«Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει» (Α´ Κορ. 6, 12)
Τήν ἀληθινή ἐλευθερία πού διασφαλίζει τή σχέση μας μέ τόν Θεό, τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος τή δεύτερη Κυριακή προετοιμασίας μας γιά τήν εἴσοδο στή Μ. Σαρακοστή, Κυριακή τοῦ Ἀσώτου. «Πάντα μοι ἔξεστι», ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται, ἔλεγαν στήν ἐποχή τοῦ ἀποστόλου, «ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει», ἀλλά δέν συμφέρουν ὅλα, πρόσθετε ὁ ἀπόστολος. Μία διαλεκτική πού ἀπασχολεῖ τόν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς.
1. ῾Η ἐλευθερία βεβαίως προβάλλεται πρώτιστα ἀπό τούς ἁγίους
μας ὡς τό κατεξοχήν στοιχεῖο τοῦ εἰκονισμοῦ τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτόν. ῎Αν δηλαδή μιλᾶμε
γιά τόν κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ ἄνθρωπο, μιλᾶμε κυρίως γιά τό δῶρο τῆς
ἐλευθερίας πού τοῦ ἔδωσε ὁ Δημιουργός, ὥστε χωρίς αὐτό νά μή θεωρεῖται κἄν ἄνθρωπος.
«Ὁ Θεός ὄχι ἁπλῶς ἔδωσε ἐλευθερία στόν ἄνθρωπο, ἀλλά τήν χάραξε μέσα σ᾽ αὐτόν»
(ὅσιος Πορφύριος). ῎Οχι λοιπόν ἡ λογική ἤ ὁ συναισθηματικός του κόσμος ἀποτελοῦν
τήν προτεραιότητά του, ἀλλά ἡ ἐλεύθερη βούλησή του, ἐφόσον ἀπό αὐτήν ἐξαρτᾶται ἡ
ὀρθή ἤ μή πορεία τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας του.
2. Καθοριστική λοιπόν ἡ ἐλευθερία στόν ἄνθρωπο, ἀλλά μέ
τί περιεχόμενο! Διότι ἡ πτώση του στήν ἁμαρτία ζόφωσε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σ᾽ αὐτόν
καί ἡ ἐλευθερία ἔχασε τήν καθαρότητά της βιούμενη ἔκτοτε διαστρεβλωμένα. Τό «πάντα μοι ἔξεστι» μάλιστα συνιστᾶ τήν πλήρη
διαστρέβλωσή της, γιατί κατανοεῖται ὡς
πλήρης ασυδοσία, πού προϋποθέτει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ τελική ἀναφορά στόν
κόσμο τοῦτο. Δέν ὑπάρχει ἐδῶ ἡ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ οὔτε ἄρα καί ἡ ἱεραρχημένη
λειτουργία τῆς ἐλευθερίας, ὡς δώρου δηλαδή πού ὁδηγεῖ πρός Αὐτόν. ῾Η ἀνατροπή εἶναι
δεδομένη: ὁ ἄνθρωπος μή ἀναφερόμενος στόν Δημιουργό ὑποδουλώνεται στά πάθη του
καί στόν ὑποκινητή τους διάβολο. «ᾯ τις ἥττηται
τοῦτο καί δεδούλωται». ῾Ο ἄνθρωπος καθίσταται ἔτσι τό πιό ἐπικίνδυνο ὄν
μέσα στή δημιουργία: καταστρέφει τόν ἑαυτό του καί ὅ,τι στέκεται ἐμπόδιο στήν ἱκανοποίηση
τῶν παθῶν του. «Χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται», είπε ὁ μεγάλος Ντοστογιέφσκι. Ἡ παραβολή
τοῦ ἀσώτου περιγράφει ἀνάγλυφα τήν ἀσύδοτη αὐτή χωρίς Θεό ἐλευθερία: ἀσωτία,
νέκρωση, ἀπώλεια ἑαυτοῦ.
3. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος βάζει τά πράγματα στή θέση τους.
Μιλάει γιά τήν ἀληθινή ἐλευθερία, κριτήριο τῆς ὁποίας εἶναι τό πνευματικό
συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου, ὅ,τι δηλαδή συντελεῖ στή ζωντανή σχέση του μέ τόν Θεό.
Δέν αὐτονομεῖται ἡ ἐλευθερία, διότι δόθηκε ἀπό τόν Θεό γιά νά γίνεται ἀναβαθμός
στήν ἔνθεη προκοπή τοῦ ἀνθρώπου, πού σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος
προκειμένου νά ἐπιλέγει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή ζωή του καί ὄχι νά ἐναντιώνεται
πρός αὐτό. ᾽Ακριβῶς ἡ ἐναντίωσή του αὐτή, ἡ κατανόηση τῆς ἐλευθερίας του ὡς
δύναμης διαγραφῆς τοῦ Θεοῦ ἀπετέλεσε καί τήν πτώση του μέ ὅλα τά τραγικά ἀποτελέσματα
πού ἔφερε, κυρίως τήν ἀπώλεια τῆς ἴδιας τῆς ἐλευθερίας. «᾽Αλλ᾽ οὐκ ἐγώ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος». Ὁπότε τήν ὥρα πού ἐλεύθερα
ἐπιλέγω τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐκείνη τήν ὥρα διασφαλίζω τήν ἐλευθερία μου καί τήν
περαιτέρω αὔξησή της. Διότι «οὗ τό Πνεῦμα
Κυρίου ἐκεῖ καί ἐλευθερία».
4. Τό παράδοξο εἶναι προφανές: πρέπει νά «δουλωθεῖ»
κανείς στόν Θεό, ὑπακούοντας τό θέλημά Του, γιά νά γίνει ἐλεύθερος. Κι ἐλεύθερος
σημαίνει υἱός τοῦ Θεοῦ, φίλος καί ἀδελφός Του. «῾Υμεῖς φίλοί μου ἐστέ ἐάν ποιῆτε ὅσα ἐντέλλομαι ὑμῖν». «Ὅσοι ἔλαβον Αὐτόν ἔδωκεν αὐτοῖς τήν ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι». Ἀντιθέτως: ὁ «ἀπελεύθερος» τοῦ Θεοῦ ὑποδουλώνεται
τελικῶς στά πάθη του καί τόν Πονηρό.
Διότι ἐλευθερία ἀπό τόν Θεό σημαίνει ἀπώλεια τῆς ἀγάπης καί ἐμπλοκή στήν ἴδια
τήν κόλαση.
Λοιπόν ἐλεύθερος δέν εἶναι αὐτός πού κάνει ὅ,τι θέλει ἤ ὅ,τι μπορεῖ νά κάνει, ἀλλά αὐτός πού κάνει ὅ,τι συμφέρει καί ἁρμόζει στήν ψυχοσωματική του ὕπαρξη, ὅ,τι ἔχει αἰώνια ἀξία καί τόν διακρατεῖ στήν χάρη τοῦ Χριστοῦ. Τά παραδείγματα τοῦ ἀποστόλου: φαγητό καί πορνεία, κατανοοῦνται κάτω ἀκριβῶς ἀπό αὐτήν τήν ὀπτική: ὄχι μόνο ἡ ψυχή, ἀλλά καί τό σῶμα, λειτουργοῦν σωστά καί ὁμαλά, ὅταν λειτουργοῦν δοξολογικά πρός τόν Χριστό καί ὄχι πρός ἱκανοποίηση τῆς φιληδονίας τοῦ ἀνθρώπου: «τό σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλά τῷ Κυρίῳ, καί ὁ Κύριος τῷ σώματι». Ἡ ἐγκράτεια ἔτσι ὡς γενική ἀρετή θεωρεῖται δεδομένη γιά τήν πνευματική πορεία τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως τονίζει ἡ Ἐκκλησία ίδως τήν περίοδο τῆς Σαρακοστῆς.
῾Ο ἀγώνας τῆς ἐλευθερίας ὡς ἔνθεης ζωῆς δέν εἶναι ἀγώνας κάποιων στιγμῶν τῆς ζωῆς μας οὔτε σχετίζεται μέ τά δικά μας (ἁμαρτωλά κυρίως) θέλω καί τό ἔτσι μ᾽ ἀρέσει. ῾Η ἐλευθερία κερδίζεται ἤ χάνεται κάθε στιγμή στόν βαθμό πού πορευόμαστε μέ κριτήριο τό πνευματικό μας συμφέρον: τήν ὑπακοή μας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ. Τό «γενηθήτω τό θέλημά Σου» ἀποτελεῖ τόν ἀέρα πού ἀναπνέουν τά τέκνα τοῦ Θεοῦ ὁδηγώντας τα στή μεγαλύτερη ἔκπληξη: νά γίνεται ὁ ἴδιος ὁ Θεός «ὑπήκοος» ἐκείνων.