«Οἱ ἅγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος καί Εἰρήνη
συγκαταλέγονται στή χορεία τῶν νεοφανῶν ἁγίων καί μάλιστα ἐκείνων πού
μαρτύρησαν σχεδόν ἀμέσως μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σχετικά μέ τόν
βίο τους γνωρίζουμε λίγα πράγματα. Οἱ πρῶτες πληροφορίες γιά τήν ὕπαρξη τῶν ἁγίων
ἱστοροῦνται μέ θαυματουργικό καί ἀποκαλυπτικό τρόπο ἀπό τό ἔτος 1959 μ.Χ. Ἀπό
μία ἀνασκαφή πού ἔγινε στή Θέρμη τῆς Λέσβου, ἀνακαλύφθηκε ὁ τάφος ἑνός ἀγνώστου
προσώπου, πού ὅπως ἀποκαλύφθηκε σέ συνεχῆ ὁράματα, ἀνῆκε στόν ἅγιο ἱερομάρτυρα
Ραφαήλ, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε μαζί μέ τόν ἅγιο ὁσιομάρτυρα Νικόλαο καί τήν ἁγία Εἰρήνη.
Ὁ τάφος καί τό λείψανο τοῦ ἁγίου Νικολάου ἀνακαλύφθηκε στις 13 Ἰουνίου 1960.
Ὁ ἅγιος Ραφαήλ καταγόταν ἀπό τούς Μύλους τῆς Ἰθάκης καί
γεννήθηκε τό ἔτος 1410. Τό κοσμικό του ὄνομα ἦταν Γεώργιος Λάσκαρης ἤ
Λασκαρίδης καί ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Διονύσιος. Πρίν γίνει κληρικός εἶχε
σταδιοδρομήσει στόν βυζαντινό στρατό καί ἔφθασε μάλιστα σέ μεγάλο βαθμό. Σέ ἡλικία
τριάντα πέντε ἐτῶν γνώρισε ἕναν ἀσκητικό καί σεβάσμιο γέροντα, τόν Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος
τόν προσείλκυσε στήν ἐν Χριστῶ ζωή. Κάποια Χριστούγεννα ὁ γέροντας κατέβηκε ἀπό
τόν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του, γιά νά ἐξομολογήσει καί νά κοινωνήσει τούς στρατιῶτες
καί κήρυξε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ ἀξιωματικός Γεώργιος, ὅταν ὁ γέροντας
κατέβηκε πάλι τά Θεοφάνεια, ἀποχαιρέτησε τούς στρατιῶτες καί τόν ἀκολούθησε.
Μετά τήν κουρά του σέ μοναχό, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, ἀλλά
τιμήθηκε καί μέ τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτη καί τοῦ πρωτοσύγκελλου. Μαζί δέ μέ
τίς ἄλλες ἀποκαλύψεις, ὁ ἅγιος Ραφαήλ ἀπεκάλυψε ὅτι ἀπεστάλη ἀπό τόν Οἰκουμενικό
Πατριάρχη στήν Ἑσπερία, στήν πόλη τῆς Γαλλίας πού ὀνομάζεται Μορλαί, γιά νά ἐκπληρώσει
τήν ἐντολή πού τοῦ ἀνατέθηκε. Τό γεγονός αὐτό ἔλαβε χώρα λίγο πρίν ἀπό τήν ἅλωση
τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀκόμη ἀπεκάλυψε ὅτι κήρυξε τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στήν
Ἀθήνα, στόν λόφο πού εἶναι τό μνημεῖο τοῦ Φιλοπάππου.
Λίγα χρόνια πρίν ἀπό τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως,
περί τό ἔτος 1450, ὁ ἅγιος βρέθηκε μετά ἀπό περιπλανήσεις στήν περιοχή τῆς
Μακεδονίας καί μόναζε ἐκεῖ.
Κοντά στόν ἅγιο Ραφαήλ βρισκόταν ἐκεῖνο τό διάστημα ὁ ἅγιος
Νικόλαος ὡς ὑποτακτικός. Ὁ Νικόλαος ἐκάρη μοναχός καί στή συνέχεια χειροτονήθηκε
διάκονος. Θεωρεῖται Θεσσαλονικεύς στήν καταγωγή, ἄν καί ἀναφέρεται ὅτι
γεννήθηκε στούς Ράγους τῆς Μηδίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὡστόσο μεγάλωσε καί ἀνδρώθηκε
στή Θεσσαλονίκη.
Μόλις ἔπεσε ἡ Κωνσταντινούπολη στά χέρια τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι
εἰσέβαλαν ὁρμητικά στή Θράκη καί καταλύθηκε ὁριστικά ἡ βυζαντινή αὐτοκρατορία, ὁ
φόβος γιά γενικούς διωγμούς κατά τῶν Χριστιανῶν στάθηκε ἀφορμή νά καταφύγει ὁ ἅγιος
Ραφαήλ μέ τή συνοδεία του ἀπό τό λιμάνι τῆς Ἀλεξανδρουπόλεως στή Μυτιλήνη. Ἐκεῖ
ἐγκαταστάθηκε μαζί μέ ἄλλους μοναχούς στήν παλαιά μονή τοῦ Γενεσίου τῆς
Θεοτόκου, ἡ ὁποία στό παρελθόν ἦταν γυναικεία καί ἦταν χτισμένη στόν λόφο Καρυές,
κοντά στό χωριό Θέρμη. Ἡγούμενος τῆς μονῆς ἐξελέγη στή συνέχεια ὁ ἅγιος Ραφαήλ.
Ἔπειτα ἀπό μερικά χρόνια, τό ἔτος 1463, ἡ Λέσβος ἔπεσε
στά χέρια τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι σέ μία ἐπιδρομή τους στό μοναστήρι, συνέλαβαν
τόν ἅγιο Ραφαήλ καί τόν ἅγιο Νικόλαο, τή Μεγάλη Πέμπτη τοῦ ἰδίου ἔτους. Ἀκολούθησαν
σκληρά καί ἀνηλεῆ βασανιστήρια καί ὁ ἅγιος Ραφαήλ μαρτύρησε διά σφαγῆς μέ πολύ
σκληρό τρόπο. Τόν ἔσυραν βιαίως τραβώντας τον ἀπό τά μαλλιά καί τή γενειάδα,
τόν κρέμασαν ἀπό ἕνα δένδρο, τόν χτύπησαν βάναυσα, τόν τρύπησαν μέ τά πολεμικά
τους ὄργανα, ἀφοῦ προηγουμένως τά πυράκτωσαν σέ δυνατή φωτιά καί τελικά τόν ἔσφαξαν
πριονίζοντάς τον ἀπό τό στόμα.
Σέ μερικές ἐμφανίσεις του ὁ ἅγιος Ραφαήλ φαίνεται νά
συνοδεύεται ἀπό πολλούς, δορυφορούμενους τρόπον τινά, οἱ ὁποῖοι διάνυσαν πρίν ἀπό
αὐτόν τόν ἀσκητικό βίο στή μονή τῶν Καρυῶν, ὅπως εἶπε σέ ἐκείνους πού τά ἔβλεπαν
αὐτά. Ἀπεκάλυψε ἐπίσης ὅτι ἡ μονή αὐτή πού εἶναι γυναικεία, ὑπέστη ἐπιδρομή ἀπό
τούς αἱμοχαρεῖς πειρατές κατά τό ἔτος 1235. Κατά τήν ἐπιδρομή ἐκείνη ἀγωνίστηκε
μαζί μέ τίς ἄλλες μοναχές τόν ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ καλό ἀγώνα ἡ καταγόμενη ἀπό τήν
Πελοπόννησο ἡγουμένη Ὀλυμπία καί ἡ ἀδελφή της Εὐφροσύνη. Ἡ Ὀλυμπία τελειώθηκε ἀθλητικῶς
στίς 11 Μαῒου τοῦ ἔτους 1235, ἐμφανίστηκε δέ μαζί μέ τόν μεγάλο καί θαυματουργό
ἅγιο Ραφαήλ.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος πέθανε μετά ἀπό βασανισμούς, ἀπό ἀνακοπή
καρδιᾶς, δεμένος σέ ἕνα δένδρο.
Μαζί μέ τούς ἁγίους συνάθλησε καί ἡ μόλις δώδεκα χρονῶν
νεάνιδα Εἰρήνη, θυγατέρα τοῦ Βασιλείου, προεστοῦ τῆς Θέρμης, ἡ ὁποία καί ἐμφανίζεται
μαζί τους. Αὐτή μαρτύρησε ὡς ἑξῆς: Οἱ ἀσεβεῖς ἀλλόθρησκοι τῆς ἀπέκοψαν τό ἕνα
χέρι καί ἀκολούθως τήν ἔβαλαν σέ ἕνα πιθάρι καί κατέκαυσαν τήν ἁγνή αὐτή
παρθένο, ὑπό τά βλέμματα τῶν δύστυχων γονέων της, οἱ ὁποῖοι καί θρηνοῦσαν γοερά
γιά τόν φρικτό θάνατο τοῦ παιδιοῦ τους.
Μέ τούς ἁγίους συνεμαρτύρησαν ὁ μνημονευθείς πατέρας τῆς ἁγίας
Εἰρήνης, Βασίλειος, ἡ σύζυγός του Μαρία, τό μόλις πέντε ἐτῶν παιδί τους Ραφαήλ,
ἡ ἀνεψιά τους Ἑλένη, ὁ δάσκαλος Θεόδωρος καί ὁ ἰατρός Ἀλέξανδρος, τῶν ὁποίων τά
ὀστᾶ βρέθηκαν κοντά στούς τάφους τῶν ἁγίων, μέσα σέ ξεχωριστούς τάφους. Τό
μαρτύριό τους συνέβη τήν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου, στίς 9 Ἀπριλίου τοῦ ἔτους
1463.
Ἔπειτα ἀπό θαυματουργικές ὑποδείξεις τῶν ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης, ἔγινε γνωστή ἡ ὕπαρξη τῶν λειψάνων τους καί ὑποδείχτηκαν τά σημεῖα ὅπου βρίσκονταν οἱ τάφοι τους»[1].
Οἱ ἅγιοι
νεοφανεῖς μάρτυρες τοῦ Κυρίου Ραφαήλ, Νικόλαος καί Εἰρήνη, δέν εἶναι οἱ μόνοι
πού «ἀνακαλύφθηκαν» ἀπό ὅραμα πού ἐπέτρεψε ὁ Θεός σέ εὐλαβεῖς πιστούς. Ἔχουμε
πλῆθος ἄλλων ἁγίων πού οἱ τάφοι τους μέ τά λείψανά τους, οἱ κάρες τους ἤ
διάφορες εἰκόνες τους ἦταν κρυμμένα καί «κρίμασιν
οἶς οἶδε Κύριος» σέ κάποια ἐποχή ἦρθαν
στήν ἐπιφάνεια, προκειμένου νά τιμῶνται ἀπό τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Νά μνημονεύσουμε ὡς ἁπλά παραδείγματα τήν κάρα τοῦ τρισμεγίστου Ἰωάννου τοῦ
Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ (πού τρεῖς φορές μάλιστα ἑορτάζουμε τήν εὕρεση τῆς
κεφαλῆς του) ἤ τίς πάμπολλες εἰκόνες τῆς Παναγίας μας, τήν Παναγία τήν Πορταῒτισσα,
τήν Παναγία τήν Τρυπητή κ.ἄ. Λοιπόν, μέσα σ’ αὐτό τό πλῆθος τῶν εὑρεθέντων ἁγίων
μέ τά λείψανά τους ἐντάσσονται καί οἱ συγκεκριμένοι ἅγιοι. Κατά τόν σπουδαῖο
μακαριστό Γέροντα π. Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, τόν ποιητή τῆς ἀκολουθίας τους, ὁ
Χριστός «ἐξ ἐγκάτων τῆς γῆς ἐφανέρωσε»
τούς ἁγίους, «εἰς στήριγμα τῶν πιστῶν»
(στιχηρό εσπερινού). Καί τούς φανέρωσε «μέ πολλές ὁράσεις καί ἐνύπνια»
(στιχηρό) τῶν ἴδιων τῶν ἁγίων, ὥστε νά μήν ὑπάρχει καμία ἀμφιβολία περί τῆς ἀλήθειας
τῶν λόγων τους.
Κι εἶναι
σημαντική ἡ παρατήρηση τοῦ σοφοῦ καί ἁγίου ὑμνογράφου, διότι ἡ Ἐκκλησία μας κατά
πάγια συνήθειά της στέκεται μέ μεγάλη ἐπιφύλαξη ἀπέναντι σέ ὁράματα, σέ ὄνειρα,
σέ ὅ,τι θαυμαστό καί ἀποκαλυπτικό μπορεῖ κανείς νά πεῖ ὅτι τοῦ συνέβη, μέ τό
δεδομένο ὅτι ὑπάρχει καί δρᾶ ὁ Πονηρός διάβολος πού χρησιμοποιεῖ τά μέσα αὐτά προκειμένου νά πλανήσει τούς ἀνθρώπους.
Ὅταν ὅμως ἕνα ὅραμα ἤ ἕνα ὄνειρο, σχετιζόμενο μέ ἁγίους, ἐπαναλαμβάνεται πολλές
φορές καί μάλιστα σέ πολλούς ἀνθρώπους, τότε ἐκεῖ ἡ Ἐκκλησία μας ἔρχεται καί ἐν
Πνεύματι ἐπιβεβαιώνει διακριτικά τήν ἀλήθεια του, ἀλήθεια πού στά μετέπειτα
χρόνια διατρανώνεται πλήρως συνήθως ἀπό τά πολλά θαύματα πού ἐπιτρέπει ὁ Θεός
νά διενεργοῦνται ἀπό τούς ἁγίους ἤ ἀπό τήν ἁγιασμένη εὑρεθείσα εἰκόνα τους.
Κατά τόν μακαριστό π. Γεράσιμο «γιά λόγους πού δέν γνωρίζουμε, οἱ ἅγιοι ἦταν
κρυμμένοι στή γῆ γιά πάρα πολλά χρόνια, τώρα ὅμως ἔγιναν γνωστοί, γεμάτοι ἀπό οὐράνια
δόξα, γεμάτοι ἀπό φῶς καί χάρη Θεοῦ, κάνοντας παράδοξα θαυμαστά σημεῖα»[2]
(Δοξαστικό ἑσπερινοῦ).
Καί
προβαίνει σέ μία σπουδαία ἐκτίμηση: ἡ φανέρωση τῶν ἁγίων μαρτύρων στόν λόφο τῶν
Καρυῶν τῆς νήσου Λέσβου, σάν νά εἶναι ὁ λόφος μία «ἄλλη Σιών» (αἶνοι), ἀποτελεῖ
«βροντή τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ πού ἀποκαλύπτει μέ τόν λόγο Του τό μυστήριο τοῦ
θείου Του θελήματος». Μέ ποιό σκοπό; «Νά ἐξαγγελθοῦν μέ λόγια καί θαύματα τά
μεγαλεῖα τῆς εὐσεβοῦς πίστεώς μας, ὥστε νά δοξαστεῖ ὁ Χριστός καί νά στηριχτοῦν
καί νά ἑδραιωθοῦν στήν πίστη οἱ χριστιανοί»[3]
(λιτή). (Τό θαῦμα πράγματι στήν Ἐκκλησία
μας λειτουργεῖ μέ τόν τρόπο πού ἀπεκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος: ὡς ἐνίσχυση τῆς
πίστης τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι ὡς αἰτία γιά νά πιστέψουν αὐτοί. Ἀποτελεῖ δηλαδή ἔκφραση
τῆς στοργῆς καί τῆς ἀγάπης Του πρός τούς ἀνθρώπους καί ὄχι βιασμό τῆς ἐλευθερίας
τους, ὅπως θά συνέβαινε ἄν θαυματουργοῦσε
γ ι ά ν ά πιστέψουν). Κι ἀκόμη, προχωρεῖ περισσότερο ὁ
ἐκκλησιαστικός ποιητής, ἑρμηνεύοντας καί τόν ἀναστάσιμο χρόνο πού συνέβη τό
μαρτύριο τῶν ἁγίων: «Φανερώθηκαν οἱ ἅγιοι
μετά ἀπό πολυχρόνια κατάκρυψη, σάν νά βγῆκαν ἀπό οὐράνια ἄδυτα, ἀποδεικνύοντας
τά ἀγαθά τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου»[4]
(λιτή), ἀλλά καί «προφανερώνοντας σέ ὅλους τή θεία δόξα τῆς μελλοντικῆς γιά ὅλους
ἀναστάσεως»[5]
(ὠδή α΄).
Ὁ
μακαριστός Γέρων Γεράσιμος μέσα στό ἴδιο ἀναστάσιμο σκεπτικό (Τρίτη τῆς
Διακαινησίμου) τοῦ μαρτυρίου τους προβαίνει συνειρμικά καί στήν ἑξῆς σύνδεση
(Δοξ. ἀποστ. ἑσπ.): «Σάν μιμητές τοῦ Πάθους τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ἅγιοι
μάρτυρες, δείχνετε μέ τή φανέρωσή σας καί τή λάμψη τῆς Ἀναστάσεώς Του. Διότι ὅπως
Ἐκεῖνος ἀναστήθηκε καί ἐμφανίστηκε στίς σεμνές μυροφόρες, ἔτσι κι ἐσεῖς: ἐμπιστευτήκατε
τό μυστήριο τῆς ὅρασής σας σέ πιστές γυναῖκες, ἀναγγέλλοντας δυνατά σ’ αὐτές τή φανέρωση τῶν κρυμμένων πραγμάτων»[6].
Καί παρομοίως στά καθίσματα τοῦ ὄρθρου:
«Εὐσεβεῖς γυναῖκες, ὅπως πρίν οἱ Μυροφόρες, ἔνιωσαν θάμβος καθώς εἶδαν τήν ἐμφάνισή
σας, θεόφρονα Ραφαήλ καί μακάριε Νικόλαε»[7].
Ὁ
ποιητής κινεῖται βεβαίως μέσα στή βαθειά πίστη τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν ὁποία ὅ,τι
θαυμαστό συμβαίνει σέ ἕνα μέλος αὐτῆς μπορεῖ νά συμβεῖ καί στά ἄλλα μέλη ὅταν ὑπάρχουν
οἱ κατάλληλες προϋποθέσεις. Μᾶς προτρέπει λοιπόν, σάν νά εἶναι τό πιό ἁπλό
πράγμα, «νά προστρέξουμε κι ἐμεῖς στόν λόφο τῶν Καρυῶν, προκειμένου νά δοῦμε
τήν ἄρρητη δόξα τῶν Μαρτύρων»[8] (ὠδή
γ΄), ἐκεῖ δηλαδή πού φανερώθηκαν οἱ ἅγιοι. (Διότι προφανῶς οἱ ἅγιοι εἶναι
ζωντανοί καί ὡς μέλη ὅπως ἐμεῖς τοῦ ἴδιου Σώματος Χριστοῦ μποροῦν νά φανερωθοῦν
σέ ὅλους)[9].
Μέ μία ὅμως προϋπόθεση: νά ἔχει κανείς καθαρές τίς αἰσθήσεις τῆς ψυχῆς καί τοῦ
σώματος. «Ἄς καθαρίσουμε τίς αἰσθήσεις μας καί ἄς δοῦμε τή θειότατη ὄψη τοῦ
θεοφόρου Ραφαήλ, καί μαζί του τοῦ Νικολάου καί τῆς Εἰρήνης. Διότι φανερώνονται
στούς πιστούς, ἐνεργώντας θαυμαστά πράγματα»[10] (ὠδή
α΄). Ὁ ποιητής, ἀκολουθώντας κατά πόδας τόν ἐκκλησιαστικό ὑμνογράφο τοῦ κανόνα
τῆς ἁγίας Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, τονίζει τό κοινῶς γνωστό στήν πνευματική ζωή τῆς
Ἐκκλησίας: χωρίς κάθαρση τῆς καρδιᾶς δέν μπορεῖ κανείς νά νιώσει τίποτε ἀπό τόν
ἀπόλυτα Ἅγιο καί Καθαρό Θεό. Διότι «μακάριοι
οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται»
(ὁ Κύριος)[11].
«Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ
φωτί τῆς Ἀναστάσεως Χριστόν ἐξαστράπτοντα»[12].
Ἄς
σημειώσουμε ἀκροθιγῶς καί δύο ἀκόμη πράγματα ἀπό τήν ἀκολουθία.
Τό πρῶτο∙
οἱ ἅγιοι ἀγωνίστηκαν τόν μαρτυρικό ἀγώνα τῆς πίστεως στόν Χριστό μέ μία ψυχή - ἡ
σύνδεσή τους μέ τόν Κύριο λόγω τῆς σφοδρῆς καί «ἀρραγοῦς» ἀγάπης τους πρός Αὐτόν (ὠδή ς΄) τούς ἔδενε καί μεταξύ
τους ψυχικά. Διότι αὐτό εἶναι τό κύριο γνώρισμα ὅλων τῶν ἁγίων: ἡ ἑνότητά τους μέ
τόν Χριστό καί μέ τόν συνάνθρωπο, κατά τό «ἵνα
πάντες ἕν ὦσιν»[13]
τοῦ ὁράματος τοῦ Κυρίου γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα∙ χωρίς τήν ἑνότητα αὐτή, καί τό
μαρτύριο ἀκόμη γιά τόν Χριστό λειτουργεῖ μέ ἀρνητικό τρόπο! «Αὐτοί λοιπόν,
καθώς ἀγωνίστηκαν μέ μία ψυχή, ὑπέμειναν χάριν τοῦ Χριστοῦ τά ἀθλήματα τῶν
παθημάτων, γι’ αὐτό καί ἀξίως δοξάστηκαν στούς οὐρανούς»[14]
(Δοξαστικό ἑσπερινοῦ).
Τό δεύτερο∙ ἡ ἑνότητά τους αὐτή, μέ
τόν Κύριο καί μεταξύ τους, καθοδηγεῖτο καί σφυρηλατεῖτο ἀπό τόν πνευματικό
τους, τόν ἱερομόναχο Ραφαήλ. Ὁ ἅγιος Ραφαήλ ἦταν ὁ «παιδοτρίβης καί ἀλείπτης», ὁ προπονητής τους κατά κάποιον τρόπο,
πού τούς ὁδηγοῦσε «πρός θείας ἐπιδόσεις» καί ἔδινε φτερά στό φρόνημά τους, ὄχι
τόσο μέ τά λόγια του, ὅσο κυρίως μέ τό παράδειγμά του. Τό παράδειγμα εἶναι ἐκεῖνο
πού μιλάει στήν καρδιά καί μαγνητίζει τόν ἄνθρωπο στήν πορεία τοῦ Χριστοῦ. Μέ
τά ἴδια τά λόγια τοῦ σοφοῦ ὑμνογράφου στό καταπληκτικό τροπάριο τῆς Λιτῆς σέ ἦχο
δ΄: «Σάν κήρυκας τῆς ἀρετῆς καί προπονητής καί γυμναστής, Ραφαήλ ἱερότατε, μέ
τό δικό σου ὑπόδειγμα ἔδωσες φτερά γιά θεῖες ἐπιδόσεις στό φρόνημα τῶν
συμμαρτύρων σου, ὥστε νά πεθάνουν γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Διότι ὁ σεπτός διάκονος
Νικόλαος, (δικός σου μαθητής καί συμμοναστής), ἀγωνίστηκε στό μαρτυρικό στάδιο,
ὅπως καί ἡ ὄμορφη κόρη Εἰρήνη σάν εὐωδιαστό θυμίαμα ὁδηγήθηκε στόν Χριστό
παραδομένη στή φωτιά γιά χάρη Του. Λοιπόν ὡς προεξάρχων καί ἀρχηγός αὐτῶν,
μεγαλοπρεπῶς δοξάστηκες καί φανέρωσες ἤδη στόν κόσμο καί τή δική σου δόξα»[15].
Τέτοια χάρη καί δόξα πού ἔχουν οἱ ἅγιοι, χάρη καί δόξα ἀγάπης, εἶναι δεδομένο ὅτι τή σκορποῦν σέ καθένα πού τούς προσεγγίζει μέ πίστη καί εὐλάβεια. Κι αὐτό σημαίνει «λήψη δύναμης καί στήν ψυχή καί στό σῶμα»[16] (ὠδή δ΄), ἰδίως γιά τούς «δεινῶς ἀσθενοῦντας». Γιατί εἶναι ἀλήθεια: «ὁ ἱερός Ραφαήλ εἶναι σοφός ἰατρός γιά ὅλους, ὅπως πράγματι φάνηκε, προσφέροντας τίς θεραπεῖες καί τίς ἰάσεις»[17] (ὠδή η΄).
[1] Ἰστολόγιο:
Μέγας Συναξαριστής.
[2] «ἐν γῇ δέ ἀρρήτοις κρίμασιν, ἐν ἐτῶν
περιόδοις κατακρυπτόμενοι, ἄρτι ἡμῖν ἐγνώσθησαν, πλήρεις δόξης οὐρανίου,
πλήρεις φωτὸς, πλήρεις χάριτος, θαυματουργοῦντες τὰ παράδοξα· ἃ οὐκ ἐγνωρίσθη
γάρ γενεαῖς ἑτέραις, ἀπεκάλυψαν ἡμῖν, τοῖς ἐγγὺς καὶ τοῖς πόρρω φαινόμενοι».
[3] «ἰδοὺ γὰρ ἐν τῷ λόφῳ Καρυῶν, ὁ Θεὸς τῆς
δόξης ἐβρόντησε καὶ λαλεῖ ἡμῖν τὰ κρείττονα, διὰ τῶν σεπτῶν Αὐτοῦ Μαρτύρων· Ῥαφαὴλ
γὰρ καὶ Νικόλαος, οἱ πάλαι ἀριστεύσαντες, ἐπ' ἐσχάτων φανερωθέντες, τὸ
μυστήριον τοῦ θείου θελήματος, πᾶσιν ἐκκαλύπτουσι· καὶ ξενοτρόπως φαινόμενοι, τῆς
εὐσεβείας τὰ μεγαλεῖα, τρανῶς διηγοῦνται καὶ λόγοις καὶ θαύμασιν, εἰς αἴνεσιν
Χριστοῦ καὶ στηριγμὸν καὶ ἑδραίωμα, τῶν βοώντων· Κύριε δόξα σοι».
[4] «Ἀλλ' ἡμῖν ἐπέφανας, μετὰ πολυχρόνιον κατάκρυψιν,
ὡς ἐξ οὐρανίων ἀδύτων, τῆς τοῦ Κυρίου Ἀναστάσεως τὰ ἀγαθὰ τεκμαιρόμενος».
[5] «Ἀναστάσεως μελλούσης, προεκφαίνει ἡμῖν, πᾶσι
τὴν θείαν δόξαν, ἡ τῶν λειψάνων τῶν σεπτῶν ὑμῶν φανέρωσις ἐκ γῆς».
[6] «Ὡς μιμηταὶ τοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος, τῆς αὐτοῦ
Ἐγέρσεως τὴν ἔλλαμψιν, τῇ ἐκφάνσει ὑμῶν ἐκφαίνετε, Ἅγιοι Μάρτυρες· ὡς γὰρ Ἐκεῖνος
ἀναστάς, ταῖς σεμναῖς ἐνεφανίσθη Μυροφόροις, οὕτω καὶ ὑμεῖς, πισταῖς γυναιξί, τῆς
ὄψεως ὑμῶν, ἐνεπιστεύθητε τὸ μυστήριον, τρανῶς αὐταῖς [10] ἀπαγγέλλοντες,
κεκρυμμένων πραγμάτων τὴν φανέρωσιν».
[7] «Γυναῖκες εὐσεβεῖς, ὡς αἱ πρὶν Μυροφόροι,
θέοφρον Ῥαφαήλ καὶ Νικόλαε μάκαρ, ἰδοῦσαι ἐθαμβήθησαν, τὴν ὑμῶν ἐπιφάνειαν καὶ ἐκήρυξαν
ὑμῶν τὰ θαύματα πᾶσι»
[8] «Δεῦτε ἐν τῷ λόφῳ Καρυῶν, θεασώμεθα δόξαν
Μαρτύρων ἄρρητον».
[9] Βλ. ἀρχιμ. Σωφρονίου, Ὁ Γέρων (ἅγιος) Σιλουανός τοῦ Ἄθω, ἐκδ.
Ὀρθόδοξος Κυψέλη, χ.χ. σελ. 386: «Φαίνεται
εἰς πολλούς ὅτι οἱ Ἅγιοι εἶναι μακράν ἀφ’ ἡμῶν. Ἀλλά εἶναι μακράν ἐκείνων, οἵτινες
οἱ ἴδιοι ἀπεμακρύνθησαν, καί πολύ πλησίον ἐκείνων οἵτινες φυλάττουν τάς ἐντολάς
τοῦ Χριστοῦ...Οἱ Ἅγιοι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι βλέπουν τόν βίον καί τά ἔργα ἡμῶν.
Γνωρίζουν τάς θλίψεις ἡμῶν καί ἀκούουν τάς θερμάς προσευχάς ἡμῶν».
[10] «Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καὶ κατίδωμεν, ὄψιν
τὴν θειοτάτην τοῦ θεοφόρου 'Ραφαήλ καὶ Νικολάου σὺν αὐτῷ, Εἰρήνης ὁμοῦ· πιστοῖς
γὰρ ὀπτάνονται, ἐνεργοῦντες παράδοξα».
[11] Ματθ. 5, 8.
[12] Ὠδή α΄ ἀναστασίμου κανόνος ἁγίου Ἰωάννου
Δαμασκηνοῦ.
[13] Ἰωάν. 17, 21.
[14] «οὗτοι γάρ, μιᾷ ψυχῇ ἀγωνισάμενοι, ἄθλησιν
παθημάτων ὑπὲρ Χριστοῦ ὑπέμειναν καὶ ἀξίως ἐν οὐρανοῖς ἐδοξάσθησαν».
[15] «Ὡς ἀρετῆς ὑποφήτης καὶ παιδοτρίβης καὶ ἀλείπτης,
πρὸς θείας ἐπιδόσεις, Ῥαφαὴλ ἱερώτατε, τῷ σῷ ὑποδείγματι ὑπὲρ Χριστοῦ τεθνάναι,
τῶν σῶν συμμαρτύρων ἐπτέρωσας τὸ φρόνημα· Νικόλαος γὰρ ὁ σεπτὸς Διάκονος καὶ σὸς
φοιτητὴς καὶ συνέκδημος, μαρτυρικὸν ἠγωνίσατο στάδιον· καὶ Εἰρήνη ἡ καλλίπαις
κόρη, ὡς εὐῶδες θῦμα, προσηνέχθη Χριστῷ, ὑπὲρ Αὐτοῦ παραδοθεῖσα τῷ πυρὶ· ὡς
προεξάρχων γὰρ αὐτῶν, μεγαλοπρεπῶς ἐδοξάσθης καὶ τὴν δόξαν τὴν σήν, ἤδη τῷ κόσμῳ
ἐφανερωσας».
[16] «καὶ τούτοις (τοῖς λειψάνοις) εὐλαβῶς προσπελάζων, ῥῶσιν λαμβάνει ψυχῆς ὅμου
καὶ σώματος».
[17] «Δεῦτε Καρυῶν, ἐν τῷ λόφῳ προθύμως, δεινῶς οἱ
ἀσθενοῦντες, ἵνα λάβητε ρῶσιν· ἰατρὸς γὰρ σοφός, 'Ραφαήλ ὁ ἱερὸς, πέλει ἅπασιν,
ὥσπερ καθωράθη, παρέχων τάς ἰάσεις».