Τρίτη 7 Μαΐου 2019

ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΕΝ ΟΥΡΑΝΩ ΦΑΝΕΝΤΟΣ ΣΗΜΕΙΟΥ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ, ΩΡΑ ΤΡΙΤΗ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ, ΕΠΙ ΚΩΝΤΑΝΤΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ, ΥΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ

 

           «Κατά τις ημέρες της Αγίας Πεντηκοστής, την εβδόμη του μηνός Μαΐου και περί ώρα εννέα το πρωί, φάνηκε ο τίμιος και ζωοποιός Σταυρός -  που συνίστατο από φως, κι ενώ έβλεπε όλος ο λαός – να εκτείνεται πάνω από τον άγιο Γολγοθά μέχρι το άγιο όρος των Ελαιών. Ο Σταυρός αυτός από τη λαμπρότητα του φωτός Του κάλυψε τις ακτίνες του ήλιου. Γι᾽ αυτό και κάθε ηλικία, νέων και γερόντων, μαζί με τα νήπια και αυτά που θήλαζαν,  ήλθε στην Εκκλησία, και με άμετρη χαρά και θερμή κατάνυξη ανέπεμψαν δόξα και ευχαριστία στον Θεό για το παράδοξο αυτό θέαμα».
         «Καλυπτέτωσαν μέν τό ὄμμα οἱ παράνομοι· τοῦ Σταυροῦ τό κάλλος ἐξαστράπτον γάρ οὐ φέρουσιν. Ἐντρυφάτωσαν δέ τῇ αἴγλῃ τοῦ ἀχράντου Σταυροῦ, οἱ Θεόν εἰδότες, τόν ἐν ξύλῳ προσπαγέντα σαρκί» (ὠδή ς΄).
(Ἄς καλύπτουν τά μάτια τους οἱ ἐκτός τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Διότι τό κάλλος τοῦ Σταυροῦ πού ἐξαστράπτει δέν τό ὑποφέρουν. Ἄς ἐντρυφοῦν ἀπό τήν ἄλλη στή λάμψη τοῦ ἀχράντου Σταυροῦ αὐτοί πού γνωρίζουν τόν Θεό, τόν Θεό πού σταυρώθηκε ὡς ἄνθρωπος πάνω στό ξύλο).
Μπρός στό θαῦμα τῆς ἐμφάνισης τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου κατά τή βασιλεία τοῦ Κωνσταντίου, υἱοῦ τοῦ μεγάλου βασιλέως ἁγίου Κωνσταντίνου, ἡ Ἐκκλησία μας ἀφορμᾶται γιά νά τονίσει καί πάλι τό θεολογικό μέγεθος τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί μεταξύ τῶν ἄλλων σημειώνει διά τοῦ ὑμνογράφου της τή διπλή πάντοτε ἐνέργεια πού προκαλεῖ ὁ Σταυρός: γιά μέν τούς ἀπίστους – κι ἔχει ἰδιαίτερη σημασία τό γεγονός ὅτι τούς χαρακτηρίζει παράνομους, ἐκτός τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ δηλαδή, πού σημαίνει ὅτι ἐντάσσει σ’ αὐτούς καί τούς κατ’ ὄνομα χριστιανούς πού δέν τηροῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ - λειτουργεῖ ὡς στοιχεῖο πού προκαλεῖ τύφλωση, λόγω τοῦ ἀπαστράπτοντος κάλλους Του, σάν ἐκεῖνον πού χωρίς καμία προφύλαξη θέλει νά κοιτάξει κατάματα τόν ἥλιο καί τυφλώνεται· γιά δέ τούς πιστούς λειτουργεῖ ὡς τό κατεξοχήν στοιχεῖο τῆς εὐφροσύνης τους, κυριολεκτικά τῆς ἐντρύφησής τους, γιατί εὑρισκόμενοι ἤδη αὐτοί μέσα στό φῶς τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, χαίρονται μέ τήν παρουσία τοῦ ἀκτίστου φωτός τοῦ ἴδιου τοῦ Σταυροῦ. «Ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα φῶς», κατά πῶς διαρκῶς μᾶς τό τονίζει ἡ Ἐκκλησία μας. Θυμᾶται κανείς ἐν προκειμένῳ αὐτό πού εἶχε προφητεύσει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Θεοδόχος, ὅταν πῆρε τόν μικρό σαρανταήμερο Χριστό στά χέρια του: «οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ γιά τούς ἀπίστους θά ἦταν πάντοτε, καί εἶναι ἀκόμη βεβαίως καί ὅσο θά ὑπάρχει κόσμος, ἐκεῖνο πού τούς τυφλώνει, ἐκτός κι ἄν βρεῖ κάποια χαραμάδα μετανοίας καί ἀνανήψουν καί ἀρχίσουν νά βλέπουν. Κι ἀκόμη πιό πίσω θυμᾶται κανείς καί ὅ,τι συνέβη μέ τόν προφήτη Μωϋσῆ, ὅταν κατέβηκε ἀπό τό ὄρος Σινᾶ κρατώντας τίς πλάκες τοῦ Νόμου πού ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε: ἀναγκάστηκε νά βάλει κάλυμμα στό κεφάλι του, γιατί ἀδυνατοῦσαν οἱ συμπατριῶτες του νά τόν δοῦν μέσα στή λάμψη τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ. Καί μιλᾶμε γιά ἐξωτερικό σημεῖο τοῦ φωτός αὐτοῦ, δεδομένου ὅτι ἀκόμη ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ παροχέας τοῦ φωτός ἐν Πνεύματι στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, δέν εἶχε ἀκόμη ἔλθει. Μακάρι τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ νά εἶναι καί γιά μᾶς τό ἀγαλλίαμα καί ἡ ἐντρύφησή μας, πού θά πεῖ ὅτι ἀγωνιζόμαστε νόμιμα στό πεδίο τῆς ἀληθινῆς πίστεως.