Σάββατο 10 Ιουλίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

«Οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. 6, 24)

Τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἀπό τήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία τοῦ Κυρίου  ἔχει ἐκπληκτική ἐπικαιρότητα, διότι ἀποκαλύπτει βαθιές ἀνθρωπολογικές ἀλήθειες ὑπενθυμίζοντάς μας  ἀφενός τήν ἄπειρη ἀγάπη καί πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἀφετέρου τό ποιά εἶναι ἡ ὀρθή κατεύθυνση τῆς ζωῆς πρός ἔνταξή μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Στόν προβληματισμό αὐτόν στοιχεῖ καί ὁ λόγος τοῦ Κυρίου «οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν».

            1. Ἡ πρώτη ἐπισήμανση τοῦ Κυρίου εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος πάντοτε κάπου «δουλεύει», δηλαδή σέ κάτι ὑπακούει καί αὐτό ὑπηρετεῖ μέ ὅλες τίς δυνάμεις του - ἐλεύθερος ἄνθρωπος δηλαδή μέ τήν ἀπόλυτη ἔννοια τοῦ ὅρου δέν ὑπάρχει. Εἴτε ὑπακοῦμε στόν Θεό εἴτε ὑπακοῦμε σέ ἀντίθεες δυνάμεις εἴτε ἀκόμη καί στίς δικές μας ἐπιλογές, βρισκόμαστε  κάτω ἀπό ἕνα «ἀφεντικό». Τό ἐρώτημα εἶναι τί εἴδους ἀφεντικό εἶναι αὐτό; Σέ τί δηλαδή δουλεύω πού θά μέ κάνει νά νιώσω πραγματικά ἄνθρωπος, μέσα στό πλαίσιο τῆς φυσιολογίας τοῦ ἀνθρώπου;

2. Ὁ Κύριος προεκτείνει τήν ἐπισήμανση: «οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». ῎Οχι μόνο πάντοτε κάπου «δουλεύουμε», ἀλλά καί ἡ «δουλεία» αὐτή εἶναι μονομερής: δέν μποροῦμε νά ὑπηρετοῦμε δύο ἀφεντικά ταυτόχρονα, οἱ δυνάμεις μας θά εἶναι κατατεθειμένες στήν ὑπηρεσία πάντοτε ἑνός. Ὁ ἄνθρωπος, μέ ἄλλα λόγια, εἶναι δημιουργημένος ἔτσι, ὥστε νά ὑπάρχει καί νά λειτουργεῖ μέ ἑνιαῖο τρόπο, πού σημαίνει ὅτι οἱ δυνάμεις του προσαρμόζονται διαρκῶς σέ μία μόνο κατεύθυνση, κάθε φορά ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅλος κάπου - ἀποκλείεται τό φαινόμενο τοῦ «πνευματικοῦ ἀλλοιθωρισμοῦ».  Ἄν κάποιος προσπαθήσει νά τά συνδυάσει ὅλα, θά βρεθεῖ σέ ἕνα εἶδος πνευματικῆς «σχιζοφρένειας», θά ὑποστεῖ  μία ἀλλοίωση τῆς ὕπαρξής του. Ἴσως ἐδῶ ἰσχύει ὅ,τι σημειώνει ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου: «Ὄφειλες νά εἶσαι θερμός ἤ ψυχρός. ᾽Επειδή ὅμως εἶσαι χλιαρός, θά σέ ξεράσω ἀπό τό στόμα μου». Εἶναι εὐνόητο ὅτι γνώρισμα μίας τέτοιας ἀλλοιωμένης πνευματικῆς κατάστασης, τῆς διψυχίας κατά τόν ἅγιο Ἰάκωβο, εἶναι ἡ ἀκαταστασία καί ἡ ταραχή. «᾽Ανήρ δίψυχος, ἀκατάστατος ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ». Ὁπότε, ὁ μόνος πού χαίρεται στήν περίπτωση αὐτή εἶναι ὁ διάβολος, διότι φανερώνει τή δική του μόνιμη ταραγμένη κατάσταση.

3.  Ἡ παραπάνω ἐπισήμανση τοῦ Κυρίου συμπληρώνεται  στή συνέχεια μέ τήν προτροπή νά ἐπιλέγουμε τόν σωστό κύριο, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό μας. «Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ».  Ὁ Κύριος μᾶς θέτει στήν ὀρθή τροχιά τῆς δημιουργίας μας: εἴμαστε πλασμένοι ἀπό τόν Θεό γιά νά πορευόμαστε καί νά ἐπεκτεινόμαστε πρός ᾽Εκεῖνον.  Καί τί γίνεται; Ὑποτασσόμενοι στόν Θεό, «δουλεύοντας» σ᾽᾽Εκεῖνον ἐξυψωνόμαστε σέ υἱούς Του καί μᾶς κάνει ἕνα μαζί Του - ἡ πορεία γιά τή θέωση. «Οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους». «Ὑμεῖς φίλοί μού ἐστε, ἐάν ποιῆτε ὅσα ἐντέλλομαι ὑμῖν». Κατά συνέπεια, ὁ ἄνθρωπος αὐτός φτάνει νά ζεῖ τήν πραγματική ἐλευθερία, τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, ὅπως τήν ἔζησαν οἱ ἅγιοι. «Οὗ τό Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ καί ἐλευθερία». ῎Αν ὁ ἄνθρωπος ἐπιλέξει λάθος κύριο, τότε θά βρεθεῖ  σέ κατάσταση θεομαχίας, ὅπου κύριός του θά εἶναι ὁ πονηρός «ἀνθρωποκτόνος» διάβολος.  Καί δυστυχῶς ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού ἔχουν τόσο διαστρεβλωμένη ἀντίληψη, ὥστε νά πιστεύουν ὅτι ὁ  τύραννος διάβολος εἶναι ὁ σωτήρας τους. Ἡ ψυχοσωματική αὐτομαστίγωση καί ἡ ἀνισορροπία τοῦ ἀνθρώπου προφανῶς δέν ἔχει ὅρια.

4. ᾽Ανεξάρτητα ὅμως ἀπό τούς δυστυχεῖς αὐτούς συνανθρώπους μας, ἡ παραπάνω ἐπισήμανση τοῦ Κυρίου προκαλεῖ «φόβο» καί στούς χριστιανούς. Τό γεγονός ὅτι κάθε φορά εἴμαστε ὁλόκληροι στή δουλεία ἑνός κυρίου, εἴτε τοῦ Θεοῦ εἴτε τοῦ διαβόλου,  σημαίνει ὅτι δέν μποροῦμε νά παίζουμε μέ τή ζωή μας. Ἡ ἐπιπολαιότητα στήν πνευματική ζωή ἐπισύρει συνέπειες. Αὐτό πού κάνω κάθε φορά μέ ἐντάσσει στή μία ἤ στήν ἄλλη κατάσταση, δηλαδή  μέ προσδιορίζει συνολικά ὡς ἄνθρωπο. Γι᾽ αὐτό καί τρομάζει αὐτό πού ἀκούγεται συχνά, ἰδίως ἀπό κάποιους νέους, ὅτι σκοπό ἔχουν νά μαζεύουν στή ζωή τους ἐμπειρίες. Ἡ κάθε ἐμπειρία μέ βάση τά λόγια τοῦ Κυρίου δέν εἶναι ἀνώδυνη. ῎Αν δέν σφραγίζεται ἀπό τήν ὑπακοή στόν Θεό, λειτουργεῖ ἀρνητικά, ἄρα δαιμονίζει τόν ἄνθρωπο. Προφανῶς ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἕνα ἄθροισμα ἐμπειριῶν, ἕνα σύνολο τεμαχίων δηλαδή, ἀλλά ἑνιαία ψυχοσωματική ὕπαρξη, πού προσδιορίζεται κάθε φορά ὁλόκληρη, θετικά ἤ ἀρνητικά, ἀνάλογα μέ τό εἶδος τῆς ἐμπειρίας.

Λοιπόν: ἡ κάθε στιγμή μας ἀποκαλύπτει τόν «κύριό» μας. Ὄχι τά λόγια μόνο, ἀλλά ὅλη ἡ ζωή μας  ἀποδεικνύει τή χριστιανοσύνη μας. Λόγῳ, ἔργῳ ἤ διανοίᾳ φανερώνουμε ἀδιάκοπα ἄν μισοῦμε ἤ ἀγαποῦμε τόν Θεό, ἄν στηριζόμαστε σ᾽ Αὐτόν ἤ Τόν περιφρονοῦμε. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ Κύριος σέ ἄλλο σημεῖο ἀνέφερε ὅτι «ὅπου ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ καί ἡ καρδιά σας». Γιά νά δῶ τόν Θεό μου, ποιόν ὑπηρετῶ, πρέπει νά στραφῶ μέσα μου καί νά δῶ τί κυριαρχεῖ ἐκεῖ. Αὐτό πού κυριαρχεῖ εἶναι καί ὁ κύριος μου, ὁ θησαυρός μου.