«Ο όσιος πατέρας μας Θεοδόσιος ήταν από την κώμη Μωγαρισό
της επαρχίας της Καππαδοκίας, τον πατέρα του τον έλεγαν
Προαιρέσιο και τη μητέρα του Ευλογία, που ήταν και οι δύο
ευσεβείς και πιστοί χριστιανοί. Ακολούθησε δε τη μοναχική
ζωή και το ιερό ένδυμα αυτής. Πήγε στα Ιεροσόλυμα και από
εκεί έφθασε στην Αντιόχεια προς τον μέγα Συμεών τον Στυλίτη, από τον οποίο και μυήθηκε την επίδοση στην αρετή, που θα παρουσίαζε αργότερα. Διότι θα γινόταν
ποιμένας πολλών λογικών προβάτων. Έπειτα ησυχάζει κοντά
σε κάποιο σεβαστό άνδρα, ονόματι Λογγίνο. Ακολουθώντας την άκρα εγκράτεια, ώστε να σιτίζεται
μία φορά την εβδομάδα, και χωρίς να γευτεί καθόλου άρτο
για τριάντα χρόνια, κι αφού εξάσκησε κάθε άλλη αρετή,
έφτασε σε τόσο μεγάλο πνευματικό ύψος, ώστε να επιτελεί και παράδοξα θαύματα. Για παράδειγμα:
- Τον μοναχό Βασίλειο, ο οποίος τελείωσε
τη ζωή του και εγκαινίασε τον τάφο που ο άγιος είχε κατασκευάσει για τον ίδιο,
για μνήμη θανάτου, ο όσιος μόνος με έναν
ακόμη μοναχό, ενώ στους υπόλοιπους ήταν αθέατος,
τον έβλεπε να στέκεται μαζί με τους αδελφούς και να συμψάλλει·
- χωρίς να υπάρχει φωτιά, άναψε τα σβησμένα
κάρβουνα, εκεί που επρόκειτο να ιδρύσει το μοναστήρι·
- κάποια γυναίκα που τον πλησίασε, την
απάλλαξε από την αιμορραγία της· - από έναν κόκκο,
τον οποίο ευλόγησε και τον έδωσε
πίσω, έκανε να ξεχειλίζουν τα χωράφια με σιτάρι·
- ένα παιδί που έπεσε μέσα σε φρεάτιο, ήλθε αόρατα και το έβγαλε από τον λάκκο· - σταμάτησε
τον θάνατο των παιδιών που γεννώνταν, τα οποία δεν πρόφταιναν
να φτάσουν ζωντανά στη ζωή. Τη μητέρα τους λοιπόν,
που ήταν όπως σχεδόν οι στείρες γυναίκες, με την προσευχή του την έκανε εύτεκνο· - και
απεσόβησε νέφος ακρίδων με μόνη την επιτίμησή του· - και
τον Κήρυκο, τον κόμητα της Ανατολής, τον έκανε άτρωτο στους πολέμους, διότι αντί για
θώρακα φόρεσε αυτός την τρίχινη εσθήτα του αγίου· - και
τη γη που ταλαιπωρείτο από την ξηρασία, την απάλλαξε από
την αδικία περί τους καρπούς, κάνοντας να έλθει βροχή με
την προσευχή του· - προείπε και την πτώση των οικοδομημάτων
από σεισμό που επρόκειτο να καταλάβει την Αντιόχεια, όπως
και πολλούς έσωσε από τα θαλάσσια κύματα, εμφανιζόμενος
σ᾽αυτούς που κινδύνευαν. Έγινε καθηγητής
πολλών μαθητών και έτσι εξεδήμησε προς τον Κύριο. Τελείται
δε η σύναξή του στο σεπτό αποστολείο του αγίου αποστόλου Πέτρου».
Ο όσιος Θεοδόσιος
ήταν φωτισμένος εκ Θεού άνθρωπος, ο οποίος φώτιζε και τους
μοναχούς του και τον κόσμο που τον επισκεπτόταν. Κι ο φωτισμός
αυτός φανερωνόταν και με τις θεόπνευστες διδασκαλίες του. Ο όσιος μπορεί να ήταν μέγας ασκητής, αλλά λόγω
της θέσεώς του και της ευθύνης την οποία είχε, είχε και
διδασκαλικό χάρισμα. Και τι δίδασκε; Μα, ό,τι η Εκκλησία μας
εκήρυσσε. Δεν θα ήταν άλλωστε ο άγιος που ξέρουμε,
αν η αγιότητά του δεν στηριζόταν στην παράδοση της Εκκλησίας.
Ελεύθερη και αυτόνομη αγιότητα δεν υφίσταται. Ό,τι αγιότητα έχει κανείς, οφείλεται στην ένταξή του στην Εκκλησία και τη σχέση του με τον Χριστό,
τους Αποστόλους, τους προηγουμένους από
αυτόν αγίους. Ο όσιος λοιπόν ήταν παραδοσιακός, συνδεδεμένος δηλαδή με την πηγή της χάρης, γι᾽αυτό και εκήρυσσε τα δόγματα της πίστεως. Υπέρμαχος
των Οικουμενικών Συνόδων, των τεσσάρων δηλαδή που υφίσταντο
μέχρι την εποχή του, κήρυσσε ορθά το τριαδολογικό και το
χριστολογικό δόγμα. Και μάλιστα η υπερμάχησή του για την
ορθή εικόνα του Χριστού, ως τελείου Θεού και τελείου ανθρώπου,
δηλαδή ως έχοντος δύο φύσεις, συνεπώς και
δύο θελήσεις και ενέργειες, αλλά μία θεϊκή προσωπικότητα,
ήταν εκείνο που τον συνείχε, μέχρι σημείου
να θέλει να δώσει και τη ζωή του για την αλήθεια αυτή. Γι᾽
αυτό και οι ύμνοι της Εκκλησίας μας τονίζουν και την ορθή από αυτόν
εξαγγελία της πίστεως, αλλά και το μαρτυρικό του φρόνημα.
«Ενθυμούμενοι τα διδάγματά
σου, Θεοδόσιε, κηρύσσουμε τον Χριστό
με δύο ουσίες, γνωρίζοντας δύο και τις
φυσικές θελήσεις και τις ενέργειες και τα αυτεξούσια, του
Θεού που βαπτίστηκε ως άνθρωπος». «Κήρυξες, θεόφρον Θεοδόσιε,
τις ισάριθμες με τα σεπτά ευαγγέλια του Χριστού Συνόδους,
έτοιμος να δώσεις το αίμα της προαίρεσής σου με μαρτυρικό ζήλο,
γι᾽αυτό και αναδείχτηκες και αναίμακτος
μάρτυρας της πίστεως».