«Ο άνθρωπος που σου ζητάει ειλικρινή συγχώρεση, όταν σφάλλη, να τον
συγχωράς, κάθε φορά που σφάλλει, με καλοσύνη, και να τον αγαπάς και από κοντά.
Τον δε πονηρό που σου ζητάει δήθεν συγχώρεση, για να κάνη τη δουλειά του και
συνέχεια να σε μπλέκη στις υποθέσεις του, που βλάπτουν ψυχικά και άλλους
ανθρώπους, συγχώρεσέ τον εβδομήντα επτά φορές μαζεμένες, και στο εξής να τον
αγαπάς από μακριά και να εύχεσαι γι’ αυτόν» (όσιος Παῒσιος αγιορείτης).
Ο άγιος Παῒσιος, ο μεγάλος
όσιος της εποχής μας, ζούσε στο ανώτερο δυνατό για τον άνθρωπο την αγάπη προς
τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Κι αυτό που ζούσε αυτό και δίδασκε είτε προφορικά
είτε με τις επιστολές του, μαρτυρώντας στην πραγματικότητα ό,τι διακηρύσσει η
Αγία Γραφή και όλη η Πατερική εκκλησιαστική παράδοση. Η αγάπη προς τον Θεό και
τον συνάνθρωπο δεν είναι η βασική εντολή του ίδιου του Θεού και στην Παλαιά και
στην Καινή Διαθήκη; Και μάλιστα η προς τον συνάνθρωπο αγάπη αποτελεί και την
απόδειξη για την ύπαρξη της αγάπης και προς τον Θεό. Ποτέ δεν αυτονομείται η
μία από την άλλη, σαν το νόμισμα που έχει δύο πλευρές. Θα πει σε κάποια άλλη
αποστροφή λόγου του ο όσιος: «Αν ο άνθρωπος αγαπά τον Θεό, μετά αγαπάει και το
σπίτι του, και τον γείτονά του, και τον γείτονα στο σύνορο και τον πάρα πέρα
γείτονα. Αν δεν αγαπά τον Θεό, δεν αγαπάει ούτε τον γείτονα ούτε κανέναν. Μετά,
αρχίζει ο άνθρωπος να κινείται από συμφέρον».
Έκφραση της γνήσιας
αγάπης προς τον συνάνθρωπο, όπως το ζητάει
ο ίδιος ο Κύριος, είναι η απόλυτη ετοιμότητα του πιστού να προσφέρει τη συγγνώμη του σ' εκείνον που σφάλλει
απέναντί του, δηλαδή η ανεξικακία και η συγχωρητικότητά του. Κι όχι όταν σφάλλει μόνο
μία φορά, αλλά απειράκις. Στο ερώτημα των μαθητών του Χριστού μέχρι πόσες φορές
πρέπει να συγχωρούν τον συνάνθρωπό τους όταν σφάλλει απέναντί τους, λέγοντας
και το κατ’ αυτούς όριο: μέχρι επτά, ο Χριστός απάντησε: «Όχι επτάκις, αλλ’ έως
εβδομηκοντάκις επτά», δηλαδή διαρκώς και χωρίς όριο. Κι εδώ έχουμε τη
συνεισφορά του αγίου Παϊσίου, εδραζομένη βεβαίως και αυτή στο ίδιο το
παράδειγμα του Ιησού Χριστού: η αγάπη και η συγγνώμη πρέπει να υπάρχει πάντοτε
στον χριστιανό – δεν υπάρχει χριστιανός που να κρατάει κακία και πικρία μέσα
στην καρδιά του, όταν μάλιστα καλείται όχι μόνο να συγχωρεί αλλά και να αγαπάει
μέχρι θυσίας και τον ίδιο τον εχθρό του – αλλά η αγάπη του να συνοδεύεται με
διάκριση. Η διακριτική αγάπη είναι εκείνο που αποκαλύπτει την καθαρή συνείδηση
του πιστού ανθρώπου.
Η διάκριση αυτή, καρπός
φωτισμού από τη ζωντανή σχέση του χριστιανού με τον Κύριο, του δίνει τη
δυνατότητα να «βλέπει» την ειλικρινή ή την πονηρή διάθεση του άλλου: ο
ειλικρινής, έστω κι αν σφάλλει, ζητάει συγγνώμη με την καρδιά του, θέλοντας να
διορθώσει και να αλλάξει τα πράγματα, ακόμη κι αν δεν τα καταφέρνει τελικώς∙ ο πονηρός ζητάει συγγνώμη αλλά με συμφέρον
και υπολογισμό: για να χρησιμοποιήσει τον αδικημένο από αυτόν και πάλι για τα
δικά του συμφέροντα – η ψεύτικη συγγνώμη του είναι εργαλείο εξυπηρέτησης του
εγωισμού του, συνεπώς βλάπτει εξακολουθητικά τους άλλους.
Τι κάνει λοιπόν ο χριστιανός; Τον μεν ειλικρινή και τον συγχωρεί όπως είπαμε, αλλά και τον προσεγγίζει – «τον αγαπά και από κοντά», δεν τον απομακρύνει από την παρέα και τη φιλία του. Τον πονηρό όμως, βεβαίως τον συγχωρεί, και μάλιστα διαμιάς που θα πει παντοτινά, αλλά μένει μακριά του. Τον αγαπά εξ... αποστάσεως! Κι εκφράζει την αγάπη του μόνο μέσω της προσευχής υπέρ αυτού. Και τη στάση αυτή την είδαμε και στον ίδιο τον Κύριο: αγαπούσε τους πάντες, σταυρώθηκε για τους πάντες «αίροντας τις αμαρτίες τους», αλλά δεν ήταν φίλος με όλους. (Αληθινούς φίλους Του άλλωστε χαρακτήρισε μόνον εκείνους που τηρούν το θέλημα του Πατρός Του του εν Ουρανοίς). Γι’ αυτό και απέφευγε όσους Τον εχθρεύονταν και λειτουργούσαν με πονηρία και υπολογισμό απέναντί Του, όπως ήταν οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι.