Τετάρτη 8 Ιουνίου 2022

«Η ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΚΡΑΤΑΕΙ ΣΤΟΝ ΙΣΙΟ ΔΡΟΜΟ»

«Έλεγε ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης ότι η Χάρις του Θεού τον κρατά στον ίσιο δρόμο. Αν φύγει η Χάρις, το βράδυ μπορεί να με βρεις στην ταβέρνα» (Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι).

Ο άγιος Γέροντας είχε πλήρη επίγνωση της ανθρωπολογίας της χριστιανικής πίστεως και της πνευματικής ζωής. Διότι ποια η αντίληψη του χριστιανού για τον άνθρωπο; Ότι ναι μεν δημιουργήθηκε από τον Θεό «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Εκείνου, όμως λόγω της αμαρτίας του ο άνθρωπος, της ανυπακοής που επέδειξε προς τον Δημιουργό του, η ομοίωση χάθηκε και ο εικονισμός του Θεού σκοτείνιασε, ζοφώθηκε. Ο άνθρωπος μετά την πτώση στην αμαρτία «παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς», δηλαδή αγόταν και φερόταν από τα πάθη του χωρίς δυνατότητα ρυθμίσεώς του από τον ηγεμόνα νου που τυφλώθηκε. Μετά τον ερχομό του ενανθρωπήσαντος Θεού μας βεβαίως ο άνθρωπος αποκαταστάθηκε: με την πρόσληψή του από τον Χριστό καθαρίστηκε η εικόνα του Θεού μέσα του, ανοίχτηκε και πάλι ο προορισμός της ομοίωσής του προς Αυτόν, με την προϋπόθεση όμως της αποδοχής του Κυρίου εν πίστει στη ζωή του. Ο χριστιανός με άλλα λόγια που έχει πιστέψει στον Χριστό και έχει γίνει μέλος του σώματός Του της Εκκλησίας διά του αγίου βαπτίσματος, ανανεώνοντας και ενεργοποιώντας τη χαρισματική αυτή κατάστασή του διά της μετανοίας και της συμμετοχής του στα μυστήρια της Εκκλησίας, αυτός πράγματι μπορεί να θεωρηθεί ως φυσιολογικός άνθρωπος κατά τον τρόπο της δημιουργίας του.

Η τρεπτότητά του όμως παραμένει: μπορεί να αλλάξει και να αλλάζει διαρκώς, γιατί στον κόσμο τούτο η θέλησή του δεν είναι παγιωμένη στο αγαθό -  η παγίωση στο αγαθό συνέβη με τους αγίους αγγέλους μετά την πτώση του Εωσφόρου και των οργάνων του. Οι άγγελοι ναι! Παραμένουν στο αγαθό πάντοτε, όπως και ο Πονηρός διάβολος στο πονηρό και το κακό. Οι άνθρωποι όμως όχι! Το μόνο σταθερό και αναλλοίωτο και αιώνιο στοιχείο που μπορεί να κρατήσει στέρεο τον χριστιανό, έστω κι αν χαρακτηρίζεται από το τρεπτό της θελήσεώς του, είναι η χάρη του Θεού, όταν κι εκείνος είναι προσανατολισμένος στις άγιες εντολές Του. Κι αυτό συνιστά το γνώρισμα πια του κάθε πιστού χριστιανού: ο αγώνας του μέχρι θανάτου να ακολουθεί τον Κύριο και την οδό Του, δηλαδή να προσπαθεί αδιάκοπα να τηρεί ό,τι Εκείνος καθόρισε ως πορεία της ζωής. Διότι ο Κύριος βρίσκεται μέσα στις εντολές Του – οι εντολές του Θεού μάς προσομοιώνουν μ’ Εκείνον και μας συντονίζουν με την παρουσία Του.

Ο άγιος Παΐσιος λοιπόν λέει το αυτονόητο για έναν χριστιανό εν επιγνώσει: ο ίσιος δρόμος είναι ο δρόμος του Χριστού και του αγίου θελήματός Του, αλλά μόνον η χάρη του Θεού μπορεί να κρατήσει τον άνθρωπο πάνω σ’ αυτόν. Γιατί πρόκειται περί χαρισματικής καταστάσεως, περί της Ζωής Εκείνου που προσφέρεται ως δυνατότητα στον άνθρωπο που καλοπροαίρετα θα ανταποκριθεί στην κλήση της ακολουθίας Του. Κι αυτή η ανταπόκριση εκκινεί από την ένταξη του ανθρώπου στην Εκκλησία διά του βαπτίσματος, αλλά δεν σταματάει ποτέ. Μέχρι το τέλος της ζωής του ο άνθρωπος, μέχρι κυριολεκτικά την τελευταία του πνοή δεν μπορεί να χαλαρώσει. Το όποιο χαλάρωμα ως γνωστόν στην πνευματική ζωή αποτελεί την ίδια στιγμή οπισθοδρόμηση και έκπτωση του πιστού – «όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου» είπε ο Ίδιος ο Κύριος. Θυμόμαστε το περιστατικό από το Γεροντικό, όπου ένας όσιος αββάς φτάνοντας στο τέλος της επίγειας ζωής του άκουσε από τους μαθητές του: σώθηκες τώρα, αββά. Κι εκείνος αμέσως, πριν εκπνεύσει, απάντησε: όχι ακόμη! Αυτή είναι η αίσθηση του αγίου που ξέρει το πόσο εύκολα μπορεί να προσκλίνει  στο κακό η θέληση του ανθρώπου, αν ακριβώς χαλαρώσει την ένταση του πνευματικού του αγώνα. Ο όσιος Παΐσιος μιλάει για την «ταβέρνα» ως πτώση του στην αμαρτία, όχι χαρακτηρίζοντας την ταβέρνα βεβαίως ως τόπο αμαρτίας, αλλά ως τόπο που απάδει προς αυτόν ως καλόγερο.   

Γι’ αυτό και οι άγιοι ακολουθούσαν την οδό της ταπεινώσεως – πώς μπορούσαν να αποδεχτούν τον όποιο υπερήφανο λογισμό ότι κάτι κατάφεραν; Τα λόγια του ίδιου του Κυρίου ηχούσαν πάντοτε στην καρδιά τους: «Όταν εφαρμόσετε όλα όσα σας είπα, να λέτε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι. Ότι κάναμε ό,τι οφείλαμε να κάνουμε». Κι ο απόστολος Παύλος ήταν εκείνος που για τον λόγο αυτό φώναζε: «Τι καλό έχεις που δεν το έλαβες από τον Θεό; Κι αφού το έλαβες από Εκείνον τι καυχάσαι σαν να μην το έχεις λάβει;» Ο λόγος μάλιστα του ίδιου έρχεται χωρίς περιστροφές να το βεβαιώσει: «Με τη χάρη του Θεού σωθήκαμε διά της πίστεως. Κι αυτό είναι δώρο του Θεού, δεν είναι κατόρθωμα δικό μας για να μη καυχηθεί κανείς».