«Τραυματισθέντα δεινῶς ἡδονῶν τῇ ρομφαίᾳ, τῇ μοτώσει, Οἰκτίρμον, τῆς εὐσπλάγχνου
σου ροπῆς, ἰάτρευσόν με, Λόγε, ὅπως σε εὐχαρίστως δοξάζω εἰς αἰῶνας» (ωδή
η΄ τριωδίου).
(Γιάτρεψέ με, Οικτίρμον
Κύριε, Λόγε του Θεού, με το θεραπευτικό κάλυμμα της ευσπλαχνίας Σου, επειδή
τραυματίστηκα σκληρά με το ξίφος των ηδονών, προκειμένου να Σε δοξάζω
ευχαρίστως αιώνια).
Μέσα στα πολλά
πνευματικά κατανυκτικά εδέσματα της ημέρας, ο άγιος υμνογράφος μάς προσφέρει
και τον παραπάνω ύμνο, ο οποίος εν συνόψει καθορίζει το όλο πλαίσιο της πορείας
του χριστιανού. Η εν ευχαριστία δοξολογία του Θεού, τονίζει, είναι η διαρκής
απόβλεψη του χριστιανού: από τον Χριστό δημιουργηθήκαμε, με Εκείνον κρατιόμαστε
και προχωρούμε, σ’ Αυτόν κατατείνουμε. «Ἐξ Αὐτοῦ καί δι’ Αὐτοῦ καί εἰς Αὐτόν τά
πάντα ἔκτισται» (απ. Παύλος). Δοξολογία του Θεού συνεπώς σημαίνει να προσβλέπω πάντοτε
προς τον Κύριο (:«οἱ ὀφθαλμοί μου διά παντός πρός τόν Κύριον») και σ’ Εκείνον
να ρίχνω όλη τη δύναμη της ψυχής και της καρδιάς μου – μία αδιάκοπη κίνηση
αγάπης, κατά την κεντρική εντολή Του «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς
ψυχῆς ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ἐξ ὅλης τῆς διανοίας ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος». Έτσι δεν
πραγματοποιείται και ο σκοπός για τον οποίο ο Κύριος μάς δημιούργησε; Από το κατ’
εικόνα στο καθ’ ομοίωσιν.
Είναι η πορεία της
πνευματικής υγείας του ανθρώπου, σημειώνει όμως ο υμνογράφος. Μόνον όποιος έχει
θεραπευτεί ψυχικά, έχει δηλαδή καθαρίσει τους πνευματικούς του οφθαλμούς,
μπορεί να δει και τον Κύριο, να νιώσει την αγάπη Του, να Τον ευχαριστήσει και
να Τον δοξολογήσει. Θυμόμαστε αίφνης τον ένα και μοναδικό από τους δέκα
θεραπευθέντες λεπρούς από τον Κύριο, ο οποίος επέστρεψε για να Τον ευχαριστήσει
για τη θεραπεία του. Επέστρεψε, λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς, με μεγάλη φωνή
δοξολογώντας τον Θεό. Και τι έκανε; Πρόσπεσε στα πόδια του Χριστού
ευχαριστώντας Τον. Τότε δοξολογούμε, θεραπευμένοι, σωστά τον Θεό, όταν
στρεφόμαστε πάντα με ευχαριστία στον Κύριο Ιησού Χριστό. Κι αυτό υπενθυμίζει ο
εκκλησιαστικός ποιητής: Γιάτρεψέ με, Κύριε, για να Σε δοξολογώ με ευχαριστία.
Καταφεύγει όμως ο πιστός
στον Κύριο ως τον Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων, γιατί βλέπει τα τραύματά του
που τον καθιστούν δέσμιο του κόσμου τούτου και δεν τον αφήνουν να ανοιχτεί προς
τον Κύριο. Και τα τραύματα αυτά είναι όσα του δημιουργεί το ξίφος των ηδονών.
Το σαρκικό αμαρτωλό φρόνημα δηλαδή που επιδιώκει πάντοτε τις ηδονές του βίου
τούτου είναι το μόνιμο πρόβλημα του ανθρώπου, και μάλιστα του χριστιανού που
έχει επίγνωση της τραγικής αυτής πραγματικότητας. Όπως το σημειώνουν και όλοι
οι άγιοι Πατέρες μας: «οι σαρκικές ηδονές και το υπερήφανο φρόνημα ταλαιπωρούν
τον άνθρωπο». Κι έχει μεγάλη βαρύτητα η επισήμανση: η αμαρτία και το φρόνημά
της μπορεί να φαίνονται ότι φέρνουν ευχαρίστηση, αλλά στο βάθος συνιστούν την
πληγή και το τραύμα του ανθρώπου – η ηδονή που γίνεται οδύνη! Αυτό είναι και το
δράμα των περισσοτέρων σήμερα ανθρώπων: να αμαρτάνουμε και να μη νιώθουμε ότι
πρόκειται για την καταστροφή μας.
Έτσι το «σχήμα» της εν
επιγνώσει πορείας του χριστιανού παρουσιάζεται ανάφλυφο ενώπιόν μας: νιώθουμε
τις πληγές του αμαρτωλού φρονήματός μας, καταφεύγουμε στον Χριστό που είναι ο
Ιατρός και ο θεραπευτής μας, ανοίγουν τα μάτια μας και με αίσθηση ψυχής
δοξολογούμε και ευχαριστούμε τον Θεό. Είναι περιττό να πούμε ότι η πορεία αυτή
διαγράφει και τα αληθινά σημάδια της μετανοίας: επίγνωση της αμαρτίας, στροφή
προς τον Θεό για να βρω το σπίτι μου, δηλαδή τον εαυτό μου.