Παρασκευή 12 Μαρτίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

 


«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, 12ῃ Μαρτίου, ὁ ὅσιος καί θεοφόρος Πατήρ ἡμῶν Συμεών, ὁ Νέος Θεολόγος, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται, οὗ ἡ μνήμη διά τό τῆς νηστείας αἰδέσιμον μετετέθη κατά τήν δωδεκάτην Ὀκτωβρίου».

«Ο άγιος Συμεών γεννήθηκε στη Γαλάτεια της Παφλαγονίας το έτος 957 από γονείς ευγενείς  και διακεκριμένους στην επαρχία τους που φρόντισαν για την μόρφωσή του. Σε ηλικία 14 ετών πηγαίνει στην περίφημη Μονή του Στουδίου επιθυμώντας να μείνει κοντά στον πνευματικό του πατέρα, τον άγιο Συμεών τον Ευλαβή τον Στουδίτη, ο οποίος δεν συμφωνεί λόγω της ηλικίας του να μείνει στο μοναστήρι.

Σε ηλικία 26 χρόνων ο πνευματικός του τού  ανακοίνωσε ότι μπορεί να γίνει μοναχός. Αναχωρεί κατόπιν για την πατρίδα του τη Γαλάτη, όπου και ανακοινώνει τα σχέδιά του στους γονείς του, οι οποίοι αντιδρούν και προσπαθούν να τον αποτρέψουν αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη γίνεται μοναχός στη Μονή Στουδίου με το όνομα Συμεών.

Η απόλυτη υπακοή του στον πνευματικό του πατέρα, μαζί με το γεγονός ότι έχει εμφανή πνευματική πρόοδο, ξεσήκωσε τον φθόνο των υπόλοιπων μοναχών. Η διαβολή που του έγινε ανάγκασε τον ηγούμενο να τον διώξει από τη μονή. Ο γέροντάς του τότε τον οδήγησε, δόκιμο ακόμη, στην πλησιόχωρη Μονή του αγίου Μάμαντος του Ξηροκέρκου, όπου ηγούμενος ήταν ο ενάρετος Αντώνιος. Εκεί ο γέροντάς του Συμεών ο Ευλαβής τον έκειρε πλέον μοναχό σε ηλικία 29 ετών. Δεν πέρασαν παρά δύο χρόνια από τότε, και το έτος 988 απεβίωσε ο ενάρετος ηγούμενος της Μονής του αγίου Μάμαντος Αντώνιος. Όλοι οι μοναχοί τότε με τη σύμφωνη γνώμη του Πατριάρχη Νικολάου Β΄ του Χρυσοβέργη εκλέγουν ηγούμενο τον Συμεών. Κατόπιν αυτών χειροτονείται πρεσβύτερος και τοποθετείται ηγούμενος της Μονής.

Ως ηγούμενος είχε να αντιμετωπίσει τα οικοδομικά της Μονής, η οποία βρισκόταν σε ημιερειπωμένη κατάσταση, και την πνευματική καλλιέργεια και συγκρότηση των μοναχών, οι οποίοι ήσαν αμύητοι σε θέματα νηπτικής θεολογίας. Έφθασαν μάλιστα στο σημείο τριάντα περίπου μοναχοί κατά τη διάρκεια κατηχήσεως – ομιλίας του Συμεών εντός του ιερού ναού να ορμήσουν κυριολεκτικά εναντίον του με φωνές και απειλητικές διαθέσεις.

Μετά από αυτό το περιστατικό ο Συμεών παραμένει στη θέση του ηγουμένου για 25 ολόκληρα χρόνια, και το 1013 παραδίδει την ηγουμενία στον μαθητή του Αρσένιο, ενώ ο ίδιος αποσύρεται σε κοντινό ησυχαστήριο. Βρίσκεται ήδη στην ηλικία των 57 ετών, και μέσα στην ησυχία επιδίδεται πλέον στο συγγραφικό του έργο.

Μετά από προβλήματα που δημιουργήθηκαν και πάλι από κάποιους εκκλησιαστικούς, βρίσκεται στην ερημία ενός ερημοκκλησίου της αγίας Μαρίνας, στην περιοχή της Χρυσούπολης. Μολονότι τα πράγματα αποκαθίστανται, εκείνος προτιμά πια την ερημιά αυτή. Προς τιμήν της αγίας Μαρίνας ανήγειρε και νέο ναό, και σχηματίζει γύρω απ’ αυτόν μικρό ποίμνιο. Παραμένει εκεί έως το 1037, όταν τον βρίσκει ο θάνατος σε ηλικία 79–80 ετών.

Τα τελευταία λόγια του προ της κοιμήσεώς του, την οποία προέβλεψε, ήταν:  «Εις χείρας σου, Χριστέ Βασιλεύ, το πνεύμα μου παρατίθημι».

Η Εκκλησία του απένειμε τον τίτλο του Νέου Θεολόγου, λόγω της ζωντανής θεολογίας που εξέφραζε, την οποία απετύπωσε σε πολλά έργα που μας άφησε.  Σημαντικότερα από αυτά είναι οι «Κατηχήσεις», οι «Ύμνοι Θείων Ερώτων» και τα «Πρακτικά και Θεολογικά Κεφάλαια». Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει ότι «αν κάποιος τα συγγράμματά του τα ονομάσει συγγράμματα ζωής, δεν θα υπερβάλλει». «Ο άγιος Συμεών είναι όντως ο άνθρωπος του Αγίου Πνεύματος, μύστης και θεολόγος του μεγάλου της ευσεβείας μυστηρίου, του Θεανθρώπου Χριστού. Είναι ίσως ο πιο Χριστοκεντρικός από όλους τους Πατέρες, γιατί είναι πράγματι ο γνήσιος πατήρ της οικουμενικής Ορθοδοξίας» όπως αναφέρει ο μακαριστός πια σπουδαίος θεολόγος και επίσκοπος Αθανάσιος Γιέφτιτς.

Η μνήμη του εορτάζεται στις 12 Μαρτίου, ημέρα της κοιμήσεώς του, επειδή όμως συμπίπτει με τη νηστεία τη Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μετατίθεται στις 12 Οκτωβρίου» (Κύρια σημεία του βίου του αγίου από το ιστολόγιο ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ).

Παραθέτουμε στη συνέχεια μία φράση του αγίου από τον Ζ΄, παρ.13, Ηθικό λόγο του, προβαίνοντας σε κάποιο σχολιασμό.

«Πές λοιπόν, πῶς θά μποροῦσες νά ζεῖς ἀληθινά, ἄν δέν ἑνωθεῖς μέ τήν ἀληθινή ζωή, δηλαδή μέ το ἅγιο Πνεῦμα, διά τοῦ ὁποίου κάθε πιστός ἀναγεννᾶται καί ἀναζωώνεται ἐν Χριστῶ

Ὁ ἅγιος Συμεών τονίζει τήν κεντρική ἀλήθεια περί τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, ὅταν αὐτή ἀποτελεῖ καρπό σχέσεως μέ τό ἅγιο Πνεῦμα, πού εἶναι ἡ ἀληθινή ζωή. Στή συγκεκριμένη παράγραφο ὅμως καί μάλιστα στήν παραπάνω φράση ἔχουμε ἐπιπλέον ἀνάπτυξη. Ὁ ἅγιος μᾶς ὑπενθυμίζει μία ξεχασμένη ἀπό πολλούς χριστιανούς πνευματική πραγματικότητα. Ποιά; Ὅτι ἡ ἕνωση μέ τό ἅγιο Πνεῦμα, πού κατ’ αὐτόν ἀποτελεῖ τό διαρκῶς ζητούμενο, ὁδηγεῖ στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. «Μέ τό ἅγιο Πνεῦμα», λέει, «ἀναγεννᾶται καί ζωντανεύει πάλι ἐν Χριστῷ ὁ πιστός». Μέ ἄλλα λόγια, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά γνωρίσει κανείς τόν Χριστό, δέν μπορεῖ νά Τόν πλησιάσει πολλῷ δέ μᾶλλον νά Τόν ἀποκτήσει μέσα του παρά μέ τή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό ἅγιο Πνεῦμα λοιπόν μᾶς καθιστᾶ γνωστό καί οἰκεῖο τόν Χριστό. Πρόκειται γιά τήν ἀλήθεια γιά τήν ὁποία βοᾶ ἡ Καινή Διαθήκη, ἰδίως διά στόματος ἀποστόλου Παύλου. «Οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ». Ἔτσι ὁ Χριστός θά παρέμενε πάντοτε ξένος χωρίς τήν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματός Του, πού θά πεῖ ὅτι ὁ ἐρχομός Του στήν πρώτη παρουσία Του θά ἔμενε ἀτελέσφερος. Γι’ αὐτό καί ὁ Κύριος ἐπανελάμβανε στούς μαθητές Του ὅτι «πρέπει νά ἀπέλθω ἐγώ. Ἐάν δέν ἀπέλθω δέν θά ἔλθει ὁ Παράκλητος», ὁ Ὁποῖος δέν μᾶς ἄφησε ὀρφανούς.

 Ὁ Θεός λοιπόν μᾶς ἔσωσε μέ διπλή θά λέγαμε κίνηση: μέ τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ πρῶτα, ἀλλά καί μέ τήν ἀποστολή τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἔπειτα. Ὅ,τι ἔφερε ὁ Χριστός, τό ἅγιον Πνεῦμα τό ἔκανε καρδιακά γνωστό καί οἰκεῖο στόν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό καί εἶναι τόσο θεμελιακή γιά τήν Ἐκκλησία ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς – εἶναι τά γενέθλια τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνῶ ἱδρύεται ἡ Ἐκκλησία ἀπό τόν Χριστό, ἐνεργοποιεῖται αὐτή ὡς ζωντανή προσωπική σχέση μέ τόν Χριστό τήν ἡμέρα τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Καί ὁ ἅγιος βέβαια μᾶς ἀφήνει νά καταλάβουμε καί τήν προσωπική Πεντηκοστή τοῦ ἀνθρώπου πού πραγματοποιεῖται μέ τό ἅγιο βάπτισμά του. Στήν Ἐκκλησία πού ζεῖ διαρκῶς τήν Πεντηκοστή ὁ ἄνθρωπος παίρνει τό ἅγιο Πνεῦμα ὅταν βαπτίζεται, πού σημαίνει ὅτι ἐνδύεται τόν Χριστό καί γίνεται ἕνα μ’ Ἐκεῖνον. Τί εἶναι ὁ χριστιανός; Μά μιά ἄλλη παρουσία τοῦ Χριστοῦ «ἐν ἑτέρᾳ μορφῆ». Γι’ αὐτό καί μπορεῖ πιά ὡς ἄλλος Χριστός νά ἐλευθερώνεται ἀπό τά πάθη του καί τά πονηρά νοήματά του. «Ἄν δέν περιβληθοῦμε Ἐκεῖνον συνειδητῶς σάν μανδύα, νά μή νομίσουμε ὅτι ἐλευθερωθήκαμε καθόλου ἀπό τά νοήματά μας καί ἀπό τά πάθη πού μᾶς ἐνοχλοῦν».

Πῶς ὅμως ὑπάρχουν χριστιανοί βαπτισμένοι πού ἐξακολουθοῦν καί ζοῦν «ὡς ἄθεοι ἐν τῷ κόσμῳ» κατά τόν ἀπόστολο; Αὐτό ἦταν καί τό κρίσιμο θέμα πού ἀπασχολοῦσε καί τόν ἅγιο Συμεών καί γιά τό ὁποῖο μιλοῦσε καί ἔγραφε μέ τόσο πόνο καί ἀγάπη. Κι ἡ ἀπάντησή του δίνεται μέ πολλούς τρόπους, ἐδῶ ὅμως ὑπονοεῖται μέ τή λέξη «συνειδητῶς». Δέν ἀρκεῖ δηλαδή νά περιβληθεῖς τόν Χριστό σάν μανδύα – αὐτή εἶναι ἡ ἄπειρη δωρεά Ἐκείνου στά ἀγαπημένα πλάσματά Του. Ἀπαιτεῖται καί ἡ συνέργεια τοῦ ἀνθρώπου, ἡ συνειδητή ἀποδοχή καί  ἐνεργοποίηση τῆς χάρης σέ καθημερινή βάση. Ἔτσι μπορεῖ κανείς νά εἶναι βαπτισμένος, ἀλλά γιατί ἔτσι εἶναι τό ἔθιμο, γιά λόγους κοινωνικούς, γιά λόγους ἀκόμη οἰκονομικούς. Αὐτό δέν σημαίνει τίποτε. Ὅπως ἔλεγε σέ ἀνάλογες περιπτώσεις ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὁ ἅγιος τῶν ἡμερῶν μας: «τά ἄδεια σακκιά». Ὁ χριστιανός λοιπόν ἐφόσον «συνειδητῶς» βαπτίζεται ἤ σταδιακά συνειδητοποιεῖ ὅσο μεγαλώνει τό μεγαλεῖο τοῦ βαπτίσματος, πρέπει νά διατηρεῖ καί τόν χιτώνα ἀμόλυντο· τό ἔνδυμα γάμου πού περιεβλήθη νά τό κρατᾶ πάντοτε καθαρό. Κι ἐδῶ ἀρχίζει ἡ ἀσκητική ζωή τοῦ πιστοῦ, εἴτε στόν κόσμο ζώντας ὡς ἔγγαμος εἴτε στό μοναστήρι ὡς μοναχός.