Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΠΕΡΠΕΤΟΥΑ

«Η αγία καλλιμάρτυς Περπέτουα υπήρξε γόνος εύπορης και ευγενούς οικογένειας της Καρχηδόνας. Ενώ ήταν έγγαμη και μητέρα θηλάζοντος βρέφους σε ηλικία εικοσιδύο ετών, διακρινόταν για την αγάπη της προς τον Χριστό. Ζώντας δε σύμφωνα με το ευαγγέλιο Εκείνου προσέλκυε στην πίστη πολλούς. Την κατήγγειλαν όμως κατά το 203 στον ανθύπατο της Αφρικής Ιλαρίωνα, όταν βασίλευε στη Ρώμη ο διώκτης των χριστιανών ειδωλολάτρης Σεπτίμιος Σεβήρος, γι’ αυτό και συνελήφθη. Κλείστηκε αμέσως στη φυλακή μαζί μ’  αυτούς που κατηχούσε στην πίστη, δηλαδή την Φιλικητάτη που ήταν έγγυος, τον διδάσκαλό της Σάτυρο, καθώς και τους Σεκούνδο, Σατορνίνο και Ρευκάτο, κι εκεί όλοι ντύθηκαν τον Χριστό διά του βαπτίσματος.

Ο πατέρας της άλλοτε με ήπια γλυκόλογα και άλλοτε με απειλές, προβάλλοντας μάλιστα μπροστά της το νιογέννητο βρέφος της, προσπαθούσε να την μεταπείσει ώστε να θυσιάσει στα είδωλα. Γεμάτος οργή κάποια στιγμή από την άρνησή της προσπάθησε να βγάλει τα μάτια της, αλλά απέτυχε.

Οι νεοφώτιστοι δέσμιοι μαζί με την Περπέτουα μπροστά στο βήμα του Ιλαρίωνα ομολόγησαν πάλι με θάρρος τον Χριστό, γι’  αυτό και διατάχθηκε να ριχτούν στα άγρια θηρία και μάλιστα την ημέρα των γενεθλίων του Καίσαρα. Πριν από τη μάχη τους με τα θηρία η Περπέτουα με τους χριστιανούς δέσμιους τέλεσαν στη φυλακή δείπνο αγάπης προς έκπληξη όλων των υπολοίπων απίστων δεσμίων.

Την ημέρα του μαρτυρίου όλοι οι χριστιανοί μάρτυρες γεμάτοι χαρά ρίχτηκαν στα θηρία και γίνανε γλυκός άρτος στα δόντια τους. Η Περπέτουα με τη Φιλικητάτη τραυματίστηκαν από τα θηρία, οπότε έκοψαν τα κεφάλια τους με μαχαίρι.

Με τις άγιες πρεσβείες τους, Χριστέ ο Θεός, ελέησε και σώσε μας. Αμήν».   

Από τις πιο αγαπημένες μάρτυρες της πρώτης Εκκλησίας η αγία Περπέτουα, «πρώταθλος» κι αυτή σαν την αγία Θέκλα, αποτελεί τρανή επιβεβαίωση των λόγων του Κυρίου ότι «όποιος αγαπάει τον πατέρα του ή τη μάνα του ή τη γυναίκα του ή τα παιδιά του ή τα κτήματά του ή οτιδήποτε άλλο, ακόμη και τη δική του ζωή, πάνω από τον Ίδιο, δεν είναι άξιός Του». Κι αυτό γιατί η οποιαδήποτε εγκόσμια αγάπη αν εκφραστεί χωρίς το «πέρασμά» της από την αγάπη του Θεού δεν αποτελεί καθαρή αγάπη -  λειτουργεί σ’ αυτήν, έστω κι αν φαίνεται υπερβολική η έκφραση, το εγωιστικό στοιχείο ή αλλιώς μαζί με την αγάπη αυτή υπάρχουν αρρωστημένες εγωιστικές προσμείξεις που θολώνουν την καθαρότητά της. Λοιπόν η φαινομενική σκληρότητα του λόγου του Κυρίου περί της απόλυτης αναφοράς πρώτιστα στην αγάπη Εκείνου και έπειτα στην αγάπη των άλλων συνιστά έκφραση ευεργεσίας Του προς τον άνθρωπο: να φιλτράρει την αγάπη του από ό,τι εγωιστικό και αρρωστημένο, ώστε να προσφερθεί στον συνάνθρωπο με καθαρότητα, κατά τον τρόπο αγάπης του Ίδιου˙ με σταυρική και θυσιαστική γι’ αυτόν διάθεση.

Στην αγία Περπέτουα λοιπόν διαπιστώνουμε ακριβώς τη χαρισματική και υπέρ φύσιν αυτήν πραγματικότητα, που σημαίνει ότι η αγία σε τόσο νεαρή ηλικία, έχοντας σύζυγο που τον αγαπούσε και βρέφος που το λάτρευε και το θήλαζε, είχε κατανοήσει ότι υπεράνω όλων για να έχει νόημα η ζωή της και να μπορεί ουσιαστικά να βοηθάει και την οικογένειά της και τους λοιπούς συνανθρώπους τους ήταν η πιστότητά της στο θέλημα του Θεού, το ευαγγελικώς ζην. Αυτό δεν αποτελεί και την ουσία της αγιότητας; Η τήρηση των εντολών του Χριστού – ο μόνος τρόπος που ο άνθρωπος γεύεται των δωρεών του Θεού και γίνεται κατοικητήριο της Τριαδικής θεότητας. Όπως το επισημαίνει και το απολυτίκιο της ακολουθίας της: «Πρόκρινες την αγάπη Κυρίου του Χριστού σου από τη στοργή του βρέφους σου που το θήλαζες, βάση των μαρτύρων Περπέτουα, κι έτσι καθαγίασες την πατρίδα σου την Καρχηδόνα με τα ρείθρα των ιερών αιμάτων σου».  

Κι ένας ύμνος από τη λιτή της ακολουθίας μάς δίνει εξίσου μία γεύση της μεγάλης και μοναδικής ψυχής της.

«Βλέποντας τον πειρασμό να έρχεται μέσω του πατέρα σου που σε παρότρυνε να θυσιάσεις στα είδωλα για να απαλλαγείς από τη θανατική σου καταδίκη, έστρεψες τα μάτια σου στον ουρανό κι αφού πήρες δύναμη από τον Θεό έτρεξες προς το γενναιότατο μαρτύριο σαν ελάφι διψασμένο που τρέχει στις πηγές των υδάτων, συ που είσαι η ομορφιά της Καρχηδόνας. Γι’ αυτό και έλαβες χρυσόπλοκο βραβείο νίκης από τον Θεό και χάρη να πρεσβεύεις στον Κύριο γι’ αυτούς που σε τιμούν».

Τι λέει ο ύμνος; Η αγία βρίσκεται στεφανωμένη στους ουρανούς με δύναμη μεσιτείας για όλους τους πιστούς. Γιατί; Διότι αντιμετώπισε το μαρτύριο για χάρη της πίστεώς της στον Κύριο με γενναιότητα και με θερμότητα αγάπης  τέτοια, ώστε να το θεωρεί ανάγκη της και ευφροσύνη της, όπως το διψασμένο ελάφι τρέχει να ξεδιψάσει στις πηγές των υδάτων. Και τι ήταν εκείνο που της έδινε αυτή τη δύναμη, που ανθρωπίνως δεν μπορεί να κατανοηθεί; Η ουράνια χάρη που φανέρωνε την αγάπη και τον έρωτά της προς τον Κύριο. Χάρη Θεού είναι η πίστη στον Χριστό, μεγάλη χάρη δε η θερμή κίνηση της καρδιάς που οδηγεί τον πιστό στο μαρτύριο. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: «μας δόθηκε ως χάρη από τον Χριστό όχι μόνο να πιστεύουμε σ’ Αυτόν αλλά και να πάσχουμε για χάρη Του».

Επισημαίνει όμως και κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό ο καλός υμνογράφος: η αγία στην πορεία πιστότητάς της στο θέλημα του Κυρίου αντιμετώπισε σκληρούς πειρασμούς. Κι αυτοί ήταν και οι προτροπές του πατέρα της να τον λυπηθεί που χάνει το παιδί του, και το μητρικό φίλτρο της ίδιας, το οποίο παρόξυνε ο πατέρας της φέρνοντας ενώπιόν της το βρέφος της που ζητούσε το γάλα της, αλλά και το ένστικτο ακόμη της αυτοσυντήρησης, να γλιτώσει από τον θάνατο. Σκληροί όντως πειρασμοί που ανάγονται σε ό,τι βαθύτερο και άγιο θεωρούμενο υπόστρωμα υπάρχει στην ανθρώπινη φύση. Και πώς τους αντιμετώπισε η αγία και που γι’ αυτό γίνεται παράδειγμα και πρότυπο για όλους μας; Με την ύψωση των οφθαλμών της στον μόνον δυνάμενον σώζειν από τους πειρασμούς, τον Κύριο. Άνθρωπος που τίθεται σε πειρασμό, αν στραφεί με την καρδιά του έμπονα στον Κύριο, θα δει πολύ σύντομα, άμεσα καλύτερα, τη βοήθειά Του. Αυτό έκανε η αγία και σώθηκε, αυτό απαιτείται βεβαίως να κάνουμε και εμείς, ιδιαιτέρως στις κρίσιμες στιγμές της ζωής μας. Η αγιότητα δεν είναι μακρινή υπόθεση και για εμάς˙ μόλις αποφασίσουμε να μείνουμε σταθεροί στο θέλημα του Θεού την ώρα κυρίως των πειρασμών, ήδη την έχουμε «αγγίξει» και «κατακτήσει».     

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΤΡΥΦΩΝ

«Ο άγιος Τρύφων ήταν από την κώμη της Λαμψάκου της επαρχίας των Φρυγών, επί της βασιλείας του Γορδιανού, κατά το διακοσιοστό ενενηκοστό πέμπτο έτος από της βασιλείας του Αυγούστου. Όταν ακόμη ήταν πολύ νέος και ασχολείτο με εργασία κατάλληλη για την ηλικία του (διότι έβοσκε χήνες, όπως λένε), γέμισε από Άγιο Πνεύμα και θεράπευε κάθε ασθένεια και έβγαζε και δαίμονες. Θεράπευσε μάλιστα και τη θυγατέρα του βασιλιά, που κυριαρχείτο από τον δαίμονα. Στην περίπτωση αυτή λέγεται ότι υπέδειξε ο άγιος στους παρόντες τον δαίμονα σαν μαύρο σκυλί, εξαγγέλλοντας τις πονηρές πράξεις του, και ότι με το θαύμα αυτό οδήγησε πολλούς στην πίστη του Χριστού. Την εποχή του βασιλιά Δεκίου, που διαδέχτηκε τον Φίλιππο, τον κυρίαρχο μετά τον Γορδιανό, κατηγορήθηκε στον έπαρχο της Ανατολής Ακυλίνο, ότι έλεγε να μη λατρεύουν οι άνθρωποι τους δαίμονες. Οδηγήθηκε προς αυτόν στη Νίκαια, κι επειδή ομολόγησε το όνομα του Χριστού, πρώτον κτυπήθηκε με σπαθιά. Έπειτα τον έδεσαν σε άλογα και τον έτρεχαν, χειμώνα καιρό, μέσα από δύσβατα και δυσπρόσιτα μέρη. Και μετά από αυτό, τον έσυραν γυμνό πάνω σε σιδερένια καρφιά. Κι ακόμη:  τον μαστίγωσαν και του έκαψαν τα πλευρά με λαμπάδες πυρός, ενώ στο τέλος αποφάσισαν να τον σκοτώσουν με ξίφος, κάτι που δεν πρόφτασαν να το κάνουν, διότι είχε παραδώσει  ήδη το πνεύμα του στον Θεό. Τελείται δε η σύναξή του στο Μαρτύριό του, που βρίσκεται μέσα στο ναό του Αποστόλου Ιωάννου του Θεολόγου, πλησίον της Αγιωτάτης Μεγάλης Εκκλησίας».

Δεν είναι γνωστός ο άγιος Τρύφων για τις σπουδές του,  τη μόρφωσή του και τη θεολογική του κατάρτιση∙ δεν προβάλλεται από την Εκκλησία μας ως κάποιος Ιεράρχης που την βοήθησε στην υπέρβαση κάποιας κρίσεως εξαιτίας αιρέσεως ή για το θαυμαστό κοινωνικό έργο που επιτέλεσε. Τιμάται από την Εκκλησία, γιατί μέσα στην όλη απλότητα της ζωής του κατάλαβε ένα πράγμα, που προσπάθησε μέχρι τέλους, έστω και με θυσία αυτής της ζωής, να το κρατήσει: ότι δηλαδή σκοπός του στον κόσμο τούτο που βρέθηκε, ήταν να γίνει άγιος∙ να μοιάσει του Χριστού ζώντας με σωφροσύνη. Δηλαδή ό,τι είχε ακούσει από τον λόγο του Θεού, ό,τι ο Ίδιος ο Θεός τού φανέρωσε ως τρόπο ζωής, να το κάνει βίωμά του. Κι είναι αυτό που σημειώνει και ο άγιος Θεοφάνης, ο υμνογράφος του κανόνα του: «Άκουσες μέσα στην καρδιά σου τα θεία λόγια και τα έκανες πράξη, πανσεβάσμιε, διότι αγάπησες την αγιοσύνη και ασπάστηκες τη σωφροσύνη».

Η αγάπη για την αγιοσύνη συνιστά και το σκοπό της ζωής του κάθε ανθρώπου, ιδίως εκείνου που έχει τη δύναμη γι’ αυτό, του χριστιανού. Η εντολή του Θεού είναι σαφής: «Άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιός ειμι», να γινόμαστε άγιοι, διότι ο ίδιος ο Θεός είναι άγιος. Κι αυτό σημαίνει ότι η αγιοσύνη ως σκοπός ζωής δεν αποτελεί ιδιορρυθμία ενός περίεργου ανθρώπου, ένα «βίτσιο» ίσως. Είναι το όραμα προς το οποίο καθημερινώς και αδιαλείπτως κατατείνει, πρέπει να κατατείνει, κάθε χριστιανός. Και θεολογική βάση γι’ αυτό είναι η «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού» δημιουργία του ανθρώπου. Δημιουργηθήκαμε από τον Θεό να Τον εικονίζουμε, με σκοπό να Του μοιάσουμε όσο το δυνατόν πληρέστερα στα πλαίσια της ανθρώπινης φύσης μας. Έτσι η φυσιολογία του ανθρώπου είναι να γίνεται -  που σημαίνει να αγωνίζεται διαρκώς για να το φτάσει -  άγιος. Ο άγιος Τρύφων, έστω και απλός βοσκός χηνών – προστάτης των γεωργών αλλά και των ζώων θεωρείται - χωρίς κάποια μόρφωση, χωρίς μελέτες και ακούσματα κηρυγμάτων, αλλά με μόνη την αγνότητα των προθέσεών του, το κατάλαβε και το άκουσε στο βάθος της καρδιάς του. Κι επειδή πήρε στα σοβαρά αυτό που κατάλαβε, το ενεργοποίησε στη ζωή του. Το «ασπάστηκες τη σωφροσύνη» που λέει ο υμνογράφος, αυτό ακριβώς φανερώνει.

Η πιστότητα και η αγάπη του στο όραμα αυτό της ζωής του τον έκανε αφενός να δεχτεί τις ακτίνες της χάρης του Θεού, γινόμενος δεύτερο φως μετά το πρώτο, του Θεού («έγινες δεύτερο φως, επειδή πλησίασες το πρώτο φως, γινόμενος σαν πυρσός και παίρνοντας μορφή από τη δόξα Αυτού»), αφετέρου να γίνει, ακριβώς γι’ αυτό,  θαυμαστό όργανο Εκείνου για τη θεραπεία ασθενών και δαιμονισμένων, ωθώντας έτσι τους ανθρώπους στο να βρίσκουν  τον δρόμο τους για τον Θεό.  Κι αυτό σημαίνει ότι όπου ο Θεός βρίσκει άνθρωπο καλοπροαίρετο και με διάθεση στροφής προς Αυτόν εν αγάπη, τον κάνει κατοικητήριό Του και οδό Του για την εύρεση του Ίδιου από τους ανθρώπους. Ο άγιος άνθρωπος, με άλλα λόγια, και χωρίς να μιλάει, με μόνο το παράδειγμά του, δρα ως ιεραπόστολος. Οι άνθρωποι βλέποντάς τον καθοδηγούνται προς Αυτόν.

Την παραπάνω αλήθεια ο άγιος Θεοφάνης μας την προσφέρει με έναν έξοχο ύμνο, ήδη από την πρώτη ωδή του κανόνα: «Υπήρξες πράγματι ποιμένας, με το να ποιμαίνεις  με σοφία τους λογισμούς της ψυχής σου, και με το να επιστρέφεις τις πλανεμένες ψυχές και να τις οδηγείς στον Θεό, ένδοξε». Είναι μία καταπληκτικής εμπνεύσεως αλήθεια: ο άγιος Τρύφων, αλλά και κάθε πιστός, είτε κληρικός είτε λαϊκός, είναι ποιμένας, γιατί ποιμαίνει πρώτα από όλα τον εαυτό του. Πώς; Με το να ελέγχει τους λογισμούς της ψυχής του, καθοδηγώντας τους, όπως ο βοσκός τα πρόβατα στο μαντρί, εκεί που είναι ο τόπος της καταπαύσεώς του, ο ίδιος ο Θεός. Επομένως, όταν οι λογισμοί του ανθρώπου απομακρύνονται από τον Θεό, κινδυνεύουν να «φαγωθούν» από τον λύκο διάβολο, ή από το λιοντάρι διάβολο, κατά την εικόνα του αποστόλου Πέτρου: «ο διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη». Και βεβαίως, με τον τρόπο αυτό γίνεται ποιμένας και των υπολοίπων ανθρώπων: επιστρέφει στον Θεό τις πλανεμένες ψυχές. Το συμπέρασμα είναι προφανές: κανείς δεν μπορεί να γίνει αληθινός ποιμένας, κυρίως μάλιστα ο κληρικός, αν πρώτα δεν είναι και δεν γίνεται ποιμένας του εαυτού του. Εκείνος που έχει μάθει να διαποιμαίνει τους λογισμούς του, εκείνος χαριτώνεται από τον Θεό και για την καθοδήγηση των άλλων.