Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΚΟΣΜΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΑΪΟΥΜΑ, Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ ΜΕΛΩΔΟΣ

«Ο άγιος Κοσμάς (685-περ.750), γεννημένος μάλλον στη Δαμασκό, επειδή έμεινε ορφανός από μικρός, υιοθετήθηκε από τον πατέρα του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού Σέργιο, ο οποίος ήταν πλούσιος και με κοσμική δόξα, ως υπουργός οικονομικών του χαλίφη των Αράβων. Βλέποντας ο Σέργιος την κλίση και των δύο παιδιών στα γράμματα, προσέλαβε κάποιον άνδρα πολυμαθή και σοφό, Κοσμά και αυτόν στο όνομα, από την Καλαβρία, προκειμένου να τα διδάξει κάθε σοφία, θεία και ανθρώπινη. Πράγματι, οι δύο νέοι, ο Ιωάννης και ο Κοσμάς, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα διδάχτηκαν από τον Κοσμά τον δάσκαλό τους γραμματική και φιλοσοφία, αστρονομία και γεωμετρία, όπως και ποίηση και μουσική, και έγιναν αξιοσέβαστοι από όλους. Όποιος μάλιστα θέλει να μάθει την τελειότητα αυτών σε όλα, δεν έχει παρά να την γνωρίσει ακριβώς από τα συγγράμματα που εκπονήθηκαν από αυτούς. Μετά από τις σπουδές τους, πήγαν στη Λαύρα του αγίου Σάββα και έγιναν μοναχοί. Και ο μεν μακάριος Ιωάννης χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων, ο δε αξιοσέβαστος Κοσμάς, αφού παρακλήθηκε πολύ από όλη τη Σύνοδο των επισκόπων, προχειρίστηκε επίσκοπος της πόλεως Μαϊουμά. Αφού πολιτεύτηκε λοιπόν καλώς και οδήγησε το ποίμνιό του στους σωτήριους δρόμους της πίστεως, έφθασε σε βαθιά γεράματα, οπότε και αναπαύτηκε εν Κυρίω».

Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς για τον άγιο Κοσμά τον ποιητή και μελωδό (συνέθετε όχι μόνον ύμνους, αλλά και τους μελοποιούσε) με πεζό λόγο. Διότι πώς «την κιθάραν του Πνεύματος, την λύραν την ένθεον», «την θεόβρυτον πηγήν» θα μπορέσει να υμνήσει αξίως η πεζότητα του λόγου; Όταν μάλιστα αυτά που μελώδησε ο άγιος Κοσμάς αναφέρονταν στην Αγία Τριάδα, τις μεγάλες Δεσποτικές εορτές του Κυρίου μας, την Υπεραγία Θεοτόκο; Ας θυμηθούμε ότι ο κανόνας των Χριστουγέννων: «Χριστός γεννάται δοξάσατε», ο κανόνας των Θεοφανείων: «Βυθού ανεκάλυψε πυθμένα», ο κανόνας του Πάσχα: «Κύματι θαλάσσης» είναι δικά του πονήματα. 

Ο υμνογράφος του δεν ξέρει πώς να εξυμνήσει όχι μόνον τα ποιήματά του, αλλά και την ίδια την αγία βιοτή του. Μέσα στην απορία του βρίσκει καταφύγιο στις μεγάλες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, τους μεγάλους Πατριάρχες της: τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ, τον Μωυσή, ακόμη δε και τον δίκαιο Άβελ! Δεν πρέπει να αφήσουμε ασχολίαστη τη σύγκριση του αγίου Κοσμά με τον Άβελ. Η επισήμανση του υμνογράφου, ότι και ο άγιος πρόσφερε τις απαρχές των λόγων του στον Θεό, όπως ο Άβελ τα καλύτερα ζώα του, σημαίνει αφενός τη βαθειά αγάπη του αγίου προς Εκείνον – ο Θεός ήταν η προτεραιότητά του – και αφετέρου ότι η εκκλησιαστική ποίηση και υμνωδία για τον άγιο δεν ήταν πάρεργο. Πέρα από τα ποιμαντικά καθήκοντά του, αφιέρωνε αρκετό χρόνο για να υμνολογήσει με ωραίο τρόπο τα πάθη του Κυρίου, τα θαύματά Του, τις συμπεριφορές των αγίων και μάλιστα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Και τούτο γιατί γνώριζε ο άγιος ότι δεν αρκεί μόνον να εξαγγείλει την πίστη του Χριστού, αλλά να την εξαγγείλει και με τρόπο, που θα γίνει περισσότερο αποδεκτή από τους πιστούς. Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που η Εκκλησία μας εισήγαγε στη λατρεία της την ποίηση και την υμνωδία. Οι λόγοι ήταν καθαρώς ποιμαντικοί και όχι βεβαίως πρώτιστα αισθητικοί. Ώστε και το περιεχόμενο, αλλά και η μορφή παίζει ρόλο στην προσφορά του ευαγγελίου. 

Ας κάνουμε τον παραλληλισμό: ο γνωστός και μεγάλος ποιητής Γιάννης Ρίτσος είχε αναφέρει σε παλαιά εκπομπή στην τηλεόραση ότι ένας από τους λόγους που ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης πήρε ακριβώς το νόμπελ λογοτεχνίας, ήταν και το γεγονός ότι οι Σουηδοί, όπως και οι άλλοι Ευρωπαίοι, είχαν γνωρίσει την ποίησή του από τη μελοποίηση σπουδαίων έργων του, π.χ. το «Άξιόν εστι», από τον μεγαλοφυή βεβαίως ως προς το μουσικό του χάρισμα Μίκη Θεοδωράκη. Η μουσική δηλαδή έγινε γέφυρα επικοινωνίας του μεγάλου πλήθους του κόσμου προς την ίδια την ποίηση.

Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ (ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ)

 

«Τίς εἴη ἡ παραβολή αὕτη (Λουκ. 8, 9)

Η παραβολή του καλού σπορέως είναι μία από τις γνωστότερες και σπουδαιότερες παραβολές του Κυρίου. Εμπνευσμένη από την αγροτική ζωή της Παλαιστίνης – κατά την οποία η σπορά προηγείτο του οργώματος – αναφέρεται στον γεωργό, ο οποίος ρίχνει τον σπόρο στο έδαφος, αλλ’  ενώ εκείνος είναι ο ίδιος, όπως και ο σπόρος, η καρποφορία ποικίλλει: αλλού ο σπόρος δεν καρποφορεί καθόλου, λόγω του πατημένου εδάφους, αλλού καρποφορεί ελάχιστα για να χαθεί έπειτα εντελώς, αλλού πολύ πλούσια, σαν το καλό έδαφος,  κάτι που είναι ευνόητο ότι τονίζει τον ρόλο και την «ευθύνη» του εδάφους. Η παραβολή δεν φαίνεται ότι κατανοήθηκε από τους ακροατές του Κυρίου. Απαιτήθηκε η ερμηνεία της από Εκείνον, μετά μάλιστα από την ερώτηση και των ίδιων των μαθητών Του: Κύριε, τι σημαίνει η παραβολή αυτή; «Τις είη η παραβολή αύτη

1. Θα πρέπει καταρχάς να υπενθυμίσουμε ότι η εντύπωση που συνήθως υπάρχει για τις παραβολές του Κυρίου, ότι δηλαδή είναι απλές ιστορίες από την καθημερινή ζωή προς μεγαλύτερη κατανόηση της διδασκαλίας Του, δεν είναι ακριβής. Θα έλεγε κανείς ότι αρκετές  λειτουργούν μάλλον ως πρόκληση-αφορμή για να φανερωθεί η γνησιότητα ή όχι  της διάθεσης του ανθρώπου απέναντι στον Θεό, παρά ως μία απλή διευκόλυνσή του, που θα πει ότι οι γνήσιοι αναζητητές της αλήθειας και καλοπροαίρετοι φωτίζονταν από τον Κύριο που τους μυούσε στα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού, ενώ οι μη αναζητητές, οι προσκολλημένοι μόνον στον κόσμο, συνεπώς περιστασιακοί και από περιέργεια ή κακή διάθεση ακροατές Του, σκοτίζονταν περισσότερο, σαν αυτούς που βλέπουν κάτι χωρίς να το βλέπουν, ή σαν αυτούς που ακούνε κάτι χωρίς τελικώς να το ακούνε.

2.  Η συγκεκριμένη παραβολή έχει ένα βαθύ νόημα, το οποίο ο Κύριος απεκάλυψε στους μαθητές Του, όψεις του οποίου είναι και τα παρακάτω:

(α) «Ο σπόρος εστίν ο λόγος του Θεού». Αυτό σημαίνει ότι ο λόγος αυτός περικλείει μέσα του τεράστια δύναμη, την οποία υποδηλώνει η αντιστοιχία με τον σπόρο. Όπως ο σπόρος, ενώ φαίνεται εξωτερικά μικρός και αδύναμος, έχει μέσα του δυνάμεις, ώστε να γίνει και δέντρο, το ίδιο και ο λόγος του Θεού: φαίνεται πολλές φορές «αδύναμος», εξωτερικά ίδιος με τους άλλους ανθρώπινους λόγους, όμως περικλείει τέτοιες δυνάμεις, που μπορούν να μεταμορφώσουν τη ζωή ενός ανθρώπου. «Ατομική βόμβα» τον έχουν χαρακτηρίσει και όχι άδικα. Κι είναι γνωστό ότι ο Κύριος πολλές φορές  μίλησε για τη δύναμη και την αξία του λόγου του Θεού. Μαγιά που μπορεί να ζυμώσει πολλά κιλά αλεύρου είπε ότι είναι η Βασιλεία Του που φανερώνεται με τον Ίδιο και τον λόγο Του, κρυμμένος θησαυρός και πολύτιμος μαργαρίτης που υπερβαίνει την αξία όλων των επιγείων πραγμάτων, σημείωσε αλλού για το ίδιο. Ο απόστολος Παύλος ήταν εκείνος που κατεξοχήν πρόβαλε τη δύναμη αυτού του λόγου: Συνιστά τη «δύναμιν του Θεού εις σωτηρίαν παντί τω πιστεύοντι», είπε. Κι αλλού: «Ζων ο λόγος του Θεού και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον και διϊκνούμενος άχρι μερισμού ψυχής τε και πνεύματος, αρμών τε και μυελών και κριτικός ενθυμήσεων και εννοιών καρδίας» (Εβρ. 4, 12).

Αιτία γι’  αυτό είναι το γεγονός ότι ο λόγος του Θεού αποτελεί ενέργεια Εκείνου και συνεπώς προσωπική Του παρουσία. Στον Θεό δηλαδή δεν υπάρχουν απρόσωπες και ανεξάρτητες από τις υποστάσεις Του δυνάμεις. Κάθε δύναμή Του, κάθε ενέργειά Του είναι στην πραγματικότητα προσωπική παρουσία δική Του. Έτσι και ο λόγος του Θεού: έχει τεράστια δύναμη, γιατί πρόκειται για τον ίδιο τον Θεό. Ο Κύριος πολλές φορές είχε τονίσει και αυτήν τη διάσταση, δηλαδή ότι αποδοχή του λόγου Του σημαίνει αποδοχή του Ίδιου μέσα στην ύπαρξη του ανθρώπου. Γι’  αυτό και οι άγιοι Πατέρες συχνά τόνιζαν ότι «ο Κύριος περικλείεται μέσα στις εντολές Του». Από την άποψη αυτή δίνεται με σαφήνεια απάντηση και στο ερώτημα πολλών «πώς μπορώ να δω και να συναντήσω τον Θεό;» Μόνο με την αποδοχή και την τήρηση των λόγων και των εντολών του Κυρίου, γεγονός που σημαίνει ότι η σχέση με τον Θεό δεν έχει θεωρητικό ή νοησιαρχικό χαρακτήρα, αλλά καθαρώς εμπειρικό. Την ώρα που ένας άνθρωπος θα τηρήσει τον λόγο του Θεού, εκείνην την ώρα θα δει την παρουσία του Θεού ενεργούσα μέσα σε όλη την ύπαρξή του. Αυτό συνιστά και την προϋπόθεση, προκειμένου να ενεργοποιείται η χάρη του Κυρίου μέσα από τα μυστήρια και μάλιστα της Θείας Ευχαριστίας.

(β) Ενώ όμως έχει τέτοια δύναμη ο σπόρος, ο λόγος του Θεού, εξαρτάται η ενέργειά του από το έδαφος στο οποίο θα πέσει, δηλαδή από το τι ψυχή θα συναντήσει. Όπως συχνά τονίζεται, ο παντοδύναμος Θεός αυτοπεριορίζεται, διότι ακριβώς σέβεται τη δοσμένη από Αυτόν στον άνθρωπο ελευθερία του. Η παραβολή του σπορέως αποτελεί  εναργή  απόδειξη της αλήθειας αυτής. Με άλλα λόγια, χωρίς τη συγκατάθεση του ανθρώπου ο λόγος του Θεού παραμένει ανενέργητος και «κενός». Όπως το σημειώνει και ο απόστολος Παύλος, ο οποίος παρακαλεί τους μαθητές του «μη εις κενόν δέξασθαι την χάριν του Θεού», να μην πάει χαμένη η χάρη του Θεού. Κι είναι δραματική και η εξής επισήμανση: πάει χαμένη η χάρη του Θεού, όταν ο άνθρωπος όχι μόνον την απορρίπτει, αλλά κι όταν μπορεί να την έχει αποδεχθεί! Εννοούμε ότι όχι μόνον το πατημένο έδαφος – ο άνθρωπος που έχει πλήρως αποστρέψει το πρόσωπό του από τον Θεό – αλλά και το πετρώδες και το ακανθώδες έδαφος, δηλαδή οι άνθρωποι που έχουν ανταποκριθεί σε πρώτη φάση στην κλήση του Θεού, αλλά δεν πρόσεξαν και δεν επέμειναν σ’ αυτήν, έχασαν τον Θεό.

 (γ) Εκτός από τον παράγοντα άνθρωπο με την ελευθερία του υπάρχει και κάποιος άλλος που παρεμβάλλεται στη διαδικασία της σποράς, της αποδοχής του λόγου του Θεού στην ψυχή του ανθρώπου: ο «εχθρός άνθρωπος» που λέει άλλη παραβολή, δηλαδή ο διάβολος. Είναι γνωστό: ο διάβολος προσπαθεί παντοιοτρόπως να εμποδίσει τον άνθρωπο από το άκουσμα του λόγου του Θεού, πολύ περισσότερο από την εφαρμογή του. Διότι ακριβώς γνωρίζει ότι ο λόγος του Θεού, αν γίνει αποδεκτός,  αποτελεί τη σωτηρία του ανθρώπου. Αξίζει να υπενθυμίσουμε το περιστατικό από την ασκητική παράδοση της Εκκλησίας, κατά το οποίο ηγούμενος μοναστηριού που ενώ δίδασκε τους μοναχούς του, έβλεπε ότι αυτοί αποκοιμώντο  με συνέργεια του διαβόλου, σταμάτησε τη διδασκαλία και άρχισε το «κουτσομπολιό». Αμέσως ξύπνησαν όλοι. Και βρήκε ευκαιρία ο καλός ηγούμενος να τους διδάξει αυτήν την αλήθεια: στον λόγο του Θεού  ο διάβολος προκαλεί τον ύπνο, στο «κουτσομπολιό» ξυπνάει τους πάντες.

(δ) Το καλό έδαφος είναι η προϋπόθεση της επιτυχίας της σποράς. Πρόκειται για τους καλοπροαίρετους, όπως είπαμε, ανθρώπους, οι οποίοι ανταποκρίνονται στον λόγο του Θεού «εν καρδία καλή και αγαθή», επιμένουν σ’  αυτόν, παρ’  όλες τις δυσκολίες, εξωτερικές ή εσωτερικές, κάνουν υπομονή για να δουν το αποτέλεσμα. Το «κατέχουσιν και καρποφορούσιν εν υπομονή» που λέει ο Κύριος, αποτελεί το μυστικό για την ύπαρξη του καλού εδάφους. Διότι η υπομονή φανερώνει την αλήθεια της πίστεως και της ταπεινώσεως του ανθρώπου, της εμπιστοσύνης του ότι, έστω κι αν δεν βλέπει άμεσα και ορατά αποτελέσματα, η χάρη του Θεού ενεργεί στον κόσμο. Ο Κύριος επανειλημμένως τόνιζε ότι «εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών». Κανείς δεν μπορεί να κερδίσει τη σωτηρία του, χωρίς την υπομονή. Κι οι άγιοι Πατέρες, εξηγώντας τον λόγο του Κυρίου, σημείωναν ότι η υπομονή συνιστά το υλικό, με το οποίο κτίζεται κάθε αρετή. Δεν είναι δηλαδή η υπομονή μία απλή αρετή, αλλά το συνοδευτικό κάθε αρετής.

Η παραβολή του καλού σπορέως, ενώ φαίνεται απαισιόδοξη,  είναι μία πολύ παρήγορη και αισιόδοξη παραβολή. Ο Κύριος μάς προσανατολίζει στην καρποφορία του καλού εδάφους, την πλουσιοπάροχη δηλαδή χάρη Του, η οποία δεν προσφέρεται «εκ μέτρου», όταν συναντήσει άνθρωπο που αγαπά την αλήθεια. Από την άλλη όμως, με την αναφορά στα άλλα εδάφη, τα μη καρποφόρα, μας επισημαίνει την ευθύνη μας: ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του. Θα πρέπει κάθε φορά να θέτουμε στον εαυτό μας το ερώτημα: τι έδαφος είμαι εγώ; Κι η απάντηση βεβαίως θα έρχεται στο βαθμό που θα υπάρχει ή όχι η παρουσία των καρπών. «Ο δε καρπός του Πνεύματός εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, αγαθωσύνη, χρηστότης, πίστις, πραότης, εγκράτεια». Αν δεν επισημαίνουμε τους καρπούς αυτούς στη ζωή μας, μάλλον θα πρέπει να αρχίσουμε να βάζουμε ερωτηματικό και στον χριστιανισμό μας. Αλλά στην περίπτωση αυτή τα λόγια του Κυρίου ακούγονται φοβερά: «Παν κλήμα εν εμοί μη φέρον καρπόν αίρεται και εις πυρ βάλλεται». Κάθε κλήμα που είναι ενωμένο με Εμένα, αλλά δεν φέρει καρπό, ο Ουράνιος Γεωργός το κόβει και το πετάει στη φωτιά.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Ζ΄ ΕΝ ΝΙΚΑΙΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ (Δ΄ ΛΟΥΚΑ)

 

«Η αγία και οικουμενική εβδόμη Σύνοδος έγινε στη Νίκαια της Βιθυνίας (787 μ.Χ.), για δεύτερη φορά (η πρώτη έγινε το 325 μ.Χ. όταν συνήλθαν οι Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου), επί Κωνσταντίνου βασιλέως και της μητέρας του Ειρήνης, και επί Αδριανού πάπα Ρώμης, Ταρασίου Κωνσταντινουπόλεως, Πολιτιανού Αλεξανδρείας, Θεοδωρήτου Αντιοχείας και Ηλία Ιεροσολύμων. Οι πατέρες που συναθροίστηκαν τότε ήταν τριακόσιοι εξήντα πέντε. Αυτοί όλοι συνήλθαν  κατά των εικονομάχων και αναθεμάτισαν εγγράφως κάθε αίρεση, όπως και τους αρχηγούς των αιρέσεων, έπειτα και όλους τους εικονομάχους. Εγγράφως εξέθεσαν και κατέγραψαν ότι όποιος δεν προσκυνά τις άγιες εικόνες είναι ξένος προς την πίστη των ορθοδόξων, ότι η τιμή της εικόνας διαβαίνει προς το πρωτότυπο και ότι αυτός που προσκυνά και τιμά την εικόνα προσκυνά σ’ αυτήν, την υπόσταση του εικονιζομένου. Κι αφού διέταξαν τα πράγματα με αυτόν τον τρόπο και ισχυροποίησαν την ορθόδοξη πίστη, ο καθένας απήλθε στη δική του επισκοπή».

Θα πρέπει καταρχάς να υπενθυμίσουμε ότι οι Οικουμενικές Σύνοδοι αποτελούν το ανώτερο και σπουδαιότερο όργανο που διαθέτει η Εκκλησία του Χριστού, προκειμένου να εκφράζει και να διατυπώνει  την πίστη και τη ζωή της, να καταδικάζει κάθε προσπάθεια αλλοίωσης της πίστης και της ζωής αυτής, δηλαδή την αίρεση, όπως βεβαίως και να καθορίζει τα πρακτικά πλαίσια πορείας της. Η έκφραση της πίστεως, όταν βεβαίως δίνεται η αφορμή με την εμφάνιση μίας αίρεσης, οπότε τότε διακυβεύεται η πίστη – κάτι που αποκαλύπτει ότι η οικουμενική σύνοδος, μολονότι θεσμικά κατοχυρωμένη,  συνιστά έκτακτο και χαρισματικό γεγονός –  γίνεται με τους όρους ή τα δόγματα, ενώ  ο καθορισμός των πρακτικών πλαισίων ζωής γίνεται με τους κανόνες. Με απλά λόγια μία οικουμενική  σύνοδος συνιστά το στόμα της Εκκλησίας, γι’ αυτό και οι αποφάσεις της είναι απολύτως υποχρεωτικές για κάθε μέλος αυτής, που σημαίνει ότι με την υπακοή του μέλους  διακρατείται ζωντανή η κοινωνία του με την Εκκλησία, άρα περαιτέρω διακρατείται ζωντανή η κοινωνία με τον ίδιο τον Χριστό και τους αγίους αποστόλους Του. Διότι βεβαίως ο αγώνας των Πατέρων που συγκροτούν την οικουμενική σύνοδο είναι πώς να παρουσιάσουν ό,τι η Εκκλησία ζει: τον Χριστό και το Πνεύμα Του. Εκεί μάλιστα που ο πιστός λαός, κληρικοί και λαϊκοί, διαγιγνώσκει ότι η Σύνοδος δεν εξέφρασε ό,τι οι απόστολοι κήρυξαν, εκεί διαμαρτύρεται και αρνείται την υπακοή, και με την έννοια αυτή ο πιστός λαός θεωρείται τελικώς ως ο φύλακας της ορθόδοξης πίστης.

Ο υμνογράφος  καταγράφει την παραπάνω αλήθεια και για τους Πατέρες της εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου. «Αποστολικών παραδόσεων ακριβείς φύλακες γεγόνατε Άγιοι Πατέρες». Ο αγώνας τους ήταν πώς να μείνουν στην ακρίβεια της παράδοσης των Αποστόλων και των προ αυτών Πατέρων. Και γι’  αυτό, το πρώτο που έκαναν στη σύνοδο ήταν να καταδικάσουν πρώτα και αυτοί τον Άρειο, τον Μακεδόνιο, τον Νεστόριο, τον Ευτυχή και τους άλλους προγενέστερους αιρεσιάρχες. «Της γαρ αγίας Τριάδος το ομοούσιον ορθοδόξως δογματίσαντες, Αρείου το βλάσφημον συνοδικώς κατεβάλετε. Μεθ’  όν και Μακεδόνιον Πνευματομάχον απελέγξαντες, κατεκρίνατε Νεστόριον, Ευτυχέα και Διόσκορον, Σαβέλλιόν τε και Σεβήρον, τον Ακέφαλον». Πόσο άμεσα φαίνεται τούτο από το γεγονός ότι ορισμένοι ύμνοι είναι ακριβείς επαναλήψεις της ακολουθίας των Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου! Νομίζει κανείς σε πρώτο άκουσμα ότι έγινε κάποιο λάθος: «Όλην συγκροτήσαντες την της ψυχής επιστήμην, και τω θείω Πνεύματι συνδιασκεψάμενοι, το ουράνιον και σεπτόν Σύμβολον οι σεπτοί Πατέρες θεογράφως διεχάραξαν». Κι όμως! Είναι τέτοια η πεποίθηση ότι οι της Ζ΄ Συνόδου Πατέρες βρίσκονται στην ίδια πορεία με τους της Α΄ Συνόδου, ώστε σαν να «σβήνεται» το παρόν και να ακούγεται το παρελθόν ως παρόν. Η ταυτότητα της πίστεως όλων των Πατέρων στο απόγειό τους.

Ποια η αίρεση την οποία κατεδίκασε η Ζ΄  Οικουμενική Σύνοδος και η οποία συνόψιζε τις προγενέστερες αιρέσεις; Η εικονομαχία, η εναντίωση στις εικόνες, η άρνηση δηλαδή της δυνατότητας εξεικονισμού του Χριστού. Διότι η άρνηση αυτή σήμαινε ότι ο Χριστός δεν ήταν πραγματικός και αληθινός άνθρωπος, φάνηκε ως άνθρωπος, συνεπώς η εικονομαχία συνέχιζε και διαιώνιζε με άλλον τρόπο τον μονοφυσιτισμό, ή από άλλη όψη τον νεστοριανιασμό. Στο βάθος της δηλαδή η εικονομαχία συνιστούσε χριστολογική αίρεση. Έτσι ενώ φαινόταν «λογική» η πολεμική κατά των εικόνων: να μην ξεπέσουμε σε ειδωλολατρία, στην ουσία ήταν άρνηση του Χριστού, που σημαίνει ότι η αποδοχή των εικόνων του Χριστού αποτελούσε το πιο κραυγαλέο κήρυγμα πίστεως στην ενανθρώπησή Του. «Διά τούτο την αληθινήν πίστιν κρατούσα η Εκκλησία, ασπάζεται την εικόνα της Χριστού ενανθρωπήσεως». Και βεβαίως εννοείται ότι ο εξεικονισμός του Χριστού αναφερόταν στο περιγραπτό της ανθρώπινης φύσεώς Του και όχι της θεϊκής. Το θείο πράγματι δεν εξεικονίζεται, γι’  αυτό και όποια προσπάθεια ζωγραφικής αποδόσεως της αγίας Τριάδος δεν βρίσκεται μέσα σε ορθόδοξα πλαίσια. Η αγία Σύνοδος μάλιστα μνημόνευε και τον λόγο του Μεγάλου Βασιλείου, τον οποία χρησιμοποίησε και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο θεολόγος των εικόνων, ότι «η τιμή της εικόνος επί το πρωτότυπον διαβαίνει», για να τονίσει δηλαδή ότι δεν τιμάται το ξύλο ή το χρώμα της εικόνας, αλλά το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται. Κι εννοείται τέλος ότι οι εικόνες της Παναγίας και των αγίων γίνονταν αποδεκτές, διότι οι άγιοι είναι οι κατεξοχήν φίλοι του Χριστού, συνεπώς τιμώντας αυτούς τον Χριστό τελικώς τιμάμε.

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2025

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Η 10η Οκτωβρίου κάθε χρόνο θεωρείται ημέρα αφιερωμένη παγκοσμίως στην ψυχική υγεία. Καθιερώθηκε  το 1994 από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Ψυχικής Υγείας και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη στα θέματα των ψυχικών νοσημάτων. Κι αυτό γιατί τα ψυχικά νοσήματα βαίνουν διαρκώς αυξανόμενα, σε βαθμό που οι ειδικοί μιλάνε για παγκόσμια «επιδημία» ψυχικών διαταραχών, όπως για παράδειγμα είναι αυτές που σχετίζονται με την κατάθλιψη ή την κατανάλωση αλκοόλ. Και στη χώρα μας τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Υπάρχουν στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι ένα 10 με 12% του συνόλου του πληθυσμού όλων των ηλικιών πάσχει από ψυχικές ασθένειες, ενώ όσον αφορά στους εφήβους, υπάρχει η εκφρασμένη δήλωσή τους (2 στους 5) ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους και δεν νιώθουν γενικώς «καλά».

Το ερώτημα που τίθεται βεβαίως είναι τι εννοούμε όταν μιλάμε για ψυχική υγεία. Κι απάντηση, παραδόξως, γενικώς αποδεκτή δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει, διότι η ψυχική υγεία είναι θέμα ορισμού του ανθρώπου,  του σκοπού και του νοήματος της ζωής του. Αν δηλαδή δεν γνωρίζουμε το ποιος είναι ο άνθρωπος, γιατί υπάρχει στον κόσμο, ποιος ο προορισμός του, πώς πρέπει να ζει και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της ζωής, είναι αδύνατο να μιλάμε για την όποια κατάσταση της ψυχικής του υγείας. Και ως προς τη σωματική του υγεία τα πράγματα σε μεγάλο βαθμό είναι μετρήσιμα: υπάρχουν κάποια σταθερά σημεία αναφοράς, βάσει των οποίων κρίνεται η παθολογία ή η φυσιολογία του. Για την ψυχική του υγεία όμως; Υπάρχουν σταθερά σημεία; Το «αδιέξοδο» φαίνεται από το ότι οι ειδικοί  αποφεύγουν τον ορισμό των χαρακτηριστικών, πέραν γενικοτήτων, της θεωρούμενης ψυχικής υγείας, επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε ό,τι ονομάζουν ψυχική ευημερία ή απουσία ψυχικής ασθένειας. «Είναι η ψυχολογική κατάσταση κάποιου που λειτουργεί σε ικανοποιητικό επίπεδο συναισθηματικής και συμπεριφοριστικής προσαρμογής» σημειώνουν. Ή, όπως λέει ο Π.Ο.Υ. «ψυχική υγεία είναι η κατάσταση ευεξίας όπου το κάθε άτομο αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα της ζωής, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και να συμμετέχει ενεργά στο κοινωνικό του περιβάλλον και όχι απλά η απουσία ενός προβλήματος ή μιας διαταραχής». Ορισμοί που δεν άπτονται της ουσίας του θέματος, αλλά περιγράφουν κάποιες καταστάσεις, κυρίως κοινωνιολογικά κι ίσως ψυχολογικά.

Δεν αρνούμαστε τίποτε από τα παραπάνω. Οι προσπάθειες ψυχολόγων και ιατρών για την οριοθέτηση  μίας όσο το δυνατόν αποδεκτής και φυσιολογικής κοινωνικής συμπεριφοράς για κάθε άνθρωπο είναι αξιέπαινες και πρέπει να ενισχύονται – το κοινωνιολογικό κριτήριο είναι από μόνο του ισχυρότατο στοιχείο. Αλλά δεν είναι επαρκές. Διότι ο άνθρωπος συνιστά μέγα μυστήριο. Κι εδώ ακριβώς έχουν λόγο οι διάφορες πνευματικές παραδόσεις του κάθε τόπου, κατεξοχήν δε για τους χριστιανούς η χριστιανική παράδοσή τους.

Λοιπόν, για τη δική μας χριστιανική παράδοση, ο άνθρωπος είναι ψυχικά υγιής στον βαθμό που είναι και πνευματικά υγιής. Κι είναι πνευματικά υγιής, όταν παραμένει μέσα στο πλαίσιο της κατ’ εικόνα και καθ’  ομοίωσιν Θεού δημιουργίας του. Με αναγωγή στο αρχικό ζεύγος: Όσο ο άνθρωπος προσέβλεπε στον Δημιουργό του και υπήκουε στο άγιο θέλημά Του, τόσο και οι δυνάμεις του, σωματικές, ψυχικές και πνευματικές, βρίσκονταν σε ανοδική και αυξητική πορεία. Δυστυχώς, αυτό χάθηκε λόγω της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία – της επιλογής του δικού του θελήματος αντί του Δημιουργού του – οπότε και η υγεία του αλλοιώθηκε: η φθορά και η αρρώστια και ο θάνατος μπήκαν ως καθεστώς στη ζωή του. Κι ήρθε βεβαίως ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωπος στον κόσμο, προκειμένου να άρει την αμαρτία και τη  φθορά και να αποκαταστήσει τον άνθρωπο, όμως η αποκατάσταση αυτή που όντως πραγματοποιήθηκε κυρίως με τη Σταυρική θυσία του Κυρίου έγινε δύσκολο αγώνισμα για τον άνθρωπο, περνώντας μέσα από τη διαδικασία της πίστεως, της εντάξεώς του στην Εκκλησία, της ασκήσεώς του πάνω στις εντολές του Χριστού. Κι αυτό θα πει ότι αφενός ο Χριστός ως και τέλειος άνθρωπος πέρα από Θεός συνιστά το όριο του κατεξοχήν υγιούς ανθρώπου – σ’  Εκείνον βλέπουμε τι σημαίνει ψυχική και πνευματική υγεία σε επίπεδο τελειότητας – αφετέρου η ψυχική υγεία (η σωματική μετά Χριστόν στον κόσμο τούτο δεν είναι υποχρεωτικά απαραίτητη)  υπάρχει και αναπτύσσεται στον πιστό, όταν αγωνίζεται την οδό της  αγιότητας. Ανθρωπίνως με άλλα λόγια η κατεξοχήν ψυχικά υγιής ήταν η Παναγία κι ακολουθούν όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Ο όσιος Σιλουανός του Άθω βεβαιώνει: «Πώς να καταλάβεις αν η ψυχή είναι υγιής ή ασθενής; Η ασθενής ψυχή είναι υπεροπτική, ενώ η υγιής ψυχή αγαπά την ταπείνωση, όπως τη δίδαξε το Άγιον Πνεύμα».

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΕΛΑΓΙΑ

«Η οσία Πελαγία έζησε επί βασιλέως Νουμεριανού και καταγόταν από την πόλη της Αντιόχειας. Ζούσε μέσα στις ορχήστρες και τα θέατρα της εποχής και ήταν πόρνη, μαζεύοντας από την πονηρή αυτή εργασία πάρα πολλά χρήματα. Όταν όμως κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη από τον επίσκοπο Νόνο, που ήταν άγιος άνθρωπος, και μετανόησε θερμά, βαπτίσθηκε και άφησε ό,τι σχετιζόταν με την προηγούμενη αμαρτωλή ζωή της σαν σκουπίδια. Στη συνέχεια, περιβλήθηκε τρίχινα ρούχα, και αφού παρουσιάστηκε ως άνδρας, πήγε κρυφά στο όρος των Ελαιών, όπου και εγκλείστηκε σ’ ένα κελί, ζώντας το υπόλοιπο της ζωής της εκεί, κατά τρόπο θεάρεστο. Στο κελί αυτό αναπαύτηκε εν Κυρίω».

Η οσία Πελαγία ανήκει σε εκείνη τη χορεία των ανθρώπων, για τους οποίους ο Κύριος, απευθυνόμενος στους Φαρισαίους,  είχε πει: «Οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν των Ουρανών». Πρόκειται δηλαδή για ανθρώπους, οι οποίοι ναι μεν από πλευράς κοινωνικής δεν έχουν καλό όνομα, εν αντιθέσει προς τους Φαρισαίους για παράδειγμα που θεωρούνταν οι καλύτεροι Ιουδαίοι και συνεπώς οι πιο κοντινοί στον Θεό, αλλά διακρίνονται για την καλή τους διάθεση, την καλή τους προαίρεση, και που γι’  αυτό, μόλις δοθεί η πρόκληση από πλευράς του Θεού, αμέσως ανταποκρίνονται και ακολουθούν τον Θεό. Ο Κύριος για τέτοιους ανθρώπους είπε την παραβολή του τελώνου και του Φαρισαίου ή και την παραβολή του ασώτου, να δείξει δηλαδή ότι εκείνο που μετράει ενώπιον του Θεού τελικώς είναι η συναίσθηση της αμαρτωλότητας, το «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», και όχι μία εικόνα αυτοδικαίωσης του ανθρώπου, λόγω πιθανόν κάποιων καλών πράξεών του, η οποία το μόνο που επισύρει από τον Θεό είναι η καταδίκη του.

Με την οσία Πελαγία, όπως και με τις αντίστοιχες παρόμοιες περιπτώσεις: την οσία Μαρία την Αιγυπτία, για παράδειγμα,  την οσία Ταϊσία την πόρνη (που και αυτήν εορτάζουμε σήμερα) κ.ά., βρισκόμαστε με ανάγλυφο θα λέγαμε τρόπο, μπροστά στο φαινόμενο της μετανοίας, το οποίο αποτελεί και τη μόνη προϋπόθεση εισόδου του ανθρώπου στη Βασιλεία του Θεού. Ο Θεός μας δηλαδή, όπως απαρχής έδειξε ο Κύριος, δεν ζητάει από τον άνθρωπο την αναμαρτησία του, η οποία ασφαλώς και δεν υπάρχει – όλοι γνωρίζουμε ότι ο μόνος αναμάρτητος είναι ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός μας, ο Ιησούς Χριστός – αλλά τη μετάνοιά του, ως συναίσθηση της αμαρτίας του και ελπίδα στη φιλανθρωπία Εκείνου. Δεν είναι τυχαίο ότι και ο τελευταίος των Προφητών, Ιωάννης ο Πρόδρομος, που ετοίμαζε το έδαφος για την έλευση του Μεσσία, και ο ίδιος ο Κύριος, εκείνο που ετόνιζαν απαρχής και στη συνέχεια των δράσεών τους, ήταν το «μετανοείτε, ήγγικεν γαρ η βασιλεία των Ουρανών». Γι’  αυτό και η Εκκλησία μας τονίζει πάντοτε ότι η μόνη διάκριση των ανθρώπων που γίνεται αποδεκτή, δεν είναι από πλευράς φυλετικής, κοινωνικής, μορφωτικής, γένους κλπ., αλλά από το αν οι άνθρωποι είναι μετανοημένοι ή όχι. Άνθρωπος που συναισθάνθηκε τις αμαρτίες του και στράφηκε με ελπίδα στον Θεό, αυτός θεωρείται και ο άγιος άνθρωπος, αυτός θεωρείται ο πολίτης του Ουρανού. Άνθρωπος που νιώθει «καλά» με τον εαυτό του, με την έννοια ότι μπορεί να καυχάται για τις αρετές του, συνεπώς να μη νιώθει κανένα έλλειμμα μέσα του, είναι ο άνθρωπος από τον οποίο ο Θεός αποστρέφει το πρόσωπό Του. Η περίπτωση της παραβολής του τελώνου και του Φαρισαίου, που μνημονεύσαμε και παραπάνω, είναι παραπάνω από ενδεικτική.

Με την οσία Πελαγία λοιπόν καταλαβαίνουμε τι σημαίνει μετάνοια. Σημαίνει  αλλαγή τρόπου ζωής, και μάλιστα χωρίς υπεκφυγές και αναβολές. Μόλις κατάλαβε η οσία ότι η ζωή της δεν ήταν ευάρεστη στον Θεό, αμέσως μετανόησε και εξέφρασε τη γνησιότητα της μετανοίας της με την αλλαγή της ζωής της, και μάλιστα με τρόπο συγκλονιστικό: κλείστηκε διά παντός σ’  ένα κελί, αλλάζοντας ακόμη και την εμφάνισή της. Κι αυτό είναι ακριβώς το σημάδι της γνήσιας μετάνοιας: η άμεση αλλαγή της ζωής∙ η στροφή προς τον Θεό και η τήρηση του αγίου θελήματός Του. Και τονίζουμε την αλήθεια αυτή, διότι πολλές φορές μας εμπαίζει ο διάβολος, ο οποίος δεν έρχεται να μας πει να μη μετανοήσουμε. Εκείνο στο οποίο μας σπρώχνει είναι να αναβάλουμε τη μετάνοιά μας. Το αύριο είναι η αιχμή του δόρατος του Πονηρού, γιατί ξέρει ότι το αύριο γίνεται μεθαύριο, το μεθαύριο η μεθεπομένη κ.ο.κ., συνεπώς ο άνθρωπος παραμένει πάντοτε στα ίδια. Η υμνολογία της ημέρας, σχεδόν καθ’  ολοκληρίαν, αυτήν τη μετάνοια τονίζει στο πρόσωπο της οσίας Πελαγίας, για να μας πει ότι αφενός η μετάνοια οδηγεί στην πλήρη συγχώρηση των αμαρτιών του ανθρώπου και την πλήρωσή του με όλες τις δωρεές του Θεού, αφετέρου αποτελεί τον μονόδρομο και για εμάς, αν θέλουμε να δούμε Θεού πρόσωπο. Ας ακούσουμε τον οίκο του κοντακίου της ημέρας: «Όσοι εν βίω αμαρτίαις εμολύνθημεν, ως ο τάλας εγώ, ζηλώσωμεν την μετάνοιαν, τον οδυρμόν τε μετά δακρύων της οσίας Μητρός ημών Πελαγίας, ίνα ταχύ εκ Θεού την συγχώρησιν λάβωμεν∙ καθάπερ η μακαρία, έτι ζώσα, τον ρύπον απέπλυνε της αμαρτίας, και έλαβεν εκ Θεού την τελείαν συγχώρησιν, οδόν μετανοίας υποδείξασα».  Όσοι μολυνθήκαμε από τις αμαρτίες στη ζωή μας, όπως ο ταλαίπωρος εγώ, ας ζηλέψουμε τη μετάνοια και τον οδυρμό με δάκρυα της οσίας Μητέρας μας Πελαγίας, για να λάβουμε γρήγορα τη συγχώρηση από τον Θεό. Όπως συνέβη και με τη μακαρία Πελαγία: όσο ήταν ακόμη στη ζωή, έπλυνε καλά τη βρομιά της αμαρτίας και έλαβε από τον Θεό την τέλεια συγχώρηση, υποδεικνύοντάς μας το δρόμο της μετανοίας. 

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2025

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΣΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΒΑΚΧΟΣ

 

«Οι άγιοι έζησαν επί της βασιλείας του Μαξιμιανού. Και ο μεν Σέργιος ήταν Πριμικήριος, δηλαδή αρχηγός, της σχολής των Κιντιλίων (επίλεκτων στρατιωτικών μονάδων), ο δε Βάκχος ήταν Σεκουνδικήριος, δηλαδή δεύτερος, της ίδιας σχολής. Εξαρχής μυήθηκαν στη χριστιανική πίστη και έμαθαν καλά τις θεόπνευστες Γραφές, γι’  αυτό και κατηγορήθηκαν ως χριστιανοί στον βασιλιά, ο οποίος τους διέταξε να προσφέρουν μαζί του θυσία στα είδωλα. Λόγω της άρνησής τους, τους αφαίρεσαν τις ζώνες και τα περιλαίμιά  τους, και τους φόρεσαν γυναικεία ενδύματα, περιφέροντάς τους με σίδερα στα πόδια στο κέντρο της πόλεως, προς διακωμώδηση και ύβρη, ενώ στη συνέχεια τους οδήγησαν στον ηγεμόνα Αντίοχο, στην πόλη των Ευφρατησίων. Καθώς πλησίαζαν, τους εμφανίστηκε άγγελος που τους  γέμισε από δύναμη και θάρρος, και ο μεν Βάκχος, αφού πρώτα κτυπήθηκε επί πολύ ώρα με ωμά νεύρα, μέσα σ’ αυτά τα βασανιστήρια παρέδωσε το πνεύμα, ο δε Σέργιος, αφού ανακρίθηκε με διαφόρους τρόπους, καθηλώθηκε στα πόδια σε σιδερένιες κρηπίδες, κι αφού αναγκάστηκε να τρέχει επί πολύ, έπειτα κλείστηκε στη φυλακή, και πάλι καθηλώθηκε στις ίδιες κρηπίδες, μέχρις ότου στο τέλος του έκοψαν το κεφάλι με ξίφος».

Οι άγιοι Σέργιος και Βάκχος δεν ανήκουν απλώς στη χορεία των μαρτύρων της Εκκλησίας μας, αλλά στους μεγαλομάρτυρες αυτής. Στη βυζαντινή εποχή μάλιστα τιμώνταν ιδιαιτέρως, γι’  αυτό και ο Ιουστινιανός έκτισε μοναστήρι προς τιμή τους, που σήμερα – από τα σημαντικότερα σωζόμενα χριστιανικά μνημεία της πρώιμης βυζαντινής περιόδου – έχει το όνομα τέμενος Κιουτσούκ Αγιασοφιά, δηλαδή Μικρή Αγία Σοφία. Την αγιότητα και το μαρτύριό τους ευλαβήθηκαν, κατά τον υμνογράφο, και «οι ουράνιες πύλες, οι οποίες άνοιξαν αμέσως χάριν των μαρτύρων, διότι το μαρτύριό τους χαριτώθηκε από τον ίδιο τον Κύριο, ενώ έτρεψε σε φυγή τις φάλαγγες των δαιμόνων» (ωδή ς΄). Αιτία βεβαίως για την ιδιαίτερη ευαρέσκεια του Θεού από το μαρτύριο των αγίων ήταν το κίνητρό τους: «ο πόθος για τον Χριστό, ο οποίος τους έκανε να βδελύσσονται κάθε κοσμική δόξα και γοητεία, και να προσβλέπουν μόνον στον Κύριο, αθλούμενοι υπέρ Αυτού νομίμως, δηλαδή χωρίς να χάνουν καθόλου την αγάπη τους ακόμη και προς τους βασανιστές τους» (ωδή γ΄).

Εκείνο που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση από την υμνολογία των αγίων σήμερα, είναι ότι ο υμνογράφος όχι μία, αλλά πολλές φορές τονίζει τον μεταξύ των δύο αυτών αγίων σύνδεσμο, ο οποίος θεμελιωνόταν όχι στους δεσμούς αίματος – δεν ήταν φυσικά αδέλφια οι άγιοι – αλλά στην κοινή τους πίστη στον Χριστό. «Με τον τρόπο του Δαυίδ φώναζαν δυνατά οι μάρτυρες Σέργιος και Βάκχος: Τι υπάρχει καλύτερο ή ωραιότερο, από το να κατοικούν αδελφοί στον ίδιο τόπο και με την ίδια γνώμη; Όχι γιατί ήταν ενωμένοι με φυσική σχέση, αλλά με την κοινή τους πίστη» (αίνοι). Κι αλλού: «Αυτούς που η φύση δεν γνώρισε ως σαρκικούς αδελφούς, η πίστη τούς οδήγησε σαν από ανάγκη να έχουν αδελφικό φρόνημα μέχρι και το μαρτύριο» (αίνοι). Κι αυτή η κοινή πίστη που τους έδενε σαν αδέλφια και παραπάνω από αδέλφια, οφείλετο βεβαίως στην παρουσία του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα ζώντας στην καρδιά και την ύπαρξή τους τούς έκανε να έχουν μία ψυχή και μία καρδιά: «ου φύσεως ακολουθία, αλλά πίστεως ενώσει του Αγίου Πνεύματος» (αίνοι).

Ο ιδιαίτερος τονισμός της αλήθειας αυτής από τον υμνογράφο δεν γίνεται, νομίζουμε, τυχαία. Ο υμνογράφος γνωρίζει ότι μερικές φορές ο φυσικός δεσμός δεν λειτουργεί με τον τρόπο που πρέπει, δηλαδή μέσα στο πλαίσιο της αγάπης. Υπάρχουν φορές που το μίσος διακατέχει αυτούς που συνδέονται με τους δεσμούς αίματος. Ακόμη και παροιμία υπάρχει πάνω σ’ αυτό: «Μισούνται σαν αδέλφια» -  μία τραγική, δυστυχώς, πραγματικότητα. Εκείνος όμως ο δεσμός που μένει ακατάλυτος, που πραγματικά ενώνει τους ανθρώπους, είναι ο δεσμός που δημιουργεί το ίδιο το Πνεύμα του Θεού πάνω στην κοινή πίστη του Χριστού.  Και τούτο γιατί όπου υπάρχει το Πνεύμα του Θεού υπάρχει η αληθινή αγάπη, τέτοια που ακόμη και ο θάνατος είναι ανίσχυρος μπροστά της. Το ζωντανό παράδειγμα των αγίων Σεργίου και Βάκχου είναι μία από τις πολλές αποδείξεις.

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2025

ΔΥΟ ΛΑΜΠΡΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Δεν αναφερόμαστε σε συγχρόνους αγίους της Κρήτης, έστω κι αν δεν έχουν ενταχθεί στο αγιολόγιο της Εκκλησίας – υπάρχουν πράγματι πάρα πολλοί. Και μόνο η ονομασία τους θα έπιανε αρκετές σελίδες! Γέροντας Αναστάσιος, Γέροντας Νείλος, π. Γεώργιος Χιωτάκης, π. Ελευθέριος Καψωμένος, Γερόντισσα Γαλακτία, Γερόντισσα Θεοσέμνη! Άνθρωποι που τα χαρίσματά τους έχουν βεβαιωθεί από άλλους μεγάλους οσίους, σαν τον μέγιστο άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη. Μιλάμε τώρα για δύο εν ζωή ακόμη ευρισκομένους ανθρώπους, κατάκοιτους και θεωρούμενους παντελώς αδύναμους, των οποίων όμως η παρουσία λειτουργεί στο πνευματικό εκκλησιαστικό στερέωμα, ιδίως της αγιοτόκου Κρήτης, ως φαεινό νέφος ή ως άστρο ολόλαμπρο, που φωτίζει μέσα πια από τη σιωπή τους κάθε άνθρωπο που έρχεται σ’ επαφή μαζί τους ή και απλώς ζει στον κόσμο τούτο. Γιατί πρόκειται περί ανθρώπων που κινούνται σε άλλο μήκος κύματος πέραν των φυσικών και οριζόντιων διαστάσεων και που η σιωπή τους θα λέγαμε ηχεί ως δυνατή κραυγή που μυστικά κινητοποιεί και ξυπνάει τις συνειδήσεις πολλών ανθρώπων. Ο μοναχός Σωφρόνιος της Ι. Μονής Γουβερνέτου και ο μεγάλος πρώην αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ειρηναίος. Και οι δύο αστέρες και του κόσμου τούτου, πριν η ασθένεια τους επισκεφτεί και τους καταβάλει.

Ο ένας, ο μοναχός Σωφρόνιος, αμερικανός αλλά τρίτης γενιάς Ηπειρώτης την καταγωγή, ο οποίος «στα σαρανταδύο του ήλθε για διακοπές στην Ελλάδα. Καθηγητής ιστορίας, απόφοιτος του Κολούμπια, πρωταθλητής στο μπέιζμπολ στη Νέα Υόρκη, δεινός ορειβάτης που είχε ανεβεί πολλές φορές στις Άλπεις, αντιπρόεδρος μεγάλου Αμερικάνικου Ακαδημαϊκού Ιδρύματος στην Ελλάδα. O δρόμος τον έφερε στο Ακρωτήρι Χανίων και προσκυνητή στη Μονή Γουβερνέτου, όπου του ήλθε η «φώτιση» για αλλαγή πορείας - να γίνει εκεί μοναχός!» Προφανώς όλα τα προηγούμενα χρόνια της ζωής του αναζητούσε εκείνο που θα γέμιζε την καρδιά του, γιατί όλες οι θέσεις, τα αξιώματα και τα κατορθώματά του ήταν πολύ λίγα γι’ αυτό που ένιωθε ως δίψα στο βάθος της  ψυχής του. Και φάνηκε να το βρίσκει στο Μοναστήρι, μετά μάλιστα τις συζητήσεις με τον Ηγούμενο και τους καλογέρους του.

«Κάποια στιγμή όμως κάτι συνέβη στην υγεία του και έφυγε προκειμένου να αντιμετωπισθεί και επέστρεψε στην Αμερική όπου διαγνώστηκε μια πάθηση, (τερματική νόσος κινητικού νευρώνος το είπανε), που θα τον ακινητοποιούσε. Γύρισε πίσω μετά από ένα τρίμηνο με το μπαστουνάκι υποβοηθούμενος, και είπε στον γέροντα «πρέπει να φύγω γιατί θα αρρωστήσω και ποιος θα με προσέχει» και ο γέροντας του είπε «εδώ είναι το σπίτι του Θεού και το σπίτι σου, άμα θες να μείνεις». Κι έμεινε και ακινητοποιήθηκε, χωρίς πια να μπορεί να τρώει μόνος, να μιλάει, να γράφει, ακίνητος πάνω σ’ ένα νοσοκομειακό κρεβάτι. Και το μόνο που δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια πια μπορεί, είναι να κινεί τα βλέφαρα. «Με τα μάτια γράφει τη σκέψη του στην οθόνη. Δεν γράφει παράπονα για την κατάσταση του, δεν ζητά βοήθεια, δεν γογγύζει. Στέλνει ευχαριστίες στον θεό γιατί βλέπει, γιατί ακούει, γιατί αντιλαμβάνεται το άρωμα των λουλουδιών, γιατί έχει ανθρώπους δίπλα του, γιατί μπορεί να ευχαριστεί. Εδώ διαφαίνεται η δύναμη και το μεγαλείο της ψυχής, ο ηρωισμός που υπερβαίνει τα ανθρώπινα» (Μ. Καστανάκης, Γεν. Χειρουργός, Μαν. Κογχυλάκης, Δάσκαλος).

Δύο φορές τον επισκεφτήκαμε, μία παλαιότερα, μία πολύ πρόσφατα. Και στις δύο – γι’ αυτό και κάνουμε τη συγκεκριμένη αναφορά – είδαμε δύο μάτια που λάμπανε από φως και χαρά. Ελάχιστες φορές στη ζωή μου έχω δει τέτοιο λαμπερό πρόσωπο ν’ ακτινοβολεί απέραντη στοργή και σεβασμό μπροστά σε ιερέα, και το είδα εκεί που θα «έπρεπε κανονικά» να υπάρχει η μαύρη κατάθλιψη και η διάθεση ίσως φυγής από τον κόσμο. Εδώ, τίποτε από αυτά. Γιατί υπάρχει η πίστη στον Χριστό, η ελπίδα σ’ Εκείνον που είναι η πηγή της ζωής και που επιτρέπει την όλη αυτήν κατάσταση στον δούλο Του Σωφρόνιο, για να γίνεται αυτός μέσα από τις ασθένειές του ισχυρότατο κήρυγμα της δύναμης του Θεού. «Η δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» όπως είπε ο Ίδιος στον απόστολό Του Παύλο. Κι έμαθα προ ολίγου ακριβώς καιρό ότι μία γιατρός Αμερικανίδα είχε έλθει στην Κρήτη με σκοπό μοναδικό καθώς ομολόγησε, «να γνωρίσει αυτόν τον μοναχό Σωφρόνιο, που επικοινωνεί μέσω υπολογιστή με παρόμοιους μ’ εκείνον δικούς της ασθενείς και που τους δίνει τεράστια ψυχική δύναμη να υπομείνουν και να αντέξουν το μαρτύριό τους».

Κι ο άλλος, ο μεγάλος όπως είπαμε πρώην αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ειρηναίος, ο θαυμαστός εν λόγοις και έργοις, ο ακούραστος εργάτης του Ευαγγελίου, το εκλεκτό σκεύος του Κυρίου, ο οποίος μέχρι την ώρα της παραιτήσεώς του λόγω ηλικίας και ασθενειών αποτελούσε το στήριγμα όλου του Κρητικού λαού, και όσο ήταν Μητροπολίτης Χανίων και όσο βρέθηκε στη θέση του Αρχιεπισκόπου. Και γιατί μνημονεύουμε ιδιαιτέρως και τον εκκλησιαστικό αυτόν άνδρα; Γιατί κατάκοιτος πια τα τελευταία χρόνια στο Επισκοπείο, απέναντι από τον άγιο Μηνά Ηρακλείου, με αδυναμία να μιλήσει και να επιτελέσει το οτιδήποτε, εξακτινώνει την πλούσια χάρη του Θεού που έχει, μέσα από το βλέμμα του. Τα μάτια κι αυτού του αγιασμένου ανθρώπου λειτουργούν κυριολεκτικά ως φάρος που φωτίζει με χαρά και αγάπη καθένα που θα τον επισκεφτεί. Κι επισκεφτήκαμε και τον άγιο αυτό εξίσου πρόσφατα και νιώσαμε τι σημαίνει «βαθιά καρδιά», να «μιλάει» δηλαδή η καρδιά του μέσα από το πρόσωπό του, έστω κι αν ο εγκέφαλός του αδυνατεί να δώσει την όποια φυσική εντολή.

Δύο κατάκοιτοι, δύο αδύναμοι άνθρωποι, που η φυσική τους αδυναμία όμως μοιάζει ν’ αποτελεί το περιτύλιγμα της δυνάμεως του Θεού. Το φως «δύο λαμπρών αστέρων της Κρήτης»!