Μπορεί η Ρωσία να καυχάται για το σπουδαίο γέννημά της, τον Ιωάννη, η Μικρά Ασία να υπεραίρεται διότι στον τόπο της αναδείχτηκε η αγιότητα του οσίου, το Νέο Προκόπι Ευβοίας να λαμπροφορεί που κατέχει το χαριτόβρυτο λείψανό του, όμως όλοι οι πιστοί απανταχού της γης εορτάζουν τον μεγάλο νέο ομολογητή – αποτελεί καύχημα και ευλογία όλων των ορθοδόξων. Γιατί; Διότι ο άγιος υπήρξε ένα αποτύπωμα του Χριστού και μία δική Του φανέρωση στον κόσμο∙ ο Χριστός ήταν η αδιάκοπη προτεραιότητά του. Το σημειώνει ο υμνογράφος του: «Ας δοξολογήσουμε με ύμνους όλοι τον Ιωάννη, αυτόν που ανέλαβε στους ώμους του τον σταυρό του Κυρίου και επακολούθησε Αυτόν μέχρι τέλους με ασκητικούς αγώνες και παλαίσματα» (κάθισμα όρθρου).
Κι είναι σημαντική η επισήμανση του ποιητή: η ακολουθία του Χριστού, σύμφωνα με τον λόγο του Ίδιου (Μάρκ. 8,34), δεν είναι εύκολη υπόθεση. Απαιτεί άρση σταυρού, ασκητικούς αγώνες, παλαίσματα. Χρειάζεται να το λέει η καρδιά κάποιου προκειμένου να είναι συνεπής χριστιανός. Και πρέπει ιδιαιτέρως στην εποχή μας να τονίζουμε την αλήθεια αυτή, διότι συχνά οι χριστιανοί θεωρούμε την ακολουθία του Κυρίου «ταξίδι αναψυχής». Δεν λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη μας την οδύνη του σταυρού είτε ως πόλεμο κατά των παθών μας είτε ως αντιμετώπιση των επιθέσεων του Πονηρού και των οργάνων του μέσα στον κόσμο.
Επ’ αυτού ο υμνογράφος ιεροδιδάσκαλος Ιωσήφ υπενθυμίζει όχι μόνο την αιχμαλωσία του οσίου από τους Τούρκους, όχι μόνο τους ονειδισμούς που υπέστη ως υπόδουλος, ούτε ακόμη και τις στερήσεις του ζώντας μέσα σ’ έναν σταύλο – τους ακούσιους πειρασμούς του – αλλά και τους εκούσιους λεγόμενους, αυτούς δηλαδή που ο ίδιος προσέθετε πάνω στους άλλους: τις ολονύχτιες προσευχές του, τα θερμότατα δάκρυα κατανύξεώς του, την επιλογή της φτώχειας όταν του δόθηκε η ευκαιρία υπέρβασής της. Στο δοξαστικό των αίνων εξαγγέλλει: «Ποιος δεν θα θαυμάσει τον αξιοθαύμαστο τρόπο της ζωής σου; Διότι δεν αρκέστηκες, χαριτώνυμε, στην κακουχία της αιχμαλωσίας, αλλά έσπευσες να αυξήσεις αυτήν, με τους ασκητικούς κόπους και τους ιδρώτες».
Όχι τυχαία λοιπόν ο υμνογράφος τον παραλληλίζει με τον δίκαιο Ιώβ της Παλαιάς Διαθήκης. «Έζησες παράξενο τρόπο ζωής, καθώς κατοίκησες σε κάποιον σταύλο σαν άλλος Ιώβ, όσιε, που στέναζε και θλιβόταν πάνω στην κοπριά» (απόστιχα εσπερινού). Ο έπαινος όμως για τον όσιο ανεβαίνει κλίμακα, καθώς τον αποτιμά σε σχέση με τον μέγα Πρόδρομο: «Όπως ο θείος βαπτιστής χαριτώθηκε μεταξύ του ιουδαϊκού λαού και μαρτυρήθηκε σαφώς από τον Χριστό, έτσι και συ ο ομώνυμός του και μιμητής, ζώντας ανάμεσα σε ματαιόφρονα λαό, έλαβες χάρη από τον Θεό με τη θεάρεστη πολιτεία σου, Ιωάννη» (λιτή).
Για
την Εκκλησία ο άγιος είχε ενεργούσα τη χάρη του Χριστού στην καρδιά του (ωδή
α΄), επειδή βοηθείτο από τον θεάρεστο βίο του, αλλά κι επειδή τον καθοδηγούσε η
ίδια η Παναγία. Με πόση αγάπη πράγματι θα προσέβλεπε η Θεοτόκος πάνω στο αγαθό
παιδί της Ιωάννη, που επέμενε στην αγάπη του Υιού και Θεού της μέσα στις
δοκιμασίες που περνούσε! Όπως το λέει ο ποιητής: «Μολονότι ήσουν αιχμάλωτος,
είχες την Παρθένο Μαρία να σε οδηγεί, είχες σύμμαχό σου τον θεάρεστο βίο σου, Ιωάννη
μέγιστε φωστήρα» (κάθισμα όρθρου).