Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

«Ο άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε, όπως συμπεραίνουν ορισμένοι, στην Αλεξάνδρεια κατά το 295/6. Δεν έχουμε πολλές και ασφαλείς ειδήσεις για την παιδική και την εφηβική του ηλικία. Οι γονείς του ήταν Έλληνες και μάλλον εθνικοί και απέκτησε ικανοποιητική θύραθεν παιδεία στις εθνικές σχολές της Αλεξάνδρειας, κατά πληροφορίες του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Από μικρός βρέθηκε στο στενό περιβάλλον του Αλεξάνδρου Αλεξανδρείας, από τον οποίο έγινε αναγνώστης, γραμματέας και διάκονος (319). Εκεί γνώρισε πολύ καλά και την όλη εκκλησιαστική και θεολογική κατάσταση της εποχής, όπως και τον μοναχικό βίο. Διάκονος ακόμη, συνοδεύοντας τον επίσκοπο Αλέξανδρο, τον οποίο επηρέαζε πάρα πολύ, έκανε αισθητή την παρουσία του στην Α΄ εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδο των 318 Πατέρων, που συγκροτήθηκε το 325 μ.Χ. κατά του Αρείου, στην οποία διέπρεψε περισσότερο από όλους με το ζήλο του υπέρ της διδασκαλίας του ομοουσίου. Το επόμενο έτος 326, διαδέχτηκε τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο και αρνήθηκε την κοινωνία με τον Άρειο, διότι γνώριζε τη διαστροφή της γνώμης του και τη νόσο της αιρέσεως που εμφώλευε ακόμη στην καρδιά του. Γι’ αυτόν τον λόγο  άρχισαν αμέσως οι κατ’ αυτού συκοφαντίες και οι εχθρικές ενέργειες του αιρεσιάρχη αυτού, όπως και τα ληστρικά γνωστά συνέδρια και οι άδικες κατηγορίες εναντίον του και οι αλλεπάλληλες εξορίες που υπέστη από τους βασιλείς Κωνσταντίνο τον μεγάλο,  Κωνστάντιο τον υιό του, Ιουλιανό τον παραβάτη και τον θερμό προστάτη των αρειανών Ουάλη. Ο μεν μέγας Κωνσταντίνος τον εξόρισε από ευπιστία στις διαβολές των άλλων,  οι άλλοι όμως κινήθηκαν εναντίον του από τη δική τους ο καθένας κακοπιστία. Ο υπερασπιστής όμως της ορθοδοξίας Αθανάσιος,  άλλοτε συρόμενος από τη βία των ανθρώπων της εξουσίας, άλλοτε δίνοντας τόπο στην οργή των εχθρών, οδηγήθηκε στο Τρίβερι της Γαλλίας, κατέφυγε στη Ρώμη, φυγαδεύτηκε στις ερήμους, κρύφτηκε σε υπόγεια μήνες ολόκληρους, υπέμεινε μύριους κινδύνους και διωγμούς επί 46 χρόνια, μέσα στα οποία τον ανακαλούσαν για λίγο, για να διωχθεί και πάλι στη συνέχεια. Τελευταία, αφού αναφάνηκε στο ύψος του επισκοπικού του θρόνου σαν φωτεινό αστέρι, αλλά στη δύση του πια, και κατεφώτισε με τη λαμπρότητα των λόγων του τον ορθόδοξο λαό για μικρό διάστημα, έφτασε οριστικά στη δύση της ζωής του και αναπαύτηκε ο πολύ ταλαιπωρημένος από τους μακρούς κόπους και αγώνες του άγιος Αθανάσιος κατά το έτος 373».

  Ο άγιος Γρηγόριος ο θεολόγος στον επιτάφιό του για τον Μ. Αθανάσιο έγραψε: «Αθανάσιον επαινών, αρετήν επαινέσομαι», επαινώντας τον Αθανάσιο, είναι σαν να επαινώ την αρετή. Το ίδιο ακριβώς εκφράζει και η υμνολογία της Εκκλησίας μας σήμερα διά γραφίδος του αγίου Θεοφάνους του υμνογράφου, ο οποίος επαναλαμβάνει τον λόγο του αγίου Γρηγορίου ελαφρώς παραλλαγμένο: «Προσκομίζοντας τον έπαινο στον Αθανάσιο, σαν να εγκωμιάζω την αρετή, φέρνω μάλλον το εγκώμιο προς τον ίδιο τον Θεό». Γιατί τέτοιος εγκωμιασμός;

Πρώτον, διότι ο άγιος Αθανάσιος «υπήρξε η μεγαλύτερη φυσιογνωμία της αρχαίας Εκκλησίας. Σήκωσε το βάρος πολλαπλής και βαθιάς κρίσεως και θεμελίωσε θεολογικά και οριστικά την ορθόδοξη τριαδολογία…Για τέσσερις δεκαετίες και πλέον (328- 373) απέβη το σύμβολο και η κεφαλή, προς την οποία με αγωνία είχαν στραμμένα τα βλέμματα οι πάντες, ορθόδοξοι και κακόδοξοι. Οι λίγοι ορθόδοξοι, όσο έβλεπαν τον ιερό αετό όρθιο στον θρόνο του ή ανυποχώρητο στις εξορίες του, ήταν βέβαιοι πως η Ορθοδοξία ζει και αναθαρρούσαν. Οι πολλοί κακόδοξοι, όσο έβλεπαν όρθιο τον ανυπότακτο άνδρα, ήξεραν ότι παρά τους διωγμούς η Ορθοδοξία επιζεί και γι’ αυτό θηριώνονταν» (Σ. Παπαδόπουλος).

Δεύτερον, διότι στον άγιο βλέπουμε τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις που απαιτούνται εκ μέρους του Θεού, προκειμένου να γίνει κατοικητήριο Αυτού και όργανο φανέρωσης της αλήθειας Του: τις φυσικές καταβολές και σπουδές του, τους αγώνες του για πνευματική κάθαρση του εαυτού του. «Καθάρισες από κάθε μολυσμό την ψυχή και το σώμα σου, Αθανάσιε, γι’ αυτό και αναδείχθηκες άξιος ναός του Θεού. Το πλήρωμα λοιπόν της αγίας Τριάδος, όλος ο Θεός, επαναπαύτηκε σε σένα, παμμακάριστε μύστη του Θεού». Ο άγιος υμνογράφος μάλιστα υπενθυμίζει ότι τον πνευματικό του αυτόν αγώνα τον ξεκίνησε ήδη εκ νεότητός του, γι’ αυτό και από την ηλικία αυτή απέκτησε φρόνημα πολιού γέροντος: «Κατάργησες τα σκιρτήματα των σαρκικών αμαρτωλών παθών με νεανικούς αγώνες, γι’ αυτό και ήδη από τη νεότητά σου απέκτησες σταθερό και γεροντικό σεβάσμιο φρόνημα, μακάριε Αθανάσιε».

Ο άγιος Αθανάσιος βεβαίως είναι ταυτισμένος με τους αγώνες υπέρ της ορθοδοξίας. Η Εκκλησία μας, όπως σημειώθηκε και παραπάνω, σ’ αυτόν οφείλει το γεγονός της διατρανώσεως της ορθόδοξης πίστης, με την έννοια ότι αυτός φωτίστηκε κατεξοχήν να δείξει στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο τις πλάνες των αντιπάλων, όταν ο αιρεσιάρχης Άρειος και οι ομόφρονές του, μπλεγμένοι σε κοσμικές φιλοσοφίες, απειλούσαν με διαστρέβλωση της αποκάλυψης του Χριστού και της αποστολικής διδασκαλίας. Την προσφορά αυτή επισημαίνουν οι ύμνοι της Εκκλησίας μας σε συντριπτικό ποσοστό. «Φύτευσες τα δόγματα της ορθοδοξίας και απέκοψες τα αγκάθια της κακοδοξίας, όσιε, πληθαίνοντας έτσι τον σπόρο της πίστεως με τη βροχή του αγίου Πνεύματος». «Αφού κήρυξες ορθόδοξα τον Λόγο του Θεού, τον Χριστό, ότι είναι ομότιμος και σύνθρονος με τον Πατέρα, όπως και ότι είναι μονογενής Υιός Του, διδάσκεις πάλι, επώνυμε της αθανασίας Πατέρα, ότι και το άγιον Πνεύμα είναι συμφυές και ομοούσιο με τον Γεννήτορα Πατέρα  και τον Υιό». «Εξόρισες παράξενα δόγματα και ξένα προς την Εκκλησία του Χριστού, και θεολόγησες την Τριάδα των υποστάσεων και την Μονάδα της Θεότητος».

Οι αγώνες όμως υπέρ της ορθοδοξίας επισύρουν πάντοτε τη μήνη, κατά παραχώρηση βεβαίως του Θεού, του ίδιου του αρχέκακου διαβόλου, ο οποίος μεγαλύτερη χαρά δεν έχει από το να αλλοιώνεται η αληθινή πίστη του Χριστού. Διότι αλλοιωμένη πίστη σημαίνει και αλλοιωμένο τρόπο ζωής. Το δόγμα ως η διατύπωση της αλήθειας, ως γνωστόν, έχει άμεση επίπτωση προς το ήθος του ανθρώπου, δείγμα ότι οι αιρετικοί δεν μπορούν και να ζήσουν κατά τον τρόπο του Χριστού, δηλαδή τον τρόπο της αγάπης. Κατανοεί λοιπόν κανείς εύκολα και το γιατί υπέστη τόσους διωγμούς, τόσες συκοφαντίες ο μέγας αστήρ Αθανάσιος. «Λύσσαξε», κατά το κοινώς λεγόμενο, ο διάβολος και υποκίνησε τα όργανά του, προς εξαφανισμό του αγίου. Αλλ’  είπαμε, όλα γίνονται κατά παραχώρηση Θεού, που σημαίνει ότι υπάρχει έλεγχος των δαιμονικών ενεργειών και όριο στις επιθέσεις τους, με σκοπό να φανερωθεί  μέσω των επιθέσεων αυτών ακόμη περισσότερο η λάμψη της αλήθειας και η αγιότητα των φορέων αυτής. Ο άγιος υμνογράφος Θεοφάνης, όντως επικεντρώνει επ’ αρκετόν και στη διάσταση αυτή από τη ζωή του αγίου Αθανασίου. «Άπειροι οι κίνδυνοι που δοκίμασες, μακάριε, καθώς αγωνιζόσουν υπέρ της αληθινής πίστεως». «Έμεινες καρτερικός στους διωγμούς και υπέμεινες τους κινδύνους, όσιε θεορρήμον Αθανάσιε, μέχρις ότου εξόρισες την άθεη πλάνη του Αρείου».

Η Εκκλησία μας δεν φείστηκε καθόλου των επαίνων, για να δείξει το μέγεθος του αγίου Αθανασίου. Και μόνο το γεγονός ότι, μεταξύ των όσων είπαμε, τον χαρακτηρίζει ως τον δέκατο τρίτο από τους αποστόλους, που μέσω αυτού μιλούσε ο ίδιος ο Κύριος και το ίδιο το άγιον Πνεύμα, αρκεί για να καταλάβουμε τι σημαίνει Αθανάσιος και γιατί η θεολογία της Εκκλησίας μας κατά βάση έχει χαρακτηριστεί «αθανασιανή». «Η ζωηφόρος πνοή του Πνεύματος του Χριστού, που επιφοίτησε πριν κατά τρόπο θεοπρεπή στο υπερώο της Ιερουσαλήμ, και γέμισε τους μαθητές, σε αναδεικνύει δέκατο τρίτο απόστολο, πάτερ». «Έχοντας τον Χριστό να ομιλεί, Πάτερ, με τη γλώσσα σου, σαν εύηχο όργανο, στηλιτεύεις, μακάριε, με τα γραπτά σου την αίρεση των ειδώλων».