Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Η ΑΓΙΑ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΦΙΛΟΘΕΗ Η ΑΘΗΝΑΙΑ


 
Η χαρά της πόλης των Αθηνών, κατά τον υμνογράφο της αγίας Φιλοθέης, δεν οφείλεται μόνον στην ύπαρξη των λειψάνων της σ' αυτήν. Η πόλη χαίρεται – και μαζί της κάθε πόλη και χώρα -  και για το γεγονός ότι η αγία υπήρξε μία ζωντανή και αληθινή φανέρωση, όσο ζούσε, του ίδιου του Θεού. Διότι φανέρωνε την αγάπη Εκείνου – «ο Θεός αγάπη εστί» - σε βαθμό που υπήρξε μία δεύτερη ακένωτη πηγή της κεφαλαιώδους αυτής αρετής. Η οσιομάρτυς δηλαδή όχι μόνον είχε συμπάθεια προς τον συνάνθρωπο, αλλά είχε την αγάπη του Χριστού, η οποία φθάνει σε σημείο θυσίας για χάρη του συνανθρώπου, ακόμη και του θεωρούμενου εχθρού. Κι αυτή η αγάπη του Χριστού, επειδή ακριβώς λειτουργεί στην καρδιά του αληθινού πιστού, δεν τελειώνει ποτέ. Όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος: «τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις, στενοχωρία, κίνδυνος, μάχαιρα; Ουδέν δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Θεού της εν Χριστώ Ιησού». Το ίδιο λοιπόν επισημαίνουμε και στην αγία Φιλοθέη. «Φάνηκες ατέλειωτη πηγή αγάπης» («αγάπης ώφθης πηγή ακένωτος»). Κι είναι ευνόητο βεβαίως ότι μία τέτοια αγάπη δεν μπορεί να έχει χαρακτήρα θεωρητικό. Εκφράζεται πάντοτε έμπρακτα, ως προσφορά στον συνάνθρωπο. «Πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και με ποτίσατε, ξένος ήμουν και με περιμαζέψατε», λέει ο ίδιος ο Κύριος. Άλλωστε μία αγάπη που δεν παίρνει συγκεκριμένη μορφή, σταματά να είναι αγάπη. Γίνεται ένα ιδεολόγημα, που εξυπηρετεί μάλλον άλλες σκοπιμότητες. Η αγία Φιλοθέη λοιπόν υπήρξε ένα υπόμνημα αυτής της έμπρακτης αγάπης. Κατά το συναξάρι και κατά τον υμνογράφο συνεπώς, «πρέπει να χαίρεται, γιατί σκόρπισε όλον τον επίγειο πλούτο της για να περιθάλψει τον κάθε αναγκεμένο, κατεξοχήν δε των νέων γυναικών». «Χαίρε, πανέντιμε. Συ γαρ τον επίγειον πλούτον σκορπίσασα, περί σαυτήν δε συνάξασα παρθένων πλήθη, αγάπης ώφθης πηγή ακένωτος». «Συ, οσία, μοίρασες τον ρευστό πλούτο σου στους αναγκεμένους» («Συ τον πλούτον ένειμας, οσία, τον σον δεομένοις, τον ρευστόν»).

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΠΑΜΦΙΛΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ


 
Σαν άλλοι δώδεκα απόστολοι προβάλλονται από την Εκκλησία μας σήμερα οι άγιοι δώδεκα μάρτυρες: ο ιερέας Πάμφιλος, ο Ουάλης, ο Σέλευκος, ο Δανιήλ, ο Θεόδουλος, ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας, ο Ηλίας, ο Πορφύριος, ο Παύλος, ο Ιουλιανός και ο Σαμουήλ, κι αυτό  λόγω του λογισμού τους που κινούνταν με τον ίδιο ζήλο των αποστόλων, ως προς τη σταθερότητα της πίστης τους και την αφοβία τους απέναντι στα μαρτύρια.  «Καθώς γίνατε ισάριθμοι με τους αποστόλους, αθλοφόροι, αναλάβατε λογισμό ίδιου ζήλου με αυτούς, χωρίς να φοβηθείτε την άθεη ωμότητα των τυράννων. Αλλά αφού κηρύξατε με ανδρεία και σταθερότητα τον Σωτήρα, υπομείνατε τις στρεβλώσεις των μελών» (στιχηρό εσπερινού). Ο άγιος Θεοφάνης ο υμνογράφος προβαίνει και στην ερμηνεία αυτής της ταυτότητας λογισμού τους και της χαρισματικής εμμονής τους στο μαρτύριο, μολονότι προέρχονταν οι περισσότεροι από διαφορετικές περιοχές και δεν σχετίζονταν προ του μαρτυρίου μεταξύ τους: «Η δωδεκάριθμη φάλαγγα συγκροτήθηκε από τη δύναμη του Παναγίου Πνεύματος» (ωδή α΄). Το Άγιο Πνεύμα δηλαδή ήταν Εκείνο που τους ένωσε, όπως γενικά ενώνει κατά τρόπο ουσιαστικό τους ανθρώπους, έστω και αν μεταξύ τους μπορεί να είναι άγνωστοι. Πρόκειται για μία αλήθεια που είχε επισημανθεί ήδη απαρχής του χριστιανισμού, όχι μόνον από τους ίδιους τους χριστιανούς, αλλά και από τους ειδωλολάτρες: οι χριστιανοί γνωρίζονται, έλεγαν, και πριν ακόμη γνωριστούν. Είναι η μία πίστη, ο ένας Κύριος, το ένα βάπτισμα που ακριβώς ενεργοποιεί σ’ αυτούς την παρουσία του Αγίου Πνεύματος και κάνει ένα τις καρδιές τους.

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΜΑΡΤΙΝΙΑΝΟΣ


 
Ο όσιος Μαρτινιανός έμαθε από την πείρα των πειρασμών που υπέστη ότι η πονηρία του Πονηρού δεν έχει όρια. Τα πάντα εφευρίσκει, πάντα βεβαίως με την παραχώρηση του Κυρίου – μη ξεχνάμε ότι ο διάβολος δεν είναι ανεξέλεγκτος, αλλ’ υπόκειται και αυτός στο θέλημα του Θεού: τον αφήνει να δρα, όσο διευκολύνει την παιδαγωγία του ανθρώπου – προκειμένου να πειράξει τον δούλο του Θεού. Κι όταν αντιμετωπίζει από το «πουθενά» νέο πειρασμό στο πρόσωπο μιας ναυαγισμένης κόρης, σηκώνεται και φεύγει, για να αποφασίσει εσαεί να είναι περιπλανώμενος. Πόσο προσγειωμένος πράγματι είναι! Τι εμπιστοσύνη να δείξει στον εαυτό του, όταν βλέπει ότι ακόμη βρίσκεται στον κόσμο τούτο; Όπως το έλεγε και ο Γέροντας των Αθηνών μακαριστός π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος: «το θέμα σαρξ τελειώνει με το θέμα πλαξ», δηλαδή όσο η πλάκα του τάφου δεν μας έχει κλείσει, δεν μπορεί κανείς να εμπιστεύεται τη σάρκα του, το ίδιο βλέπουμε στον όσιο Μαρτινιανό και σε κάθε άλλο βεβαίως άγιο. Κι ο υμνογράφος μας γι’ αυτό, δεν τονίζει μόνο τον αγώνα του απέναντι στην πρώτη γυναίκα, αλλά απέναντι και στη δεύτερη. Και τι ωραία τον παραλληλίζει με τον προφήτη Ιωνά: όπως εκείνος ρίχτηκε στη θάλασσα για να ησυχάσει αυτή, και θαλάσσιο κήτος τον έβγαλε στην ξηρά, έτσι και ο όσιος Μαρτινιανός, ρίχτηκε στη θάλασσα να ξεφύγει νέο πειρασμό, βγαίνοντας στην ξηρά πάνω κι αυτός σε θαλάσσια κήτη: τα νώτα των δελφινιών. «Κυβερνώμενος, Πάτερ, από το θεϊκό χέρι, σαν τον Ιωνά έριξες τον εαυτό σου στον βυθό της θάλασσας, όσιε, έχοντας ως όχημα τα θηρία και βγαίνοντας φωτισμένος στην ξηρά» («Υπό της θείας κυβερνώμενος, Πάτερ, χειρός, ώσπερ Ιωνάς απέρριψας σεαυτόν εις βυθόν θαλάσσης, όσιε, θηρσίν οχούμενος και τη χέρσω λαμπρός εκδιδόμενος») (ωδή ζ΄ ).

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΒΙΒΛΙΟΥ "... δι' ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ..." από τον ομ. καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μηνά Αλ. Αλεξιάδη

 

(Παρουσίαση του βιβλίου "... δι' ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ...", Ἱστορίες καινές καί παλαιές μέ φόντο τό πετραχήλι, από τον ομότιμο καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μηνά Αλ. Αλεξιάδη, στο πλαίσιο της "Ενορίας εν δράσει" του ιερού ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, με συμπαρουσιαστές τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Κώου και Νισύρου κ. Ναθαναήλ και τον καθηγούμενο της Ι. Μονής Αγίου Γεωργίου Βασσών Καρπάθου Αρχιμ. π. Καλλίνικο Μαυρολέοντα, τη Δευτέρα 23η Οκτωβρίου 2017).
Ευχαριστώ θερμά τον Πρωτοπρεσβύτερο συγγραφέα Γεώργιο Δορμπαράκη για την πρόσκλησή του να σας μιλήσω απόψε για ένα βιβλίο με πολλά μηνύματα.
Ο Αιδεσιμολογιότατος Γεώργιος Δορμπαράκης είναι διαπρεπής κληρικός και ιδιαίτερα συγκροτημένος επιστήμων. Απόφοιτος, ως Πειραιώτης, της Ιωνιδείου Προτύπου Σχολής, σπούδασε στη Θεολογική και τη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έκανε διετείς μεταπτυχιακές σπουδές στον Τομέα της Πατρολογίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έλαβε μέρος σε πολλά Επιστημονικά Συνέδρια και Ειδικά Σεμινάρια. Συνέγραψε πολλά βιβλία θεολογικού και πνευματικού περιεχομένου. Δημοσίευσε επίσης πλήθος άρθρων σε περιοδικά και εξέδωσε δύο ποιητικές συλλογές.
«...δι' εμού του αμαρτωλού: Ιστορίες καινές και παλαιές, με φόντο το πετραχήλι...» είναι ο τίτλος του παρουσιαζομένου βιβλίου του, ενώ ο ίδιος αποτελεί τον πνευματικό τροφοδότη του προσωπικού του ιστοτόπου «Ακολουθείν», «Του Ζωντανού Iστολογίου», με τον ευρηματικό τίτλο «Από την Εικονική Πραγματικότητα στην Πραγματική Εικονικότητα», της «με … επίγνωση συν…οδοιπορίας», του «Διακονήματος» και αρκετών άλλων ιστοτόπων.
Το βιβλίο αυτό κυκλοφορήθηκε τον Μάιο του 2017 από τις εκδόσεις «Ακολουθείν» και είναι  αφιερωμένο στον Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Μαυρολέοντα, Ηγούμενο της Ιεράς Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Αγίου Γεωργίου Βασσών Καρπάθου, «σπουδαίο τέκνο της ακριτικής και ηρωικής νήσου Καρπάθου και γνήσιο φίλο των αγίων της Εκκλησίας», όπως «καρδιακά» τον χαρακτηρίζει στην αφιερωματική προς εκείνον σελίδα ο συγγραφέας.
Πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα ανθολογία εξομολογητικών καταθέσεων, προσωπικών εμπειριών του ιδίου, με στόχο τη χριστιανική διδαχή και σκοπό τη διακονία στο όνομα του Υψίστου. Ο ίδιος στον πρόλογό του τις περιγράφει ως «αληθινές ιστορίες, οι οποίες διαδραματίστηκαν είτε στα παλαιά χρόνια είτε στα νεώτερα, της εποχής μας, άλλες σε σχέση με εμάς άλλες σε σχέση με άλλους αδελφούς… με απώτερο σκοπό να υπάρξει ωφέλεια».
Ο τίτλος «…δι’ εμού του αμαρτωλού» είναι δανεισμένος από την καταληκτική φράση της συγχωρητικής ευχής που διαβάζει ο ιερέας στο τέλος της ακολουθίας του μυστηρίου της μετανοίας. Και το μυστήριο αυτό υπαινίσσεται και η φράση του υπότιτλου «με φόντο το πετραχήλι», καθώς αποτελεί το πλαίσιο και το σημείο αναφοράς των περισσοτέρων ιστοριών. «Αληθινές ιστορίες με μυθοπλαστική διάθεση» ή, όπως τις χαρακτήρισε σε άλλο, παρόμοιο βιβλίο του συγγραφέα ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Προικοννήσου κ. Ιωσήφ (Χαρκιολάκης) (σελ 13): «Ιστορίες αρχαίες αλλά και σύγχρονες. Σημερινές. Διαχρονικές. Δικές μας! Αληθινές πέρα για πέρα.! Και μαστορικά καταστρωμένες σαν παραμύθι. Δηλαδή παραμυθία. Τουτέστιν, παρηγοριά! Ένα φως που λαμπρύνει, θερμαίνει, ζωογονεί και καίει…»
Κι ενώ ο συγγραφέας, αιδεσιμολογιότατος Γεώργιος απευθύνεται σε όλους, το κοινό, θα έλεγα, είναι κάπως συγκεκριμένο, με την έννοια ότι είναι ορθόδοξο, ένα κοινό αφιερωμένο στον Ιησού Χριστό, μυημένο στα χριστιανικά μυστήρια και πρόθυμο να διακονήσει μέσω της Εκκλησίας και της Θείας Κοινωνίας, τη χάρη του Θεού.
 Το βιβλίο χωρίζεται σε δύο μέρη: το πρώτο μέρος τιτλοφορείται «Ιστορίες καινές», ενώ το δεύτερο «Ιστορίες παλαιές».
Οι «Ιστορίες καινές» συνθέτουν το μεγαλύτερο μέρους του βιβλίου, καθώς καταλαμβάνουν περίπου 200 σελίδες, ενώ το υπόλοιπο 50 σελίδες. Πρόκειται για 25 αυτοτελείς αληθινές εξομολογήσεις (πρώτο μέρος) πλαισιωμένες με μυθοπλαστικά στοιχεία, καθεμιά από τις οποίες φέρει τον δικό της τίτλο, σαν να ήταν διαφορετικά επεισόδια τηλεοπτικής σειράς.
Βέβαια, είναι πολύ δύσκολο σε μια παρουσίαση να αναφερθώ σε όλες τις συγκεκριμένες ιστορίες. Εξ άλλου, σκοπός μου είναι να σας δώσω το ερέθισμα για να διαβάσετε μόνοι σας τις διηγήσεις αυτές, για να τις βιώσει ο καθένας ή η καθεμιά με τον δικό του/της προσωπικό τρόπο. Για τον λόγο αυτόν η παρουσίασή μου θα περιοριστεί σε ορισμένες επιλογές, όσο κι αν η κάθε επιλογή έχει υποκειμενικό χαρακτήρα. Άλλωστε, η προσωπική ανάγνωση είναι έργο που συντελείται στον νου κάθε αναγνώστη ή αναγνώστριας και είναι εκείνη που έχει και φέρει τη μεγαλύτερη, αν όχι τη μοναδική, αξία. Ενέχει και η αναγνωστική διαδικασία το στοιχείο της προσωπικής ελευθερίας, όπως η ίδια η εξομολόγηση, για την οποία ο πατήρ Γεώργιος υπογραμμίζει εμφατικά ότι «είναι το μυστήριο της Εκκλησίας που προϋποθέτει την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου» (σ. 18).
Από κάθε κείμενο αναβλύζει ένα μήνυμα, θεάρεστο, φιλάνθρωπο, σωτήριο, και όλα τα μηνύματα μαζί λειτουργούν ως συνισταμένες, ως παράδρομοι, με συνιστώσα και κυρίαρχη οδό «την οδό του Κυρίου την στενήν και τεθλιμμένην, που άγει στη ζωή» (σ.14).
Στον «Πολυσέλιδο» (σ. 43), έναν άνθρωπο που γεννούσε μεγάλο σεβασμό ως αγωνιστής που πάλευε με την πίστη και επιζητούσε να βρίσκεται πάνω στο θέλημα του Κυρίου, συνειδητοποιούμε ότι η «εξομολόγηση, ως μυστήριο της μετανοίας, προϋποθέτει τη μετάνοια ως συναίσθηση των αμαρτιών … και την στροφή στον Χριστό με ανδρεία και αγάπη». Τα πολλά λόγια, με τα οποία προσπαθούμε να περιγράψουμε ή να αιτιολογήσουμε τα κρίματά μας, μας απομακρύνουν από τον θείο προορισμό μας. «Δεν χρειάζονται πολλά λόγια στην εξομολόγηση… τα πολλά λόγια περικλείουν έναν καλυμμένο εγωισμό, γιατί κρύβουν από πίσω μια διάθεση δικαιολόγησης των πονηριών μας και των παθών που μας ταλαιπωρούν…. Σε τρία λεπτά μπορεί να πεις κανείς τις αμαρτίες όλου του κόσμου», είχε πει ένας σοφός. Η πολύλογη ανάλυση μοιάζει με παγίδευμα του Πονηρού στη διαρκή ενασχόληση με τις αμαρτίες.
Και η εξομολόγηση είναι καθήκον και υποχρέωση όλων προς τον εαυτό μας, ακόμα και εκείνων που υπηρετούν τον Θεό στον ιερό τόπο του Αγίου Όρους. Στην ιστορία «Σαν την εποχή των αγίων Πατέρων…» ένας Γέροντας του ιερού βουνού προσέρχεται στον ιερέα του ναού για να λάβει την ευχή της εξομολόγησης με μόνο επιχείρημα ότι «Όλοι μας, από τον πιο μικρό έως τον πιο μεγάλο αμαρτάνουμε, είτε με λόγια είτε με τα έργα είτε και με τους λογισμούς μας… αναμάρτητος είναι μόνον ο Κύριός μας» (σ.55). Η εξομολόγηση είναι ανάγκη που τη νιώθεις έσωθεν, που αναβλύζει από την ψυχή και ζητά ικανοποίηση. Πολύ περισσότερο όταν πλησιάζει ο θάνατος και ετοιμάζεται να κρούσει τη θύρα της προσωπικής μας ζωής.
Η ιστορία με «Το… κεράκι» αποδεικνύει την απειρία της αγάπης του Χριστού. Γιατί το ελάχιστο καλό που κάνουμε «το παίρνει ο Κύριος και το πολλαπλασιάζει με τρόπο που το κάνει να μοιάζει ατίμητο». Σαν τον λόγο του Αγίου Προρφυρίου «στα μηδενικά της ζωής μας ο Κύριος, όταν δει το παραμικρό θετικό, βάζει μπροστά του το ένα και τα κάνει τεράστια και αξιοτίμητα» (σ.62).
Πάμε στην εξομολόγηση με τίτλο «Την … έκαψε την επιστολή». Πρόκειται για μια επιστολή του Αποστόλου Παύλου, στην οποία περιγράφεται η θέση του για τη γυναίκα, ότι δεν πρέπει να μιλάει στην Εκκλησία, να ρωτάει ό,τι θέλει τον άνδρα της στο σπίτι, να έχει ακόμα καλυμμένο το κεφάλι της, λόγια που κάνουν έναν πιστό της εποχής μας να παραξενεύεται και να απορεί πώς είναι δυνατόν να επιβιώσει μια τέτοια θέση στις μέρες μας και μάλιστα θέση που δείχνει φανερά υποτίμηση στις γυναίκες και δεν ταιριάζει με τον λόγο του θεού. Στο σημείο αυτό θυμίζει τη γνωστή δημοσιογραφική τακτική, κατά την οποία ένας λόγος αποσπάται αυθαίρετα από το πλαίσιο στο οποίο λέγεται, απομονώνεται και παρερμηνεύεται. Ο λόγος του Αποστόλου Παύλου αποκτά νόημα και περιεχόμενο μόνο όταν εκληφθεί στο περιβάλλον στο οποίο ειπώθηκε: «είχε αναφανεί συγκεκριμένο πρόβλημα στην Κόρινθο…. Μέσα στην Εκκλησία παρουσιάστηκε κίνημα των γυναικών, που τινάζοντας ξέπλεκα τα μαλλιά τους (ξετσίπωτες, θα λέγαμε σήμερα) ζητούσαν με φίλαρχο τρόπο να υποτάξουν τους πάντες. Να είναι αυτές κεφαλές όλων. Καταλύονταν έτσι η ιεραρχημένη δομή της Εκκλησίας. Αλλοιωνόταν η διδασκαλία της». Επομένως, ο λόγος του Αποστόλου Παύλου είχε σκοπό να συνετίσει τις γυναίκες, «να κατανοήσουν ότι υπερέβησαν τα όρια, ότι ξεφεύγουν από την πίστη, ότι κινούνται με κοσμικά και όχι χριστιανικά κριτήρια». Πρόκειται για το γνωστό και διαχρονικό ζήτημα της ανθρώπινης αλαζονείας, που, όπως όλοι γνωρίζουμε, ευθύνεται για πολλά κακά που βιώνουμε στις μέρες μας, για κάθε μορφής πόλεμο.
«Όχι ο …άγιος πρώτα», είναι μια άλλη εξομολόγηση με πολύ σπουδαίο μήνυμα για τη ζωή του ανθρώπου. Μια γυναίκα παραμέλησε τα καθήκοντα προς την οικογένεια, για να φροντίσει την καθαριότητα του εν κόσμω οίκου του Θεού, μιας εκκλησίας. Άφησε νηστικά τα παιδιά της και τον άνδρα της και τους έβαλε σε πειρασμό να φερθούν με αγανάκτηση εις βάρος της και να της απευθύνουν ένα σοβαρό κατηγορητήριο. Αλλά τα πράγματα ήταν πιο απλά, δεν χρειαζόταν να αναστατωθεί κανένας, «διότι ο Θεός και οι άγιοι ικανοποιούνται και χαίρονται, όταν βρισκόμαστε πρώτα από όλα στη διακονία και την υπηρεσία των συνανθρώπων μας. Και πρώτοι συνάνθρωποί μας είναι οι δικοί μας, η οικογένειά μας». Όπως είπε και ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος «αγαπούμε τον Θεό από το πώς αγαπούμε τον συνάνθρωπό μας». «Όταν θέλουμε να εκφράσουμε την αγάπη μας σ’ Εκείνον, Εκείνος μας στρέφει στον συνάνθρωπό μας». Για αποκατάσταση της προσωπική μας ηρεμίας αρκεί η μετάνοια και η αίτηση συγνώμης, που θα είναι «το σφουγγάρι που θα σβήσει την όποια αμαρτία» (σ.92).
Διαχρονικά είναι τα μηνύματα και της εξομολόγησης με τίτλο «Επίσκεψη πολλαπλώς… ωφέλιμη» (σ.101).
        Αυτός ο κόσμος θέλει τον Χριστό, αλλά πολλές φορές παρουσιάζεται στην καθημερινότητα ως αρνητής του.
        Η εξομολόγηση έχει αξία όταν υπάρχει μετάνοια και μετάνοια υπάρχει μόνο όταν συνοδεύεται από απόφαση αλλαγής και διόρθωσης.
        Δεν πρέπει να σπεύδουμε να βγάζουμε καταδικαστικές αποφάσεις. Πολλά πράγματα φαίνονται αρνητικά, πολλά τα ελλείματα, αλλά ο αληθινός κριτής είναι μόνο ο Θεός μας.
        Εξομολόγηση σημαίνει έκφραση, εξωτερίκευση και αποκάλυψη των δικών αμαρτημάτων, όχι έκθεση των σφαλμάτων των συνανθρώπων μας με τους οποίους αντιδικούμε.
Ο πατήρ Γεώργιος Δορμπαράκης θίγει και ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα που έχει γίνει φαινόμενο στις μέρες μας. Πρόκειται για την επαγγελματοποίηση της ιεροσύνης, την εκμετάλλευση της θρησκείας για την έξοδο από τη δυστυχία της ανεργίας (Βλ. σελ 128-129). Μια διάθεση που μαρτυρεί την «ανεπίγνωστη πορεία» του σημερινού ανθρώπου, την άγνοια και την επιπολαιότητά του, που διακυβεύει ακόμα και την πίστη του.
Στη συνέχεια θίγεται ένα άλλο φαινόμενο στη σημερινή εποχή, που αποτελεί και οξύ κοινωνικό θέμα, την αύξηση των διαζυγίων, κυρίως αυτών για ασήμαντους λόγους. Και είναι ασήμαντοι όταν, προκειμένου να ελέγξει μια τέτοια απόφαση κάποιος, είναι αρκετό να αναλογιστεί τα αρνητικά και θετικά του συντρόφου του και της οικογένειάς του, να προβεί σε μια αξιολογική απαρίθμηση. Γιατί μπορεί ο έρωτας να είναι σαν την μπαταρία, να έχει δηλαδή ημερομηνία λήξεως, αλλά η αγάπη και το ενδιαφέρον είναι αυτά που στηρίζουν τη σχέση. «Κανονικά, η σχέση του ζευγαριού πρέπει να είναι το αντικείμενο της καθημερινής φροντίδας κάθε μέλους… γιατί η σχέση δεν είναι απλώς μια συνύπαρξη. Αποτελεί μυστήριο που εικονίζει τη σχέση του Χριστού με την Εκκλησία» (σ.162-3).
Και παρακάτω, στην ιστορία με τίτλο «Ο αυστηρός νεαρός παπάς», ο πατήρ Γεώργιος Δορμπαράκης, με πλήρη επίγνωση του ιερατικού του χρέους αναστοχάζεται την ευθύνη των εν κόσμω υπηρετών του Κυρίου. Τονίζει την ανάγκη που έχουν και οι ίδιοι να τους φωτίζει ο Κύριος για το υψηλό χρέος που έχουν αναλάβει. Και συνδέεται με την ιστορία «Επίσκεψη πολλαπλώς… ωφέλιμη», όπου γίνεται λόγος για την ευθύνη των κληρικών στο θέμα της άγνοιας που έχουν οι χριστιανοί τόσο σε θέματα πίστεως όσο και σε θέματα πρακτικά, πλην όμως σωτήρια. Ερωτήματα που πρέπει να ταλανίζουν κάθε συνειδητοποιημένο ιερωμένο, με επίγνωση του χρέους του απέναντι στο ποίμνιό του. (σ. 107): «Τους λέμε πώς γίνεται η σωστή εξομολόγηση; Τους καθοδηγούμε…; Τους εξηγήσαμε τι σπουδαίο πράγμα είναι το άνοιγμα της ψυχής του ανθρώπου σε έναν συνάνθρωπο, ο οποίος μάλιστα έχει τη δοσμένη από το Κύριο εξουσία του «αφιέναι αμαρτίας»;». Θέματα σημαντικά που χρήζουν ιδιαίτερη συζήτηση σε ιδιαίτερη ιερατική σύναξη και όχι μόνο μια φορά.
Και κάπως έτσι τελειώνουν οι «καινές ιστορίες». Ακολουθούν οι «παλαιές ιστορίες», με πρώτη την αναφορά στις ανθρώπινες αδυναμίες που επιλέγουν να υπηρετήσουν τον ύψιστο με μοναστική ζωή. Την πάλη με τους σαρκικούς πειρασμούς, όταν έρχονται με ποικίλες αφορμές και μορφές, σαν επαπειλούμενη σπάθη, σαν «ξίφος που χτυπά κατάστηθα» (σ.224).
Για να προτείνει στη επόμενη ιστορία, «Οι βλασφημίες του καλόγερου!», την μία και μοναδική λύση, την περιφρόνηση των πειρασμών. Τη θεώρηση των αμαρτημάτων και των κακών λογισμών ως ενέργειες του κακού δαίμονα, του δαίμονα της βλασφημίας που «υπάρχει κι επιτίθεται σε κάθε άνθρωπο του θεού που θέλει να βαδίζει σωστά σύμφωνα με το άγιο θέλημα Εκείνου» (σ.238). Τη σκέψη ότι ο «καρδιογνώστης Κύριος γνωρίζει καλά ότι δεν είναι δικά μας αυτού του είδους τα λόγια και οι σκέψεις, αλλά των εχθρών μας, των πονηρών δαιμόνων. … Η μόνη στάση η πλήρης περιφρόνηση. Να μη του δίνει κανείς απολύτως καμία σημασία».
Και τελειώνει το δεύτερο μέρος με την «Αληθινή εξομολόγηση», την εξομολόγηση ενός πρώην ληστή που πήγε να γίνει μοναχός, ενός ανθρώπου με απόλυτο το αίσθημα της μετάνοιας που δεν δίστασε να εξομολογηθεί τα κρίματά του εμπρός σε όλους ένα - ένα χωριστά. Και χάρη στην εξομολόγηση πέτυχε την άφεση των αμαρτιών του.
Κάπου εδώ τελειώνει αυτό το βιβλίο, το ανθολόγιο ανθρώπινων ιστοριών που προσπαθούν να οδεύσουν προς τον Κύριο και αγωνίζονται τον δικό τους προσωπικό αγώνα, ακόμα και με δράμα ψυχής.
Δεν βρίσκω άλλα λόγια πιο εύστοχα και κατάλληλα για τον επίλογο της παρουσίασης ενός τέτοιου βιβλίου από τον επίλογο του προλόγου του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος μιλώντας σε πληθυντικό και απευθυνόμενος σε πληθυντικό τονίζει τον μονόδρομο της σωτηρίας: (σελ.13) «...Ευχή μας, η όποια ιστορία να μας ωθήσει -είτε με τον ένα είτε με τον άλλον τρόπο που βλέπουμε να κάνει και η Εκκλησία μας- προς την οδό του Κυρίου "την στενήν και τεθλιμμένην", η οποία όμως άγει στη ζωή: είτε δηλαδή με τη μίμηση των καλών και ενάρετων προτύπων που αναφέρονται σε πολλές ιστορίες, είτε με την απομάκρυνση από τα αρνητικά στοιχεία των κακών προτύπων που και αυτά περιγράφονται σ' αυτές».
Θα ήθελα να μου επιτραπεί να κλείσω με τρία επιμύθια. Το πρώτο που σχετίζεται με την ανθρώπινη αδυναμία των σχολίων και των κατακρίσεων για τους συνανθρώπους μας, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Και αναφέρομαι στον λόγο αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων, που έλεγαν: «Οι μεγάλοι άνθρωποι σχολιάζουν ιδέες, οι συνήθεις γεγονότα, οι ασήμαντοι τους άλλους». Κι όταν αναφέρονται οι μεγάλοι Φιλόσοφοι της Αρχαιότητας στους μεγάλους ανθρώπους, δεν εννοούν βέβαια τους πνευματικά κορυφαίους ή αυτούς που έχουν υψηλά αξιώματα. Εννοούν τους ανθρώπους που έχουν  μεγάλη ψυχική γαλήνη, καρδιά και ταπείνωση. Γιατί για να είσαι μεγάλος, δεν χρειάζεται να έχεις μόνο περγαμηνές. Αρκεί να έχεις μεγάλη ψυχή, στο να αγκαλιάζεις όλους τους ανθρώπους, με βάση τα χριστιανικά διδάγματα, για τα οποία το βιβλίο του πατρός Γεωργίου Δορμπαράκη δίνει εντυπωσιακά μηνύματα. Γι’ αυτό τον συγχαίρω από καρδιάς, έχει, νομίζω, τον καθολικό έπαινο για τη συγγραφική του δράση και τη συγκροτημένη προσωπικότητά του.
Το δεύτερο επιμύθιο αναφέρεται στους συνομιλητές μου. Τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Κώου και Νισύρου κύριο Ναθαναήλ, που λαμπρύνει με όλη τη δράση του τη Μητρόπολή του, πετράδι χρυσό της Ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, άριστο μεταπτυχιακό φοιτητή μου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υποψήφιο διδάκτορά μου στο Τμήμα Φιλολογίας, και τον Πανοσιολογιότατο Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο, που «αναπτύσσει πολυποίκιλη και ζηλευτή δραστηριότητα στην κοινωνία της Καρπάθου και έξω από αυτή, όπως είπα παλαιότερα και το έχω γράψει στο περιοδικό «Δωδεκάνησος». Γι’ αυτό δικαίως ο πατήρ Γεώργιος Δορμπαράκης του αφιέρωσε το τελευταίο βιβλίο του.
Και το τρίτο επιμύθιο σχετίζεται με την  εξαιρετικά σημαντική, πολυεπίπεδη δραστηριότητα των κληρικών της Ενορίας του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιά. Τους συγχαίρω όλους θερμά και τους εύχομαι καλή δύναμη, για να συνεχίζουν.

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2018

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ο ΣΤΡΑΤΗΛΑΤΗΣ


 
Ο υμνογράφος του αγίου Θεοδώρου Νικόλαος προβάλλει την ομορφιά του και το παράστημά του: ο άγιος Θεόδωρος ήταν «ωραίος νέος, με σπάνια ομορφιά, διακρινόμενος για το κάλλος της ψυχής και του σώματος». Αλλά η ομορφιά του ανθρώπου, κατά τον υμνογράφο, κάτι που βλέπουμε στους αγίους μας σαν τον σημερινό, έγκειται κατεξοχήν στην ομορφιά της ψυχής. «Η ομορφιά των αρετών τον έκανε ωραίο, κυρίως όμως στολιζόταν από τα στίγματα των μαρτύρων». («Νεανίας ωραίος, πανευπρεπής δέδειξαι, κάλλει καταλλήλως εμπρέπων, ψυχής και σώματος, ωραϊζόμενος των αρετών ευμορφία, και μαρτύρων στίγματι καλλωπιζόμενος» (ωδή γ΄). Πράγματι, για την πίστη μας, η ομορφιά του σώματος είναι ένα αγαθό, το οποίο όμως επειδή είναι φθαρτό δεν έχει πρωτεύουσα σημασία. Έρχονται τα γηρατειά κι αυτό που αποτελεί συνήθως καύχημα για τον έχοντα το αγαθό τούτο, εξαφανίζεται. Χωρίς να λάβουμε υπόψη πιθανούς τραυματισμούς, αρρώστιες που αλλοιώνουν τον άνθρωπο, ή και τον αφανίζοντα τα πάντα θάνατο. Η αληθινή ομορφιά έγκειται, όπως λέει για τον άγιο ο υμνογράφος, στην απόκτηση των αρετών. Όταν η ανθρώπινη ψυχή ντύνεται τις αρετές, όταν η χάρη του Θεού επισκιάζει τον άνθρωπο, τότε και ο πιο άσχημος εξωτερικά θεωρούμενος άνθρωπος αποκτά μία γλυκύτητα και μία «επιφάνεια» που γοητεύει και μαγνητίζει τους πάντες. «Καρδίας ευφραινομένης, πρόσωπον θάλλει» ακούμε να λέει επ’ αυτού ο λόγος του Θεού. Στον άγιο Θεόδωρο βεβαίως συνυπήρχαν και τα δύο στοιχεία: και το κάλλος του σώματος και το κάλλος της ψυχής. Για τον άγιο όμως η προτεραιότητα ήταν δεδομένη: το κάλλος της ψυχής. Και μάλιστα όχι μόνο με τις αρετές, αλλά κυρίως με τα βάσανα που υπέστη. Κι αυτό διότι προφανώς τον έβαζαν στα χνάρια του κατ’ εξοχήν «ωραίου κάλλει παρά πάντας ανθρώπους» Ιησού Χριστού.

Τετάρτη 7 Φεβρουαρίου 2018

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΛΟΥΚΑΣ Ο ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ


 
Θα πρέπει να τονίσουμε ιδιαιτέρως αυτό που με σοφό τρόπο εξαγγέλλει ο ιερός υμνογράφος: ότι η εν αγάπη προς τον Κύριο σκληρή άσκηση του οσίου Λουκά ήταν για να παραμένει στις εντολές του Κυρίου, δηλαδή την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Διότι αν η όλη ασκητική διαγωγή του χριστιανού δεν κατατείνει προς αυτόν τον σκοπό, την αγάπη δηλαδή, δεν έχει νόημα. Διαστρέφεται και γίνεται φαρισαϊκή ηθική, ευσεβισμός, καύχηση για αρετές χωρίς νόημα, σκλήρυνση της καρδιάς. Σ’ αυτήν την κατάσταση ο άνθρωπος έχει αρετές, όχι όμως Θεό. Λείπει η ταπείνωση ως οριστικό άφημα του εαυτού στον Χριστό. «Πέρασες τη ζωή σου με σωφροσύνη και με καλό τρόπο, φιλοξενώντας αδιάκοπα και ελεώντας τον συνάνθρωπό σου πλούσια και άφθονα» («Σωφρόνως διήνυσας σου τον βίον και καλώς, φιλοξενών εκάστοτε, ελεών τε πλουσίως και δαψιλώς») (ωδή ς΄). Είναι ευνόητο λοιπόν για τον άγιο υμνογράφο Ιωσήφ να συμπεράνει ότι αυτή η απλότητα και η ταπείνωση και η αγάπη και η πραότητα του οσίου Λουκά τον έχουν κατατάξει στη βασιλεία του Θεού, μαζί με τους αγίους και δικαίους Αβραάμ και Ιακώβ και Δαυίδ. «Έδειξες, πάτερ, αληθινά απλό και απονήρευτο και ταπεινό, γεμάτο από έλεος προς τους φτωχούς, και φιλόξενο και φιλέρημο, ήσυχο και πράο ήθος. Γι’ αυτό και κατατάχτηκες με τον Αβραάμ και Ιακώβ και Δαυίδ» («Απλούν το ήθος και απονήρευτον, και ταπεινόν, ελέους τε μεστόν προς τους πένητας, και φιλόξενόν τε και φιλέρημον, ήσυχον πράον όντως, Πάτερ, ενέδειξας∙ όθεν συνετάγης Αβραάμ και Ιακώβ και Δαυίδ») (ωδή θ΄).