Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

ΝΗΣΤΕΥΕΙΣ; ΑΛΛΑ ΚΑΙ Ο… ΔΙΑΒΟΛΟΣ!

«Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου, καί παθῶν μή καθαρεύουσα, μάτην ἐπαγάλλῃ τῇ ἀτροφίαˑ εἰ μή γάρ ἀφορμή σοι γένηται πρός διόρθωσιν, ὡς ψευδής μισεῖσαι παρά Θεοῦ, καί τοῖς κακίστοις δαίμοσιν ὁμοιοῦσαι, τοῖς μηδέποτε σιτουμένοιςˑ μή οὖν ἁμαρτάνουσα, τήν νηστείαν ἀχρειώσῃς, ἀλλ’ ἀκίνητος, πρός ὁρμάς ἀτόπους μένε, δοκοῦσα παρεστάναι ἐσταυρωμένῳ τῷ Σωτῆρι, μᾶλλον δέ συσταυροῦσθαι, τῷ διά σέ σταυρωθέντι, ἐκβοῶσα πρός αὐτόνˑ Μνήσθητί μοι Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ σου» (Απόστιχα Αίνων Τετάρτης Τυρινής).

(Ψυχή μου, αν νηστεύεις από φαγητά αλλά δεν καθαρίζεσαι από τα πάθη σου, μάταια χαίρεσαι για την αφαγία σου αυτή. Διότι αν η νηστεία δεν σου γίνεται αφορμή για να διορθώνεσαι, μισείσαι από τον Θεό ως ψεύτης και μοιάζεις με τους κάκιστους δαίμονες που δεν τρώνε ποτέ τίποτε. Μην εξαχρειώσεις και αχρηστεύσεις λοιπόν τη νηστεία σου αμαρτάνοντας, αλλά μένε ακίνητος προς τις άτοπες αμαρτωλές ορμές, με τη σκέψη ότι παρίστασαι μπροστά στον Εσταυρωμένο Σωτήρα Χριστό, ή μάλλον ότι είσαι συσταυρωμένος μ’ Αυτόν που σταυρώθηκε για χάρη σου, και φώναζέ Του δυνατά: Θυμήσου με, Κύριε, όταν έλθεις στη Βασιλεία σου).

Από τους πιο δυνατούς εισαγωγικούς ύμνους του Τριωδίου το απόστιχο αυτό των Αίνων, το οποίο τονίζει με μοναδικό και εποπτικό τρόπο την έννοια της νηστείας – το πιο καθοριστικό στοιχείο της περιόδου της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Διότι Σαρακοστή κατεξοχήν σημαίνει νηστεία, συνεπώς ο προσδιορισμός του περιεχομένου της αποτελεί μόνιμη έγνοια της Εκκλησίας απαρχής μέχρι σήμερα και μέχρι της συντελείας των αιώνων.

 Εξαρχής λοιπόν ο υμνογράφος ως στόμα της Εκκλησίας κάνει τη διάκριση μεταξύ της νηστείας ως αποχής μόνο υλικής τροφής, (νηστεία: νη εσθίω, δεν τρώω), και της νηστείας με το αληθές βάθος της, της αποχής από τα ψεκτά πάθη του ανθρώπου. «Μη χαίρεσαι που δεν τρως» μας λέει, γιατί αν μένεις μόνο στην εξωτερική αυτή νηστεία δεν απέχεις και πολύ από τους δαίμονες που δεν τρώνε ποτέ τίποτε! Κι ακόμη: ο Θεός αποστρέφει το πρόσωπό Του από σένα, γιατί σε θεωρεί ψεύτη και υποκριτή – ό,τι συνέβη και με τον Φαρισαίο της γνωστής παραβολής του Κυρίου, ο οποίος όχι μόνο νήστευε αλλά και προσευχόταν και έκανε ελεημοσύνες και όχι μόνο δεν δικαιώθηκε αλλά  και καταδικάστηκε!

Ποια η αιτία της καταδίκης αυτής; Η απουσία στην πραγματικότητα αληθινής πίστεως στον Θεό. Αυτός που νηστεύει μ’ έναν εξωτερικό τρόπο, μένοντας μόνο στα υλικά πράγματα, δεν έχει αίσθηση της ζωντανής παρουσίας του Θεού, ο Οποίος επικεντρώνει την προσοχή Του στο βάθος και την καρδιά του κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Εκείνου δημιουργήματός Του. «Υιέ μου, δος μοι σην καρδίαν» ακούγεται ο αιώνιος λόγος του Θεού απαρχής μέχρι της συντελείας των αιώνων. Η καρδιά του ανθρώπου, ο εσωτερικός κόσμος του, «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος» κατά τον απόστολο αποτελεί το ζητούμενο από τον Κύριο, γιατί εκεί κερδίζεται ή χάνεται η Βασιλεία του Θεού. Τι να την κάνει τη νηστεία μας ο Θεός, όταν η καρδιά μας είναι γεμάτη από ακαθαρσίες λόγω των παθών μας, από κακίες και βλασφημίες και πονηρίες και όλων των ειδών τους εγωισμούς; «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία» αποκαλύπτει ο Ιησούς Χριστός, «γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό». Δεν είναι το φαγητό ή το πιοτό, αν φάμε  και πιούμε ή όχι, που μας φέρνει παραστάτες του Θεού. «Βρώμα υμάς ου παρίστησι τω Θεώ» (απόστολος Παύλος). Κι επίσης: «Η Βασιλεία του Θεού ουκ έστιν βρώσις και πόσις». Ήδη από τα βάθη της Παλαιάς Διαθήκης ο Κύριος βοά διά του προφήτου Του: «έλεος θέλω και ου θυσίαν, γνώσιν Θεού και ουχ ολοκαυτώματα» (αγάπη θέλω και να με γνωρίσετε και όχι θυσίες και προσφορά υλικών αγαθών). Η ζωή του ανθρώπου σύμφωνα με τη ζωή του Θεού που είναι αγάπη αποτελεί την προοπτική της ιουδαιοχριστιανικής παραδόσεως και όχι μία ζωή με υλικές θυσίες που προσιδίαζαν και προσιδιάζουν στις ειδωλολατρικές θρησκείες.

Κι έρχεται ο υμνογράφος και μας προσανατολίζει στην αληθινή έννοια της νηστείας. Νηστεία αληθινή είναι όταν ο άνθρωπος απέχει από ό,τι συνιστά κακία και βρόμικο πάθος – «να καθαρεύει από τα πάθη του».  Όπως το τραγουδάει η Εκκλησία μας σε άλλο σημείο της, βασισμένη στον Μέγα Βασίλειο: «αληθινή νηστεία είναι να διαγράφεις από τη ζωή σου κάθε κακία, να εγκρατεύεσαι στα λόγια σου, να μην οργίζεσαι και να μη θυμώνεις, να μην είσαι έκδοτος σε κάθε αμαρτωλή επιθυμία σου και στην πλεονεξία σου. Αυτή είναι η αληθινή νηστεία που είναι ευάρεστη στον Θεό».

Οπότε, δεν χρειαζόμαστε τη σωματική και τροφική νηστεία; Ασφαλώς τη χρειαζόμαστε, όταν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η εντολή της νηστείας ήταν η πρώτη που έδωσε Κύριος ο Θεός απαρχής της δημιουργίας, (:«από όλα του Παραδείσου να φάτε εκτός του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού»), και ότι ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός νήστεψε στον κόσμο τούτο ημέρας τεσσαράκοντα, τονίζοντας την αξία της στην πνευματική ζωή. Κι αυτό γιατί αποτελεί ένα σπουδαίο και ισχυρότατο όπλο που μας βοηθάει στην πνευματική διάσταση της νηστείας ως έχοντες σώμα και ψυχή. Λοιπόν, η τροφική σωματική νηστεία είναι απαραίτητη για να γίνεται «αφορμή προς διόρθωσή μας» κατά τον υμνογράφο μας, προς περαιτέρω άνοδό μας δηλαδή στη σχέση μας με τον Χριστό. Διότι χωρίς αυτήν το σώμα μας άγεται και φέρεται από τα πάθη του – άνθρωπος που δεν μπορεί να νηστέψει, (κι όχι για λόγους αδυναμίας και ασθενείας), αδυνατεί να περιορίσει τις αμαρτίες του. Αν δεν μπορώ να εγκρατευτώ στο κρέας για παράδειγμα, πώς είναι δυνατόν να εγκρατευτώ στα ισχυρότερα σαρκικά πάθη, της πορνείας και της μοιχείας και της λαγνείας; Η κοιλιοδουλεία είναι η απόδειξη ότι δουλεύω και στα άλλα παρόμοια πάθη. Εδώ ο μέγας απόστολος Παύλος σημείωνε ότι «υποπιάζω το σώμα μου και δουλαγωγώ», του θέτω περιορισμούς δηλαδή για να είναι υπηρέτης μου στη διακονία του Ευαγγελίου του Θεού, κι εμείς θα είμαστε υπεράνω και του αποστόλου; Εργαλείο λοιπόν η σωματική νηστεία, (και ποσοτικά και ποιοτικά ασφαλώς), για την πνευματική μας προκοπή, γι’ αυτό και την αχρηστεύουμε και την εξαχρειώνουμε όταν μένουμε μόνο στη σωματικότητά της συνεχίζοντας να αμαρτάνουμε.

Και μας δίνει στη συνέχεια ο σπουδαίος υμνογράφος τη βάση πάνω στην οποία «πατάει» ο χριστιανός και για την τήρηση της αληθινής νηστείας και για την όλη πορεία του στον κόσμο τούτο. Ποια είναι αυτή η βάση; Ό,τι αποκαλύπτει για την προσωπική του ζωή ο απόστολος Παύλος, το κατεξοχήν πρότυπο για κάθε χριστιανό. «Χριστώ συνεσταύρωμαι» έλεγε ο απόστολος, «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Αυτό δεν είναι ένας αληθινός χριστιανός; Μία συνέχεια του Χριστού, ένα «μίμημα Χριστού» κατά Ιωάννη της Κλίμακος. Λοιπόν ως μέλος Εκείνου και προέκτασή Του, με επίγνωση ότι ο Χριστός ζει μέσα στην ύπαρξή του «αχωρίστως και αδιαιρέτως, ζει ταυτοχρόνως και την προϋπόθεση της χαρισματικής αυτής καταστάσεως: τη συσταύρωση μ’ Εκείνον. Γι’ αυτό και ο υμνογράφος τονίζει: να νιώθεις ότι παρίστασαι ενώπιον του Σταυρού του Κυρίου, καλύτερα: να νιώθεις συσταυρωμένος μαζί Του – η ενεργοποίηση του μυστηρίου του βαπτίσματος εν Εκκλησία.

Από την άποψη αυτήν λοιπόν, η νηστεία δεν είναι θέμα επιλογής για τον πιστό. Αποτελεί «δομικό» στοιχείο της αυτοσυνειδησίας του ως χριστιανού, δεν μπορεί να μη νηστεύει, σωματικά και πνευματικά, κατά τον ίδιο τρόπο που δεν τίθεται θέμα επιλογής για παράδειγμα αν ο πιστός θα συγχωρεί τους συνανθρώπους του ή όχι - συνιστά οφειλή του για κάθε άνθρωπο. Κι αν νιώθει αδύναμος για τα πνευματικά αυτά που συνυπάρχουν με τα σωματικά – και ποιος δεν νιώθει αδύναμος; -  τότε ας κραυγάζει με τον άγιο ευγνώμονα ληστή: «Μνήσθητί μοι, Κύριε, εν τη βασιλεία Σου». Γιατί «χωρίς του Κυρίου ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν».