Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2015

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΧΟΖΕΒΙΤΗΣ (8 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ)



       «Ο Όσιος Γεώργιος καταγόταν από την Κύπρο και οι γονείς του ήταν ευσεβείς χριστιανοί. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ονόματι Ηρακλείδης, ενόσω ζούσαν ακόμη οι γονείς του, πήγε στους αγίους Τόπους για να προσκυνήσει, οπότε θέλησε να παραμείνει εκεί ως μοναχός, στη Λαύρα του Καλαμώνα, κοντά στο σημερινό μοναστήρι του οσίου Γερασίμου τον Ιορδανίτη. Ο  Γεώργιος παρέμεινε κοντά στους γονείς του, έως ότου έφυγαν από τη ζωή αυτή, οπότε τον παρέλαβε μαζί με την κληρονομιά του ο θείος του, που είχε μια μοναχοκόρη και ήθελε να τον κάνει γαμπρό του. Ο Γεώργιος όμως δεν ήθελε να παντρευτεί και έφυγε στον άλλο του θείο, που ήταν ηγούμενος σ' ένα Μοναστήρι. Αλλά επειδή ο προηγούμενος θείος του πίεζε τον αδελφό του ηγούμενο ν' αφήσει τον Γεώργιο να φύγει από το μοναστήρι, ο Γεώργιος έφυγε κι από 'κει και πήγε στον αδελφό του Ηρακλείδη στη Λαύρα του Καλαμώνα. Λόγω του νεαρού της ηλικίας του όμως, τον οδήγησε στη Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου, την λεγόμενη Χοζεβά που βρίσκεται σε μια ερημική και άγρια χαράδρα - εκεί υπάρχει το σπήλαιο στο οποίο είχε καταφύγει καταδιωγμένος από τους βασιλείς του Ισραήλ Αχαάβ και Ιεζάβελ ο προφήτης Ηλίας - κι είναι κοντά στην αρχαία Ρωμαϊκή οδό, που οδηγεί από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ. Εκεί πλέον ο Γεώργιος αφού έγινε μοναχός, έζησε αυστηρή ασκητική μοναχική ζωή. Η φήμη της αρετής του ήταν μεγάλη και τα άγια έργα του δίδαξαν πολλούς. Τελικά, ειρηνικά παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Θεό».

Η υμνογραφία της Εκκλησίας μας, κατά λογικό και φυσικό τρόπο, επικεντρώνει ιδιαιτέρως στο γεγονός ότι ο όσιος ασκήθηκε και αγίασε στους τόπους που πάτησαν οι άγιοι πόδες του Κυρίου Ιησού Χριστού. Ήταν ο φλογερός πόθος του για τον Θεό που οδήγησε και εκείνου τα βήματα στους αγίους Τόπους – «αλούς θείω έρωτι, παμμάκαρ, των τόπων αγίων της Σιών, προς τούτους επεδήμησας» (αιχμαλωτισμένος από θείο έρωτα, παμμάκαρ, των αγίων τόπων της Σιών, μετέβηκες σε αυτούς) -  στους οποίους παρέμεινε μέχρι τέλους της ζωής του, έστω και αν πέρασε από πολλές δυσκολίες, και μέχρι να φτάσει εκεί και όταν έφτασε. «Ουχ οδού μήκος ίσχυσεν, ουδέ τόπων δυσχέρεια, παραλύσαι, όσιε, το διάπυρον της προς Θεόν εκδημίας σου∙ κακεί γαρ γενόμενος και τοις τόποις ευφρανθείς, ου οι πόδες επάτησαν του Θεού ημών, ουκ ημέλησας όλως, ειμή φθάσης δι’ ασκήσεως και πόνων και προς Σιών την ουράνιον» (Δεν μπόρεσε το μήκος της οδού ούτε η δυσχέρεια των τόπων να παραλύσουν τη φλογερή στροφή σου προς τον Θεό. Διότι και εκεί φθάνοντας και αφού ευφράνθηκες από τον τόπο που πάτησαν οι πόδες του Θεού μας, δεν έδειξες καμία αμέλεια, παρά να φθάσεις με την άσκηση και τους κόπους και προς την ουράνια Σιών).

Είναι πολύ όμορφη μάλιστα η εικόνα του υμνογράφου που περιγράφει την ασκητική βιοτή του οσίου, ο οποίος φανερώνοντας τον εγκάρδιο έρωτά του προς τον Χριστό, εν κατανύξει ψυχής κατέβρεχε την αγία γη με τα δάκρυά του – πολλές φορές τονίζουν οι ύμνοι το χάρισμα των δακρύων που είχε ο όσιος – και με τις τρίχες της κεφαλής του νοερώς σφούγγιζε τα πόδια του Κυρίου, σαν να Τον έβλεπε νοερώς μπροστά του. «Τον εγκάρδιον έρωτα υποφαίνων τοις δάκρυσι, κατανύξει, ένδοξε, γην κατέβρεχες, και ταις θριξίν εναπέματτες, Χριστού υποπόδιον, εννοών τε και αυτόν ως παρόντα και βλέποντα, ον επόθησας» (Φανερώνοντας τον εγκάρδιο έρωτά σου προς τον Χριστό, ένδοξε, εν κατανύξει κατάβρεχες τη γη με τα δάκρυα, και με τις τρίχες της κεφαλής σου σφούγγιζες τα πόδια του Χριστού, βλέποντάς Τον και εννοώντας Τον ως παρόντα, Αυτόν που πόθησες). Κι όχι μόνον τούτο: οι άγιοι τόποι, η αγία Σιών, θεωρούνται από τον υμνογράφο ως σκαλοπάτι για να ανέλθει ο όσιος στην άνω Σιών, τη Βασιλεία των Ουρανών. Ο αγιασμένος τόπος δηλαδή λειτουργούσε για τον όσιο Γεώργιο ως διαρκής πρόκληση και αφορμή μνήμης του Χριστού και ενθυμήσεως της αληθινής πατρίδας. Ο ίδιος ο Χριστός εξέλεξε ως τόπο ερχομού Του τη Σιών, ο τόπος αυτός έγινε για τον όσιο, λόγω της αγάπης του προς τον Χριστό, εφαλτήριο ανόδου του προς Εκείνον. «Ο Δεσπότης ουρανόθεν δι’ ημάς κατερχόμενος, την Σιών ευρίσκει θείον αληθώς ευναστήριον∙ η ενσκηνώσας συ πόθω, ώσπερ κλίμακι, προς την άνω ανήλθες Σιών ταύτη χρώμενος».

Η σφοδρή αγάπη του οσίου προς τον Χριστό εκδηλωνόταν, όπως είπαμε, με τα άφθονα δάκρυα κατανύξεως, αλλά και με τους ασκητικούς του  κόπους. Δεν θα υπήρχαν όμως όλα αυτά, αν ο όσιος δεν είχε βρει το «μυστικό» της πνευματικής ζωής: τον έλεγχο των λογισμών του. Ο έλεγχος των λογισμών, ως γνωστόν, είναι εκείνο που κρατάει  καθαρή την καρδιά του ανθρώπου, ώστε να υπάρχει και να αυξάνει σ’ αυτήν η αγάπη του Χριστού, συνεπώς να καρποφορούν μέσα της και οι αρετές Εκείνου. Όπως το σημειώνει ο υμνογράφος: «Της ψυχής την ακρόπολιν λογισμών ου κατέσεισαν προσβολαί Μακάριε» (Την ακρόπολη της ψυχής σου δεν την κλόνισαν οι προσβολές των λογισμών, μακάριε). Έτσι ο όσιος Γεώργιος φάνηκε σαν ουρανός, κατάφωτος από τα αστέρια των πρακτικών αρετών της άσκησης, έχοντας ως  ήλιο τον Κύριο και την ψυχή του σαν σελήνη που φωτίζεται από Αυτόν. «Ουρανός τις ανεφάνης τοις πρακτέοις ως άστρασι κατηγλαϊσμένος, φέρων ως φωσφόρον τον Κύριον, την σην ψυχήν ως σελήνην καταυγάζοντα».