«Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή
όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος
έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή
νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα. Πολλοί που
προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό.
Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί πού τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να
προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί
μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και
άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και
στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και
αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα. Το τέλος της επίγειας
ζωής του προείπε ο Όσιος τρία χρόνια προ της τελευτής του. Έτσι αφού ασθένησε
για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες
συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, πού τόσο αγάπησε από βρέφος».
Ο όσιος Γεώργιος αποτελεί μία ακόμη επιβεβαίωση
αυτού που έλεγε ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: στους ρωμαιοκαθολικούς ο
μοναχισμός είναι εξωστρεφής, με την έννοια ότι οι μοναχοί πηγαίνουν στον κόσμο
για να βρουν τους ανθρώπους. Στους ορθοδόξους ο μοναχισμός προσβλέπει με αγάπη
πρωτίστως στον Θεό, ώστε να καθαρθεί η καρδιά και να γίνει έτσι καθαρή και η
αγάπη προς τους ανθρώπους, πράγμα που το αισθάνεται ο κόσμος, γι' αυτό και
αναζητεί αυτός τους μοναχούς και προσέρχεται στα μοναστήρια. Έτσι συμβαίνει το
παράδοξο να φεύγει ο μοναχός από τον κόσμο και ο Θεός να τον μεταποιεί σε
μαγνήτη για τους ανθρώπους. Στον όσιο Γεώργιο λοιπόν βλέπουμε ακριβώς
εφαρμοσμένη αυτήν την πραγματικότητα: αποτραβιόταν από τον κόσμο για να είναι με
τον Θεό, και ο κόσμος διαρκώς τον αναζητούσε. Κι όσο μάλιστα απομακρυνόταν,
τόσο και η δίψα των ανθρώπων γι' αυτόν αυξανόταν. Ένα από τα στιχηρά του
εσπερινού της εορτής του οσίου αποδίδει με τον τρόπο του υμνογράφου την αλήθεια
αυτή: «Ανατέθηκες ολόκληρος με θέρμη στον παντεπόπτη Θεό και συνδέθηκες με
Αυτόν με όλη την ψυχή σου, γι' αυτό και καλλιέργησες τους θεϊκούς καρπούς του
Πνεύματος: την ησυχία, την εγκράτεια, την αγάπη, την ελπίδα, την μακροθυμία και
την πραότητα, δείχνοντας έτσι με μεγαλοπρέπεια τον δρόμο που οδηγεί στον
ουρανό, δηλαδή την πίστη και την αγάπη, πάτερ». Κι αλλού: «Ο βίος σου
αναδείχτηκε λαμπρός, ο λόγος σου αρτυμένος από το θεϊκό αλάτι και τη χάρη Του,
Γεώργιε» (ωδή γ΄).
Η εν θερμή αγάπη στροφή του οσίου Γεωργίου προς τον
Κύριο συνιστά "αξιοπερίεργο" γεγονός για τον άγιο Θεοφάνη, τον
υμνογράφο του οσίου, γι' αυτό και το σχολιάζει περισσότερο της μιας φοράς. Και
τούτο, γιατί ο Γεώργιος στράφηκε προς τον Θεό όχι γιατί τον καθοδήγησαν οι
γονείς του, όχι γιατί είχε κάποιο αγιασμένο πρότυπο στη νεότητά του, αλλά γιατί
τον καθοδήγησε η ίδια η Πρόνοια του Θεού. Κι αυτό σημαίνει ότι όπου ο Κύριος
συναντήσει καλοπροαίρετη καρδιά, εκεί αναλαμβάνει ο Ίδιος την κυβέρνηση του
ανθρώπου, αν και πρέπει να σημειώσουμε ότι και στις περιπτώσεις που άνθρωπος
καθοδηγεί συνάνθρωπό του προς εύρεση του Θεού, τελικώς είναι ο Ίδιος ο Θεός που
απλώς χρησιμοποιεί ως όργανό του τον καθοδηγητή για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η
αγάπη του Θεού για τον κάθε άνθρωπο, έστω και τον πιο ελάχιστο, με άλλα λόγια,
είναι δεδομένη: όλους μάς έχει στο κέντρο της "καρδιάς" Του,
εφευρίσκοντας τρόπους να μας φέρει κοντά Του. «Οδηγήθηκες από τη θεία Πρόνοια,
Γεώργιε, και βάδισες την οδό που φέρει προς τον ουρανό, έχοντας συνεργό σου τον
μόνο ευεργέτη και πανοικτίρμονα Θεό» (ωδή α΄). «Μακάριε, από τον Θεό σαφώς
κυβερνήθηκες» (ωδή α΄).
Ο Θεοφάνης όμως σημειώνει και το αυτονόητο: βεβαίως
ο Θεός καθοδηγεί τον άνθρωπο, αλλά και πρέπει και ο άνθρωπος στη συνέχεια να
ανταποκριθεί, προκειμένου να κρατήσει τη δωρεά του Θεού και να την αυξήσει. Κι
αυτό γίνεται με τη συνεχή μελέτη του λόγου του Θεού και την προσοχή των
λογισμών του. Άνθρωπος ο οποίος μένει μόνον στην πρώτη κλήση του Θεού και δεν
συνεργάζεται έπειτα με τον Θεό, δυστυχώς δεν μπορεί να καρποφορήσει τις αρετές.
Ο όσιος Γεώργιος έδειξε το πόσο πράγματι η αγάπη του Θεού τον συνείχε: δεν
περνούσε ημέρα που να μη μελετά τα λόγια του Θεού και να μη βρίσκεται σε
κατάσταση διαρκούς νήψεως. Είχε κατανοήσει πλήρως ότι το μυστικό της
πνευματικής ζωής είναι ο έλεγχος των λογισμών και ότι για να συμβεί αυτό πρέπει
να ποτίζει αδιάκοπα την ψυχή του με τη βροχή των θεϊκών λογίων. Κι αν και
σήμερα, όπως και σε κάθε εποχή, υπάρχει μικρή καρποφορία στις πνευματικές
αρετές, που σημαίνει έχουμε λιγοστή παρουσία της χάρης του Θεού στις ανθρώπινες
καρδιές, είναι διότι δεν μελετούμε όσο πρέπει τον λόγο του Θεού, είτε σαν
Ευαγγέλιο είτε σαν πατερικά κείμενα είτε σαν βίους αγίων είτε ως ύμνους της
Εκκλησίας μας, οπότε ανοχύρωτη η καρδιά μας γίνεται σπήλαιο ληστών. «Πρόσεχες
αδιάκοπα, πάνσοφε, στη μελέτη των λόγων του Θεού, γι' αυτό και απομάκρυνες,
πάτερ Γεώργιε, τους άστατους δαιμονικούς λογισμούς» (ωδή δ΄).