειτο να συμβούν, και έτσι βοήθησε την αγία Εκκλησία, που πολεμείτο από τους αιρετικούς. Έζησε τη ζωή του με τρόπο όσιο και άμεμπτο και εξεδήμησε προς τον Κύριο. Τελείται η σύναξή του στην περιοχή του Ανάπλου».

Το Άγιον Όρος θεωρείται και είναι η αναφορά των ορθοδόξων ανά τα πέρατα της Οικουμένης. Μπορεί να ακούγεται ότι και εκεί υπάρχει πολύ γήινο στοιχείο, δεν παύει όμως να προσφέρει, σ’ εκείνους που θα θελήσουν,  όλες τις προϋποθέσεις για υπέρβαση των παθών τους, για κάθαρση της καρδιάς τους, για έλλαμψη θείου φωτός στην ύπαρξή τους. Αν μη τι άλλο, θεωρείται το Όρος τόπος άσκησης και αγιασμού, που στο διάβα των αιώνων γέννησε και ανέδειξε μεγάλους οσίους, οι οποίοι αποτελούν καύχημα της Εκκλησίας. Το Άγιον Όρος έτσι λειτούργησε και λειτουργεί ως σημείο προσανατολισμού, ως εικόνα που παραπέμπει πάντοτε στις αγιασμένες μορφές του, κατανύσσοντας τις καρδιές όλων των καλοπροαιρέτων ανθρώπων. Ποιος για παράδειγμα, ακούγοντας γι’ αυτό – δεν μιλάμε για εκείνους που έχοντας «χαλασμένο» νου διαστρεβλώνουν τα πάντα, παίρνοντας αφορμή από πραγματικά ή φανταστικά σενάρια σκανδάλων – δεν φέρνει στο μυαλό του μορφές σαν των οσίων Παϊσίου, Πορφυρίου, Εφραίμ του Κατουνακιώτη; Όρος Άγιον: «αρκεί το βλέπειν σε και το ακούειν περί σου» για να δώσεις όραμα και ώθηση αναγωγής στην ψυχή του κάθε πιστού!

Γιατί η αναφορά στο Άγιον Όρος σήμερα, που γιορτάζουμε τον όσιο Δανιήλ τον στυλίτη; Για τον απλούστατο λόγο ότι και οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, προβάλλοντας τον όσιο, τον χαρακτηρίζουν ως «όρος Άγιον της Εκκλησίας του Χριστού» - έναν χαρακτηρισμό που τον βλέπουμε κατεξοχήν σε πολλά θεοτοκία  της υμνολογίας για την Υπεραγία Θεοτόκο. Που σημαίνει εν προκειμένω για τον άγιο στυλίτη: όπως το επίγειο Άγιον Όρος ανεβάζει την ψυχή του ανθρώπου και μόνο με τη μνήμη του ή την όρασή του, το ίδιο και περισσότερο προκαλείται ο πιστός να ανέβει πνευματικά και μόνο με το άκουσμα του ονόματος του οσίου Δανιήλ. Γιατί; Διότι ο όσιος, κατά τον υμνογράφο του, είναι ο τύπος του ασκητή, του πνευματικού αθλητή, του προθυμότατου αγωνιστή, του εμπειρότατου ιατρού. «Τι να σε ονομάσουμε Δανιήλ; Ασκητή, γιατί τα πάθη σου τα υπέταξας στον νου∙ αθλητή, γιατί έδειξες υπομονή σε κάθε σκληραγωγία∙ στύλο που υψώθηκε από τη γη προς τον ουρανό, στερεωμένο στην πέτρα της αλήθειας∙ αγωνιστή προθυμότατο και ιατρό εμπειρότατο».

Ο υμνογράφος, ο άγιος Ιωσήφ, διευκρινίζει ακόμη περισσότερο τον χαρακτηρισμό του ως «όρους αγίου»: ο όσιος, υπερβαίνοντας τα πάθη του διά της εγκρατείας που επέδειξε,  έφθασε στο όρος της αληθινής απάθειας, συνεπώς, κατά την υπόσχεση του ίδιου του Κυρίου, έγινε κατοικητήριο Εκείνου, ο Οποίος ζει στην κεκαθαρμένη καρδιά του ανθρώπου. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». «Αφού έσχισες στα δύο  την θάλασσα των παθών, Πάτερ,  με το ραβδί της εγκράτειας, την διάβηκες,  χωρίς να καταποντιστείς σ’ αυτήν, και έφτασες στο όρος της αληθινής εγκράτειας και μίλησες με τον Θεό διά της καθαρότητας του νου σου». Ο παραλληλισμός είναι σαφέστατος: ο όσιος παρομοιάζεται με τον Μωυσή, ο οποίος κατ’ εντολή του Θεού κτύπησε με το ραβδί του την ερυθρά θάλασσα, ανοίχτηκε αυτή στη μέση, διάβηκε ο λαός του Ισραήλ, ανέβηκε έπειτα ο Μωυσής στο όρος Χωρήβ για τις δέκα εντολές.

Το ιδιαιτέρως αξιοπρόσεκτο στοιχείο του ύμνου, το οποίο έρχεται και επανέρχεται σε όλη σχεδόν την ακολουθία του οσίου, είναι το γεγονός ότι ο   όσιος Δανιήλ υπερέβη τα πάθη του και ανέβηκε στον Θεό με το ραβδί της εγκρατείας. Την εγκράτεια του οσίου Δανιήλ προβάλλει και τονίζει διαρκώς ο άγιος Ιωσήφ, διότι δι’ αυτής πορεύτηκε σε όλη τη ζωή του ο όσιος, αποδεικνύοντας ότι τον νου και την καρδιά του τα είχε μεταθέσει στον Κύριο: μόνον ο «κολληθείς τω Κυρίω» μπορεί να εγκρατευτεί, με την έννοια ακριβώς να περιορίσει την εμπαθή προσκόλλησή του στον κόσμο τούτο.  «Χαλίνωσες, Πάτερ, τις ορέξεις και τις ορμές των παθών, με τους κόπους της εγκράτειας».

Την αρετή της εγκρατείας, που συνιστά καρπό της παρουσίας του αγίου Πνεύματος («ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν…εγκράτεια»), έχουμε ιδιαιτέρως ανάγκη και εμείς σήμερα, σε εποχή που ο κόσμος με τα θέλγητρά του έχει γίνει σχεδόν η αποκλειστική πηγή ζωής του ανθρώπου, δυστυχώς και του χριστιανού. Αλλά το πράγμα είναι πολύ καθαρό και το τονίζει και η ζωή του οσίου Δανιήλ: δεν μπορεί κανείς να πλησιάσει τον Θεό, δεν μπορεί να ανεβεί λίγο πνευματικά, δεν μπορεί δηλαδή να γευτεί τον Χριστό, χωρίς τη γενική αρετή της εγκρατείας. Στον βαθμό που αρχίζουμε να χαλιναγωγούμε τις ορέξεις μας: στις πράξεις, στα λόγια μας, στις επιθυμίες και τους λογισμούς μας, θα αρχίσουμε να γινόμαστε αληθινοί χριστιανοί. Ειδικά, ενόψει της εορτής των Χριστουγέννων, θα λέγαμε ότι τούτο αποτελεί μονόδρομο.

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2025

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΗΝΑΣ Ο ΚΑΛΛΙΚΕΛΑΔΟΣ, ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ ΚΑΙ ΕΥΓΡΑΦΟΣ

«Ο άγιος μάρτυς Μηνάς ήταν κατά τους χρόνους του βασιλιά Μαξιμίνου (235). Επειδή δε ακολούθησε ταραχή στους Αλεξανδρινούς για πράγματα της πόλης τους («κοινά»), και διότι στερεωνόταν πάλι το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Χριστού, στάλθηκε από τον βασιλιά ο άγιος Μηνάς, προκειμένου να διαλύσει τις μάχες και ταραχές των πολιτικών πραγμάτων και να φιλιώσει εκείνους στους οποίους υπήρχε έχθρα μεταξύ τους˙ κι ακόμη, προκειμένου να διώξει από την Αλεξάνδρεια το κήρυγμα του Ευαγγελίου με την τέχνη των λόγων του, επειδή ήταν εκπαιδευμένος με κάθε σοφία και γυμνασμένος στη ρητορική τέχνη ως Αθηναίος που είχε ζήσει στην Αθήνα, οπότε και ήταν έμπειρος από την ευγλωττία των Αθηναίων. Ήλθε λοιπόν στην Αλεξάνδρεια και τις μεν ταραχές των πολιτών τις διέλυσε και χάρισε στην πόλη την ειρήνη σε όλα, το δε κήρυγμα του Χριστού όχι μόνον δεν το δίωξε από αυτήν, αλλά κατεξοχήν κατέπεισε τους χριστιανούς, όσοι το δέχτηκαν, να το κρατούν με πιο βέβαιο τρόπο. Επιπρόσθετα, με τη δύναμη των λόγων του και με τα σημεία και θαύματά του έκανε όλη την πόλη της Αλεξάνδρειας να πιστέψουν στον Χριστό. Όταν έμαθε ο βασιλιάς αυτά που έκανε ο Μηνάς, αποστέλλει εκεί τον έπαρχο Ερμογένη, για να πείσει τον Μηνά να αποβάλει την πίστη του Χριστού, κι αν δεν πειστεί να τον θανατώσει με διάφορα βασανιστήρια. Βλέποντας λοιπόν ο Ερμογένης τον άγιο Μηνά ότι αντέκρουε τα λόγια του και δεν πειθόταν να αρνηθεί τον Χριστό, πρώτα μεν γδέρνει το δέρμα κάτω από τα πόδια του κι έπειτα του βγάζει τα μάτια, και τρίτον κόβει τη γλώσσα του.

Επειδή όμως είδε ότι και τα πόδια και οι οφθαλμοί και η γλώσσα του γιατρεύτηκαν παράδοξα από τον Θεό, ενώ είδε και δύο αγγέλους που σκέπαζαν την κεφαλή του, γι’ αυτό μεταστράφηκε κι αυτός και πίστεψε στον Χριστό, οπότε έλαβε το βάπτισμα από τον άγιο Μηνά. Κι όχι μόνο τούτο, αλλά και το αξίωμα της αρχιερωσύνης έλαβε από τους επισκόπους που είχαν συναχθεί εκεί. Τα έμαθε ο βασιλιάς κι έστειλε και τους έφερε. Και του μεν αγίου Ερμογένους πρόσταξε να λογχεύσουν την κοιλιά και να του κόψουν τα χέρια και τα πόδια και να τον βάλουν πάνω σε σχάρα πυρακτωμένη, το δε υπόλοιπο σώμα του πρόσταξε να το ρίξουν στον ποταμό. Τον δε άγιο Μηνά πρόσταξε να κρεμάσουν σε ένα σκοτεινό τόπο και από τα πόδια του να κρεμάσουν πέτρα πολύ βαριά. Αφού γίνανε όλα αυτά σύμφωνα με την προσταγή του βασιλιά, οι άγιοι διαφυλάχτηκαν σώοι και αβλαβείς από θείους αγγέλους, οπότε πάλι παραστάθηκαν στον βασιλιά και εκ νέου τον έλεγξαν ως ασεβή.

Τότε ο άγιος Εύγραφος που ήταν γραμματέας του αγίου Μηνά, με θάρρος ομολόγησε τον Χριστό και είπε πολλά λόγια κατά του βασιλιά υβρίζοντάς τον φανερά. Εκείνος δε μη υποφέροντας τον έλεγχο και το να νικηθεί από τα λόγια του αγίου, εξοργίστηκε. Γι’ αυτό γύμνωσε το μαχαίρι του, τον μαχαίρωσε και τον θανάτωσε. Το ίδιο με τον άγιο Εύγραφο φονεύτηκαν με μαχαίρια και οι άγιοι Μηνάς και Ερμογένης από τους υπηρέτες του βασιλιά. Τα τίμια λείψανά τους διακομίστηκαν στην Κωνσταντινούπολη κατά θεϊκή προσταγή και ενταφιάστηκαν στον τόπο εκείνο όπου και τώρα βρίσκονται και ενεργούν άπειρα θαύματα. Κι αυτό γιατί ο άγιος Μηνάς ζήτησε τούτο από τον Θεό, το να διακομισθούν δηλαδή στην Κωνσταντινούπολη και να ενταφιαστούν μαζί τα ιερά τους λείψανα» (Οσίου Νικοδήμου Αγιορείτου, Συναξαριστής, σε απόδοση νεοελληνική).

Δεν ήταν απλοί άνθρωποι οι άγιοι αυτοί τρεις μάρτυρες, κατά το συναξάρι τους: μέγας σοφός και ρήτωρ ο άγιος Μηνάς της ακολουθίας του βασιλιά, έπαρχος με μεγάλη διοικητική θέση ο Ερμογένης, γραμματέας του αγίου Μηνά ο Εύγραφος. Και τι βλέπουμε; Η αγία ζωή του μεγάλου Μηνά, φανερούμενη από τη δύναμη των λόγων του και επιβεβαιούμενη από το φοβερό μαρτύριό του, να οδηγεί στη χριστιανική πίστη τον έπαρχο Ερμογένη, ενώ να ισχυροποιεί και την πίστη του γραμματέα του Ευγράφου, ώστε να φτάσει κι αυτός στο χαρισματικό σημείο της ομολογίας του Χριστού και του μαρτυρίου του υπέρ Αυτού. Κι ενώ προηγείτο ο άγιος Μηνάς των άλλων, όμως ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ τους θέτει ακριβώς σε ίση μοίρα, γιατί το αποτέλεσμα είναι εκείνο που «μετράει» ενώπιον του Κυρίου. «Καθώς ανατείλατε νοητά σαν πολύφωτα αστέρια στο στερέωμα της Εκκλησίας, φωτίζετε όλη την κτίση, καλλίνικοι μάρτυρες με το φως των αγώνων σας και τις λάμψεις των θαυμάτων σας» (στιχ. εσπ.). Κι έχουμε την εντύπωση ότι εκείνο που κάνει τον άγιο υμνογράφο να επιμένει στη διακριτική  ισοτιμία και των τριών είναι αφενός η μεγάλη χάρη που δέχτηκαν ώστε να μαρτυρήσουν για τον Κύριο, διότι «ημίν εχαρίσθη ου μόνον το εις Χριστόν πιστεύειν αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν» κατά τον μέγα Παύλο, αφετέρου το αίτημα του αγίου Μηνά ώστε να μη χωριστούν οι άγιοι ακόμη και μετά το μαρτυρικό τους τέλος.

Οι «τομές» βέβαια στις οποίες προβαίνει ο άγιος Ιωσήφ από το μαρτύριο των αγίων μαρτύρων είναι πολύ σημαντικές, καθώς μας αποκαλύπτει τη «λειτουργία» της πίστεως μέσα στην καρδιά τους, γεγονός που έκανε όπως είναι γνωστό και τον μέγα σύγχρονο όσιο Πορφύριο τον καυσοκαλυβίτη να ομολογεί ότι έμαθε τα μυστικά της πνευματικής ζωής από τη μελέτη των ακολουθιών των υμνογράφων της Εκκλησίας. Για παράδειγμα:

«Εξαγγέλλοντας τους φωτεινούς νόμους του Κυρίου, την ίδια ώρα που άνομα σου έβγαζαν τα μάτια, Μηνά, υπέφερες (τα βάσανα) γιατί είχες τους οφθαλμούς της καρδιάς σου στραμμένους αταλάντευτα προς το άδυτο φως του Θεού» (ωδή δ΄) («Νόμους διαγγέλλων φωταυγείς, ανόμως σου τα όμματα εκκεντηθείς, Μηνά, υπήνεγκας καρδίας τους οφθαλμούς προς το φως το άδυτον έχων εμμελώς αποσκοπούντας»). Του έβγαζαν τα μάτια, γιατί κήρυσσε τον λόγο του Θεού, κι εκείνος μπορούσε με τη χάρη του Θεού να υπομένει, με τον μόνο τρόπο που υπερβαίνονται τα όποια βάσανα και μαρτύρια: την απόλυτη και επίμονη στροφή της καρδιάς προς το φως του Χριστού. Η καρδιά δηλαδή είναι εκείνη που δίνει τον τόνο στον άνθρωπο. Καρδιά στραμμένη προς τον Χριστό (με απόφαση θανάτου) δέχεται ό,τι έχει υποσχεθεί ο Κύριος: τη δύναμή Του και τη χάρη Του. «Σου αρκεί η χάρη μου» είπε και στον απόστολο Παύλο ο Κύριος, όταν εκείνος μη αντέχοντας σωματική νόσο παρεκάλεσε για τη θεραπεία του.

«Αναζητώντας τα ίχνη της νέκρωσης (του Πάθους) του ζωντανού Κυρίου, Μηνά θαυμαστέ, σου βγάζουν τα πέλματα των ποδών σου, και συντρίβεις την κάρα του τυράννου εχθρού. Κι αυτό γιατί στήριζες τα πόδια σου στην ασφαλή οδό του μαρτυρίου, μάρτυς, με γενναιότητα μεγάλη» (ωδή γ΄) («Νέκρωσιν του ζώντος ανισχνεύων Δεσπότου, Μηνά θαυμαστέ, εκπελματούσαι, και την κάραν του τυράννου συντρίβεις εχθρού, ερείδων τους πόδας σου εις ασφαλή μαρτυρίου οδόν, μάρτυς, ανδρικώτατα»). Μέσα στο ίδιο ακριβώς πνεύμα ο άγιος υμνογράφος «βλέπει» τον αγώνα του αγίου Μηνά: τον έγδερναν κι εκείνος χαίρων πατούσε στον στέρεο δρόμο του μαρτυρίου. Γιατί ήταν προσανατολισμένος σε ό,τι είχε επιλέξει να ακολουθεί: τον Κύριο Ιησού Χριστό. Αυτό δεν μας λένε και οι άγιοι απόστολοι για το ποιος είναι αληθής χριστιανός; Όποιος ακολουθεί τα χνάρια του Κυρίου. «Μας άφησε τύπο και υπογραμμό ο Κύριος» σημειώνει ο άγιος Πέτρος, «προκειμένου να ακολουθήσουμε τα χνάρια Του». Η επιμονή όμως στην ακολουθία του Κυρίου, έστω και μέσα από τον θάνατο, φέρνει και το άμεσο αποτέλεσμα: τη συντριβή του πονηρού διαβόλου και των τυράννων οργάνων του. Μένει δηλαδή κανείς σταθερός στον μαρτυρικό δρόμο της πίστεως και όλα τα ενάντια συντρίβονται. Ο άγιος χριστοποιείται και οι δαίμονες εξαφανίζονται.

Ό,τι συνέβαινε όμως στον άγιο Μηνά το ίδιο, σημειώνει ο άγιος Ιωσήφ, συνέβη πια και με τους άλλους αγίους μάρτυρες: «Αγαπώντας τη θεϊκή δόξα και ποθώντας την ομορφιά του Θεού, Μάρτυρες, κάνατε πέρα τα ωραία του βίου αυτού και κάθε σπουδαία εξουσία, οπότε μέσα από τον θάνατό σας βρήκατε την αιώνια ζωή» (ωδή α΄) («Την θεία στέργοντες εύκλειαν, Θεού της καλλονής εφιέμενοι, του βίου τερπνά απώσασθε, πάσαν τε δυναστείαν περιφανή, και διά θανάτου ατελεύτητον ζωήν, Μάρτυρες, εύρατε»). Τίποτε επομένως στον κόσμο τούτο, όσο σπουδαίο και μεγάλο κι αν φαντάζει, δεν μπορεί να συγκριθεί με το ένα που γεμίζει την καρδιά του ανθρώπου και που δεν είναι άλλο από τον ίδιο τον Κύριο. Είναι ο πολύτιμος μαργαρίτης που είπε Εκείνος, που όταν κανείς τον βρει διαγράφει τα πάντα, γιατί δεν μπορούν να συγκριθούν μαζί του. Η ζωή όλων των αγίων, και όχι μόνο των τριών σήμερα εορταζομένων, επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή. Αρκεί ο άνθρωπος να είναι ανοικτός λίγο στη χάρη του Θεού, που σημαίνει να έχει νιώσει λίγο από την αγάπη Του.

Και τέλος αξίζει και η προβολή ενός ακόμη, μεταξύ πολλών άλλων βεβαίως, τροπαρίου: «Υπήρξε πράγματι αθρόα η μεταβολή προς τον Κύριο του Ερμογένη. Διότι καθαρίζεται με το λουτρό του βαπτίσματος και αναλαμβάνει με κρίση θεϊκή το φως της αρχιερωσύνης, καταυγάζοντας με τις διδαχές του αυτούς που ζούσαν στο σκοτάδι των δεινών» (ωδή ε΄) («Υπήρξεν αθρόα η μεταβολή Ερμογένους σαφώς προς τον Κύριον˙ λουτρώ γαρ εκκαθαίρεται και κρίσει θεϊκή της αρχιερωσύνης το φως αναλαμβάνει, διδαχαίς καταυγάζων τους εν νυκτί δεινών υπάρχοντας»). Πράγματι παράδοξο το γεγονός. Όχι μόνο μεταστρέφεται ο βασανιστής του αγίου Μηνά Ερμογένης, όχι μόνο βαπτίζεται χριστιανός από εκείνον, αλλά κρίνεται άξιος να γίνει την ίδια ώρα και αρχιερέας από αρχιερείς που βρέθηκαν στον τόπο του μαρτυρίου. Μεταστροφή, βάπτισμα, χειροτονία – όλα «αθρόον» όπως λέγεται. Που σημαίνει: όπου έχουμε έκδηλη τη χάρη του Θεού, εκεί μπορεί και να μη κρατηθούν οι κανόνες. Οι κανόνες που είναι τόσο αναγκαίοι για την εύτακτη πορεία της Εκκλησίας, οι ίδιοι μπορούν να «καταργηθούν» όταν κρίνει η Εκκλησία ότι συντρέχει κάτι τέτοιο. Άλλωστε γι’ αυτό δεν υφίστανται; Για να παραμένει η Εκκλησία όντως ο χώρος που βρίσκει ο Κύριος καρδιές ν’ αναπαυτεί! «Νόμος δικαίω ου κείται» (απ. Παύλος).

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2025

Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ, ΜΗΤΡΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, θέλοντας να ετοιμάσει για τον Εαυτό Του έμψυχο και άγιο οίκο για κατοικία Του, απέστειλε τον άγγελο Αυτού προς τους Δικαίους Ιωακείμ και Άννα (από τους οποίους θέλησε να προέλθει η κατά σάρκα μητέρα Του) και προμήνυσε τη σύλληψη της άγονης και στείρας Άννας, για να καταστήσει βέβαιη τη γέννηση της Παρθένου. Γι’  αυτό και συνελήφθη η αγία Παρθένος Μαρία και γεννήθηκε, όχι όπως μερικοί λένε, επτά μηνών ή χωρίς άνδρα, αλλά γεννήθηκε σε εννέα τέλειους μήνες, όπως και από υπόσχεση μεν Θεού, από συνάφεια όμως και σπορά άνδρα. Διότι μόνος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός γεννήθηκε από την αγία Παρθένο Μαρία απορρήτως και ανερμηνεύτως, καθώς γνωρίζει μόνος Εκείνος, χωρίς των θελημάτων της σαρκός, και ενώ είναι τέλειος Θεός προσέλαβε όλη την τελειότητα της κατά σάρκα οικονομίας Του, όπως δημιούργησε και έπλασε τη φύση των ανθρώπων από την αρχή. 

Αυτήν λοιπόν την ημέρα πανηγυρίζουμε, διότι υπενθυμίζει τους χρησμούς που δόθηκαν από άγγελο, ο οποίος ευαγγελίστηκε την αγία  σύλληψη της αγνής Θεομήτορος. Αυτούς τους χρησμούς εκπληρώνοντας ο Θεός που δημιούργησε  τα σύμπαντα εκ του μηδενός, διέγειρε τη στείρα κοιλιά για να καρποφορήσει. Και έκανε παιδοτόκο μητέρα κατά παράδοξο τρόπο αυτήν που έφτασε σε βαθειά γεράματα  χωρίς παιδιά, δίνοντάς της τη χάρη αυτή σαν άξιο τέλος της δίκαιης αίτησης των Δικαίων. Από αυτό το δώρο του Θεού σε αυτούς, δηλαδή την Παναγία, έμελλε ο Ίδιος  να γεννηθεί ως ενσαρκωθείς Θεός -  καθώς ευδόκησε οι σώφρονες αυτοί να την γεννήσουν, αυτήν δηλαδή που προορίστηκε και εκλέχτηκε από όλες τις γενιές.  Τελείται δε αυτή η Σύναξη στον σεβάσμιο οίκο της Θεοτόκου, που βρίσκεται στα Ευόρανα, πλησίον της αγιωτάτης Εκκλησίας».

Το πρώτο που τονίζει η ακολουθία της εορτής είναι το γεγονός ότι η σύλληψη και η γέννηση ενός παιδιού δεν είναι θέμα μόνον των γονιών του. Πολλά ζευγάρια, και μάλιστα χωρίς να έχουν ιδιαίτερο ιατρικό πρόβλημα, αδυνατούν να τεκνοποιήσουν, με αποτέλεσμα να θλίβονται, να αγχώνονται, να προσπαθούν να εξεύρουν διάφορες λύσεις προς υπέρβασή του. Για την πίστη της Εκκλησίας μας, η σύλληψη και η γέννηση είναι θέμα συνεργασίας του ζεύγους και της ίδιας της ενέργειας του Θεού. «Ο Θεός διανοίγει την μήτραν της γυναικός» μας διδάσκει ο λόγος του Θεού, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος ως ζεύγος προσφέρει τον εαυτό του και ο Θεός ενεργοποιεί και μεταποιεί την προσφορά αυτή, ώστε να υπάρξει η καρποφορία. Δεν έχει σημασία αν έχει επίγνωση αυτής της πραγματικότητας τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος. Η ενέργεια του Θεού λειτουργεί, έστω και κατά τρόπο ανεπίγνωστο από πολλούς, όπως αντιστοίχως συμβαίνει και με την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου και του κάθε όντος επί γης, που η ενέργεια του Θεού τα φέρνει σε φως και τα διακρατεί, είτε υπάρχει η πίστη σ’ Αυτόν είτε όχι. «Ο Θεός δίνει σε όλους και όλα ζωή και πνοή και τα πάντα», κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο.

Η ατεκνία λοιπόν ενός ζεύγους εξαρτάται και από το θέλημα του Θεού, που σημαίνει λειτουργεί εν προκειμένω κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο του Ίδιου, το οποίο συνήθως το ζεύγος αδυνατεί να το κατανοήσει παρά μόνον μετά από μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα. Η επίγνωση όμως της συνέργειας αυτής, Θεού και ανθρώπου, για ένα τόσο μεγάλο έργο: τον ερχομό στον κόσμο ενός παιδιού, μπορεί να ενεργοποιήσει την προσευχή του ανθρώπου, την εκζήτηση από Αυτόν της χάρης Του, ώστε να «μεταβάλει» ακόμη και αυτό το σχέδιό Του. Και πράγματι, όχι λίγες φορές, ο Θεός μεταστρέφεται, υπακούοντας στο αίτημα των ανθρώπων, και δίνει τη χάρη της καρποφορίας στη γυναίκα και την υπέρβαση επομένως της ατεκνίας της.

Τον προβληματισμό αυτό τον βλέπουμε έντονα και στη συγκεκριμένη εορτή της συλλήψεως της αγίας Άννης. Άτεκνο το άγιο ζεύγος του Ιωακείμ και της Άννης, δεν χάνει όμως την ελπίδα του στον Θεό. Και μάλιστα σε εποχή για τους Ιουδαίους,  που η ατεκνία θεωρείτο μέγα όνειδος, ντροπή, αφού απεδείκνυε ότι το συγκεκριμένο ζεύγος δεν μπορούσε να θεωρηθεί μέσον ερχομού του Μεσσία στον κόσμο. Και γι’ αυτό αποδύεται σε προσευχή. Η δραματική ένταση των ύμνων εν προκειμένω φτάνει στο απώγειό της: «Κύριε των Δυνάμεων, γνωρίζεις την ντροπή της απαιδίας. Συ λοιπόν διάλυσε την οδύνη της καρδιάς μου και διάνοιξε τους καταρράκτες της μήτρας και ανάδειξέ με, εμένα που είμαι άκαρπη, καρποφόρο».  Και η προσευχή της Άννας εισακούεται. Ο Θεός επιβλέπει επί το άγιο ζεύγος. «Παλαιά καθώς προσευχόταν με πίστη η Αννα η σώφρων και ικέτευε τον Θεό, ακούει φωνή Αγγέλου, που την βεβαίωνε ότι ο Θεός θα πραγματοποιήσει τις προσευχές της». «Υπάκουσε ο Θεός στους στεναγμούς της Άννας και πρόσεξε ο Κύριος τη δέησή της».

Το γεγονός της επέμβασης του Θεού, που τη στείρωση την κάνει καρπογονία, το προσλαμβάνει ο υμνογράφος για να το διευρύνει και επί πνευματικού επιπέδου: πέρα από το ότι κάνει αναδρομή στο παρελθόν για να δείξει αντίστοιχες καταστάσεις της Παλαιάς Διαθήκης – «Συ, παντοδύναμε, που έδωσες κάποτε σε βαθύτατο γήρας στη Σάρρα υιό, τον μέγα Ισαάκ, συ που διάνοιξες τη στείρα κοιλιά  της Άννας, της μητέρας του προφήτου σου Σαμουήλ» – θεωρεί ότι ο Θεός, όπως παλιά, όπως τώρα με την Άννα, κατεξοχήν όμως μετά τον ερχομό Του στον κόσμο, μπορεί την άνυδρη και χωρίς χάρη ανθρώπινη φύση να την μεταβάλει και να της δώσει τη δροσιά που πρέπει, ώστε να καρποφορήσει. «Η χαρά του κόσμου σήμερα προκηρύσσεται με λόγο και αλλάζει τις μητρικές οδύνες σε χαρά ευφροσύνης, και φανερώνει ότι η στείρωση της φύσης θα γίνει καρποφόρα, που πληθαίνει με τα έργα της χάρης». Κι αυτό σημαίνει ότι εμείς που ζούμε πια μετά Χριστόν, σε οποιαδήποτε κατάσταση ξηρασίας και αν βρισκόμαστε, πνευματική ή ηθική, αν στραφούμε με πίστη στον Θεό, θα δούμε τη θαυματουργική επέμβασή Του. Ο Θεός θα διανοίξει τις πόρτες της καρδιάς μας, ώστε να πλημμυρίσουμε από την παρουσία της χάρης Του. Αρκεί να υπομένουμε και να επιμένουμε.

Κι είναι περιττό βεβαίως και να σημειώσουμε ότι η σύλληψη της αγίας Άννης αποτελεί εορτή της Εκκλησίας μας όχι πρώτιστα για να δείξει το αποτέλεσμα της υπομονής και της επιμονής στη δέηση του Θεού, αλλά διότι με τη σύλληψή της αυτή μπαίνουν οι βάσεις για τη γέννηση Εκείνης, η οποία σαν νέος ουρανός θα έφερνε στον κόσμο τον ήλιο Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Με την προοπτική του ερχομού του Κυρίου φωτίζεται και αυτή η εορτή, συνεπώς είναι μία ακόμη αφορμή δοξολογίας του αγίου ονόματός Του. «Ο νέος ουρανός, δηλαδή η Παναγία,  με τη θέληση του παντουργού Θεού φτιάχνεται στην κοιλιά της Άννας. Από αυτόν τον ουρανό έλαμψε δυνατά και ο ανέσπερος ήλιος, δηλαδή ο Χριστός, που δίνει φως σε όλον τον κόσμο με τις ακτίνες της θεότητας».

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΑΤΑΠΙΟΣ

«Ο όσιος Πατάπιος ορμώμενος από τις Θήβες της Αιγύπτου επέλεξε τη μοναχική ζωή και ακολούθησε τον Χριστό. Ασκήθηκε για πολλά χρόνια στην έρημο κι έπειτα ήλθε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έκανε πάρα πολλά θαύματα: έδωσε το φως σε τυφλούς, θεράπευσε υδρωπικούς με χρίση αγίου ελαίου, έδιωξε δαίμονες, θεράπευσε και καρκίνο. Στο τέλος παρέθεσε το πνεύμα του στον Κύριο εν ειρήνη».

Ο όσιος Πατάπιος μπορεί μεν να κατάγεται  από την Αίγυπτο, όμως είναι αγαπημένος άγιος των ορθοδόξων και μάλιστα των Ελλήνων. Και τούτο διότι, ως γνωστόν, το λείψανό του (το οποίο δωρήθηκε από τους Παλαιολόγους στην οικογένεια των εξαδέλφων τους Νοταράδων, που εγκαταστάθηκαν στην Κορινθία) ευρίσκεται πάνω από το Λουτράκι, στα Γεράνεια όρη, στο ομώνυμό του μοναστήρι, κάτι που «τυχαία» ανακαλύφθηκε ήδη από το 1904.  Πλήθος πιστών καθημερινώς έρχονται προσκυνητές του, προκειμένου να πάρουν την χάρη της ευλογίας του και να βοηθηθούν στα διάφορα προβλήματα και τις ανάγκες τους. Κι όχι τυχαία. Ο όσιος αποτελεί προστάτη όλων των αναγκεμένων ανθρώπων, το δε λείψανό του συνιστά πηγή πράγματι των ιάσεων. Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας δεν «χορταίνουν» να τονίζουν την αλήθεια αυτή, που επιβεβαιώνεται διαχρονικά. «Η σορός σου, σοφέ Πατάπιε, αναβρύζει σε όλους ιάματα. Αυτά τα ιάματα παίρνοντάς τα όλοι οι πιστοί σώζονται από πολλές νόσους, ψυχών και σωμάτων». Κι ιδιαιτέρως στην εποχή μας – αλλά και ποια εποχή είναι χωρίς θλίψεις και δοκιμασίες;  - που ο κόσμος ταλαιπωρείται από πάρα πολλά προβλήματα και ανάγκες, ο όσιος Πατάπιος είναι στην «ημερησία διάταξη»: προσφέρει σε όλους τους πιστούς αυτό που έχουν ανάγκη, διότι βεβαίως έχει ενώπιον του Θεού μεγάλη παρρησία. Έτσι «πάντων των εν ανάγκαις προστάτης ώφθης, Πατάπιε όσιε».

Φαίνεται λίγο περίεργο το γεγονός ότι ένας τόσο μεγάλος ασκητής, με τόση σκληραγωγία απέναντι στον εαυτό του, είχε και έχει μία τόσο τρυφερή καρδιά, έτοιμη να καμφθεί μπροστά στις ικεσίες του κάθε πονεμένου. Αλλά τούτο δεν μας παραξενεύει. Διότι η άσκηση ενός χριστιανού πιστού σ’ αυτό ακριβώς αποσκοπεί: να ελέγξει ο ίδιος, με τη χάρη του Θεού, τα πάθη του εγωισμού του και να τα μεταποιήσει σε πάθος αγάπης. Έτσι όσο πιο σκληρή η σκληραγωγία, τόσο και πιο «σάρκινη» η καρδιά, τόσο και μεγαλύτερη η ευαισθησία και η τρυφερότητα. Μην ξεχνάμε ότι ο σκοπός των πάντων στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας μας είναι να φθάσει ο άνθρωπος να ζει ορθά την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Κι αν μάλιστα δεν υπάρχει η θυσιαστική αγάπη προς τον συνάνθρωπο, πρέπει να αμφισβητήσουμε και την υποψία έστω της αγάπης προς τον Θεό. Κι εκείνο που επίσης φανερώνει την αλήθεια της αγάπης είναι βεβαίως η ταπείνωση, η βάση όλων των αρετών. Την αλήθεια αυτή επιβεβαιώνει και πάλι η γραφίδα του αγίου υμνογράφου. «Οπλισμένος με την αγάπη, όσιε, σαν ξίφος, και υπό την σκέπη της ενθέους σου ταπεινώσεως, σαν ένας είδος ασπίδας, εξαφάνισες τα στίφη των δαιμόνων». «Απέκτησες ταπείνωση, αγρυπνία και ισχυρή δέηση, καθαρή αγάπη, πίστη, ελπίδα, και έγινες συνόμιλος των επουρανίων αγγέλων, πάτερ όσιε».

Εκείνο που τονίζει ιδιαιτέρως ο υμνογράφος από την ασκητική ζωή του οσίου Παταπίου - τέτοια που τον συγκρίνει με τον προφήτη Ηλία και τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο: «Ηλιού τον Θεσβίτην μιμούμενος και ιχνηλατών Ιωάννην τον Πρόδρομον» - είναι το χάρισμα των δακρύων που απέκτησε. Τα δάκρυά του μάλιστα ήταν εκείνα που «αφενός απεξήραναν τα πάθη του σώματος και αφετέρου έφεραν τους ποταμούς των ιαμάτων του». Κι ακόμη: τα θερμά του αυτά δάκρυα ως έκφραση της μετανοίας και του πόθου προς τον Θεόν «καταβύθισαν τα στρατεύματα των δαιμόνων και τα οιδήματα της αμαρτίας, ενώ έγιναν πέλαγος θαυμάτων γι’ αυτούς που βρίσκονταν στον βυθό των παθημάτων». Κι είναι αλήθεια: αν κανείς δεν ζει τη μετάνοια με αίσθηση ψυχής, αν δεν κλαίει για τις αμαρτίες και τα πάθη του, πώς θα καθαρίσει το οπτικό της ψυχής του, πώς θα δει τον Θεό να λάμπει στο κάτοπτρο της καρδιάς του; Είθε η μετάνοια του αγίου και ο πόθος του προς τον Θεό να γίνουν καθοδηγητικά σημεία και της  δικής μας πνευματικής πορείας.  Ίσως κι εμείς δούμε έτσι «το νοητό πυρ, το Πνεύμα του Θεού, να αναφλέγει τα αισθητήρια της ψυχής μας και να αποτεφρώνει τη φλόγα της αμαρτίας μας».  

Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΥΡΩΝ ΤΗΣ ΛΥΚΙΑΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ



         «Ο άγιος Νικόλαος έζησε στα χρόνια των τυράννων Διοκλητιανού και  Μαξιμιανού και διέπρεψε πρώτα ως μοναχός. Έπειτα λόγω της μεγάλης αρετής του δέχτηκε την αρχιερωσύνη. Επειδή όμως πίστευε στον Χριστό και κήρυσσε ελεύθερα την χριστιανική πίστη και ζωή, συνελήφθη από τους άρχοντες της πόλεως κι αφού υποβλήθηκε σε βασανιστήρια και στρεβλώσεις του σώματός του, ρίχτηκε στη φυλακή μαζί και με άλλους χριστιανούς. Όταν όμως ο μεγάλος και ευσεβής Κωνσταντίνος απέκτησε τη βασιλεία των Ρωμαίων με το θέλημα του Θεού, ελευθερώθηκαν οι φυλακισμένοι, και μαζί με αυτούς και ο Νικόλαος, ο οποίος πήγε στα Μύρα. Μετά από λίγο διάστημα, συγκροτήθηκε με τη βοήθεια του Κωνσταντίνου και η πρώτη εν Νικαία Σύνοδος, της οποίας μέλος ήταν και ο θαυμαστός Νικόλαος.

Αυτός έκανε πολλά και διάφορα θαύματα, όπως δηλώνει και η ιστορία του.  Διέσωσε μάλιστα και τρεις άντρες που συκοφαντήθηκαν και επρόκειτο να πεθάνουν άδικα. Διότι ευρισκόμενοι στη φυλακή, έμαθαν τον χρόνο που έμελλε να αποκεφαλισθούν και επικαλέστηκαν τον άγιο σε βοήθειά τους, θυμίζοντάς του τις διάφορες ευεργεσίες που έκανε και πώς έσωσε στη Λυκία τρεις άνδρες που επρόκειτο κι αυτοί να χάσουν τη ζωή τους. Λοιπόν ο ταχύς και θερμός σε βοήθεια, ο άγιος Νικόλαος δηλαδή, φανερώνεται στον βασιλιά και στον έπαρχο κατά τον ύπνο τους. Και τον μεν έπαρχο επιτιμά για την συκοφαντία των ανδρών προς τον βασιλιά, τον δε βασιλιά διδάσκει και του υπενθυμίζει  ότι οι φυλακισμένοι άνδρες είναι αθώοι και από φθόνο κατηγορήθηκαν. Οπότε τους λύτρωσε από την επικείμενη τιμωρία. Επί πλέον και άλλα πολλά τεράστια θαύματα επιτέλεσε, κι αφού ποίμανε τον ορθόδοξο λαό με ιερό τρόπο κι έφτασε σε βαθύ γήρας, εξεδήμησε προς τον Κύριο, χωρίς όμως να ξεχάσει μετά το τέλος του το ποίμνιό του. Διότι καθημερινά, θα λέγαμε, πρόσφερε τις ευεργεσίες του σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη και τους έσωζε από παντός είδους κινδύνους και περιστάσεις».

Ο υμνογράφος άγιος Θεοφάνης ευρισκόμενος σε αδυναμία και απορία προκειμένου να εγκωμιάσει έναν τόσο μεγάλο άγιο σαν τον άγιο Νικόλαο επιχειρεί να τον προβάλει χρησιμοποιώντας τον τόπο της επισκοπής του: τα Μύρα της Λυκίας, το ίδιο το όνομά του: Νικόλαος, την προσωνυμία του: θαυματουργός.

Ο τόπος της επισκοπής του, τα Μύρα, γίνεται εν πρώτοις αφορμή για τον υμνογράφο να φανερώσει το πνευματικό βάθος του αγίου: ο ίδιος αναδείχθηκε πνευματικό μύρο ως χρισμένος από το νοητό μύρο, το άγιο Πνεύμα, το οποίο και προσφέρει στους πιστούς που με πίστη και πόθο τελούν την πανσέβαστη μνήμη του. Η εικόνα αυτή του μυρωμένου από τον Θεό αγίου που «μυρίζει» σαν άνοιξη τους πιστούς, είναι από τις αγαπημένες εικόνες του υμνογράφου του, γιατί φανερώνει  ότι στην πραγματικότητα ο άγιος Νικόλαος υπήρξε μιμητής των αγίων Αποστόλων, που πρώτοι αυτοί υπήρξαν τα μυροδοχεία του αγίου Πνεύματος - σαν εκείνους και ο ίδιος «περιπολεύει την οικουμένην» για να προσφέρει την βοήθειά του.

Ο άγιος Θεοφάνης δεν παραλείπει βεβαίως, έστω και σε μικρότερη έκταση, να τονίσει και τον τρόπο που ο άγιος έγινε κατοικητήριο του Θεού και συνεπώς μυροθήκη του Πνεύματός Του. Χρησιμοποιεί μάλιστα για να δείξει την πνευματική του άσκηση και μία εξαίσια εικόνα, παρμένη από την Παλαιά Διαθήκη: ο άγιος Νικόλαος έγινε νέος Αβραάμ και ευλογήθηκε από τον Θεό ως έχων και αυτός την αρετή της φιλοξενίας. Τι έκανε λοιπόν από πλευράς πνευματικής ασκήσεως ο άγιος; Όπως πρόσφερε  ο Αβραάμ θυσία στον Θεό τον μονογενή του υιό, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Νικόλαος: πρόσφερε στον Θεό θυσία τον νου του, σαν να ήταν ο μονογενής υιός του. Ο άγιος με άλλα λόγια χαριτώθηκε από το Πνεύμα του Θεού, διότι αγάπησε ολοκάρδια τον Θεό, τόσο ώστε ο νους του αδιάκοπα ευρισκόταν προσκολλημένος σ’  Εκείνον. «Αποδείχθηκες νέος Αβραάμ, Νικόλαε, γιατί οδήγησες τον νου στον Δεσπότη σου, σαν μονογενή υιό, προσφέροντάς του πάντοτε αναίμακτες θυσίες, και έτσι ευλογήθηκες σαν φιλόξενος, Πάτερ, και έγινες κατοικητήριο θείο και άμωμο».

Ο υμνογράφος όμως, είπαμε, χρησιμοποιεί και το όνομα του Νικολάου ως αφορμή σχολιασμού της αγιότητάς του. «Αναδείχθηκες αληθινά κι όπως το λέει και το όνομά σου, νίκη για τον λαό, πραγματικέ δούλε του Χριστού. Διότι μόλις καλείσαι οπουδήποτε, προφταίνεις πολύ γρήγορα εκείνους που προστρέχουν με πόθο κάτω από την σκέπη σου. Εσύ δηλαδή και την νύκτα και την ημέρα φανερούμενος με την πίστη σώζεις από τους πειρασμούς και τις δεινές περιστάσεις». Ο άγιος εν Πνεύματι ευρισκόμενος, ιδίως μετά την κοίμησή του, αποτελεί το όπλο του κάθε πιστού. Ο οποιοσδήποτε που θα τον επικαλεστεί εν πίστει, αν μάλιστα βρίσκεται σε κίνδυνο, είτε είναι στη γη είτε στη θάλασσα, θα τον βρει πρόθυμο συμπαραστάτη του - ο άγιος γίνεται η νίκη του πιστού. «Είσαι, άγιε Νικόλαε, ιεροκήρυκα Χριστού,  μέγας και θερμός βοηθός σ’ αυτούς που βρίσκονται στους κινδύνους, είτε είναι στη γη είτε πλέουν στη θάλασσα, είτε είναι μακριά είτε είναι κοντά». Και βεβαίως ο άγιος έγινε και η νίκη του λαού απέναντι στις αιρέσεις της εποχής, ιδίως απέναντι στον αιρεσιάρχη Άρειο. Υπήρξε κατά τον υμνογράφο μάλιστα «ο ολετήρ Αρείου και θερμός αντίμαχός» του, δηλαδή αυτός που τον εξολόθρευσε – κυρίως με την αγιασμένη ζωή του – και ο θερμός πολέμιός του. Είναι γνωστό ότι μη αντέχοντας ο άγιος τις βλασφημίες του Αρείου κατά του Κυρίου μέσα στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, σηκώθηκε και ράπισε το βλάσφημο στόμα.

Και τέλος, ο άγιος υμνογράφος επιμένει πάρα πολύ στο θαυματουργικό χάρισμα του αγίου – θαυματουργός είναι η προσωνυμία του. Η εμφάνισή του μάλιστα, όπως αναφέρει και το συναξάρι, στον βασιλιά Κωνσταντίνο και στον έπαρχο κατά τον ύπνο τους, για να σώσει αθώους άνδρες, είναι τόσο γνωστή, ώστε και στο εξαποστειλάριο της Πέμπτης της κάθε εβδομάδος, της ημέρας της αφιερωμένης στον άγιο Νικόλαο, όπως και στους αγίους αποστόλους βέβαια – ενδεικτικό της μεγάλης αγιότητάς του: να υπάρχει ημέρα αφιερωμένη σ’ εκείνον, όπως γίνεται με την ημέρα Τρίτη  και με τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο – να μνημονεύεται το συγκεκριμένο θαύμα του. «Όλοι δοξολογούμε τον μεγάλο αρχιποιμένα και ιεράρχη, τον πρόεδρο των Μυρέων, τον Νικόλαο. Διότι έσωσε πολλούς άνδρες που επρόκειτο να πεθάνουν άδικα. Και φανερώνεται στον βασιλιά, όπως και στον Αβλάβιο, στον ύπνο τους, καταργώντας την άδικη απόφαση». Θα έπρεπε βεβαίως να γεμίσουμε πολλές σελίδες, αν θέλαμε, έστω και ακροθιγώς,  να μνημονεύσουμε όχι τα θαύματα που έκανε και κάνει ο άγιος Νικόλαος, αλλά και μόνον αυτά που είναι καταγεγραμμένα στην ακολουθία του αγίου. Είναι σαν τις ακτίνες του ήλιου, με τα οποία φανερώνεται η λαμπρότητά του. Όπως το λέει και ο υμνογράφος: «Αστράπτεις εν τη γη των θαυμάτων ακτίσι, Νικόλαε σοφέ». Και: «Γνωρίζει πάσα υφήλιος, Νικόλαε τρισμάκαρ, τα θαύματά σου».

Εκεί όμως που υπάρχει η πληθύς των θαυμάτων του είναι στον χώρο των ναυτικών. Δεν υπάρχει άνθρωπος της θάλασσας που να μην έχει να διηγηθεί κάποια επέμβαση του αγίου, κάποιο θαύμα προς σωτηρία του. Γι’ αυτό και όλοι τους έχουν αναρτημένη στο δωμάτιό τους  την εικόνα του αγίου Νικολάου, του προστάτη τους. Κι αυτό όχι τυχαία. Το ίδιο το συναξάρι του, πέρα από άλλες περιπτώσεις, μνημονεύει τον ευλαβή εκείνο άνθρωπο του Βυζαντίου, που αγαπούσε υπερβαλλόντως τον άγιο Νικόλαο και που αναγκάστηκε να φύγει με καράβι για δουλειές σε άλλη χώρα. Και κάτι συνέβη το βράδυ της αναχώρησής του που είχε δυναμώσει ο αέρας, οι ναύτες δεν τον πρόσεξαν και τον έσπρωξαν και βρέθηκε στα μανιασμένα κύματα. Κανείς δεν μπόρεσε να τον σώσει και τον έκλαιγαν ως ήδη πεθαμένο. Εκείνος όμως στον βυθό ευρισκόμενος άρχισε να επικαλείται τον προστάτη άγιό του, και, ω του θαύματος! Βρέθηκε μέσα στο σπίτι του στάζοντας από το θαλασσινό νερό. Το μεγάλο αυτό θαύμα βεβαίως έγινε γνωστό όχι μόνον στους συγγενείς και τους γείτονες, αλλά και σε όλο το Βυζάντιο, τόσο που κλήθηκε και από τον βασιλιά και τους αρχιερείς να το διηγηθεί, με κατάληξη την δοξολογία του Θεού και την άγρυπνη δέησή Του μέσα στον Ναό από όλους.

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

«Ο όσιος Σάββας ζούσε επί Θεοδοσίου του μικρού σε μία κώμη της Καππαδοκίας, που λεγόταν Μουταλάσκη, και οι γονείς του ονομάζονταν Ιωάννης και Σοφία. Ήδη λοιπόν από την αρχή του βίου του πρόστρεξε στη μοναχική ζωή, σε μοναστήρι που λεγόταν Φλαβιανές, και τόσο πολύ από τη νεαρή του ηλικία έγινε εγκρατής, ώστε όταν είδε στον κήπο κάποια φορά ένα μήλο και το επιθύμησε, είπε: «Ήταν ωραίος στην όραση και καλός στη βρώση ο καρπός που με θανάτωσε». Πήρε το μήλο στα χέρια του, αλλά δεν το έφαγε. Αντίθετα το καταπάτησε με τα πόδια του και έθεσε όρο στον εαυτό του να μη φάει ποτέ μήλο. Αλλά  και σε φούρνο  όταν μπήκε κάποια φορά, βγήκε αβλαβής, χωρίς η φωτιά να αγγίξει ούτε τα ιμάτιά του. Στην ηλικία των δεκαοκτώ ετών, τον γνώρισε ο μέγας όσιος Ευθύμιος και τον έστειλε σε κοινόβιο, προς τον όσιο Θεόκτιστο. Από όλους όσους συναντούσε, προσλάμβανε και μάθαινε τους τρόπους και την αρετή τους.  Βλέποντάς τον ο άγιος Ευθύμιος τον προσφωνούσε «παιδαριογέροντα», λόγω της πέρα από τα κοινά μέτρα πνευματικής του καταστάσεως. Όσο περνούσε η ηλικία του, τόσο και αύξανε την αρετή του. Γι’ αυτό και έκανε πολλά θαύματα, όπως και έβγαλε νερό με την προσευχή του σε άνυδρους τόπους. Έγινε μάλιστα και καθηγητής πολλών μοναχών, κι όταν ήλθε   στην Κωνσταντινούπολη,  δύο φορές έστειλε πρέσβεις  και προς τον βασιλιά Αναστάσιο και προς τον Ιουστινιανό, καθώς παρακλήθηκε γι’ αυτό από τους κατά καιρούς πατριάρχες των Ιεροσολύμων. Έφθασε στο ακρότατο της κατά Χριστόν ηλικίας και σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών εξεδήμησε προς τον Κύριο».          

Είναι βασική αλήθεια της χριστιανικής πίστεως ότι τον άγιο τον καταλαβαίνει ένας επίσης άγιος. Μόνον όποιος έχει ανεπτυγμένες πνευματικές αισθήσεις μπορεί να «οσφρανθεί» την ευωδία που εκπέμπει η ζωή ενός αγίου. Διαφορετικά, ένας άγευστος της πνευματικής ζωής πορεύεται σαν τυφλός στον κόσμο, συνεπώς αδυνατεί να δει το φως που εκπέμπει η ύπαρξη ενός αγίου. Γιατί το αναφέρουμε αυτό εν σχέσει με τον όσιο Σάββα; Για τον απλούστατο λόγο ότι εκείνος που αμέσως τον κατάλαβε και τον «οσφράνθηκε», που είδε την προχωρημένη πνευματική του κατάσταση ήταν ο μέγας όσιος Ευθύμιος.  Ο όσιος αυτός προσφωνούσε «παιδαριογέροντα» τον νεαρό Σάββα, που σημαίνει ότι στην πραγματικότητα αναγνώριζε την εκ νεότητος αγιότητά του. Από κει και πέρα τα μάτια του μεγάλου Ευθυμίου έγιναν και τα μάτια των υπολοίπων συμμοναστών του, άρχισαν δηλαδή και οι άλλοι να διακρίνουν  τα εκ Θεού χαρίσματά του, τα οποία επιβεβαιώθηκαν περίτρανα με τα θαύματα που ο Θεός επέτρεψε να γίνονται μέσω αυτού, όπως και από τη μυροβολία του αγίου λειψάνου του.

Τα παραπάνω προβάλλει και ο υμνογράφος του οσίου, άγιος Θεοφάνης. Και του οσίου Ευθυμίου τη διάκριση καταγράφει («Ιλαρωτάτη σε ψυχή και προσηνεί διαθέσει, αρεταίς κατακοσμούμενον βλέπων ο λαμπρότατος φωστήρ Ευθύμιος εδέξατο», δηλαδή: ο λαμπρότατος πνευματικός ήλιος Ευθύμιος σε δέχτηκε με ιλαρότατη ψυχή και αγαθή διάθεση, βλέποντάς σε να κατακοσμείσαι από αρετές), και τα πάμπολλα θαύματα του αγίου Σάββα αναφέρει («Ξένα τα σα θαυμάσια. Τους γαρ θήρας ημέρωσας…προλέγεις τα μέλλοντα, προφητικώ χαρίσματι, στίφη των δαιμόνων φυγαδεύων ελαύνεις…», δηλαδή: Παράδοξα τα θαυμάσια που γίνονται από εσένα: ημέρωσες τα θηρία, προλέγεις τα μέλλοντα με προφητικό χάρισμα, διώχνεις μακριά τα στίφη των δαιμόνων), και την ευωδία των μύρων από τη θήκη του εξαγγέλλει, που ευφραίνει τους πιστούς («Μυρίζει σου η θήκη πνευματικήν ευωδίαν, πλουσίως ευφραίνουσα τους σους υιούς»).

Η εκ παιδός σοφία του οσίου Σάββα, σοφία βεβαίως κατά Θεόν -  την οποία σημειωτέον ερμηνεύει ο άγιος υμνογράφος και σε αναφορά με τη μητέρα του καλουμένη Σοφία: «Σοφίας υπάρχων βλάστημα, Σάββα όσιε, παιδιόθεν επόθησας Σοφίαν την ενυπόστατον», δηλαδή: Ήσουν παιδί της Σοφίας, Σάββα όσιε, γι’ αυτό και πόθησες από παιδί την ενυπόστατη Σοφία, τον Χριστό – αποδεικνύεται ανάγλυφα από το γεγονός ότι όπου πήγαινε είχε ανοικτά τα μάτια του για να βλέπει την κατά Χριστόν πολιτεία των αφιερωμένων στον Θεό και να αντιγράφει τους άθλους και τις αρετές τους. Δεν επικέντρωνε στις αδυναμίες των άλλων, που ασφαλώς ως άνθρωποι είχαν. Η έγνοια του, λόγω του μεγάλου πόθου του για τον Θεό, ήταν πώς να προχωρεί πνευματικά. Κι αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να εκμεταλλευτεί κάθε τι που παρουσιαζόταν στον δρόμο του. Θυμίζει η περίπτωσή του τον μέγα Γέροντα των αιώνων, τον όσιο Αντώνιο, ο οποίος και εκείνος προσπαθούσε να μαζέψει σαν τη μέλισσα ό,τι καλό του προσέφεραν οι άγιοι αφιερωμένοι στον Θεό άνθρωποι της εποχής του. Κι όπως εκείνος, γι’  αυτόν τον λόγο, έγινε «θεοφιλής», τον αγαπούσε δηλαδή ο Θεός, το ίδιο και ο όσιος Σάββας. Μέγα δίδαγμα για όλους τους χριστιανούς, ιδίως της εποχής μας, που δυστυχώς σε ένα μεγάλο ποσοστό η προσοχή μας είναι στραμμένη στα αρνητικά των άλλων, στις αδυναμίες τους, χωρίς να μπορούμε να βλέπουμε τα θετικά τους και τις αρετές τους προς παραδειγματισμό. Για να χρησιμοποιήσουμε την εν προκειμένω έκφραση του οσίου Παϊσίου του αγιορείτου, ο όσιος Σάββας ζούσε και λειτουργούσε στον κόσμο ως μέλισσα που συλλέγει τον καλό καρπό, και όχι ως μύγα, που επιζητεί πάντοτε την ακαθαρσία.

Αποτέλεσμα αυτής της σοφίας και της σύνεσης του οσίου ήταν ακριβώς να γεμίσει ο όσιος Σάββας με όλες τις αρετές. Όπως σημειώνει και ο σχετικός ύμνος: «μέτριος, άκακος, πράος, απλούς, ησύχιος, ως χρηματίσας, Πάτερ, υπέρ άνθρωπον όντως, και άυλος εν ύλη, οίκος Θεού καθωράθης» (Πάτερ, φάνηκες οίκος Θεού, διότι υπήρξες μέτριος, άκακος, πράος, απλός, ήσυχος, πράγματι πάνω από τα ανθρώπινα, και σαν άυλος μέσα σε ύλη). Ο υμνογράφος του όμως έχει επίγνωση ότι όλες οι αρετές από μόνες τους δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, αν δεν καταλήγουν στο πλήρωμα των αρετών, την αγάπη. Αν η αγάπη δεν αποτελεί την κατάληξη της όποιας αρετής, παύει αυτή να χαρακτηρίζεται χριστιανική. Διότι βεβαίως λείπει ο ίδιος ο Θεός που είναι αγάπη. Γι’ αυτό και επισημαίνει: «Αγάπην προς τον Θεόν και τον πλησίον κτησάμενος, του Νόμου και των Προφητών πληροίς το κεφάλαιον. Την γαρ υπερέχουσαν πασών ασυγκρίτως αρετήν, Πάτερ,  κατώρθωσας» (Απόκτησες την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, γι’ αυτό και συγκεφαλαιώνεις τον Νόμο και τους Προφήτες. Διότι κατόρθωσες, Πάτερ, την μεγαλύτερη, κατά ασύγκριτο τρόπο από όλες, αρετή).  Και ξέρει βεβαίως επίσης ο υμνογράφος ότι κανείς δεν μπορεί να φτάσει σ’ αυτήν την αγάπη, αν δεν την κτίσει με τον φόβο του Θεού, που κάνει τον άνθρωπο να τηρεί τις άγιες εντολές Του. «Αρχήν σοφίας επόθησας, τον φόβον τον του Θεού. Ω και στοιχειούμενος, προς την τελειότητα, την ενδεχομένην τοις ανθρώποις, Πάτερ, έφθασας» (Πόθησες την αρχή της σοφίας, δηλαδή τον φόβο του Θεού. Με αυτόν τον φόβο έκτισες τη ζωή σου κι έφτασες, Πάτερ, στην τελειότητα, αυτήν που μπορούν βεβαίως οι άνθρωποι).

Μία τέτοια αγιασμένη ζωή, σαν του αγίου Σάββα, επάνω δηλαδή στα ίχνη του Χριστού και των Αποστόλων, ήταν ευνόητο να εξακτινωθεί και να γίνει ιεραποστολική φλόγα. Οι συμμοναστές του, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος που τον γνώρισε, κυρίως με το παράδειγμά του, αλλά και με τον λόγο του – ο άγιος κήρυσσε τα δόγματα της Εκκλησίας μας με πολλή δύναμη και πειθώ: «κήρυξ θείων δογμάτων μεγαλοφωνότατος κεχειροτόνησαι» - άλλαζαν και μεταστρέφονταν. Πολλοί μάλιστα εγκατέλειπαν την ενασχόλησή τους με τα πράγματα του κόσμου και γίνονταν μοναχοί. «Του αγίου εγένου συνόμιλος Πνεύματος. Όθεν και προς ζήλον τους λαούς διεγείρων, τας πόλεις εκένωσας και ερήμους επόλισας, θεοφόρε Πατήρ ημών» (Έγινες συνόμιλος του αγίου Πνεύματος. Γι’  αυτό και διέγειρες τον ζήλο των λαών, με αποτέλεσμα να αδειάσουν οι πόλεις και να γίνουν πόλεις οι έρημοι, θεοφόρες πατήρ ημών).  «Ταις πρεσβείαις του οσίου πατρός ημών Σάββα, Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον και σώσον ημάς».