«Για να 'χουμε τη χάρη του Θεού – έλεγε ο όσιος Γέροντας Παΐσιος – πρέπει
να συγγενέψουμε λίγο με τον Χριστό». Που θα πει: τα γνωρίσματα του Χριστού
πρέπει να αγωνιζόμαστε (με τη χάρη πια του αγίου βαπτίσματος με την οποία
γίναμε μέλη Του) να γίνουν γνωρίσματα και δικά μας. Ποιο το κύριο γνώρισμα του
Κυρίου; Η απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Θεού Πατέρα Του, όπως μας το λέει
ιδιαιτέρως ο απόστολος Παύλος (Φιλ. 2, 7-10): Ο Χριστός «πήρε μορφή δούλου κι
έγινε άνθρωπος· και... ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και
μάλιστα θανάτου σταυρικού». Γι’ αυτό και όπου δεν υπάρχει σε άνθρωπο και
μάλιστα χριστιανό ταπείνωση, εκεί δεν υπάρχει Χριστός και Θεός.
Έκτοτε το γνώρισμα του κάθε αγίου είναι η δηλωτική της υπακοής ταπείνωση
και η επ’ αυτής στηριγμένη «καθ’ ὑπερβολήν ὁδός» της αγάπης (Α΄Κορ. 12,31).
Κατεξοχήν την ταπεινή υπακοή και αγάπη βλέπουμε στην ανώτερη από όλα τα κτιστά
όντα, την Παναγία Μητέρα του Κυρίου. Το «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι
κατά τό ρῆμά Σου» υποδεικνύει αδιάκοπα τον μοναδικό δρόμο αγιότητας.
Είναι η πιο καίρια αλήθεια. Ολόκληρη η πορεία του ανθρωπίνου γένους,
απαρχής κι όσο θα υπάρχει κόσμος, δεν είναι μία πορεία πάνω σ’ αυτήν τη διπλή κατεύθυνση: του «γενηθήτω το θέλημά μου» και του
«γενηθήτω τό θέλημά Σου»; Το θέλημα του ανθρώπου είναι ο εγωισμός του πτωτικού
λεγόμενου ανθρώπου: «το χάλκινο τείχος που εμποδίζει τον άνθρωπο στη σχέση του
με τον Θεό» (αββάς Ποιμήν) και φέρνει τον θάνατο κι όλα τα δεινά. Η υπακοή στο
θέλημα του Θεού, με το δεδομένο της χάρης Εκείνου, είναι η συμμετοχή στο
φρόνημα και τη ζωή του Χριστού, την ταπείνωση και την αγάπη δηλαδή, που οδηγεί
στη βίωση της Βασιλείας του Θεού ήδη από τον κόσμο τούτο.
Κι αξίζει να σημειώσουμε ότι η διπλότητα αυτή της ανθρώπινης ιστορίας –
ανυπακοή ή υπακοή στο θέλημα εν Χριστώ του Θεού – δεν επισημαίνεται μόνο στο
εξωτερικό επίπεδο των ανθρωπίνων σχέσεων. Πρωτίστως επισημαίνεται στον
εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου και μάλιστα του πιστού ανθρώπου. Διότι κάθε στιγμή
ο χριστιανός διεξάγει αυτόν τον αγώνα στην καρδιά του: να παραμείνει στην οδό
των εντολών του Χριστού ή να παρεκκλίνει από αυτήν. Εξωτερικά μπορεί να
φαίνεται πιστός∙ το θέμα είναι τι
κυριαρχεί μέσα του. Κι αυτό το μέσα, «ὁ ἔσω ἄνθρωπος» είναι εκείνο που
ενδιαφέρει τον Θεό μας. Λοιπόν, υπάρχουν φορές που άλλα σκέπτεται ο χριστιανός,
άλλα λέει και άλλα κάνει. Συνεπώς δεν είναι πάντοτε χριστιανός, έστω κι αν
φαίνεται έτσι. Κι είναι οι φορές για τις
οποίες ο λόγος του Θεού επισημαίνει δραματικά: «Δι’ ὑμᾶς βλασφημεῖται τό ὄνομά
μου ἐν τοῖς ἔθνεσιν».
Λοιπόν: ή το θέλημά μου θα κάνω ή το
θέλημα του Θεού θα επιτελώ. Στην πρώτη περίπτωση ο Χριστός είναι ξένος για μένα.
Στη δεύτερη συγγενεύω μαζί Του, γιατί βρίσκομαι μέσα στο δικό Του φρόνημα
υπακοής, γινόμενος όλης της αγίας Τριάδος κατοικητήριο. Περιττό να σημειώσουμε
ότι η υπακοή στον Χριστό περνάει μέσα από την υπακοή στην αγία Του Εκκλησία και
τους πνευματικούς μας Πατέρες, όπως ακόμη στην υπακοή στα μη αμαρτωλά θελήματα των αδελφών μας.