Σάββατο 2 Μαρτίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΗΣΥΧΙΟΣ Ο ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΟΣ

«Ο άγιος Ησύχιος έζησε κατά τους χρόνους του βασιλιά Μαξιμιανού (302) κι ήταν ο πρώτος στο παλάτι και στη βουλή της Συγκλήτου. Επειδή ο Μαξιμιανός πρόσταξε όλοι οι χριστιανοί που ήσαν στρατιώτες βασιλικοί, αν δεν αρνηθούν τον Χριστό, να στερηθούν τις ζώνες τους – το σημάδι της βασιλικής τους αξίας – και να ζουν ως ιδιώτες και άτιμοι, λόγω  λοιπόν αυτής της παράνομης προσταγής πολλοί χριστιανοί προτίμησαν να ζουν καλύτερα χωρίς καμία εξωτερική τιμή, παρά να έχουν μεν τιμή αλλά να χάνουν την ψυχή τους. Κι ένας από αυτούς τους χριστιανούς  ήταν και ο άγιος Ησύχιος. Το έμαθε ο βασιλιάς και έδωσε διαταγή να αποδυθεί κι αυτός τα πολυτελή ενδύματά του και να ενδυθεί φτωχό μανδύα, χωρίς μανίκια, υφασμένο από μαλλί, και να ζει μαζί με τις γυναίκες.

Όταν έγινε αυτό, προσκάλεσε ο βασιλιάς τον Ησύχιο και του ζητούσε να του πει αν δεν ντρέπεται που ξέπεσε από την τιμή των μαγίστρων στον άτιμο αυτόν τρόπο ζωής, κι αν έχει επίγνωση ότι κανείς από τους χριστιανούς δεν μπορεί να τον αποκαταστήσει στις προηγούμενες τιμές και εξουσίες που είχε. Ο άγιος απάντησε ότι η παρούσα τιμή είναι πρόσκαιρη, ενώ του Χριστού είναι απέραντη και αιώνια, οπότε ο βασιλιάς οργισμένος πρόσταξε να δεθεί μία μυλόπετρα στον τράχηλό του και να ριχτεί στον Ορόντη ποταμό (στη Συρία), μέσα στον οποίο ο άγιος δέχτηκε το μακάριο τέλος».  

Ένδοξος όσο ζούσε στον κόσμο αυτό ο άγιος Ησύχιος λόγω της μεγάλης του θέσης στο παλάτι του αυτοκράτορα, μέγιστος όμως και στο τέλος του λόγω της πιστότητάς του στον Χριστό και του μαρτυρίου του. Κι ακόμη ενδοξότερος βεβαίως μετά τη θριαμβευτική είσοδό του στη Βασιλεία του Θεού, ζώντας πια μαζί με τους αγγέλους ενώπιον του Κυρίου του.  «Και στον βίο σου ένδοξος και μεταξύ των μαρτύρων μέγιστος ήσουν γνωστός, αθλητά Ησύχιε, και μαζί με τις ουράνιες δυνάμεις παρίστασαι με δόξα μπροστά στον Βασιλέα των όλων» θα πει με θάμβος ο άγιος υμνογράφος του Ιωσήφ (στιχ. εσπ.). Κι είναι ακριβώς η ένδοξη κοσμική θέση του που φωτίζει τον πλούτο της χριστιανικότητάς του. Γιατί είχε να αντιπαλέψει με ό,τι αποτελεί στον κόσμο τούτο «μεγάλο και τρανό»: την εξουσία, τα χρήματα, την αποδοχή. Κι όμως εκείνος τα έκανε όλα πέρα, τα θεώρησε κυριολεκτικά ως σκουπίδια. «Εγκατέλειψες τα αξιώματα και τον πλούτο και τη φθαρτή δόξα, κι ακολούθησες μόνο τον Χριστό» (ωδή θ΄). Σαν τον απόστολο Παύλο που κι εκείνος κάπως έτσι προχώρησε στη ζωή του: από «πριγκιπόπουλο» του Ιουδαϊσμού, όπως ήταν, να γίνει «περικάθαρμα» και έσχατος όλων. Κι αυτό γιατί; Για να κερδίσει τον Χριστό. «Ηγούμαι πάντα σκύβαλα (σκουπίδια) είναι ίνα Χριστόν κερδήσω».

Τι υπέκειτο ως κινητήρια δύναμη και στον απόστολο Παύλο, αλλά και στον άγιο Ησύχιο τον Συγκλητικό που εορτάζουμε σήμερα; Αυτό που όλοι γνωρίζουμε καλά: η αγάπη τους προς τον Κύριο, ο θερμός πόθος και έρωτάς τους προς Εκείνον. Ό,τι ζητάει ο λόγος του Θεού: την απόλυτη στροφή του ανθρώπου προς τον Θεό, «εξ όλης της ψυχής και της καρδίας και της διανοίας και της ισχύος», αυτό έκαναν πράξη οι άγιοι όλοι, αυτό έκανε και ο άγιος Ησύχιος. «Αγάπησες μόνο το ποθητό κάλλος του Χριστού, μακάριε, γι’ αυτό και περιφρόνησες τα κάλλη και τις ομορφιές του κόσμου» (ωδή γ΄). Αυτή είναι η αλήθεια: μόνο η δύναμη του Θεού που ριζώνει ως αγάπη στην καρδιά του ανθρώπου μπορεί να τον κάνει να υπερβεί και την ίδια τη φύση του, την πεσμένη στην αμαρτία και που ρέπει «επιμελώς εκ νεότητος επί τα πονηρά». Κι η δύναμη αυτή όχι μόνο   απεμπλέκει από την έλξη και τη γοητεία των υλικών αγαθών, αλλά και οδηγεί τον πιστό στην κατάθεση και του πιο μεγάλου θεωρούμενου αγαθού, της ίδιας της ζωής. «Ο Κύριος, πανσεβάσμιε, στον καιρό των μαρτυρικών άθλων, σού φανερώθηκε στήριγμα και κραταίωμα. Γι’ αυτό και δεν φοβήθηκες τον θάνατο» (ωδή δ΄). Η αφοβία του θανάτου άλλωστε δεν είναι εκείνη που χαρακτηρίζει τον γνήσιο χριστιανό; Γιατί ζει, κατά την ακραία ιδίως κατάσταση του μαρτυρίου, τη χαρισματική αγάπη του Χριστού που είναι δυνατότερη και από τον θάνατο – ο Σταυρός είναι η επιβεβαίωση πάντοτε της πιστότητας στην αλήθεια.

Πώς συγκεκριμενοποιείται όμως ο θερμός πόθος προς τον Χριστό του μάρτυρα και κάθε αγίου; Τι σημαίνει δηλαδή αγαπώ τον Χριστό ώστε μου δίνει τη δύναμη να αντέξω τα μαρτύρια μέχρι θανάτου; Ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ δίνει την απάντηση, θεμελιωμένη στη Γραφή και την Παράδοση της Εκκλησίας: αγάπη προς τον Χριστό σημαίνει εναγκαλισμό των εντολών του Χριστού και πορεία ζωής με βάση αυτές – σαν να περιχαρακώνεται ο πιστός ψυχικά και σωματικά από ό,τι ο Κύριος καθορίζει. Διότι ο Κύριος μέσα στις εντολές Του περικλείεται. «Περιχαρακωμένος από τις εντολές του Κυρίου, απόκρουσες, παμμακάριστε Ησύχιε, τις πονηρές θωπείες των ανόμων ηγεμόνων, αθλούμενος καρτερικότατα» (ωδή α΄). Αυτό είναι το αποτέλεσμα στον άνθρωπο που βαδίζει με αγάπη προς το θέλημα του Θεού: νιώθει σαν να είναι μέσα σε φρούριο, παντοδύναμος σχεδόν, που κάθε θεωρούμενη ελκτική δύναμη είναι ενώπιόν του ως αράχνη.