«Ο άγιος Σπυρίδων
άκμασε επί της βασιλείας Κωνσταντίνου του μεγάλου και Κωνσταντίου του υιού του.
Ήταν στον τρόπο απλός και στην καρδιά ταπεινός. Απαρχής ήταν ποιμένας προβάτων,
έπειτα παντρεύτηκε και μετά τον θάνατο της γυναίκας του καταστάθηκε επίσκοπος.
Τόσο πολύ του δόθηκε από τον Θεό η χάρη των ιαμάτων, ώστε τα θαύματα έγιναν γι’
αυτόν η επωνυμία του. Πράγματι: σε εποχή ξηρασίας έφερε βροχή, και πάλι
εμπόδισε τη μεγάλη βροχή με την προσευχή του. Άλλη φορά, διέλυσε σχέδιο
σιτοκαπήλων, που μελέτησαν να φέρουν πείνα, με το να πέσουν οι αποθήκες τους
που είχαν το σιτάρι. Ένα φίδι το μετέβαλε σε χρυσάφι, που το έδωσε σε
πτωχό. Μετά το ξεπέρασμα της συμφοράς
από τον πτωχό, πάλι το χρυσάφι το αποκατέστησε σε φίδι. Κράτησε επίσης ρεύματα
ποταμών, ενώ μία πόρνη που τόλμησε να τον αγγίξει, αφού είπε τα σχετικά με τη
ζωή της, την έπεισε να εξομολογηθεί.
Αυτούς που μεγαλοφρονούσαν για τη συλλογιστική τους δεινότητα τους έκλεισε το στόμα
στη Σύνοδο της Νικαίας με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος. Και σε μια
γυναίκα που ζητούσε θησαυρό που είχε
δώσει προς φύλαξη στην κόρη του αγίου, η οποία όμως είχε πεθάνει, πήγε στον
τάφο της και την ρώτησε πού είχε κρύψει τα χρήματα, κι αφού το έμαθε, τα έδωσε
στην κάτοχο αυτών. Απάλλαξε επίσης και τον βασιλιά Κωνστάντιο από μία ασθένεια
που τον ταλαιπωρούσε, ενώ ανάστησε και το παιδί μιας γυναίκας. Επιπλέον, έλεγξε
και εκείνον που ήθελε από πλεονεξία να πάρει μία αίγα του, ενώ η αίγα πήγαινε
πίσω προς τη μάνδρα της, θέλοντας να φύγει από εκείνον που την τραβούσε με τη
βία. Όταν όμως πλήρωσε την τιμή της, έμεινε μαζί με τις άλλες που είχε αγοράσει
ο άνθρωπος. Θεράπευσε μάλιστα και την αφωνία του Διακόνου, ο οποίος ενώ ήταν να
πει μία μικρή ευχή, αυτός λόγω κενοδοξίας την έκανε μεγάλη, και αμέσως έχασε τη
φωνή του. Στον άγιο φάνηκαν άγγελοι να τον υπηρετούν, λέγοντας «Και τω πνεύματί
σου», όταν εκφωνούσε το «ειρήνη πάσι». Κι όταν άναψαν οι υπηρέτες λίγα φώτα με
τα καντήλια, κάτι που έκανε τον όσιο να δυσανασχετήσει, εκείνοι έλεγαν ότι
βρίσκονται λίγοι πιστοί στην Εκκλησία κι έτσι δεν χρειάζονται περισσότερα φώτα,
φανερώθηκε όμως στον άγιο από τον Κύριο, ότι είχε θεατές περισσότερο αγγέλους
που έψελναν μαζί του στις ευχές. Από την άλλη, ποιους δεν θα εκπλήξει το θαύμα
της ξαφνικής ανάβλυσης λαδιού κατά τον εσπερινό, όταν λόγω ένδειάς του το φως
ήταν λιγοστό; Από πρόγνωση θεϊκή, ανέφερε τα μέλλοντα σε πολλούς. Και τον
επίσκοπο Τριφύλλιο, που στρεφόταν στα ωραία της ζωής αυτής, τον νουθέτησε και
τον έπεισε να ποθεί τα μέλλοντα αγαθά. Και τη γυναίκα που είχε πέσει στο
αμάρτημα της μοιχείας και δεν ήθελε να εξομολογηθεί το αμάρτημά της,
προσπαθώντας μάλιστα να πείσει τον άντρα της κατά τη γέννα ότι το παιδί ήταν
δικό του, μολονότι αυτός έλειπε στη θάλασσα είκοσι μήνες και συνεπώς δεν είχε
σχέσεις μαζί της, την επιτίμησε και την παρέδωσε σε θάνατο. Κατά το θέρος, που
έκαιγε ο ήλιος, η κεφαλή του αγίου φαινόταν γεμάτη από δροσιά, δείγμα ότι ο
Θεός φανέρωνε την τιμή που θα γινόταν στο μέλλον σ’ αυτόν. Πόσο δε ήταν συμπαθής
και γεμάτος αγάπη προς τους ανθρώπους, φανέρωσε αυτό που συνέβη με εκείνους που
επιχείρησαν να κλέψουν τα δικά του πρόβατα. Διότι όχι μόνον τους απάλλαξε από
αυτό που έπαθαν, που κρατήθηκαν ακίνητοι με αόρατο τρόπο, αλλά τους ελευθέρωσε,
δίνοντάς τους και από ένα κριάρι, με την εξήγηση ότι δεν έπρεπε να θεωρηθεί
μάταια η αγρύπνια τους. Ο άγιος Σπυρίδων λοιπόν αφού κατεύθυνε καλά το ποίμνιο
που του εμπιστεύθηκε ο Θεός, μετατάχθηκε στην πολιτεία και τη διαγωγή των
αγγέλων. Τελείται δε η σύναξή του στο αποστολείο του Αγίου και κορυφαίου
Πέτρου, που ήταν κοντά στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».
Πριν λίγες μόνο ημέρες εορτάσαμε τον μεγάλο άγιο, Νικόλαο
τον θαυματουργό. Η θαυματουργία του αποτελούσε και αποτελεί την προσωνυμία του,
δεδομένου ότι κάθε ένας που και μόνο θα επικαλεστεί το όνομά του, θα τον βρει
πρόθυμο συμπαραστάτη του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον επίσης μεγάλο σημερινό
άγιο, όπως άλλωστε αναφέρει και το συναξάρι του: «επωνυμίαν αυτώ γενέσθαι τα θαύματα». Ο Θεός τον θαυμάστωσε με το
ίδιο χάρισμα, διότι αγάπησε με πάθος, όπως λέει ο υμνογράφος του, τον Θεό και
τον συνάνθρωπό του, γενόμενος έτσι δίοδος που φανερώνεται η Βασιλεία του Θεού.
«Τω πόθω τρωθείς Χριστού,
ιερώτατε…θυσιαστήριον θείον γενόμενος». Είναι τέτοιο το χάρισμα
θαυματουργίας του αγίου, ώστε στο απολυτίκιό του ο υμνογράφος σ’ αυτό
επικεντρώνει την προσοχή μας: «…και
θαυματουργός (ανεδείχθης), θεοφόρε,
Σπυρίδων, πατήρ ημών».
Ο άγιος δεν ανήκει στους διδασκάλους της Εκκλησίας, σε
εκείνους δηλαδή, σαν τον άγιο Αθανάσιο, σαν τον άγιο Βασίλειο, σαν τον άγιο
Γρηγόριο τον Θεολόγο, που σε συγκεκριμένη κρίση που πέρασε αυτή λόγω κάποιας
αίρεσης, φωτίστηκαν από τον Θεό για να δώσουν απάντηση. Ανήκει όμως στους
Πατέρες της, που κύριο γνώρισμά τους έχουν την εμπειρία του Θεού και συνεπώς τη
γνώση που δίνει αυτή η εμπειρία. Έτσι ο άγιος Σπυρίδων με αυτήν την εκ Θεού
εμπειρική γνώση του – απόρροια της ορθής μετοχής του στην Αποστολική Παράδοση
(«αποστολικής διδασκαλίας γενόμενος
έμπλεως») – μπόρεσε να συμβάλει και αυτός με τον δικό του απλό τρόπο στην
υπέρβαση της κρίσης που προκαλούσε στην εποχή του ο Αρειανισμός. «Εν τη του Πνεύματος αίγλη καταλαμπόμενος, το
ζοφερόν καθείλεν ο σοφός Ιεράρχης Αρείου το ληρώδες∙ όθεν απλώς δογματίσας
Τριάδα πιστώς, υπό σοφών εδοξάσθη και συνετών, και την σύνοδον εκύρωσεν»
(Καταλαμπόμενος από το φως και τη δόξα του αγίου Πνεύματος, κατέστρεψε ο σοφός
Ιεράρχης την τρέλα του Αρείου. Γι’ αυτό, αφού δογμάτισε με απλό τρόπο και με
πίστη την αγία Τριάδα, δοξάσθηκε από τους σοφούς και τους συνετούς Πατέρες, και
έδωσε κύρος στη Σύνοδο). Το περιστατικό
στην Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο (325) – που φέτος εορτάζουμε τα 1700 από τη
σύγκλησή της – κατά το οποίο σηκώθηκε και έκανε θαύμα με ένα κεραμίδι, για να
δείξει ότι η αγία Τριάδα είναι τρεις υποστάσεις αλλά έχει μία φύση ή ουσία,
είναι γνωστό σε όλους. Ο λόγος του δηλαδή μπορεί να μην επαρκούσε με τη χρήση
αποδεικτικών επιχειρημάτων, η αλήθεια όμως που ζούσε βρήκε τρόπο να εκφραστεί:
το κεραμίδι ήταν ένα, αλλά αναλύθηκε στα εξ ων συνετέθη: το χώμα, το νερό, τη
φωτιά που έψησε τον πηλό.
Δεν θα επιμείνουμε στις αρετές του – καρπό της χάρης του
Θεού λόγω της αγάπης του προς Εκείνον: την πραότητά του, την ακακία του, τη
μεγάλη του ταπείνωση. Αυτές θα αποτελούν πάντοτε τα προσανατολιστικά στοιχεία
των πιστών κάθε εποχής, ιδίως της δικής μας, που έχουν περισσέψει η οργή και τα
νεύρα, η κακία, η αλαζονεία και η υπερηφάνεια. Εκείνο όμως που δεν θέλουμε να
το αφήσουμε στη λήθη, είναι ένα από τα θαύματά του, που αναφέρεται παραπάνω και
στο συναξάρι του, και που νομίζουμε ότι έχει άμεση αναφορά και στη γενικότερη
κρίση που περνά η πατρίδα μας και σύνολη τελικά η ανθρωπότητα. Πρόκειται για το
σχέδιο των εμπόρων σίτου, που θέλησαν να προκαλέσουν μία τεχνητή κρίση, ώστε να
αυξήσουν τις τιμές του σίτου, συνεπώς να
αυξήσουν τα πλούτη τους εις βάρος του πτωχού λαού. Ο άγιος κατάλαβε αμέσως την
πονηρία των εμπόρων και επενέβη: οι αποθήκες με το σιτάρι κατέπεσαν, το πονηρό
σχέδιο διαλύθηκε.
Η αντιστοιχία με τη σημερινή, και όχι μόνον, εποχή είναι
πασιφανής: η κάθε κρίση, διαχρονικά πια, φαντάζει τεχνητή. Τράπεζες και «εγκληματίες της
οικονομίας», όπως έχουν χαρακτηριστεί, – τέτοιοι «εγκληματίες» δεν ήσαν την
εποχή του αγίου οι έμποροι σίτου; - θεωρούν ότι μόλις βρεθεί η κατάλληλη στιγμή
να προκαλέσουν κάποια αναταραχή, επεμβαίνουν προκειμένου να καρπωθούν τεράστια
κέρδη για το αποκλειστικό συμφέρον τους. Και βεβαίως οι χώρες που συνήθως την
«πληρώνουν» καθώς λέμε, είναι οι πιο αδύναμες και μικρές χώρες, όπως συμβαίνει
και με τη δική μας πατρίδα. Κι οι κρίσεις αυτές, που ταυτοχρόνως βεβαίως
αποκαλύπτουν την ηθική και πνευματική κρίση που ζούμε, δεν έχει όριο και «πάτο».
Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει τελειωμό η αρπακτικότητα των «γερακιών» των
μεγάλων χωρών και των κολοσσών που ορίζουν τα τεκταινόμενα στην παγκόσμια «σκακιέρα».
Όμως η Εκκλησία μας έχει κι άλλα όπλα, πέραν των
οικονομικών θεωριών και των όποιων σπασμωδικών κινήσεων. Τα όπλα της πίστεως,
το «βαρύ πυροβολικό» των αγίων μας. Και τέτοιο όπλο είναι και ο άγιος Σπυρίδων –
το απέδειξε στην εποχή του περίτρανα. Τι θα ήταν εμπόδιο στον άγιο, με την
παρρησία που έχει ενώπιον του Θεού και με τη βοήθεια και των άλλων αγίων, να
βοηθήσει και να βοηθάει πάντοτε στην υπέρβαση της όποιας κρίσεως; Τίποτε, πλην
ενός: την πίστη και τη μετάνοια των ίδιων των ανθρώπων. Κι εκεί συνήθως
προσκρούει η φαινομενική «απραξία» των αγίων: δεν κινητοποιούμαστε σε μετάνοια˙
δεν στρεφόμαστε με πίστη στον μόνον δυνάμενον σώζειν, τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο
Οποίος ακριβώς αναμένει τη βαθιά καρδιά μας για να επέμβει. Δεν φαίνεται όμως κάτι
τέτοιο, εκτός ολίγων μόνο περιπτώσεων, οπότε μας αφήνει στις εγωιστικές
επιλογές μας, «σχεδιάζοντας» όμως και από αυτές άλλον τρόπο θεραπείας μας – η αγάπη
Του δεν εξαντλείται, γιατί είναι άπειρη.
Οπότε, για πιο δραστικές και άμεσες λύσεις το ερώτημα παραμένει
ανοικτό: έχουμε διάθεση να μετανοήσουμε; Έχουμε την ταπείνωση να πιστέψουμε ότι
η λύση βρίσκεται έξω από τα δικά μας «λογικά» χέρια ή τους όποιους «ευφυείς»
προγραμματισμούς μας; Προφανώς την εποχή του αγίου Σπυρίδωνα υπήρχαν οι καρδιές
που ανήκαν στον Κύριο, γι’ αυτό και η προσευχή του κλόνισε και κατέστρεψε τα
σχέδια των ανόμων. Σήμερα όμως;
