Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΒΑΣΙΛΙΣΚΟΣ

«Ο άγιος έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (3ος αι.) και καταγόταν από το χωριό Χουμάλια της Αμάσειας Πόντου. Ήταν ανεψιός του αγίου μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου του Τήρωνος. Ενώ αρχικά βασανίστηκε μαζί με τους συστρατιώτες του αγίου Θεοδώρου Ευτρόπιο και Κλεόνικο, εκείνοι μεν τελειώθηκαν με το υπέρ Χριστού μαρτύριο, ο ίδιος δε αφέθηκε στη φυλακή. Έχοντας όμως μεγάλη επιθυμία να ολοκληρώσει και αυτός τον δρόμο της μαρτυρικής αθλήσεως, παρακαλούσε γι’ αυτό τον Θεό, οπότε αξιώθηκε της εμφανίσεως του Κυρίου, ο Οποίος του έδωσε εντολή να πάει να αποχαιρετίσει τους δικούς του και έπειτα όταν βρεθεί στα Κόμανα θα λάβει τον μαρτυρικό στέφανο.

Ελευθερώθηκε λοιπόν από τη φυλακή ο άγιος από τους στρατιώτες και μαζί μ’ αυτούς πήγε στον οίκο του κι αφού αποχαιρέτησε τη μητέρα και τους αδελφούς του νουθετώντας τους να μένουν σταθεροί στην πίστη του Χριστού, έμεινε μαζί τους για λίγο. Ο ηγεμόνας Αγρίππας όμως που έμαθε την απελευθέρωσή του έστειλε άλλους στρατιώτες και τον συνέλαβαν. Τον έδεσαν και του έβαλαν υποδήματα που είχαν μέσα καρφιά κι έτσι τον οδήγησαν με βία στον δρόμο που οδηγούσε στα Κόμανα – εκεί και τον περίμενε. Φτάνοντας στο χωριό των Δακνών, φιλοξενήθηκαν στο σπίτι μίας γυναίκας που ονομαζόταν ΤραΪανή, τον δε άγιο τον πρόσδεσαν σ’ έναν ξερό πλάτανο με τα χέρια πίσω. Ο άγιος προσευχήθηκε και το πλατάνι βλάστησε και έβγαλε πολλά φύλλα. Κι ακόμη ανέβλυσε πηγή νερού από τη ρίζα του, εκεί που είχαν δέσει τον άγιο. Όταν είδαν το θαύμα αυτό οι στρατιώτες και η γυναίκα, είπαν ότι πιστεύουν στον Χριστό και έλυσαν τον άγιο από τα δεσμά του.

Έφτασαν κάποτε στην πόλη των Κομάνων, οπότε παραστάθηκε ενώπιον του ηγεμόνα ο άγιος. Επειδή δεν πείστηκε βεβαίως να θυσιάσει στα είδωλα, φωτιά έπεσε από τον ουρανό με την προσευχή του που κατέφλεξε και τον  ναό των ειδώλων και τον ανδριάντα του Απόλλωνα. Μετά από αυτά εξοργίστηκε πάρα πολύ ο ηγεμόνας και διέταξε να αποκοπεί η κεφαλή του και το σώμα του να ριχτεί στο ποτάμι. Έτσι ο άγιος έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου προς δόξα και αίνεση του Θεού μας».

Προβληματίζεται ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ, γιατί ο Κύριος δεν επέτρεψε απαρχής την ολοκλήρωση του μαρτυρίου του αγίου Βασιλίσκου μαζί με τους αγίους Ευτρόπιο και Κλεόνικο. Και δίνει με φωτισμό Κυρίου την απάντηση: έπρεπε ο άγιος να παραμείνει ως μάρτυρας της αγίας Τριάδος και ομολογητής της πίστεως στον Χριστό, προκειμένου προφανώς να βρουν τον δρόμο της πίστεως και άλλοι καλοπροαίρετοι άνθρωποι. Και μάλιστα η «καθυστέρησή» του αυτή, σημειώνει, ήταν σε συνεργασία με τους δύο άλλους αγίους! «Η εκλεκτή δυάδα των αθλητών, ένδοξε, αφού σε άφησε ως μάρτυρα της Τριάδος, απεδήμησε προς τον Χριστό» (ωδή γ΄). Και: «αφού αφέθηκες από τους συνάθλους σου, μένεις εσύ, Βασιλίσκε πολύαθλε, ομολογώντας τον Χριστό ως Κύριο και Θεό» (ωδή γ΄). Κι είναι ευνόητο: τίποτε δεν είναι τυχαίο στον κόσμο τούτο˙ μπορεί η δική μας «στρεβλή» και μυωπική λογική να νομίζει ότι τα ελέγχει όλα (!), είναι ο Κύριος όμως ως ο παντοκράτωρ και παντογνώστης Θεός που οι βουλές Του έχουν πάντοτε τον πρώτο και τελευταίο λόγο. Και τα γεγονότα που ακολουθούν βεβαίως αποδεικνύουν περίτρανα την αλήθεια: γίνεται ο άγιος δίοδος της παντοδύναμης ενέργειας του Κυρίου, η οποία προκαλεί την καρδιά των ειδωλολατρών για να πιστέψουν.

Τα βασανιστήρια που υπέστη ο άγιος είναι πάμπολλα: προαθλήθηκε μαζί με τους αγίους Ευτρόπιο και Κλεόνικο και ρίχτηκε στη φυλακή˙ παρέμεινε στη φυλακή˙ όταν συνελήφθη εκ νέου μετά την απελευθέρωσή του υπομένει μαρτύρια που θυμίζουν τον άγιο μεγαλομάρτυρα Γεώργιο – να βαδίζει με σπρωξιές και βιαιότητες πάνω σε υποδήματα με καρφιά˙ να προσδένεται πάνω σε ξερό πλατάνι σαν ένα είδος σταυρώσεώς του – έτσι το βλέπει και ο υμνογράφος («κηρύττοντας τον σταυρωμένο Κύριο σε έδεσαν σε ξερό ξύλο» (ωδή ς΄)˙ να δέχεται τέλος τον δι’ αποκοπής της κεφαλής του θάνατο. Και μέσα σε όλα αυτά τα τρομερά ο άγιος Ιωσήφ μας αποκαλύπτει, όπως γίνεται και με όλους τους αγίους μάρτυρες, και την «άλλη πλευρά» των πραγμάτων: το πώς ο Κύριος ελκόμενος από τη θερμή αγάπη του πιστού δούλου Του προς Αυτόν (ωδή α΄) του δίνει τη δύναμη να υπομένει˙ του φανερώνεται και του αποκαλύπτει το σχέδιό Του˙ τον κάνει μέσον για να επιτελεστούν σπουδαία θαύματα που επιφέρουν την καλή αλλοίωση των ανθρώπων που σχετίζονται μαζί του˙ τον αναβιβάζει στο επίπεδο του προφήτη Ηλία (ωδή θ΄) που, όπως κι εκείνος, με την προσευχή του έπεσε φωτιά για να διαλυθούν τα είδωλα˙ τον φανερώνει ως νικητή απέναντι στις δαιμονικές δυνάμεις. Η «θέα» που έχει ως προς το τελευταίο ιδίως ο άγιος υμνογράφος είναι εκπληκτική: «σε έβαλαν να περπατήσεις σε υποδήματα με καρφιά˙ κι εσύ με χαρά πορεύτηκες τον δρόμο του μαρτυρίου, καταπατώντας με τα καρφιά αυτά το κεφάλι του διαβόλου, συντρίβοντάς τον ολοκληρωτικά» (στιχ. εσπ. και ωδή ε΄).  

Ο άγιος Βασιλίσκος μπορεί να «ερμηνευτεί» μόνον με πνευματικά δεδομένα: ήταν η αγάπη του προς τον Χριστό, όπως είπαμε, που τον έκανε να έχει υπερβεί ό,τι εμπαθές και επίγειο (ωδή η΄), που σημαίνει ότι βρισκόταν στον κόσμο ως ένας άλλος Χριστός, ένα κατοικητήριο δικό Του που γι’ αυτό συνέτριβε όλα τα είδωλα που βρίσκονταν στον δρόμο του. «Αναδείχτηκες οίκος της αγίας Τριάδος, κάνοντας πέρα με βδελυγμία τα είδωλα και τους βωμούς τους, σοφέ» (ωδή ζ΄).