Η εορτή των «πρωταποστόλων» Πέτρου και Παύλου αλλά
και των άλλων μαθητών του Κυρίου προ(σ)καλεί σε ορθή αυτοσυνειδησία της πίστεώς
μας και μας δίνει το γνήσιο παράδειγμα ώστε να «ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν
τοῦ Κυρίου». Διότι βεβαίως αυτό έκαναν και όλοι οι απόστολοι: περιπατούσαν
«ἐν Κυρίῳ».
Ο άγιος υμνογράφος μάλιστα στην προσπάθειά του να μας
υποδείξει τον δρόμο των αποστόλων και πώς κινήθηκαν στον κόσμο ως απεσταλμένοι του Χριστού σημειώνει κάτι ιδιαιτέρως
σημαντικό, το οποίο αποτελεί παρακαταθήκη και για εμάς που θέλουμε να
βρισκόμαστε στη δική τους πορεία: Ποιο ήταν το όπλο που χρησιμοποίησαν μέσα
στον εχθρικό γι’ αυτούς κόσμο που βρέθηκαν. Διότι είναι δεδομένο – το είδαμε
στη ζωή του ίδιου του Κυρίου Ιησού – ότι ο κόσμος ο πεσμένος στην αμαρτία
εναντιώνεται σε κάθε τι που δεν είναι της δικής του «γραμμής» και της δικής του
«οσμής», συνεπώς κάθε τι που δεν εκφράζει το αμαρτωλό φρόνημά του το θεωρεί
ξένο σώμα και προσπαθεί να το αποβάλει. Δυστυχώς αυτή είναι η τραγωδία του
κόσμου: να δέχεται την ευεργεσία της χάρης του Θεού και να ανταποδίδει την
κακότητα και τη σταύρωση!
Λοιπόν, στην γ΄ ωδή του κανόνα για τους κορυφαίους των
αποστόλων αναφέρει: «Γυμνούς καί ἀόπλους εἰς τά ἔθνη ἀπέστειλας σοῦ τούς
Μαθητάς, ἀνθ’ ὅπλων σοῦ τό ὄνομα βαστάζοντας τό ἅγιον∙ καί τόν τῆς πλάνης
πόλεμον, Χριστέ, τῇ πίστει διέλυσαν» (Χριστέ, απέστειλες τους μαθητές σου στα ειδωλολατρικά έθνη γυμνούς και άοπλους, έχοντας σαν
όπλο τους το άγιο όνομά σου. Και με την πίστη τους σ’ αυτό διέλυσαν τον πόλεμο
της πλάνης).
Οι απόστολοι πίστεψαν και ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό,
Αυτόν που απεκαλύφθη ως ο ενανθρωπήσας Θεός. Η Βασιλεία του Θεού που έφερε δεν
είχε εγκόσμιο χαρακτήρα (αυτή ήταν και η απάντηση του Κυρίου στον Πιλάτο που
του έθεσε παρόμοιο ερώτημα: «ἡ Βασιλεία ἡ ἐμή οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου»),
γι’ αυτό και τα όπλα των αποστόλων ήταν μόνον πνευματικά: η πίστη στο άγιο
όνομα του Χριστού. Ο κόσμος τούς αντιμετώπισε με τον δικό του τρόπο,
χρησιμοποιώντας δηλαδή ό,τι βίαιο και εχθρικό είχε κατασκευάσει για τους
αντιπάλους του, εκείνοι δε στάθηκαν άοπλοι και εντελώς ανυπεράσπιστοι μπροστά
στα όπλα αυτά. Γι’ αυτό και γεύτηκαν βεβαίως το φυσικό και αυτονόητο που
επέτρεψε και επιτρέπει συνήθως ο Θεός: τα βασανιστήρια και τον θάνατο.
Κι εδώ βεβαίως διαπιστώνεται το παράδοξο της ύπαρξης του
χριστιανού στον κόσμο: δεν εναντιώνεται στον αντίπαλο, δεν παίρνει κι αυτός
όπλα να του αντιπαρατεθεί, αλλά κατά το παράδειγμα του αρχηγού της πίστεως «ὡς
πρόβατον ἐπί σφαγήν ἄγεται καί ὡς ἀμνός ἄμωμος ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτόν ἄφωνος,
οὕτως οὐκ ἀνοίγει τό στόμα αὐτοῦ». Μία διαφορετική στάση θα σήμαινε αλλοίωση του φρονήματος του Χριστού, ο
Οποίος είχε προειδοποιήσει τους μαθητές Του: «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς
διώξουσιν». Στον κόσμο τούτο με άλλα λόγια ο θεωρούμενος νικητής είναι
πάντα ο εχθρός της πίστεως – αυτός που οδηγεί στον σταυρό και τον θάνατο!
Αλλ’ ακριβώς στο σημείο αυτό αναδύεται πια η άλλη λογική
που διέπει τη χριστιανική πίστη: κινητοποιείται η παντοδυναμία του Θεού που
λειτουργεί «ανάποδα» προς τη λογική του κόσμου. Εκεί που ο κόσμος θεωρεί ότι
νίκησε, εκεί πια επέρχεται η πλήρης και ολοσχερής διάλυσή του. Ό,τι συνέβη και
με τον Σταυρό του Κυρίου: «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῶ κόσμῳ»∙
«Θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον». Ο Σταυρός δηλαδή έφερε την Ανάσταση
και οι δυνάμεις του σκότους, ο ίδιος ο θάνατος και ο παμπόνηρος διάβολος,
καταργήθηκαν. Ο Θεός δεν «δουλεύει» κατά τα ανθρώπινα αμαρτωλά πρότυπα – δεν θα
ήταν ο Θεός μας! Κι αυτό θα πει ότι τελικώς η παντοδυναμία που φέρνει τα πάνω
κάτω είναι η ταπείνωση και η αγάπη, αυτή που προσωρινά φαίνεται ότι είναι η
χαμένη.
Λοιπόν, για να επανέλθουμε στο τροπάριο: οι μαθητές του
Κυρίου χωρίς όπλα, γυμνοί, εκτεθειμένοι σε κάθε κακότητα του αμαρτωλού
φρονήματος του κόσμου, βρέθηκαν στο τέλος νικητές. Γιατί είχαν στα χέρια τους
το ισχυρότερο όπλο που υπάρχει στον κόσμο, αόρατο και «αδύναμο» για τους
πολλούς: το παντοδύναμο όνομα του Χριστού. Το δικό Του όνομα είναι «τό ὑπέρ
πᾶν ὄνομα», μπροστά στο οποίο κλίνουν γόνυ τα επουράνια, τα επίγεια και τα
καταχθόνια, όλες οι σκοτεινές δυνάμεις του κόσμου. Ψελλίζει κανείς το «Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ» και τρέμουν τα σύμπαντα. Γιατί στο όνομα αυτό περικλείεται η
ενέργεια του Τριαδικού Θεού, του Δημιουργού Παντοκράτορος Θεού, Αυτού δηλαδή
από τον Οποίον έχουν προέλθει τα πάντα, διακρατούνται τα πάντα, κατευθύνονται
προς Αυτόν τα πάντα. Κι είναι το όπλο του ονόματος του Χριστού, που ο Ίδιος
έβαλε στα χέρια των μαθητών Του, καθώς τους το έδωσε και ως εντολή. «Ἔως ἄρτι
οὐκ ἠτήσασθε οὐδέν ἐν τῷ ὀνόματί μου. Αἰτεῖτε καί λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρά ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη» (Μέχρι τώρα δεν ζητήσατε τίποτε εξ ονόματός μου.
Ζητείτε και θα πάρετε, για να είναι η χαρά σας πλήρης και ολοκληρωμένη).
Το όνομα του Χριστού: το παντοδύναμο όπλο μας στον κόσμο
τούτο. Αρκεί να το επικαλούμαστε όπως και οι απόστολοι και οι άγιοί μας: με
πίστη στην προσωπική παντοδύναμη και πανταχού παρουσία Του∙ με θερμή αγάπη προς
την ποθητή μορφή Του.