«Η ψυχή που αξιώθηκε να
ενωθεί πνευματικά με το φως του Χριστού και φωτίστηκε από την ηθική ωραιότητα
της απερίγραπτης δόξας Του, αφού την ετοίμασε για τον εαυτό του για θρόνο και
κατοικία, γίνεται ολόκληρη φως και ολόκληρη πρόσωπο και ολόκληρη μάτι∙ και δεν
υπάρχει κανένα μέρος αυτής της ψυχής που να μην είναι γεμάτο από τα πνευματικά
μάτια του φωτός, δηλαδή κανένα μέρος της δεν είναι σκοτεινό, αλλ’ ολόκληρη αφού έγινε φως και πνεύμα και όλη αφού γέμισε
μάτια, δεν υπάρχει μέρος σ’ αυτή που να χαρακτηρίζεται κάτω ή πίσω, αλλά από
παντού είναι πρόσωπο, διότι έχει έρθει και έχει καθήσει πάνω σ’ αυτήν η
απερίγραπτη ηθική ωραιότητα της δόξας του φωτός του Χριστού» (Όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος,
ομιλία α΄).
Δεν είναι μόνον ο Χριστός το
Φως του κόσμου, κατά την αποκάλυψη του Ίδιου. Φως γίνεται και ο κάθε άνθρωπος,
ως ένα δεύτερο φως, όταν ενωθεί με την πηγή του, τον Κύριο Ιησού Χριστό. Το
είπε απερίφραστα: «Εγώ ειμι το φως του κόσμου. Ο ακολουθών εμοί ου μη
περιπατήσει εν τη σκοτία αλλ’ έξει το φως της ζωής». Ακολουθείς δηλαδή το Φως;
Γίνεσαι και εσύ φως που το νιώθεις στην ύπαρξή σου ως την ίδια τη ζωή. Και δεν
είναι δυνατόν να είναι διαφορετικά τα πράγματα, αφού Φως και Ζωή είναι ένα και
το αυτό: ο Ίδιος ο Κύριος. «Εγώ ειμι η οδός, η αλήθεια και η ζωή». «Εγώ ειμι η Ζωή
και η Ανάστασις». Οπότε, από την ώρα που ο Κύριος εισήλθε στον κόσμο και ως
άνθρωπος, «τα πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε, η γη και τα καταχθόνια». Εν
Χριστώ το μόνο που υφίσταται είναι το φως – το τρισήλιον φως της άκτιστης
Θεότητας: φως ο Πατήρ, φως ο Υιός, φως και το άγιον Πνεύμα.
Και πρέπει να διευκρινίσουμε
ότι το φως αυτό του Χριστού που γίνεται φως και των ανθρώπων και λάμπει σε όλη
τη δημιουργία, είναι η άκτιστη ενέργειά Του, ενέργεια όλου του Τριαδικού Θεού
στην πραγματικότητα αφού είναι κοινή η ενέργεια στη Θεότητα, η οποία λέγεται
ακριβώς και φως και δόξα και ζωή, που θα πει ότι είναι «πλήρης ο ουρανός και η
γη της δόξης Αυτού» κατά την όραση και του προφήτη Ησαῒου, χωρίς να υπάρχει
σύγχυση με τη φύση ή την ουσία του Θεού – δεν υπάρχει κανένας πανθεϊσμός στη
χριστιανική πίστη. Λοιπόν, «εν τω Χριστώ τω Θεώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν»
και η πανταχού παρουσία Του και η ενέργειά Του αγκαλιάζει τους πάντες και τα
πάντα μεταδίδοντάς τους τη ζωή και την αγάπη Του – ζωή και φως και οτιδήποτε άλλο
δεν υφίσταται εκτός του Θεού∙ χωρίς Αυτόν τα πάντα είναι ανύπαρκτα, είναι
κυριολεκτικά ένα «μηδέν». «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». «Ότι παρά Σοί
πηγή ζωής, εν τω φωτί Σου οψόμεθα φως».
Κι ακόμη πρέπει να
διευκρινίσουμε ότι μιλώντας ο όσιος Μακάριος για το φως του Χριστού που το
δέχεται ο άνθρωπος δεν εννοεί εκείνη την ενέργεια του Θεού που προσφέρεται σε
κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο, κατά τον άγιο Ιωάννη τον θεολόγο: «ο
Χριστός ήταν το φως το αληθινό που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο»
- κάθε άνθρωπος οπουδήποτε στον κόσμο εφόσον έρχεται στην ύπαρξη είναι
«σφραγισμένος» από τον Δημιουργό Χριστό. Αυτό είναι πράγματι φως Χριστού που
αντανακλά την κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Εκείνου δημιουργία του ανθρώπου,
που όμως πρέπει, μετά την πτώση του στην αμαρτία, να αυξηθεί δραστικά με την
πίστη στον Χριστό για να φτάσει να γίνει σωτηριώδες φως για την ύπαρξή του. Με
άλλα λόγια, ναι μεν κάθε άνθρωπος έχει φως Χριστού, διότι δεν υφίσταται ζωή
χωρίς Εκείνον, όμως δεν είναι το φως της θεοποιού ενέργειάς Του ώστε να μπορεί
να έχει μία ζωντανή αληθινή σχέση μαζί Του. Για να υπάρξει αυτό το σωτηριώδες
φως απαιτείται η πίστη σ’ Εκείνον διά της εντάξεως στο σώμα Του με το βάπτισμα
και την εν γένει εκκλησιαστική ζωή. Έτσι ο χριστιανός μόνο μπορεί ως μέλος πια
Χριστού να δει Θεού πρόσωπο και να είναι φωτισμένος από την «ηθική ωραιότητα
της απερίγραπτης δόξας Του».
Φως λοιπόν ο Χριστός, φως
δεύτερο και ο κάθε εν επιγνώσει χριστιανός, ο οποίος ζει στην ύπαρξή του, την
ψυχή και το σώμα του, το φως αυτό με τέτοιον τρόπο, που γίνεται, κατά τον λόγο
του οσίου Μακαρίου, «όλος πρόσωπο και όλος μάτια» χωρίς να υφίσταται σ’ αυτόν
οτιδήποτε σκοτεινό. Κι είναι ευνόητο ότι ο μέγας όσιος αναφέρεται στον «τέλειο»
χριστιανό, εκείνον που με τη διαρκή πνευματική του άσκηση έχει φτάσει στο
σημείο της πλήρους, κατ’ άνθρωπο, ψυχικής καθαρότητας, ζει δηλαδή αυτό που ο
Κύριος μακάρισε: «μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον
Θεό». Πώς το λέει με τον δικό του τρόπο ο άγιος; Ο πιστός γίνεται
φωτισμένος όταν «έχει ετοιμάσει την ψυχή του για θρόνο και κατοικία του
Χριστού». Η ετοιμασία της ψυχής ως κάθαρσή της από οποιαδήποτε κηλίδα που
εμποδίζει την ανάκλαση του φωτός του Χριστού είναι ο αγώνας της για τήρηση των
αγίων εντολών Εκείνου. Όσο προσανατολίζεται κανείς και στρέφει την ύπαρξή του
στον λόγο του Χριστού κάνοντάς τον πράξη, τόσο και καθαρίζει το κάτοπτρο της
ψυχής για να αστράψει μέσα της το φως και η δόξα του Κυρίου της.
Από την άποψη αυτή όλα τα ψυχολογικά και λοιπά προβλήματα του ανθρώπου εξαφανίζονται. Διότι όλα αυτά πηγή έχουν τη σκοτεινιά της ψυχής από την ύπαρξη και τη λειτουργία των παθών μέσα της. Η έλλειψη του φωτός του Χριστού στον άνθρωπο προκαλεί όλες τις δυσλειτουργίες σ’ αυτόν, γι’ αυτό και είναι μονόδρομος η απόκτηση της ψυχικής υγείας του και η πλήρης αποθεραπεία του: η στροφή προς τον Χριστό. Απλώς τούτο γίνεται σταδιακά, σιγά σιγά, στον βαθμό που ο πιστός εφαρμόζει στη ζωή του, όπως είπαμε, το θέλημα του Θεού. Κι είμαστε ευγνώμονες στον μεγάλο Μακάριο, γιατί με τον εμπνευσμένο λόγο του δίνει το στίγμα της πορείας μας, υποδεικνύοντάς μας την τελειότητα: την ολοφώτεινη εν Χριστώ ύπαρξή μας, τη γεμάτη μάτια από το φως και το πνεύμα Χριστού – ο χριστιανός, ένας άλλος Χριστός μέσα στον κόσμο!