«Οἱ ἀββάδες τοῦ Γεροντικοῦ δέν λένε πράγματα τοῦ μυαλοῦ τους. Διατυπώνουν μέ τόν δικό τους τρόπο ὅ,τι λέει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ὅμως ἐκεῖνοι ἔκαναν πράξη στή ζωή τους κι ἐπιβεβαίωσαν ἔτσι ἐμπειρικά τήν ἀλήθεια του. Ὁ Χριστός εἶπε νά μένουμε σταθεροί στή δική Του ἀγάπη, πού θά πεῖ νά ’μαστε στόν «χῶρο» πού θά δεχόμαστε τήν ἀγάπη Του αὐτή, ἀγάπη κι ὅλης τῆς ἁγίας Τριάδος. Καί ὁ «χῶρος» αὐτός, σημεῖο συντονισμοῦ καί ἐπαφῆς μαζί Του ἐν Ἐκκλησίᾳ, δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν πλησίον μας, τόν συνάνθρωπό μας. Πού θά πεῖ: ἐκτεινόμενοι ἐν ἀγάπῃ πρός τόν συνάνθρωπο βρίσκουμε τόν Θεό μέσα μας. Στόν χῶρο τοῦ Θεοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας βρισκόμαστε μέ τούς ὅσιους ἀββάδες – ἡ δροσιά τῆς χάρης τους διαπερνᾶ τήν ὕπαρξή μας. Κι αὐτό εἶναι ἡ ἀνάπαυση καί ἡ παρηγοριά μας»
(Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)