«Οι άγιοι αυτοί, ποθώντας τον ασκητικό βίο, εγκατέλειψαν
όλα τα του κόσμου και κατοικούσαν στην έρημο. Μαζί τους ήταν και ο μακάριος Νείλος,
που είχε υπάρξει έπαρχος της Κωνσταντινουπόλεως, αυτός που συνέθεσε με δύναμη λόγου
και με τη χάρη του αγίου Πνεύματος άριστα συγγράμματα που καθοδηγούν στην εν Χριστώ
άσκηση και που περιέγραψε τον τρόπο ζωής, αλλά και την αιχμαλωσία και τον φόνο των
οσίων πατέρων αυτών. Διότι αυτοί φονεύτηκαν από τους βαρβάρους, που λέγονταν «Βλέμμυες»
και που εκτείνονταν από την Αραβία έως την Αίγυπτο και κατά την έρημο της ερυθράς
θάλασσας.
Πριν από πολλά χρόνια, επί
της βασιλείας του Διοκλητιανού και του Πέτρου αρχιεπισκόπου Αλεξανδείας, φονεύτηκαν
και άλλοι μοναχοί που ησύχαζαν και αυτοί στο όρος Σινά. Βγήκαν δηλαδή οι Σαρακηνοί
που κατοικούσαν στο όρος Σινά, όταν πέθανε ο αρχηγός της φυλής τους, και σκότωσαν
πολλούς από τους ασκητές. Οι υπόλοιποι ασκητές κατέφυγαν στο οχύρωμα. Τη νύκτα φάνηκε
στους Σαρακηνούς φλόγα πυρός, που κατέκαιε όλο το Όρος, η δε φλόγα ανερχόταν μέχρι
τον ουρανό. Το είδαν οι Σαρακηνοί και φοβήθηκαν, ρίξανε τα όπλα τους και έφυγαν.
Αυτοί που σφαγιάστηκαν πρώτα
ήταν τριάντα οκτώ, έχοντας διάφορες πληγές στα σώματά τους. Από αυτούς βρέθηκαν
δύο ζωντανοί, ο Σάββας και ο Ησαϊας. Αυτοί που φονεύτηκαν, άλλοι μεν είχαν τελείως
κομμένα τα κεφάλια τους, ενώ από άλλους το δέρμα κρατούσε από το ένα μέρος, κι άλλοι
ήταν κομμένοι στα δύο. Αυτούς τους έθαψαν οι δύο μοναχοί, οι οποίοι και μας διηγήθηκαν
τα σχετικά με αυτούς».
Οι
άγιοι αββάδες που εορτάζουμε σήμερα, είναι διπλά στεφανωμένοι από τον Θεό: και για
τους ασκητικούς ιδρώτες τους ως μοναχοί και για τους αθλητικούς αγώνες τους ως μάρτυρες.
«Αθλητικούς αγώνας εκ των ασκητικών ιδρώτων
διηνύσατε∙ και διπλοίς στεφάνοις κατακοσμηθέντες, εκτενώς τον Σωτήρα ικετεύσατε
σωθήναι ημάς» (Περάσατε στους αθλητικούς αγώνες από τους ασκητικούς ιδρώτες.
Κι αφού κατακοσμηθήκατε από διπλά στεφάνια, εκτενώς ικετεύσατε τον Σωτήρα
να σωθούμε εμείς). Η υμνολογία μας βεβαίως πάντοτε τονίζει, όταν πρόκειται για ανάλογες
περιπτώσεις οσιομαρτύρων, ότι η σχέση της ασκητικής διαγωγής και του μαρτυρίου είναι
σχέση αιτίου και αποτελέσματος. Το μαρτύριο δηλαδή του αίματος αποτελεί συχνά τη
συνεπή κατάληξη του μαρτυρίου της συνειδήσεως, το οποίο βιώνει με την άσκησή του
κατεξοχήν ένας μοναχός. Κι αυτό επισημαίνει και ο άγιος Ιωσήφ, ο υμνογράφος του
κανόνα των αγίων αββάδων. «Όσιοι Πατέρες μελετήσατε μέρα και νύκτα τον νόμο του
Κυρίου και γι’ αυτό αξιωθήκατε να γίνεται ένα με τον Κύριο, το ξύλο της ζωής. Και
ο καρπός σας άνθησε τα στεφάνια της αθλήσεως» («Όσιοι Πατέρες, μελετήσαντες ημέρας και νυκτός εν νόμω Κυρίου, ηξιώθητε του
ξύλου της ζωής σύμφυτοι γενέσθαι, και ο καρπός υμών αθλήσεως στεφάνους εξήνθησε»).
Ο
συσχετισμός που κάνει ο άγιος υμνογράφος μεταξύ των ασκητικών δακρύων των αγίων
αββάδων και της ρύσεως των μαρτυρικών τους αιμάτων συνεχίζεται. Βλέπει τους αγίους
ασκητές ως προέκταση των Ισραηλιτών, οι οποίοι μπόρεσαν με την καθοδήγηση του Μωυσή
να ξεφύγουν από την τυραννία του Φαραώ στην Αίγυπτο και να καταποντίσουν τα στρατεύματά
του στην ερυθρά θάλασσα. Η θάλασσα γι’ αυτούς εν προκειμένω ήταν τα δάκρυά τους,
μέσα στα οποία έπνιξαν τον νοητό Φαραώ, τον διάβολο, οπότε έπειτα με τη ρύση των
αιμάτων τους διά του μαρτυρίου οριστικά τον κατέστρεψαν και τον οδήγησαν στην αφάνεια.
«Θαλάσση τη των δακρύων πρότερον εναπεπνίξατε
τον Φαραώ, σοφοί, τον νοητόν∙ των αιμάτων δε ύστερον τοις οχετοίς ωλέσατε και αφανία
παρεπέμψατε»). Κι είναι γεγονός ότι ο άγιος Ιωσήφ τονίζει μία πραγματικότητα
ευρύτερου κύρους: δεν είναι δυνατόν ο διάβολος, ο εχθρός της σωτηρίας του ανθρωπίνου
γένους να ηττηθεί από τον πιστό, αν αυτός δεν πορευτεί, είτε είναι μοναχός είτε
είναι εν τω κόσμω, εν μετανοία, δηλαδή με συναίσθηση των αμαρτιών του και με δάκρυα
που ξεπλένουν αυτές. Όταν ο ίδιος ο Κύριος μεταξύ των άλλων μακάρισε αυτούς που
πενθούν για τις αμαρτίες τους και για τις αμαρτίες του κόσμου, δεν υπάρχει περίπτωση
κανείς να υποβαθμίσει την αλήθεια αυτή. «Μακάριοι
οι πενθούντες ότι αυτοί παρακληθήσονται» είπε στην επί του Όρους ομιλία Του.
Ο
μακαρισμός αυτών που πενθούν, στην πραγματικότητα είναι μακαρισμός, κατά τον άγιο
Ιωσήφ, εκείνων που με τη χάρη του Θεού είδαν το βάθος της πραγματικότητας: ότι την
απόλυτη προτεραιότητα έχουν τα αιώνια και τα μένοντα και όχι τα ευτελή των γήινων,
άστατων και ρευστών πραγμάτων του κόσμου τούτου. Μόνον εκείνος, με άλλα λόγια, που
προσανατόλισε την ύπαρξή του προς τον αιώνιο Θεό μπορεί και να υπερβαίνει ό,τι συνιστά
γοητεία του παρόντος κόσμου, του απατεώνος, και να κλαίει για τις αμαρτίες του.
Ο απόστολος Παύλος το εξέφρασε με σαφήνεια: «ου σκοπούμεν τα βλεπόμενα, αλλά τα μη βλεπόμενα. Τα γαρ βλεπόμενα
πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια» (Ο σκοπός μας δεν είναι αυτά που βλέπουμε
στον παρόντα κόσμο, αλλά τα μη βλεπόμενα του ουρανού. Διότι τα βλεπόμενα είναι πρόσκαιρα,
τα μη βλεπόμενα αιώνια). Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο άγιος υμνογράφος,
αναφερόμενος στους σημερινούς αγίους: «Αποσκοπώντας – γράφει – στην αιωνιότητα αυτών
που παραμένουν, σοφοί, αποκρούσατε το ευτελές και χαμερπές των άστατων και ρευστών
γήινων πραγμάτων. Γι’ αυτό μακαρίζεσθε, οσιομάρτυρες» («Αποσκοπούντες των μενόντων, σοφοί, το αϊδιον, των αστάτων και ρευστών το
χαμερπές απεκρούσασθε∙ όθεν μακαρίζεσθε, οσιομάρτυρες»).
Το κατά Θεόν αυτό πένθος τους λόγω της μετάθεσης της ύπαρξής
τους στα αιώνια έκανε τους οσιομάρτυρες αββάδες να ζουν ως μοναχοί με συντετριμμένη
τη διάνοια. Κι η συντριβή τους αυτή ήταν εκείνη που φανέρωνε την ταπείνωσή τους
και συνεπώς την αληθινή λατρεία τους προς τον Θεό: «καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει». Και
τη συντριβή αυτή αξιοποιεί ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, προκειμένου να περιγράψει
διαμιάς την όλη ζωή των αγίων: «Αφού λατρέψατε τον Θεό με τη συντετριμμένη διάνοιά
σας, συντρίψατε την υπερηφάνεια του εχθρού, μακάριοι, συντριβόμενοι στη συνέχεια
ως προς τα σώματά σας και θανατούμενοι από το ξίφος του» («Συντετριμμένοι διανοία Θεόν θεραπεύσαντες, συνετρίψατε εχθρού μεγαλαυχίαν,
μακάριοι, ξίφει συντριβόμενοι και θανατούμενοι»). Οι άγιοι αββάδες έτσι αναδείχτηκαν
κυριολεκτικά Παράδεισος, δίνοντας έμπρακτη απάντηση σε όλους αυτούς που ψάχνουν
παράλογα για τους επίγειους Παραδείσους. Και τι λένε; Παράδεισος είναι η σχέση με
τον Χριστό. Αυτός είναι ο αληθινός Παράδεισος και γίνεται εξίσου Παράδεισος και
όποιος σχετίζεται μαζί Του. «Παράδεισος τρυφής
ζωής ξύλον τον Κύριον εδείχθητε μέσον έχων, τον υμών ως θυσίαν το αίμα προσδεξάμενον»
(Φανήκατε Παράδεισος τρυφής, που έχει στο μέσον το ξύλο της ζωής, τον Κύριο, ο Οποίος
δέχτηκε σαν θυσία το αίμα σας).