Η μνήμη μεγάλων θαυματουργών αγίων κατά τον μήνα
Δεκέμβριο (Νικολάου, Σπυρίδωνος, Διονυσίου Αιγίνης) βιώνεται από τους πιστούς, μέσω του χαρίσματος της θαυματουργίας τους, ως μεγάλη
παρηγοριά. Διότι
λόγω της παρρησίας τους ενώπιον του Κυρίου μπορούν και επεμβαίνουν στη ζωή μας,
δίνοντας λύση στα αδιέξοδά μας και θεραπεία σε ανίατα πολλές φορές νοσήματά
μας. Προς άρσιν βεβαίως παρεξηγήσεως, όλοι οι άγιοι είναι θαυματουργοί, αφού
έχουν δύναμη προσευχής που ενεργοποιεί τον έτσι κι αλλιώς «θελητήν του ελέους»
Τριαδικό Θεό μας. Κι αν κάποιοι άγιοι δεν έχουν φήμη μεγάλου θαυματουργού
αγίου, σαν κάποιους μεγάλους Δασκάλους της Εκκλησίας, είναι γιατί αυτοί
χαριτώθηκαν από τον Θεό με το χάρισμα της ιάσεως των λογισμών των ανθρώπων και
της διαφυλάξεώς τους από τη λύμη των αιρετικών, κάτι που συνιστά το μέγιστο
ίσως χάρισμα του Θεού - η ορθή πίστη στον Θεό και η αληθινή εικόνα της Εκκλησίας
είναι το μέγιστο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Ποιο θαύμα, για παράδειγμα,
θεραπείας σωματικής αρρώστιας θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και τι νόημα θα
είχε, έξω από την αληθινή Εκκλησία του Χριστού; Το θαύμα της ορθής πίστεως
προϋποτίθεται του θαύματος της ιάσεως των αρρωστημάτων του σώματος.
Ο άγιος Διονύσιος λοιπόν (1547-1622) ανήκει στους
μεγάλους νεωτέρους θαυματουργούς αγίους της Εκκλησίας, που «ο Χριστός τον δόξασε πλούσια με θεοσημεία και θαύματα, και όσο ήταν ζωντανός και όταν
μεταστάθηκε», όπως σημειώνει ο άγιος υμνογράφος του ως στόμα της Εκκλησίας. Ο
ίδιος μάλιστα εξηγεί τη δωρεά αυτή του Κυρίου στον άγιο: ο άγιος «μιμήθηκε όλες
τις αρετές των ενδόξων προπατόρων μας. Τη φιλόξενη διάθεση του Αβραάμ, την
ακακία του Ιακώβ, την καθαρότητα του Ιώβ, την απλότητα του Μωυσή, την πραότητα,
τη συμπάθεια και φιλοστοργία του βασιλιά Δαβίδ». Κι αυτό σημαίνει: ο Θεός
προσφέρεται θεραπευτικά στον κόσμο, όταν βρει ανθρώπους συντονισμένους με το
άγιο θέλημά Του – μέσω ανθρώπων ενεργεί στους ανθρώπους ο Θεός. Δεν είναι
τυχαίο ότι ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να σώσει τον άνθρωπο.
Εκεί όμως που ο άγιος Διονύσιος αποτελεί ορόσημο για όλους είναι η τεράστια αγάπη του – συνέχεια της
αγάπης του Θεού. Η αγάπη προς τον πλησίον, εκτεινόμενη και προς τον θεωρούμενο
εχθρό, ήταν το κύριο γνώρισμά του στον κόσμο – ό,τι ο Κύριος χαρακτήρισε ως σημείο
μαθητείας σ’ Εκείνον. Γι’ αυτό και όλες οι αρετές του είχαν νόημα, διότι
ακριβώς κατέληγαν σ’ αυτήν την αγάπη. Αυτή συνιστά το μέτρο, αυτή δίνει τον
ρυθμό. Χωρίς την αγάπη, η όποια αρετή έχει τη στιφάδα της αυστηρότητας και της
ξεραΐλας. Γίνεται αποκρουστική. Με την αγάπη όλα βρίσκουν τον ρυθμό τους και
αποκτούν γλυκύτητα. Ο άγιος Διονύσιος λοιπόν είχε και έχει αυτήν την γλυκύτητα:
την παρουσία του ίδιου του Χριστού. Τον πλησιάζουμε και η καρδιά μας
παρηγορείται και κατανύσσεται. Προσκυνούμε τον ασκητή με τους μεγάλους ασκητικούς κόπους και
νιώθουμε να μας βάζει στην αγκαλιά του πλαταίνοντας τη στενότητα της ψυχής μας.
Νιώθουμε σαν παιδιά που τα έχει κοντά του ο αγαπημένος τους παππούς - το μυαλό
μας είναι αδιάκοπα καρφωμένο στο πώς αντιμετώπισε τον φονιά του αδελφού του:
τον φυγάδευσε και τον έσωσε από το απόσπασμα!
Ο υμνογράφος του φαίνεται να πανηγυρίζει την πλατειά αυτή
αγκαλιά του. «Δεν γνώρισε τον Θεό που είναι αγάπη, όποιος δεν αγαπά τον εχθρό
του, που τυχαίνει να είναι ο πλησίον του» υπενθυμίζει. Και:
«Άκουσες, αγιότατε Πατέρα, τον διδάσκαλο Χριστό να λέει στο Ευαγγέλιο: από αυτό
θα γνωρίσουν όλοι ότι είστε μαθητές μου, εάν έχετε αγάπη μεταξύ σας, οπότε σε
κάθε ευκαιρία αναδείχτηκες έμπρακτα δόκιμος μαθητής Του».
Μακάρι μια τέτοια καρδιά να θερμάνει τις ψυχραμένες λόγω
ανομιών δικές μας καρδιές, ώστε να νιώσουμε, έστω και ακροθιγώς, αληθινά
Χριστούγεννα.