Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)


Νυνί δέ ἐλευθερωθέντες ἀπό τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δέ τῷ Θεῷ ἔχετε τόν καρπόν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τό δέ τέλος ζωήν αἰώνιον᾽ (Ρωμ. 6, 22)

α. ῾Ο ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας σέ ἀντιπαράθεση πρός τόν ἄνθρωπο τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί οἱ συνέπειες τῶν ἐπιλογῶν τοῦ καθενός εἶναι τό κεντρικό θέμα τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος τῆς Κυριακῆς Δ´ Ματθαίου ἀπό τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Μέ ξεκάθαρο τρόπο ὁ ἀπόστολος ἀναφέρει ὅτι ἡ ἐπιλογή τῆς ἁμαρτίας μπορεῖ νά συνιστᾶ ἐλευθερία ἀπό τόν Θεό καί τό ἅγιο θέλημά Του, συνιστᾶ ὅμως ὑποδούλωση στά πάθη μέ ἀποτέλεσμα τόν θάνατο. ῾Ψωνίζεις θάνατο μέ τήν ἁμαρτία᾽ κατά τήν διατύπωσή του. ῾Η ἐπιλογή ὅμως τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀπόφαση νά εἶναι κανείς δοῦλος τοῦ Θεοῦ ὁδηγεῖ στήν ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη τῆς ἁμαρτίας, φέρνει τόν ἁγιασμό του, ζεῖ ὁ ἄνθρωπος ἤδη ἀπό τώρα τήν αἰώνια ζωή πού ἔφερε ὁ Χριστός. ᾽Ελευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία ὡς ὑποδούλωση στόν Θεό, ἁγιασμός, αἰώνια ζωή: ἡ καταγραφή τῆς πορείας τοῦ ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου.

β. 1. Κι εἶναι ἀλήθεια ὅτι ἐπανειλημμένως ὁ ἀπόστολος στίς ἐπιστολές του τονίζει τήν ὀδυνηρή καί τραγική γιά τόν ἄνθρωπο κατάληξη τῆς ἁμαρτίας: τόν ἴδιο τόν θάνατο. ῞Ο,τι ἡ Γένεση, τό πρῶτο βιβλίο τῆς ῾Αγίας Γραφῆς ἤδη ἀπό τά πρῶτα κεφάλαιά της, καταγράφει ὡς δραματική πορεία τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, κατά τήν ὁποία ἡ ἐπιλογή τῆς ἁμαρτίας ὁδήγησε στόν πνευματικό θάνατο πρῶτα, δηλαδή τήν ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό, καί τήν συνέπειά του ἔπειτα, τόν σωματικό θάνατο, τό ἴδιο ἀναφέρει καί ὁ ἀπόστολος. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἠθικολογικά: ἀπλῶς ὡς μία ἀπόκλιση τοῦ ἀνθρώπου ἤ ὡς μία παράβαση ἑνός καθήκοντος, συνεπῶς δέν ἀλλοιώνει κάτι ἀπό τήν φύση τοῦ ἀνθρώπου. Μία τέτοια ἐπιφανειακή κατανόησή της μπορεῖ νά γίνεται ἀποδεκτή ἀπό τούς ἑτεροδόξους, δέν συνιστᾶ ὅμως τήν ἀποκαλυμμένη πραγματικότητα, ἀλλ᾽ οὔτε καί τήν ἐμπειρία τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς. Κι ἡ πραγματικότητα κι ἡ ἐμπειρία εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἁμαρτία ζεῖ κάθε φορά πού τήν πραγματοποιεῖ τόν ἴδιο τόν θάνατό του, ἤ μέ ἄλλη διατύπωση: κάθε φορά πού ἁμαρτάνει ὑποδουλώνεται ὅλο καί περισσότερο στά πάθη του καί τόν ὑποκινοῦντα αὐτά πονηρό διάβολο, γενόμενος ἔτσι κι αὐτός σατανάς, ἀντικείμενος δηλαδή στόν Θεό, εἰσπράττοντας τά ἀνάλογα ἐπίχειρα: τήν θλίψη καί τήν στενοχώρια καί τό ἄγχος.  ῾ᾯ τις ἤττηται, τούτῳ καί δεδούλωται᾽: σέ ὅ,τι κανείς ἔχει νικηθεῖ, σ᾽ αὐτό καί ἔχει ὑποδουλωθεῖ, κατά τήν ἄλλη γνωστή φράση τῆς Γραφῆς. ῞Οπως καί: ῾θλίψις καί στενοχωρία παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό κακόν᾽.

2. ᾽Από αὐτήν τήν τραγικότητα μᾶς ἔσωσε ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός σημειώνει ὁ ἀπόστολος. ῏Ηλθε ὁ Κύριος, σήκωσε ἐπάνω Του διά τῆς σταυρικῆς Του θυσίας τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, κατεπάτησε τόν καρπό της τόν θάνατο, μᾶς ἔδωσε καί πάλι τήν ζωή. ᾽Εν Χριστῷ Ἰησοῦ ὁ ἄνθρωπος ἀνέπνευσε καί πάλι τόν ἀέρα τῆς ἐλευθερίας καί ἤδη ἀπό τήν φθαρτή αὐτή ζωή ἀπολαμβάνει τήν αἰώνια ζωή πού δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τόν ῎Ιδιο. ῾Τό δέ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωή αἰώνιος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν᾽ (Τό δῶρο πού χαρίζει ὁ Θεός εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τήν ὁποία ἔφερε ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός, ὁ Κύριός μας). Κι αὐτό συμβαίνει γιατί ὁ Κύριος προσέλαβε τόν ἄνθρωπο μέσα στόν ῾Εαυτό Του, συνεπῶς ὅλα τά καλά ἀποτελέσματα ἀπό τήν νίκη Του ἀπέναντι στήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο μεταβιβάζονται καί σ᾽ αὐτόν. ᾽Αρκεῖ ἀσφαλῶς ὁ ἄνθρωπος νά θέλει τόν Χριστό, πού θά πεῖ νά πιστέψει σ᾽ Αὐτόν ὡς Σωτήρα τῆς ζωῆς του. Κι ἡ πίστη αὐτή ὡς γνωστόν δέν ἔχει θεωρητικό χαρακτήρα. Ξεκινᾶ ἀπό τήν ὥρα πού ὁ ἄνθρωπος θά βαπτιστεῖ στό ἅγιο ὄνομά Του καί θά χριστεῖ ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τελειώνεται ἀδιάκοπα στόν βαθμό πού ὁ πιστός θά μετέχει τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου καί θά ἐπιβεβαιώνει τήν χαρισματική αὐτή κατάσταση μέ τήν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του.

3. Αὐτή δέν εἶναι ἡ πραγματικότητα πού βλέπουμε σέ ὅλους τούς ἁγίους μας; ῾Η ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, λέει ὁ ἀπόστολος, φέρει ὡς καρπό τόν ἁγιασμό τοῦ ἀνθρώπου. ῾῎Εχετε τόν καρπόν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν᾽.  ῎Αν οἱ ἅγιοί μας ἅγιασαν, ἦταν ὄχι ἀσφαλῶς γιατί εἶχαν κάποια περίεργα καί παράδοξα ἰδιώματα ὡς ἄνθρωποι, ὄχι γιατί ἦταν διαφορετικοί – πολλοί ἀπό αὐτούς ἦταν πολύ πιό ἄγριοι ἀπό ἐμᾶς ὡς πρός τόν χαρακτήρα τους - ἀλλά γιατί πίστεψαν στόν Χριστό καί ἄφησαν τήν χάρη Του νά ἐνεργήσει μέσα στήν ὕπαρξή τους. ῎Εγιναν δηλαδή μέλη Χριστοῦ καί ἔνιωσαν ὅτι μπορεῖ καί ὁ δικός τους ἑαυτός νά γίνει δίοδος γιά νά φανερώνεται ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Μέ ἄλλα λόγια ὁ κάθε ἅγιος τῆς ᾽Εκκλησίας μας, συνεπῶς καί ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς δυνάμει, συνιστᾶ τόν σαφή ὑπομνηματισμό τῶν λόγων σήμερα τοῦ ἀποστόλου: ῾ἐλευθερώθηκαν ἀπό τήν ἁμαρτία, ἔγιναν δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, ἁγίασαν, ζοῦν τήν αἰώνια ζωή᾽. Δέν εἶναι τυχαῖο γι᾽ αὐτό πού τούς ἁγίους μας τούς χαρακτηρίζουμε ὡς ῾ἐφαρμοσμένο Εὐαγγέλιο᾽ ἤ πού σ᾽ αὐτούς βλέπουμε τήν καθαρότητα τῆς ὀρθῆς χριστιανικῆς  πίστης μας, ὁπότε προσβλέποντας πάντοτε σ᾽ αὐτούς καί ἐμβαπτιζόμενοι στήν κατά Χριστόν ζωή τους δοξολογοῦμε σωστά τόν Θεό, μέ τήν ἔννοια καί τῆς ὀρθῆς δόξας-πίστης σ᾽ Αὐτόν καί τῆς ὀρθῆς ὑμνολόγησής Του.

4. Δύο παρατηρήσεις ὅμως εἶναι ἀναγκαῖες ἀκόμη στά λόγια τοῦ ἀποστόλου.
(α) Μιλάει καταρχάς ὁ ἅγιος Παῦλος γιά ἐλευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία καί δουλεία στόν Θεό. Δέν πρέπει νά κατανοήσουμε τήν σχέση αὐτή παρατακτικά: τό ἕνα μετά τό ἄλλο. Δέν ἐλευθερώνεται δηλαδή ὁ ἄνθρωπος πρῶτα ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἀκολουθεῖ ἔπειτα ἡ δουλεία στόν Θεό. Κατά τήν πίστη μας ὁ ἄνθρωπος ἐλευθερώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία (καί τόν θάνατο καί τόν διάβολο βεβαίως) τήν ὥρα πού ὑποδουλώνεται στόν Κύριο. ῾Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν᾽ εἶπε ὁ ῎Ιδιος. ῞Οσο μέ ἄλλα λόγια στρέφεται ὁλοκληρωτικά ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη στόν Θεό καί γίνεται δούλη ᾽Εκείνου, τόσο καί ἀπελευθερώνεται ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη της. ῞Οπως συμβαίνει μέ τόν ἄνθρωπο πού στρεφόμενος πρός τό φῶς φεύγει ἀπό τό σκοτάδι, κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ἐδῶ. Συνεπῶς ἡ ἐλευθερία ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη εἶναι εὐθέως ἀνάλογη πρός τήν δουλεία στόν Θεό. ῎Ετσι κατανοεῖται καί ἡ ἐπιμονή τῶν ἁγίων μας, παλαιοτέρων καί νεωτέρων, νά μήν ἀσχολούμαστε πολύ πολύ μέ τόν διάβολο καί τίς σκοτεινές διδασκαλίες πού ὑποβάλλει, ἀλλά μέ τόν Κύριο καί τά ἁγιασμένα λόγια Του. Θέλω νά γεμίσω μέ φῶς τήν ζωή μου καί μέσα στήν ταλαιπωρία τοῦ ἁμαρτωλοῦ αὐτοῦ κόσμου ἡ καρδιά μου νά εἶναι εὐωδιαστός λειμώνας; ᾽Αδιάκοπα νά μνημονεύω τό ἅγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου καί νά πλατύνεται ἡ διάνοιά μου στά λόγια Του εἴτε ἀπό τό Εὐαγγέλιο εἴτε ἀπό τούς ὕμνους τῆς ᾽Εκκλησίας μας εἴτε ἀπό τά συναξάρια τῶν ἁγίων Του. ῾Ο Χριστός καί ὄχι ὁ ἀντίχριστος νά εἶναι τό μέλημά μου.
(β) Καί δεύτερον, ὅταν ὁ ἀπόστολος μιλάει γιά δουλεία στόν Θεό δέν ἐννοεῖ τήν δουλεία ἐκείνη πού κατανοεῖται κατά τά ἀνθρώπινα: ὡς ὑποβάθμιση καί καταβαράθρωση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. ῾Η κατανόηση αὐτή ἀποτελεῖ διαστροφή τοῦ ἀνθρώπου καί ἀλλοίωση ὅλης τῆς ἐν Χριστῷ ἀποκάλυψης. ῾Ο ἀπόστολος χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο ὡς φυσικό παράδειγμα γιά νά ἐκφράσει πιό ἄμεσα τήν σκέψη του, ἀλλά πάντοτε μέ τίς προϋποθέσεις τοῦ Κυρίου, ὁ ῾Οποῖος εἶπε: ῾Οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους. ῾Υμεῖς φίλοί μου ἐστέ᾽. Δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγει τό γεγονός ὅτι ὁ Κύριος μᾶς δημιούργησε ῾κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσίν᾽ Του, συνεπῶς μέ θεοείδεια τέτοια πού παραπέμπει ἀκριβῶς στόν ῎Ιδιο. ᾽Απαρχῆς ὁ ἄνθρωπος χαρακτηρίζεται ὡς υἱός τοῦ Θεοῦ - ῾ἐγώ εἶπα υἱοί Θεοῦ ἐστε καί υἱοί ῾Υψίστου πάντες᾽ - συνεπῶς ὁ Κύριος ἔρχεται στόν κόσμο ὥστε τόν ὑπόδουλο πιά στήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο ἄνθρωπο νά τόν ἀποκαταστήσει στήν πρώτη του κι ἀκόμη περισσότερο κατάσταση. Εἴπαμε: οἱ ἅγιοι – καί μέσα σ᾽ αὐτούς εἴμαστε κι ὅλα τά πιστά μέλη τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του τῆς ᾽Εκκλησίας – συνιστοῦν μία ἄλλη παρουσία ᾽Εκείνου, προέκτασή Του στόν κόσμο, κλαδιά στό δένδρο Αὐτοῦ.

γ. ῎Αν οἱ χριστιανοί συνεχίζουμε νά ἁμαρτάνουμε καί νά μήν συνειδητοποιοῦμε τήν τραγικότητα στήν ὁποία περιπίπτουμε, τραγικότητα μέ ὀλέθρια ἀποτελέσματα καί ἐδῶ καί  αἰωνίως, εἶναι προφανῶς γιατί δέν ζοῦμε ὅσο πρέπει τήν μεγαλειώδη προοπτική τῆς ζωῆς πού μᾶς ἔφερε καί μᾶς προσφέρει ὁ Κύριος στήν ᾽Εκκλησία Του, καί τό φῶς μέ τό ὁποῖο μᾶς περιλούζει. Προσκολλημένοι συνήθως στά ψεκτά πάθη μας νομίζουμε ὅτι ἐκεῖ βρίσκεται ἡ ζωή μας. Καί δέν καταλαβαίνουμε ὅτι ἔτσι ροκανίζουμε τό κλαδί πάνω στό ὁποῖο βρισκόμαστε καί ρουφᾶμε τό ἴδιο τό αἷμα μας. Ἡ ζωή ὅμως, ὡς πραγματική καί αἰώνια ζωή, βρίσκεται στό δέντρο πού εἶναι ὁ Χριστός καί στήν βρώση καί τήν πόση τοῦ δικοῦ Του αἵματος.