Έντονα ζούσε τα Χριστούγεννα
ο υμνογράφος Ιωσήφ, που για μελάνι
βούταγε μες στης καρδιάς το αίμα.
Γιατί το «δόγμα» αφήνοντας, βρέφος
το νεογέννητο το πήρε απ’ τη φάτνη
και το απόθεσε γλυκά στης Μάνας Του
την αγκαλιά π’ από χαρά σκιρτούσε.
Κι η Μάνα και Παρθένος Γιο Θεού
μ’ άφατο πόθο σφίγγοντας μες στο στήθος
Τον γέμισε με δάκρυα κι αμέτρητα φιλιά.
Και μες στο θάμβος η Μοναδική τούτο
μονολογούσε: «Σπλάχνο μου και Πατέρα μου,
σαν όπως πρώτ’ αγνή και μετά Γέννηση,
την άπειρη Σού προσκυνώ Αγάπη και Ισχύ
μες σε μυστήριο αχλής που έδειξες σε μένα».